ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 2 ΑΑΔ 46
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Εφεση Αρ.7540)
3 Φεβρουαρίου, 2004
[ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
ΙΑΚΩΒΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
― ― ― ― ―
Γ. Γεωργίου,
Ηλ. Στεφάνου, για την Εφεσίβλητη.
― ― ― ― ―
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων παραδέχθηκε κατηγορίες για κλοπή, πλαστογραφία εγγράφου, κυκλοφορία πλαστού εγγράφου, απόσπαση περιουσίας διά ψευδών παραστάσεων και πλαστοπροσωπία κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων του Ποινικού Κώδικα Κεφ. 154. Του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 3, 6, 6, 3 και 4 μηνών αντίστοιχα σε κάθε κατηγορία. Με την παρούσα έφεση προσβάλλει την ποινή ως έκδηλα υπερβολική. Η αιτιολογία που αναφέρεται στο λόγο έφεσης διατυπώνεται ως εξής:
«Το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε κατά την επιβολή της ποινής ως προς το ότι δεν έλαβε επαρκώς υπόψιν ότι παρήλθαν πέραν των τριών (3) ετών από την διάπραξη του αδικήματος μέχρι την επιβολή της ποινής και εν τω μεταξύ είχαν αλλάξει ριζικά οι προσωπικές συνθήκες του Εφεσείοντα, αφού συνήψε γάμο και εξασφάλισε μόνιμη εργασία.
Περαιτέρω το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε κατά το ότι δεν έλαβε καθόλου υπόψιν ένα ουσιαστικό μετριαστικό παράγοντα, ήτοι ότι ο Εφεσείων αποζημίωσε τον παραπονούμενο και μάλιστα έξι (6) σχεδόν μήνες πριν την έναρξη της ποινικής δίωξης, γεγονός το οποίο το δικαστήριο το αντιπαρήλθε χωρίς οποιαδήποτε αναφορά στην απόφαση, ως εάν να μην υπήρχε ή ως εάν να μην ετέθη κατά την αγόρευση προς μετριασμό της ποινής, ενώ είχε αναφερθεί, ο εισαγγελέας το επιβεβαίωσε και η σχετική απόδειξη κατετέθη ως τεκμήριο.»
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες των αδικημάτων μεταξύ 1.7.2001 και 31.7.2001 σε άγνωστη ημερομηνία για την Κατηγορούσα Αρχή, ο εφεσείων έκλεψε μια επιταγή £52,80 των Κοινωνικών Ασφαλίσεων και αφού την πλαστογράφησε την έθεσε σε κυκλοφορία. Με ψευδείς παραστάσεις και πλαστοπροσωπία παρέδωσε την επιταγή σε ανυποψίαστο πρόσωπο από το οποίο απέσπασε χρήματα και αγαθά, ίσης αξίας με το ποσό της επιταγής. Σε θεληματική κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία, ομολόγησε τις πράξεις του και ζήτησε συγνώμη. Βαρύνεται με προηγούμενη καταδίκη για παρόμοιες υποθέσεις για την οποία του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης έξι χρόνων η οποία μειώθηκε από το Εφετείο στα τέσσερα χρόνια.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, κατόπιν ορθής αναφοράς των αρχών
* οι οποίες διέπουν το θέμα της επιμέτρησης της ποινής σε παρόμοιες υποθέσεις, έλαβε υπόψη για σκοπούς μετριασμού της ποινής ότι και οι πέντε κατηγορίες αφορούσαν στο μικρό ποσό μιας επιταγής και το χρονικό διάστημα που διέρρευσε από την ημέρα διάπραξης των αδικημάτων μέχρι την επιβολή της ποινής. Το δικαστήριο έλαβε επίσης υπόψη ότι ο εφεσείων ομολόγησε αμέσως τις πράξεις του στην αστυνομία ότι είναι ηλικίας 52 χρόνων και πατέρας τεσσάρων παιδιών. Παράλληλα, λήφθηκαν υπόψη η σοβαρότητα του αδικήματος και η έξαρση στη διάπραξη παρόμοιων αδικημάτων. Ορθά επισημαίνεται στην εκκαλούμενη απόφαση ότι η προηγούμενη καταδίκη του εφεσείοντα περιόρισε τα περιθώρια της επιείκειας στην οποία θα εδικαιούτο αν δεν βαρυνόταν με αυτή την προηγούμενη καταδίκη. Συνεκτιμώντας όλα τα πιο πάνω στοιχεία, το δικαστήριο αποφάσισε ότι η αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή για όλες τις κατηγορίες ήταν η ποινή της άμεσης φυλάκισης.Το παράπονο του εφεσείοντα ότι δεν λήφθηκε επαρκώς υπόψη η πάροδος μεγάλου χρονικού διαστήματος από τη διάπραξη του αδικήματος μέχρι την επιβολή της ποινής δεν ευσταθεί γιατί στην εκκαλούμενη απόφαση γίνεται λόγος για την καθυστέρηση που έχει παρατηρηθεί και σαφώς προκύπτει ότι η καθυστέρηση προσμέτρησε ως παράγων μετριαστικός της ποινής. Στην εκκαλούμενη απόφαση καταγράφονται οι προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα και ξεκάθαρα φαίνεται ότι λήφθηκαν και αυτές υπόψη ως παράγων για μετριασμό της ποινής. Είναι γεγονός ότι στην απόφαση δεν αναφέρεται ρητά ότι λήφθηκε υπόψη η πληρωμή του ποσού της επιταγής στο δικαιούχο πριν από την επιβολή της ποινής. Το ποσό για το οποίο γίνεται λόγος είναι τόσο μικρό που σίγουρα δεν θα μπορούσε να επηρεάσει την κρίση του δικαστηρίου στον καθορισμό της ποινής. Εξάλλου, η αποζημίωση του θύματος δεν αποτελεί βαρυσήμαντο στοιχείο. Βλ. Ανδρέας Κ. Μενελάου άλλως Καραμανλής ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 6901, 20.4.2000. Ορθά επισημαίνει το δικαστήριο ότι η διάπραξη παρόμοιων αδικημάτων προσλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις και ως εκ τούτου παρουσιάζεται επιτακτική η ανάγκη της αναχαίτισης και αποτροπής διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων χάριν της προστασίας των συναλλαγών που διεξάγονται με τη χρήση και κυκλοφορία των επιταγών.
Η έφεση απορρίπτεται.
FONT>ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.
Π. ΚΑΛΛΗΣ, Δ.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.