ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 2 ΑΑΔ 430
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 110/2007)
19 Ιουνίου, 2008
[ΗΛΙΑΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
JIAN CHEN,
Εφεσείων,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
Αίτηση ημερ. 21.3.08 για τροποποίηση λόγων έφεσης
Γ. Μυλωνάς, για τον Αιτητή-Εφεσείοντα.
Ν. Κέκκος, για την Καθ'ης η αίτηση-Εφεσίβλητη.
H ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή
Γ. Ερωτοκρίτου.
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής-Εφεσείων ενώπιον του Κακουργιοδικείου Πάφου, παραδέχθηκε ενοχή σε δύο κατηγορίες για φόνο εκ προμελέτης, σε δύο κατηγορίες για απόπειρα φόνου και δύο κατηγορίες για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης. Το Κακουργιοδικείο του επέβαλε δύο συντρέχουσες ποινές φυλάκισης δια βίου, στις κατηγορίες για φόνο εκ προμελέτης, δύο συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 14 χρόνων, στις κατηγορίες για απόπειρα φόνου και δύο συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 5 χρόνων, στις κατηγορίες για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης.
Ο Αιτητής-Εφεσείων με τη μεταφορά του στις Κεντρικές Φυλακές, άσκησε έφεση εναντίον της ποινής.
Με την παρούσα αίτηση ζητά διάταγμα για παράταση του χρόνου για να καταχωρήσει τροποποιημένους λόγους έφεσης, ώστε να συμπεριλάβει δύο λόγους έφεσης εναντίον της καταδίκης και έναν εναντίον της ποινής. Οι δύο λόγοι έφεσης που αφορούν την καταδίκη είναι:-
(1) Ότι ο Αιτητής-Εφεσείων αποστερήθηκε του δικαιώματος του να τύχει δίκαιης δίκης, το οποίο διασφαλίζεται ως θεμελιώδες δικαίωμα του ανθρώπου από τα Άρθρα 12 και 30 του Συντάγματος και από το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ελευθεριών. Συγκεκριμένα, παραπονείται ότι στερήθηκε του δικαιώματος να έχει συνήγορο της επιλογής του. Όπως εξήγησε ο δικηγόρος του, αποτελούσε χρέος του πρωτόδικου Δικαστηρίου, να διασφαλίσει ότι ο Αιτητής-Εφεσείων ήταν σε θέση «να κάνει μιαν εθελούσια, εγνωσμένη και συνετή επιλογή .. για να μην έχει συνήγορο, έχοντας καταλάβει τις συνέπειες αυτής του της επιλογής.» Μόνο έτσι θα διασφαλιζόταν ότι η δίκη ήταν δίκαιη. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, πρόσθεσε ο δικηγόρος του, αντί να υποβάλει συγκεκριμένες και διεισδυτικές ερωτήσεις για να βεβαιωθεί ότι η επιλογή του Αιτητή-Εφεσείοντος ήταν εγνωσμένη και συνετή και ότι ο ίδιος αντιλαμβανόταν τις συνέπειες από το μη διορισμό δικηγόρου, περιορίστηκε σε ερωτήσεις που μπορούσαν να απαντηθούν με ένα ναι ή ένα όχι.
(2) ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο με την αποδοχή της παραδοχής του Αιτητή-Εφεσείοντος, παρέκκλινε από τα εχέγγυα της δίκαιης δίκης, αφού λανθασμένα αποδέχθηκε την παραδοχή του, χωρίς προηγουμένως να έχει διασφαλίσει ότι:
(α) Η παραδοχή του είχε γίνει με επίγνωση των κατηγοριών που αντιμετώπιζε και των συνεπειών που θα επέφεραν σε αυτόν.
(β) Ο Αιτητής-Εφεσείων είχε στοιχειώδη αντίληψη της διαφοράς μεταξύ του αδικήματος του φόνου εκ προμελέτης και της ανθρωποκτονίας ή άλλων λιγότερο σοβαρών αδικημάτων.
Εδώ το παράπονο του Αιτητή-Εφεσείοντος, όπως μας εξήγησε ο συνήγορος του, είναι ότι ενώ ήταν εμφανές ότι δεν είχε καταλάβει τη φύση των κατηγοριών, το Δικαστήριο παράλειψε να του εξηγήσει με λεπτομέρεια τις συνέπειες της παραδοχής του. Η υποχρέωση του Δικαστηρίου, είπε, να διασφαλίσει ότι ο Αιτητής-Εφεσείων τυγχάνει δίκαιης δίκης υπάρχει, είτε ο κατηγορούμενος εκπροσωπείται από συνήγορο είτε εμφανίζεται αυτοπροσώπως. Το καθήκον του Δικαστηρίου, πρόσθεσε, είναι ιδιαίτερα βαρύ όταν το κατηγορούμενο πρόσωπο δεν εκπροσωπείται από συνήγορο.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης, ο Αιτητής-Εφεσείων ισχυρίζεται ότι από τα πρακτικά του Κακουργιοδικείου, φαίνεται ότι παραδέχθηκε ενοχή μόνο σε 5 κατηγορίες, ενώ το Δικαστήριο του επέβαλε ποινή σε 6, και ως εκ τούτου η μία από τις ποινές η οποία είναι παράνομη, θα πρέπει να παραμεριστεί.
Ο δικηγόρος για τη Δημοκρατία έφερε ένσταση στην αίτηση. Εισηγήθηκε ότι την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, θα έπρεπε να την είχε ορκιστεί ο ίδιος ο Εφεσείων και όχι τρίτο πρόσωπο. Εν πάση περιπτώσει, είπε, η αίτηση δεν ευσταθεί αφού: (α) η καταδίκη προέκυψε μετά από παραδοχή, (β) υπήρξε αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην καταχώρηση της αίτησης και (γ) δεν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν παράταση του χρόνου καταχώρησης επιπρόσθετων λόγων έφεσης. Στην αγόρευσή του, τόνισε ότι από τα πρακτικά της διαδικασίας φαίνεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έκανε πολλές προσπάθειες να πείσει τον Αιτητή-Εφεσείοντα να διορίσει δικηγόρο, αλλά αυτός επέμενε ότι ήθελε να προχωρήσει μόνος του. Αναφορικά με τον τρίτο λόγο έφεσης, ο ευπαίδευτος δικηγόρος για τη Δημοκρατία δεν έκαμε οποιαδήποτε αναφορά στην παραδοχή του Αιτητή-Εφεσείοντος σε 5 μόνο από τις 6 κατηγορίες, με αποτέλεσμα να στερούμαστε των απόψεων του.
Η τροποποίηση των λόγων έφεσης εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Εφετείου η οποία ασκείται με γνώμονα πάντοτε το συμφέρον της δικαιοσύνης. Όπως ελέχθη στην υπόθεση Χόππη ν. Παναγή (1993) 1 ΑΑΔ 140, «το συμφέρον της δικαιοσύνης είναι έννοια σύνθετη και πολυδιάστατη, συνυφασμένη με το σύνολο των αρχών του δικαίου και τα ιδιαίτερα γεγονότα της κάθε υπόθεσης.» Αποτιμάται δε, υπό το πρίσμα των σκοπών της έφεσης και των εκατέρωθεν δικαιωμάτων ως προς το τελέσφορο της δικαστικής διαδικασίας. (Βλ. Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 580 και Φακοντή ν. Βρυώνη (2003) 1 ΑΑΔ 1714). Σε αστικές υποθέσεις, μια αίτηση για τροποποίηση των λόγων έφεσης, μπορεί να γίνει αποδεχτή, εφόσον υποβάλλεται έγκαιρα και δεν επηρεάζει δυσμενώς τα συμφέροντα του αντιδίκου. Σε ποινικές υποθέσεις λαμβάνονται επίσης υπόψη και ευρύτερα θέματα δημοσίου συμφέροντος. Από πρακτικής άποψης μια τέτοια αίτηση είναι πιο εύκολο να εγκριθεί, εφόσον «επιζητεί τον εναρμονισμό της έφεσης με τα θέσμια και την επακριβή παρουσίαση των επιδίκων θεμάτων». Η εισαγωγή, μετά την εκπνοή της προθεσμίας, νέων λόγων έφεσης οι οποίοι στην ουσία αναπλάθουν την έφεση, κατά κανόνα δεν είναι επιτρεπτή, εκτός αν δοθεί ικανοποιητική εξήγηση. Η έγκριση του αιτήματος γίνεται ακόμη πιο δύσκολη στις περιπτώσεις που γίνεται προσπάθεια να προστεθούν νέοι λόγοι, εντελώς ανεξάρτητοι από τους υφιστάμενους. (Βλ. Καμένος ν. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 24, Χατζηχριστοφόρου ν. Αταλιανή (1992) 1 ΑΑΔ 1008 και Κυριακίδης κ.α. ν. Εφορείας Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Στροβόλου (1997) 3 ΑΑΔ 9).
Για να μπορέσουμε να ασκήσουμε τη διακριτική μας ευχέρεια, καθίσταται αναγκαίο να λάβουμε υπόψη τους λόγους έφεσης που προτίθεται να εγείρει ο Αιτητής-Εφεσείων, αν τελικά του δοθεί η αιτούμενη άδεια. Ο πρώτος λόγος έφεσης, αφορά στην κατ' ισχυρισμό στέρηση του δικαιώματος του να έχει δικηγόρο της επιλογής του και ο δεύτερος στο ότι δεν είχε επίγνωση των κατηγοριών που αντιμετώπιζε. Και οι δύο εντάσσονται στο αναφαίρετο δικαίωμα του για δίκαιη δίκη.
Ενόψει της φύσης των παραπόνων του Εφεσείοντος και του γεγονότος ότι δεν υπήρξε ισχυρισμός για επηρεασμό των συμφερόντων της καθ' ης η αίτηση, θα προσεγγίσουμε την αίτηση του με επιείκεια σε ό,τι αφορά τις δικονομικές παραλείψεις. Γι' αυτό και κρίνουμε ότι δεν χρειάζεται να εξετάσουμε με αυστηρότητα, τη μεγάλη καθυστέρηση (10 μήνες), που παρατηρήθηκε στην υποβολή της αίτησης, εφόσον ο παράγοντας αυτός, υπό τις περιστάσεις, δεν θεωρούμε ότι θα πρέπει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στον καθορισμό των συμφερόντων της δικαιοσύνης. Επίσης, το ότι η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση δεν είναι του ιδίου του Εφεσείοντος, αλλά τρίτου προσώπου, θεωρούμε ότι υπό τις περιστάσεις δεν πρέπει να οδηγήσει σε απόρριψη της αίτησης, όπως εισηγήθηκε ο δικηγόρος για τη Δημοκρατία.
Είναι φανερό ότι με τους δύο πρώτους λόγους έφεσης, δεν γίνεται προσπάθεια για εναρμόνιση υφιστάμενων λόγων έφεσης. Εκείνο που επιδιώκεται είναι η εισαγωγή νέων λόγων, με σκοπό την «ανάπλαση» της έφεσης, με εμφανή πρόθεση την αναίρεση της παραδοχής του Εφεσείοντος. Για να δοθεί άδεια για προσθήκη νέων λόγων έφεσης, όπως είναι οι δύο που αφορούν στην καταδίκη, θα πρέπει να υπάρχουν ιδιαίτερες περιστάσεις. Στην προκειμένη περίπτωση δε διαπιστώνουμε να υπάρχουν τέτοιες. Θα εξηγήσουμε την κατάληξή μας.
Αναφορικά με τον πρώτο λόγο έφεσης, ότι στερήθηκε του θεμελιώδους δικαιώματος του να έχει δικηγόρο της επιλογής του, ο Αιτητής-Εφεσείων, όπως προκύπτει από τα πρακτικά, στα πρώτα στάδια της διαδικασίας ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, φαίνεται να είχε επαφή με το δικηγόρο κ. Σαουρή. Σε κάποιο στάδιο μάλιστα, ενώ υπέβαλε αίτηση για νομική αρωγή, κατά την εξέτασή της, από το Κακουργιοδικείο, παρουσιάζεται να την εγκαταλείπει. Το Κακουργιοδικείο, κατά την άποψή μας, κατέβαλε κάθε προσπάθεια ώστε να πειστεί ο Αιτητής-Εφεσείων να διορίσει δικηγόρο, χωρίς όμως επιτυχία. Θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε τη σχετική στιχομυθία που είχε το Δικαστήριο με τον Αιτητή-Εφεσείοντα για το θέμα διορισμού δικηγόρου, από το οποίο φαίνεται καθαρά η προσπάθεια του Δικαστηρίου:-
«Δικαστήριο προς κατηγορούμενο:
Ε. Κατηγορούμενε, έχεις δικηγόρο; Έχεις επιλέξει δικηγόρο να σε εκπροσωπήσει στο Δικαστήριο, στην υπόθεση που εκκρεμεί;
Α. Αυτή θα είναι η τελική τιμωρία σήμερα;
Ε. Πρώτα θα πρέπει να απαντήσετε, είναι για την υπόθεση που αντιμετωπίζετε, για το φόνο δηλαδή και τις άλλες κατηγορίες.
Α. Έκανα τους φόνους.
Ε. Θέλετε να σας εκπροσωπήσει οποιοσδήποτε δικηγόρος; Αν θέλετε δικηγόρο, ποιο δικηγόρο έχετε επιλέξει, αν έχετε επιλέξει;
Α. Εγώ επαναλαμβάνω την ίδια ερώτηση: αυτή είναι η τελική τιμωρία ή όχι;
Ε. Όχι, δεν είναι αυτή η διαδικασία. Θέλετε δικηγόρο να σας εκπροσωπήσει για την τελική όπως τη φαντάζεστε ετυμηγορία; Απαντήστε σας παρακαλούμε.
Α. Δεν έχει καμιά σημασία αν θέλω δικηγόρο ή όχι.
Ε. Τι απαντάτε;
Α. Δεν έχει καμιά σημασία αν θέλω ή όχι δικηγόρο.
Ε. Γιατί έκαμες τότε αυτή την αίτηση, δεν θέλεις δικηγόρο; Ή θέλεις ή δεν θέλεις, δεν καταλαβαίνουμε, γιατί έκαμες την αίτηση τότε;
Α. Είτε με δικηγόρο είτε χωρίς, εγώ θα πεθάνω, τι σημασία έχει;
.....................................
Ε. Έχεις διαλέξει δικηγόρο ή επιθυμείς να διοριστεί για λογαριασμό σου οποιοσδήποτε δικηγόρος με Νομική Αρωγή;
Α. Το σώμα μου ανήκει στο Θεό.
Ε. Αντιλαμβανόμαστε ότι ο κατηγορούμενος δεν θέλει δικηγόρο. Αν θέλει δικηγόρο να μας το πει τώρα, ναι ή όχι.
Α. Δεν θέλω δικηγόρο.
Ε. Ο δικηγόρος που είχε έρθει εδώ, ο κ. Σαουρής, ο δικηγόρος που δεν είναι βέβαια εδώ τώρα, αλλά ήταν στην προηγούμενη διαδικασία, πώς ήρθε εδώ; Και γιατί έκαμες την αίτηση για Νομική Αρωγή τότε; Γιατί έκαμες αίτηση να μπει δικηγόρος;
Α. Παλιά στη φυλακή ήρθαν διάφοροι δικηγόρο για να βάλω δικηγόρο.
Ε. Ο ίδιος σου, εσύ κάλεσες κάποιο δικηγόρο και του είπες «έλα να με αναλάβεις»;
Α. Είπα πολλά πράγματα στο δικηγόρο, εγώ είπα πολλά πράγματα, στους φυλακισμένους στη φυλακή, ο άλλος φυλακισμένος κάλεσε δικηγόρο, όλοι με γνωρίζουν στη φυλακή, καθάριζα, έκαμα πολλές δουλειές.
Ε. Θέλεις δικηγόρο ή δεν θέλεις;
Α. Είναι, εντάξει, δεν έχει σημασία, δεν θέλω.
Ε. Σας ξαναρωτούμε, έχετε διαλέξει δικηγόρο;
Α. Δεν έχει σημασία.
Ε. Αντιλαμβανόμαστε ότι ο αιτητής δεν επιθυμεί να εκπροσωπηθεί από δικηγόρο.
Α. Είναι εντάξει.
Ε. Τι είναι εντάξει;
Α. Δεν έχει καμιά σημασία για μένα, θέλω την τελική τιμωρία.
Δικαστήριο:
Εκ των πραγμάτων φαίνεται ότι ο αιτητής έχει εγκαταλείψει την αίτηση του για διορισμό δικηγόρου με Νομική Αρωγή, παρά το γεγονός ότι εγκρίθηκε στο πρώτο στάδιο η αίτηση και εκδόθηκε σχετικό διάταγμα, φαίνεται ότι δεν επιθυμεί να προχωρήσει. Το Δικαστήριο όμως κρίνει ότι λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων τα οποία αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος θα ήταν καλό η παρούσα αίτηση να παραμείνει σε εκκρεμότητα ούτως ώστε να χρησιμοποιηθεί η διαδικασία σε μεταγενέστερο στάδιο και να μην σπαταληθεί περαιτέρω χρόνος αν και όποτε εγερθεί το θέμα.»
Είναι φανερό από τα πιο πάνω, ότι παρά την εμμονή του Δικαστηρίου, ο ίδιος συνέχισε να επιμένει και να δηλώνει ευθαρσώς ότι δεν επιθυμεί τον διορισμό δικηγόρου για να τον υπερασπίσει. Με αυτά τα δεδομένα, δεν βλέπουμε πώς μπορεί να έχουν παραβιαστεί τα δικαιώματα του Εφεσείοντος. Υπό τις περιστάσεις, θεωρούμε ότι δεν είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να επιτραπεί στον Εφεσείοντα να προσθέσει τους συγκεκριμένους λόγους έφεσης, αφού αυτό θα σήμαινε επανάνοιγμα της όλης υπόθεσης. Κάτι τέτοιο θα παραβίαζε, χωρίς επαρκή λόγο, την αρχή της τελεσιδικίας.
Αναφορικά με τον δεύτερο λόγο έφεσης, ότι ο Αιτητής-Εφεσείων δεν είχε επίγνωση των κατηγοριών που αντιμετώπιζε, θα πρέπει να πούμε ότι μόλις άρχισε η ακροαματική διαδικασία, κατατέθηκε στο Δικαστήριο Έκθεση «Ψυχιατρικής Εκτίμησης» η οποία υπογράφεται από τον Χαράλαμπο Παπαδόπουλο, Ψυχίατρο στο Κέντρο Ψυχιατρικής Υγείας του Νοσοκομείου Λεμεσού. Παραθέτουμε αυτούσιο το κείμενο της Έκθεσης το οποίο ομιλεί από μόνο του:-
«Ο ανωτέρω εξετάστηκε από ψυχιατρικής πλευράς σήμερα (24/2/07) στο Νοσοκομείο Λεμεσού, μετά από αίτημα της αστυνομίας (ΤΑΕ Πάφου) και δική του συγκατάθεση, με βοήθεια μεταφράστριας (Ιωάννα Κωνσταντινίδη).
Κατά τη συνέντευξη παρουσιάζεται ήσυχος-συνεργάσιμος, καλώς προσανατολισμένος στον χρόνο-τόπο και στοιχεία εαυτού, διαυγής, χωρίς διαταραχή του επιπέδου συνείδησης, κατανοεί καλώς και απαντά σε όλες τις ερωτήσεις. Δεν διαπιστώθη ψυχωσική ή άλλη μείζονα ψυχοπαθολογία.
Γνωρίζει και κατανοεί καλώς τις κατηγορίες εναντίον του.
Κατανοεί καλώς, ξεχωρίζει και ερμηνεύει τις έννοιες: «καλό-κακό», όπως και τις έννοιες «αθώος-ένοχος».
Μπορεί να διαβουλευθεί με δικηγόρον.
Συμπερασματικά: από την ψυχιατρική εκτίμηση σήμερα (24/2/07), εκτιμάται ικανός να παρουσιαστεί και να παρακολουθήσει Δικαστική Διαδικασία.»
Με αυτό το δεδομένο και χωρίς να υπάρχει ενώπιον μας οτιδήποτε άλλο, είτε από πλευράς του ιδίου του Εφεσείοντος είτε άλλη επιστημονική μαρτυρία που να θέτει υπό αμφισβήτηση τη μαρτυρία του κυβερνητικού Ψυχιάτρου, το παράπονο του Εφεσείοντος, ότι δεν είχε επίγνωση των κατηγοριών που αντιμετώπιζε, δεν φαίνεται να έχει έρεισμα. Δε συμφωνούμε με τον ευπαίδευτο συνήγορό του, ότι το Δικαστήριο είχε υποχρέωση να εξηγήσει στον Εφεσείοντα τη διαφορά της κατηγορίας του φόνου εκ προμελέτης με αυτή την ανθρωποκτονίας και άλλων λιγότερο σοβαρών αδικημάτων. Ούτε ο Εφεσείων έδειξε ότι δεν αντιλαμβανόταν τη σοβαρότητα των κατηγοριών και τις επιπτώσεις που είχαν. Αντίθετα φαίνεται να είχε επίγνωση της σοβαρότητας των πράξεων του, της φύσης των κατηγοριών και των επιπτώσεων, γι' αυτό εξάλλου και σε αρκετές περιπτώσεις δήλωσε ενώπιον του Κακουργιοδικείου ότι αναζητούσε ή ανέμενε την «τελική τιμωρία» του, όπως ο ίδιος την αποκάλεσε. Σημειώνουμε επίσης, ότι ενώπιον του Κακουργιοδικείου υπήρχε ομολογία του Αιτητή και άλλη μαρτυρία αναφορικά με τον προσχεδιασμό του εγκλήματος.
Αναφορικά με τον τρίτο λόγο έφεσης, ο οποίος αφορά στην επιβολή ποινής στην έκτη κατηγορία, χωρίς ο Εφεσείων να έχει παραδεχθεί τέτοια κατηγορία, κρίνουμε ότι ο συγκεκριμένος λόγος έφεσης επιβάλλεται να προστεθεί, εφόσον από τα πρακτικά, τουλάχιστον αυτά που εμείς έχουμε ενώπιον μας, φαίνεται ότι υπάρχει θέμα προς συζήτηση. Κρίνουμε ότι είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης να δοθεί η ευκαιρία στον Εφεσείοντα, μαζί με τον υφιστάμενο λόγο έφεσης εναντίον της ποινής να αμφισβητήσει την ποινή που του επιβλήθηκε στην έκτη κατηγορία.
Η αίτηση επιτυγχάνει μερικώς. Δίδεται παράταση χρόνου στον Εφεσείοντα να προσθέσει τον προτεινόμενο λόγο έφεσης, ο οποίος φαίνεται ως τρίτος στο Παράρτημα 'Α' που συνοδεύει την αίτησή του. Το υπόλοιπο μέρος της αίτησης απορρίπτεται.
Δ. Δ. Δ.
/ΕΠς