ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
THE ATTORNEY-GENERAL ν. 1. GEORGHIOS TH. CHRISTODOULIDES, 2. DJAHID ASSIM (1963) 1 CLR 103
PITSILLOS ν. HADJINICOLAOU (1981) 1 CLR 642
In re Panicos Efthymiou (1987) 1 CLR 329
Γρηγορίου ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ (1992) 1 ΑΑΔ 1222
Eταιρεία Παφίτης & Iορδάνους Kοντράκτορς Λτδ κ.ά. ν. A. N. Στασής Eστέϊτς Kο. Λτδ. (1998) 1 ΑΑΔ 916
Γλυκύ Kώστας ν. Δήμου Λεμεσού (1998) 1 ΑΑΔ 2319
Αναφορικά με την αίτηση της εταιρείας Deux L Designs Ltd. (2000) 1 ΑΑΔ 828
THE REPUBLIC ν. NICOS DEMETRIADES AND ANOTHER (1973) 2 CLR 289
PINGOURAS ν. POLICE (1987) 2 CLR 1
Δημοκρατία ν. Ford & άλλων (Αρ. 1) (1995) 2 ΑΑΔ 29
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 14/1960 - Ο περί Δικαστηρίων Νόμος του 1960
Ν. 86/1986 - Ο περί Αποδείξεως (Τροποποιητικός) Νόμος του 1986
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΜΑΡΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ν. ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΣΩΤΗΡΙΟΥ, Ποινική Έφεση Αρ.116/2006, 12 Ιουλίου 2007
Αντωνίου Μάριος ν. Κυριάκου Σωτηρίου (2007) 2 ΑΑΔ 381
Τσαγκάρης Λουκής ν. Θέμιδας Ντατίδου (2012) 2 ΑΑΔ 183
ΛΟΥΚΗΣ ΤΣΑΓΚΑΡΗ ν. ΘΕΜΙΔΑΣ ΝΤΑΤΙΔΟΥ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 160/2010, 4 Απριλίου 2012
Κουμαντάρης Δημήτρης ν. Θεοχάρη Α. Αθανασίου (2004) 2 ΑΑΔ 26
(2000) 2 ΑΑΔ 343
29 Ιουνίου, 2000
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΡΙΑΚΟΣ Γ. ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ ΛΤΔ.,
Εφεσείων,
v.
1. LUMIAN LTD.,
2. ΜΙΧΑΛΗ ΛΟΥΚΑ,
Εφεσιβλήτων.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6833)
Συνταγματικό Δίκαιο ― Δικαίωμα διεκδίκησης δικαιωμάτων διαδίκου ενώπιον Δικαστηρίου ― Ποινική δίκη ― Απόρριψη ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης λόγω μη υποβολής τελικών αγορεύσεων από τον δικηγόρο της κατηγόρου ― Διαταγή για συνέχιση της δίκης από τον ίδιο Δικαστή, προς ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Συνταγματικό Δίκαιο ― Σύνταγμα Άρθρο 30.2 ― Κατοχυρώνει το δικαίωμα για δίκαιη δίκη ― Παραβίαση του δικαιώματος αυτού επάγεται ακύρωση της δίκης.
Δικαστική απόφαση ― Αιτιολογία ― Οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένες.
Εκδίκαση ποινικών υποθέσεων ― Αγόρευση ― Δεν ενέχει επιπτώσεις στη θεμελίωση της υπόθεσης εκατέρας των πλευρών.
Ποινική Δικονομία ―- Δικαίωμα διαδίκων να επιχειρηματολογήσουν υπέρ των θέσεων τους μετά την κατάθεση της μαρτυρίας ― Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 155, Άρθρο 74(2).
Λέξεις και Φράσεις ― "Ακροαματική διαδικασία" (hearing), και "δίκη" στον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ. 155.
Στην υπόθεση αυτή το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την υπόθεση της εφεσείουσας επειδή ο συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής, ο οποίος εχειρίζετο την υπόθεσή της, δεν παρουσιάσθηκε κατά την ώρα που η υπόθεση ήταν ορισμένη για αγορεύσεις. Οι κατηγορούμενοι-εφεσίβλητοι, οι οποίοι αντιμετώπιζαν κατηγορία έκδοσης επιταγής χωρίς αντίκρυσμα, αθωώθηκαν και απαλλάγησαν.
Με την έφεση προσβάλλεται η αθώωση των εφεσιβλήτων.
Η εφεσείουσα υποστήριξε ότι η απουσία του δικηγόρου της δεν ανέτρεπε το βάθρο της κατηγορίας ούτε αναιρούσε τη δίκη. Οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν ότι η υποβολή αγορεύσεων αποτελεί συστατικό στοιχείο της δίκης, στην απουσία του οποίου η κατηγορία παραμένει έκθετη σε απόρριψη.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου μπορεί εύλογα να χαρακτηριστεί ως αναιτιολόγητη. Δεν παρέχονται οι λόγοι για την απόφασή του και δεν εξηγούνται οι λόγοι που δικαιολογούν την ετυμηγορία του.
2. Η αγόρευση δεν ενέχει επιπτώσεις στη θεμελίωση της υπόθεσης εκατέρας των πλευρών. Αποβλέπει στην προβολή της επιχειρηματολογίας που καθιστά, κατά τη διαλεκτική των πραγμάτων, την υπόθεση του διαδίκου παραδεκτή.
3. Το δικαίωμα παρουσίας του διαδίκου κατά τη δίκη κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα ως θεμελιώδες δικαίωμα του κατηγορουμένου και κάθε διαδίκου και αποβλέπει στην εξασφάλιση δίκαιης δίκης. Το δικαίωμα αυτό συνδυάζεται με επάλληλο καθήκον για άσκησή του.
4. Το Άρθρο 89(2) του Κεφ. 155 παρέχει διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να απορρίψει ποινική υπόθεση, εφόσον ο κατήγορος παραλείπει να εμφανιστεί κατά την ακρόαση-ακροαματική διαδικασία (hearing) της υπόθεσης.
5. Το Δικαστήριο πριν την έκδοση της ετυμηγορίας του ως προς την ποινική ευθύνη των κατηγορουμένων, έπρεπε να είχε εξασφαλίσει το δικαίωμά τους να υποβάλουν την αγόρευσή τους. Το Δικαστήριο δεν έπραξε το καθήκον του αυτό και, σε τελική ανάλυση, άφησε την υπόθεση ημιτελή.
6. Η απόρριψη της υπόθεσης διαδίκου δεν αποτελεί τιμωρητικό μέτρο για εκτροπή από τα θέσμια.
7. Υπό τις συνθήκες της παρούσας υπόθεσης, η πλέον πρόσφορος διαταγή για τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, η οποία μπορεί να εκδοθεί, είναι η συνέχιση της από τον ίδιο Δικαστή, προς ολοκλήρωση.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα υπέρ της εφεσείουσας. Εκδόθηκε διαταγή για συνέχιση της δίκης από τον ίδιο Δικαστή.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Εταιρεία Παφίτης & Ιορδάνους Κοντράκτορς Λτδ κ.ά. ν. Α. Ν. Στασής Εστέϊτς Κο. Λτδ., (1998) 1 (Β) Α.Α.Δ. 916,
Γλυκύ ν. Δήμου Λεμεσού (1998) 1 (Δ) Α.Α.Δ. 2319,
Γρηγορίου ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ (1992) 1 Α.Α.Δ. 1222,
Rousos a.o. v. Republic (1985) 3 C.L.R. 119,
Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 329,
Μαγκάκης (1990) 1 Α.Α.Δ. 1068,
Republic v. Demetriades a.o. (1973) 2 C.L.R. 289,
Pingouras v. Police (1987) 2 C.L.R. 1,
Δημοκρατία ν. Ford κ.ά. (Αρ. 1) (1995) 2 Α.Α.Δ. 29,
Attorney-General v. Christodoulides a.o. (1963) 1 C.L.R. 103,
Deux L Designs Ltd, Αίτηση Αρ. 147/99, 26/5/2000,
Pitsillos v. HadjiNicolaou (1981) 1 C.L.R. 642.
Έφεση εναντίον Αθωωτικής Απόφασης.
Έφεση από την εφεσείουσα εταιρεία εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Χατζηγιάννη-Ιωσήφ, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 29668/97), ημερομηνίας 15/10/99, με την οποία οι εφεσίβλητοι αθωώθηκαν στην τρίτη κατηγορία της έκδοσης επιταγής χωρίς αντίκρυσμα λόγω έλλειψης προώθησης της υπόθεσης από τον συνήγορο της κατηγορούσας αρχής.
Κ. Δημητριάδης, για την Εφεσείουσα.
Π. Σολομωνίδης, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Η εφεσείουσα εταιρεία, εφεξής η «εφεσείουσα», προσήψε τρεις κατηγορίες εναντίον των εφεσιβλήτων: 1. Lumian Ltd. και 2. Μιχάλη Λουκά, κατηγορώντας τους ότι, σε τρεις ξεχωριστές περιπτώσεις, εξέδωσαν επιταγές χωρίς αντίκρισμα. Οι δύο από τις τρεις κατηγορίες εγκαταλείφθηκαν και επ' αυτών οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν και απαλλάγηκαν. Παρέμεινε η τρίτη κατηγορία, προς απόδειξη της οποίας η εφεσείουσα προσήγαγε μαρτυρία, η οποία κρίθηκε, μετά το πέρας της υπόθεσης της κατηγόρου, ότι στοιχειοθέτησε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον των κατηγορουμένων, οι οποίοι κλήθηκαν σε απολογία. Για την υπεράσπιση κατέθεσε ενόρκως ο εφεσίβλητος 2. Σημειωτέον ότι σειρά γεγονότων, σχετικών με την κατηγορία, έγιναν παραδεκτά κατά την πορεία της δίκης, βάσει των προνοιών του περί Αποδείξεως (Τροποποιητικού) Νόμου του 1986, (Ν. 86/86).
Την 1η Νοεμβρίου, 1999, οι εφεσίβλητοι (οι κατηγορούμενοι) έκλεισαν την υπόθεση της υπεράσπισης. Το Δικαστήριο ανέβαλε την υπόθεση «για αγορεύσεις 4.11.99 η ώρα 3:00». Κατά την ορισθείσα ημερομηνία, δεν εμφανίστηκε κανένας εκ μέρους της εφεσείουσας. Ως προς τα επακολουθήσαντα, το πρακτικό του Δικαστηρίου ομιλεί αφ' εαυτού:-
«κ. Σολομωνίδης: Εντιμοτάτη, στην προηγούμενη Δικάσιμο έχει ορισθεί για συνέχιση της παρούσας υπόθεσης για αγορεύσεις η οποία ορίσθηκε σήμερα η ώρα 3:00 μ.μ. Στο Δικαστήριο βρισκόμαστε από τις 2:45. Το πρωί έχω δει τον συνάδελφο στην αυλή του Δικαστηρίου και είπαμε ότι θα ερχόταν πλην όμως δεν τον βλέπω να έρχεται και ζητώ την απόρριψη της υπόθεσης. Η ώρα είναι 3:50.
Δικαστήριο: Η παρούσα υπόθεση ορίσθηκε σήμερα για αγορεύσεις η ώρα 3:00 μ.μ. Η ώρα είναι 3:50 ο συνήγορος της Κατηγορούσας Αρχής έχει φωναχθεί από το Δικαστήριο πλην όμως απουσιάζει. Ενώπιόν μου κανένας λόγος δεν έχει τεθεί που να δικαιολογεί την απουσία του συνηγόρου της Κατηγορούσας Αρχής από το Δικαστήριο.
Έχοντας υπόψη το αίτημα της υπεράσπισης, η υπόθεση απορρίπτεται λόγω έλλειψης προώθησης οι κατηγορούμενοι αθωώνονται και απαλλάσσονται.»
Με την έφεση (ασκήθηκε με την έγκριση του Γενικού Εισαγγελέα), προσβάλλεται η αθώωση των εφεσιβλήτων.
Η εφεσείουσα υποστήριξε ότι η απουσία του δικηγόρου της, ο οποίος χειρίζεται την υπόθεσή της, δεν ανέτρεπε το βάθρο της κατηγορίας, ούτε αναιρούσε τη δίκη. Ο κ. Δημητριάδης εισηγήθηκε ότι η «αγόρευση» αποτελεί δικαίωμα του διαδίκου όχι όμως υποχρέωση, συνυφασμένη με τη στοιχειοθέτηση της κατηγορίας. Μας παρέπεμψε στο Άρθρο 74(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155, που προβλέπει και ρυθμίζει τα των τελικών αγορεύσεων. Μας παρέπεμψε, επίσης, σε συγγράμματα*, που πραγματεύονται τη φύση του δικαιώματος (αγορεύσεως) και το δικονομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ασκείται. Αδικαιολόγητη απουσία του διαδίκου, κατά την ορισθείσα ημερομηνία υποβολής των τελικών αγορεύσεων, εισηγήθηκε, μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια του δικαιώματος· όχι, όμως, σε απόρριψη της κατηγορίας, ανεξάρτητα από την τεκμηρίωσή της.
Αντίθετα, ο κ. Σολομωνίδης υποστήριξε ότι η υποβολή αγορεύσεων αποτελεί συστατικό στοιχείο της δίκης, στην απουσία του οποίου η κατηγορία παραμένει έκθετη σε απόρριψη. Κατά συνέπεια, η αδικαιολόγητη απουσία της κατηγόρου, σ' αυτή την περίπτωση, και παρεπόμενα η παράλειψη ολοκλήρωσης της υπόθεσής της, άφησε την υπόθεση ημιτελή, υποκείμενη σε απόρριψη. Τη θέση αυτή υποστήριξε με αναφορά στις πρόνοιες του Άρθρου 89(2) του ΚΕΦ. 155, το οποίο προβλέπει:-
«(2) Αν, κατά το χρόνο που ορίζεται για την ακροαματική διαδικασία της υπόθεσης, ο κατηγορούμενος εμφανίζεται αλλά ο κατήγορος παραλείπει να εμφανιστεί, το Δικαστήριο αθωώνει τον κατηγορούμενο εκτός αν για κάποιο λόγο θεωρεί ορθό να αναβάλει την ακροαματική διαδικασία για μερικές ημέρες, με τέτοιους όρους ως ήθελε θεωρήσει σκόπιμο.»
Η απόφαση του Δικαστηρίου, συνοπτική ως είναι, δεν πραγματεύεται, ούτε εξηγεί τους λόγους, για τους οποίους η απουσία της εφεσείουσας, κατά την ορισθείσα ημερομηνία, δικαιολογούσε ή επέβαλλε την απόρριψη της κατηγορίας, ανεξάρτητα από τη στοιχειοθέτησή της από την προσαχθείσα μαρτυρία. Εύλογα η απόφαση του Δικαστηρίου μπορεί να χαρακτηριστεί ως αναιτιολόγητη. Δεν παρέχονται οι λόγοι για την απόφασή του και δεν εξηγούνται οι λόγοι που δικαιολογούν την ετυμηγορία του - (βλ. Εταιρεία Παφίτης & Ιορδάνους Κοντράκτορς Λτδ. κ.ά. ν. Α.Ν. Στασής Εστέϊτς Κο. Λτδ., (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 916, Γλυκύ ν. Δήμου Λεμεσού (1998) 1(Δ) Α.Α.Δ. 2319.
Εάν η κατάληξη του Δικαστηρίου εξυπακούεται από τις πρόνοιες του νόμου, θα μπορούσε, ενδεχομένως, να υποστηριχθεί ότι τα εξυπακουόμενα λογίζονται ως ενσωματούμενα στην απόφαση. Αυτή δεν είναι η περίπτωση. Αντίθετα, θεώρηση των σχετικών αρχών του δικαίου, ουσιαστικού και δικονομικού, ως προς τη θέση που υπέχουν οι τελικές αγορεύσεις, θα οδηγούσε το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι είχε υποχρέωση να προχωρήσει και, αφού άκουε την αγόρευση των εφεσιβλήτων, να εκδώσει την ετυμηγορία του αναφορικά με την απόδειξη της κατηγορίας. Οι αγορεύσεις δεν αποτελούν συστατικό στοιχείο της απόδειξης της κατηγορίας ή της προβολής της υπεράσπισης.
Η αγόρευση δεν ενέχει επιπτώσεις στη θεμελίωση της υπόθεσης εκατέρας των δύο πλευρών. Αποβλέπει στην προβολή της επιχειρηματολογίας, που καθιστά, κατά τη διαλεκτική των πραγμάτων (του δικαίου και της μαρτυρίας), την υπόθεση του διαδίκου παραδεκτή.
Το δικαίωμα παρουσίας του διαδίκου κατά τη δίκη κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα ως θεμελιώδες δικαίωμα του κατηγορουμένου και κάθε διαδίκου - (βλ. Άρθρα 12.5 και 30.3 του Συντάγματος). Παραβίαση του δικαιώματος αυτού επάγεται την ακύρωση της δίκης - (βλ. Γρηγορίου ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ (1992) 1 Α.Α.Δ. 1222). Τα δικαιώματα των διαδίκων πρέπει να ασκούνται μέσα στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας. Τα συνταγματικά εγγυημένα δικαιώματα των διαδίκων αποβλέπουν στην εξασφάλιση δικαίας δίκης και όχι στην παροχή μέσων για την αποφυγή ή τη ματαίωσή της - (βλ. Rousos and Another v. Republic (1985) 3 C.L.R. 119· In re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 329· Μαγκάκης (1990) 1 Α.Α.Δ. 1068).
Είναι θεμελιωμένο ότι δικαίωμα μπορεί να συνδυαστεί με επάλληλο καθήκον για την άσκησή του, όπως στην περίπτωση σοβαρών ποινικών αδικημάτων - (βλ. Άρθρα 45(1) και 63(3) του ΚΕΦ. 155 και The Republic v. Nicos Demetriades and Another (1973) 2 C.L.R. 289, (απόφαση πλειοψηφίας) - βλ., επίσης, Pingouras v. Police (1987) 2 C.L.R. 1). Το Άρθρο 74(2) του ΚΕΦ. 155 παρέχει δικαίωμα στους διαδίκους να επιχειρηματολογήσουν υπέρ των θέσεών τους μετά την κατάθεση της μαρτυρίας. Το δικαίωμα δε συνδυάζεται με επάλληλο καθήκον για την άσκησή του. Η στοιχειοθέτηση της υπόθεσης εκατέρου των διαδίκων συναρτάται με την προσαγωγή μαρτυρίας και την αποδεικτική της αξία.
Το Άρθρο 89(2) - ΚΕΦ. 155 παρέχει διακριτική ευχέρεια στο δικαστήριο να απορρίψει ποινική υπόθεση, εφόσον ο κατήγορος παραλείπει να εμφανιστεί κατά την ακρόαση - ακροαματική διαδικασία (hearing) της υπόθεσης.
Ο όρος «ακροαματική διαδικασία» (hearing) δεν ορίζεται στο ΚΕΦ. 155. όπως δεν παρέχεται ορισμός του όρου «δίκη» στον ίδιο νόμο. Στη Δημοκρατία ν. Ford & άλλων (Αρ. 1) (1995) 2 Α.Α.Δ. 29, στην πρώτη απόφαση της πλειοψηφίας, το Δικαστήριο υποδεικνύει ότι οι όροι αυτοί αντλούν τη σημασία τους από το κείμενο του νόμου στο οποίο απαντώνται.
Στο πλαίσιο του Άρθρου 89(2), η σημασία του όρου «ακροαματική διαδικασία» δεν μπορεί να είναι άλλη από τη διαδικασία στοιχειοθέτησης και τεκμηρίωσης της υπόθεσης του κατηγόρου, με την προσαγωγή της μαρτυρίας, στην οποία αυτή θεμελιώνεται. Παράλειψη εκπλήρωσης αυτού του καθήκοντος, κατά τον καθοριζόμενο χρόνο, αφήνει έκδηλα την υπόθεση του κατηγόρου ατεκμηρίωτη, υποκείμενη σε απόρριψη. Κλασσικό παράδειγμα άσκησης αυτής της εξουσίας είναι η υπόθεση The Attorney-General v. 1. Georghios Th. Christodoulides, 2. Djahid Assim (1963) 1 C.L.R. 103, όπου η απουσία της Κατηγορούσας Αρχής, κατά την ορισθείσα ημέρα ακροάσεως της υπόθεσης, οδήγησε στην απόρριψή της, δικαιολογημένα ως έκρινε το Εφετείο.
Μετά την ολοκλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας, με την προσαγωγή εκατέρωθεν μαρτυρίας, αποτελεί καθήκον του δικαστηρίου η έκδοση ετυμηγορίας, ως προς την ποινική ευθύνη του κατηγορουμένου, όπως ήταν το καθήκον του Δικαστηρίου να πράξει στην προκείμενη περίπτωση, αφού εξασφάλιζε πρώτα το δικαίωμα του κατηγορουμένου να υποβάλει την αγόρευσή του. Το Δικαστήριο απέστη από το καθήκον του αυτό και, σε τελική ανάλυση, άφησε την υπόθεση ημιτελή.
Ό,τι θέλουμε να επισημάνουμε, πριν τελειώσουμε, είναι ότι η εκτροπή του διαδίκου από τα θέσμια δεν αποτελεί, αφ' εαυτής, λόγο για την κατάρριψη της υπόθεσής του. Η απόρριψη της υπόθεσης διαδίκου δεν αποτελεί τιμωρητικό μέτρο για εκτροπή από τα θέσμια. Η νομολογία επί του θέματος εξηγείται, σε μάκρος, στην πρόσφατη απόφαση του Νικήτα, Δ., στην Deux L Designs Ltd., Αίτηση Αρ. 147/99, 26/5/2000.
Μας έχει προβληματίσει η διαταγή, η οποία μπορεί να εκδοθεί, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαζόντων περιστατικών της υπόθεσης. Η μαρτυρία ακούστηκε στο σύνολό της και έκλεισε η υπόθεση τόσο της κατηγόρου όσο και των κατηγορουμένων. Οι εξουσίες, οι οποίες παρέχονται στο Ανώτατο Δικαστήριο, βάσει του Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/60), είναι ευρείες, εκτεινόμενες στην έκδοση οποιασδήποτε απόφασης ή διατάγματος, το οποίο οι περιστάσεις της υπόθεσης δικαιολογούν.
Στην Pitsillos v. HadjiΝicolaou (1981) 1 C.L.R. 642, το Δικαστήριο, αφού παραμέρισε την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, για την αναστολή της ακρόασης της υπόθεσης κατά την αντεξέταση των μαρτύρων από τον ενάγοντα, διέταξε τη συνέχισή της από τον ίδιο Δικαστή, προς ολοκλήρωσή της. Αυτή προβάλλει ως η πλέον πρόσφορος για τα συμφέροντα της Δικαιοσύνης διαταγή, η οποία μπορεί να εκδοθεί και στην προκείμενη περίπτωση.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ της εφεσείουσας, τα οποία καθορίζουμε σε £100,00.
Η υπόθεση θα επανορισθεί και θα συνεχισθεί η ακρόασή της από τον ίδιο Δικαστή, από το σημείο στο οποίο διεκόπη.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ της εφεσείουσας. Εκδίδεται διαταγή για συνέχιση της δίκης από τον ίδιο Δικαστή.