ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 2 ΑΑΔ 192
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 148/2010
24 Μαΐου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
MOHAMMAD KHAKNEGAD
Εφεσείοντας
ν
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Εφεσίβλητης
Τ. Άνιφτου για τον εφεσείοντα.
Λ. Λάμπρου-Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα για την εφεσίβλητη.
Ο εφεσείων παρών.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Στις 16.10.2010, ο εφεσείων παρουσιάστηκε στο αεροδρόμιο Πάφου για να αναχωρήσει με προορισμό το αεροδρόμιο Gatwick του Λονδίνου. Παρουσίασε ισπανικό διαβατήριο που τον έφερε ως τον Jose Fernadez Paredes. Υπάλληλος του αεροδρομίου του μίλησε στην ισπανική γλώσσα, φάνηκε ότι ο εφεσείων δεν τη γνώριζε, δημιουργήθηκαν, βεβαίως, υποψίες και μετά από άμεση έρευνα μέσω της Ιντερπόλ διαπιστώθηκε πως το διαβατήριο που παρουσίασε είχε καταγγελθεί ως κλοπιμαίο από τις 8.12.2009. Ο εφεσείων συνελήφθη και από έρευνα στις αποσκευές του, σε πορτοφόλι, βρέθηκε και ισπανική ταυτότητα με το ίδιο όνομα.
Ο εφεσείων εξήγησε σε κατάθεσή του πως προερχόταν από το Ιράν, πως πριν τέσσερις μήνες είχε φτάσει μέσω Τουρκίας στην κατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα περιοχή της Κύπρου και πως, τον Ιούνιο του 2010, πέρασε παράνομα στις ελεύθερες περιοχές. Περαιτέρω πως το διαβατήριο και την ταυτότητα τού την είχε παραδώσει στη Λεμεσό άγνωστος αλλοδαπός έναντι του ποσού των €10.000. Το διαβατήριο και η ταυτότητα εξετάστηκαν επιστημονικά. Είχε τοποθετηθεί, αντί της γνήσιας, πλαστή σελίδα στο διαβατήριο με τα στοιχεία και τη φωτογραφία του εφεσείοντα. Η ταυτότητα ήταν εξ ολοκλήρου πλαστή. Κατηγορήθηκε και παραδέχθηκε ενοχή σε έξι κατηγορίες: Για πλαστογραφία του διαβατηρίου και κυκλοφορία του (κατηγορίες 2 και 3) για πλαστοπροσωπία (κατηγορία 4) για παράνομη είσοδο και παραμονή στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας (κατηγορίες 5 και 6) και για συνομωσία με άγνωστο πρόσωπο προς διάπραξη των πιο πάνω αδικημάτων (κατηγορία 1).
Προς μετριασμό της ποινής ισχυρίστηκε πως αντιμετώπιζε προβλήματα στην Περσία, πως κινδύνευε η ζωή του και πως ήθελε να μεταβεί σε ευρωπαϊκή χώρα για να αιτηθεί άσυλο. Δεν γνώριζε τη νομοθεσία της Κύπρου, στην οποία δεν ήθελε να δημιουργήσει πρόβλημα, και προσπάθεια του ήταν να σώσει τη ζωή του. Κατατέθηκε έκθεση κοινωνικής έρευνας που συνοψίστηκε πρωτοδίκως ως ακολούθως:
· «Κατάγεται από το Ιράν και προέρχεται από γονείς χαμηλής οικονομικής κατάστασης. Ο πατέρας του απεβίωσε πριν δύο χρόνια λόγω προχωρημένης ηλικίας ενώ η μητέρα του είναι ηλικίας 65 ετών και παρουσιάζει προβλήματα υγείας. Έχει άλλα δέκα αδέλφια εκ των οποίων τα τέσσερα εξακολουθούν να διαμένουν με τη μητέρα τους. Είναι όλοι έγγαμοι και εργάζονται.
· Αποφοίτησε από λύκειο στη χώρα του και ακολούθως σπούδασε σε κολλέγιο στον κλάδο ηλεκτρονικών υπολογιστών για δύο χρόνια. Εκτέλεσε κανονικά τη στρατιωτική του θητεία για περίοδο δύο μηνών. Στο Ιράν εργαζόταν ως υπάλληλος σε ιδιωτική εταιρεία.
· Τον τελευταίο χρόνο κινδύνευε η προσωπική του ασφάλεια στη χώρα καταγωγής του εξαιτίας πολιτικών συγκρούσεων που επικρατούν εκεί και για αυτό αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα του και να αιτηθεί πολιτικό άσυλο σε ευρωπαϊκή χωρα».
Το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στις αυστηρές ποινές που προβλέπει ο Νόμος για τα αδικήματα που διέπραξε ο εφεσείων και καθοδηγήθηκε από σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σε σχέση με την πλαστογραφία, την κυκλοφορία πλαστού εγγράφου και την πλαστοπροσωπία, από τις υποθέσεις Ματούρ ν. Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 36, Kandiah v. Aστυνομίας (1996) 2 ΑΑΔ 324), και William v. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 431. Τονίστηκε σ' αυτές η ανάγκη για επιβολή αποτρεπτικών ποινών και σημειώνουμε πως σε όλες υπήρχε το στοιχείο της κατ' ισχυρισμόν προσπάθειας του κατηγορουμένου να αποφύγει κίνδυνο στη χώρα του. Σε σχέση με την παράνομη είσοδο και την παραμονή του στη Δημοκρατία από την Τutunciyan v. Aστυνομίας (2003) 2 A.A.Δ. 524 στην οποία τονίστηκε η σοβαρότητα των αδικημάτων αφού ενισχύουν την κατοχή και πλήττουν την κυριότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όπως και από την Tabrizi v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 421 όπου, ενόψει και της συχνότητας τους και της πλειάδας των παράπλευρων προβλημάτων που δημιουργούν, επίσης τονίστηκε η ανάγκη για αποτρεπτικές ποινές.
Το πρωτόδικο δικαστήριο εξέφρασε τη συμπάθειά του προς πρόσωπα που εγκαταλείπουν τη χώρα τους για να αποφύγουν κινδύνους. Θεώρησε όμως πως, στο πλαίσιο των δεδομένων, δεν ήταν δυνατό να αποφευχθεί η επιβολή ποινής άμεσης φυλάκισης. Εξήγησε σ' αυτό το πλαίσιο πως άλλη θα έπρεπε να ήταν η συμπεριφορά του εφεσείοντα αν ο στόχος που επικαλέστηκε ήταν γνήσιος. Δεν θα έπρεπε εξ αρχής να έλθει δια μέσου των κατεχομένων περιοχών και, πάντως, στη συνέχεια, θα έπρεπε να είχε παρουσιαστεί ο ίδιος στις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας. Αντ' αυτού παρέμεινε παρανόμως για περαιτέρω διάστημα εδώ και, αφού εξασφάλισε τα πλαστά έγγραφα, επιχείρησε να φύγει χρησιμοποιώντας το διαβατήριο κατά πλήρη περιφρόνηση προς το νόμο.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα, την άμεση παραδοχή του και το λευκό του ποινικό μητρώο, του επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 15 μηνών στις κατηγορίες 2 και 3, 10 μηνών στην κατηγορία 1, τριών μηνών στην κατηγορία 4 και δυο μηνών στις κατηγορίες 5 και 6.
Ο εφεσείων άσκησε έφεση αυτοπροσώπως και εγκρίναμε το αίτημά του για νομική αρωγή. Η ευπαίδευτη συνήγορος του δεν υποστήριξε πως κατ' αρχήν, η επιβολή ποινής φυλάκισης για αδικήματα τέτοιας φύσης είναι λανθασμένη. Ούτε πως, γενικώς, η έκτασή της στην περίπτωση, κάτω από άλλες συνθήκες, θα ήταν υπερβολική. Θεωρεί, όμως, ότι δικαιολογείται παρέμβασή μας ενόψει της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Emeline v. Αστυνομίας (2005) 2 ΑΑΔ 246 στην οποία, ποινή φυλάκισης εννέα μηνών για πλαστογραφία διαβατηρίου και κυκλοφορία του μειώθηκε ώστε να αφεθεί αμέσως ελεύθερος.
Διαπιστώνουμε ουσιώδεις διαφορές μεταξύ εκείνης της περίπτωσης και της παρούσας. Σε εκείνη την περίπτωση το διαβατήριο είχε πλαστογραφηθεί στη χώρα της εκεί εφεσείουσας, ήταν με τη χρήση του που ήλθε στην Κύπρο και όχι βέβαια μέσω της κατεχόμενης περιοχής, υπέβαλε εδώ αίτηση για πολιτικό άσυλο και η προσπάθειά της να μεταβεί στην Αγγλία, με δεύτερη χρήση του διαβατηρίου, οφειλόταν στο ότι εκεί έμεναν δυο αδέλφια της στα οποία ήδη είχε χορηγηθεί πολιτικό άσυλο. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η θέση της πως μοναδικός της σκοπός ήταν να αποφύγει, εν τέλει, τους σοβαρούς κινδύνους για τη ζωή της που θεωρήθηκε ότι αποδεδειγμένα αντιμετώπιζε, εκτιμήθηκε, όπως προκύπτει, ως ειλικρινής. Εν προκειμένω, το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έκρινε τους ισχυρισμούς του εφεσείοντα, με ιδιαίτερη αναφορά στην άγνοια της κυπριακής νομοθεσίας που επικαλέστηκε, ως πειστικούς και τους απέρριψε.
Εξετάσαμε όλα τα στοιχεία και δεν διαπιστώνουμε σφάλμα στην πρωτόδικη απόφαση. Επομένως, ουσιαστικά, δεν υπάρχει υπόβαθρο για περαιτέρω συζήτηση ως εάν η περίπτωση να ήταν γνήσια όπως κρίθηκε ότι ήταν στην Emeline (ανωτέρω).
Επανερχόμαστε συναφώς στη William (ανωτέρω) στην οποία, με αναφορά στο ότι εκεί ο εφεσείων εισήλθε στη Δημοκρατία μέσω των κατεχομένων, δεν ζήτησε εδώ πολιτικό άσυλο αλλά αποπειράθηκε να ταξιδέψει στην Αγγλία με τη χρήση πλαστού διαβατηρίου που εξασφάλισε στα κατεχόμενα, δεν εκτιμήθηκε ως ειλικρινής παρόμοιος με την παρούσα υπόθεση ισχυρισμός του και η έφεση του απορρίφθηκε. Θα προσθέταμε εδώ και το περαιτέρω στοιχείο της καταβολής του μεγάλου ποσού των €10.000 κατά τη διάρκεια της, για αρκετό διάστημα, παράνομης παραμονής του στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι συντρέχει λόγος για παρέμβασή μας. Οι ποινές είναι κατ' αρχήν ορθές και δεν είναι εκδήλως υπερβολικές. Η έφεση απορρίπτεται.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
/
Μσιαμπαρτά