ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 2 ΑΑΔ 275
21 Ιουλίου 1992
[Α. Ν. ΛΟΙΖΟΥ, Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Χ"ΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ Α. ΑΕΡΟΠΟΡΟΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 5610).
Ποινή — Πρόκληση βαρειάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 — Οκτώ προηγούμενες καταδίκες — Άλλη σοβαρή υπόθεση λήφθηκε υπόψη — Επιβολή ποινής φυλάκισης δέκα μηνών — Επικυρώθηκε από το Εφετείο.
Ποινή — Ελαφρυντικοί παράγοντες — Εφεσείων νεαρός ηλικίας με οξύθυμο και νευρικό χαρακτήρα παντρεμένος με μικρό παιδί — Απουσία προσχεδιασμού — Μικρή πρόκληση από μέρους του παραπονουμένου.
Ποινή — Επιμέτρηση — Κατά κύριο λόγο εμπίπτει στην αρμοδιότητα των πρωτόδικων Δικαστηρίων.
Η επίθεση και πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης υπό του εφεσείοντα έγινε στις 31.8.91 σε δρόμο της Λεμεσού όταν το λεωφορείο που ωδηγούσε ο εφεσείων και το αυτοκίνητο του παραπονουμένου συναντήθηκαν και δεν υπήρχε αρκετός χώρος να περάσουν λόγω μονοδρόμησης την οποία παραβίασε ο παραπονούμενος. Ο εφεσείων μετά από ανταλλαγή κάποιων διαπληκτισμών κατέβηκε από το λεωφορείο και κατάφερε τρεις δυνατές γροθιές στο πρόσωπο του παραπονουμένου με αποτέλεσμα να προκληθούν σ' αυτόν τραύματα στο πρόσωπο συμπεριλαμβανομένου κατάγματος του ρινικού οστού.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής την πιθανότητα να υπήρξε κάποια πρόκληση εκ μέρους του παραπονουμένου (με την απάντηση του στις χυδαίες υβρισίες του εφεσείοντα), όλους τους άλλους ελαφρυντικούς παράγοντες και επίσης μια σοβαρή υπόθεση η οποία προήρχετο από την αυθάδη, απαράδεκτη και προκλητική συμπεριφορά του εφεσείοντα εντός του Κεντρικού Αστυνομικού Σταθμού Λεμεσού στις 9.9.91 που αφορούσε οδήγηση μοτοσυκλέττας χωρίς αριθμό εγγραφής, του επέβαλε ποινή φυλάκισης δέκα μηνών.
Σε έφεση του εναντίον της ποινής σαν έκδηλα υπερβολικής ο εφεσείων τόνισε το γεγονός της ισχυριζόμενης πρόκλησης και την τήρηση της εγγύησης κατά την τελευταία του καταδίκη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και απεφάνθηκε ότι:
1. Η προβλεπόμενη από το νόμο ποινή για την κατηγορία για την οποία παραδέχθηκε ο εφεσείων είναι επτά χρόνια φυλάκιση. Όμως η συνοπτική εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων με τη συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα περιορίζει την ανώτατη ποινή που ένας Επαρχιακός Δικαστής θα μπορούσε να επιβάλει σε φυλάκιση τριών χρόνων.
2. Δεν διαπιστώνεται διάπραξη σφαλμάτων στην διαδικασία που ακολουθήθηκε για την διακρίβωση των γεγονότων και συγκεκριμμένα των σχετικών με το στοιχείο της πρόκλησης.
3. Είναι καθιερωμένη αρχή ότι η επιμέτρηση της ποινής κατά κύριο λόγο εμπίπτει στην αρμοδιότητα των πρωτοδίκων Δικαστηρίων και ότι το Εφετείο επεμβαίνει μόνο στην περίπτωση που η επιβληθείσα ποινή είναι είτε έκδηλα υπερβολική ή έκδηλα ανεπαρκής ή νομικά εσφαλμένη πράγμα που δεν συμβαίνει στη παρούσα υπόθεση.
Η έφεση απορρίπτεται.
Έφεση εναντίον Ποινής.
Έφεση εναντίον της ποινής από Ανδρέα Α. Αεροπόρο ο οποίος βρέθηκε ένοχος στις 10.4.1992 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού (Αριθμός Ποινικής Υπόθεσης 22691/ 91) στην κατηγορία της βαρείας σωματικής βλάβης κατά παράβαση του άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, και καταδικάστηκε από Γλ. Μιχαηλίδη, Α.Ε.Δ. σε ποινή φυλάκισης δέκα μηνών.
Ρ. Ερωτοκρίτου, για τον εφεσείοντα.
Λ. Δημητριάδου (δ/νίς), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, με τη Γ. Δανού, ασκούμενη δικηγόρο, για τους εφεσίβλητους.
Α. Ν. ΛΟΙΖΟΥ, Π. ανάγνωσε την απόφαση του Δικαστηρίου. Ο εφεσείων καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης δέκα μηνών από τις 6 Απριλίου 1992, ημερομηνία κατά την οποία τέθηκε υπό κράτηση, σε κατηγορία την οποία παραδέχθηκε, πρόκλησης βαρειάς σωματικής βλάβης κατά παράβαση του άρθρου 231 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Στην επιμέτρηση της ποινής λήφθηκε υπόψη η Υπόθεση Αρ. 17731/91 της οποίας τα γεγονότα συνέβησαν στον Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού μετά τη σύλληψη του εφεσείοντα και στα οποία θα αναφερθούμε πιο κάτω.
Ο εφεσείων είναι οδηγός λεωφορείου. Στις 31 Αυγούστου, 1991, οδηγούσε το λεωφορείο της Εταιρείας Αστικών Λεωφορείων ΕΑΛ κατά μήκος της οδού Λεοντίου Α' στη Λεμεσό. Κατά το χρόνο εκείνο εγίνοντο επισκευές του ασφάλτινου οδοστρώματος του δρόμου σε βαθμό που το ελεύθερο μέρος του χωρούσε να διέλθει άνετα μόνο ένα αυτοκίνητο . Σε κάποιο στάδιο της διαδρομής ο εφεσείων συνάντησε τον παραπονούμενο, ο οποίος είναι ιδιοκτήτης ατμοκαθαριστηρίου, επί της οδού Λεοντίου Α' και το αυτοκίνητο του το είχε σταθμευμένο σε παρακείμενο χωράφι κοντά στην επιχείρηση του. Γύρω στις 11:15 το πρωΐ ο παραπονούμενος ξεκίνησε με το αυτοκίνητο του από το χώρο στάθμεσης και αντί να προχωρήσει κανονικά, όπως είχε μονοδρομηθεί η οδός Λεοντίου Α', οδήγησε το όχημα του προς την αντίθετη κατεύθυνση. Όταν συναντήθηκαν τα δύο αυτοκίνητα και δεν τα χωρούσε να περάσουν προκλήθηκε το επεισόδιο που κατέληξε στην επίθεση, αντικείμενο της κατηγορίας που παραδέχθηκε ο εφεσείων.
Η πρώτη αντίδραση του κατηγορουμένου αφορούσε τον τρόπο που οδηγούσε ο παραπονούμενος. Μετά που ανταλλάγησαν, όπως φαίνεται, κάποιοι διαπληκτισμοί, και μετά που ο παραπονούμενος του είπε "γιατί με βρίζεις κύριε, εν να σε λαπορτάρω", ο εφεσείων σταμάτησε το λεωφορείο, κατέβηκε κάτω, προσέγγισε το αυτοκίνητο του παραπονουμένου και του κατάφερε δύο γροθιές στο πρόσωπο. Ταυτόχρονα άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου του παραπονουμένου, ο οποίος δέχθηκε ακόμα μια ισχυρότατη γροθιά, στη μύτη αυτή τη φορά, με αποτέλεσμα να πέσει στην άσφαλτο αναίσθητος.
Τα κτυπήματα τα οποία κατάφερε ο κατηγορούμενος στο πρόσωπο του παραπονουμένου ήταν εξαιρετικά ισχυρά και αυτό προκύπτει από την έκθεση του Κυβερνητικού γιατρού, ο οποίος εξέτασε τον παραπονούμενο και διαπίστωσε εκδορές στο μέτωπο, αιματώματα στην περιοχή του δεξιού ζυγωματικού, εκδορά στη μύτη, θλαστικό τραύμα του άνω χείλους - εσωτερική πλευρά, επίσταξη. Μετά δε από ακτινογραφία βρέθηκε ότι ο παραπονούμενος υπέστη και κάταγμα του ρινικού οστού.
Μετά από καταγγελία του παραπονουμένου ο κατηγορούμενος συνελήφθηκε την ίδια μέρα καί ώρα 3:05 μ.μ. και την επομένη όταν κατηγορήθηκε γραπτώς αρνήθηκε να απαντήσει οτιδήποτε επικαλούμενος λόγους αρχής.
Η συμπεριφορά του εφεσείοντα στον αστυνομικό σταθμό είναι το αντικείμενο της κατηγορίας στην Υπόθεση Αρ. 17731/91.
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1991, γύρω στις 11:30 το πρωΐ αστυνομική περίπολος με αστυνομικό όχημα περιπολούσε κατά μήκος της λεωφόρου Μακαρίου Γ' και πρόσεξε τον εφεσείοντα να οδηγά μια μοτοσυκλέττα η οποία δεν έφερε αριθμό εγγραφής. Όταν σταμάτησε, η περίπολος τον πλησίασε και αντί να αναμένει περαιτέρω ερωτήσεις ή έλεγχο από τους αστυνομικούς, ο εφεσείων ανάπτυξε ταχύτητα και εξαφανίστηκε. Επειδή μέλη της περιπόλου τον αναγνώρισαν, το Δικαστήριο εξέδωσε, μετά από αίτηση της Αστυνομίας, διατάγματα συλλήψεως και έρευνας. Την επομένη, 9 Σεπτεμβρίου 1991, ο εφεσείων, παρουσιάστηκε χωρίς να συλληφθεί στον Κεντρικό Αστυνομικό Σταθμό Λεμεσού, συνοδευόμενος από τον πατέρα του και δύο αδελφούς του.
Εκεί ο Ανώτερος Υπαστυνόμος Στέλικος ο οποίος γνώριζε την έκδοση των δύο προαναφερθέντων ενταλμάτων, συνόδευσε τον εφεσείοντα στα γραφεία του Ο.Π.Ε., όπου βρίσκονταν τα δύο εντάλματα με σκοπό να συλληφθεί. Στα γραφεία του Ο.Π.Ε. βρισκόταν την στιγμή εκείνη ο Λοχίας Φιλίππου, ο οποίος συνέλαβε τον κατηγορούμενο και επέστησε την προσοχή του στο Νόμο. Η αντίδραση του εφεσείοντα ήταν η εξής: "τούτα εν μουσκουρούθκια, εν τα καταλάβω εγώ". Η επόμενη ενέργεια των Αστυνομικών εκεί ήταν να ερευνηθεί ο εφεσείων. Αυτό ανέλαβε να το πράξει ο Λοχίας Φιλίππου, αλλά ο εφεσείων τον έσπρωξε δυνατά προς τα πίσω, και του είπε: "Δεν μπορείς να με ερευνήσεις, αν νομίζεις ότι είσαι παλληκάρι εν να σου σπάσω τα μούτρα σου". Μετά που έγινε κατορθωτή η έρευνα του εφεσείοντα, οδηγήθηκε στο γραφείο παραπόνων της Αστυνομίας για να τεθεί υπό κράτηση. Εν τω μεταξύ λόγω της στάσεως και γενικά της προκλητικής συμπεριφοράς του εφεσείοντα, κατέφθασε στο γραφείο παραπόνων και ο Ανώτερος Υπαστυνόμος κ. Στέλικος. Ο εφεσείων απευθύνθηκε τότε προς τον κ. Στέλικο και εξεστόμισε αισχρές εκφράσεις κατά των αστυνομικών. Ο κ Στέλικος τον κάλεσε να συμπεριφέρεται με ευπρέπεια. Απευθυνόμενος τότε προς τον κ. Στέλικο του είπε σε έντονο ύφος διάφορες αισχρολογίες τονίζοντας ταυτόχρονα ότι δεν φοβάται κανένα.
Ο εφεσείων βαρύνεται με τις πιο κάτω προηγούμενες καταδίκες.
"(α) 20.1.1989, υπόθεση Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας αρ. 5303/87:
Πρώτη Κατηγορία - κοινή επίθεση: δεσμεύθηκε με εγγύηση £300 για 18 μήνες να είναι καλής διαγωγής και πλήρωσε £49 έξοδα.
Δεύτερη κατηγορία - απρεπής συμπεριφορά: δεν επιβλήθηκε ποινή.
(β) 6 Μαΐου 1989, υπόθεση Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού αρ. 5866/89:
Πρώτη κατηγορία - συμπλοκή: |
£30 πρόστιμο. |
Δεύτερη κατηγορία - ανησυχία: |
£20 πρόστιμο. |
Τρίτη κατηγορία - επίθεση επί σκοπώ ματαιώσεως της νόμιμης συλλήψεως του: |
£60 πρόστιμο. |
Τέταρτη κατηγορία - απόδραση από |
| |
νόμιμη κράτηση: |
£60 πρόστιμο. | |
Πέμπτη κατηγορία - απρεπής συμπεριφορά: | ||
|
£60 πρόστιμο. | |
και δεσμεύθηκε με εγγύηση £300 για δύο χρόνια να είναι καλού χαρακτήρα και να τηρεί την ειρήνη. | ||
Ως προς την επιμέτρηση της ποινής ο πρωτόδικος Δικαστής άκουσε μαρτυρία από τον παραπονούμενο αναφορικά με τους ισχυρισμούς και την έκταση της ισχυριζόμενης πρόκλησης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα ορθά γεγονότα όπως αυτά τέθηκαν ενώπιόν του από την Κατηγορούσα Αρχή ήταν ότι δεν μπορούσε να αποκλείσει πως ο παραπονούμενος μπορεί να είχε ξεστομίσει μερικές λέξεις προκαλώντας μεν τον εφεσείοντα εκείνος όμως που ύβρισε με τις λέξεις "βρωμισμένε" και "λεσιασμένε" είναι ο εφεσείων. Το εύρημα του ήταν ότι υπήρχε πιθανότητα να υπήρξε κάποια πρόκληση, αν μπορεί να θεωρηθεί πρόκληση η απάντηση σε χυδαίες υβρισίες από μέρους του εφεσείοντα. Εν τούτοις το έλαβε αυτό υπόψη στην επιμέτρηση της ποινής.
Περιπλέον για την επιμέτρηση της ποινής ο πρωτόδικος Δικαστής έλαβε υπόψη του, όπως αναφέρεται στην απόφαση, το νεαρόν της ηλικίας του εφεσείοντα, ότι δεν υπήρξε προσχεδιασμός ότι έτυχε έστω και μικρής πρόκλησης από μέρους του παραπονουμένου, επίσης όλες τις οικογενειακές του συνθήκες, το γεγονός ότι είναι παντρεμένος με μικρό παιδί και το ότι είναι νευρικός και οξύθυμος και αντιμετώπιζε συνέχεια το πρόβλημα του δρόμου και γενικά όσα είπε ο δικηγόρος στην αγόρευση του.
Σήμερα ενώπιον μας, επιχειρηματολογώντας προς υποστήριξη της θέσης ότι η ποινή η οποία επιβλήθηκε είναι έκδηλα υπερβολική ο δικηγόρος του τόνισε το γεγονός της ισχυριζόμενης πρόκλησης και τα άλλα περιστατικά που αφορούν τον εφεσείοντα, όπως και το γεγονός ότι τήρησε την εγγύηση την οποία έδωσε προς το Δικαστήριο κατά την τελευταία του καταδίκη πριν την παρούσα υπόθεση.
Η προβλεπόμενη από το νόμο ποινή για την κατηγορία για την οποία παραδέχθηκε ο εφεσείων ενοχή, είναι επτά χρόνια φυλάκιση. Θα ήταν όμως ορθό και πρέπει να τονιστεί ότι η συνοπτική εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων με τη συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα, όπως προβλέπεται από το Νόμο, περιορίζει την ανώτατη ποινή η οποία θα μπορούσε να επιβληθεί από ένα Επαρχιακό Δικαστή σε τρία χρόνια φυλάκιση, όπως είναι η δικαιοδοσία του.
Η σοβαρότητα των αδικημάτων αυτών έχει τονιστεί σε σειρά αποφάσεων του Δικαστηρίου τούτου και είναι περιττόν να επαναλάβω τα όσα έχουν λεχθεί. Περιπλέον είναι καθιερωμένη αρχή ότι η επιμέτρηση της ποινής είναι κατά κύριο λόγο θέμα που εμπίπτει στην άσκηση των καθηκόντων των πρωτόδικων Δικαστηρίων και ότι το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν η επιβληθείσα ποινή είναι είτε έκδηλα υπερβολική ή έκδηλα ανεπαρκής ή είναι νομικά εσφαλμένη.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν βρίσκουμε κανένα σφάλμα στη διαδικασία που ακολουθήθηκε για τη διακρίβωση των γεγονότων, τουλάχιστον όσων αμφισβητούντο, και συγκεκριμένα τα σχετικά με το στοιχείο της πρόκλησης. Άκουσε μαρτυρία και κατά τρόπο ακριβοδίκαιο, επήρε την ευνοϊκότερη όψη του όλου θέματος και βρήκε ότι υπήρχε κάποιο στοιχείο πρόκλησης το οποίο έπρεπε να ληφθεί και λήφθηκε υπόψη. Έλαβε επίσης υπόψη όλα τα καθιερωμένα στοιχεία που αναφέρονται και στις συνθήκες που διαπράχθηκε το αδίκημα όπως και τις οικογενειακές και προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντα και επέβαλε τη δεκάμηνη ποινή φυλάκισης λαμβάνοντας επίσης υπόψη μια σοβαρή υπόθεση η οποία προέρχεται από την απαράδεχτη, αυθάδη και προκλητική συμπεριφορά του εφεσείοντα εντός του αστυνομικού σταθμού, όπου επιπρόσθετα προς τις υβρισίες τις οποίες ξεστόμισε εναντίον των αστυνομικών οι οποίοι εκτελούσαν το καθήκον τους, επιτέθηκε εναντίον ενός απ' αυτούς και τον έσπρωξε.
Δεν βρίσκουμε λόγο να επέμβουμε στην επιβληθείσα ποινή και η έφεση απορρίπτεται.
Η έφεση απορρίπτεται.