ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 2 ΑΑΔ 458
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 6378
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΑΡΤΕΜΗ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΔΔ.
Χαράλαμπος Θεοδουλίδης,
Εφεσείω ν,
- και -
Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας,
Εφεσίβλ ητοι.
- - - - - -
21 Δεκεμβρίου, 1998
.Για τον εφεσείοντα: κ. Κ. Ευσταθίου.
Για τους εφεσίβλητους: κ. Α. Χριστοφόρου.
- - - - - -
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ
.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσειο Δικαστής Κωνσταντινίδης.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ
.: Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο εφεσείων, χωρίς την εξασφάλιση εγγραφής από το Συμβούλιο Τροφίμων,(α) ασκούσε το επάγγελμα του κατασκευαστή καθορισμένων τροφίμων και
(β) διατηρούσε και χρησιμοποιούσε υποστατικό κατασκευής καθορισμένων τροφίμων.
Ο εφεσείων παραδέχθηκε ενοχή και ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής δήλωσε πως "τα γεγονότα είναι όπως το κατηγορητήριο". Πρόσθεσε πως υπήρξε πλήρης συμμόρφωση και πως ο εφεσείων δεν είχε προηγούμενα και, χωρίς οτιδήποτε άλλο, το πρωτόδικο δικαστήριο επιμέτρησε την ποινή. Επέβαλε στον εφεσείοντα πρόστιμο £500 σε κάθε κατηγορία.
Είναι η άποψη του ευπαίδευτου συνηγόρου για την Κατηγορούσα Αρχή πως η έφεση που ασκήθηκε κατά της ποινής, είναι απαράδεκτη. Το άρθρο 25 του περί Πωλήσεως Τροφίμων (Ελεγχος και Πώληση) Νόμου του 1996 (Ν. 54(1)/96) προβλέπει για την περίπτωση καθορισμένη ποινή £500 και, κατά το άρθρο 135(α) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου Κεφ. 15
5, δεν αναγνωρίζεται δικαίωμα έφεσης κατά της ποινής όταν αυτή είναι καθορισμένη από το νόμο. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα υποστήριξε πως από τη διατύπωση του άρθρου 25 στο σύνολό της πρέπει να εξαχθεί το συμπέρασμα πως είναι ανώτατο ύψος ποινής που προβλέπεται. Σε διαφορετική περίπτωση, όπως υποστήριξε, το άρθρο θα ήταν αντισυνταγματικό.Δεν έχουν προσέξει οι δύο πλευρές τις διατάξεις του άρθρου 40 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1. Θα παραθέσουμε και το αρχικό αγγλικό κείμενο γιατί εντοπίζουμε ανακρίβεια που αλλοιώνει το νόημα στην απόδοσή του στην μετάφραση και ενοποίησή του στην ελληνική. Οπότε, σύμφωνα με τον περί Επισήμων Γλωσσών της Δημοκρατίας (Τροποποιητικό) Νόμο του 1997 (Ν. 79(1)/97) υπερισχύει το αρχικό κείμενο. Θα σημειώσουμε την αληθή
έννοια του αρχικού κειμένου σε παρένθεση.Το αρχικό κείμενο:
"Whenever in any Law or public instrument a penalty is prescribed for an offence against such Law or public instrument, the same shall indicate that such offence shall be punishable, upon conviction, by a penalty not exceeding (except as may be otherwise provided in the Law or public instrument) the penalty prescribed."
Η μετάφρασή του
:"Οταν σε Νόμο ή δημόσιο έγγραφο καθορίζεται ποινή για αδίκημα κατά παράβαση τέτοιου Νόμου ή δημοσίου εγγράφου, το ίδιο θα αναφέρει (αυτό θα υποδηλώνει) ότι το αδίκημα αυτό θα τιμωρείται, σε περίπτωση καταδίκης, με ποινή η οποία δεν υπερβαίνει (εκτός όπως δυνατό να διαταχθεί διαφορετικά στο Νόμο ή δημόσιο έγγραφο) την ποινή η οποία καθορίζεται."
Κατά τις πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου (βλ. συναφώς και το άρθρο 41) και στην απουσία διαφορετικής ειδικής ρύθμισης οπότε και θα προέκυπτε το συνταγματικό ζήτημα (βλ. επ΄ αυτού τη νομολογία που συνοψίζεται στο
Criminal Procudure in Cyprus των Λοϊζου και Πική, σελ. 183 και Ttooulas v. Rolice (1984) 2 CLR 359, Politis v. The Republic (1987) 2 CLR 116), η ποινή που προβλέπει το άρθρο 25 του νόμου δεν είναι καθορισμένη αλλά υποδηλώνει το μέγιστο όριο.Συμφώνησε και ο κ. Χριστοφόρου πως το πρωτόδικο δικαστήριο, όπως δείχνει το πρακτικό, δεν έδωσε στον εφεσείοντα, ο οποίος εμφανίστηκε χωρίς δικηγόρο, την ευκαιρία να ακουστεί προς μετριασμό της ποινής. Δέχθηκε όμως και ο κ. Ευσταθίου πως τελικά, παρά το σφάλμα, το πρωτόδικο δικαστήριο είχε ενώπιόν του όσα θα μπορούσαν να προβληθούν από τον εφεσείοντα. Και ενώπιόν μας, δεν πρόσθεσε άλλα. Αναφέρθηκε στο λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντα και στο γεγονός ότι είχε συμμορφωθεί. Παράγοντες που ρητά ανέφερε το πρωτόδικο δικαστήριο ότι έλαβε υπόψη. Κάτω από αυτές τις συνθήκες το ζήτημα απέληξε να αναφέρεται στο κατά πόσο, στο πλαίσιο των δεδομένων, η ποινή είναι έκδηλα υπερβολική, όπως εισηγείται ο εφεσείων.
Η ποινή των £500 ήταν η μέγιστη επιτρεπόμενη στην περίπτωση και δίκαια αναγνώρισε και ο κ. Χριστοφόρου, κατά την αναφορά του στην ουσία της έφεσης, πως υπήρχαν ελαφρυντικά που δικαιολογούσαν λιγότερο αυστηρή μεταχείριση. Συμφωνούμε και εμείς. Είδαμε πως δεν αναφέρθηκαν από την Κατηγορούσα Αρχή γεγονότα ιδιαίτερα, πέραν δηλαδή των αναφερόμενων στο κατηγορητήριο και ενόψει και των υπόλοιπων στοιχείων δεν ήταν κατάλληλη η περίπτωση για την επιβολή της μέγιστης επιτρεπόμενης ποινής. Δεν νομίζουμε ότι χρειάζεται να επεκταθούμε. Παραπέμπουμε όμως στην πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Geoffrey Michael John Pernell κα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Ποινική Εφεση 6148 κα, ημερ. 30.11.1998 αναφορικά με τις αρχές που διέπουν το θέμα.
Από την άλλη, ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο χαρακτήρισε ως σοβαρά τα αδικήματα. Από τη διάπραξή τους τίθεται σε κίνδυνο η υγεία του κοινού και είναι πολύ πρόσφατα, στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ακη Θεοφάνους, Ποινική Εφεση 6552, ημερ. 20.10.98 που επαναλήφθηκε πως πρέπει στις περιπτώσεις αδικημάτων τέτοιας φύσης να εμπεριέχει η ποινή στοιχείο αποτροπής.
Το πρώτο αδίκημα αφορά στο πρόσωπο του κατασκευαστή καθορισμένων τροφίμων ενώ το δεύτερο σε υποστατικό κατασκευής καθορισμένων τροφίμων. Αντίθετα λοιπόν προς την άποψη του κ. Ευσταθίου, δεν στηρίζονται οι δυο κατηγορίες στα ίδια γεγονότα ώστε να δικαιολογείται, όπως εισηγήθηκε, ποινή μόνο στη μία από αυτές.
Η έφεση επιτυγχάνει. Η ποινή των £500 στην κάθε κατηγορία παραμερίζεται. Αντικαθίσταται με ποινή £250 σε κάθε κατηγορία.
B>
Δ.Δ.
Δ.
ΑΦ.