ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2007) 2 ΑΑΔ 193

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Ποινική Έφεση αρ. 196/2006

 

 

17 Απριλίου, 2007

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,  ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ ΔΔ.]

 

 

ΜΑΡΙΟΣ ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟΥ

Εφεσείων

 

- εναντίον -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

Εφεσιβλήτων

 

.........

 

Μ. Ηλία με Λ. Πρωτοπαπά (κα),  για τον εφεσείοντα

Φ. Σωφρονίου, για τους εφεσίβλητους

 

------------------------

 

Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:   Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου

 

....................

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Ο εφεσείων αντιμετώπισε πρωτόδικα την ποινική υπόθεση αρ. 5476/06 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού όπου κατηγορείτο ότι λειτουργούσε κέντρο αναψυχής γνωστό ως «ΕΛΛΗΝΑΔΙΚΟ» χωρίς άδεια, κατά παράβαση του περί Κέντρων Αναψυχής Νόμου του 1985 (Ν. 29/85 ως έχει τροποποιηθεί) και τους περί Κέντρων Αναψυχής Κανονισμών του 1986 (Καν. 285/86 Κ.Δ.Π. 244/86).

 

Παρόλο που του είχε επιδοθεί δεόντως το κατηγορητήριο (που είναι στο Έντυπο 7) ο εφεσείων δεν παρουσιάστηκε.  Το τελευταίο πρακτικό είναι αυτό της 30/8/06 όπου διαβάζουμε τα ακόλουθα:

 

«Δικαστήριο:  Η υπόθεση έχει τεθεί ενώπιον μου μετά από σχετική άδεια που έχει ζητηθεί από πλευράς της Κατηγορούσας Αρχής.

 

κ. Μιχαήλ: Η υπόθεση αυτή ήταν ορισμένη στις 20.7.2006 για απόδειξη.  Κατά την εν λόγω ημερομηνία είχαμε προσκομίσει σχετική ένορκη δήλωση προς απόδειξη της υπόθεσης πλην όμως το Δικαστήριο με διαφορετική σύνθεση την ανέβαλε για τον Οκτώβριο.  Επειδή ο κατηγορούμενος όπως προκύπτει και από το δελτίο επιθεώρησης που είναι Τεκμήριο Α στην εν λόγω ένορκη δήλωση, δεν προτίθεται να σταματήσει τη λειτουργία του κέντρου εκτός εάν του εκδοθεί διάταγμα και επειδή δεν συνεργάζεται και η παρανομία παραμένει με αποτέλεσμα ο ΚΟΤ να μην μπορεί να υποβάλει σε οποιοδήποτε έλεγχο το εν λόγω κέντρο είτε σε σχέση με τις τιμές του, την παροχή υπηρεσιών, την καθαριότητα του κέντρου και γενικά ο τρόπος παροχής υπηρεσιών στους πελάτες του, έχοντας επίσης υπόψη τη χρονική περίοδο που μιλούμε, δηλαδή τουριστική περίοδο και περαιτέρω μάλλον εκ λάθους έχει αναβληθεί η υπόθεση, ζητώ όπως προχωρήσετε σήμερα με απόδειξη της υπόθεσης.  Βεβαιώνω ότι δεν έχει διαφορετικά η κατάσταση από την ένορκη δήλωση που ούτως ή άλλως έγινε ένα μήνα προηγουμένως.

 

Δικαστήριο:  Λαμβανομένων υπόψη των όσων έχουν λεχθεί αποφασίζω όπως εγκρίνω το αίτημα του κ. Μιχαήλ.  Έχω μελετήσει και την ένορκη δήλωση που έχει επισυναφθεί και βρίσκω ότι έχει αποδειχθεί στο βαθμό που χρειάζεται η κατηγορία.  Συνεπώς κρίνω ότι ο κατηγορούμενος είναι ένοχος και επιβάλλεται ποινή προστίμου ΛΚ100,00.

 

Επίσης εκδίδεται διάταγμα τερματισμού της λειτουργίας του κέντρου αναψυχής που αναφέρεται στις λεπτομέρειες αδικήματος.

 

Επιδικάζονται έξοδα ΛΚ221,50 εναντίον του κατηγορουμένου.»

 

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση, ισχυριζόμενος ότι αυτή είναι «παράνομη και/ή αντισυνταγματική και/ή αυθαίρετη και/ή αδικαιολόγητη και/ή μη αιτιολογημένη επαρκώς ή καθόλου και/ή υπήρξε «ουσιωδώς» πλημμελής απονομή της δικαιοσύνης».  Παραπονείται ο εφεσείων ότι ενώ η υπόθεση είχε αρχικά οριστεί για απόδειξη στις 4/10/06, ημερομηνία την οποία ο εφεσείων πληροφορήθηκε και σκόπευε να εμφανισθεί, το Δικαστήριο αυθαίρετα και/ή αδικαιολόγητα επέτρεψε την επαναφορά και εκδίκαση της υπόθεσης σε ενωρίτερο στάδιο, δηλαδή στις 30/8/06 (βλέπε υποπαραγράφους (α) μέχρι (ε) του 1ου λόγου έφεσης).

 

Είναι περαιτέρω η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσείοντα ότι η έκδοση του διατάγματος τερματισμού της λειτουργίας του κέντρου αναψυχής είναι μέτρο πολύ αυστηρό και ειδεχθές για τον εφεσείοντα αφού ουσιαστικά επρόκειτο για μη ανανέωση της ήδη υπάρχουσας άδειας και όχι περίπτωση που θα εξασφάλιζε για πρώτη φορά άδεια λειτουργίας του κέντρου.  Δέχεται ουσιαστικά ότι λειτουργούσε το κέντρο χωρίς άδεια λειτουργίας.

 

Το όλο θέμα διέπεται από τις πρόνοιες του άρθρου 89(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, που διαλαμβάνει ως εξής:

 

«89(1)  Αν σε συνοπτική δίκη κατηγορούμενος ο οποίος δεν έχει απαλλαγεί από την υποχρέωση να παραστεί αυτοπροσώπως δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 45, παραλείπει να εμφανιστεί στον ορισμένο χρόνο για εμφάνιση, κατόπι απόδειξης επίδοσης σε αυτόν κλητηρίου εντάλματος, το Δικαστήριο δύναται να προχωρήσει στην ακρόαση της υπόθεσης και να αποφασίσει στην απουσία του ή, αν θεωρεί σκόπιμο να αναβάλει την υπόθεση και να εκδώσει ένταλμα για τη σύλληψή του δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού.»

 

Το πιο πάνω άρθρο έτυχε εξέτασης από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Michael & Others v. Police (1987) 2 C.L.R. 78, με αναφορά και σε προηγούμενη νομολογία.

 

Η ουσία της πιο πάνω υπόθεσης είναι ότι, παρόλο που το όλο θέμα αν θα προχωρήσει δηλαδή το πρωτόδικο δικαστήριο να ακούσει την υπόθεση και επιβάλει ποινή στην απουσία του κατηγορουμένου ή αν θα εκδώσει ένταλμα σύλληψης για να είναι αυτός παρών, είναι στη διακριτική εξουσία του δικαστηρίου, σε υποθέσεις που ενέχουν το στοιχείο της ανεντιμότητας (dishonesty) και η ποινή είναι φυλάκιση, είναι ορθό όπως το δικαστήριο εκδίδει ένταλμα σύλληψης για να είναι παρών ο κατηγορούμενος.

 

Στη δική μας περίπτωση το παράπονο του εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έφερε πιο μπροστά την υπόθεση για σκοπούς απόδειξης, σίγουρα δεν ευσταθεί.  Άλλωστε όπως είναι διατυπωμένη η έφεση, αυτή περιορίζεται «κατά της διαταγής και/ή ποινής» του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.  Δεν προσβάλλει την καταδίκη.  Αυτό που μας προβλημάτισε είναι το κατά πόσο θα έπρεπε το Δικαστήριο να εκδώσει ένταλμα σύλληψης για να είναι παρών ο εφεσείων και να ακουστεί στο θέμα της ποινής, ιδιαίτερα στην έκταση που θα εκδιδόταν διάταγμα τερματισμού της λειτουργίας του κέντρου, ποινή που είναι δραστικής μορφής.  Η προαναφερθείσα υπόθεση Μichael & Others v. Police, μιλά για ποινή φυλάκισης.  Είμαστε όμως της άποψης ότι σε περιπτώσεις που εκτός από χρηματική ποινή το δικαστήριο σκοπεύει να εκδώσει και κάποιο διάταγμα εναντίον ενός κατηγορουμένου, όπως για παράδειγμα διάταγμα κατεδάφισης μιας οικοδομής ή τερματισμού λειτουργίας ενός κέντρου αναψυχής, η απονομή της δικαιοσύνης επιτυγχάνεται καλύτερα με το να είναι ο κατηγορούμενος παρών και να ακούεται επί του θέματος.

 

Ενόψει των πιο πάνω η έφεση επιτυγχάνει μερικώς.  Η έφεση στο βαθμό που αφορά το διάταγμα τερματισμού λειτουργίας του κέντρου, επιτρέπεται και το εν λόγω διάταγμα ακυρώνεται.  Κατά τα υπόλοιπα η πρωτόδικη απόφαση παραμένει ως έχει.  Υπό τις περιστάσεις δεν εκδίδουμε οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

 

                                                                                    Δ.

 

                                                                                    Δ.

 

                                                                                    Δ.

 

/ΚΑΣ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο