ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 2 ΑΑΔ 91
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 115/2006 και 125/2006)
21 Φεβρουαρίου, 2007
[ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές.]
(Ποινική ΄Εφεση Αρ. 115/2006)
ΠΟΛΥΒΙΟΣ ΣΙΦΟΥΝΑΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_______________
(Ποινική ΄Εφεση Αρ. 125/2006)
ΣΤΑΥΡΟΣ ΠΕΤΡΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_______________
Π.Ε. 115/2006
Χρ. Χατζηλοΐζου και Χρ. Χριστάκη, για τον Εφεσείοντα.
Μικ. Πασιαρδή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Ο εφεσείων είναι παρών.
Π.Ε. 125/2006
Χρ. Π. Αδάμου, για τον Εφεσείοντα.
Μικ. Πασιαρδή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Ο εφεσείων είναι παρών.
_________________
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από το Δικαστή Νικολαΐδη.
__________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες και στις δύο εφέσεις προσβάλλουν την απόφαση του Κακουργιοδικείου Λεμεσού να τους βρει ενόχους για κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Α και κατοχή του ιδίου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο. Για σκοπούς ευκολίας θα αναφερόμαστε στον εφεσείοντα στην Ποινική ΄Εφεση 115/2006 ως κατηγορούμενο 1 και στον εφεσείοντα στην Ποινική ΄Εφεση 125/2006, ως κατηγορούμενο 2.
Τα γεγονότα όπως τα δέκτηκε το πρωτόδικο δικαστήριο έχουν ως ακολούθως: Στις 3.5.2005 ύστερα από πληροφορία ότι ο κατηγορούμενος 1 είχε στην κατοχή του μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών, η αστυνομία τον έθεσε υπό παρακολούθηση. ΄Οταν οι δύο κατηγορούμενοι με αυτοκίνητο το οποίο οδηγούσε ο 2ος , έφτασαν στο ύψος του σκυβαλότοπου Αγίας Ειρήνης, αφού έστριψαν αριστερά σε απόσταση 20-30 μέτρων σταμάτησαν για 1-2 λεπτά. Ο κατηγορούμενος 1 κατέβηκε από το αυτοκίνητο, προχώρησε σ΄ ένα θάμνο όπου πήρε κάτι, για να επιστρέψει και να αναχωρήσουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα για τη Λεμεσό. Η αστυνομία συνέχισε να τους παρακολουθεί μέχρι τα φώτα τροχαίας της λεωφόρου Αγίου Αθανασίου με τη λεωφόρο Σπύρου Κυπριανού, όπου ο Μ.Κ.5 αστυφύλακας Χατζηγιάννης κατέβηκε από το αυτοκίνητό του και, φωνάζοντας την ιδιότητά του, κάλεσε τους κατηγορούμενους να σταματήσουν. Ενώ τα φώτα τροχαίας ήταν κόκκινα, οι δύο κατηγορούμενοι έβαλαν οπίσθια ταχύτητα και προσπάθησαν να ξεφύγουν, με κίνδυνο να κτυπήσουν τον Χατζηγιάννη. Οι κατηγορούμενοι απομακρύνθηκαν 10-15 μέτρα περίπου και τότε, ενώ βρίσκονταν στη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας, θεάθηκαν να ρίχνουν από το δεξιό παράθυρο του οδηγού, το οποίο ήταν ανοικτό, στη νησίδα του δρόμου δύο αντικείμενα. Ο Χατζηγιάννης τους καταδίωξε πεζός. Ανέσυρε το πιστόλι του και έριξε τέσσερις πυροβολισμούς στον αέρα χωρίς όμως αποτέλεσμα, αφού οι κατηγορούμενοι κατάφεραν να διαφύγουν.
Τα αντικείμενα που ρίχτηκαν από το παράθυρο ήταν ναρκωτικά και συγκεκριμένα 378 χάπια έκσταση και θραύσματα και σκόνη χαπιών συνολικού βάρους 101,5534 γρ.
Οι ισχυρισμοί που προβάλλονται από τους δύο εφεσείοντες είναι ταυτόσημοι. Υποστηρίζουν ότι οι Μ.Κ.3 Σταύρου και Μ.Κ.5 Χατζηγιάννης παρουσιάζουν ουσιώδεις αντιφάσεις σε βαθμό που οι μαρτυρίες τους να κρίνονται επισφαλείς και αναξιόπιστες. Ο μεν Σταύρου είναι ο αστυφύλακας ο οποίος παρακολούθησε τους κατηγορούμενους να κατευθύνονται στην Αγία Ειρήνη και να παίρνουν από παρακείμενο θάμνο κάτι, ενώ ο Χατζηγιάννης ο αστυφύλακας ο οποίος τους πλησίασε στα φώτα της λεωφόρου Σπύρου Κυπριανού και προσπάθησε να τους σταματήσει.
Το δικαστήριο χαρακτήρισε τη μαρτυρία από πλευράς της κατηγορούσας αρχής ως διεπόμενη από συνέπεια, ειλικρίνεια και πειστικότητα και την αποδέκτηκε στο σύνολό της. Ιδιαίτερη αναφορά έκαμε το δικαστήριο στους δύο αστυφύλακες, τον Σταύρου και τον Χατζηγιάννη, οι οποίοι έκαμαν εξαιρετική εντύπωση και κρίθηκαν ως απόλυτα αξιόπιστοι. Κάποιες μικροαντιφάσεις και επιμέρους διαφορές στη μαρτυρία τους, σύμφωνα πάντα με το πρωτόδικο δικαστήριο, ουδόλως επηρεάζουν την αξιοπιστία τους γιατί δεν κρίθηκαν σημαντικές ή σε αναφορά με ουσιαστικά γεγονότα.
Συγκεκριμένα οι εφεσείοντες υποδεικνύουν ότι ενώ ο Χατζηγιάννης ισχυρίστηκε ότι έριξε τέσσερις πυροβολισμούς στον αέρα στη λεωφόρο Σπύρου Κυπριανού, πουθενά στις φωτογραφίες, τεκμήριο 12, δεν φαίνεται αν ανευρέθηκαν κάλυκες των σφαιρών. Περαιτέρω, ενώ ο Χατζηγιάννης ισχυρίστηκε ότι έβαλε φάρο στο πολιτικό αυτοκίνητο που οδηγούσε, στις ίδιες φωτογραφίες δεν φαίνεται στο αυτοκίνητο να βρίσκεται τοποθετημένος φάρος.
Θα πρέπει να θυμίσουμε ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων είναι καθήκον του πρωτόδικου δικαστηρίου και το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει. Τα επιχειρήματα ότι στις φωτογραφίες της σκηνής δεν φαίνονται κάλυκες των σφαιρών από τους πυροβολισμούς που έριξε στον αέρα ο Μ.Κ.5 ή ότι δεν φαίνεται ο φάρος του αυτοκινήτου που τοποθετήθηκε στην οροφή του αυτοκινήτου, δεν είναι τέτοια που να κλονίζουν την αξιοπιστία των μαρτύρων. Δεν αναμένεται μάρτυρας να κριθεί αναξιόπιστος γιατί δεν φαίνονται σε φωτογραφίες της σκηνής οι κάλυκες.
Εξ ίσου όμως αβάσιμα είναι και τα επιχειρήματα για τη μη διαπίστωση γενετικού υλικού των κατηγορουμένων στα αντικείμενα που κατά την εκδοχή της κατηγορούσας αρχής ρίχτηκαν από το δεξιό παράθυρο του αυτοκινήτου, αλλά και την έλλειψη δακτυλικών αποτυπωμάτων των κατηγορουμένων.
Πολύς λόγος έγινε επίσης και με το επιχείρημα ότι δεν παρουσιάστηκε μαρτυρία για το πρόσωπο το οποίο έριξε τα ναρκωτικά από το αυτοκίνητο. Το επιχείρημα απαντάται και από το πρωτόδικο δικαστήριο. Αναλύει το κριτήριο της κοινής κατοχής, το οποίο συνίσταται στο κατά πόσο τα ναρκωτικά αποτελούν μια κοινή παρακαταθήκη (common pool) από την οποία όλοι οι εμπλεκόμενοι, σ΄ αυτή την περίπτωση οι δύο κατηγορούμενοι, είχαν το δικαίωμα να προβούν σε ανάληψη κατά βούληση (βλέπε R. v. Searle (1971) Crim. L.R. 592). Στην παρούσα περίπτωση πρόκειται περί συμμετοχής στην ίδια εγκληματική πράξη και η όλη περιστατική μαρτυρία δεικνύει ακριβώς τόσο τη γνώση, όσο και την κοινή κατοχή των ναρκωτικών. Οι δύο κατηγορούμενοι μετέβηκαν εκτός πόλεως, σε σημείο από όπου ο ένας από αυτούς, κατέβηκε και πήρε τα ναρκωτικά από τον τόπο που ήταν κρυμμένα. Στη συνέχεια αυτά πετάχτηκαν από αυτούς όταν κατάλαβαν ότι είχαν κυκλωθεί από την αστυνομία. Τα ναρκωτικά, τα οποία ο κατηγορούμενος 1 πήρε από την κρυψώνα, πετάχτηκαν από το παράθυρο του οδηγού, κατηγορούμενου 2. Εν πάση περιπτώσει, κανένας από τους δύο δεν διαχώρισε τη θέση του καθ΄ οιονδήποτε στάδιο, για να ισχυριστεί ότι δεν είχε κατοχή ή γνώση της ύπαρξης των ναρκωτικών.
Ως προς δε τα σχόλια που γίνονται για την ανώμοτη δήλωση των κατηγορουμένων και ιδιαίτερα τον ισχυρισμό ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα απέρριψε την εκδοχή που προβλήθηκε σ΄ αυτές, αρκεί να λεχθεί ότι οι κατηγορούμενοι επέλεξαν να προβούν σε ανώμοτη δήλωση της οποίας η αξία, σύμφωνα με τη νομολογία (Anastassiades v. Republic (1977) 2 C.L.R. 97, Δημοσθένους κ.α. ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 129, Ιωάννου και Σιμιανός ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 195 αλλά και R. v. Frost (1964) 64 Cr. App. R. 284), είναι μάλλον περιορισμένη, αφού δεν υποβάλλεται στη δοκιμασία της αντεξέτασης. Εν πάση περιπτώσει, το δικαστήριο σαφώς προτίμησε τη μαρτυρία της κατηγορούσας αρχής την οποία βρήκε καθ΄ όλα αξιόπιστη και πειστική.
Τέλος, καμιά σημασία δεν δίνουμε στο φραστικό ολίσθημα του Μ.Κ.5, ο οποίος ανέφερε ότι όταν πλησίασε είδε το παράθυρο του οδηγού κλειστό, ενώ σαφώς από τα συνφραζόμενα, αλλά και το υπόλοιπο της μαρτυρίας, είναι φανερό ότι εννοούσε ότι το παράθυρο ήταν ανοικτό.
Οι εφέσεις απορρίπτονται.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
Α. Κραμβής, Δ.
Ρ. Γαβριηλίδης, Δ.
/ΜΔ