ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2004) 2 ΑΑΔ 502
30 Σεπτεμβρίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7821)
Διάταγμα προσωποκράτησης ― Διάταγμα προσωποκράτησης υπόπτου προς διευκόλυνση ανακρίσεων σε σχέση με διερευνόμενα αδικήματα ― Κριτήριο για έκδοση του διατάγματος είναι το εύλογο της υπόνοιας για σύνδεση του υπόπτου με τα υπό διερεύνηση αδικήματα ― Το ένταλμα μπορεί να εκδοθεί μόνο για το αδίκημα το οποίο διερευνάται ― Διαφοροποίηση της παρούσας υπόθεσης από την Αριστοτέλους ν. Αστυνομίας, Π.Ε. 7301, ημερ. 21.5.02.
Το διάταγμα εξαήμερης προσωποκράτησης του εφεσείοντος εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας προς διευκόλυνση των ανακρίσεων σε σχέση με διερευνόμενο αδίκημα ανθρωποκτονίας, κατά παράβαση του Άρθρου 205 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, στις 25.9.04 δύο αλλοδαποί οι οποίοι εργάζονταν σε ανεγειρόμενη οικοδομή στη Λευκωσία, βρήκαν ακαριαίο θάνατο όταν 2 τσιμεντένιες σκάλες ύψους 15 περίπου μέτρων κατέρρευσαν ξαφνικά και τους καταπλάκωσαν. Ο εφεσείων ήταν ο υπεύθυνος των οικοδομικών εργασιών, αξιωματούχος της εταιρείας που ήταν ο εργολάβος της οικοδομής. Σύμφωνα με το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ο εφεσείων ήταν υποχρεωμένος να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η οικοδομή να ανεγείρεται με βάση τα αρχιτεκτονικά σχέδια.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε το πιο πάνω διάταγμα προσωποκράτησής του προβάλλοντας τους ακόλουθους λόγους έφεσης:
1. Η σύνδεσή του με το υπό διερεύνηση αδίκημα είναι εσφαλμένη και μη υποστηριζόμενη από τη μαρτυρία.
2. Η προσωποκράτησή του, διατάχθηκε για τη διερεύνηση άλλου αδικήματος απ' εκείνο για το οποίο συνελήφθη. Υποστηρίχθηκε σχετικά ότι: (α) ενώ αυτός συνελήφθη για ανθρωποκτονία δυνάμει του Άρθρου 205 του Κεφ. 154, ο δικαστής προέβη σε εύρημα ότι δυνατό να ενέχεται ως συναυτουργός σε αδίκημα, δυνάμει του Άρθρου 20 του Κεφ. 154, και (β) στη μαρτυρία που δόθηκε εκ μέρους της Αστυνομίας δηλώθηκε ότι πιθανό να διερευνάτο και αδίκημα για παράνομη εργοδότηση αλλοδαπών.
Ο συνήγορος του εφεσείοντος παρέπεμψε στις αποφάσεις Σιακαλλή ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 583 και Αριστοτέλους ν. Αστυνομίας Π.Ε. 7301, ημερ. 21.5.02.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η σύνδεση του εφεσείοντος με το υπό διερεύνηση αδίκημα προκύπτει σαφώς, αφού αυτός, όπως και ο ίδιος παραδέχθηκε, ήταν ο υπεύθυνος της διεξαγωγής των εργασιών για την ανέγερση της οικοδομής σύμφωνα με τα αρχιτεκτονικά σχέδια. Το γεγονός ότι η συμβατική υποχρέωση εργολαβίας ήταν εκείνη της εταιρείας είναι άνευ σημασίας.
2. Είναι σαφές στην παρούσα περίπτωση, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο διέταξε την κράτηση του εφεσείοντος σε συνάρτηση με το αδίκημα το οποίο διερευνάτο, δηλαδή την παράβαση του Άρθρου 205 του Κεφ. 154. Εξ άλλου το Άρθρο 20 του Ποινικού Κώδικα δεν είναι δυνατό από μόνο του να δημιουργεί ξεχωριστό αδίκημα.
Η απόφαση στην Αριστοτέλους ν. Αστυνομίας (πιο πάνω) όπου διατάχθηκε πρωτίστως η κράτηση για διερεύνηση άλλων αδικημάτων, σαφώς διαφοροποιείται από την παρούσα. Το διάταγμα εκδόθηκε, όπως προκύπτει σαφώς από την απόφαση του πρωτόδικου δικαστή, μόνο για σκοπούς διερεύνησης του αδικήματος της ανθρωποκτονίας.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Σιακαλλή ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 583,
Αριστοτέλους ν. Αστυνομίας, Π.Ε. 7301 ημερ. 21.5.02.
Έφεση εναντίον Διατάγματος Kράτησης.
Έφεση από τον εφεσείοντα, υπεύθυνο των οικοδομικών εργασιών και αξιωματούχου της εργολήπτριας εταιρείας υπό ανέγερση οικοδομής στη Λευκωσία, από την οποία δύο εργαζόμενοι αλλοδαποί κατέπεσαν από κλιμακοστάσιο και βρήκαν ακαριαίο θάνατο εναντίον του Διατάγματος 6ήμερης Kράτησής του, το οποίο εκδόθηκε από το Eπαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας (Yπόθεση Aρ. 431/2004), ημερομηνίας 26/9/2004, ως ενός από τους υπόπτους για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, κατά παράβαση του Άρθρου 205 του Kεφ. 154.
Λ. Παπαφιλίππου με Γ. Νικολαϊδη, για τον Εφεσείοντα.
Φ. Τιμοθέου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Π. Αρτέμη.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Σε ανεγειρόμενη οικοδομή στη Λευκωσία κατασκευάστηκαν 2 τσιμεντένιες σκάλες ύψους 15 περίπου μέτρων στη δεξιά και αριστερά πλευρά του κτιρίου της κεντρικής εισόδου. Στις 25/9/04 ενώ βρίσκονταν και εργάζονταν στην οικοδομή 3 αλλοδαποί πάνω στο κλιμακοστάσιο, ξαφνικά το τελευταίο κατέρρευσε, με αποτέλεσμα να καταπλακώσει τους δύο που βρήκαν ακαριαίο θάνατο.
Μετά τα πιο πάνω γεγονότα, η Αστυνομία συνέλαβε ως ύποπτους για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, κατά παράβαση του άρθρου 205 του Κεφ. 154, τους Γεώργιο Πολυχρόνη, Κώστα Σκουλιά και Παναγιώτη Ιγνατίου, εφεσείοντα στην παρούσα υπόθεση. Ο πρώτος ύποπτος ήταν ο υπεύθυνος πολιτικός μηχανικός της οικοδομής και εντός του Μαίου του 2004 είχε διαπιστώσει ότι τα δύο κλιμακοστάσια ήταν επικίνδυνο να καταρρεύσουν, αφού δεν είχαν τοποθετηθεί δοκοί στήριξης. Γνωστοποίησε αυτό το γεγονός και στον δεύτερο ύποπτο, που ήταν ο υπεργολάβος-σιδεράς της οικοδομής, που ανέλαβε την ευθύνη κατασκευής των δοκών. Η οδηγία αυτή επαναλήφθηκε από τον πολιτικό μηχανικό προς τον δεύτερο ύποπτο και τον Ιούνιο του 2004, αλλά απ' ότι φαίνεται ο δεύτερος ύποπτος ουδέποτε προέβη, σύμφωνα με τη μαρτυρία, στην ανέγερση των δοκών. Ο τρίτος ύποπτος/εφεσείων ήταν ο υπεύθυνος των οικοδομικών εργασιών, αξιωματούχος της εταιρείας Ferror Building Ltd. που ήταν ο εργολάβος της οικοδομής. Σύμφωνα με το εύρημα του πρωτόδικου δικαστή, ο εφεσείων ήταν υποχρεωμένος να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η οικοδομή να ανεγείρεται με βάση τα αρχιτεκτονικά σχέδια.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές νομικές αρχές και τη μαρτυρία που είχε ενώπιον του, εξέδωσε διάταγμα 6ημερης κράτησης του εφεσείοντα παρόλο ότι είχε ζητηθεί 8ήμερη κράτηση.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης, προσβάλλεται η σύνδεση του εφεσείοντα με το υπό διερεύνηση αδίκημα ως εσφαλμένη και μη υποστηριζόμενη από τη μαρτυρία. Η αιτιολογία που προβάλλεται είναι ότι κακώς κατέληξε το δικαστήριο στο συμπέρασμα, ότι ο εφεσείων ήταν εργολάβος της οικοδομής και ότι είχε την άμεση ευθύνη των εργασιών, αφού, σύμφωνα με το μάρτυρα της αστυνομίας, εργολάβος της οικοδομής ήταν η εταιρεία Ferror Building Ltd.
Η πιο πάνω εισήγηση δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Είναι καθαρό από τη μαρτυρία που υπήρχε ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, ότι ο ύποπτος/εφεσείων ήταν ο αξιωματούχος της πιο πάνω εταιρείας που ήταν υπεύθυνος των εργασιών στην ανεγειρόμενη οικοδομή, γεγονός που το παραδέχθηκε και ο ίδιος σύμφωνα με τη μαρτυρία που δόθηκε στο δικαστήριο.
Κάτω από τις συνθήκες, δε θεωρούμε ότι έχει σημασία το γεγονός ότι η συμβατική υποχρέωση εργολαβίας ήταν εκείνη της εταιρείας. Εδώ πρόκειται περί ποινικού αδικήματος και η σύνδεση του εφεσείοντα με το υπό διερεύνηση αδίκημα προκύπτει σαφώς, αφού αυτός, όπως και ο ίδιος παραδέχθηκε, ήταν ο υπεύθυνος της διεξαγωγής των εργασιών για την ανέγερση της οικοδομής σύμφωνα με τα αρχιτεκτονικά σχέδια. Ως εκ τούτου ο πρώτος λόγος έφεσης θα πρέπει να απορριφθεί.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης, ο εφεσείων προβάλλει ότι η προσωποκράτησή του, διατάχθηκε για τη διερεύνηση άλλου αδικήματος απ' εκείνο για το οποίο συνελήφθη. Σύμφωνα με την αιτιολογία που δίδεται και την αγόρευση ενώπιον μας του ευπαίδευτου συνήγορου του εφεσείοντα, ο λόγος αυτός έχει δύο σκέλη.
Κατά πρώτον παραπονείται ο εφεσείων ότι ενώ ο ύποπτος συνελήφθη για ανθρωποκτονία με βάση το άρθρο 205 του Κεφ. 154, ο δικαστής προέβη σε εύρημα ότι δυνατό να ενέχεται ως συναυτουργός σε αδίκημα, δυνάμει του άρθρου 20 του Κεφ. 154. Επισημαίνουμε πως το δικαστήριο στην απόφαση του ξεκάθαρα θεωρεί τον ύποπτο ως συνδεδεμένο με το αδίκημα της ανθρωποκτονίας και απλώς παρατηρεί πως, εν πάση περιπτώσει, θα μπορούσε να θεωρείται και υπεύθυνος με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα. Δυσκολευόμαστε να αντιληφθούμε την έννοια του επιχειρήματος αυτού. Το άρθρο 20 δεν είναι δυνατό από μόνο του να δημιουργεί ξεχωριστό αδίκημα, εφόσον οι πρόνοιες του αφορούν μόνο τον τρόπο με τον οποίο κάποιος μπορεί να θεωρηθεί ένοχος για οποιοδήποτε αδίκημα που περιλαμβάνεται στον Ποινικό Κώδικα. Είναι σαφές στην παρούσα περίπτωση, ότι το πρωτόδικο δικαστήριο διέταξε την κράτηση του σε συνάρτηση με το αδίκημα το οποίο διερευνάτο, δηλαδή την παράβαση του άρθρου 205 του Κεφ. 154.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, σε σχέση με το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου, αναφέρθηκε στη μαρτυρία που δόθηκε εκ μέρους της Αστυνομίας και το γεγονός ότι δηλώθηκε εκεί ότι πιθανό να διερευνάτο και αδίκημα για παράνομη εργοδότηση αλλοδαπών. Παρέπεμψε δε σε σημείο της μαρτυρίας του μάρτυρα, στη σελ. 8, όπου ανέφερε τα ακόλουθα:
«Ε. Η μαρτυρία που πιθανόν να επηρεάσει ο ύποπτος περιλαμβάνει και τους ξένους εργάτες οι οποίοι πιθανόν να ενισχύσουν τη θέση σας για παράνομη εργοδότηση;
Α. Πιθανόν.
Ε. Γι' αυτό ζητάτε την κράτηση;
Α. Και γι' αυτό το λόγο.»
Προς υποστήριξη της πιο πάνω θέσης ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα μας παρέπεμψε στις αποφάσεις Σιακαλλή ν. Αστυνομίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 583 και Αριστοτέλους ν. Αστυνομίας, Π.Ε. 7301, ημερ. 21/5/02.
Στην Αριστοτέλους (πιο πάνω) θεωρήθηκε ότι είναι ανεπίτρεπτο να εκδίδεται διάταγμα προσωποκράτησης για διερεύνηση αδικημάτων άλλων από εκείνα για τα οποία υποβάλλεται η αίτηση και το Εφετείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σ' εκείνη την υπόθεση δε χωρούσε «αμφιβολία ότι ο Δικαστής, ο οποίος επελήφθη του αιτήματος για προσωποκράτηση, συνάρτησε την απόφαση του κυρίως με τη διερεύνηση αδικημάτων άλλων από εκείνα για τα οποία είχε συλληφθεί ο ύποπτος.» Αποδέχθηκε έτσι την έφεση και ακύρωσε το εκδοθέν ένταλμα προσωποκράτησης.
Στη Σιακαλλή (ανωτέρω) όμως, παρόλο ότι το Δικαστήριο έλαβε υπόψη και τις ανάγκες επέκτασης της διερεύνησης σε ενδεχόμενη διάπραξη άλλων παρόμοιων αδικημάτων, που ήταν σφάλμα, έκρινε τελικά ότι το εν λόγω σφάλμα δεν επέδρασε ώστε να μειώνει την ανάγκη κράτησης του εφεσείοντα σχετικά με την άλλη πτυχή που διερευνάτο, και απέρριψε την έφεση.
Στην υπό εκδίκαση έφεση προκύπτει σαφώς από την απόφαση του πρωτόδικου δικαστή πως το διάταγμα το εξέδωσε μόνο για σκοπούς διερεύνησης του αδικήματος της ανθρωποκτονίας και όχι για διερεύνηση πιθανών αδικημάτων παράνομης εργοδότησης. Στην απόφαση του επίσης κάμνει και σχετική αναφορά στην Αριστοτέλους, η οποία τέθηκε και ενώπιόν μας, όπως αναφέραμε πιο πάνω.
Έτσι, η απόφαση Αριστοτέλους, όπου διατάχθηκε πρωτίστως η κράτηση για διερεύνηση άλλων αδικημάτων, σαφώς διαφοροποιείται από την παρούσα.
Η κρίση του δικαστηρίου για το χρόνο κράτησης έγινε με βάση τη μαρτυρία που είχε ενώπιον του σχετικά με το τι παρέμενε να διερευνηθεί και ως εκ τούτου δόθηκαν 6 ημέρες αντί 8 που είχαν ζητηθεί. Εν πάση περιπτώσει, το θέμα της χρονικής διάρκειας της κράτησης δεν εγείρεται απευθείας ενώπιόν μας με λόγο έφεσης.
Ως συνέπεια των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται.
H έφεση απορρίπτεται.