ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 2 ΑΑΔ 12
14 Ιανουαρίου, 1997
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
ΣΥΜΒΟΥΑΙΟΥ ΒΕΑΤΙΩΣΕΩΣ ΜΑΖΩΤΟΥ,
Εφεσιβλήτων.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6059)
Υδρομετρητές — Παράλειψη διατήρησης υδρομετρητή σε ασφαλή κατάσταση κατά παράβαση του Άρθρου 21 του περί Χωρίων (Διοίκησις και Βελτίωσις) Νόμου, Κεφ. 243, όπως τροποποιήθηκε και των σχετικών Κανονισμών — Ποιος είναι ο κατά νόμο υπεύθυνος για την ασφαλή διατήρηση υδρομετρητή.
Λέξεις και Φράσεις— "Καταναλωτής" στον Κανονισμό 118(a) των περί Χωρίων (Διοίκησις και Βελτίωσις) Κανονισμών του Συμβουλίου Βελτιώσεως Μαζωτού.
Ερμηνεία ποινικών διατάξεων — Η ποινική ευθύνη πρέπει να καθορίζεται ρητά και απερίφραστα από το λεκτικό της σχετικής διάταξης και όχι να συνάγεται από τα συμφραζόμενα.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό Π 7(5), των Κανονισμών που εφαρμόζονται στην παρούσα περίπτωση, κάθε καταναλωτής θεωρείται υπεύθυνος για την ασφαλή διατήρηση του μετρητή και σύμφωνα με τον Κανονισμό 118(a) καταναλωτής σημαίνει τον ιδιοκτήτη ή κάτοχο οικήματος που εφοδιάζεται με οικιακό νερό.
Ο κατηγορούμενος ήταν σύζυγος της ιδιοκτήτριας του υποστατικού στο οποίο βρισκόταν ο υδρομετρητής και εξοφλούσε τους λογαριασμούς υδροδότησης. Υπέβαλε ότι δεν μπορούσε, εφόσο δεν ήταν ιδιοκτήτης, να θεωρείται καταναλωτής. Οι εφεσίβλητοι ισχυρίστηκαν ότι ο κατηγορούμενος όντας κάτοχος του υποστατικού εθεωρείτο ότι ήταν καταναλωτής. Το Εφετείο αποδέχτηκε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
Η αναφορά του κανονισμού 118(a) σε ιδιοκτήτη ή κάτοχο δεν είναι διαζευκτική με την έννοια της εκλογής. Η κατοχή του υποστατικού από τον ιδιοκτήτη του αποκλείει οποιονδήποτε άλλο από του να θεωρηθεί καταναλωτής. Όπου ο ιδιοκτήτης κατοικεί στο υποστατικό, κανένα άλλο μέλος της οικογένειας δεν μπορεί να θεωρηθεί κάτοχος. Ως εκ τούτου, ο κατηγορούμενος δεν ήταν το κατά νόμο υπεύθυνο πρόσωπο για τη διατήρηση του υδρομετρητή σε ασφαλή κατάσταση δυνάμει των σχετικών Κανονισμών.
Είναι αμφίβολο κατά πόσο με τον κανονισμό 117(5) στοιχειοθετείται ποινικό αδίκημα, λόγω της απουσίας, αφ' ενός ρητής αναφοράς ότι παράβασή του συνιστά αδίκημα και αφ' ετέρου της απαρίθμησης κάποιων συνεπειών που ο καταναλωτής μπορεί να έχει όταν τον παραβαίνει.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα εις βάρος των εφεσιβλήτων.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Γενικός Εισαγγελέας ν. Παπαλαζάρου και Άλλων (1995) 2 Α.Α.Δ. 128,
Χριστοδούλου και Άλλος ν. Αστυνομίας και Άλλου (1993) 2 Α.Α.Δ. 443.
Έφεση εναντίον Καταδίκης και Ποινής.
Έφεση εναντίον της καταδίκης και της ποινής από το Γεώργιο Γεωργίου ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 29 Σεπτεμβρίου, 1995 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας (Ποινική Υπόθεση Αρ. 8074/95) στην κατηγορία της παράλειψης διατήρησης του υδρομετρητή σε ασφαλή κατάσταση κατά παράβαση του άρθρου 21 του περί Χωρίων (Διοίκησις και Βελτίωσις) Νόμου, Κεφ. 243, όπως τροποποιήθηκε και των σχετικών κανονισμών 111(β), (ζ), (η) και 117(5) των περί Χωρίων (Διοίκησης και Βελτίωσις) Κανονισμών του Συμβουλίου Βελτιώσεως Μαζωτού και καταδικάστηκε από Λιάτσο, Ε.Δ., σε πρόστιμο £40 και δεσμεύτηκε με £200 εγγύηση για δύο χρόνια να τηρεί το νόμο.
Α. Κλεάνθους, για τον Εφεσείοντα.
Α. Ανδρέου, για τους Εφεσίβλητους.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων καταδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας για το αδίκημα της παράλειψης διατήρησης του υδρομετρητή σε ασφαλή κατάσταση κατά παράβαση του άρθρου 21 του περί Χωρίων (Διοίκησις και Βελτίωσις) Νόμου, Κεφ. 243, όπως τροποποιήθηκε και των σχετικών Κανονισμών, ήτοι των κανονισμών 111(β), (ζ), (η) και 117(5) των περί Χωρίων (Διοίκησις και Βελτίωσις) Κανονισμών του Συμβουλίου Βελτιώσεως Μαζωτού. Εναντίον της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου ασκήθηκε έφεση με την οποία ο εφεσείων προβάλλει τον ισχυρισμό ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι ο εφεσείων επείχε οποιαδήποτε ευθύνη προς το Συμβούλιο Βελτιώσεως Μαζωτού, γιατί κατά τον ουσιώδη χρόνο δεν ήταν κάτοχος ή καταναλωτής νερού, εντός της εννοίας του νόμου και των σχετικών κανονισμών και κατά συνέπεια ούτε και υπεύθυνος για την ασφαλή διατήρηση του υδρομετρητή.
Είναι παραδεκτό γεγονός ότι ο κατηγορούμενος δεν είναι ιδιοκτήτης του υποστατικού στο οποίο βρίσκεται ο υδρομετρητής. Είναι σύζυγος της ιδιοκτήτριας και διαμένει σ' αυτό με τη σύζυγο και τα παιδιά του. Είναι επίσης παραδεκτό ότι οι λογαριασμοί υδροδότησης αποστέλλονταν στο όνομα του κατηγορούμενου και εξοφλούνταν από τον ίδιο.
Για το Συμβούλιο Βελτιώσεως Μαζωτού ισχύουν οι Κανονισμοί του Συμβουλίου Βελτιώσεως Πεδουλά του 1951 που υιοθετήθηκαν με την Κ.Δ.Π. 337/89, (Επίσημη Εφημερίδα Δημοκρατίας υπ' αρ. 2468, ημερ. 29.12.1989). Ο κανονισμός που εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση είναι ο κανονισμός 117(5) ο οποίος προβλέπει:
"Κάθε καταναλωτής θεωρείται υπεύθυνος για την ασφαλή διατήρηση του μετρητή ο οποίος μετρητής πρέπει να είναι απαλλαγμένος από φυτά ή οποιαδήποτε άλλα εμπόδια. Σε περίπτωση ζημιάς που προκαλείται για οποιοδήποτε λόγο στο μετρητή ο καταναλωτής θα πληρώνει το Συμβούλιο για την επιδιόρθωση ή αντικατάστασή του. Ο καταναλωτής επίσης θα καλείται να μετακινήσει οποιαδήποτε φυτά ή άλλα εμπόδια τα οποία δυνατόν να καθιστούν δύσκολη την προσπέλαση προς το μετρητή και σε περίπτωση που δεν συμμορφώνεται η υδατοπρομήθεια σ' αυτόν μπορεί να διακοπεί μέχρις ότου τα φυτά ή εμπόδια απομακρυνθούν."
Ο όρος καταναλωτής καθορίζεται από τον κανονισμό 118(α) σύμφωνα με τον οποίο :
"'Καταναλωτής' σημαίνει οποιοδήποτε νομικό ή φυσικό πρόσωπο το οποίο είναι ιδιοκτήτης ή κάτοχος οικήματος ή τόπου που εφοδιάζεται με οικιακό νερό και το οποίο ευθύνεται για την πληρωμή τελών και δικαιωμάτων στο Συμβούλιο σχετικά με την παροχή οικιακού νερού στο οίκημα αυτό ή τόπο."
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντος-κατηγορούμενου προέβαλε τη θέση ότι ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να θεωρείται καταναλωτής, αφού η επίδικη οικία είναι και ιδιοκτησία της συζύγου του και κατέχεται από αυτή. Σύμφωνα με τον εφεσείοντα το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος επί σειρά ετών εξοφλεί τους λογαριασμούς υδροδότησης είναι εντελώς άσχετο.
Αντίθετα ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσίβλητων υπέβαλε ότι, αφού ο σχετικός κανονισμός αναφέρεται σε ιδιοκτήτη ή κάτοχο και αφού αναμφίβολα ο κατηγορούμενος ήταν κάτοχος της οικίας μια και ζούσε σ' αυτήν, το γεγονός ότι στο ίδιο σπίτι διέμενε και η ιδιοκτήτρια δεν επηρεάζει την ιδιότητα του ως καταναλωτή εντός της εννοίας των σχετικών Κανονισμών. Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων παρέθεσε σειρά αυθεντιών για να στηρίξει την επιχειρηματολογία του.
Με όλο το σεβασμό θεωρούμε ότι μικρή μόνο σημασία έχει στην παρούσα υπόθεση αν ο κατηγορούμενος μπορεί ή όχι να θεωρηθεί κάτοχος. Ο σχετικός κανονισμός δίδει τον ορισμό του καταναλωτή και σύμφωνα με αυτόν "καταναλωτής σημαίνει οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι ιδιοκτήτης ή κάτοχος οικήματος". Η αναφορά του κανονισμού σε ιδιοκτήτη ή κάτοχο δεν είναι διαζευκτική με την έννοια της εκλογής. Η κατοχή του υποστατικού από τον ιδιοκτήτη του αποκλείει οποιονδήποτε άλλο από του να θεωρηθεί καταναλωτής. Η αναφορά σε ιδιοκτήτη ή κάτοχο γίνεται για να καθορίζεται ο καταναλωτής όταν ο ιδιοκτήτης δεν είναι και κάτοχος της οικοδομής. Ιδιοκτήτης που κατοικεί στο υποστατικό διαθέτει τόσο την κυριότητα του ακινήτου υπό τη νομική της έννοια αλλά και την κατοχή του ακινήτου. Όπου ο ιδιοκτήτης κατοικεί στο υποστατικό, κανένα άλλο μέλος της οικογένειάς του, ούτε ακόμα και ο σύζυγος, μπορεί να θεωρηθεί ως κάτοχος. Έτσι καταλήγουμε ότι ο κατηγορούμενος, άνκαι είναι σύζυγος της ιδιοκτήτριας, ένοικος του υποστατικού, ακόμα και το πρόσωπο που εξοφλούσε τους λογαριασμούς υδροδότησης, δεν μπορεί να θεωρηθεί καταναλωτής και συνεπώς η καταδίκη του θα πρέπει να ακυρωθεί.
Πριν όμως τελειώσουμε θα θέλαμε να αναφέρουμε ότι διατηρούμε επίσης επιφυλάξεις κατά πόσο μη τήρηση του κανονισμού 117(5) συνιστά ποινικό αδίκημα. Ο κανονισμός αναφέρει ορισμένες ευθύνες που έχει ο καταναλωτής, όπως για παράδειγμα την ασφαλή διατήρηση του μετρητή, ενώ στη συνέχεια αναφέρεται ότι σε περίπτωση ζημιάς ο καταναλωτής καταβάλλει στο Συμβούλιο τη δαπάνη για την επιδιόρθωση ή αντικατάστασή του. Επίσης ο καταναλωτής, σύμφωνα με τον κανονισμό, θα καλείται να μετακινήσει οποιαδήποτε εμπόδια που δυνατόν να καθιστούν την προσπέλαση προς το μετρητή δύσκολη και σε περίπτωση μη συμμόρφωσής του η υδροδότηση μπορεί να διακοπεί μέχρις ότου τα εμπόδια απομακρυνθούν. Καμιά ποινή δεν προβλέπεται για παράβαση του κανονισμού, απλά αναφέρονται μέτρα που μπορούν να ληφθούν εναντίον του καταναλωτή. Βέβαια ο κανονισμός 117(5) μπορεί να θεωρηθεί αδίκημα με βάση τον κανονισμό 221 των Κανονισμών Συμβουλίου Βελτιώσεως Πεδουλά, σύμφωνα με τον οποίο οποιαδήποτε παράβαση των Κανονισμών τιμωρείται με συγκεκριμένο πρόστιμο. Αν και δε θα θέλαμε να επεκταθούμε γιατί δε δόθηκε η ευκαιρία λεπτομερούς ανάπτυξης, εν τούτοις δε θα πρέπει να μας διαφεύγει η καθιερωμένη αρχή ότι για τη δημιουργία ποινικής ευθύνης, οι διατάξεις ερμηνεύονται αυστηρά, χωρίς δυνατότητα για στήριξη έννοιας με υπονοούμενα και χωρίς χώρο για ασάφεια. Η ποινική ευθύνη πρέπει να καθορίζεται ρητά και απερίφραστα από το λεκτικό της διάταξης και να μην αφήνεται να συνάγεται από τα συμφραζόμενα (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Νίκου Παπαλαζάρου και Άλλων, Ποιν. Εφ. 5905, ημερ. 8.6.1995, Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 5853 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Χριστοδούλου, Ποιν.Εφ. 5855, ημερ. 22.12.1993). Οι αμφιβολίες μας κατά πόσο με τον κανονισμό 117(5) στοιχειοθετείται οποιοδήποτε αδίκημα εδράζονται τόσο στο γεγονός ότι στο συγκεκριμένο κανονισμό δεν αναφέρεται ρητά ότι παράβασή του συνιστά αδίκημα, ενώ από την άλλη στον ίδιο κανονισμό απαριθμούνται κάποιες συνέπειες που ο καταναλωτής μπορεί να έχει όταν τον παραβαίνει.
Η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται. Τα έξοδα της διαδικασίας βαρύνουν τους εφεσίβλητους.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα εις βάρος των εφεσιβλήτων.