ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 2 ΑΑΔ 555
5 Νοεμβρίου, 2004
[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
VALERIY SKOROBOGADYY,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7717)
Ποινή ― Αποζείν από κέρδη πορνείας, κατά παράβαση του Άρθρου 164(1)(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 ― Απουσία προσχεδιασμού και επανάληψης ― Επιβολή ποινής φυλάκισης δεκατεσσάρων μηνών ― Εσφαλμένη καθοδήγηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τα γεγονότα ― Οδήγησε σε μείωση της ποινής κατ' έφεση σε οκτάμηνη ποινή φυλάκισης.
Η έφεση αυτή στρέφεται εναντίον της δεκατετράμηνης ποινής φυλάκισης η οποία είχε επιβληθεί πρωτοδίκως στον εφεσείοντα - αλλοδαπό ρωσικής καταγωγής - στην κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας. Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης ο εφεσείων είχε λάβει ποσό £60 σε μετρητά από τον Μ.Κ. 4 ο οποίος ενεργούσε σε απευθείας συνεννόηση και συνεργασία με την αστυνομία. Ο εφεσείων, πρωτόδικα, και αφού ακούστηκαν τέσσερις μάρτυρες κατηγορίας, ζήτησε άδεια να αλλάξει την απάντηση και παραδέχθηκε τα αδικήματα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιβάλλοντας την ποινή άντλησε καθοδήγηση από την απόφαση στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Χριστοφίδη (2004) 2 Α.Α.Δ. 179, όπου η ποινή αυξήθηκε από εννέα μήνες σε δύο χρόνια φυλάκιση για παρόμοιο αδίκημα.
Ο συνήγορος του εφεσείοντος υποστήριξε ότι τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής διαφοροποιούνται από τα γεγονότα της πιο πάνω υπόθεσης και η περί του αντιθέτου διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι λανθασμένη. Ο συνήγορος επικαλέσθηκε την κατάθεση μάρτυρος, η οποία, λόγω της παραδοχής του εφεσείοντος δεν κατέθεσε, από την οποία προέκυπτε ότι ο εφεσείων έδρασε χωρίς προγραμματισμό. Σύμφωνα με την κατάθεσή της, αυτή πλησίασε τον εφεσείοντα και του ζήτησε, επειδή δεν είχε χρήματα, να της βρει άνδρες για αγοραίο έρωτα.
Αποφασίστηκε ότι:
Από τα γεγονότα τα οποία υπήρχαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δεν μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα ότι η παράνομη αυτή δραστηριότητα ήταν αποτέλεσμα σχεδιασμού και επανάληψης, όπως ήταν τα γεγονότα στη υπόθεση Χριστοφίδη. Εάν το Δικαστήριο διέκρινε τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ εκείνης της υπόθεσης και της παρούσας, θα καθόριζε την ποινή σε χαμηλότερο επίπεδο. Η ποινή μειώνεται από 14 μήνες σε 8 μήνες φυλάκιση.
Η έφεση επιτράπηκε.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοφίδη (2004) 2 Α.Α.Δ. 179.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση από τον εφεσείοντα, αλλοδαπό ρωσικής καταγωγής, εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Υπόθεση Αρ. 4889/2004), ημερομηνίας 7/5/2004, με την οποία βρέθηκε ένοχος κατόπιν παραδοχής, στην κατηγορία του αποζείν από κέρδη πορνείας, κατά παράβαση του Άρθρου 164(1)(α) του Κεφ. 154 και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης δεκατεσσάρων μηνών, ενώ η ποινή φυλάκισης ενός μηνός η οποία του επιβλήθηκε για την κατηγορία της παράνομης παραμονής του στη Δημοκρατία, κατά παράβαση του Άρθρου 19 του Κεφ. 105, δεν εφεσιβλήθηκε.
Μ. Γεωργίου, για τον Εφεσείοντα.
Λ. Παντελή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων, ο οποίος είναι αλλοδαπός ρωσικής καταγωγής, βρέθηκε ένοχος, μετά από δική του παραδοχή, σε δύο κατηγορίες:-
(α) Αποζείν από κέρδη πορνείας - Άρθρο 164(1)(α) του Κεφ. 154.
(β) Παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία - Άρθρο 19 του Κεφ. 105.
Επιβλήθηκαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο διαδοχικές ποινές φυλάκισης δεκατεσσάρων και ενός μηνός, αντίστοιχα.
Η έφεση ασκήθηκε εναντίον και των δύο ποινών, εγκαταλείφθηκε, όμως, σε σχέση με το αδίκημα υπό στοιχείο (β) και, έτσι, ό,τι θα μας απασχολήσει είναι το ύψος της ποινής σε σχέση με το αδίκημα υπό στοιχείο (α).
Ο εφεσείων, πρωτόδικα και αφού ακούστηκαν τέσσερις μάρτυρες κατηγορίας, ζήτησε άδεια να αλλάξει απάντηση και παραδέχτηκε τα αδικήματα.
Δηλώθηκε από τους συνηγόρους ότι τα γεγονότα της υπόθεσης είχαν ως η μαρτυρία η οποία ακούστηκε και συνοψίστηκαν στην απόφαση ως εξής:-
«... ο κατηγορούμενος έναντι ποσού £60 που έλαβε σε μετρητά από τον Μ.Κ.4 ο οποίος ενεργούσε σε απευθείας συνεννόηση και συνεργασία με την αστυνομία και ειδικά με τον Υπαστυνόμο (Μ.Κ.2) διευθέτησε όπως δύο αλλοδαπές κοπέλες τους συνοδεύσουν για σκοπούς ερωτικής επαφής.»
Στη συνέχεια, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε στη φύση του αδικήματος και στην έξαρση που παρουσιάζεται, παρέπεμψε σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπου διαπιστώνεται η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών για αδικήματα αυτής της φύσης. Αναφερόμενο στα γεγονότα πρόσφατης απόφασης στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Χριστοφίδη (2004) 2 Α.Α.Δ. 179, όπου η ποινή αυξήθηκε από εννέα μήνες σε δύο χρόνια φυλάκιση, διαπίστωσε ότι τα γεγονότα της παρούσης δε διαφέρουν κατά πολύ από τα γεγονότα στην υπόθεση Χριστοφίδη και κατέληξε στην επιβληθείσα ποινή.
Συζητήθηκε ενώπιόν μας ως λόγος για τον οποίο θα πρέπει να παρέμβουμε προς μείωση της ποινής, ότι τα γεγονότα και οι περιστάσεις, κάτω από τις οποίες διαπράχθηκε το αδίκημα, διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό από τις περιστάσεις και τα γεγονότα στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Χριστοφίδη, (πιο πάνω), και επομένως λανθασμένα το Δικαστήριο βρήκε ότι δε διέφεραν πολύ. Βασική εισήγηση του συνηγόρου του εφεσείοντος ήταν ότι, από το μαρτυρικό υλικό της Κατηγορούσας Αρχής και συγκεκριμένα την κατάθεση μάρτυρος, η οποία, λόγω της παραδοχής του εφεσείοντος, δεν κατέθεσε, προέκυπτε ότι ο εφεσείων έδρασε χωρίς προγραμματισμό. Διέπραξε το αδίκημα, στην προσπάθειά του να βοηθήσει συμπατριώτισσά του, η οποία δεν είχε χρήματα. Σύμφωνα με την κατάθεσή της, αυτή πλησίασε τον εφεσείοντα και του ζήτησε, επειδή δεν είχε χρήματα, να της βρει άνδρες για αγοραίο έρωτα.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας δεν αρνήθηκε το περιεχόμενο της κατάθεσης αυτής. Εισηγήθηκε, όμως, ότι η επιβληθείσα ποινή ήταν η πρέπουσα, ενόψει της σοβαρότητας του αδικήματος.
Η σοβαρότητα του αδικήματος είναι εκτός συζήτησης. Έχει κατ' επανάληψη τονιστεί σε πολλές υποθέσεις - (βλ. ενδεικτικά Γενικός Εισαγγελέας ν. Γεωργίου (1999) 2 Α.Α.Δ. 644 και Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Χριστοφίδη, (πιο πάνω)). Επανατονίζουμε ότι τα αδικήματα αυτά, από τη φύση τους, δικαιολογούν αυστηρές ποινές.
Στην Παγιαβλάς ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 240, σε σχέση με τη θεώρηση της επάρκειας της ποινής, διαβάζουμε τα εξής:- (σελ. 247)
«Η θεώρηση της επάρκειας της ποινής και η διαπίστωση στοιχείου υπερβολής κρίνονται αντικειμενικά. ...
Ένας από τους λόγους, ο οποίος μπορεί να καταστήσει την ποινή υπερβολική, είναι η εσφαλμένη καθοδήγηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τα γεγονότα, όπως επισημαίνεται στη Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245, στην οποία γίνεται ριζική ανάλυση των παραγόντων που επενεργούν στον καθορισμό της επάρκειας της ποινής.»
Στην παρούσα υπόθεση, δεν έχουμε με πληρότητα τα γεγονότα και δεν είναι δυνατό να τα καθορίσουμε, όπως εμείς τα αντιλαμβανόμαστε μέσα από τη μαρτυρία, αλλά και ούτε να τα συμπληρώσουμε από αναφορές των συνηγόρων σε κατάθεση προς την Αστυνομία, το περιεχόμενο της οποίας, εν πάση περιπτώσει, δεν τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Από τα γεγονότα, τα οποία υπήρχαν ενώπιον του Δικαστηρίου, δεν μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα ότι η παράνομη αυτή δραστηριότητα ήταν αποτέλεσμα σχεδιασμού και επανάληψης, όπως ήταν τα γεγονότα στην υπόθεση Χριστοφίδη, τα οποία θεωρήθηκε ότι δε διέφεραν κατά πολύ. Δεν υπήρξε εδώ παρότρυνση. Ό,τι, κατά ανώτατο όριο, θα μπορούσε να συναχθεί, είναι ό,τι περιείχετο στην κατάθεση της μάρτυρος, δηλαδή ότι αυτή πλησίασε τον εφεσείοντα και του ζήτησε να την βοηθήσει. Δεν αποφαινόμεθα, βέβαια, ότι αυτό συνέβη. Περιοριζόμαστε στη διαπίστωση για το τι υπήρχε ως βάση για την ποινή. Κρίνουμε ότι, εάν το Δικαστήριο διέκρινε τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ της υπόθεσης Χριστοφίδη και της παρούσας, θα καθόριζε την ποινή σε χαμηλότερο επίπεδο.
Η ποινή μειώνεται από 14 μήνες σε 8 μήνες φυλάκιση.
Η έφεση επιτρέπεται.