ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2023:A201
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε95/2016)
7 Ιουνίου 2023
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΘΕΟΔΩΡΑ ΑΝΔΡΕΟΥ ΦΩΤΙΟΥ-ΗΡΟΔΟΤΟΥ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ
ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΤΔ,
Εφεσίβλητων/Εναγόντων/Αιτητών.
____________________
Κ. Μανώλης, για την Εφεσείουσα.
Σ. Φλουρέντζος για Δέσποινα Ανδρέου Χατζησάββα, για τους Εφεσίβλητους.
____________________
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Μαλαχτό, Δ.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Η Εφεσείουσα προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση με την οποία διατάχτηκε να πληρώνει €100 το μήνα από 1.4.2016 προς εξόφληση της απόφασης που είχε την 18.1.2013 εκδοθεί εναντίον της και του συζύγου της, για ποσό €222.129,79, τόκους και έξοδα.
Με ένα και μόνο λόγο έφεσης προβάλλει ότι τα ευρήματα και συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου που οδήγησαν στην έκδοση του διατάγματος αντιστρατεύονταν την κοινή λογική και ήταν αντίθετα με τη μαρτυρία της, ενώ η ίδια είχε κριθεί ειλικρινής.
Ένα από τα τρία επιμέρους ζητήματα που αναπτύσσει στην αιτιολογία του λόγου αφορά στα ποσά που αποκόπτονταν από το μισθό της τα οποία, όπως εισηγείται, εσφαλμένα δεν λήφθηκαν υπόψη . Επρόκειτο για €323,26, που της αποκόπτονταν μηνιαία ως δόση για δύο δάνεια. Δεν υπήρχαν δικαστικές αποφάσεις σε σχέση με τα δάνεια αυτά. Ούτε ήταν σε θέση η Εφεσείουσα να προσδιορίσει κατά πόσο οι σχετικές συμφωνίες των δανείων αυτών είχαν συνομολογηθεί σε χρόνο προγενέστερο του επίδικου εξ αποφάσεως χρέους.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε με παραπομπή στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε. ν. Κωνσταντίνου (2000) 1(Β) Α.Α.Δ. 1034, 1039, ότι χρέη τα οποία προκύπτουν από μεταγενέστερες του δικαστικού χρέους υποχρεώσεις, δεν έχουν προτεραιότητα απέναντι στο εξ αποφάσεως χρέος. Στην ίδια αυθεντία τονίστηκε ότι αυτό συμβαίνει ιδίως όταν δεν υπάρχει καν δικαστική απόφαση εναντίον του χρεώστη γι' αυτές. Περαιτέρω το Εφετείο δεν συμφώνησε με την εισήγηση που είχε γίνει ότι, παρά τον κανόνα αυτό, η υστερογενής σύναψη χρέους έχει σημασία και λαμβάνεται υπόψη, αναφέροντας ότι κάτι τέτοιο θα ήταν αντινομικό, θα εξουδετέρωνε πλήρως την υποχρέωση αποπληρωμής του εξ αποφάσεως χρέους και θα μπορούσε να προβληθεί σε κάθε περίπτωση ως δικαιολογία για αδυναμία πληρωμής.
Έτσι, η επιμέρους κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν μπορούσε να λάβει υπόψη το ποσό €323,26 ως υποχρέωση της Εφεσείουσας που προηγείτο της ικανοποίησης του επίδικου χρέους ήταν ορθή. Σε αυτή τη βάση και χωρίς άλλο θα μπορούσε να είχε εκδώσει διάταγμα μηνιαίων δόσεων εναντίον της Εφεσείουσας ακόμα και για μεγαλύτερο ποσό από το ποσό €100 στο οποίο κατέληξε. Καθίσταται επομένως αχρείαστο να αναφερθούμε στα υπόλοιπα ζητήματα που εγείρονται με την αιτιολογία του λόγου έφεσης.
Απλά να υπενθυμίσουμε την υπόμνηση στην Κωνσταντίνου ότι:
«Η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων είναι στοιχείο που συνάπτεται άμεσα με το κύρος της δικαστικής διαδικασίας. Η αξιοπιστία της δικαιοσύνης εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα της. Διαφορετικά δημιουργείται δυσπιστία για την αποστολή της με ανάλογες διαβρωτικές επιπτώσεις. Με αυτά θέλουμε να τονίσουμε ότι τα προβλεπόμενα από το νόμο μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης δεν πρέπει να καταντούν ατελέσφορα, εκτός στις απόλυτα δικαιολογημένες περιπτώσεις».
Η έφεση κρίνεται εντελώς αβάσιμη και απορρίπτεται. Επιδικάζονται υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον της Εφεσείουσας €1.500 έξοδα της έφεσης πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
X. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.