ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεοδώρου Αντρέας και Άλλοι, Αντώνης Αντωνίου ν. (Αρ. 1) (2004) 1 ΑΑΔ 268
Θεοδώρου Ανδρέας και Άλλοι, Αντώνης Αντωνίου ν. (Αρ. 2) (2004) 1 ΑΑΔ 1944
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2005) 2 ΑΑΔ 155
30 Μαρτίου, 2005
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7631)
Ποινή ― Κατοχή ελεγχομένου φαρμάκου τάξης Β, δηλαδή 6119.76 γρ. ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης ― Εφεσείων 27 ετών πατέρας βρέφους 11 μηνών, παραδέχθηκε σε προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας και μετά από καταχώρηση αναστολής δίωξης από το Γενικό Εισαγγελέα σε άλλες τρεις κατηγορίες (συνωμοσίας, εισαγωγής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια ναρκωτικών σε άλλους) ― Συνεργασία με την Αστυνομία για σύλληψη τρίτου προσώπου ― Μία προηγούμενη καταδίκη ― Επιβολή ποινής τριετούς φυλάκισης ― Επικυρώθηκε κατ' έφεση.
Ποινή ― Διαφοροποίηση ― Συγκατηγορούμενοι ― Η διαφοροποίηση της ποινής σε υπόθεση κατοχής ναρκωτικών ήταν δικαιολογημένη, ενόψει της συμβολής της 1ης κατηγορουμένης στη διαλεύκανση της υπόθεσης χωρίς την οποία δεν θα αποκαλυπτόταν η εμπλοκή του εφεσείοντος στη διάπραξη του αδικήματος.
Τα ναρκωτικά ήλθαν στην Κύπρο από την Αθήνα με την DHL μέσα σε χάρτινο κιβώτιο στο οποίο υπήρχε ένα ραδιομαγνητόφωνο με δύο μεγάφωνα. Μετά από έρευνα διαπιστώθηκε πως μέσα στα μεγάφωνα αντί του ηλεκτρικού μηχανισμού, υπήρχαν ναρκωτικά. Όταν το πακέτο κατέληξε στα γραφεία της DHL, παρουσιάστηκε η 1η κατηγορουμένη με άλλο όνομα και ζήτησε να της παραδώσουν το πακέτο σε συγκεκριμένη διεύθυνση στη Λεμεσό, πράγμα που έγινε υπό την παρακολούθηση της Αστυνομίας. Η κατηγορούμενη όταν πλησιάστηκε από την Αστυνομία ομολόγησε ότι πήρε το πακέτο αναφέροντας ότι ήξερε το περιεχόμενό του και ότι θα το έδιδε στον εφεσείοντα και θα της έδιδε £300 και λίγο χόρτο. Συνεργάστηκε με την Αστυνομία μέχρι που να παραδοθεί το πακέτο στον εφεσείοντα, ο οποίος το παρέλαβε από το σπίτι της οπόταν επιτεύχθηκε και η σύλληψή του. Ο εφεσείων ανέφερε ότι το πακέτο προορίζετο για τρίτο πρόσωπο. Προθυμοποιήθηκε να συνεργαστεί με την Αστυνομία για τη σύλληψη του τρίτου προσώπου. Έδωσε επίσης θεληματική κατάθεση στην οποία εξηγούσε ότι γνώριζε ότι επρόκειτο περί κάνναβης αλλά όχι την ποσότητά της.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε ποινή φυλάκισης 2½ χρόνων στην 1η κατηγορούμενη και 3 χρόνων στον εφεσείοντα. Το Δικαστήριο διέταξε αναστολή της εκτέλεσης της ποινής φυλάκισης της κατηγορουμένης 1, η οποία βρισκόταν σε προχωρημένο στάδιο εγκυμοσύνης.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την ποινή υποστηρίζοντας ότι:
1) Το πρωτόδικο Δικαστήριο του επέβαλε έκδηλα υπερβολική ποινή αφού τον αντιμετώπισε σαν έμπορο και όχι ως χρήστη ναρκωτικών.
2) Η διαφοροποίηση της ποινής του ιδίου με την ποινή της 1ης κατηγορουμένης, ήταν αυθαίρετη.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το γεγονός ότι το Δικαστήριο αναφέρθηκε σε νομολογία που αφορά υποθέσεις όχι απλής κατοχής, όπως ήταν η κατηγορία που παραδέχθηκε ο εφεσείων, αλλά εμπορίας ή προμήθειας, δεν σημαίνει ότι τον θεώρησε ως έμπορο ναρκωτικών.
2. Η διαφοροποίηση μεταξύ της ποινής που επιβλήθηκε στην κατηγορούμενη 1 και της ποινής του εφεσείοντος εδικαιολογείτο από τα γεγονότα ιδιαίτερα από τη συμβολή της κατηγορουμένης 1, χωρίς την οποία δεν θα μπορούσε να αποκαλυφθεί η εμπλοκή του εφεσείοντος.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Υπόθεση Αρ. 2/02) ημερ. 9/3/04, με την οποία, με άλλους συγκατηγορούμενους, βρέθηκε ένοχος, κατόπιν παραδοχής στην τέταρτη κατηγορία της απλής κατοχής 6119,76 γραμμαρίων φυτικής ύλης κάνναβης και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τριών χρόνων ως ποινής έκδηλα υπερβολικής και κατ' αυθαίρετη διαφοροποίηση μεταξύ αυτού και της 1ης κατηγορούμενης, αφού σ' αυτήν επέβαλε 2½ χρόνια φυλάκιση, την οποία μάλιστα ανέστειλε, ενώ στον εφεσείοντα, 3 χρόνια άμεση φυλάκιση.
Κ. Ταμπούρλας, για τον Εφεσείοντα.
Η. Στεφάνου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Ο Εφεσείων είναι παρών.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων Μιχάλης Γεωργίου, σήμερα 27 περίπου ετών, ήταν ένας από 3 συγκατηγορουμένους ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λάρνακας οι οποίοι αντιμετώπιζαν διάφορες κατηγορίες σχετικά με ναρκωτικά. Ο εφεσείων αντιμετώπιζε την πρώτη κατηγορία για συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, δηλαδή την εισαγωγή ελεγχόμενου φαρμάκου από την Ελλάδα στην Κύπρο χωρίς την άδεια του Υπουργού Υγείας, τη 2η κατηγορία για εισαγωγή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξης Β δηλαδή 6119. 76 γρ.ξηρής φυτικής ύλης κάνναβης, την τέταρτη κατηγορία για απλή κατοχή της ίδιας ποσότητας ναρκωτικών και την 7η κατηγορία για κατοχή με σκοπό την προμήθεια σε άλλους της ίδιας ποσότητας.
Υπήρξε άρνηση των κατηγοριών οπότε η υπόθεση άρχισε να ακούεται ενώπιον του Κακουργιοδικείου. Σε προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας (και αφού μεσολάβησαν 7 δίκες εντός δίκης) ο εφεσείων (δεύτερος τότε κατηγορούμενος) με άδεια του δικαστηρίου άλλαξε την απάντηση του στην 4η κατηγορία, αυτή της απλής κατοχής, από μη παραδοχή σε παραδοχή και από πλευράς της Δημοκρατίας ο Γενικός Εισαγγελέας ανέστειλε τη δίωξη στις κατηγορίες 1, 2 και 7 στις οποίες ο εφεσείων απαλλάγηκε. Εκτέθηκαν λοιπόν τα γεγονότα όσον αφορά τον εφεσείοντα για την 4η κατηγορία καθώς επίσης και για την κατηγορουμένη 1, η οποία τελικά παραδέχθηκε πανομοιότυπη κατηγορία, την 3η. Αναστάληκε και αυτής η δίωξη για τις κατηγορίες 1, 2 και 6.
Το Δικαστήριο αφού άκουσε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διαπράχθηκε το αδίκημα επέβαλε στην 1η κατηγορουμένη ποινή φυλάκισης 2 ½ χρόνων και στον εφεσείοντα ποινή φυλάκισης 3 χρόνων. Σχετικό αίτημα για αναστολή της εκτέλεσης της ποινής απορρίφθηκε όσον αφορά τον εφεσείοντα και εγκρίθηκε όσον αφορά την κατηγορούμενη 1.
Τα γεγονότα, όπως εκτέθηκαν ενώπιον του Κακουργιοδικείου από τη Δημοκρατία και με τα οποία συμφώνησε η υπεράσπιση, έχουν περιληπτικά ως ακολούθως:
Στις 23/11/01 και περί ώρα 00.30 αφίχθηκε στο αεροδρόμιο Λάρνακας η πτήση CY 349 από Αθήνα με την οποία, μεταξύ άλλων, είχαν μεταφερθεί και 9 σάκκοι της διεθνούς εταιρείας μεταφοράς και παράδοσης δεμάτων και επιστολών γνωστής ως DHL. Από έλεγχο των εμπορευμάτων που έγινε στις 25/11/01 από Λειτουργό του Τελωνείου στην παρουσία του εκτελωνιστή της DHL, ανακαλύφθηκε ένα χάρτινο κιβώτιο στο οποίο υπήρχε ένα ραδιομαγνητόφωνο με 2 μεγάφωνα μέσα στα οποία, αντί του ηλεκτρικού μηχανισμού, περιέχοντο κυλινδρικά σκευάσματα περιτυλιγμένα με τέλλα. Ειδοποιήθηκε ο υπεύθυνος της ΥΚΑΝ Λάρνακας και από σχετικό έλεγχο, εκ πρώτης όψεως, διαπιστώθηκε ότι ήσαν ναρκωτικά, δηλαδή ξηρή φυτική ύλη κάνναβης. Έγινε σύσκεψη και αποφασίστηκε να γίνει ελεγχόμενη παράδοση, σύμφωνα με πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας. Έτσι αφέθηκε το πακέτο να καταλήξει στον προορισμό του, δηλαδή, στα γραφεία της DHL. Εκεί παρουσιάστηκε η 1η κατηγορουμένη αλλά με άλλο όνομα ως Γεωργία Χαραλάμπους και ζήτησε να της παραδώσουν το πακέτο στη διεύθυνση Ζαϊμη 10, Λεμεσός, πράγμα που έγινε, πάντοτε υπό την παρακολούθηση της Αστυνομίας. Στη συνέχεια η κατηγορούμενη 1 όταν την πλησίασε η αστυνομία ομολόγησε ότι πήρε το πακέτο αναφέροντας ότι ήξερε ότι «εν χόρτο που έχει μέσα η κάσια και ότι θα το έδινε στο Μιχάλη και θα της έδιναν £300 και λίγο χόρτο». Δέχθηκε επίσης εισήγηση της αστυνομίας να συνεργαστεί μέχρι που να παραδοθεί το πακέτο στον εν λόγω Μιχάλη δηλαδή τον εφεσείοντα, πράγμα που έγινε αφού ο εφεσείων πήγε στο σπίτι της και παρέλαβε τούτο. Αποτέλεσμα ήταν να συλληφθεί και ο εφεσείων ο οποίος ανέφερε ότι το πακέτο προορίζετο για τρίτο πρόσωπο. Προθυμοποιήθηκε και αυτός να συνεργαστεί με την αστυνομία για τη σύλληψη του τρίτου προσώπου. Έδωσε επίσης θεληματική κατάθεση στην οποία εξηγεί ότι γνώριζε ότι επρόκειτο περί κάνναβης αλλά όχι την ποσότητα της.
Με τους λόγους έφεσης ουσιαστικά προβάλλονται οι εξής ισχυρισμοί:
(α) ότι το πρωτόδικο δικαστήριο επέβαλε έκδηλα υπερβολική ποινή στον εφεσείοντα αφού αντιμετώπισε τούτον σαν έμπορο ναρκωτικών και όχι χρήστη, και/ή ως κάτοχο των ναρκωτικών με σκοπό την προμήθεια.
(β) αυθαίρετα διαφοροποίησε την ποινή μεταξύ της 1η κατηγορουμένης και του εφεσείοντα (2ου κατηγορουμένου) αφού στη πρώτη επέβαλε 2 ½ χρόνια φυλάκιση, την οποία μάλιστα ανέστειλε, ενώ στον εφεσείοντα, 3 χρόνια άμεση φυλάκιση.
Η αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσείοντα επικεντρώθηκε στα πιο πάνω σημεία και ζήτησε όπως θα πρέπει και εδώ η ποινή να μειωθεί στα 2 ½ χρόνια καθότι το πρωτόδικο δικαστήριο δε δικαιολόγησε τη διαφοροποίηση. Τόνισε το γεγονός ότι αμφότεροι παραδέχθηκαν ενοχή, ότι είχαν από μια προηγούμενη καταδίκη και από ένα μικρό παιδί 11 μηνών στην περίπτωση του εφεσείοντα και αναφορικά με την 1η κατηγορούμενη αυτό που θα γεννούσε σε 2 μήνες. Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε τον εφεσείοντα ως έμπορο, ήταν η εισήγηση του συνηγόρου ότι τούτο προκύπτει από τις αυθεντίες στις οποίες το δικαστήριο έκανε αναφορά.
H εισήγηση του εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο δικαστήριο τον θεώρησε ως έμπορο ναρκωτικών και/ή ότι κατείχε τα ναρκωτικά με σκοπό την προμήθεια, δε μας βρίσκει σύμφωνους. Το γεγονός ότι το δικαστήριο αναφέρθηκε σε νομολογία που αφορά υποθέσεις όχι απλής κατοχής, όπως ήταν η κατηγορία που παραδέχθηκε ο εφεσείων, αλλά εμπορίας ή προμήθειας, δε σημαίνει ότι θεώρησε τον εφεσείοντα ως έμπορο ναρκωτικών. Αυτό, στο οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο βασίστηκε από τη νομολογία που παράθεσε, ήταν το ότι αδικήματα που σχετίζονται με ναρκωτικά είναι σοβαρά και βρίσκονται σε έξαρση. Περαιτέρω η αναφορά του δικαστηρίου στις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκαν τα ναρκωτικά στην κατοχή του εφεσείοντα (και κατηγορουμένης 1) περιορίζεται στην έκταση που χρειαζόταν για να φανούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ο εφεσείων κατείχε τα ναρκωτικά. Επομένως ο λόγος αυτός απορρίπτεται.
Αναφορικά με το δεύτερο λόγο, ότι δηλαδή το πρωτόδικο δικαστήριο παραβίασε την αρχή της ίσης μεταχείρισης αφού στην κατηγορούμενη 1 επέβαλε 2 ½ χρόνια φυλακή για το ίδιο ακριβώς αδίκημα ενώ στον εφεσείοντα επέβαλε 3 χρόνια, καταλήγουμε και πάλιν ότι επίσης δεν ευσταθεί. Μπορεί το πρωτόδικο δικαστήριο να μην απαρίθμησε τους λόγους γιατί προέβηκε στη μικρή, έστω, διαφοροποίηση. Όμως από προσεκτική μελέτη της υπόθεσης φαίνεται να έθιξε τέτοια γεγονότα που δικαιολογούσαν τη διαφοροποίηση. Επεσήμανε το δικαστήριο ότι χωρίς τη συμβολή της κατηγορουμένης 1 δε θα μπορούσε να αποκαλυφθεί η εμπλοκή του εφεσείοντα. Η επισήμανση αυτή, όπως φαίνεται από τα γεγονότα που ήδη εκθέσαμε, είναι ορθή. Επομένως δε βρίσκουμε να παραβιάστηκε η αρχή της ίσης μεταχείρισης επειδή στον εφεσείοντα η φυλάκιση ήταν 3 χρόνια ενώ στην 1η κατηγορούμενη 2½ χρόνια.
Αναφορικά με το παράπονο ότι στην περίπτωση της κατηγορουμένης 1 η ποινή αναστάληκε ενώ αυτό δεν έγινε για τον εφεσείοντα, ο συνήγορος διευκρίνισε ότι εδώ δεν ζητά να ανασταλεί η ποινή. Και ορθά κατά την άποψη μας αφού υπήρχε πεδίο για τη διαφοροποίηση της κατηγορουμένης 1 η οποία ήταν σε προχωρημένη τότε εγκυμοσύνη. Ζήτησε απλώς όπως η ποινή μειωθεί στα 2 ½ χρόνια όπως ήταν και η ποινή της 1ης κατηγορουμένης, κάτι όμως που ήδη απορρίψαμε.
Με βάση όλα τα πιο πάνω καταλήγουμε ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε που να δικαιολογεί την παρέμβαση μας στον τρόπο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου δικαστηρίου.
Ως αποτέλεσμα η έφεση απορρίπτεται.
Η�έφεση απορρίπτεται.