ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 2 ΑΑΔ 466
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική ΄Εφεση Αρ. 7904)
14 Ιουλίου, 2005
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στες]
Mαρίνος Κωνσταντίνου,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_________
Χρ. Πουργουρίδης, για τον Εφεσείοντα.
Δ. Θεοδώρου(κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γεν. Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.
Ο εφεσείων είναι παρών.
_________
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.
________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων, ο οποίος είναι τώρα ηλικίας 25 χρονών, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 6 ετών στην κατηγορία της κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλο πρόσωπο 1½ σχεδόν κιλού κάνναβης, 6 μηνών στην κατηγορία της χρήσης, ενώ καμιά ποινή δεν επιβλήθηκε στην κατηγορία της κατοχής.
Κατά την ενώπιόν μας διαδικασία ο εφεσείων, αφού απέσυρε όλους τους άλλους λόγους έφεσης, περιορίστηκε να προσβάλει την επιβληθείσα ποινή, ως υπερβολική υπό τις περιστάσεις.
Τα γεγονότα είναι απλά. ΄Υστερα από πληροφορίες διεξήχθη έρευνα στο σπίτι του, η οποία έφερε σε φως, κρυμμένη σε διάφορα σημεία, ποσότητα 1.500 περίπου γραμμαρίων κάνναβης. Τα ναρκωτικά ήταν είτε τυλιγμένα σε χαρτί, είτε συσκευασμένα σε νάϊλον σακουλάκια. Ανευρέθηκε επίσης μια ηλεκτρονική ζυγαριά, πίπα και αχρησιμοποίητα άδεια σακουλάκια. Σε κλειδωμένο κασόνι βρέθηκε ποσό £13.950.
Το δικαστήριο έλαβε υπ΄ όψιν όλους τους σχετικούς ελαφρυντικούς και επιβαρυντικούς παράγοντες, όπως το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντα, το νεαρό της ηλικίας του, τη μεταμέλειά του κλπ, αλλά και τους κινδύνους που διατρέχει το κοινωνικό σύνολο από την εμπορία ναρκωτικών, καθώς και την έξαρση που παρατηρείται στη διάπραξη αυτού του είδους των αδικημάτων, η οποία ασφαλώς και καθιστά εντονότερη την ανάγκη για αποτροπή (Berne v. Δημοκρατίας (2003) 2 A.A.Δ. 437, Youssef Nehmed Allah Sikaf v. Δημοκρατίας (2003) 2 Α.Α.Δ. 467). ΄Ελαβε επίσης υπ΄ όψιν ότι με νομοθετική τροποποίηση η ποινή για το αδίκημα της κατοχής αυξήθηκε σε 8 χρόνια, αλλά και το ότι για το αδίκημα της κατοχής με σκοπό την προμήθεια σε άλλο προνοείται η διά βίου φυλάκιση.
Ο εφεσείων επικέντρωσε ουσιαστικά την επιχειρηματολογία του σε δύο σημεία. Με αναφορά σε κάποιο παλαιότερο σύγγραμμα (Thomas on Sentencing, 2η ΄Εκδοση, σελ. 184-189) τόνισε το γεγονός ότι ο εφεσείων προμήθευε την κάνναβη που κατείχε, όχι με σκοπό την εμπορία, αλλά για να εξασφαλίσει, ουσιαστικά, τη δική του δόση μια και ο ίδιος είναι χρήστης.
Κατ΄ αρχάς, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι αυτή η παράμετρος δεν ετέθη ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου. Απλώς αναφέρτηκε ότι ο εφεσείων κατέβαλε θετική προσπάθεια να σταματήσει τη χρήση των ναρκωτικών. Δεν έγινε όμως οποιαδήποτε προσπάθεια σύνδεσης της προμήθειας σε άλλους με την εξασφάλιση της δικής του δόσης και συνεπώς το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να εξεταστεί κατ΄ έφεση. Θεωρούμε όμως, ούτως ή άλλως, ότι ο ισχυρισμός είναι άνευ ουσιαστικής σημασίας, γιατί, στο κάτω κάτω, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ελαφρυντικό ο λόγος προώθησης των ναρκωτικών. Είτε τα ναρκωτικά προωθούνται με σκοπό το άμεσο χρηματικό κέρδος, είτε για οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο όφελος, η κατάληξη παραμένει η ίδια. Η διάδοση των ναρκωτικών σε άλλα πρόσωπα. Αυτό, βέβαια, δεν πρέπει να ερμηνευτεί ότι σε οργανωμένους εμπόρους ναρκωτικών δεν πρέπει να επιβάλλεται αυστηρότερη ποινή από ότι σε περιστασιακούς προμηθευτές, παρ΄ όλον ότι η διαφορά δεν είναι πάντοτε και ευδιάκριτη.
Ακόμα κι΄ αν ο εφεσείων ήταν απλώς περιστασιακός προμηθευτής και όχι συνειδητός έμπορος, είναι χαρακτηριστική η επιμέλεια με την οποία είχε οργανώσει την όλη επιχείρηση. Η μεγάλη ποσότητα της κάνναβης που βρέθηκε, η φύλαξη των ναρκωτικών σε ποσότητες χωριστές η μία από την άλλη, αλλά και η κατοχή ηλεκτρονικής ζυγαριάς, η συσκευασία σε πλαστικά σακουλάκια και η ύπαρξη αριθμού άλλων αχρησιμοποίητων, δείχνει ακριβώς οργάνωση και επαγγελματισμό και δεν συνάδει με το επιχείρημα για τη, δήθεν, σχεδόν ερασιτεχνική εμπλοκή του εφεσείοντα.
Ο εφεσείων υποστηρίζει ακόμα ότι στην επιβολή της υπερβολικής, κατά τη γνώμη του ποινής, σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε και το γεγονός ότι σε μπαούλο που βρέθηκε στο δωμάτιό του υπήρχε ποσό £13.950 χωρισμένο σε δέσμες, σε μερικές από τις οποίες υπήρχαν χειρόγραφες σημειώσεις με ονόματα και ψευδώνυμα. ΄Οπως και η ευπαίδευτος συνήγορος για την εφεσίβλητη παραδέκτηκε ενώπιόν μας, δεν υπήρχε μαρτυρία ότι το μπαούλο ανήκε στον εφεσείοντα. Αντίθετα, υπήρξε ισχυρισμός ο οποίος έγινε από τον εφεσείοντα στον Αστυφ. 1742 Χρ. Πολυμνίου, ότι ανήκε στον πατέρα του. Θα πρέπει ακόμα να λεχθεί πως το πρωτόδικο δικαστήριο στην απόφασή του επισημαίνει ότι ο εφεσείων πρόβαλε άγνοια για το περιεχόμενο του μπαούλου, αρνήθηκε αρχικά την κατοχή του, ενώ αργότερα την παραδέκτηκε.
Η σύνδεση των ναρκωτικών με το ανευρεθέν ποσό, συνέβαλε, κατά τον εφεσείοντα, στην αυστηρότερη αντιμετώπισή του. Ούτε το επιχείρημα αυτό ευσταθεί. Το θέμα δεν φαίνεται να απασχόλησε ουσιαστικά το δικαστήριο. Η μόνη αναφορά που γίνεται στα χρήματα είναι στο σημείο όπου συζητήθηκε η κατάσχεσή τους. Το δικαστήριο κατέληξε ότι το ανευρεθέν ποσό χρημάτων αποτέλεσε μέρος της περιστατικής μαρτυρίας, η οποία ελήφθη υπ΄ όψιν για την καταδίκη του εφεσείοντα, σχολιάζοντας ότι ουδεμία εξήγηση δόθηκε γι΄ αυτό. ΄Ετσι, το χρηματικό ποσό κατασχέθηκε.
Ούτως ή άλλως, κατά την πρωτόδικη διαδικασία δεν δόθηκε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι το συγκεκριμένο μπαούλο και τα ανευρεθέντα σ΄ αυτό χρήματα ανήκαν σε άλλο πρόσωπο. Συνεπώς, δεν τίθεται θέμα λανθασμένης εκτίμησης από το πρωτόδικο δικαστήριο.
΄Οπως είδαμε και προηγουμένως, το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έκαμε οποιαδήποτε αναφορά στο ανευρεθέν χρηματικό ποσό, ούτε και το χρησιμοποίησε σαν στοιχείο για να καταλήξει στην επιμέτρηση της επιβληθείσας ποινής. Δεν φαίνεται, ότι η ανεύρεση του ποσού επηρέασε, καθ΄ οιονδήποτε τρόπο, την κρίση του δικαστηρίου.
Υπό τις περιστάσεις και κυρίως λαμβάνοντας υπ΄ όψιν την ποινή των ισοβίων δεσμών που προνοείται από τη νομοθεσία για αδίκημα αυτής της φύσης, αλλά και την έξαρση του φαινομένου το οποίο θέτει σε κίνδυνο τα θεμέλια της κοινωνίας και θέλοντας να τονίσουμε την αποφασιστικότητα των δικαστηρίων να πατάξουν αμείλικτα τη διάθεση ναρκωτικών οιασδήποτε φύσης και κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις ή λόγους, θεωρούμε ότι η ποινή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως υπερβολική. Αντίθετα, με δυσκολία συγκρατηθήκαμε να μην διατάξουμε η έκτισή της να αρχίζει από σήμερα και αυτό, λόγω, μόνο και μόνο, του νεαρού της ηλικίας του εφεσείοντα και γιατί θέλουμε να ελπίζουμε ότι η επιβληθείσα ποινή θα τον σωφρονίσει.
Το ποσό των £13.950 να επιστραφεί στον πατέρα του εφεσείοντα, ο οποίος ισχυρίστηκε στην αστυνομια ότι του ανήκε.
Η έφεση απορρίπτεται.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
Μ. Κρονίδης, Δ.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
/ΜΔ