ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
PHILIPPOU ν. REPUBLIC (1983) 2 CLR 245
Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 224
Σαρίδης ν. Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 465
Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 525
Παναγή ν. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 75
Προκοπίου & άλλος ν. Αστυνομίας και άλλου. (1995) 2 ΑΑΔ 73
Γεν. Εισαγγελέας ν. Φανιέρου (1996) 2 ΑΑΔ 303
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2001) 2 ΑΑΔ 784
18 Δεκεμβρίου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΘΕΟΔΟΣΗ ΚΟΥΡΙΕΩΣ,
Εφεσιβλήτου.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7159)
Ποινή ― Πρόκληση θανάτου, λόγω αλόγιστης οδήγησης, κατά παράβαση του Άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 ― Οριακή αμέλεια ― Παραδοχή ― Ευμενείς προσωπικές συνθήκες ― Εφεσίβλητος ηλικίας 47 ετών ― Λευκό ποινικό μητρώο ― Απώλεσε την εργασία του ως αποτέλεσμα της στέρησης της άδειας οδηγού ― Επιβολή προστίμου £750,00 και στέρηση άδειας οδηγού για 18 μήνες ― Δεν κρίθηκε ανεπαρκής.
Ποινή ― Ανεπαρκής ποινή ― Το κριτήριο της ανεπαρκούς ποινής πρέπει να έχει αντικειμενικό έρεισμα ― Το Εφετείο δεν επεμβαίνει εκτός εάν η ποινή είναι έκδηλα ανεπαρκής.
Ο εφεσίβλητος οδηγούσε το αυτοκίνητό του κατά μήκος της Λεωφόρου Ομονοίας στη Λεμεσό, με κατειλημμένη την αριστερή πλευρά πλεύσεως απο σταθμευμένα αυτοκίνητα. Το θύμα προσπάθησε να διασταυρώσει το δρόμο εξερχόμενο μέσα από διάδρομο μεταξύ των σταθμευμένων αυτοκινήτων, όταν απόσταση πέντε έως έξι μέτρων το χώριζε από το επερχόμενο όχημα του εφεσίβλητου, ο οποίος παρόλο ότι κινήθηκε δεξιά, δεν κατάφερε να αποτρέψει το μοιραίο.
Ο Γενικός Εισαγγελέας εφεσίβαλε την επιβληθείσα ποινή, η οποία συνίστατο σε πρόστιμο £750,00 και στέρηση άδειας οδηγού για 18 μήνες, ως ανεπαρκή.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η αλόγιστη συμπεριφορά του εφεσίβλητου ήταν το αποτέλεσμα στιγμιαίου σφάλματος και, ως εκ τούτου, δεν εδικαιολογείτο η επιβολή ποινής φυλάκισης.
2. Το κριτήριο για το χαρακτηρισμό ποινής ως έκδηλα ανεπαρκούς πρέπει να ανευρίσκει αντικειμενικό χαρακτήρα.
3. Στην παρούσα υπόθεση, η ποινή, δεν καταφαίνεται ως ανεπαρκής κάτω από οποιαδήποτε οπτική γωνία ήθελε ιδωθεί.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Γενικός Εισαγγελέας ν. Φανιέρου (1996) 2 Α.Α.Δ. 303,
Προκοπίου κ.ά. ν. Αστυνομίας κ.ά. (1995) 2 Α.Α.Δ. 73,
Μενελάου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 232,
Παναγή ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 75,
Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224,
Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342,
Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245,
Σαρίδης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 465,
Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση από το Γενικό Εισαγγελέα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, Υπόθεση Αρ. 23356/99, ημερομηνίας 18/7/01 με την οποία, βάσει της δικής του παραδοχής, ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος του αδικήματος της πρόκλησης θανάτου, λόγω αλόγιστης οδήγησης, κατά παράβαση του Άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154 με θύμα το Γρηγόρη Θεμιστοκλέους, 77 ετών και καταδικάστηκε σε πρόστιμο £750,00 και στέρηση της άδειας οδηγού αυτοκινήτου για 18 μήνες, ως ποινής έκδηλα ανεπαρκούς.
Ι. Λουκαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, με την B. Loyal, Ασκούμενη Δικηγόρο, για τον Εφεσείοντα.
Γ. Κονναρής, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Βάσει της δικής του παραδοχής, ο εφεσίβλητος κρίθηκε ένοχος του αδικήματος της πρόκλησης θανάτου, λόγω αλόγιστης οδήγησης, κατά παράβαση του Άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154· θύμα ήταν ο Γρηγόρης Θεμιστοκλέους, 77 ετών. Καταδικάστηκε σε πρόστιμο £750,00 και στέρηση της άδειας οδηγού αυτοκινήτου για 18 μήνες.
Ο Γενικός Εισαγγελέας προσβάλλει την ποινή ως ανεπαρκή και ζητά, με την παρούσα έφεση, την επιβολή σοβαρότερης ποινής - (βλ. Γεν. Εισαγγελέας ν. Φανιέρου (1996) 2 Α.Α.Δ. 303). Όπως καθορίστηκε στην Ειδοποίηση Έφεσης και διευκρινίστηκε ενώπιόν μας από την κ. Λουκαϊδου, η οποία εκπροσώπησε το Γενικό Εισαγγελέα, επιζητείται η ανατροπή της επιβληθείσας ποινής, με αναφορά:-
1. Στη σοβαρότητα της φύσης του αδικήματος. Κατά τον κρίσιμο χρόνο, το αδίκημα έφερε ποινή φυλάκισης μέχρι δύο έτη και £1.000,00 πρόστιμο*· και
2. Στην έκταση που έχουν προσλάβει αδικήματα αυτής της κατηγορίας.
Η κ. Λουκαϊδου υπέβαλε ότι η συχνότητα αδικημάτων, κάτω από το Άρθρο 210 του Ποινικού Κώδικα, έχει προσλάβει ανησυχητικές διαστάσεις, ώστε να δικαιολογείται η πρόσδοση αποτρεπτικού χαρακτήρα στην τιμωρία αδικημάτων αυτής της μορφής, όπως έχει δικαστικά αναγνωριστεί και στις δύο αποφάσεις στις οποίες μας παρέπεμψε - στην Προκοπίου & Άλλος ν. Αστυνομίας και Άλλου (1995) 2 Α.Α.Δ. 73 και στη Μενελάου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 232. Στην πρώτη, διαπιστώνεται ότι αδικήματα κάτω από το Άρθρο 210 «... έχουν καταντήσει μάστιγα στον τόπο μας και τα πρωτόδικα Δικαστήρια πρέπει να επιβάλλουν αποτρεπτικές ποινές.» - (σελ. 77). Στη δεύτερη, τα οδικά δυστυχήματα χαρακτηρίζονται ως χαίνουσα πληγή για την κυπριακή κοινωνία, γνώρισμα των οποίων είναι ο έντονος αντικοινωνικός χαρακτήρας - (βλ., επίσης Παναγή ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 75).
Αναγνώρισε η κ. Λουκαϊδου ότι τα περιστατικά του αδικήματος, στην προκείμενη περίπτωση, το αποσυνδέουν από τις πλέον σοβαρές μορφές του αδικήματος που στοιχειοθετεί το Άρθρο 210. Πλην, η κατά φύση σοβαρότητα αυτών των αδικημάτων, σε συνδυασμό με την έξαρσή τους, καθιστούν την ποινή ανεπαρκή, σε βαθμό που να δικαιολογείται η επέμβασή μας. Οι προσωπικές συνθήκες του εφεσίβλητου, παρόλο που είναι ευμενείς, δεν αμβλύνουν, καθώς υποστήριξε, το στοιχείο της αποτροπής, στο πλαίσιο εξατομίκευσης της ποινής - (βλ., μεταξύ άλλων, Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 224 και Πισκόπου ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 342).
Ο κ. Κονναρής, εκ μέρους του εφεσίβλητου, σε συμφωνία με το πρωτόδικο Δικαστήριο, υπέβαλε ότι τα περιστατικά της υπόθεσης κατατάσσουν το διαπραχθέν αδίκημα στη χαμηλότερη κλίμακα σοβαρότητας αυτής της κατηγορίας αδικημάτων, ενώ οι προσωπικές συνθήκες του εφεσίβλητου και οι συνέπειες που ενείχε για τον ίδιο η καταδίκη του δικαιολογούσαν άκραν επιείκεια. Ο εφεσίβλητος, κατά τον κρίσιμο χρόνο, ήταν 47 ετών, χωρίς προηγούμενα. Ως αποτέλεσμα της στέρησης της άδειας οδηγού, έχασε την εργασία του - οδηγός σε κέντρο πώλησης αυτοκινήτων.
Τα αναμφισβήτητα περιστατικά του αδικήματος, όπως έχουν διαπιστωθεί από το πρωτόδικο Δικαστήριο, είναι τα ακόλουθα: Ο εφεσίβλητος οδηγούσε το αυτοκίνητό του κατά μήκος της Λεωφόρου Ομονοίας στη Λεμεσό, με κατειλημμένη την αριστερή πλευρά πλεύσεως από σταθμευμένα αυτοκίνητα. Το θύμα, εξερχόμενο μέσα από διάδρομο μεταξύ των σταθμευμένων αυτοκινήτων, εισήλθε στο δρόμο, οδεύοντας για να τον διασχίσει, όταν απόσταση πέντε έως έξι μέτρων τον χώριζε από το επερχόμενο όχημα του εφεσίβλητου. Η προσπάθεια του τελευταίου να αποφύγει τη σύγκρουση, με κίνηση προς τα δεξιά, δεν απέτρεψε το μοιραίο. Συγκρούστηκε με τον πεζό, στην αριστερή πλευρά του αυτοκινήτου του, με θανάσιμα αποτελέσματα για τον τελευταίο.
Η αμέλεια του εφεσίβλητου εντοπίζεται στην παράλειψη επικέντρωσης της προσοχής του και λήψης ανάλογων προστατευτικών μέτρων έναντι πιθανού κινδύνου, ως εκείνου ο οποίος εκδηλώθηκε με την εισχώρηση στο δρόμο, μέσω του διαδρόμου των σταθμευμένων αυτοκινήτων, του αποβιώσαντος.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, μετά από εκτενή αναφορά στη νομολογία, διαφωτιστική των αρχών που προσδιορίζουν το μέτρο τιμωρίας ατόμων που παραβατούν κατά του Άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα, κατέληξε ότι η αλόγιστη συμπεριφορά του εφεσίβλητου ήταν το αποτέλεσμα στιγμιαίου σφάλματος και, ως εκ τούτου, δεν εδικαιολογείτο η επιβολή ποινής φυλάκισης.
Συμφωνούμε. Κάτω από οποιοδήποτε φακό και αν κριθούν τα περιστατικά του αδικήματος, δεν μπορεί παρά να διαπιστωθεί ότι η αμέλεια του εφεσίβλητου, απολήγουσα σε αλόγιστη συμπεριφορά, ήταν οριακή.
Το κριτήριο για το χαρακτηρισμό ποινής ως έκδηλα ανεπαρκούς πρέπει να ανευρίσκει αντικειμενικό έρεισμα - (βλ., μεταξύ άλλων, Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245· Σαρίδης ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 465· Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525).
Τα γεγονότα, που στοιχειοθετούν και περιβάλλουν το αδίκημα, δεν καθιστούσαν αναπότρεπτη την επιβολή ποινής φυλάκισης. Η ποινή δεν καταφαίνεται ως ανεπαρκής, κάτω από οποιαδήποτε οπτική γωνία ήθελε ιδωθεί.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.