ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1993) 2 ΑΑΔ 58
23 Μαρτίου. 1993
[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ. ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ. Δ/στές]
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΤΑΤΑΡΗΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
( Ποινική Έφεση Αρ. 5746).
Παράνομη ανασκαφή με σκοπό την ανεύρεση αρχαιοτήτων κατά παράβαση των άρθρων 14(1)(2)(α) τον περί Αρχαιοτήτων Νόμου Κεφ. 31, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 48/64 και 32/73 — Ακύρωση της καταδίκης λόγω κακής διαδικασίας και εσφαλμένης αξιολόγησης της μαρτυρίας που δεν αποδείκνυε την ενοχή του εφεσείοντα πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Παρέμβαση πρωτόδικου Δικαστή προς κατηγορούμενο για παραδοχή στην κατηγορία όπως και για υποβολή ενοχοποιητικής ερώτησης κατά την ακροαματική διαδικασία — θεωρείται ανεπίτρεπτη.
Ο περί Ποινικής Δικονομίας Νόμος Κεφ. 155 άρθρο 5(1) — Εξουσίες του ανακριτή κατά την ανάκριση ποινικών αδικημάτων.
Απόδειξη — Μαρτυρία — Εσφαλμένη αξιολόγηση μαρτυρίας — Ωδήγησε στην ακύρωση της καταδίκης.
Ανθρώπινα Δικαιώματα — Δικαίωμα κατηγορουμένου για παροχή υπηρεσιών δικηγόρου της δικής τον επιλογής — Σε περίπτωση επιθυμίας του κατηγορουμένου να παρουσιάσει μόνος του την υπόθεση, το Δικαστήριο δεν μπορεί να τον εμποδίσει.
Μετά από πληροφορίες για διενέργεια αρχαιοκαπηλείας σε τοποθεσία στο χωριό Καντού της Επαρχίας Λεμεσού η Αστυνομία στις 14.3.91 άρχισε να ανακρίνει τον εφεσείοντα και τον συγκατηγορούμενό του τους οποίους βρήκε πίσω από θάμνο σε απόσταση 50 περίπου μέτρων από ένα φρεσκοσκαμμένο αρχαίο τάφο μέσα στον οποίο υπήρχαν διάφορα εργαλεία ανασκαφής και μια πλαστική σίκλα με σχοινί. Οι κατηγορούμενοι ισχυρίσθηκαν ότι βγήκαν προς αναζήτηση μιας αίγας που είχε χαθεί από τη μάντρα του συ-γκατηγορουμένου στην ίδια περιοχή. Ο συγκατηγορούμενος παραδέχθηκε ενοχή και καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης έξη μηνών. Στη συνέχεια δεν εκλήθη ως μάρτυρας κατηγορίας όπως ήταν η αρχική πρόθεση της κατηγορούσας Αρχής αλλά εκλήθη από τον εφεσείοντα ο οποίος παρουσιάσθηκε χωρίς δικηγόρο. Η κατάθεση του συγκατηγορουμένου απάλλασσε οποιασδήποτε ευθύνης τον εφεσείοντα στην κατηγορία που αντιμετώπιζε.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κατηγορούσα αρχή απέδειξε την ενοχή του κατηγορουμένου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και τον καταδίκασε σε εξάμηνη φυλάκιση. Σε έφεσή του εναντίον της καταδίκης και της ποινής ο εφεσείων ισχυρίσθηκε ότι έγιναν νομικά σφάλματα τόσο στη διαδικασία όσο και στην αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού.
Το Ανώτατο Δικαστήριο επέτρεψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
1. Η παρέμβαση του πρωτόδικου Δικαστή με την οποία κατά κάποιο τρόπο υπεδείκνυε στον κατηγορούμενο να μην προχωρήσει σε ακρόαση της υπόθεσής του είναι παντελώς ανεπίτρεπτη και στην πραγματικότητα ενεργούσε σαν μοχλός πίεσης στον κατηγορούμενο να παραδεχθεί την κατηγορία παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις του. Το ίδιο ισχύει και για την παρέμβαση του πρωτόδικου Δικαστή με την υποβολή ενοχοποιητικής ερώτησης στον κατηγορούμενο αναφορικά με τεκμήρια που παρουσίαζε η κατηγορούσα Αρχή.
2. Τα στοιχεία με βάση τα οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στην ετυμηγορία του και που αναφέρονται πιο κάτω δεν απεδείκνυαν την ενοχή του κατηγορουμένου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας για τους λόγους που αναφέρονται αντίστοιχα σε αυτά.
(α) Η παρουσία του εφεσείοντα στην περιοχή του φρεσκοσκαμμένου τάφου. Η εκδοχή του εφεσείοντα ήταν ότι βρισκόταν εκεί για την ανεύρεση ζώων που είχαν χαθεί από την μάντρα του συγκατηγορουμένου του.
(β) Η ανεύρεση εργαλείων στον τάφο. Τα εργαλεία δεν συνδέθηκαν καθόλου με τον εφεσείοντα ή τον συγκατηγορούμενο του.
(γ) Η ύπαρξη χώματος του τάφου πάνω στο παντελόνι του εφεσείοντα. Η μαρτυρία του εμπειρογνώμονα ήταν ελλειπής για τον λόγο ότι δεν έκαμε την κατάλληλη ανάλυση για να αποδείξει τελεσίδικα πως η προέλευση του χώματος στα ρούχα του εφεσείοντα ήταν από τον αρχαίο τάφο και όχι από το χώμα της περιοχής.
(δ) Η απομάκρυνση του κατηγορουμένου όταν κλήθηκε από την Αστυνομία να την ακολουθήσει στον σταθμό. Η συμπεριφορά αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως συμπεριφορά που συνάδει με ενοχή του κατηγορουμένου για τον λόγο ότι δεν υπήρχε εκ μέρους του υποχρέωση να ακολουθήσει τον ανακριτή. Η ακολουθητέα διαδικασία στην ανάκριση του αδικήματος είναι αυτή που προνοείται στο άρθρο 5(1) του Κεφ. 1SS την οποία ο ανακριτής παρέλειψε να ακολουθήσει.
Η έφεση επιτρέπεται. Ο εφεσείων αθωώνεται, και απαλλάσσεται.
Έφεση εναντίον Καταδίκης και Ποινής.
Έφεση εναντίον της καταδίκης και της ποινής από τον Παντελή Χαραλάμπους Πέτρου "Πατατάρη" ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 5 Φεβρουαρίου, 1993 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (Αριθμός Ποινικής Υπόθεσης 24051/ 91) στην κατηγορία της παράνομης ανασκαφής για ανεύρεση αρχαιοτήτων κατά παράβαση των άρθρων 14 (1) (2) (α) του περί Αρχαιοτήτων Νόμου, Κεφ. 31, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 48/64 και 32/73 και καταδικάστηκε από Κορφιώτη, Α.Ε.Δ. σε ποινή φυλάκισης 6 μηνών.
Ε. Ευσταθίου με Κ. Καμένο, για τον εφεσείοντα.
Γ. Παπαϊωάννου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Χρ. Αρτεμίδης.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων ευρέθη ένοχος, μετά από ακροαματική διαδικασία, για κατηγορία παράνομης ανασκαφής με σκοπό την ανεύρεση αρχαιοτήτων, κατά παράβαση των άρθρων 14(1)(2)(α) του περί Αρχαιοτήτων Νόμου, Κεφ.31, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 48/64 και 32/73. Ο εφεσείων ήταν συγκατηγορούμενος στην πρωτόδικη διαδικασία με τον Δημήτρη Χαριλάου Γρίβα, που παραδέχτηκε ενοχή και καταδικάστηκε σε εξάμηνη φυλάκιση.
Τα γεγονότα της υπόθεσης, σύμφωνα με την εκδοχή της κατηγορούσας αρχής, είναι τα πιο κάτω: Στις 14.3.91 η αστυνομία πήρε την πληροφορία πως διενεργείτο αρχαιοκαπηλεία στην τοποθεσία Αγία Νάπα στο χωριό Καντού, Λεμεσός. Δύο αστυφύλακες πήγαν στην περιοχή για έρευνες. Όταν έφθασαν εκεί πρόσεξαν τον εφεσείοντα και τον Γρίβα να είναι "κρυμμένοι" όπως χαρακτήρισαν τη στάση τους, πίσω από ένα θάμνο. Άρχισαν να τους ανακρίνουν με επίμονες ερωτήσεις για να πληροφορηθούν το σκοπό της παρουσίας τους στην περιοχή. Ο εφεσείων και ο Γρίβας ισχυρίστηκαν πως πήγαν εκεί για να βρουν μια αίγα που είχε χαθεί από τη μάντρα του τελευταίου, που βρισκόταν κάπου 200 μέτρα μακρυά. Οι αστυφύλακες, σε απόσταση 50 περίπου μέτρα από το θάμνο, πρόσεξαν ένα φρεσκοσκαμμένο αρχαίο τάφο, μέσα στον οποίο υπήρχαν διάφορα εργαλεία ανασκαφής, συγκεκριμένα 1 λιβέρι, 2 φτυάρια, 1 αξίνα, και μια πλαστική σύκλα με σχοινί. Αρχισαν να υποβάλλουν πάλιν επίμονες ερωτήσεις στον εφεσείοντα και στον Γρίβα για να εξηγήσουν οι τελευταίοι το σκοπό της παρουσίας τους στο χώρο των αρχαίων τάφων, οι τελευταίοι όμως επέμειναν στην εκδοχή τους. Τελικά τα όργανα της τάξης τους κάλεσαν να τους ακολουθήσουν στον αστυνομικό σταθμό για παραπέρα εξετάσεις. Ο Γρίβας συνήνεσε και πήγε στο σταθμό, ενώ ο εφεσείων μπήκε στο αυτοκίνητο του και έφυγε. Την επόμενη μέρα όμως παρουσιάστηκε αυτοβούλως στον αστυνομικό σταθμό, όπου έδωσε κατάθεση στην οποία επαναλαμβάνει τους ισχυρισμούς του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού στάθμισε τη μαρτυρία που προσήχθη, κατέληξε στο συμπέρασμα πως η κατηγορούσα αρχή απέδειξε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την υπόθεση της εναντίον του εφεσείοντα. Τα στοιχεία, στα οποία βασίστηκε η ετυμηγορία του Δικαστηρίου, συνοψίζονται σε μια παράγραφο της απόφασης. Αυτά είναι: η παρουσία του κοντά στον φρεσκοσκαμμένο τάφο, η ανεύρεση εργαλείων μέσα σε αυτόν, η διαπίστωση πως χώμα που βρέθηκε πάνω στο παντελόνι που φορούσε ήταν το ίδιο με αυτό του αρχαίου τάφου, και το γεγονός ότι έφυγε με το αυτοκίνητο του αντί να ανταποκριθεί στο κάλεσμα των αστυφυλάκων να τους ακολουθήσει στον αστυνομικό σταθμό.
Ο εφεσείων δεν είχε τις υπηρεσίες δικηγόρου ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Πρέπει όμως να παρατηρήσουμε πως σύμφωνα με τα ενώπιόν μας πρακτικά, παρουσίασε την υπόθεσή του πολύ ικανοποιητικά, κατευθύνοντας τις ερωτήσεις του στο κέντρο του στόχου, της απόδειξης δηλαδή της εκδοχής του.
Το πρώτο ζήτημα που ήγειρε ο δικηγόρος του ενώπιόν μας ήταν πως το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν μερίμνησε επαρκώς ώστε να επωφεληθεί ο εφεσείων του δικαιώματος της βοήθειας δικηγόρου της επιλογής του, τοσούτω μάλλον εφόσον τυγχάνει άπορος, του διορισμού του από το Δικαστήριο. Δεν συμφωνούμε με αυτή την εισήγηση. Από την όλη διαδικασία ενώπιον του δικάσαντος Δικαστηρίου είναι έκδηλο πως ο εφεσείων ήθελε να παρουσιάσει την υπόθεση μόνος του και ως εκ τούτου ο δικαστής δεν μπορούσε να τον υποχρεώσει να ενεργήσει διαφορετικά.
Οι καίριες όμως εισηγήσεις του δικηγόρου του εφεσείοντα αφορούν σε νομικά σφάλματα στη διαδικασία, αλλά και στην αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού που είχε ενώπιόν του το πρωτόδικο Δικαστήριο. Αναφορικά δε με τα λάθη στην πορεία της διαδικασίας γίνεται εισήγηση πως αυτά είναι τόσο βασικά που καθιστούν το εύρημα ενοχής νομικά ανεπίτρεπτο. Σχετικά με την αξιολόγηση της μαρτυρίας ο δικηγόρος του εφεσείοντα έκαμε αναφορά σ' αυτή για να ισχυριστεί πως δεν αποδείκτηκε η ενοχή του εφεσείοντα πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Σε μια πιο εκτεταμένη ανάλυση των ζητημάτων που ήγειρε ο δικηγόρος του εφεσείοντα προβαίνουμε αμέσως.
Από αυτή δε θα φανεί πως έχει δίκαιο. Αναφέραμε ήδη πως ο εφεσείων αντιμετώπισε την κατηγορία ως συγκατηγορούμενος του Γρίβα, ο οποίος σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας, πριν από την ακρόαση, ζήτησε από το Δικαστήριο να του επιτρέψει να παραδεκτεί την κατηγορία. Ο Εισαγγελεύων ζήτησε να ακουστούν από το Δικαστήριο τα γεγονότα της υπόθεσης και να επιβληθεί ποινή στο Γρίβα, για να κληθεί ως μάρτυρας κατηγορίας στην υπόθεση της εναντίον του εφεσείοντα. Έτσι και έγινε. Ενώ βρισκόμαστε σ' αυτό το σημείο, δεν είναι δυνατό να παραβλέψουμε τα όσα είπε ο δικαστής στον εφεσείοντα μετά από αυτή την εξέλιξη, σημειώνοντας ταυτόχρονα πως ο δικαστής που τελικά δίκασε την υπόθεση εναντίον του εφεσείοντα ήταν άλλος. Ρώτησε λοιπόν ο δικαστής τον εφεσείοντα "έχεις δικηγόρο;" και όταν αυτός απάντησε αρνητικά ακολούθησε μεταξύ τους η εξής στοιχομυθία:
"Ε. Είδες τις καταθέσεις της αστυνομίας που έχουν εναντίον σου για να είσαι σίγουρος ότι πρέπει να γίνει ακρόαση; Γιατί αν κάμνεις ακρόαση χωρίς να έχεις βάση κάμνεις κακό στον εαυτό σου. Δεν θα σε πιέσω εγώ απλώς μια ερώτηση σου βάζω, και σου τα λέω αυτά επειδή δεν έχεις δικηγόρο, και απ' εκεί και πέρα είναι δικαίωμα σου να αποφασίσεις τι θα κάμεις. Είσαι σίγουρος; γιατί θα φέρουν μαρτυρία εναντίον σου. Αν έχουν στοιχεία πολλά εναντίον σου, η ακρόαση σε τι θα ωφελέσει; Να προβληματιστείς και να μου πεις αν είσαι σίγουρος αν θα κάμεις ακρόαση. Σου τα λέω επειδή δεν έχεις δικηγόρο, ούτε να το εκλάβεις ως πίεση γιατί δεν πιέζω ποτέ κανένα.
Α. Ότι είχα να πω το είπα από την αρχή εγώ της Αστυνομίας και είναι τούτη η κατάθεσή μου ως το τέλος.
Ε. Συνεχίζεις να επιμένεις;
Α. Ναι δεν θα παραδεκτώ."
Αυτά που είπε ο δικαστής στον εφεσείοντα είναι παντελώς ανεπίτρεπτα και μολονότι διαβεβαίωνε τον εφεσείοντα πως δεν εξασκείτο οποιαδήποτε πίεση πάνω του, για να παραδεκτεί την κατηγορία, στην πραγματικότητα αυτό γινόταν.
Επανερχόμαστε στην πορεία της πρωτόδικης διαδικασίας. Ο Γρίβας καταδικάστηκε σε 6 μήνες φυλάκιση, μετά την παραδοχή του, και παρότι δηλώθηκε στο Δικαστήριο πως θα χρησιμοποιείτο ως μάρτυρας για την απόδειξη της κατηγορίας εναντίον του εφεσείοντα, αυτό δεν έγινε. Αντίθετα τον κάλεσε ο ίδιος ο εφεσείων. Ο Γρίβας επέμεινε στη μαρτυρία του στον ισχυρισμό του πως πήγε με τον εφεσείοντα για να βρουν την αίγα του και πως κατά τη διάρκεια της περιπλάνησής τους ο ίδιος μπήκε στον αρχαίο τάφο και έσκαψε το χώμα με τα χέρια του. Αρνήθηκε όμως πως ο εφεσείων είχε οποιαδήποτε σχέση με αυτή του την ενέργεια και ότι τα εργαλεία που βρέθηκαν μέσα στον αρχαίο τάφο ανήκαν σ' αυτούς. Προφανώς ενόψει της προηγούμενης γνώσης του εισαγγελεύοντος πως η μαρτυρία του Γρίβα ήταν ουσιαστικά υπέρ του εφεσείοντα, δεν εκλήθη ως μάρτυρας κατηγορίας, όπως αρχικά δηλώθηκε στο Δικαστήριο, και έτσι ο εισαγγελεύων είχε το πλεονέκτημα της αντεξέτασής του, εφόσον κλήθηκε από τον ίδιο τον εφεσείοντα. Παρ' όλα αυτά το περιεχόμενο της κατάθεσης του Γρίβα είναι απαλλακτικό οποιασδήποτε ευθύνης του εφεσείοντα για την κατηγορία που αντιμετώπιζε.
Άλλο σοβαρό νομικό ολίσθημα στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας έπαθε το ίδιο το Δικαστήριο όταν, ενώ ο εφεσείων βρισκόταν στο εδώλιο του κατηγορουμένου και παρουσιάζονταν τα τεκμήρια από τους μάρτυρες κατηγορίας, ο ίδιος ο δικαστής απευθυνόμενος προς αυτόν ρώτησε: "αυτά είναι δικά σου"; και ο εφεσείων απάντησε "μάλιστα". Βέβαια ο εφεσείων παραδέκτηκε πως τα ρούχα που παρουσίασε στο Δικαστήριο η Αστυνομία ήταν δικά του και τα είχε παραδώσει ο ίδιος, ήταν όμως ανεπίτρεπτη η παρέμβαση του Δικαστή για να υποβάλει τέτοια ενοχοποιητική ερώτηση στον κατηγορούμενο ενώ βρισκόταν στο εδώλιο.
Ας προχωρήσουμε όμως τώρα και στη συζήτηση της μαρτυρίας που προσήχθη ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Με τη σειρά τους τα στοιχεία που το πρωτόδικο Δικαστήριο στάθμισε, και που σύμφωνα με την ετυμηγορία του απέδειξαν πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την ενοχή του, είναι:
(α) η παρουσία του εφεσείοντα στην περιοχή του φρεσκοσκαμμένου τάφου. Η θέση του εφεσείοντα όμως, όπως ήδη έχουμε αναφέρει, είναι πως η παρουσία του στην περιοχή σχετιζόταν με την ανεύρεση ζώων που είχαν χαθεί από τη μάντρα του Γρίβα.
(β) Η ανεύρεση εργαλείων μέσα σε αυτή. Τα εργαλεία δεν συνδέθηκαν καθόλου με τον εφεσείοντα ή τον συγκατηγορούμενο του Γρίβα. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε πως οι ανακριτικές αρχές δεν προέβησαν σε καμιά εξέταση των εργαλείων αυτών για πιθανή ανεύρεση δακτυλικών αποτυπωμάτων και έτσι να τεκμηριωθεί η χρήση τους από τους δράστες. Η κατάσταση δε των εργαλείων, επικαλυμμένα με χώματα και σκόνη, και το υλικό κατασκευής τους ίσως να διευκόλυνε την αποτύπωση δακτυλικών αποτυπωμάτων σ' αυτά.
(γ) Η ύπαρξη χώματος του τάφου πάνω στο παντελόνι ι που φορούσε ο εφεσείων.
Αυτό είναι το πιο ισχυρό στοιχείο της κατηγορούσας αρχής εις βάρος του εφεσείοντα, γιατί εδημιουργήθη με τη μαρτυρία εμπειρογνώμονα. Η μαρτυρία όμως αυτή είναι κατά τη γνώμη μας ελλειπής για τον εξής λόγο. Είπε ο μάρτυρας πως σύγκρινε το χώμα που του παραδόθηκε, και που ελήφθη από τον αρχαίο τάφο, με αυτό που ευρέθη στο παντελόνι του εφεσείοντα και κατέληξε στο συμπέρασμα πως ήταν το ίδιο. Ο εφεσείων στην αντεξέταση υπέβαλε στο μάρτυρα πως αν υπήρχε χώμα στο παντελόνι του αυτό προήλθε από την περιοχή. Και το χώμα του τάφου ήταν το ίδιο με όλης της περιοχής. Ο μάρτυρας απάντησε πως το χώμα της περιοχής διέφερε απ' αυτό του τάφου γιατί, μολονότι και τα δύο ασβεστολιθικά και διαλύονται από τη βροχή, στη διάρκεια αυτής της διάλυσης παραμένουν άθικτα ορισμένα στοιχεία. Η ποσότητα όμως των στοιχείων αυτών διαφέρει στο χώμα που είναι στην επιφάνεια του εδάφους από αυτό που είναι κάτω από την επιφάνεια. Η διαφορά δηλαδή των στοιχείων αυτών σχετίζεται με την ποσότητά τους, που ποικίλλει ανάλογα με το πού βρίσκεται το χώμα, στο υπέδαφος ή στην επιφάνεια. Ο μάρτυρας όμως δεν προέβη σε καμιά ανάλυση του χώματος της περιοχής για να συγκρίνει τη διαφορά σε αυτό της ποσότητας των στοιχείων που παραμένουν άθικτα μετά τη διήθηση, και έτσι να αποκλείσει το ενδεχόμενο το χώμα που βρέθηκε στο παντελόνι του εφεσείοντα να προήλθε από αυτό της περιοχής και να αποδείξει τελεσίδικα πως η προέλευσή του ήταν από τον αρχαίο τάφο,
(δ) Η απομάκρυνση του εφεσείοντα όταν η Αστυνομία τον κάλεσε να την ακολουθήσει στο σταθμό. Ο εφεσείων δεν ήταν υπό σύλληψη. Υποβλήθηκαν σε αυτό και τον Γρίβα διάφορες ερωτήσεις, πιεστικά μάλιστα για να συνδεθούν με την ανασκαφή του τάφου. Ο ανακριτής δεν έκαμε χρήση των εξουσιών που έχει, σύμφωνα με το άρθρο 5(1) της Ποινικής Δικονομίας, Κεφ. 155, για να καλέσει τον εφεσείοντα να παρευρεθεί σε τέτοια ώρα και τόπο που θα καθόριζε για να τον ανακρίνει και να του πάρει κατάθεση, αλλά απήτησε από αυτόν να τον "ακολουθήσει" στον αστυνομικό σταθμό. Τέτοια υποχρέωση δεν είχε ο εφεσείων και επομένως το γεγονός ότι έφυγε από τη σκηνή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως συμπεριφορά που συνάδει με ενοχή.
Ενόψει των όσων αναφέρουμε πιο πάνω καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η καταδίκη του εφεσείοντα είναι αποτέλεσμα κακής διαδικασίας και εσφαλμένης αξιολόγησης της μαρτυρίας, που όπως αναλύουμε πιο πάνω, δεν αποδεικνύει την ενοχή του εφεσείοντα, και μάλιστα στο βαθμό που απαιτείται, δηλαδή πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Η έφεση επομένως γίνεται αποδεκτή. Ο εφεσείων αθωώνεται και απαλλάττεται της κατηγορίας.
Η έφεση επιτρέπεται. Ο εφεσείων αθωώνεται και απαλλάττεται.