ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 2 ΑΑΔ 580

4 Νοεμβρίου, 2005

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

(Ποινική Έφεση Αρ. 16/2005)

ΦΛΟΥΡΗΣ ΦΛΟΥΡΚΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΛΤΔ,

Εφεσείουσα,

ν.

ΑΝΔΡΙΑΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 17/2005)

ΦΛΟΥΡΗΣ ΦΛΟΥΡΚΑΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΑΝΔΡΙΑΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 18/2005)

ΠΑΝΤΕΛΙΤΣΑ ΦΛΟΥΡΚΑ,

Εφεσείουσα,

ν.

ΑΝΔΡΙΑΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Ποινικές Εφέσεις Αρ. 16/2005, 17/2005, 18/2005)

 

Οδοί και οικοδομές ― Διατάγματα κατεδάφισης εναντίον ενοικιαστών ακινήτου, οι οποίοι διατήρησαν την κατοχή του και μετά τη λήξη της ενοικίασης, αναφορικά με κατασκευές και/ή προσθήκες που έκαμαν οι ίδιοι στο ακίνητο χωρίς άδεια και χωρίς πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως κατά παράβαση του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96 ― Κατά πόσο το εσωτερικό ελατήριο του κατηγόρου ή ο απώτερος σκοπός του συνιστούν έρεισμα για ανακοπή της διαδικασίας ή για μη καταλογισμό ποινικής ευθύνης στον κατηγορούμενο.

Κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας ― Οδοί και οικοδομές ― Ιδιωτική ποινική υπόθεση για προσθήκη οικοδομής άνευ αδείας και χρήση οικοδομής άνευ πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως και ταυτόχρονη καταχώρηση αιτήσεως εξώσεως ― Κατά πόσο συνιστά κατάχρηση δικαστικής διαδικασίας.

Απόδειξη ― Αντιφατική μαρτυρία ― Όταν οι αντιφάσεις στη μαρτυρία δεν είναι ουσιώδεις σε βαθμό που θα μπορούσαν να κλονίσουν την αξιοπιστία μάρτυρα, το Εφετείο δεν επεμβαίνει .

Με την έφεση αυτή αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία οι ενοικιαστές υποστατικού της εφεσίβλητης, οι εφεσείοντες, διατάχθηκαν να κατεδαφίσουν τις κατασκευές που έκαμαν οι ίδιοι στο υποστατικό το οποίο λειτουργούσαν ως εστιατόριο, εκτός αν εξασφαλιζόταν άδεια οικοδομής εντός δύο μηνών από της αποφάσεως του. Οι εφεσείοντες είχαν κριθεί ένοχοι σε ιδιωτική ποινική υπόθεση που καταχώρησε η εφεσίβλητη για προσθήκη οικοδομής άνευ αδείας και χρήση οικοδομής άνευ πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδόμων Νόμου, Κεφ. 96, όπως τροποποιήθηκε. Το Δικαστήριο δεν επέβαλε οποιαδήποτε ποινή στους εφεσίβλητους ούτε και εξέδωσε εναντίον τους διαταγή για τα έξοδα.

Οι εφεσείοντες προέβαλαν τους ακόλουθους λόγους έφεσης:

1.  Η ποινική δίωξη θα έπρεπε να ανακοπεί λόγω κατάχρησης διαδικασίας αφού η εφεσίβλητη καταχώρησε ταυτόχρονα με την ποινική υπόθεση και αίτηση εξώσεως στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, με νομική βάση τη χρησιμοποίηση του ακινήτου για ίδιους σκοπούς. Περαιτέρω, όπως διαφάνηκε από τη μαρτυρία της, εάν οι εφεσείοντες της έδιδαν το ψηλότερο ενοίκιο που ζητούσε, δε θα προχωρούσε με την ποινική υπόθεση.

2.  Η καθυστέρηση που έλαβε χώρα λόγω της παρόδου επτά σχεδόν χρόνων από την κατασκευή των επίδικων κατασκευών μέχρι την καταχώρηση της ποινικής δίωξης από την εφεσίβλητη, θα έπρεπε να οδηγήσει την ποινική δίωξη σε ανακοπή ή να την καταστήσει άκυρη.

3.  Η μαρτυρία της εφεσίβλητης ήταν αντιφατική σε ουσιώδη σημεία, ενώ ταυτόχρονα, δεν εδικαιολογείτο από τα ίδια τα ευρήματα του Δικαστηρίου και γι' αυτό το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέχθηκε την εν λόγω μαρτυρία ως αξιόπιστη.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την εισήγηση για ανακοπή της διαδικασίας ως καταχρηστικής. Το εσωτερικό ελατήριο του κατηγόρου ή ο απώτερος σκοπός του είναι στοιχεία εντελώς άσχετα, υπό την έννοια ότι δεν συνιστούν έρεισμα για ανακοπή της διαδικασίας ή για μη καταλογισμό ποινικής ευθύνης στον κατηγορούμενο.

2.  Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν επηρεάστηκαν τα δικαιώματα των εφεσειόντων από την καθυστέρηση της ποινικής τους δίωξης αλλά ότι απεναντίας οι εφεσείοντες μόνο καρπούς και οφέλη είχαν από αυτή, είναι απόλυτα ορθή.

3.  Δεν έχει διαπιστωθεί οποιαδήποτε ουσιώδης αντίφαση στη μαρτυρία της εφεσίβλητης ή οτιδήποτε ουσιαστικό το οποίο να αντιστρατεύεται είτε άλλη μαρτυρία είτε τα ευρήματα του Δικαστηρίου.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

A & P Kkaras Estates Ltd v. A & A Topharos Catering Ltd κ.ά. (Αρ.1) (2002) 2 Α.Α.Δ. 400,

Χαραλαμπίδης ν. Κωμοδρόμος (2002) 2 Α.Α.Δ. 522.

Έφεση εναντίον Καταδίκης.

Έφεση από τους εφεσείοντες-ενοικιαστές εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Υπόθεση Αρ. 1280/04) ημερομηνίας 23/12/05, με την οποία τους έκρινε ένοχους προσθήκης οικοδομής άνευ αδείας και χρήσης οικοδομής άνευ πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως, κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, και τους διέταξε στην κατεδάφιση των κατασκευών, όπως αυτές περιγράφονταν στις λεπτομέρειες της πρώτης κατηγορίας, εκτός αν εξασφαλιζόταν άδεια οικοδομής εντός δύο μηνών από της αποφάσεώς του.

Α. Σταύρου και Α. Καράς, για τους Εφεσείοντες.

Μ. Φλωρίδης, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ..

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη είναι ιδιοκτήτρια ακινήτου στο Παραλίμνι, περιοχή Πρωταρά, της Επαρχίας Αμμοχώστου. Επί του ακινήτου ανεγέρθησαν κτίρια κατόπιν άδειας οικοδομής, ημ. 23.1.1992, για τα οποία και εκδόθηκε πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως. Με δεύτερη άδεια οικοδομής, ημ. 1.6.1994, επιτράπηκαν κάποιες μετατροπές για τις οποίες εκδόθηκε και πάλι πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως. Στο ακίνητο υπάρχουν, μεταξύ άλλων, και τέσσερα εστιατόρια. Ένα από τα εστιατόρια, το Olymbus, ενοικιάστηκε, στις 5.11.1998, στην εφεσείουσα 1, εταιρεία Φλουρής Φλούρκας Επιχειρήσεις Λτδ. Το ενοικιαστήριο έγγραφο έληγε την 31.12.2002. Διευθυντές της εταιρείας ήταν οι εφεσείοντες 2 και 3.

Περί το 1998 οι εφεσείοντες, αφού αφαίρεσαν τις τέντες που είχε τοποθετήσει ο προηγούμενος ενοικιαστής του εστιατορίου, προέβησαν σε ορισμένες κατασκευές που αποτελούνταν από υποστυλώματα, αλουμίνια, τζαμαρίες στα πλάγια και ελαφρομπετόν στη στέγη και περιέκλειαν τη βεράντα του εστιατορίου, περί τα 2.5 μέτρα από το δρόμο. Οι κατασκευές αυτές, που συνιστούσαν προσθήκη οικοδομής στο εστιατόριο και χρησιμοποιούνταν ως χώρος φαγητού, έγιναν χωρίς άδεια οικοδομής και χρησιμοποιήθηκαν χωρίς, βέβαια, πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως.

Προ της λήξεως της ενοικιάσεως η εφεσίβλητη, με επιστολή των δικηγόρων της, ημ. 16.4.2002, κάλεσε τους εφεσείοντες να καταβάλουν κάποια καθυστερημένα τότε ενοίκια και, ταυτόχρονα, τους πληροφόρησε ότι δε θα τους ανανέωνε το ενοικιαστήριο έγγραφο αλλά, με τη λήξη του την 31.12.2002, θα αναλάμβανε την κατοχή του εστιατορίου. Πρόσθετα, τους κάλεσε να κατεδαφίσουν και απομακρύνουν τις παράνομες οικοδομές. Οι εφεσείοντες, όμως, δε συμμορφώθηκαν. Συνέχισαν, μάλιστα, να κατέχουν το εστιατόριο και μετά τη λήξη του ενοικιαστηρίου εγγράφου. Ως εκ τούτου, η εφεσίβλητη καταχώρησε ποινική υπόθεση εναντίον τους, ζητώντας, ταυτόχρονα, διάταγμα κατεδάφισης των παράνομων οικοδομών.

Μετά από ακρόαση, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε, για τους λόγους που εξήγησε, τους εφεσειόντες ένοχους προσθήκης οικοδομής άνευ αδείας και χρήσης οικοδομής άνευ πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως, κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, όπως τροποποιήθηκε. Ακολούθως, για τους λόγους που επίσης εξήγησε, δεν τους επέβαλε οποιαδήποτε ποινή, ούτε και εξέδωσε εναντίον τους διαταγή για τα έξοδα. Ικανοποίησε, όμως, σχετικό αίτημα του δικηγόρου της εφεσίβλητης για κατεδάφιση των κατασκευών, όπως αυτές περιγράφονταν στις λεπτομέρειες της πρώτης κατηγορίας, εκτός αν εξασφαλιζόταν άδεια οικοδομής εντός δύο μηνών από της αποφάσεώς του.

Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.

Προβάλλεται ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε την εισήγηση της υπεράσπισης ότι, με βάση τα περιστατικά της υπόθεσης, υπήρχε κατάχρηση διαδικασίας και, ως εκ τούτου, "η ποινική δίωξη θα έπρεπε να ανακοπεί εφόσον η υπόθεση καταχωρήθηκε για εξυπηρέτηση αλλότριου σκοπού". Και τούτο διότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία, η εφεσίβλητη καταχώρησε, ταυτόχρονα με την ποινική υπόθεση, και αίτηση εξώσεως στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, με νομική βάση την χρησιμοποίηση του ακινήτου για ίδιους σκοπούς. Περαιτέρω δε, όπως διαφάνηκε από τη μαρτυρία της, εάν οι εφεσείοντες της έδιδαν το ψηλότερο ενοίκιο που ζητούσε, δε θα προχωρούσε με την ποινική υπόθεση. Ήταν το γεγονός ότι μέχρι πρόσφατα δεν είχε πρόβλημα με το ενοίκιο ο λόγος για τον οποίο δεν προχώρησε από προηγουμένως στην καταγγελία ή την ποινική δίωξη των εφεσειόντων.

Ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο, με αναφορά κυρίως στην A. & P. Kkaras Estates Ltd v. A & A Topharos Catering Ltd κ.ά. (Αρ.1) (2002) 2 Α.Α.Δ. 400 και στην Χαραλαμπίδης ν. Κωμοδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 522, απέρριψε την εισήγηση για ανακοπή της διαδικασίας ως καταχρηστικής. Όπως κρίθηκε στις υποθέσεις αυτές, το εσωτερικό ελατήριο του κατηγόρου ή ο απώτερος σκοπός του είναι στοιχεία εντελώς άσχετα, υπό την έννοια ότι δεν συνιστούν έρεισμα για ανακοπή της διαδικασίας ή για μη καταλογισμό ποινικής ευθύνης στον κατηγορούμενο.

Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος έφεσης ότι "Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε λανθασμένα τις αρχές που τέθηκαν από την Νομολογία όσον αφορά την Αρχή Καθυστέρησης (Delay) ως καθορίζεται από το άρθρο 30.2 του Συντάγματος και εσφαλμένα δεν αποδέχθηκε την εισήγηση της Υπεράσπισης ότι υπήρχε καθυστέρηση (Delay) και η δίωξη θα έπρεπε να ανακοπεί ή να καταστεί άκυρη." Και τούτο διότι από το 1998, οπότε οι εφεσείοντες προέβησαν στις επίδικες κατασκευές, μέχρι την καταχώρηση της ποινικής δίωξης από την εφεσίβλητη, πέρασαν επτά σχεδόν χρόνια.

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι το αδίκημα της χρησιμοποίησης οικοδομής χωρίς πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως, με το οποίο συνδέεται και το αδίκημα της ανέγερσης οικοδομής χωρίς άδεια, είναι αδίκημα διαρκές, το ακόλουθο απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση, με το οποίο απορρίφθηκε η εισήγηση για ανακοπή της δίωξης λόγω καθυστέρησης στην καταχώρησή της, μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους:

"Στη συγκεκριμένη περίπτωση η κατήγορος και η πρώτη κατηγορουμένη εταιρεία συνήψαν συμφωνία ενοικίασης του εστιατορίου OLYMBUS από τον Νοέμβριο του 1998 έως τις 31/12/2002. Από το 1998 η κατηγορουμένη εταιρεία με τη συμμετοχή των κατηγορουμένων 2 και 3 ανήγειραν τις επίδικες παράνομες οικοδομές. Η Μ.Κ.2 εξέφρασε από τότε τη διαφωνία της. Όμως, όπως η ίδια είπε, θέλησε να τιμήσει το συμβόλαιό της και έδωσε την ευκαιρία, προφανώς, και ένεκα των εξόδων που επωμίστηκαν οι κατηγορούμενοι, να κατεδαφίσουν τις παράνομες οικοδομές με τη λήξη του συμβολαίου και την παράδοση του υποστατικού. Αντ' αυτού, οι κατηγορούμενοι συνέχισαν να κατέχουν και να χρησιμοποιούν τις παράνομες οικοδομές προς όφελός τους. Η κατάσταση αυτή χωρίς αμφιβολία τους βόλευε αφού εξυπηρετούντο τα συμφέροντά τους.

Δεν βλέπω με ποιο τρόπο συγκεκριμένο επηρεάστηκαν τα δικαιώματά τους από την καθυστέρηση της ποινικής τους δίωξης. Απεναντίας, θα έλεγα ότι μόνο καρπούς και οφέλη είχαν από αυτή αφού πρώτ' απ' όλα το εστιατόριο ήταν μεγαλύτερο και εστίαζαν περισσότερους πελάτες και δεύτερο με την πάροδο του χρόνου απόσβεναν και το ανάλογο κεφάλαιο που χρησιμοποίησαν για την κατασκευή των οικοδομών."

Ο τελευταίος λόγος έφεσης άπτεται της αξιοπιστίας της εφεσίβλητης. Σύμφωνα με το δικηγόρο των εφεσειόντων, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία της ως αξιόπιστη· και τούτο διότι αυτή ήταν αντιφατική σε ουσιώδη σημεία ενώ, ταυτόχρονα, δεν εδικαιολογείτο από τα ίδια τα ευρήματα του Δικαστηρίου.

Οι αρχές με βάση της οποίες το Εφετείο επεμβαίνει για να ανατρέψει ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την αξιοπιστία των μαρτύρων, είναι γνωστές. Το ζήτημα της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο αν τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή από τα ίδια τα ευρήματά του. Σε ό,τι αφορά τις αντιφάσεις στη μαρτυρία, για να ανατραπεί η πρωτόδικη κρίση από το Εφετείο, αυτές πρέπει να είναι ουσιώδεις, ώστε να πλήττουν καίρια την αξιοπιστία του μάρτυρα, ή να φανερώνουν τη διάθεσή του να παραποιήσει την αλήθεια. Έχουμε στρέψει την προσοχή μας στα σημεία της μαρτυρίας όπως και στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου στα οποία μας παρέπεμψε ο δικηγόρος των εφεσειόντων. Δεν έχουμε διαπιστώσει οποιαδήποτε ουσιώδη αντίφαση στη μαρτυρία της εφεσίβλητης ή οτιδήποτε ουσιαστικό το οποίο να αντιστρατεύεται είτε άλλη μαρτυρία είτε τα ευρήματα του Δικαστηρίου.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.

Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο