ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 2 ΑΑΔ 687
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Ποινική Έφεση αρ. 6806.
Σύνθεση Δικαστηρίου: ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΔΔ.
Μεταξύ:
Νίκου Ευαγγέλου,
Εφεσείοντος,
- ν -
Αστυνομίας,
Εφεσίβλητης.
- - -
Αίτηση - 13.10.1999.
Ημερομηνία:
23 Δεκεμβρίου 1999.Εφεσείοντας-αιτητής, αυτοπροσώπως.
Για την εφεσίβλητη-καθ΄ ης αίτηση: Στ. Τσιβιτανίδου-Κίζη (κα), Δικ. της Δημοκρ. εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
- - -
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.
- - -
A Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π
.: Ο εφεσείων δικάζεται με τις κατηγορίες ότι συνωμότησε να διαπράξει πλημμέλημα και ότι απόσπασε χρήματα με ψευδείς παραστάσεις.Συνεχιζομένης της δίκης ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ο εφεσείων υπέβαλε έφεση κατά σειράς αποφάσεων ή παραλείψεων του εκδικάζοντος την υπόθεση Δικαστηρίου οι οποίες σχετίζονται με την εξέλιξη της δίκης. Μια από τις παραλείψεις αυτές έγκειται στην κατ΄ ισχυρισμό άρνηση του πρωτόδικου δικαστηρίου να διατυπώσει νομικό ερώτημα και να το παραπέμψει προς κρίση από το Ανώτατο Δικαστήριο βάσει του Άρθρου 149 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155. Το ερώτημα, σύμφωνα με το κείμενο του υπό αναφορά λόγου έφεσης σχετίζεται με την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει το "Σύνταγμα" και ο "νόμος", στον κατηγορούμενο.
Παρεπόμενα, ο εφεσείων ζήτησε με μονομερή αίτηση την έκδοση αριθμού διαταγμάτων εκκρεμούσης της εκδίκασης της έφεσής του. Με οδηγίες μας η αίτηση επιδόθηκε στην εφεσίβλητη αρχή, ("εφεσίβλητη").
Με το πρώτο διάταγμα που εξαιτείται ο εφεσείων, επιζητείται η αναστολή της δίκης εκκρεμούσης της ακρόασης της έφεσης. Με το δεύτερο επιδιώκεται η έκδοση προστακτικού, προς το εκδικάζον την ποινική υπόθεση δικαστήριο, διατάγματος, προς παραπομπή του νομικού ερωτήματος στο Ανώτατο Δικαστήριο. Πρόκειται για την ίδια θεραπεία που ζητά στην έφεση, με μόνη διαφορά την παραπομπή της πριν την ακρόασή της. Επικουρικά ζητείται η έκδοση οποιουδήποτε άλλου διατάγματος το Ανώτατο Δικαστήριο ήθελε κρίνει αναγκαίο «προς το σκοπό της δίκαιης απονομής της Δικαιοσύνης υπό τας περιστάσεις».
Αγορεύοντας ενώπιόν μας ο εφεσείων υποστήριξε τα αιτήματά του παραπέμποντάς μας σε γεγονότα και νομικές προτάσεις που περιλαμβάνονται κατά το πλείστο στην ένορκη δήλωσή του η οποία συνοδεύει την αίτηση. Ο εφεσείων παραπονείται, μεταξύ άλλων, για την αναστολή της ποινικής δίωξης του συγκατηγορουμένου του, επαγόμενη παραβίαση της αρχής της ισότητας, καθώς και
την προσαγωγή του συγκατηγορουμένου του ως μάρτυρα της κατηγορούσας αρχής. Ωσαύτως παραπονείται για τη μεγάλη καθυστέρηση που σημειώθηκε στην εκδίκαση της υπόθεσής του και στέρηση επαρκούς ευκαιρίας και χρόνου προς ετοιμασία της υπεράσπισής του. Ο εφεσείων εκτίει ποινή φυλάκισης στις κεντρικές φυλακές στην οποία καταδικάστηκε σε άλλη υπόθεση. Οι αρχές των φυλακών, ισχυρίζεται, δεν του παρείχαν τις απαραίτητες διευκολύνσεις προς ετοιμασία της υπεράσπισής του.Η κα. Τσιβιτανίδου-Κίζη, εκ μέρους της εφεσίβλητης, έφερε ένσταση στην αίτηση την οποία θεωρεί ανυπόστατη. Ως προς το αίτημα για παραπομπή νομικού ερωτήματος άσχετα από οποιεσδήποτε άλλες ενστάσεις, υπογράμμισε ότι πρόκειται για εξουσία η οποία ασκείται με μεγάλη φειδώ, όπως επισημαίνεται στη Μαυρονικόλας ν. Αστυν. Διευθ. Λάρνακος (1991)2 Α.Α.Δ. 533
.Η άσκηση έφεσης δεν επιφέρει την αναστολή είτε της καταδίκης είτε της έκτισης της ποινής. (Βλ.
Attorney-General v. Georghiou (1984)2 C.L.R. 251.) Tη νομική διάσταση του θέματος αυτού ανασκοπήσαμε στην πρόσφατη απόφασή μας Ευαγγέλου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση αρ. 6758 - 29.9.1999. Ούτε ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος, ούτε οποιοσδήποτε άλλος νόμος, παρέχει εξουσία έκδοσης, εκκρεμούσης της ακρόασης ποινικής έφεσης, οποιουδήποτε από τα διατάγματα, τα οποία επιζητεί ο εφεσείων. Η διαπίστωση αυτή θέτει εκ ποδών την αίτηση η οποία και απορρίπτεται ως ανεδαφική.
Π.
Δ.
Δ.
/ΑυΦ.