ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 2 ΑΑΔ 216
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 6542.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΝΙΚΗΤΑ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΑΜΒΗ, Δ.Δ.
Σάββας Κωνσταντίνου,
Εφεσείων P>
ν.
Αστυνομίας,
Εφεσίβλητης. P>
__________________
16 Ιουλίου, 1998
.Για τον εφεσείοντα: Α. Χάσικος.
Για την εφεσίβλητη: Ε. Κλεόπα (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας
εκ μέρους του Γεν. Εισ.
__________________
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.
: Η ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου δόθηκεαυθημερόν από τον Δικαστή Π. Καλλή.
__________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο Σάββας Ευτυχίου (Μ.Κ.1) και ο Ανδρέας Χριστοφή (Μ.Κ.2) είναι εργάτες στο Υγειονομείο του Δήμου Στροβόλου. Στις 30.10.97 πήραν οδηγίες από τον προϊστάμενο τους να επισκεφθούν συγκεκριμένη περιοχή στη Δασούπολη κατά τις πρώτες πρωινές ώρες και να θέσουν υπό παρακολούθηση σχετικά με κάποιο βυτιοφόρο που παράνομα άδειαζε λύματα. Πρόκειται για το χώρο πίσω από την εκκλησία Αποστόλου Βαρνάβα που ευρίσκεται στη Λεωφόρο Αθαλάσσης. Η πρόσβαση σ΄ αυτόν γίνεται από πάροδο της λεωφόρου δίπλα από το Κέντρο Κυπριακής Χειροτεχνίας. Είναι ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος που οδηγεί στο κτίριο της Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης. Στη συνέχεια ακολουθεί χωματόδρομος που προφανώς σχηματίστηκε από τη διέλευση οχημάτων. Καταλήγει στο χώρο όπου, σύμφωνα με τη μαρτυρία των Μ.Κ.1 και 2, έγινε γύρω στις 05.30 έκχυση βοθρολυμάτων.
Η παρακολούθηση από τους Μ.Κ.1 και 2 απέβηκε αποτελεσματική. Γύρω στις 05.30 πρόσεξαν ένα βυτιοφόρο να προσεγγίζει την περιοχή. Εισήλθε στο χωματόδρομο, σταμάτησε στον πιο πάνω χώρο και άρχισε να εκκενώνει λύματα. Φαίνεται ότι ο οδηγός του βυτιοφόρου αντελήφθηκε την παρουσία των Μ.Κ.1 και 2 και εγκατέλειψε τη σκηνή. Οι Μ.Κ.1 και 2 προχώρησαν προς τον χώρο όπου είχαν εκχυθεί τα λύματα. Βεβαιώθηκαν ότι επρόκειτο για βοθρολύματα που δυσοσμούσαν. Βεβαιώθηκαν, επίσης, για την ταυτότητα του οδηγού - ήταν ο εφεσείων. Οι Μ.Κ.1 και 2 κατάγγειλαν το επεισόδιο στον Αστυφύλακα Ανδρέα Χρυσάνθου γύρω στις 0
6.00 της ίδιας ημέρας. Ο τελευταίος επισκέφθηκε την περιοχή μαζί με τους Μ.Κ.1 και 2. Διαπίστωσε ότι το έδαφος εκεί ήταν φρεσκοβρεγμένο και εξέπεμπε πολύ έντονη δυσοσμία η οποία ήταν αισθητή από το δρόμο - πάροδο της Λεωφ. Αθαλάσσης - που οδηγεί στο κτίριο της Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης όπου εργάζονται δεκάδες πρόσωπα. Το κτίριο εκείνο, η εκκλησία του Αποστόλου Βαρνάβα και άλλες ιδιωτικές κατοικίες απέχουν περί τα 90-95 μέτρα από το χώρο της έκχυσης λυμάτων. Σύμφωνα με τον Αστ. Χρυσάνθου η δυσοσμία στην περιοχή ήταν ανυπόφορη.Το πιο πάνω πραγματικό βάθρο οδήγησε στην ποινική δίωξη του εφεσείοντα για το αδίκημα της μόλυνσης της ατμόσφαιρας, κατά παράβαση των άρθρων 192 και 35 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Στο στάδιο της εξέτασης της εισήγησης της υπεράσπισης ότι δεν αποδείχτηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση εναντίον του κατηγορουμένου επαρκώς ώστε να υποχρεώνεται να προβάλει υπεράσπιση (βλ. άρθρο 74(1) (β) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155) το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν είχε στοιχειοθετηθεί ένα από τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος - ότι η μόλυνση ήταν επιβλαβής στην υγεία. Αφού άκουσε τις θέσεις των μερών (βλ. Pouris and Others v. Republic (1983) 2 C.L.R. 148, 161) ως προς το κατά πόσο θα ήταν επιτρεπτό, ορθό και δίκαιο να τροποποιηθεί το κατηγορητήριο δυνάμει του άρθρου 83 του Κεφ. 155, με την προσθήκη κατηγορίας στη βάση του άρθρου 186 του Κεφ. 154, το πρωτόδικο δικαστήριο διέταξε την τροποποίηση του κατηγορητηρίου με την προσθήκη κατηγορίας ("η δεύτερη κατηγορία") για κοινή οχληρία
κατά παράβαση των άρθρων 186 και 29 του Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος "ο κατηγορούμενος την 30.10.1997 στην Δασούπολη της Επαρχίας Λευκωσίας διενεργώντας πράξη που δεν ήταν εξουσιοδοτημένος από τον Νόμο επροκάλεσε ενόχληση στο κοινό κατά την άσκηση κοινών δικαιωμάτων δηλαδή σε χωράφι παρά την εκκλησία του Αποστόλου Βαρνάβα εκκένωσε λύματα βόθρων με το βυτιοφόρο με αριθμό εγγραφής JC 711 τα οποία προκαλούσαν έντονη δυσοσμία."Ο εφεσείων δεν παραδέχθηκε τη δεύτερη κατηγορία, ο δε συνήγορος του ζήτησε όπως επανακλητευθεί ο Μ.Κ.2 δια περαιτέρω αντεξέταση. Διευκρίνισε ότι η αντεξέταση θα αφορούσε στο θέμα της αναγνώρισης του εφεσείοντα από τον μάρτυρα. Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έκαμε δεκτό το αίτημα. ΄Εκρινε ότι το άρθρο 84(4) του Κεφ.
155 περιορίζει την επανακλήτευση δια αντεξέταση μόνο "αναφορικά με την εν λόγω μεταβολή" δηλαδή την τροποποίηση η οποία έγινε. Στη συνέχεια το πρωτόδικο δικαστήριο αθώωσε και απάλλαξε τον εφεσείοντα αναφορικά με την πρώτη κατηγορία και τον κάλεσε να προβάλει την υπεράσπιση του στη δεύτερη, αφού του επεξήγησε τα δικαιώματα του. Ο εφεσείων έδωσε ένορκη κατάθεση.Μετά από εμπεριστατωμένη ανάλυση της μαρτυρίας το πρωτόδικο δικαστήριο δέχθηκε πως από τα βοθρολύματα που είχαν πρόσφατα εκχυθεί στο χώρο που υποδείχθηκε στον Αστ. Χρυσάνθου από τους Μ.Κ.1 και 2 και "που ο ίδιος διαπίστωσε εκπεμπόταν έντονη δυσοσμία, που ήταν ενοχλητική μέχρι και τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο που οδηγεί από τη Λεωφόρο Αθαλάσσης προς το κτίριο της Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης".
Σαν αποτέλεσμα των ανωτέρω το δικαστήριο διαπίστωσε την διάπραξη του αδικήματος της δεύτερης κατηγορίας. ΄Οπως το έθεσε στην απόφαση του: "Προκύπτει αβίαστα πως το αδίκημα έχει διαπραχθεί. Η έκχυση των λυμάτων στην περιοχή ήταν πράξη που δεν ήταν εξουσιοδοτημένη από τον Νόμο σαν αποτέλεσμα της οποίας επροκλήθηκε δυσοσμία στην περιοχή. Τούτη ήταν αισθητή και ενοχλητική στην πάροδο της Λεωφ. Αθαλάσσης όπου είναι δικαίωμα οιουδήποτε πολίτη να διακινείται. Τοιουτοτρόπως ήταν δικαίωμα και του Αστυφ. Χρυσάνθου να διακινηθεί εκεί και αντελήφθηκε τη δυσοσμία που υπήρχε".
Ακολούθησε η καταδίκη του εφεσείοντα και η επιβολή ποινής φυλάκισης 4 εβδομάδων. Η παρούσα έφεση έχει περιορισθεί πάνω σε δύο λόγους:
"1. Το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα δεν επέτρεψε την επανακλήτευση
του Μ.Κ.2 μετά την προσθήκη νέας κατηγορίας.
2. Το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι η εκκένωση βοθρο-
λυμάτων συνιστά κοινή οχληρία από μόνη της χωρίς να έχει μαρτυρία
ενώπιον του πόσες μέρες διήρκησε η οχληρία και/ή χωρίς μαρτυρία
ικανού αριθμού προσώπων."
Αναφορικά με τον πρώτο λόγο της έφεσης ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα αναγνώρισε ότι η νομολογία δεν "είναι υπέρ του". Υποστήριξε, ωστόσο, ότι έπρεπε να επιτραπεί στον μάρτυρα να επανακλητευθεί "και ας μη επιτρέπονταν οι ερωτήσεις".
Το θέμα της επανακλήτευσης μάρτυρα μετά από μεταβολή του κατηγορητηρίου διέπεται από το άρθρο 84(4) του Κεφ. 155. Μετά την μεταβολή του κατηγορητηρίου αυτό επιτρέπει στους διαδίκους "να επανακαλέσουν ή επανακλητεύσουν οποιοδήποτε μάρτυρα ο οποίος είναι δυνατό να εξετάστηκε και να εξετάσουν ή αντεξετάσουν αυτόν αναφορικά με την εν λόγω μεταβολή
".Στην κρινόμενη περίπτωση η υπεράσπιση είχε διευκρινήσει επαρκώς τους λόγους για τους οποίους έπρεπε να επανακλητευθεί ο συγκεκριμένος μάρτυρας - να αντεξεταστεί επί του ζητήματος της αναγνώρισης του εφεσείοντα.
Είναι λοιπόν πρόδηλο ότι η σκοπούμενη αντεξέταση του μάρτυρα δεν αφορούσε στη μεταβολή του κατηγορητηρίου. Σχετιζόταν με στοιχείο για το οποίο ο συγκεκριμένος μάρτυρας είχε αντεξεταστεί. Η επανακλήτευση του μάρτυρα δεν καλύπτεται από τις πρόνοιες του άρθρου 84(4) του Νόμου. Αποδοχή του αιτήματος θα ισοδυναμούσε με παροχή δεύτερης ευκαιρίας στην υπεράσπιση να αντεξετάσει τον μάρτυρα σε σχέση με ζήτημα το οποίο βρίσκεται έξω από τα πλαίσια που προδιαγράφονται από το άρθρο 84(4). Ο σχετικός λόγος της έφεσης δεν ευσταθεί.
Σε σχέση με το δεύτερο λόγο της έφεσης έχει υποστηριχθεί ότι η επίδικη οχληρία εξομοιώνεται με τη δημόσια οχληρία. Πρέπει να είναι οχληρία που βλάπτει το κοινό. Το κοινό αντιπροσωπεύει περισσότερο από ένα άτομα και το άτομο που έδωσε μαρτυρία - ο Αστ. Χρυσάνθου - δεν είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα του κοινού.
Η επίδικη κατηγορία της κοινής οχληρίας εδράζεται πάνω στο άρθρο 186 του Κεφ. 154. Διακρίνεται από την ιδιωτική οχληρία. Η διάκριση καταγράφεται ως πιο κάτω στον "Russell on Crime" , 12η έκδοση, Τόμος 2, σελ. 1387
:"Η οχληρία ή η ενόχληση σημαίνει οτιδήποτε το οποίο προκαλεί βλάβη, στενοχωρία ή ζημιά. Οι οχληρίες είναι δύο ειδών: δημόσια ή κοινή οχληρία η οποία επηρεάζει ουσιωδώς το κοινό, και αποτελεί ουσιώδη ενόχληση για όλους τους υπηκόους .... και ιδιωτική οχληρία η οποία μπορεί να προσδιοριστεί σαν οτιδήποτε το οποίο προκαλεί ουσιαστική ανησυχία και ενόχληση, σε οποιοδήποτε άτομο κατά την χρήση για συνηθισμένους σκοπούς της κατοικίας του ή της περιουσίας του."
Συμφωνούμε, επομένως, με τη θέση της υπεράσπισης ότι η κοινή οχληρία εξομοιώνεται με την δημόσια οχληρία. Σύμφωνα με τον Russell (πιο πάνω), σελ. 1405-1406, "δημόσια οχληρία μπορεί να προκληθεί από καπνό, δυσοσμία, ή κακοσμία, αν από μόνες τους ή σε συνδυασμό δημιουργούν αισθητή δημόσια ενόχληση ή βλάβη στην υγεία. Αν υπάρχουν οσμές ενοχλητικές για τις αισθήσεις αυτό είναι αρκετό γιατί οι περίοικοι έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν τον καθαρό αέρα".
Ερχόμαστε τώρα στο μέρος του λόγου της έφεσης που σχετίζεται με την επάρκεια της μαρτυρίας. Το θέμα το πραγματεύεται ο Archbold "Criminal Pleading Evidence and Practice", 42α έκδοση, παραγ. 27-50
:"Πρέπει να αποδειχθεί ότι η οσμή ήταν είτε επιβλαβής στην υγεία ή τόσο ενοχλητική ώστε να αφαιρεί με αισθητό τρόπο από την απόλαυση της ζωής και περιουσίας στην περιοχή της. Δεν είναι αναγκαίο για τις οσμές να είναι επιβλαβείς στην υγεία. Είναι αρκετό αν είναι ενοχλητικές για τις αισθήσεις:
Bishop Auckland L.B. v. Bishop Auckland Iron Co. (1882) 10 Q.B.D. 138, Betts v. Penge U.D.C. (1942) 2 K.B. 154. Πρέπει επίσης να αποδειχθεί ότι πρόκειται για κατοικημένη περιοχή, ή κοντά σε υπεραστικό δρόμο γιατί το κατα πόσο είναι οχληρία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον αριθμό των κατοίκων και την συγκέντρωση κόσμου στην συγκεκριμένη περιοχή, το οποίο αποτελεί ζήτημα πραγματικό που αποφασίζεται από τους ενόρκους: R. v. White and Ward (1757) 1 Burr. 333."
Στην παρούσα υπόθεση είχαμε μαρτυρία ότι στην περιοχή εκείνη υπάρχει το κτίριο της Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης, όπου εργάζονται δεκάδες άτομα, η εκκλησία του Αποστόλου Βαρνάβα και άλλες ιδιωτικές κατοικίες και ότι η δυσοσμία από τα επίδικα λύματα σε εκείνη την περιοχή ήταν αισθητή, ενοχλητική και ανυπόφορη. Η μαρτυρία αυτή ικανοποιεί τις πιο πάνω προϋποθέσεις της νομολογίας. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η σχετική μαρτυρία δεν προέρχεται από μόνο ένα άτομο - τον Αστ. Χρυσάνθου - αλλά και από τους Μ.Κ. 1 και 2, κρίνουμε πως δεν είναι απαραίτητο όπως η μαρτυρία προέρχεται από πολλά άτομα. Αυτό που έχει σημασία είναι η ποιότητα της μαρτυρίας. Εφόσο η μαρτυρία περιέχει τα στοιχεία που αναφέρονται πιο πάνω ο αριθμός των μαρτύρων δεν διαδραματίζει οποιοδήποτε ρόλο. Ο σχετικός λόγος έφεσης δεν ευσταθεί.
Η έφεση απορρίπτεται.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΑΠ.