ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
OUEISS ν. REPUBLIC (1987) 2 CLR 49
Gani ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 134
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Μιχαήλ Κωστάκης ν. Αστυνομίας (2011) 2 ΑΑΔ 345
ΚΩΣΤΑΚΗΣ ΜΙΧΑΗΛ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική ΄Εφεση Αρ. 133/2010, 19 Σεπτεμβρίου 2011
(2007) 2 ΑΑΔ 216
17 Μαΐου, 2007
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
(Ποινική Έφεση Αρ. 2/2006)
ULUS EMINIYET,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 3/2006)
KASIF OZUER,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 2/2006, 3/2006)
Ποινή ? Συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος ? Κατοχή 227.82 γραμμαρίων ηρωίνης ? Κατοχή με σκοπό την προμήθεια της προαναφερθείσας ποσότητας ηρωίνης σε άλλο πρόσωπο ? Προμηθευτής της ηρωίνης, η οποία συσκευάστηκε στα κατεχόμενα με σκοπό να διοχετευθεί στις ελεύθερες περιοχές ήταν Τουρκοκύπριος ο ?ποίος διαμένει στις κατεχόμενες περιοχές όπως και οι δύο εφεσείοντες ? Ο πρώτος εφεσείων αναμείχθηκε στη συσκευασία της ηρωίνης και ανέμενε τον μεταφορέα της πλησίον του σημείου όπου θα γινόταν η αγοραπωλησία ? Ο δεύτερος εφεσείων διεδραμάτιζε το ρόλο συνοδού του μεταφορέα από τις κατεχόμενες περιοχές ? Επιβολή συντρέχουσων ποινών φυλάκισης 4 χρόνων στην κατηγορία της συνωμοσίας και 8 χρόνων στην κατηγορία της κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου με σκοπό την προμήθειά του σε άλλο πρόσωπο ? Επικυρώθηκαν κατ' έφεση.
Ποινή ? Ίση μεταχείριση ? Η επιβολή μεγαλύτερης ποινής στους εφεσείοντες από την ποινή που επιβλήθηκε σε συγκατηγορούμενούς τους δεν συνιστούσε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των κατηγορουμένων ενόψει του γεγονότος ότι οι συγκατηγορούμενοί τους παραδέχθηκαν ενοχή και συνεργάστηκαν με τις διωκτικές αρχές σε υπόθεση συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, κατοχής ηρωίνης και κατοχής με σκοπό την προμήθειά της σε άλλο πρόσωπο, σε αντίθεση με τους εφεσείοντες.
Ποινή ? Διαφοροποίηση ? Συγκατηγορούμενοι ? Κατά πόσο εδικαιολογείτο η διαφοροποίηση στις ποινές που επιβλήθηκαν σε συγκατηγορούμενους οι οποίοι καταδικάσθηκαν για τα αδικήματα της συνωμοσίας, της κατοχής ναρκωτικών και της κατοχής τους με σκοπό την προμήθειά τους σε άλλο.
Απόδειξη ? Συνεργός ? Κατά πόσο είναι απαραίτητο να αναγράφεται στις λεπτομέρειες του αδικήματος ότι ο κατηγορούμενος ήταν συνεργός.
Ποινή ? Αρχή της αναλογικότητας ? Κατά πόσο παραβιάσθηκε σε σχέση με ποινές που επιβλήθηκαν σε συγκατηγορούμενους σε υπόθεση συνέργειας στη διάπραξη των αδικημάτων της κατοχής ναρκωτικών και της κατοχής τους με σκοπό την προμήθειά τους σε άλλο πρόσωπο.
Στην υπόθεση αυτή, εκτός από τους δύο εφεσείοντες, ενεπλέκοντο και δύο άλλα άτομα, ήτοι οι κατηγορούμενοι 1 και 2 οι οποίοι παραδέχθηκαν ενοχή ενώ οι κατηγορούμενοι 3 και 4, εφεσείοντες 1 και 2 αντίστοιχα, δεν παραδέχθηκαν ενοχή, έγινε ακροαματική διαδικασία και καταδικάστηκαν σε ποινές οκταετούς φυλάκισης ο καθένας στην κατηγορία της κατοχής των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθειά τους σε άλλο πρόσωπο.
Με τις παρούσες εφέσεις οι δύο εφεσείοντες προσβάλλουν τόσο την ορθότητα της καταδικαστικής απόφασης του Κακουργιοδικείου, όσο και τις ποινές που τους επεβλήθησαν. Αναφορικά με την καταδίκη τους υποβάλλουν ότι λανθασμένα καταδικάστηκαν για την κατηγορία της συνομωσίας προς διάπραξη κακουργήματος, εφόσον δεν είχαν αποδειχθεί τα αναγκαία συστατικά στοιχεία του αδικήματος της συνομωσίας, προσβάλλουν την καταδίκη τους για το αδίκημα της κατοχής ισχυριζόμενοι, κατά κύριο λόγο, ότι δεν είχαν ποτέ στην κατοχή τους, δηλαδή στη φύλαξη ή τον έλεγχο τους, οποιαδήποτε ελεγχόμενα φάρμακα και κατ' επέκταση προσβάλλουν και την καταδίκη τους για το αδίκημα της κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια, το οποίο προϋποθέτει την κατοχή, την οποία όμως οι εφεσείοντες, κατά τον ισχυρισμό τους, ουδέποτε είχαν. Σε σχέση με τις ποινές, οι εφεσείοντες λέγουν πως, δεδομένου ότι στους πρώτους δύο κατηγορουμένους, οι οποίοι είχαν, εν πάση περιπτώσει, ουσιαστικότερο ρόλο στη διάπραξη των αδικημάτων απ' αυτόν που καταλογίστηκε από το Κακουργιοδικείο στους δύο εφεσείοντες, η επιβολή σ' αυτούς (τους εφεσείοντες) ποινών οχταετούς φυλάκισης στον καθένα, ενώ είχαν επιβληθεί ποινές εξαετούς φυλάκισης στον καθένα από τους δύο πρώτους κατηγορουμένους, καταστρατηγεί τόσο την αρχή της ισότητας στη μεταχείριση συγκατηγορουμένων όσο και την αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή της αναλογίας μεταξύ του ρόλου που διαδραματίζει ένας κατηγορούμενος στη διάπραξη του αδικήματος και της ποινής που του επιβάλλεται.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε ορθό συμπέρασμα σε σχέση με το ζήτημα της συνωμοσίας. Το συστατικό στοιχείο του αδικήματος αυτού, ήτοι, η κατάρτιση συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσοτέρων προσώπων να διαπράξουν αδίκημα ή να επιτύχουν νόμιμο σκοπό με παράνομα μέσα, είχε αποδειχθεί, τόσο σε σχέση με τον πρώτο εφεσείοντα όσο και με τον δεύτερο εφεσείοντα. Σε σχέση με τον πρώτο εφεσείοντα υπήρχε εύρημα του δικαστηρίου πως εξ αιτίας του γενετικού υλικού του, που εντοπίσθηκε στα δύο σακούλια στα οποία τοποθετήθηκε η ηρωίνη, αυτός είχε αναμειχθεί στη συσκευασία της ηρωίνης. Περαιτέρω υπήρχε εύρημα πως ο πρώτος εφεσείων μαζί με τον πρώην κατηγορούμενο 2, δηλαδή το πρόσωπο που πρωτοήλθε σε επαφή με τον προμηθευτή για την εξασφάλιση της ηρωίνης, αλλά και μαζί με τον προτιθέμενο αγοραστή, ανέμεναν τον κατηγορούμενο 1, ο οποίος μετέφερε την ηρωίνη από τις κατεχόμενες στις ελεύθερες περιοχές, στο σημείο όπου θα γινόταν η αγοραπωλησία. Σε σχέση με τον δεύτερο εφεσείοντα το Δικαστήριο αφού έλαβε υπ' όψιν τη μαρτυρία σε σχέση με τις κινήσεις του στο σημείο όπου θα γινόταν η αγοραπωλησία, κατέληξε σε συμπέρασμα πως αυτό ήταν το άτομο στο οποίο ο προμηθευτής είχε αναθέσει ρόλο συνοδού του πρώτου κατηγορούμενου, ήτοι του μεταφορέα της ηρωίνης από τις κατεχόμενες στις ελεύθερες περιοχές.
2. Σε σχέση με τη δεύτερη και τρίτη κατηγορία, η υπεράσπιση των εφεσειόντων δεν επηρεάστηκε δυσμενώς εξ αιτίας της μη αναφοράς στο ρόλο τους, ως συνεργών, στις λεπτομέρειες του αδικήματος, αφού τόσο σε σχέση με τη δεύτερη, όσο και σε σχέση με την τρίτη κατηγορία στην έκθεση αδικήματος αναγράφεται ρητά και το Άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Επομένως τόσο η αντικειμενική όσο και η υποκειμενική υπόσταση των αδικημάτων της κατοχής, και της κατοχής με σκοπό την προμήθεια, που έπρεπε να αποδειχθούν εναντίον των εφεσειόντων, θα πρέπει να κριθούν στη βάση της συνέργειας.
Από τα ενώπιον του Εφετείου στοιχεία προκύπτει πως οι δύο εφεσείοντες συνήργησαν τόσο στη διάπραξη του αδικήματος της κατοχής της ηρωίνης, όσο και στη διάπραξη του αδικήματος της κατοχής με σκοπό την προμήθειά της σε άλλο πρόσωπο.
3. Η επιβολή οκταετούς ποινής φυλάκισης στους εφεσείοντες, σε αντίθεση με την επιβολή εξαετούς ποινής φυλάκισης στους πρώτους δύο κατηγορούμενους για το αδίκημα της κατοχής των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθειά τους σε άλλο πρόσωπο, δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας, ενόψει του γεγονότος της παραδοχής ενοχής και της συνεργασίας των πρώτων δύο κατηγορούμενων με τις διωκτικές αρχές. Αλλά ούτε και την αρχή της αναλογικότητας παραβιάζει, καθότι ο ρόλος των δύο εφεσειόντων, ως συνεργών στη διάπραξη των αδικημάτων ήταν εξ ίσου ουσιώδης με εκείνο των δύο πρώτων κατηγορούμενων.
4. Δεν δικαιολογείτο διαφοροποίηση της ποινής μεταξύ των δύο εφεσειόντων λόγω του, ίσης σημασίας, ρόλου που έκαστος εξ αυτών διεδραμάτισε στη διάπραξη των αδικημάτων.
Οι εφέσεις απορρίφθηκαν.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Gani v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 134,
Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211,
Queiss v. The Republic (1987) 2 C.L.R. 49,
Maxwell v. D.P.P. for Northern Ireland, 68 Cr. App. R. 128 (H.L.),
Ajini κ.ά. ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 319.
Εφέσεις εναντίον Καταδίκης και Ποινής.
Εφέσεις ·fi ÙÔ˘˜ ÂÊÂÛ›ÔÓÙ˜ εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας (Υπόθ.�Αρ. 294/05), ημερομηνίας 11/1/06.
Μ. Πικής, για τους Εφεσείοντες.
Ε. Ζαχαριάδου, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝπΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες καταδικάστηκαν από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, μετά από ακροαματική διαδικασία, για τρία αδικήματα ο καθένας. Τα αδικήματα ήταν:
(α) Συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος, κατά παράβαση του άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154,
(β) Κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου, τάξεως Α, δηλαδή 227.82 γραμμάρια ηρωίνης, και
(γ) Κατοχή με σκοπό την προμήθεια, σε άλλο πρόσωπο, ελεγχομένου φαρμάκου, τάξεως Α, δηλαδή της προαναφερόμενης ποσότητας ηρωίνης, κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 5(1) (β), 6(1) (2) (3), 30(1) (3), 30Α, 31 και 31Α του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου 29/77, όπως τροποποιήθηκε, καθώς και του Άρθου 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.
(α) Προμηθευτής της ηρωίνης ήταν κάποιος Τουρκοκύπριος ο οποίος διαμένει στις κατεχόμενες περιοχές, όπως και οι εφεσείοντες.
(β) Με τον προμηθευτή πρωτοήλθε σε επαφή ο πρώην κατηγορούμενος 2 προκειμένου να τον εφοδιάσει (τον κατηγορούμενο 2) με ηρωίνη, την οποία θα αγόραζε άτομο στις ελεύθερες περιοχές (το οποίο όμως διέφυγε της Αστυνομίας) αντί ποσού £5.000.-
(γ) Η ηρωίνη συσκευάστηκε στα κατεχόμενα σε διαφανές πλαστικό σακούλι το οποίο τοποθετήθηκε σε άλλο κίτρινο πλαστικό σακούλι, το οποίο στη συνέχεια τοποθετήθηκε σε μαύρη πλαστική σακούλα με επικολλητική ταινία. Στο διαφανές πλαστικό σακούλι και στο κίτρινο πλαστικό σακούλι εντοπίστηκε γενετικό υλικό του κατηγορούμενου 3-εφεσείοντα στην παρούσα Ποινική Έφεση 2/2006 (στο εξής ο πρώτος εφεσείων). Το στοιχείο αυτό, σύμφωνα με το Κακουργιοδικείο, καταδεικνύει ότι ο πρώτος εφεσείων έλαβε μέρος στη συσκευασία της ηρωίνης.
(δ) Ρόλο μεταφορέα της ηρωίνης από τις κατεχόμενες στις ελεύθερες περιοχές ανέλαβε ο πρώην πρώτος κατηγορούμενος. Αυτός πέρασε στις ελεύθερες περιοχές μεταφέροντας την ηρωίνη, με συνοδό του, τον τέταρτο κατηγορούμενο-εφεσείοντα στην παρούσα Ποινική Έφεση 3/2006 (στο εξής ο δεύτερος εφεσείων).
(ε) Λίγο μετά την άφιξη του πρώην πρώτου κατηγορούμενου και του δεύτερου εφεσείοντα στις ελεύθερες περιοχές, αυτοί εμφανίστηκαν μαζί, σε σημείο όπου τους ανέμενε ο πρώτος εφεσείων μαζί με τον πρώην κατηγορούμενο 2 και τον προτιθέμενο αγοραστή. Εκείνη τη στιγμή, αφού ο δεύτερος εφεσείων πέρασε στην απέναντι πλευρά του δρόμου ο πρώην πρώτος κατηγορούμενος (ο μεταφορέας) έβγαλε από το παντελόνι του το δέμα με την ηρωίνη και το πέταξε στο έδαφος, γεγονός που ενεργοποίησε την άμεση επέμβαση της Αστυνομίας.
Ως προς το αδίκημα της συνομωσίας, το πρωτόδικο δικαστήριο παρατήρησε πως αυτό συντελείται από τη στιγμή που δύο ή περισσότερα πρόσωπα συμφωνούν να διαπράξουν αδίκημα ή να επιτύχουν νόμιμο σκοπό με παράνομα μέσα. Για τη συμπλήρωση του αδικήματος το μόνο που είναι απαραίτητο είναι να υπάρχει συμφωνία μεταξύ των συνομωτών για την επίτευξη οποιουδήποτε από τους προαναφερόμενους στόχους. Αναφορά έγινε στην υπόθεση Gani v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 134.
Στην προκείμενη περίπτωση το Κακουργιοδικείο συμπέρανε τα εξής:
Η ηρωίνη, αφού συσκευάστηκε στα κατεχόμενα, παραδόθηκε από τον προμηθευτή στον πρώην κατηγορούμενο 1 για να τη μεταφέρει, όπως και έπραξε, στις ελεύθερες περιοχές όπου τον ανέμενε ο πρώτος εφεσείων μαζί με τον πρώην κατηγορούμενο 2 και τον προτιθέμενο αγοραστή. Κατά τη μεταφορά, ο δεύτερος εφεσείων είχε το ρόλο του συνοδού του πρώην κατηγορούμενου 1, ρόλο που του ανέθεσε ο προμηθευτής, ο οποίος συνάμα ήταν και ο εγκέφαλος της όλης συναλλαγής. Ο ρόλος του πρώτου εφεσείοντα συνίστατο, (α) στην ανάμειξη του στην συσκευασία της ηρωίνης, ρόλος που συνάγετο από τον εντοπισμό γενετικού υλικού στα προαναφερόμενα δύο σακούλια μέσα στα οποία ήταν τοποθετημένη η ηρωίνη και (β) στο γεγονός ότι αυτός (ο πρώτος εφεσείων) ανέμενε, μαζί με τον πρώην κατηγορούμενο 2 (δηλαδή το πρόσωπο που πρωτοήλθε σε επαφή με τον προμηθευτή για την εξασφάλιση της ηρωίνης) και τον προτιθέμενο αγοραστή, τον πρώην κατηγορούμενο 1 (το μεταφορέα), πλησίον του σημείου όπου θα γινόταν η αγοραπωλησία.
Με βάση τα προαναφερόμενα, το Κακουργιοδικείο έκρινε πως ένα και μοναδικό συμπέρασμα μπορούσε να εξαχθεί: ότι τόσο ο πρώτος εφεσείων όσο και ο δεύτερος εφεσείων (ο οποίος εμπλεκόταν στη μεταφορά της ηρωίνης από τις κατεχόμενες στις ελεύθερες περιοχές με σκοπό την πώληση της στον προτιθέμενο αγοραστή) «ενήργησαν ως αποτέλεσμα συμφωνίας» με τον προμηθευτή. Στη βάση αυτής της κατάληξης το Κακουργιοδικείο έκρινε πως η Κατηγορούσα Αρχή πέτυχε να αποδείξει την κατηγορία της συνομωσίας, εναντίον και των δύο εφεσειόντων, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Όσον αφορά την κατηγορία της κατοχής και κατ' επέκταση της κατοχής με σκοπό την προμήθεια, το Κακουργιοδικείο έκαμε αναφορά στις υποθέσεις Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211 και Queiss v. The Republic (1987) 2 C.L.R. 49 και υπέδειξε ότι κατοχή εν τη εννοία του Νόμου σημαίνει φυσικό έλεγχο με ταυτόχρονη γνώση της φύσεως του αντικειμένου που αποτελεί το αντικείμενο της κατοχής.
Σύμφωνα με το Κακουργιοδικείο, τα περιστατικά της υπόθεσης οδηγούσαν στο συμπέρασμα πως ο δεύτερος εφεσείων, κατόπιν εντολής του προμηθευτή, συνόδευσε το μεταφορέα της ηρωίνης από τις κατεχόμενες περιοχές μέχρι το σημείο όπου θα γινόταν η αγοραπωλησία, εν γνώσει του, όπως ο ίδιος ομολόγησε στην ανακριτική του κατάθεση, ότι ο μεταφορέας μετέφερε την ηρωίνη με σκοπό την προμήθεια της σε άλλο πρόσωπο. Αυτά τα στοιχεία, κατά την κρίση του Κακουργιοδικείου, στοιχειοθετούσαν τόσο το αδίκημα της κατοχής όσο και το αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια εναντίον του δεύτερου εφεσείοντα. Παρόμοια ήταν η κατάληξη του Κακουργιοδικείου και για τον πρώτο εφεσείοντα για τον οποίο ανέφερε πως η Κατηγορούσα Αρχή πέτυχε να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και τις δύο αυτές κατηγορίες, στη βάση του ότι αυτός αναμείχθηκε στη συσκευασία της ηρωίνης και βρισκόταν μαζί με τον πρώην κατηγορούμενο 2 (του οποίου ο ρόλος έχει ήδη εξηγηθεί) και τον προτιθέμενο αγοραστή, αναμένοντας το μεταφορέα - πρώην πρώτο κατηγορούμενο, να μεταφέρει την ηρωίνη στις ελεύθερες περιοχές, όπως και έγινε, ώστε να υλοποιηθεί η σκοπούμενη αγοραπωλησία.
Επιπρόσθετος λόγος έφεσης που αφορούσε σε ζήτημα δικονομικού ελαττώματος στην τρίτη κατηγορία, λόγω πολλαπλότητας, αποσύρθηκε και ως εκ τούτου δεν θα ασχοληθούμε με αυτό το θέμα. Ακόμα, ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων εγκατέλειψε και ένσταση του αναφορικά με την πρώτη κατηγορία της συνωμοσίας, σύμφωνα με την οποία η πρώτη κατηγορία επίσης έπασχε επειδή γινόταν ισχυρισμός για συνωμοσία των εφεσειόντων, με άγνωστο πρόσωπο, το οποίο δεν κατονομαζόταν.
Θα ασχοληθούμε, αρχικά, με τους τρεις λόγους εφέσεως που αφορούν στα τρία αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκαν οι εφεσείοντες, δηλαδή εκείνα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος, της κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Α΄ και της κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο.
Αναφορικά με το ζήτημα της συνωμοσίας, είμαστε ικανοποιημένοι πως το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε σε ορθό συμπέρασμα. Το πρωτόδικο δικαστήριο, ορθά καθοδηγούμενο, παρατήρησε πως για τη διάπραξη του αδικήματος αυτού εκείνο που έπρεπε να αποδειχτεί ήταν πως δύο ή περισσότερα πρόσωπα συμφώνησαν να διαπράξουν αδίκημα ή να επιτύχουν νόμιμο σκοπό με παράνομα μέσα. Για τον πρώτο εφεσείοντα υπήρχε εύρημα του δικαστηρίου πως εξαιτίας του γενετικού υλικού του, που εντοπίστηκε στα δύο σακούλια στα οποία τοποθετήθηκε η ηρωίνη, αυτός είχε αναμειχθεί στη συσκευασία της ηρωίνης. Περαιτέρω υπήρχε εύρημα του δικαστηρίου πως ο πρώτος εφεσείων μαζί με τον πρώην κατηγορούμενο 2, δηλαδή το πρόσωπο που πρωτοήλθε σε επαφή με τον προμηθευτή για την εξασφάλιση της ηρωίνης, αλλά και μαζί με τον προτιθέμενο αγοραστή, ανέμεναν τον πρώτο κατηγορούμενο, ο οποίος μετέφερε την ηρωίνη από τις κατεχόμενες στις ελεύθερες περιοχές, στο σημείο όπου θα γινόταν η αγοραπωλησία.
Αναφορικά με το δεύτερο εφεσείοντα το δικαστήριο συμπέρανε πως σ' αυτόν, ο προμηθευτής είχε αναθέσει ρόλο συνοδού του πρώην πρώτου κατηγορουμένου, δηλαδή του μεταφορέα της ηρωίνης από τις κατεχόμενες στις ελεύθερες περιοχές. Ο δεύτερος εφεσείων εμφανίστηκε μαζί με το μεταφορέα στο σημείο όπου τους ανέμενε ο πρώτος εφεσείων μαζί με τον πρώην κατηγορούμενο 2 και τον προτιθέμενο αγοραστή. Εκείνη τη χρονική στιγμή ήταν που ο δεύτερος εφεσείων πέρασε στην απέναντι πλευρά του δρόμου και ο μεταφορέας έβγαλε από το παντελόνι του το δέμα με την ηρωίνη και το πέταξε στο έδαφος, οπόταν και παρενέβη η Αστυνομία.
Στη βάση των προαναφερομένων συμπερασμάτων το Κακουργιοδικείο έκρινε πως το μοναδικό συμπέρασμα στο οποίο μπορούσε να καταλήξει ήταν ότι τόσο ο πρώτος εφεσείων, όσο και ο δεύτερος εφεσείων, ενήργησαν ως αποτέλεσμα συμφωνίας με τον προμηθευτή για τη μεταφορά της ηρωίνης από τα κατεχόμενα και για την πώληση της στον προτιθέμενο αγοραστή. Συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο και ως εκ τούτου επικυρώνουμε την καταδίκη των δύο εφεσειόντων για το αδίκημα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος.
Αναφορικά με το αδίκημα της κατοχής, το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε σε Κυπριακή νομολογία σύμφωνα με την οποία κατοχή σημαίνει φυσικό έλεγχο με ταυτόχρονη γνώση της φύσεως του αντικειμένου που αποτελεί το αντικείμενο της κατοχής.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στην έλλειψη απόδειξης του Actus Reus, δηλαδή της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος εφόσον, όπως εισηγήθηκε, οι δύο εφεσείοντες ουδέποτε είχαν τον έλεγχο και κατά συνέπεια ουδέποτε είχαν κατοχή, υπό τη νομική έννοια, της ηρωίνης. Για αυτό το ζήτημα παρατηρούμε τα εξής:
Στο κατηγορητήριο, τόσο σε σχέση με τη δεύτερη, όσο και σε σχέση με την τρίτη κατηγορία, στην έκθεση αδικήματος αναγράφεται ρητά και το άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Ήταν επομένως γνωστό στους εφεσείοντες, ευθύς εξ αρχής, ότι αυτοί κατηγορούνταν και με βάση το άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα, δηλαδή για συνέργεια στη διάπραξη των αδικημάτων. Στην υπόθεση Ajini κ.?. ν. Αστυνομίας (1996) 2 Α.Α.Δ. 319 τονίστηκε πως, παρόλο που στις λεπτομέρειες αδικήματος είναι επιθυμητό να αναγράφεται ότι ο κατηγορούμενος ήταν συνεργός στη διάπραξη του αδικήματος, και τούτο για πληρέστερη ενημέρωση της υπεράσπισης, εντούτοις αυτό δεν είναι απαραίτητο. Σύμφωνα με την υπόθεση Maxwell v. D.P.P. for Northern Ireland, 68 Cr. App. R. 128 (H.L.), παρόλο που η εξειδίκευση είναι επιθυμητή εκεί όπου είναι δυνατή, εντούτοις δεν είναι απαραίτητη και η έλλειψη της δεν αναιρεί την ετυμηγορία εφόσον ο ίδιος ο Νόμος επιτρέπει τη μεταχείριση συνεργού ως αυτουργού. Το άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα προνοεί ότι όταν διαπράττεται ποινικό αδίκημα, μεταξύ άλλων, εκείνος που παρέχει βοήθεια σε άλλο πρόσωπο κατά τη διάπραξη ποινικού αδικήματος, θεωρείται ότι συμμετέχει στη διάπραξη του αδικήματος και επομένως ότι είναι ένοχος για το αδίκημα, για το οποίο μπορεί να διωχθεί ως αυτουργός.
Στην προκείμενη περίπτωση εκτιμούμε πως ήταν πρόδηλο, στους εφεσείοντες, ότι κατηγορούνταν ως συνεργοί στη διάπραξη των αδικημάτων της δεύτερης και τρίτης κατηγορίας και επομένως θεωρούμε πως η υπεράσπιση τους δεν επηρεάστηκε δυσμενώς εξαιτίας της μη αναφοράς στο ρόλο τους, ως συνεργών, στις λεπτομέρειες αδικήματος. Επομένως τόσο η αντικειμενική όσο και η υποκειμενική υπόσταση των αδικημάτων της κατοχής, και της κατοχής με σκοπό την προμήθεια, που έπρεπε να αποδειχθούν εναντίον των εφεσειόντων, θα πρέπει να κριθούν στη βάση της συνέργειας, δηλαδή ως προς το κατά πόσον αποδείχθηκε πως οι δύο εφεσείοντες συνήργησαν στη διάπραξη των αδικημάτων.
Είναι προφανές, από τα ενώπιόν μας στοιχεία, πως οι δύο εφεσείοντες συνήργησαν στη διάπραξη του αδικήματος της κατοχής, υπό την έννοια του ότι παρείχαν βοήθεια στο μεταφορέα της ηρωίνης, να τη μεταφέρει από τις κατεχόμενες περιοχές στις ελεύθερες περιοχές και μάλιστα στο σημείο όπου θα συναντάτο με τον προτιθέμενο αγοραστή ώστε να γίνει η αγοραπωλησία, και με πλήρη γνώση ότι εκείνο που μετέφερε ο μεταφορέας, με τον προαναφερόμενο σκοπό, ήταν ηρωίνη. Η γνώση του πρώτου εφεσείοντα συνάγεται από το ότι αυτός αναμείχθηκε στη συσκευασία της ηρωίνης και βρισκόταν μαζί με τον πρώην κατηγορούμενο 2 και τον προτιθέμενο αγοραστή, αναμένοντας το μεταφορέα. Η γνώση του δεύτερου εφεσείοντα συνάγεται από τη δική του ομολογία στην ανακριτική του κατάθεση, όπου παραδέχεται ότι εκείνος συνόδευσε το μεταφορέα της ηρωίνης από τα κατεχόμενα μέχρι το σημείο όπου θα γινόταν η αγοραπωλησία, εν γνώσει του, ότι ο μεταφορέας μετέφερε ηρωίνη και μάλιστα με σκοπό την προμήθεια της σε άλλο πρόσωπο.
Άρα η υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της κατοχής (Mens Rea) αποδεικνύεται πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος της κατοχής (Actus Reus), εξεταζόμενη υπό το πρίσμα της συνέργειας, επίσης αποδεικνύεται, δεδομένου πως και οι δύο εφεσείοντες παρείχαν βοήθεια στο μεταφορέα για να μεταφέρει την ηρωίνη στο σημείο που θα τη μετέφερε. Η παροχή βοήθειας συνίσταται, όπως ήδη παρατηρήσαμε, στο ότι ο πρώτος εφεσείων αναμείχθηκε στη συσκευασία της ηρωίνης και βρισκόταν μαζί με τον πρώην κατηγορούμενο 2 και τον προτιθέμενο αγοραστή, αναμένοντας το μεταφορέα να φέρει την ηρωίνη για υλοποίηση της σκοπούμενης αγοραπωλησίας, ενώ ο δεύτερος εφεσείων συνόδευσε το μεταφορέα, από τα κατεχόμενα μέχρι το σημείο όπου θα γινόταν η αγοραπωλησία και μάλιστα, όπως βρήκε το Κακουργιοδικείο, αυτό έγινε κατόπιν εντολής του προμηθευτή ο οποίος ήταν και ο εγκέφαλος στην όλη υπόθεση. Δεν τίθεται θέμα, από κοινού κατοχής της ηρωίνης, μεταξύ των εφεσειόντων και του μεταφορέα, ούτε και τίθεται ζήτημα ελέγχου ή βαθμού ελέγχου των εφεσειόντων επί της ηρωίνης, όπως εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων, δεδομένου ότι ο ρόλος των εφεσειόντων ήταν αυτός των συνεργών του μεταφορέα, υπό την έννοια της παροχής βοήθειας σ' αυτόν, όπως εξηγήσαμε.
Σε σχέση με το τρίτο αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο και πάλι θεωρούμε πως η κατάληξη του Κακουργιοδικείου είναι ορθή, εφόσον το επιπρόσθετο στοιχείο, δηλαδή η πρόθεση προμήθειας της ηρωίνης σε άλλο πρόσωπο αποδεικνύεται, για μεν τον πρώτο εφεσείοντα από το γεγονός ότι αυτός βρισκόταν μαζί με τον προτιθέμενο αγοραστή αναμένοντας το μεταφορέα να φθάσει στο συγκεκριμένο σημείο όπου θα γινόταν η αγοραπωλησία, για δε το δεύτερο εφεσείοντα από τη δική του ομολογία στην οποία ρητά παραδέχεται πως γνώριζε ότι ο μεταφορέας μετέφερε την ηρωίνη με σκοπό την προμήθεια της σε άλλο πρόσωπο.
Αναφορικά με το θέμα της ποινής, το Κακουργιοδικείο επέβαλε και στους δύο εφεσείοντες συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 4 χρόνων στην κατηγορία της συνωμοσίας και 8 χρόνων στην κατηγορία της κατοχής ελεγχομένου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια του σε άλλο πρόσωπο, αλλά δεν επέβαλε οποιαδήποτε ποινή στην κατηγορία της κατοχής. Υποβλήθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο των εφεσειόντων ότι, δεδομένου πως ο ρόλος των δύο πρώτων κατηγορουμένων, στη διάπραξη των αδικημάτων, ήταν μεγαλύτερος απ' αυτόν των εφεσειόντων, η επιβολή συνολικής ποινής φυλάκισης 6 ετών στους πρώτους δύο κατηγορουμένους και 8 ετών στους εφεσείοντες, καταστρατηγεί τόσο την αρχή της ισότητας όσο και την αρχή της αναλογικότητας. Διαφωνούμε με τις θέσεις του ευπαιδεύτου συνηγόρου των εφεσειόντων και συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο. Κατά την κρίση μας η επιβολή συνολικής ποινής φυλάκισης 6 ετών στους δύο πρώτους κατηγορούμενους, οι οποίοι παραδέχθηκαν ενοχή και συνεργάστηκαν με την Αστυνομία, και η επιβολή συνολικής ποινής φυλάκισης 8 ετών στους εφεσείοντες, δεν καταστρατηγεί την αρχή της ισότητας δεδομένου πως, είναι νομολογιακά θεμελιωμένο ότι, για παραδοχή και συνεργασία με τις διωκτικές αρχές είναι λογικό και δίκαιο να γίνεται κάποια μείωση στην επιβαλλόμενη ποινή, εφόσον η παραδοχή και η συνεργασία ενός κατηγορουμένου με τις διωκτικές αρχές θεωρείται και ως έμπρακτη μεταμέλεια του. Όσον αφορά την κατ' ισχυρισμό καταστρατήγηση της αρχής της αναλογικότητας, καθότι ο ρόλος των δύο εφεσειόντων, σε σύγκριση με το ρόλο των δύο πρώην κατηγορουμένων 1 και 2, ήταν λιγότερο σοβαρός και ότι και μεταξύ των δύο εφεσειόντων θα έπρεπε να είχε γίνει διαφοροποίηση στη βάση του διαφορετικού ρόλου του καθενός στη διάπραξη των αδικημάτων, εκτιμούμε πως ο ρόλος και των δύο εφεσειόντων, ως συνεργών στη διάπραξη των αδικημάτων, υπό την έννοια που εξηγήθηκε ανωτέρω, ήταν εξίσου ουσιώδης με εκείνο των δύο πρώτων κατηγορουμένων. Επίσης δεν δικαιολογείτο και οποιαδήποτε διαφοροποίηση της ποινής μεταξύ των δύο εφεσειόντων καθότι ο μεν πρώτος εφεσείων αναμείχθηκε στη συσκευασία της ηρωίνης και βρισκόταν και στο σημείο της σκοπούμενης αγοραπωλησίας μαζί με τον προτιθέμενο αγοραστή ο δε δεύτερος εφεσείων συνόδευσε το μεταφορέα από τις κατεχόμενες περιοχές μέχρι το σημείο όπου θα γινόταν η αγοραπωλησία παρέχοντας προφανώς προστασία στο μεταφορέα. Κρίνουμε, υπό τις περιστάσεις, πως οι συνολικές ποινές που επιβλήθηκαν στους δύο εφεσείοντες ήταν και ορθές και δίκαιες και εκτιμούμε πως δεν έγινε παράβαση οποιασδήποτε των δύο προαναφερομένων αρχών, καθ' οιονδήποτε τρόπο.
Κατά συνέπεια οι εφέσεις και των δύο εφεσειόντων απορρίπτονται.
Οι εφέσεις απορρίπτονται.