ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 2 ΑΑΔ 267
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΙΝΙΚ Η ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 6195
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ,
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗ, ΝΙΚΗΤΑ, ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΑΡΤΕΜΗ,
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗ,
ΚΡΟΝΙΔΗ, ΗΛΙΑΔΗ, ΔΔ.
Γεώργιος Ιωάννου,
Εφεσείων,
- ν -
Αστυνομίας,
Εφεσίβλητης.
- - - - - - - - - -
Ημερομηνία: 17.7.97
Για τον εφεσείοντα: κ. Μ. Τριανταφυλλίδης.
Για την εφεσίβλητη: κ. Π. Κληρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος
της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
- - - - - - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.:
Τα γεγονότα της υπόθεσης και η επιχειρηματολογία των δικηγόρων φαίνoνται στις αποφάσεις των αδελφών Δικαστών που είχα την ευκαιρία να μελετήσω. Εχοντας διεξέλθει με προσοχή την επιχειρηματολογία και έχοντας εξετάσει την μέχρι τώρα νομολογία επί του θέματος έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η απονομή χάριτος σε ένα από περισσότερους καταδικασθέντες δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο για την μείωση της ποινής άλλου καταδικασθέντα με βάση την θέση ότι υφίσταται άνιση μεταχείριση. Κατά την άποψή μου η ισότητα στην μεταχείριση περιορίζεται στην ποινή που επιβάλλει το ίδιο το Δικαστήριο και δεν μπορεί να επηρεάζεται από μεταγενέστερη ενέργεια απονομής χάριτος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.Στην υπόθεση Kyriakides v. Republic (1983) 2 C.L.R. 94, στη σελίδα 101, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
"It is clear, however, from all the above authorities as well as from "The Principles of Sentencing" by D.A. Thomas that the question of disparity of sentence as a ground of appeal can, as a rule, arise when such disparity is apparent between the sentence imposed on an accused and his co-accused in respect of the same offence whether they were tried jointly by the same Court or separately by different Courts, ..."
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)
Οπως προκύπτει από το πιο πάνω απόσπασμα, η ανομοιογένεια της ποινής ως λόγος έφεσης συναρτάται άμεσα με την συγκεκριμένη ποινή που
επιβάλλει το Δικαστήριο.Διαφορετική άποψη θα μπορούσε να οδηγήσει σε παράδοξα αποτελέσματα: σε περίπτωση που δεν ασκείται έφεση πριν την απονομή χάριτος και παρέρχεται ο χρόνος έφεσης ή όπου η έφεση περατώνεται πριν την απονομή της χάριτος, τότε το Εφετείο δεν θα είναι σε θέση να λάβει υπόψη τον παράγοντα αυτό και η κρίση επί του θέματος θα αφήνεται να εξαρτάται από τον χρόνο κατά τον οποίο απονέμεται η χάρις, οδηγώντας έτσι σε διαφορετικά αποτελέσματα σε κάθε περίπτωση, ανάλογα με τον χρόνο αυτό.
Επιπρόσθετα, αφού έχει ήδη κριθεί σε προγενέστερες αποφάσεις καθώς και σε ενδιάμεση απόφαση στην παρούσα υπόθεση πως το δικαίωμα απονομής χάριτος δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου από το Δικαστήριο, τότε δεν θα ήταν δυνατό να γίνουν γνωστοί οι λόγοι που οδήγησαν στην απονομή χάριτος για να μπορεί να κριθεί εάν η άσκηση του δικαιώματος αυτού είναι αδικαιολόγητη έτσι που να αποτελεί παράγοντα μείωσης της ποινής και άλλου καταδικασθέντα για αποφυγή άνισης μεταχείρισης.
Στην υπόθεση Οδυσσέως κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 309 φαίνεται ότι υιοθετήθηκε η θέση πως η αναστολή ποινικής δίωξης εναντίον ενός από τους κατηγορουμένους δεν μπορούσε να αποτελέσει λόγο για επιβολή ανεπαρκούς ποινής στους άλλους καταδικασθέντες και ότι αυτό θα σήμαινε έμμεσα δικαστικό έλεγχο της απόφασης του Γενικού Εισαγγελέα. Εντούτοις, στην Καύκαρος κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 51 κρίθηκε πως, ασχέτως των λόγων που απονέμεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας χάρις, το Δικαστήριο πρέπει να λαμβάνει τούτο υπόψη κατά την συνεκτίμηση των παραγόντων καθορισμού της ποινής. Οπως ορθά επεσήμανε ο αδελφός Δικαστής Καλλής, η έλλειψη των λόγων για τους οποίους απονέμεται χάρις στερεί το Δικαστήριο του πραγματικού βάθρου πάνω στο οποίο μπορεί να ασκήσει τη δικαστική του κρίση επί του θέματος. Επίσης, ορθή είναι και η επισήμανση ότι στην Καύκαρος (πιο πάνω) έχει διατυπωθεί η αρχή με πολύ ευρύ τρόπο και δεν φαίνεται το Δικαστήριο να είχε ενώπιόν του επιχειρηματολογία περί του αντιθέτου. Ως εκ τούτου καταλήγω και εγώ στο συμπέρασμα πως πρέπει να αποστώ από τον λόγο της Καύκαρος (πιο πάνω).
Κατά συνέπεια η έφεση απορρίπτεται.
Π. Αρτέμης,
Δ.
ΑΦ.
ΣΦ.