ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Σελλάς Μιχάλης και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (2005) 2 ΑΑΔ 215
Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Mehmet Sak (2005) 2 ΑΑΔ 377
Ρεσλάν Μουσταφά ν. Αστυνομίας (2006) 2 ΑΑΔ 127
Beyki Mahrad Mohamad Reza ν. Αστυνομίας (2008) 2 ΑΑΔ 60
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Τσιάκκα Νίκη και Άλλος ν. Δημοκρατίας (2011) 2 ΑΑΔ 282
Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 54/2019, 19/5/2022, ECLI:CY:AD:2022:D195
ΝΙΚΗ ΤΣΙΑΚΚΑ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 42/2010 και 43/2010, 14 Ιουλίου 2011
(2009) 2 ΑΑΔ 197
19 Μαρτίου, 2009
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΠΕΤΡΟΣ ΤΡΥΦΩΝΟΣ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Aρ. 202/2008)
Ποινή ― Ναρκωτικά ― Κατοχή 0,1866 γραμμαρίων ηρωΐνης και 0.4246 γραμμαρίων φυτικής κάνναβης για προσωπική χρήση ― Παραδοχή ― Παράλειψη λήψης υπόψη σειράς άλλων παρόμοιων υποθέσεων τις οποίες ο εφεσείων αντιμετώπιζε την ίδια περίοδο και καταχώρηση διαδοχικών ποινικών υποθέσεων με αποτέλεσμα ο εφεσείων να βρίσκεται στη φυλακή για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ― Επιβολή ποινών φυλάκισης 18 μηνών για την κατηγορία της κατοχής ηρωΐνης, 6 μηνών για την κατηγορία της κατοχής κάνναβης, 12 μηνών φυλάκισης για την κατηγορία της παράνομης χρήσης ηρωΐνης και 6 μηνών για το κάπνισμα κάνναβης ― Οι ποινές κρίθηκαν έκδηλα υπερβολικές και μειώθηκαν κατ' έφεση σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 9 μηνών, 3 μηνών, 6 μηνών και 3 μηνών, αντίστοιχα, με έναρξη την ημερομηνία καταδίκης του εφεσείοντος, ήτοι, από 21.10.2008.
Ποινή ― Ναρκωτικά ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Μικρή ποσότητα ναρκωτικών ― Το γεγονός αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, αν και από μόνο του, συνιστά παράγοντα ήσσονος σημασίας.
Ποινή ― Ναρκωτικά ― Το είδος, η ποσότητα και ο σκοπός κατοχής των ναρκωτικών συνιστούν παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στον καθορισμό του είδους και του ύψους της ποινής ― Η χρήση και εμπορία ναρκωτικών πρέπει να τιμωρείται με την επιβολή αποτρεπτικών ποινών, ιδιαίτερα η κατοχή και η χρήση ηρωΐνης, η οποία κατατάσσεται στα σκληρά ναρκωτικά.
Ποινή ― Ναρκωτικά ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Προσωπικές περιστάσεις ― Διαδραματίζουν ασήμαντο μέχρι μηδενικό ρόλο στην επιμέτρηση της ποινής.
Ποινή ― Επιμέτρηση ― Μετριαστικοί παράγοντες ― Μη λήψη υπόψη και άλλων αδικημάτων παρόμοιας φύσης τα οποία διέπραξε ο κατηγορούμενος.
Ο εφεσείων ζήτησε μείωση των ποινών φυλάκισης των 18 μηνών, 12 μηνών, 6 μηνών και 6 μηνών τις οποίες του επέβαλε το Κακουργιοδικείο για κατοχή και χρήση ηρωΐνης και κατοχή και χρήση κάνναβης, λόγω του ότι δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής παρόμοια αδικήματα τα οποία διέπραξε ο εφεσείων την ίδια περίοδο με αποτέλεσμα, όπως ισχυρίστηκε ο συνήγορός του, ο εφεσείων να παραμείνει υπό περιορισμό για περίοδο 5 ½ χρόνων και η ποινή να είναι δυσανάλογη των αδικημάτων για τα οποία ο πελάτης του παραδέχθηκε ενοχή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο προαναφερθείς λόγος μείωσης των ποινών ευσταθούσε και διέταξε τη μείωσή τους σε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 9 μηνών για την κατοχή ηρωΐνης, 3 μηνών για την κατοχή κάνναβης, 6 μηνών για τη χρήση ηρωΐνης και 3 μηνών για τη χρήση κάνναβης, διατάσσοντας ταυτόχρονα όπως η έναρξή τους είναι η ημερομηνία καταδίκης του εφεσείοντος, ήτοι η 21.10.2008. Το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι σε υποθέσεις κατοχής και χρήσης ναρκωτικών, το ενδεδειγμένο μέτρο τιμωρίας είναι η μακρά ποινή φυλάκισης. Όμως εδώ, η μη λήψη υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής άλλων αδικημάτων παρόμοιας φύσης τα οποία διέπραξε ο εφεσείων πριν την επιβολή της ποινής και η επιβολή διαδοχικών ποινών, καθιστούσε δυσανάλογα μεγάλη την περίοδο που αυτός στερήθηκε της ελευθερίας του.
Η έφεση επιτράπηκε. Οι ποινές μειώθηκαν ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Beyki v. Αστυνομίας (2008) 2 A.A.Δ. 60,
Γενικός Εισαγγελέας v. Sak (2005) 2 Α.Α.Δ. 377,
Σελλής v. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 215,
Ρεσλάν v. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 127,
InLoo v. Αστυνομίας (2008) 2 A.A.Δ. 441,
Ηρακλέους v. Αστυνομίας (2008) 2 A.A.Δ. 150.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Tαλαρίδου-Kοντοπούλου, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 21599/07), ημερομηνίας 21/10/08.
Ρ. Βραχίμης, για τον Εφεσείοντα.
Ο. Σοφοκλέους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα αναγνώσει ο Δικαστής Παμπαλλής.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων παραδέχτηκε ότι στις 4.8.2006, είχε στην κατοχή του 0,1866 γραμμάρια ηρωίνης και 0.4246 γραμμάρια φυτικής κάνναβης και επίσης ότι έκανε χρήση των πιο πάνω ναρκωτικών. Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω παραδοχής του το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού του επέβαλε ποινές φυλάκισης 18 μηνών για την κατηγορία της κατοχής ηρωίνης, 6 μηνών για την κατηγορία της κατοχής κάνναβης και επίσης 12 μήνες φυλάκιση για την κατηγορία της παράνομης χρήσης ηρωίνης και 6 μήνες γιατί την ίδια περίοδο κάπνισε φυτό κάνναβης.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων παραπονείται ότι οι επιβληθείσες ποινές είναι υπερβολικές. Περαιτέρω, έγινε αναφορά από το συνήγορο του σε μια σειρά από άλλες ποινικές υποθέσεις, τις οποίες ο κατηγορούμενος αντιμετώπιζε την ίδια περίοδο με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, και ενώ μπορούσαν να είχαν ληφθεί υπόψη στα πλαίσια της επιβληθείσας ποινής από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού στις 17.11.2006, τελικά καταχωρήθηκαν διαδοχικές ποινικές υποθέσεις με αποτέλεσμα ο εφεσείων να βρίσκεται στη φυλακή για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Η συνολική περίοδος για την οποία ο εφεσείων θα παραμείνει υπό περιορισμό είναι 5 1/2 χρόνια, όπως είπε, χαρακτηριστικά ο συνήγορος του, κάτι το οποίο υποδηλεί, τόνισε, το βάσιμο του επιχειρήματος του ότι η ποινή είναι δυσανάλογη των αδικημάτων, για τα οποία ο κατηγορούμενος παραδέχτηκε ενοχή. Ήταν, είπε ο κ.Βραχίμης, μια περίοδος ενός χρόνου που ο εφεσείων, όντας χρήστης ναρκωτικών, είχε κατηγορηθεί από την Αστυνομία για τη διάπραξη σειράς παρόμοιων αδικημάτων, χρήσης ναρκωτικών.
Η χρήση ναρκωτικών ξαπλώνεται στη χώρα μας με γοργό ρυθμό επηρεάζοντας άμεσα και πολλές φορές καταλυτικά, όχι μόνο τη ζωή του χρήστη, της οικογένειας του αλλά ταυτοχρόνως φθείρει και τον ιστό της κοινωνίας. (βλ. Beyki v. Αστυνομίας (2008) 2 A.A.Δ. 60). Η πολιτεία οφείλει να εφαρμόζει μηχανισμούς προστασίας και ευρύτερης βοήθειας προς τους χρήστες ναρκωτικών).
Το ύψος της ποινής καθορίζεται και από το ανώτατο όριο της προβλεπόμενης ποινής που στην προκείμενη περίπτωση η κατοχή ηρωίνης (ναρκωτικού τάξεως «Α» κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977, Ν. 29/77), είναι φυλάκιση δια βίου.
Κάτω από αυτά τα δεδομένα, τα Δικαστήρια είναι επιφορτισμένα με την υποχρέωση επιβολής αυστηρών και αποτρεπτικών ποινών, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην χαλιναγώγηση του παρατηρούμενου φαινομένου της διάβρωσης της κοινωνίας και των νέων ανθρώπων, ειδικότερα. Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Sak (2005) 2 A.A.Δ. 377, επιβεβαιώθηκε η ανάγκη επιβολής αυστηρών ποινών για τα αδικήματα χρήσης και εμπορίας ναρκωτικών. Χαρακτηρίστηκε δε η ηρωίνη ως ένα από τα πιο σκληρά ναρκωτικά με δυσμενείς προεκτάσεις από τη χρήση του.
Ταυτοχρόνως, τονίστηκε στην υπόθεση Σελλής ν. Δημοκρατίας (2005) 2 Α.Α.Δ. 215 ότι:
«η μικρή ποσότητα ναρκωτικών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, όμως, από μόνο του το γεγονός αυτό, δεν θα είχε αναγκαστικά αποφασιστική σημασία.»
Περαιτέρω όμως, η αποτρεπτικότητα, δεν είναι η μόνη παράμετρος που λαμβάνεται υπόψη από το Δικαστήριο όταν επιβάλλει ποινή. Η εξατομίκευση, η αντίκριση του συγκεκριμένου παραβάτη μέσα στο πλαίσιο της προσωπικής και οικογενειακής του ζωής, έχει τη δική της παράμετρο. Η νομολογία, όμως έχει, θεωρήσει ότι οι προσωπικές περιστάσεις ενός κατηγορουμένου, διαδραματίζουν ασήμαντο μέχρι μηδενικό ρόλο σε υποθέσεις τέτοιας φύσεως (Ρεσλάν ν. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 127).
Από την αναφορά που έγινε στις υποθέσεις που τέθηκαν ενώπιον μας από το συνήγορο του εφεσείοντα, με τη σύμφωνη γνώμη της συνηγόρου της εφεσίβλητης, ο εφεσείων την περίοδο Μαρτίου, 2005 και Αυγούστου 2006, είχε παραδεχθεί τη διάπραξη αδικημάτων κατοχής και χρήσης ναρκωτικών, σε 8 διαφορετικές περιπτώσεις.
Η επιβληθείσα στην προκείμενη υπόθεση ποινή για κατοχή ηρωίνης, έστω και πολύ μικρής ποσότητας, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αυστηρή, δεν θα είμασταν όμως διατεθειμένοι να επέμβουμε εάν δεν υπήρχε η ακόλουθη παράμετρος στις συνθήκες διάπραξης του αδικήματος η οποία χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. (βλ. InLoo v. Αστυνομίας (2008) 2 A.A.Δ. 441).
Ο εφεσείων είχε καταδικαστεί στις 17.11.2006 από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού σε φυλάκιση τριών χρόνων για αδικήματα κατοχής και χρήσης ναρκωτικών, τα οποία διέπραξε στις 16.8.2005. Όπως έχουμε σημειώσει, την ίδια περίοδο, δηλαδή πριν την επιβολή ποινής, ο εφεσείων είχε διαπράξει και άλλα αδικήματα παρόμοιας φύσης τα οποία θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής. Η επιβολή διαδοχικών ποινών είναι στοιχείο που επαυξάνει τη συνολική περίοδο στέρησης της ελευθερίας ενός ατόμου, και το Δικαστήριο, αντικρίζοντας μια τέτοια περίπτωση έχει καθήκον να βεβαιωθεί ότι η συνολική περίοδος στέρησης της ελευθερίας δεν είναι δυσανάλογα μεγάλη.
Η παράλειψη λήψης υπόψη άλλων υποθέσεων, οι οποίες εκκρεμούσαν κατά το στάδιο επιβολής της ποινής του Κακουργιοδικείου Λεμεσού στις 17.11.2006, έγινε χωρίς την υπαίτιο συνδρομή του εφεσείοντα, αφού όπως εξήγησε ο συνήγορος του και αποδέχτηκε η πλευρά του εφεσίβλητου, ο ίδιος δεν γνώριζε τον αστυνομικό αριθμό των υποθέσεων αυτών. Η δυνατότητα εξέτασης του θέματος αυτού, επιβεβαιώθηκε πρόσφατα στην υπόθεση Ηρακλέους ν. Αστυνομίας (2008) 2 A.A.Δ. 150.
Με γνώμονα αυτή τη διάσταση της υπόθεσης, βρίσκουμε ότι πρέπει να επέμβουμε και να μειώσουμε την επιβληθείσα ποινή. Σε σχέση με την 1η κατηγορία, που αφορά την κατοχή ηρωίνης η περίοδος των 18 μηνών μειώνεται σε 9 μήνες, σε σχέση με τη 2η κατηγορία που αφορά την κατοχή κάνναβης, η ποινή των 6 μηνών μειώνεται σε 3 μήνες, σε σχέση με την 5η κατηγορία που αφορά χρήση ηρωίνης, η ποινή από 12 μήνες μειώνεται σε 6 μήνες και για την 6η κατηγορία που αφορά κάπνισμα κάνναβης, από 6 μήνες σε 3 μήνες. Όλες οι ποινές θα συντρέχουν και η έναρξη τους είναι η ημερομηνία καταδίκης του εφεσείοντα, ήτοι η 21.10.2008.
Η έφεση επιτρέπεται. Οι ποινές μειώνονται ως ανωτέρω.