ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 2 ΑΑΔ 715
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΕΦΕΣΕΙΣ ΑΡ. 6786 και 6800
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΑΡΤΕΜΗ,ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
ΚΑΛΛΗ, ΚΡΟΝΙΔΗ, ΗΛΙΑΔΗ, ΚΡΑΜΒΗ,
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ/στών
ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 6786
Εταιρεία Ανδρόνικος Βασιλειάδης & Υιοί Λτδ.,
Εφεσείοντες
- ν -
Α σ τ υ ν ο μ ί α ς,
Εφεσίβλητης
------------------------
ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 6800
Γιώργος Βασιλειάδης,
Εφεσείων
- ν -
Α σ τ υ ν ο μ ί α ς,
Εφεσίβλητης
------------------------
19 Οκτωβρίου, 2001
Για τους Εφεσείοντες και στις δύο Εφέσεις: Π. Αγγελίδης.
Για την Εφεσίβλητη και στις δύο Εφέσεις: Α. Μαππουρίδης,
Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
------------------------
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.
: Στη Γεωργίου κ.ά. ν. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 6759, 6801 και 6802, 8/12/1999, (απόφαση πλειοψηφίας), κρίθηκε ότι είναι συνταγματικά παραδεκτοί περιορισμοί του δικαιώματος εργασίας, ρυθμιστικοί των ωρών και ημερών λειτουργίας των καταστημάτων, χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Το κριτήριο για τον έλεγχο της συνταγματικότητας περιορισμών στην άσκηση κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών είναι, όπως αναφέρεται στην ίδια απόφαση, το ακόλουθο:-«Περιορισμοί στην άσκηση των θεμελιωδών δικαιω-μάτων του ανθρώπου κρίνονται πάντα αυστηρά. Η επιβολή τους πρέπει να καταφαίνεται ως απόλυτα αναγκαία και η έκταση του περιορισμού δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερη απ΄ ότι είναι απαραίτητο για την προαγωγή του σκοπού χάριν του οποίου επιβάλλεται.»
Επισημαίνεται, ωσαύτως, ότι ο περί Βοηθών Καταστημάτων Νόμος, ΚΕΦ. 185, (ο «Νόμος»), έχει δύο κεντρικούς στόχους, όπως ανακύπτει από το κείμενο του:-
(α) Τη ρύθμιση της λειτουργίας των καταστημάτων. και
(β) Τον καθορισμό των ωρών απασχόλησης των βοηθών καταστημάτων.
Το ΄Αρθρο 5 του Νόμου παρέχει τη δυνατότητα ρύθμισης των ημερών και των ωρών απασχόλησης των βοηθών καταστημάτων. Ο καθορισμός των ημερών λειτουργίας των καταστημάτων συμπλέκεται, ως υποδεικνύεται στη Γεωργίου κ.ά. ν. Αστυνομίας, (ανωτέρω), και με τους δύο σκοπούς του νομοθετήματος. Στην ίδια απόφαση, γίνεται αναφορά στη νομολογία που άπτεται των περιορισμών, που παραδεκτά μπορεί να τεθούν κάτω από τις διατάξεις του ΄Αρθρου 25.2 του Συντάγματος, στη φύση και στην έκτασή τους. Στο απόσπασμα που ακολουθεί μνημονεύονται μερικοί από τους σκοπούς, για τους οποίους μπορεί να τεθούν περιορισμοί στην άσκηση του δικαιώματος που κατοχυρώνει το ΄Αρθρο 25.1 του Συντάγματος, χάριν του δημοσίου συμφέροντος:- (Απόφαση Γεωργίου, (ανωτέρω))
«Αρκεί να αναφέρουμε μερικούς από τους σκοπούς στους οποίους οι βοηθοί καταστημάτων μπορεί να διαθέσουν το χρόνο της ημιαργίας για να καταφανεί το συμφέρον του δημοσίου στην εξασφάλισή τους. παιδεία, πολιτισμός, αθλητισμός, οικογένεια, και συμμετοχή στα κοινά. Στην εξασφάλιση των συνθηκών σύντονης λειτουργίας του ανθρώπου στον κοινωνικό χώρο, το δημόσιο έχει μεγάλο συμφέρον. προς την εξυπηρέτηση αυτού του συμφέροντος συναρτάται η καθιέρωση της δεύτερης ημιαργίας για τους βοηθούς καταστημάτων. Η καθιέρωση και δεύτερης ημιαργίας συνιστά, σε τελική ανάλυση, ρύθμιση της λειτουργίας των καταστημάτων. Και ερωτάται, συρρικνώνει η καθιέρωση δεύτερης ημιαργίας το δικαίωμα του εμπορεύεσθαι σε βαθμό που να πλήττει την ελευθερία που εγγυάται το Άρθρο 25.1; Κρίνουμε, όχι. Τα καταστήματα λειτουργούν έξι ημέρες της εβδομάδος, έξι πρωϊνά και τέσσερα απογεύματα.»
Το επίδικο συνταγματικό θέμα στη Γεωργίου κ.ά. ν. Αστυνομίας ήταν το παραδεκτό καθιέρωσης και δεύτερης ημιαργίας (το απόγευμα της Τετάρτης), κατ' επίκληση των διατάξεων του ΄Αρθρου 5 του Νόμου. Το συνταγματικό ζήτημα, που τέθηκε πρωτοδίκως σ' αυτή την έφεση, αφορούσε τη συνταγματικότητα του ΄Αρθρου 4 του Νόμου, το οποίο καθορίζει τις ώρες λειτουργίας των καταστημάτων. Το κατάστημα των εφεσειόντων ήταν ανοικτό εκτός των προβλεπομένων από το ΄Αρθρο 4 ωρών. Οι εφεσείοντες υπέβαλαν ενώπιον του δικάσαντος Δικαστηρίου ότι οι περιορισμοί που τίθενται είναι αντίθετοι προς την ελευθερία που κατοχυρώνει το ΄Αρθρο 25.1 του Συντάγματος και, ως εκ τούτου, αντισυνταγματικοί. ΄Εθεσαν, νεφελωδώς έστω, και δεύτερο συνταγματικό θέμα - ότι οι περιορισμοί που καθιερώνει το ΄Αρθρο 4 προσκρούουν στο ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος, εφόσον τα καταστήματα που ευρίσκονται σε τουριστικές ζώνες εξαιρούνται του προβλεπομένου από το Νόμο ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε και τις δύο εισηγήσεις. έκρινε τους εφεσείοντες ένοχους του αδικήματος που στοιχειοθετείται από τα ΄Αρθρα 4 και 12 του Νόμου.
Οι εφεσείοντες άσκησαν έφεση, η οποία εστιάζεται στην αντισυνταγματικότητα του ΄Αρθρου 4 του Νόμου:-
Πρώτο, ότι οι περιορισμοί οι οποίοι τίθενται στη λειτουργία των καταστημάτων δεν ευρίσκουν έρεισμα στις πρόνοιες του ΄Αρθρου 25.2 του Συντάγματος
. καιΔεύτερο, ότι οι περιορισμοί παραβιάζουν την αρχή της ισότητας, η οποία κατοχυρώνεται ως δικαίωμα του ανθρώπου από το ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος
, λόγω των διαφορετικών ρυθμίσεων που γίνονται στις ώρες λειτουργίας των καταστημάτων σε τουριστικές περιοχές.Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου εκδόθηκε πριν την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Γεωργίου κ.ά. ν. Αστυνομίας. Το δικάσαν Δικαστήριο απέρριψε την εισήγηση περί αντισυνταγματικότητας του ΄Αρθρου 4 του Νόμου, κρίνοντας ότι οι τεθέντες περιορισμοί στο δικαίωμα που κατοχυρώνει το ΄Αρθρο 25 του Συντάγματος ήταν δικαιολογημένοι, χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Προς τούτο, το Δικαστήριο επικαλέστηκε και τις παρατηρήσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη The Attorney-General of the Republic v. Hussein Sabri (1963) 1 C.L.R. 50, το ακόλουθο απόσπασμα από την οποία χαρακτηρίζει τη θεώρηση του θέματος αυτού:- (σελ. 51 - Απόφαση Wilson, P.)
"It is clear from the record that the accused kept his grocery shop open after 14.00 hours on Saturday, March 16, 1963, and that it was open at 16.00 hours. We must take this occasion to stress that the shop closing hours must be observed not only for the protection of the employees but also to prevent unfair competition by a shop-keeper keeping open longer hours than the law allows."
Ως προς το δεύτερο σκέλος του συνταγματικού θέματος το οποίο τέθηκε, το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέπεμψε στην Αβραάμ & άλλος ν. Αστυνομίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 60, όπου αποφασίστηκε ότι ιδιαίτερες ρυθμίσεις για τις ώρες λειτουργίας των καταστημάτων σε τουριστικές περιοχές δεν αντίκεινται προς την αρχή της ισότητας, εφόσον συναρτώνται με τις ιδιαιτερότητες των τουριστικών περιοχών, οι οποίες παρέχουν έρεισμα για διαφορετικές ρυθμίσεις. Η θέση του Δικαστηρίου επί του θέματος στην Αβραάμ & άλλος ν. Αστυνομίας, (ανωτέρω), περιέχεται στο ακόλουθο απόσπασμα:- (σελ. 69-70, απόφαση Στυλιανίδη, Δ., ως ήταν τότε)
«΄Ανιση μεταχείριση, η οποία έχει εύλογη και αντικειμενική δικαιολογία, δεν συνιστά παράβαση της αρχής της ισότητας.
Στην παρούσα υπόθεση, ο λόγος της εξαίρεσης για τα καταστήματα που βρίσκονται στις περιοχές που καθορίζει η Κ.Δ.Π. 57/88 είναι η εξυπηρέτηση τουριστικών αναγκών, γιατί οι περιοχές αυτές αποτελούν το επίκεντρο της κίνησης των τουριστών, σε μια πόλη με εκτεταμένη τουριστική κίνηση.
Οι εφεσείοντες δεν έχουν προσκομίσει οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο και δεν έχουν ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι, από άποψη τουριστικών αναγκών, οι περιοχές στις οποίες βρίσκονται τα καταστήματα τους είναι όμοιες με τις περιοχές που καθορίζονται στην Κ.Δ.Π. 57/88. Η διαφορετική μεταχείριση των περιοχών έχει εύλογο και αντικειμενικό έρεισμα και έγινε για ευρύτερο δημόσιο συμφέρον.
Για τους πιο πάνω λόγους, οι εφέσεις αποτυγχάνουν και απορρίπτονται.»
Και στην προκείμενη περίπτωση, διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν τέθηκε ο,τιδήποτε, το οποίο να δικαιολογεί και τη συμπερίληψη της περιοχής όπου ευρίσκεται το κατάστημα των εφεσειόντων στην τουριστική περιοχή.
Αναγνωρίστηκε από το δικηγόρο των εφεσειόντων ότι ο λόγος της απόφασης του Εφετείου στη Γεωργίου κ.ά. ν. Αστυνομίας δεν αφήνει περιθώρια για την αμφισβήτηση της νομικής βάσης της πρωτόδικης απόφασης, ως προς τη συνταγματικότητα του ΄Αρθρου 4 του Νόμου, με αναφορά στο ΄Αρθρο 25 του Συντάγματος. Υποστήριξε, όμως, ότι δικαιολογείται η αποδέσμευσή μας από τη Γεωργίου κ.ά. ν. Αστυνομίας, για τους λόγους που τέτοια απόκλιση από το δεσμευτικό προηγούμενο μπορεί να γίνει παραδεκτή.
Στη Μαυρογένης ν. Βουλής κ.ά. (Αρ. 3)
(1996) 1 Α.Α.Δ. 315, (απόφαση πλειοψηφίας), το Ανώτατο Δικαστήριο ανασκόπησε το σύνολο της νομολογίας, που πραγματεύεται τους λόγους και περιστάσεις κάτω από τις οποίες μπορεί να δικαιολογηθεί παρέκκλιση από δικαστικό προηγούμενο. Υιοθέτησε απόσπασμα από την απόφασή μας στη Νικολάου κ.α. ν. Νικολάου και άλλου (Αρ. 2) (1992) 1 Α.Α.Δ. 1338, το οποίο παρατίθεται πιο κάτω, ως προς το πότε είναι παραδεκτή απομάκρυνση από δεσμευτικό δικαστικό προηγούμενο, διευκρινίζοντας συγχρόνως ότι δέσμευση γεννάται και από απόφαση πλειοψηφίας, κατά τον ίδιο τρόπο όπως και από ομόφωνη απόφαση:- (σελ. 328)«'Τα περιθώρια και προϋποθέσεις για απόκλιση από προηγούμενες αποφάσεις της ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι ανάλογες με εκείνες που παρέχονται στη Δικαστική Επιτροπή της Βουλής των Λόρδων να αποκλίνει από προηγούμενες αποφάσεις της που περιέχονται στη διακήρυξη του 1966, [1966] 3 All E.R. 77. Στο προοίμιο της Διακήρυξης Πρακτικής επαναβεβαιώνεται η προσήλωση στο δικαστικό προηγούμενο ως το θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομείται το δίκαιο και προσδιορίζεται η εφαρμογή του σε συγκεκριμένους τομείς. Προηγούμενες αποφάσεις του δικαστηρίου θεωρούνται κατά κανόνα δεσμευτικές. Μόνο λόγοι κεφαλαιώδους σημασίας, όπως η ουσιαστική μεταβολή των περιστάσεων στις οποίες εδράζεται αρχή
Καμιά εισήγηση δεν έγινε, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει ανατροπή ή παρέκκλιση από το λόγο της Γεωργίου κ.ά. ν. Αστυνομίας, ο οποίος παραμένει ακλόνητος και σύμφωνος, ως κρίνουμε, με τη λογική του πράγματος. Για τους λόγους που είναι παραδεκτοί περιορισμοί στις ημέρες λειτουργίας των καταστημάτων, το ίδιο παραδεκτοί είναι και περιορισμοί στις ώρες εργασίας των καταστημάτων. ΄Αλλωστε, οι πρόνοιες των ΄Αρθρων 4 και 5 του Νόμου έχουν το ίδιο αντικείμενο, τη ρύθμιση της λειτουργίας των καταστημάτων - (τις ημέρες και ώρες λειτουργίας τους).
Ως προς το δεύτερο σκέλος της έφεσης - εκείνο που αφορά την αρχή της ισότητας - προέχει ο προσδιορισμός του νομικού πλαισίου, μέσα στο οποίο αναφύεται το θέμα αυτό. Αδιευκρίνιστο παρέμεινε, τόσο ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσο και ενώπιόν μας, το αντικείμενο της αμφισβήτησης. Προφανώς, το θέμα συσχετίζεται με τα Διατάγματα για τον καθορισμό των τουριστικών ζωνών στη Λεμεσό
*, με τη μη συμπερίληψη και του καταστήματος του εφεσείοντος σ' εκείνες τις περιοχές. Η εγκυρότητα των Διαταγμάτων, όπως και κάθε θέμα που σχετίζεται με αυτά δεν εξετάζονται, ούτε θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο διερεύνησης στην παρούσα διαδικασία. Ακόμα και αν τούτο ήταν εφικτό, ακύρωσή τους δε θα εξαιρούσε τους εφεσείοντες από τις διατάξεις του Νόμου.Εξαίρεση από τις διατάξεις του ΄Αρθρου 4 του Νόμου, ως προς τις ώρες λειτουργίας των καταστημάτων, προβλέπεται:-
Πρώτο, από τις πρόνοιες της επιφύλαξης που συνάπτεται σ' αυτό:-
«Νοείται ότι το άρθρο αυτό δεν εφαρμόζεται σε κατάστημα που μένει ανοιχτό αποκλειστικά για ένα ή περισσότερους από τους σκοπούς που εκτίθενται στον Πρώτο Πίνακα του Νόμου αυτού.»
Δεύτερο, από τις σχετικές πρόνοιες του ΄Αρθρου 19
Η συνταγματικότητα της επιφύλαξης του ΄Αρθρου 4 του Νόμου, με αντιπαραβολή της προς το ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος, δεν αμφισβητήθηκε αφ' εαυτής. Πρόδηλο είναι ότι πιθανόν αυτό να οφείλεται στον κύκλο των θεμάτων που καλύπτει το ΄Αρθρο 4, και, συν αυτώ, στην αναγκαιότητα παροχής εξουσίας προς υιοθέτηση διαφορετικών ρυθμίσεων, εκεί όπου ο ίδιος ο Νόμος το επιτρέπει. Ανεξάρτητα από την Αβραάμ & άλλος ν. Αστυνομίας, θα ήταν δύσκολο να προβληθεί ο ισχυρισμός ότι η παροχή ευχέρειας εισαγωγής διαφορετικών ρυθμίσεων, αναφορικά με τις ώρες λειτουργίας των καταστημάτων, είναι, εξ ορισμού, αντινομική προς το ΄Αρθρο 28 του Συντάγματος. Πέραν τούτου, και η αποκήρυξη της επιφύλαξης ως αντισυνταγματικής δε θα παρείχε έρεισμα απαλλαγής των εφεσειόντων από την παράβαση των διατάξεων του ΄Αρθρου 4 του Νόμου. ΄Ο,τι ουσιαστικά ζητείται, είναι η αποκήρυξη νομοθετικής διάταξης, συγκεκριμένα του ΄Αρθρου 4, με αναφορά σε Διατάγματα, τα οποία εκδόθηκαν κατ' επίκληση των προνοιών του Νόμου. Και οι διαταγές για τις τουριστικές ζώνες, αν ήταν το αντικείμενο ελέγχου, όπως έχουμε υποδείξει, αποκήρυξή τους και πάλιν θα άφηνε το Νόμο ανεπηρέαστο και άθικτη την υποχρέωση των εφεσειόντων να συμμορφωθούν προς αυτό.
Το κριτήριο, ως είναι καθιερωμένο, για τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων, είναι πάντα το ίδιο - κατά πόσο αυτοί προσκρούουν σε μια ή περισσότερες διατάξεις του Συντάγματος ή στην αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Στην προκείμενη περίπτωση, η διαπίστωσή μας είναι ότι το ΄Αρθρο 4 του Νόμου δεν αντίκειται προς οποιαδήποτε διάταξη του Συντάγματος, ούτε παραβιάζει την αρχή της διάκρισης των εξουσιών.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Γ.Μ. Πικής, Π.
Σ. Νικήτας, Δ.
Χρ. Αρτεμίδης, Δ.
Π. Αρτέμης, Δ.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
Φρ. Νικολαϊδης, Δ.
Γ. Νικολάου, Δ.
Π. Καλλής, Δ.
Μ. Κρονίδης, Δ.
Τ. Ηλιάδης, Δ.
Α. Κραμβής, Δ.
Ρ. Γαβριηλίδης, Δ.
/Αυ.Φ, ΜΠ