ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 2 ΑΑΔ 445
19 Δεκεμβρίου, 1997
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΝΑΓΗ,
Εφεσείων,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητη.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6319)
Ποινή — Ανθρωποκτονία — Εφεσείων, άτομο με παρανοϊκή σχιζοφρένεια, τρόφιμος Ψυχιατρείου Αθαλάσσας, με επίγνωση των πράξεών του — Στραγγαλισμοί δύο άλλων τροφίμων του εν λόγω ιδρύματος με πανομοιότυπο τρόπο και απόπειρα στραγγαλισμού τρίτου, εντός χρονικού διαστήματος 24 ημερών — Σχεδιασμός, οργάνωση και προγραμματισμός των εγκλημάτων — Ομολογία και παραδοχή — Λευκό ποινικό μητρώο — Αναστολή δίωξης για φόνο εκ προμελέτης — Μία άλλη παρόμοια υπόθεση λήφθηκε υπόψη — Επιβολή ποινής φυλάκισης 12 χρόνων, κατά πλειοψηφία — Επικυρώθηκε.
Ποινή — Επιμέτρηση — Διάπραξη αδικημάτων από ψυχικά διαταραγμένα άτομα — Εφαρμοστέες αρχές — Ποιες είναι οι ενδεδειγμένες ποινές.
Ποινή — Διάπραξη αδικημάτων από ψυχικά διαταραγμένα άτομα — Μετριαστικοί παράγοντες — Ευθύνη των αρμοδίων — Ανάγκη για δημιουργία δυνατότητας ιδιαίτερης μεταχείρισης αδικοπραγούντων ψυχασθενών.
Ο εφεσείων, ηλικίας 38 χρόνων, ήταν μόνιμος τρόφιμος του Νοσοκομείου Αθαλάσσας, από τον Απρίλιο 1996. Παραδέχθηκε ότι, στις 8.8.1996 και στις 28.8.1996, προκάλεσε το θάνατο με στραγγαλισμό δύο άλλων τροφίμων, αφού τους έδεσε με σεντόνι στο λαιμό τους και στο παράθυρο του δωματίου του τον πρώτο, ενώ το δεύτερο στο κρεβάτι του. Στις 2.9.1996, αποπειράθηκε να στραγγαλίσει και τρίτο τρόφιμο με τον ίδιο τρόπο. Το πρόσωπο αυτό κατονόμασε τον εφεσείοντα ως το δράστη εναντίον του. Σε γραπτή του κατάθεση, ο εφεσείων, ανέφερε ότι, διέπραξε τα εγκλήματα γιατί θεωρούσε τα θύματά του βάρος στην κοινωνία ή άχρηστους. Παραδέχθηκε ενοχή στην κατηγορία για ανθρωποκτονία. Η δίωξη στην κατηγορία για φόνο εκ προμελέτης, που ήταν διαζευκτική στην κατηγορία της ανθρωποκτονίας, αναστάληκε.
Το Κακουργιοδικείο επέβαλε στον εφεσείοντα, κατά πλειοψηφία, την ποινή της δωδεκαετούς κάθειρξης η οποία εφεσιβλήθηκε ως έκδηλα υπερβολική. Η μειοψηφία έκρινε ότι, η αρμόζουσα ποινή ήταν φυλάκιση οκτώ χρόνων. Η υπεράσπιση ισχυρίστηκε ότι η ποινή της μειοψηφίας ήταν η ενδεδειγμένη, ενόψει της διαταραγμένης ψυχικής υγείας του εφεσείοντα σε συνδυασμό με την παράλληλη ευθύνη του κρατικού ψυχιατρικού ιδρύματος.
Το Εφετείο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
Το Κακουργιοδικείο, αποδέκτηκε την άποψη ειδικού ψυχιάτρου ότι ο εφεσείων έπασχε από παρανοική σχιζοφρένεια, παρά τη διάσταση στις γνώμες των ειδικών. Από κει και πέρα όμως, όλοι οι ειδικοί συμφωνούσαν ότι ο εφεσείων είχε επίγνωση των πράξεών του και των συνεπειών τους αλλά, σε κάθε περίπτωση κάτω από μειωμένη κριτική ικανότητα. Επισημάνθηκε επίσης, και τα γεγονότα το επιβεβαιώνουν, πως οι ενέργειές του είχαν σχεδιασμό, οργάνωση και προγραμματισμό που έφθαναν μέχρι του σημείου της εμφάνισης των θανάτων που επέφερε, ως το αποτέλεσμα αυτοκτονίας. Η υπεράσπιση παραγνωρίζει το στοιχείο αυτό, με την επίκληση ως μετριαστικού παράγοντα, της ευθύνης των αρμοδίων για παράλειψη λήψης μέτρων για ανακοπή του εφεσείοντα. Η ευθύνη του εφεσείοντα προσδιορίστηκε ορθά, με γνώμονα τις δικές του ενέργειες στο πλαίσιο των συνθηκών, όπως αυτές ήταν διαμορφωμένες.
Η ανάγκη για τη δημιουργία δυνατότητας ιδιαίτερης μεταχείρισης αδικοπραγούντων ψυχασθενών, είναι επιβεβλημένη. Όμως ενόψει των δυσμενών επιλογών στο πλαίσιο της νομοθεσίας, η επιβολή ποινής φυλάκισης, ήταν αναπόφευκτη. Επιπρόσθετα και οι ειδικοί είχαν τη γνώμη ότι η φυλάκιση του εφεσείοντα, σε συνδυασμό με την κατάλληλη νοσηλεία, θα ήταν ευεργετική. Τα σημεία βελτίωσης φάνηκαν ήδη κατά τη διάρκεια της κράτησης του μέχρι τη δίκη.
Οι ποινές που επιβάλλονται για τη διάπραξη αδικημάτων από ψυχικά διαταραγμένα άτομα, ποικίλλουν από την έκδοση Διατάγματος Κηδεμονίας μέχρι την επιβολή ισοβίων δεσμών. Όπως καθιερώθηκε στη σχετική νομολογία, η επιμέτρηση της ποινής γίνεται με αναφορά στα περιστατικά της υπόθεσης και με κριτήρια το βαθμό ευθύνης του εφεσείοντα και πόσο επικίνδυνος μπορεί να είναι στην κοινωνία και για πόση χρονική περίοδο.
Το Κακουργιοδικείο καθοδηγήθηκε ορθά ως προς τις αρχές και έλαβε υπόψη του κάθε σχετικό παράγοντα. Η ποινή που επιβλήθηκε δεν ήταν έκδηλα υπερβολική.
Η έφεση απορρίπτεται.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Λεμής v. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 340,
Pantelis v. Republic (1969) 2 C.L.R. 92,
Kyprianou v. Republic (1971) 2 C.L.R .158,
Kentas v. Republic (1971) 2 C.L.R. 305,
Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση εναντίον της ποινής από τον Aνδρέα Παναγή ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 17 Aπριλίου, 1997 από το Mόνιμο Kακουργιοδικείο Λευκωσίας(Yπόθεση Aρ. 37606/96) στην κατηγορία ανθρωποκτονίας κατά παράβαση του Άρθρου 205(1)(3) του Ποινικού Kώδικα και καταδικάστηκε από Xατζηχαμπή, Π.E.Δ., Nαθαναήλ A.E.Δ. και Γεωργίου, E.Δ. σε ποινή φυλάκισης 12 ετών.
Μ. Σταματάρης, για τον Eφεσείοντα.
Α. Μ. Αγγελίδης, Eισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Θα παραθέσoυμε πρώτα τα γεγονότα όπως τα συνόψισε το Κακουργιοδικείο.
"Η εικόνα που έχουμε ενώπιόν μας είναι τραγική όσο και λυπηρή. Ο κατηγορούμενος, ηλικίας 38 ετών, από το 1978 εισήχθη επανηλειμμένα στο Νοσοκομείο Αθαλάσσας, ενώ από τον Απρίλιο 1996 ήταν μόνιμος τρόφιμός του. Στις 8.8.1996 ένας άλλος τρόφιμος, ο Τριαντάφυλλος Χριστοδούλου, βρέθηκε νεκρός, κρεμασμένος με σεντόνι δεμένο στο λαιμό του και σε παράθυρο του δωματίου του. Είκοσι μέρες αργότερα, στις 28.8.1996, ακόμα ένας τρόφιμος, ο Νικόδημος Τριγγίδης, που έμενε στο ίδιο δωμάτιο με τον κατηγορούμενο, βρέθηκε νεκρός, επίσης κρεμασμένος με σεντόνι δεμένο στο λαιμό του και στο κρεβάτι του. Μόλις λίγες μέρες αργότερα, στις 2.9.1996, άλλος τρόφιμος, ο Χριστάκης Φωτίου, ο οποίος επίσης έμενε στο ίδιο δωμάτιο με τον κατηγορούμενο, βρέθηκε αναίσθητος στο πάτωμα δίπλα από το κρεβάτι του με σεντόνι δεμένο στο λαιμό του και στο κρεβάτι του. Ο Φωτίου κατονόμασε ως δράστη εναντίον του τον κατηγορούμενο, οπότε και τα δύο προηγούμενα συμβάντα διερευνήθησαν περαιτέρω. Κατάληξη ήταν η πλήρης παραδοχή του κατηγορουμένου και για τα τρία περιστατικά και η κατάθεσή του προς την αστυνομία στις 12.9.1996, το τεκμήριο 1, η οποία ελήφθη μετά από ομολογία του κατηγορουμένου προς τη θεράποντα ιατρό του την ίδια μέρα."
Στη γραπτή κατάθεση του εφεσείοντα περιγράφονται οι ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Ο εφεσείων διέπραξε τα εγκλήματα γιατί θεωρούσε τα θύματά του βάρος στην κοινωνία ή άχρηστους. Η μέθοδός του ήταν σταθερή. Τους στραγγάλισε, τον τρίτο προσπάθησε, ενώ κοιμούνταν, χρησιμοποιώντας τη ζώνη του ή σεντόνι.
Προσάφθηκαν κατά του εφεσείοντα διαζευκτικές κατηγορίες για φόνο εκ προμελέτης και ανθρωποκτονία σε σχέση με το πρώτο θύμα. Παραδέχθηκε ενοχή στη δεύτερη και η δίωξη ως προς την πρώτη, όπως αναφέρεται, ανεστάλη. Τα ίδια και σε σχέση με το δεύτερο θύμα. Ως προς αυτό καταχωρίστηκε άλλη υπόθεση η οποία ορίστηκε να ληφθεί υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής στην πρώτη.
Το Κακουργιοδικείο, κατά πλειοψηφία, επέβαλε στον εφεσείοντα ποινή δωδεκαετούς φυλάκισης και η έφεση αφορά στο ύψος της. Υποστήριξε ο ευπαίδευτος συνήγορός του εφεσείοντα πως είναι υπερβολική και πως ήταν αντιπροσωπευτική των αναγκών της περίπτωσης η ποινή της οκταετούς φυλάκισης που η μειοψηφία έκρινε ως αρμόζουσα. Όχι γιατί η ποινή που επιβλήθηκε δε βρίσκεται σε αναλογία προς τη σοβαρότητα των εγκλημάτων και τα περιστατικά της διάπραξής τους. Τα επιχειρήματα αφορούσαν στα όσα ιδιαίτερα, κατά την εισήγηση, θα έπρεπε να συνυπολογιστούν ενόψει της διαταραγμένης ψυχικής υγείας του εφεσείοντα. Σε συνδυασμό προς την παράλληλη ευθύνη του κρατικού ψυχιατρικού ιδρύματος του οποίου ήταν τρόφιμος. Το τελευταίο γιατί, όπως υποστηρίχθηκε, δε λήφθηκαν προληπτικά μέτρα μετά το πρώτο έγκλημα ενώ ήταν γνωστό πως ο εφεσείων ήταν επικίνδυνος. Με αποτέλεσμα το δεύτερο έγκλημα.
Απασχόλησαν το Κακουργιοδικείο αυτά τα θέματα, το αναγνώρισε ο κ. Σταματάρης και η πρότασή του περιορίστηκε. Όπως δέχθηκε, το Κακουργιοδικείο έστρεψε την προσοχή του προς όλες τις κατευθύνσεις και επεσήμανε όλα τα σημαντικά αλλά, όπως τελικά διαμορφώθηκε η εισήγησή του, δεν προσέδωσε σε όσα συγκεκριμενοποίησε την οφειλόμενη βαρύτητα. Θέση με την οποία διαφώνησε ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία. Αναφέρθηκε στη σοβαρότητα των εγκλημάτων και στο εμπεριστατωμένο της πρωτόδικης απόφασης την οποία υποστήριξε σε όλη της την έκταση. Εισηγήθηκε πως δε στοιχειοθετήθηκε κανένας από τους λόγους που θα μπορούσε να δικαιολογήσoυν παρέμβαση και πρότεινε την απόρριψη της έφεσης.
Υπήρξε κάποια διάσταση στις γνώμες των ειδικών ως προς τη φύση της πάθησης του εφεσείοντα αλλά προκύπτει πως το Κακουργιοδικείο δεν απέκλεισε την άποψη ειδικού ψυχιάτρου πως έπασχε από παρανοϊκή σχιζοφρένεια. Όπως ήταν και η θέση της υπεράσπισης. Από εκεί και πέρα, ήταν η κοινή συνισταμένη όλων των ειδικών πως είχε επίγνωση των πράξεών του και των συνεπειών τους αλλά, σε κάθε περίπτωση, κάτω από μειωμένη κριτική ικανότητα. Επισημάνθηκε ταυτόχρονα, και τα γεγονότα το επιβεβαιώνουν, πως οι ενέργειές του είχαν σχεδιασμό, οργάνωση και προγραμματισμό που εκτεινόταν μέχρι του σημείου της εμφάνισης των θανάτων που επέφερε ως το αποτέλεσμα αυτοκτονίας. Και πρέπει να σημειώσουμε εδώ πως παραγνωρίζει η υπεράσπιση αυτό το στοιχείο όταν επικαλείται, ως μετριαστικό παράγοντα, την ευθύνη που καταλογίζει στους αρμόδιους για παράλειψη ανακοπής του εφεσείοντα. Όσο και αν, όπως παρατήρησε το Κακουργιοδικείο, υπήρχαν ερωτηματικά ως προς την αρχική ιατροδικαστική αποδοχή της εκδοχής της αυτοκτονίας. Ούτως ή άλλως, η ευθύνη του εφεσείοντα θα έπρεπε, όπως και πράγματι έγινε, να προσδιοριστεί με γνώμονα τις δικές του ενέργειες στο πλαίσιο των συνθηκών όπως αυτές ήταν διαμορφωμένες.
Στην υπόθεση Λεμής ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 340, αποτέλεσε κεντρικό σημείο η ανυπαρξία στην Κύπρο δυνατότητας ιδιαίτερης μεταχείρισης αδικοπραγούντων ψυχασθενών. Τονίστηκε η ανάγκη για τη δημιουργία τους, αναφέρθηκε σε έκταση σ' αυτά το Κακουργιοδικείο και τα επανατονίζουμε και εμείς. Με δοσμένες, όμως, τις επιλογές στο πλαίσιο της νομοθεσίας, το Κακουργιοδικείο είδε ως αναπόφευκτη την επιβολή ποινής φυλάκισης. Και δεν υπάρχει αντιγνωμία ως προς αυτό. Ήταν και η γνώμη των ειδικών πως η φυλάκιση του εφεσείοντα, συνοδευόμενη από την κατάλληλη νοσηλεία, θα ήταν ευεργετική. Και είχαν παρατηρηθεί ήδη σημεία καλυτέρευσης κατά τη διάρκεια της κράτησής του μέχρι τη δίκη.
Ήταν ο βασικός ισχυρισμός του κ. Σταματάρη πως η υπόθεση Λεμή (ανωτέρω) στην οποία, για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης οκτώ ετών, παρέχει το μέτρο και δεν εδικαιολογείτο παρέκκλιση. Η ποινή στην πιο πάνω υπόθεση, όπως άλλωστε σε κάθε υπόθεση, επιμετρήθηκε με αναφορά στα περιστατικά της και, όπως παρατηρήθηκε, "με βάση αυτά τα κριτήρια (το βαθμό ευθύνης του εφεσείοντα και το πόσο επικίνδυνος μπορεί να είναι στην κοινωνία και για πόση χρονική περίοδο), μπορούν να επιβληθούν ποινές από Διάταγμα Κηδεμονίας μέχρι ισοβίων δεσμών". Και το Κακουργιοδικείο παρέπεμψε και σε σειρά άλλων υποθέσεων στις οποίες, επίσης για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας, που διαπράχθηκε από ψυχικά διαταραγμένους ανθρώπους, επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης από 10 ετών μέχρι 20 ετών. (Βλ. Pantelis v. Republic (1969) 2 C.L.R. 92, Kyprianou v. Republic (1971) 2 C.L.R. 158, Kentas v. Republic (1971) 2 C.L.R. 305). Αναφορά μπορεί να γίνει και στην υπόθεση Κyriacos Philippou v. Republic (1983) 2 C.L.R. 245 στην οποία επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 15 ετών παρά το γεγονός ότι ο εφεσείων έπασχε διανοητικά. Αφού λήφθηκε υπόψη πως το έγκλημα διαπράχθηκε εν ψυχρώ, με σχέδιο. Όπως και εδώ είχε διακοπεί η δίωξη για φόνο εκ προμελέτης. Είχε θεωρηθεί πως η διανοητική κατάσταση του εφεσείοντα ήταν ασυμβίβαστη με προμελέτη.
Αναγνωρίστηκε πως ο εφεσείων είχε μειωμένη ευθύνη και συνυπολογίστηκε πως δε βαρυνόταν με προηγούμενες καταδίκες και πως, τελικά, ομολόγησε την ενοχή του. Είναι όμως ιδιαίτερα επικίνδυνος και χρειάζεται ψυχιατρική βοήθεια για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Το Κακουργιοδικείο καθοδηγήθηκε ορθά ως προς τις αρχές και έστρεψε την προσοχή του προς κάθε σχετικό παράγοντα. Δε διακρίνουμε αιτία για παρέμβαση. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε πως η ποινή που επιβλήθηκε ήταν έκδηλα υπερβολική. Η έφεση απορρίπτεται.
H έφεση απορρίπτεται.