ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 2 ΑΑΔ 213
30 Ιουνίου, 1997
[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΑΝΩΛΗ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6344)
Διάταγμα προσωποκράτησης — Διακριτική ευχέρεια — Δεν είναι απαραίτητη, η συρροή όλων των παραγόντων που καθιέρωσε η νομολογία — Η βαρύτητα των αδικημάτων και το ύψος των ποινών, δικαιολογούσαν στην παρούσα υπόθεση, την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της έκδοσης του διατάγματος.
Δικαιώματα κατηγορουμένου — Δικαίωμα εκπροσώπησης κατηγορουμένου από δικηγόρο — Σύνταγμα Άρθρο 12.5(γ) — Εφαρμοστέες αρχές.
Δικαιώματα κατηγορουμένου — Δικαίωμα για δίκαιη δίκη — Δεν επηρεάζεται από την κράτησή του, εάν δε στερείται των απαραίτητων διευκολύνσεων για ετοιμασία της υπεράσπισής του.
Εκδίκαση ποινικών υποθέσεων — Η ταχεία εκδίκαση των υποθέσεων αυτών, είναι επιβεβλημένη — Ο χρόνος κράτησης κατηγορουμένου για τη διερεύνηση αδικήματος, διακρίνεται από το χρόνο για τον οποίο διατάσσεται να παραμείνει υπό κράτηση μέχρι τη δίκη.
Μέσα μαζικής ενημέρωσης — Δημοσιεύματα στον τύπο — Δε δημιουργούν προκατάληψη αν δεν επηρέασαν τα δικαιώματα κατηγορουμένου.
Ο εφεσείων που εκατηγορείτο, μεταξύ άλλων αδικημάτων, για απόπειρα φόνου και κατοχή εκρηκτικών υλών, εκρατείτο από τον Απρίλη του 1997, μετά την έκδοσή του από τη Βρετανία. Διατάχθηκε να παραμείνει υπό κράτηση μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης στις 6.10.1997. Άσκησε έφεση εναντίον του διατάγματος προσωποκράτησής του, χωρίς να εκπροσωπείται από δικηγόρο, ισχυριζόμενος ότι η απόφαση να παραμείνει υπό κράτηση μέχρι τη δίκη του είναι λανθασμένη και αντισυνταγματική. Ισχυρίσθηκε ότι:
1) η κράτησή του αποτελεί εμπόδιο στην απόκτηση νομικών γνώσεων για το χειρισμό της υπόθεσής του και στη συλλογή στοιχείων για την υπεράσπισή του, 2) θα εξυπηρετηθεί το συμφέρον της δικαιοσύνης αν εξασφαλίσει δικηγόρο γιατί έτσι θα τύχει δίκαιης δίκης, 3) τα δημοσιεύματα στον τύπο για τον ίδιο και την υπόθεση δημιουργούν προκατάληψη εναντίον του και 4) το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι τη δίκη του είναι πολύ μεγάλο.
Το Εφετείο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
Το Άρθρο 12.5(β) του Συντάγματος, δεν κατοχυρώνει δικαίωμα νομικής εκπροσώπησης της επιλογής του κατηγορουμένου, εκτός των περιπτώσεων όπου η δικηγορική αμοιβή θα καταβληθεί από τον ίδιο. Το εν λόγω δικαίωμα μπορεί να ασκηθεί καθ' οιονδήποτε χρόνο, ακόμα και διαρκούσης της κράτησής του. Το Κακουργιοδικείο έκαμε κάθε δυνατή προσπάθεια να εξεύρει δικηγόρο για τον κατηγορούμενο, ο οποίος όμως επέμενε στην επιλογή συγκεκριμένων δικηγόρων. Ως εκ τούτου δεν έχουν θιγεί τα δικαιώματα του.
Το δικαίωμα για δίκαιη δίκη δεν επηρεάσθηκε από την κράτηση του κατηγορουμένου.
Το διάστημα των τεσσάρων μηνών μέχρι την εκδίκαση, δεν είναι χρονικό διάστημα που χρήζει αντιμετώπισης.
Η δημοσιότητα που δόθηκε στην υπόθεση, δεν επηρέασε τα δικαιώματα του κατηγορουμένου. Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου υπέρ της έκδοσης του επίδικου διατάγματος ασκήθηκε ορθά με βάση το ύψος της προβλεπομένης ποινής και τη σοβαρότητα των αδικημάτων.
Η έφεση απορρίπτεται.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Fourri and Others v. Republic (1980) 2 C.L.R. 152,
Κωνσταντινίδης v. Δημοκρατίας (1997) 2 A.A.Δ. 109,
Βασιλείου v. Δημοκρατίας (1997) 2 A.A.Δ. 7.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης (Ποινική Yπόθεση Aρ. 14145/97 του Kακουργιοδικείου Λεμεσού (Xατζηχαμπής, Π.E.Δ., Nαθαναήλ, A.E.Δ., Γεωργίου, E.Δ.) ημερομηνίας 10 Iουνίου, 1997 για κράτηση του Aνδρέα Mανώλη Oνουφρίου, μέχρι τη δίκη του. Oι κατηγορίες τις οποίες αντιμετωπίζει συμπεριλαμβάνουν την απόπειρα φόνου και την κατοχή εκρηκτικών υλών.
Ο Eφεσείων παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.
Π. Κληρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα εκδόσει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ..
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση ασκήθηκε εναντίον διατάγματος του Κακουργιοδικείου Λεμεσού για κράτηση του εφεσείοντος μέχρι τη δίκη του. Ο εφεσείων αντιμετωπίζει διάφορες κατηγορίες, μεταξύ των οποίων για απόπειρα φόνου και κατοχή εκρηκτικών υλών. Παρουσιάστηκε ενώπιον μας χωρίς δικηγόρο και ισχυρίστηκε ότι η απόφαση να παραμείνει υπό κράτηση μέχρι τη δίκη του είναι λανθασμένη και αντισυνταγματική. Προέβαλε τον ισχυρισμό ότι με την κράτησή του παραβιάζεται η αρχή της ισότητας των όπλων, γιατί, επειδή δε διαθέτει δικηγόρο θα πρέπει να του παρασχεθεί η ευκαιρία να παρακολουθήσει άλλες δίκες και να μελετήσει νομικά κείμενα, προφανώς για να αποκτήσει την απαραίτητη νομική μόρφωση και να είναι σε θέση να χειριστεί την υπόθεση. Τέλος θα του δοθεί η ευκαιρία, αν αφεθεί ελεύθερος να μαζέψει στοιχεία που θα τον βοηθήσουν στην υπεράσπισή του. Το επιχείρημα αυτό έγινε παράλληλα με τη θέση του ότι θα εξυπηρετηθεί το συμφέρον της δικαιοσύνης αν εξασφαλίσει δικηγόρο, γιατί έτσι θα τύχει δίκαιης δίκης.
Ο εφεσείων αναφέρθηκε επίσης στο κατά τον ισχυρισμό του μεγάλο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι τη δίκη του, καθώς και στην προκατάληψη που δημιουργήθηκε εναντίον του από τα δημοσιεύματα που έγιναν για την υπόθεση και τον ίδιο.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της κατηγορούσας αρχής απέρριψε τους πιο πάνω ισχυρισμούς του εφεσείοντος και ισχυρίστηκε ότι αντίθετα καταβλήθηκαν πολλές ανεπιτυχείς προσπάθειες για εκπροσώπησή του από συνήγορο, αλλά αυτός επέμενε στο διορισμό δύο συγκεκριμένων δικηγόρων, οι οποίοι όμως δεν αποδέκτηκαν να τον εκπροσωπήσουν. Άλλοι δικηγόροι που προσφέρθησαν να τον υπερασπίσουν δεν έγιναν αποδεκτοί από τον εφεσείοντα. Ο κ. Κληρίδης συνεχίζοντας ανέφερε ότι δε θεωρεί το μέχρι της εκδίκασης της υπόθεσης χρονικό διάστημα υπερβολικό και τόνισε τη σοβαρότητα των κατηγοριών, καθώς και το γεγονός ότι προβλεπόμενη ποινή είναι η ποινή των ισοβίων δεσμών. Ο κ. Κληρίδης κατέληξε ότι κανένα συνταγματικό δικαίωμα του εφεσείοντος δεν έχει παραβιαστεί.
Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι σημειώνουμε μία αντίφαση στο πρώτο επιχείρημα του εφεσείοντος. Από τη μια ισχυρίζεται ότι επιθυμεί την απόλυσή του για να μπορέσει να ετοιμάσει ο ίδιος προσωπικά την υπεράσπισή του και από την άλλη για να μπορέσει να εξασφαλίσει τις υπηρεσίες δικηγόρου που θα τον εκπροσωπεί. Παρά την αντίφαση θα ασχοληθούμε και με τα δύο επιχειρήματα χωριστά.
Η εκπροσώπηση κατηγορούμενου από δικηγόρο είναι αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα που κατοχυρώνεται μάλιστα και από το άρθρο 12.5(γ) του Συντάγματος. Όπως τονίστηκε και στην υπόθεση Varnava Fourri and Others v. The Republic (1980) 2 C.L.R. 152, εκτός των περιπτώσεων όπου η δικηγορική αμοιβή θα πληρωθεί από τον ίδιο τον κατηγορούμενο, το άρθρο 6(3)(c) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που είναι ουσιαστικά η διάταξη από την οποία προήλθε το Άρθρο 12.5(β) του δικού μας Συντάγματος, δεν εγγυάται σε κατηγορούμενο νομική εκπροσώπηση της δικής του επιλογής.
Από τα πρακτικά είναι φανερό ότι το Κακουργιοδικείο έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια για να εξεύρει δικηγόρο για τον κατηγορούμενο, αυτός όμως επέμενε στην επιλογή συγκεκριμένων προσώπων. Δε βλέπουμε πως έχουν θιγεί τα δικαιώματά του. Το δικαίωμά του να διορίσει δικηγόρο της εκλογής του παραμένει αμετάβλητο και αναμφίβολα μπορεί να ασκηθεί καθ' οιονδήποτε χρόνο, ακόμα και ενώ ο εφεσείων παραμένει υπό κράτηση. Για την ακρίβεια δεν μπορούμε να αντιληφθούμε πώς η ανεύρεση δικηγόρου θα καταστεί ευκολότερη, αν ο εφεσείων αφεθεί ελεύθερος.
Από την άλλη θεωρούμε ότι η αξίωσή του για απόλυση για να ετοιμάσει την υπεράσπισή του προσωπικά δεν είναι λογική. Μια τέτοια προσέγγιση θα οδηγούσε σε παράλογα αποτελέσματα. Αναμφίβολα κάθε κατηγορούμενος πρέπει να τυγχάνει δίκαιης δίκης, δικαίωμα που προστατεύεται και από το Σύνταγμα. Όμως το δικαίωμα αυτό δε βλέπουμε πως επηρεάζεται από την κράτησή του. Ιδιαίτερα η πεποίθηση ότι παρακολουθώντας άλλες δίκες θα μπορέσει να αποκτήσει σχετική πείρα και γνώση που θα τον βοηθήσουν στην παρουσίαση της υπόθεσής του είναι τουλάχιστον αισιόδοξη. Το ίδιο αισιόδοξη είναι και η προσδοκία του να μελετήσει νομικά βιβλία, ενασχόληση στην οποία εν πάση περιπτώσει μπορεί να επιδοθεί και ενώ τελεί υπό κράτηση. Κάτω από τις περιστάσεις δε βλέπουμε πως με την κράτησή του στερείται των απαραίτητων διευκολύνσεων για να ετοιμάσει την υπεράσπισή του (βλ. Κώστας Κωσταντινίδης ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 6315, ημερ. 6.5.1997).
Η εκδίκαση της υπόθεσης ορίστηκε για τις 6.10.1997. Παρά την ανάγκη για γρήγορη κατά το δυνατό εκδίκαση των ποινικών υποθέσεων δε θεωρούμε ότι διάστημα τεσσάρων μηνών μέχρι την εκδίκαση είναι χρονικό διάστημα που χρήζει αντιμετώπισης. Ο εφεσείων κρατείται από τις αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας από τον Απρίλη του 1997, μετά την έκδοσή του από τη Βρεττανία. Επίσης στο σημείο αυτό θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ του χρόνου κράτησης για τη διερεύνηση του αδικήματος, και του χρόνου για τον οποίο το Δικαστήριο διατάσσει την κράτησή του, αφού η υπόθεση έχει ορισθεί για ακρόαση. Ακόμη και οι προϋποθέσεις που το Δικαστήριο εξετάζει στην κάθε μια από τις περιπτώσεις αυτές είναι διαφορετικές.
Ο οποιοσδήποτε επηρεασμός των δικαιωμάτων του εφεσείοντος, αν κάτι τέτοιο πράγματι έχει γίνει από τη δημοσιότητα που πήρε η υπόθεση, δεν είναι του παρόντος να εξεταστεί, γιατί στην απόφαση του Κακουργιοδικείου για κράτηση δε φαίνεται η δημοσιότητα να έπαιξε οποιοδήποτε ρόλο. Σίγουρα ούτε και στην ενώπιον μας διαδικασία είχε οποιαδήποτε σημασία.
Όπως σωστά επισημαίνεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου για την έκδοση διατάγματος κράτησης δεν είναι απαραίτητη η συρροή όλων των παραγόντων που καθιέρωσε η νομολογία (βλ. Κλεάνθης Βασιλείου ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ. 6248, ημερ. 10.1.1997). Εξετάζοντας όλους τους παράγοντες που το Κακουργιοδικείο έλαβε υπ΄όψη, ιδιαίτερα δε τη βαρύτητα των αδικημάτων και το ύψος των προβλεπόμενων ποινών, καταλήγουμε ότι το Δικαστήριο δεν άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια λανθασμένα και δε βρίσκουμε οποιοδήποτε λόγο να επέμβουμε.
Η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί και διά ταύτα απορρίπτεται. Δε χρειάζεται βέβαια να τονιστεί η ανάγκη για διασφάλιση των δικαιωμάτων του εφεσείοντος και η παροχή σε αυτόν μέσα στα πλαίσια του Συντάγματος και των κειμένων νόμων κάθε διευκόλυνσης, είτε για ετοιμασία της υπεράσπισής του, είτε για εξασφάλιση των υπηρεσιών δικηγόρου της εκλογής του.
H έφεση απορρίπτεται.