ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Αγγλική νομολογία που περιλαμβάνεται στο bailii.org στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Σωκράτους, Δώρα Σάντης, Νικόλας Θ. Μ. Ιωαννίδης, για Θ. Μ. Ιωαννίδης amp;amp;amp; Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα στις Π.Ε. 368/14 και Π.Ε. 371/14. Α. Γαβριηλίδου (κα), για Χρίστος amp;amp;amp; Αντιγόνη Κων/νου Γαβριηλίδη Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους στην Π.Ε. 368/14. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2023-03-28 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΛΕΚΟΥ ΑΛΛΩΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ v. AGROWISE LTD κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 368/2014, 28/3/2023 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2023:A113

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                          (Πολιτική Έφεση Αρ. 368/2014)

(σχ. με 371/14)

 

28 Μαρτίου, 2023

 

 

[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]

 

 

ΑΛΕΚΟΥ ΑΛΛΩΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ

Εφεσείων,

 ν.

 

AGROWISE LTD

Εφεσίβλητων.

.....

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 371/2014)

(σχ. με 368/14)

 

ΑΛΕΚΟΥ ΑΛΛΩΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ

Εφεσείων,

 ν.

 

ΑΝΔΡΟΥΛΛΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ

Εφεσίβλητη.

.....

 

 

Θ. Μ. Ιωαννίδης, για Θ. Μ. Ιωαννίδης & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τον Εφεσείοντα στις Π.Ε. 368/14 και Π.Ε. 371/14.

Α. Γαβριηλίδου (κα), για Χρίστος & Αντιγόνη Κων/νου Γαβριηλίδη Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους στην Π.Ε. 368/14.

Α. Γαβριηλίδου (κα), για Χρίστος & Αντιγόνη Κων/νου Γαβριηλίδη Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη στην Π.Ε. 371/14

.....

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί

από τον Σάντη, Δ.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

        ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Την 17.10.14 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας - στο πλαίσιο των συνεκδικαζόμενων Αγωγών 8717/07 και 8718/07 («οι Αγωγές») -εξέδωσε, στην καθεμιά από αυτές, απόφαση εναντίον του Εναγόμενου («ο Εφεσείων»), ήτοι στη μεν Αγωγή 8717/07, υπέρ της Ενάγουσας Ανδρούλλας Στυλιανού («η Εφεσίβλητη») για ποσό Λ.Κ.2.000,00 (€3.417,20) (χωρίς έξοδα),  στη δε Αγωγή 8718/07, υπέρ των Εναγόντων Agrowise Ltd οι Εφεσίβλητοι») για Λ.Κ.61.021,24 (€104.260,98), συν έξοδα («η Πρωτόδικη Απόφαση»).

        Οι Αγωγές προέκυψαν από περιστατικό φωτιάς/πυρκαγιάς που προκλήθηκε την 21.10.05 («η φωτιά»), η οποία «. κατέκαψε υποστατικά και εξοπλισμό κτηνοτροφικής μονάδας που ανήκουν .» στην Εφεσίβλητη (στην Αγωγή 8717/07), όπου και φυλάσσονταν εμπορεύματα που ανήκαν στους Εφεσίβλητους (στην Αγωγή 8718/07).

        Παρενθέτουμε, ότι ο Εφεσείων καταχώρισε δύο ξεχωριστές εφέσεις κατά της Πρωτόδικης Απόφασης, και δη την Πολιτική Έφεση 368/14, σε σχέση προς την Αγωγή 8718/07η Π.Ε.368/14»), και την Πολιτική Έφεση 371/14, εν σχέσει προς την Αγωγή 8717/07 η Π.Ε.371/14), τις οποίες και ακούσαμε την ίδια μέρα, ως σχετικές μεταξύ τους.

        Δυο λόγια πρώτα για τα γεγονότα - ως τα διαπίστωσε το Πρωτόδικο Δικαστήριο - ώστε να καταστούν ακόμη πιο κατανοητά όσα θα επακολουθήσουν.

        Η Εφεσίβλητη ήταν μισθώτρια από το Κράτος, ή και δικαιούχος κρατικής γης με αριθμό τεμαχίου 107 του κυβερνητικού χωρομετρικού σχεδίου 30/43.Ε2, σύμπλεγμα Ε, έκτασης 6 δεκαριών και 845 τ.μ. στην Ψημολόφου («το Κτήμα»), ως και των υποστατικών σε αυτό («τα Υποστατικά»).

        Το Κτήμα (με τα Υποστατικά) είχε εκμισθωθεί στην Εφεσίβλητη από το Υπουργείο Εσωτερικών με σύμβαση μίσθωσης ημερομηνίας 19.10.00 για πενταετή χρονική περίοδο προς αποκλειστική χρήση για γεωργοκτηνοτροφικούς σκοπούς («η Σύμβαση Μίσθωσης»).

        Η Εφεσίβλητη εκμεταλλεύτηκε το Κτήμα κατά τα συμφωνηθέντα και το 2004 διέθεσε - αφού αποθήκευσε τα εργαλεία και υλικά που χρησιμοποιούσε για κτηνοτροφικούς σκοπούς σε μέρος των Υποστατικών - τη χρήση τού υπόλοιπου μέρους των Υποστατικών στον γιο της Στέλιο Βαρσανίδη («ο Βαρσανίδης»), εκ των ιδρυτών της Agrowise Ltd (Εφεσίβλητων), στην οποία ο Βαρσανίδης ήταν ένας εκ των Διευθυντών.

        Οι Εφεσίβλητοι ασχολούνταν με την εμπορία εξοπλισμού και ειδών κατασκευής θερμοκηπίων και αποθήκευσαν στα Υποστατικά εισαγόμενα από τους ίδιους εμπορεύματα μέχρι να διατεθούν στην Κυπριακή αγορά.

        Την 21.10.05 ο Βαρσανίδης, ειδοποιήθηκε από τον αδελφό του ότι τα Υποστατικά καίγονταν. Η άφιξη της Πυροσβεστικής δεν κατέστη δυνατόν να περιορίσει την φωτιά, με παρεπόμενο τα Υποστατικά - και τα εκεί αποθηκευμένα εργαλεία της Εφεσίβλητης (ως και τα εμπορεύματα και υλικά των Εφεσίβλητων) - να καταστραφούν τελείως.

        Οι Αγωγές - με την Αγωγή 8718/07 να αποτελεί την οδηγό - στράφηκαν κατά του Εφεσείοντα ως ιδιοκτήτη παρακείμενου χωραφιού («το χωράφι»), ο οποίος, ως παραδέχθηκε, συγκέντρωσε εκεί «. χλωρά χόρτα .» σε δύο σημεία, με ένα από αυτά να απέχει «.100 μέτρα από τα υποστατικά των Εναγόντων που είχαν καεί και τα άναψε στις 19.10.05, όταν δε έφυγε το μεσημέρι της 21.10.05 γύρω στις 1:00 από το χωράφι του οι δύο σωροί "εξικάπνιζαν".» (η περικοπή είναι αυτούσια όπως και οι υπόλοιπες στο ανά χείρας κείμενο).

        Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, κρίνοντας ότι η βάση αγωγής ήταν η αμέλεια που επέδειξε ο Εφεσείων - με σχετικά τα Άρθρα 52 [1] και 53 [2] του Περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ.148 το Κεφ.148»), το οποίο (ως επεσήμανε) «. μεταθέτει στους ώμους του εναγομένου το βάρος απόδειξης ότι ο ίδιος δεν ήταν αμελής και κατά συνέπεια δεν ευθύνεται σε σχέση με την έναρξη ή την επέκταση της φωτιάς .» - αποφάνθηκε, ανάμεσα σε άλλα, κατά τα εξής:

«..................................Από την στιγμή που ο εναγόμενος παραδέχεται το άναμμα, φωτιάς, και μάλιστα σε δικό του ακίνητο το βάρος απόδειξης ότι δεν ήταν αμελής σε σχέση "με την έναρξη ή την επέκταση της" μετατίθεται στους ώμους του. Ο εναγόμενος στην παρούσα περίπτωση έχει κάνει σαφείς παραδοχές ότι ο ίδιος άναψε φωτιά σε δικό του χωράφι τόσο στην υπεράσπιση όσο και την κατάθεση του στην Αστυνομία, πράγμα το οποίο προσπαθεί να ανασκευάσει μέσα από την μαρτυρία του ενώπιον του Δικαστηρίου και την αγόρευση του δικηγόρου του. Παράλληλα προσπαθεί με την επιχειρηματολογία που αναπτύσσει να μεταφέρει το βάρος της απόδειξης ότι ο ίδιος δεν ευθύνεται για την φωτιά που κατέκαψε τα υποστατικά των εναγόντων σε άλλους παράγοντες εκτός του ελέγχου ή της ευθύνης του και/ή στους ίδιους τους ενάγοντας.

....................................

Είναι η θέση μου που συνάγεται από τη λαϊκή ρήση ότι "όπου υπάρχει καπνός υπάρχει φωτιά" ότι το ξεκάπνισμα των χόρτων δύο μέρες μετά το άναμμα της φωτιάς (όπως μόνο ο ίδιος ο εναγόμενος επικαλείται στην κατάθεση του για να αποφΰγει τις ευθύνες του) εσήμαινε ότι υπήρχε φωτιά η οποία εγκαταλείφθηκε ανεπιτήρητη από τον εναγόμενο. Η αντιπυρική λωρίδα την οποία ως προληπτικό μέτρο μη επέκτασης της φωτιάς την οποία έκαμε ο εναγόμενος πλάτους ενός μέτρου δεν ήταν σύμφωνα με την μαρτυρία του ΜΕ1 Κυριάκου Τζιοβάννη ικανοποιητικό μέτρο για να αναχαιτίσει την επέκταση της φωτιάς (την επόμενη μέρα της φωτιάς η αντιπυρική ζώνη με σβάρνισμα για "άγνωστο" λόγο και από "άγνωστο" πρόσωπο διαπλατύνθηκε) ούτε βέβαια και το ότι ο εναγόμενος την άναφέ 100 μέτρα από τα υποστατικά των εναγόντων.

....................................

Κατά συνέπεια θεωρώ ότι ο εναγόμενος έθεσε φωτιά σε σωρούς από χόρτα σε δύο σημεία εντός υποστατικών ιδιοκτησίας του ή των οποίων είχε την κατοχή σε άγνωστο χρόνο (μόνο ο ίδιος ισχυρίζεται ότι αυτό έγινε δύο μέρες πριν την καταστροφή, δηλαδή στις 19.10.05 και μάλιστα το ισχυρίζεται για ευνόητους λόγους) με αποτέλεσμα η φωτιά λόγω της μη λήψης των ενδεδειγμένων μέτρων να επεκταθεί και να καταστρέψει σχεδόν ολοσχερώς τα υποστατικά των εναγόντων, στις δύο συνεκδικαζόμενες αγωγές, και το περιεχόμενο τους. Οι αστείες και αστήρικτες δικαιολογίες του εναγομένου ότι το τεμάχιο 108 δεν ανήκει στον ίδιο, ότι η απόσταση των υποστατικών από τα σημεία ανάμματος της φωτιάς είναι μεγάλη, ότι μεταξύ του ενός σημείου ανάμματος της φωτιάς μέχρι τα υποστατικά παρεμβάλλονται δικά του υποστατικά στα οποία διέμεναν αλλοδαποί εργάτες και τα οποία δεν είχαν καεί, ότι οι δικοί του εργάτες που διέμεναν σε δικά του υποστατικά αν έβλεπαν την φωτιά θα την έσβηναν, ότι τα υποστατικά των εναγόντων είχαν καεί από πυρκαγιά που ξεκίνησε από το εσωτερικό τους λόγω της ηλεκτρικής εγκατάστασης δεν χρίζουν καν σχολιασμού. Τα στοιχεία που έχω παραθέσει και τα οποία προέρχονται κυρίως από τον ίδιο και τους αυτόπτες μάρτυρες του επισκέφθηκαν την σκηνή τη μέρα του ατυχήματος τον διαψεύδουν.

....................................».

       

 

        Ακολούθως, το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέληξε πως οι δύο Εφεσίβλητοι απέδειξαν, στην έκταση που το πέτυχαν - και στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων - τις ζημιές που έπαθαν από τη φωτιά.

        Ο Εφεσείων - στην Π.Ε. 368/14 - αντιτίθεται στην Πρωτόδικη Απόφαση με δύο λόγους έφεσης (οι οποίοι είναι πανομοιότυποι με τους μοναδικούς λόγους έφεσης 1 και 2 στην Π.Ε. 371/14), προτάσσοντας ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο παρερμήνευσε την έννοια της μετατόπισης του βάρους απόδειξης στους ώμους του Εφεσείοντα κατά τις πρόνοιες των Άρθρων 52 και 53, Κεφ.148 «. με αποτέλεσμα να καταλήξει στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι ... ήταν υπεύθυνος για την ζημιά που υπέστησαν οι ενάγοντες, (Εφεσίβλητοι), ένεκα του γεγονότος ότι δεν απέσεισε το βάρος απόδειξης ότι δεν ήταν αμελής για την διαφυγή και επέκταση της φωτιάς .» (λόγος έφεσης 1), συνδέοντας, κακώς «. την έννοια του Αστικού αδικήματος της αμέλειας με τα άρθρα 52 και 53 του Περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148 .» (λόγος έφεσης 2), και επιδικάζοντας, εξίσου λανθασμένως «. προς όφελος των εναγόντων στην αγωγή 8718/2007 το ποσό των €104.260,98 .», καθότι η κρίση του τούτη «. αντίκειται στην προσαχθείσα μαρτυρία, την οποία το Πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολόγησε λανθασμένα, χωρίς να την αιτιολογήσει επαρκώς ή καθόλου, με αποτέλεσμα να καταλήξει σε λανθασμένα και αβάσιμα συμπεράσματα .» (λόγος έφεσης 3), αποφασίζοντας έτσι (το Πρωτόδικο Δικαστήριο) «. λανθασμένα ότι τα δικαιώματα των εναγόντων στην αγωγή 8718/2007 (Εφεσίβλητων) για αποζημιώσεις δεν επηρεάζονται από το γεγονός ότι η εκ μέρους του κατοχή και χρήση των υποστατικών ήταν παράνομη .» (λόγος έφεσης 4).

        Αποτιμήσαμε καθετί που μας τέθηκε, στην πλήρη τους μορφή.

        Το ίδιο, και τις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις των ευπαίδευτων δικηγόρων.

        Ένεκα του περιεχομένου τους (και της επί του εφετηρίου αιτιολογίας που τους επικουρεί), θα ασχοληθούμε πρώτα, σωρευτικώς, με τους λόγους έφεσης 1 και 2 στις Π.Ε. 368/14 και Π.Ε. 371/14, και υστερότερα, πάλι ενιαίως, με τους λόγους έφεσης 3 και 4 στην Π.Ε. 368/14.

        Αρχίζουμε με τους λόγους έφεσης 1 και 2 στις Π.Ε.368/14 και Π.Ε.371/14.

        Συνιστά κύριο ισχυρισμό εκ πλευράς Εφεσείοντα πως οι Αγωγές εδράζονται αποκλειστικώς σε αμέλεια και όχι στο αστικό αδίκημα που πηγάζει από το Άρθρο 53, Κεφ.148 (και την κατά βάσιν ομόλογη κοινοδικαιϊκή αρχή Rylands v. Fletcher).[3]

        O Εφεσείων δόμησε το επιχείρημα του αυτό επί μνείας στην οποία προέβη το Πρωτόδικο Δικαστήριο αναπτύσσοντας το σκεπτικό του, ότι η βάση αγωγής ήταν «. η αμέλεια που επέδειξε .» ο Εφεσείων «. στο άναμμα φωτιάς και στη μη λήψη μέτρων για επέκταση της .», και πως, με παραπομπή στην σχεδόν όμοια Έκθεση Απαιτήσεως και στις δύο Αγωγέςη Έκθεση Απαιτήσεως»), η εξάπλωση της φωτιάς «. έγινε λόγω αμέλειας υπό του εναγόμενου των υπηρετών ή υπαλλήλων του .».

        Δεν μας βρίσκει σύμφωνους η θέση του Εφεσείοντα.

        Η αμέλεια απαρτίζει εν προκειμένω μία εκ των βάσεων αγωγής και όχι τη μοναδική αφετηρία της αξίωσης των Εφεσίβλητων.

        Αυτό, ως παρατήρηση, προκύπτει με αρκούσα καθαρότητα από το ίδιο το περιεχόμενο της Έκθεσης Απαιτήσεως σε αμφότερες τις Αγωγές.

        Πιο συγκεκριμένα, στην παράγραφο 4 της Έκθεσης Απαιτήσεως (στις δύο Αγωγές), δικογραφούνται τα πιο κάτω:

«4. Η φωτιά η οποία κατέστρεψε τα άνω υποστατικά και αντικείμενα της ενάγουσας ήταν λόγω του ανάμματος φωτιάς υπό του εναγόμενου η οποία επεκτάθη εις τα πλήρως καταστραφέντα υποστατικά της ενάγουσας και ούτω ο εναγόμενος είναι υπεύθυνος δια τας άνω αναφερόμενας ζημιάς της εναγούσης».

 

Προσθέτως, στην παράγραφο 5 της Έκθεσης Απαιτήσεως γράφονται και τούτα, πέραν ή και διαζευκτικώς με όσα δικογραφούνται στην παράγραφο 4 (αλλά και στις προηγηθείσες παραγράφους 2-3):

«5. Περαιτέρω ή και εναλλακτικά η εξάπλωση της ως άνω αναφερόμενης φωτιάς έγινε λόγω αμέλειας υπό του εναγόμενου των υπηρετών ή υπαλλήλων του». (Ακολουθούν οι Λεπτομέρειες Αμέλειας Εναγόμενου στην παράγραφο 6).

 

        Περιπλέον, στην παράγραφο 7 της Έκθεσης Απαιτήσεως, αποτυπώνεται ότι:

«7. Περαιτέρω ή και εναλλακτικά ο εναγόμενος απέτυχε να καταστρέψει τα ξηρά χόρτα του κτήματος του με άλλο τρόπο και ανάβοντας φωτιά απέτυχε και πάλιν τον περιορισμό της φωτιάς και την μη εξάπλωση της εις γειτονικά κτήματα που λόγω του γεγονότος τούτου προκάλεσε ζημιές εις την ενάγουσα».

 

        Πριν από τις παραγράφους 4-6 της Έκθεσης Απαιτήσεως, καταγράφονται και αυτά (στις παραγράφους 2 και 3), οι οποίες είναι, ξανά, κοινές μεταξύ των δύο Αγωγών, με μοναδική διαφορά την αξία των αντικειμένων που αναφέρονται εκεί ως καταστραφέντα από τη φωτιά (δηλαδή «. £3.820- .» στην Αγωγή 8717/07 και «. £63.021,24 .» στην Αγωγή 8718/07):

«2. Ο εναγόμενος κατά τον ουσιώδη χρόνο ήτο ιδιοκτήτης ή και δικαιούχος ή και ενοικιαστής ή και το πρόσωπο εξουσιοδοτημένο υπό του ιδιοκτήτου του κτήματος ευρισκόμενο δίπλα ή και συνορεύον με το άνω αναφερόμενο κτήμα της ενάγουσας.

3.        Κατά ή περί την 21/10/05 ο εναγόμενος παρανόμως και άνευ άδειας των αρμοδίων αρχών άναψε φωτιά για να κάψει ξηρά χόρτα δίπλα από τα υποστατικά της ενάγουσας αμελώς ή και πριν να λάβει τα δέοντα μέτρα δια την μη εξάπλωση της φωτιάς, με αποτέλεσμα η φωτιά να εξαπλωθεί και να καταστρέψει ολοσχερώς τόσον τα υποστατικά της εναγούσης όσον και τα διάφορα αντικείμενα ανήκοντα εις την ενάγουσα αξίας . και ούτω η ενάγουσα να ζημιωθεί».

 

        Επομένως, διατρέχοντας καθηκόντως την ως άνω δικογραφία στην ολότητα της, καταλήγουμε στο ότι η αξίωση των δύο Εφεσίβλητων κατά του Εφεσείοντα δεν απέρρευσε μοναδικά από το αστικό αδίκημα της αμέλειας, αλλά και από εκείνο που προβλέπεται στα Άρθρα 52 και 53, Κεφ.148.

        Τούτο, ως γεγονός και παρατήρηση, διακρίνει την τωρινή περίπτωση από εκείνη στην Γεωργίου ν. Στυλιανού (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 70, 82-83 (στην οποία μας παρέπεμψε ο Εφεσείων), μια και εκεί δεν έγινε καμιά νύξη στην έκθεση απαίτησης ότι η αξίωση στηριζόταν «. στο αγώγιμο δικαίωμα που απορρέει από το Άρθρο 53 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ.148 και την γνωστή αρχή του Κοινοδικαίου στην υπόθεση Rylands v. Fletcher (ανωτέρω) η οποία στην ουσία ενσωματώθηκε στο Άρθρο 53 .».

        Απεναντίας - με βάθρο (και) το σκεπτικό στην Γεωργίου ν. Στυλιανού (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 70, 83 - ό,τι χρειαζόταν προκειμένου να ισχυριστούν δικογραφικώς οι δύο Εφεσίβλητοι, και να αποδείξουν κατά τη δίκη ήταν «. τα σχετικά γεγονότα που σχετίζονται με τις προϋποθέσεις του Άρθρου 53, δηλαδή ότι η ζημιά προκλήθηκε από φωτιά και ότι το υποστατικό από το οποίο ξεκίνησε η φωτιά, κατεχόταν από τον Εφεσείοντα .» (βλ. επίσης, Περσιάνη ν. Γενικού Εισαγγελέα, Π.Ε. 194/12, ημ. 20.3.18, ECLI:CY:AD:2018:A123, Stannard (t/a Wyvern Tyres) v. Gore [2013] 1 All ΕR 694, Goldman v. Hargrave and Others [1966] 3 WLR 513).

        Στην Χριστοφή ν. Petrakis Exhaust Silencers Ltd και Άλλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 543, 546-547, το Εφετείο είπε και τούτα:

«......................................................................................................................Αναφορικά με τον κανόνα Rylands v. Fletcher, οι δύο κύριες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του είναι: (1) Ότι θα πρέπει να αποδειχθεί ότι οι εναγόμενοι έφεραν κάτι μέσα στο υποστατικό τους που μπορούσε να προκαλέσει ζημιά αν διέφευγε και (2) ότι αυτά τα πράγματα συνέβηκαν στη διάρκεια μιάς μη φυσικής χρήσης του υποστατικού. Ο κανόνας αυτός εφαρμόζεται, όπως έχει νομολογηθεί, και στις περιπτώσεις όπου υπάρχει διαφυγή φωτιάς, παρόλο που στην ουσία δεν είναι αυτό που συσσωρεύεται στο υποστατικό που διαφεύγει, όπως συμβαίνει στις πλείστες περιπτώσεις εφαρμογής του κανόνα, αλλά η φωτιά η οποία αναφλέγεται στα αντικείμενα που συσσωρεύονται. Στο κριτήριο για ευθύνη σε περιπτώσεις φωτιάς εισάγεται ένα επιπρόσθετο ερώτημα. Όπως ανάφερε ο Δικαστής MacKenna J.,

"Did the defendants bring to their land things likely to catch fire, and keep them there in such a condition that if they did ignite the fire would be likely to spread to the plaintiff's land." (Βλέπε Mason v. Levy Auto Parts of England Ltd [1967] 2 Q.B. σελ. 530,542.)

 

Ο Πρωτόδικος Δικαστής κατέληξε στο συμπέρασμα, με το οποίο συμφωνούμε ότι ο κανόνας Ryland v. Fletcher δεν έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση. Όπως ανάφερε το Πρωτόδικο Δικαστήριο, ο κανόνας υπόκειται στην εξαίρεση της ανεξάρτητης πράξης τρίτου. Σύμφωνα με τη νομολογία, ο ιδιοκτήτης ενός επικίνδυνου αντικειμένου δεν είναι υπεύθυνος αν αυτό διαφύγει συνεπεία της ανεξάρτητης πράξης τρίτου προσώπου και δεν υπήρχε αμέλεια από μέρους του. (Βλέπε Rickards v. Lothian [1913] A.C. 263, Perry v. Kendricks Transport Ltd [1956] 1 All E.R. 154 και Balfour v. Barty-King [1957] 1 Q.B. 496.) To εύρημα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο δεν έχει αμφισβητηθεί, είναι ότι η φωτιά προκλήθηκε κακόβουλα από τρίτο άγνωστο άτομο ή άτομα και κατά συνέπεια αυτός και μόνο ο λόγος είναι αρκετός για να αποκλεισθεί η εφαρμογή του πιο πάνω κανόνα, χωρίς να χρειάζεται να εξετασθούν εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις.

.....................................................................................................................».  

        Δεν υφίσταται εδώ, συμφώνως των πρωτόδικων ευρημάτων και επίδικων θεαμάτων, ζήτημα εξαίρεσης στην εφαρμογή τού αφορώντος κανόνα.

        Παρεμβάλλουμε προσέτι, για ό,τι τούτο θα μπορούσε να αξίζει, ότι όλα τα διάδικα μέρη στην παρούσα έφεση - και ιδίως ο Εφεσείων που παραπονείται για τους χειρισμούς του Πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του θέματος (κατά τα προλεχθέντα) - ανέπτυξαν πρωτοδίκως στις αγορεύσεις τους επιχειρηματολογία βάσει και του Άρθρου 53, Κεφ.148, δίχως ποτέ να εκφράζουν αντίθεση είτε ως προς το αγώγιμο δικαίωμα που προωθείτο είτε ως προς το συνταίριασμα του προς τα Άρθρα 52 και 53, Κεφ.148.

        Προτού συμπληρώσουμε την ενότητα αυτή, οφείλουμε, με κάθε σεβασμό προς το Πρωτόδικο Δικαστήριο, να απογράψουμε - και έχει δίκαιο σε όσα επί τούτω επέκτεινε ο κ. Ιωαννίδης στην αγόρευση του (με χαρακτηριστική πάντως δικηγορική λεπτότητα) - πως η καταγραφή στην Πρωτόδικη Απόφαση ότι το ξεκάπνισμα των χόρτων δύο μέρες μετά από το άναμμα της φωτιάς σήμαινε πως αυτή υπήρχε και αφέθηκε ανεπιτήρητη από τον Εφεσείοντα συνάγεται «. από τη λαϊκή ρήση ότι "όπου υπάρχει καπνός υπάρχει φωτιά" .», δεν μπορεί παρά να καταταχθεί, το λιγότερο, ως ατυχής.

        Αυτό, διότι, για πολύ καλούς και ευνόητους λόγους που εκπορεύονται, όχι μόνο από τη δικαιική λογική αλλά και από την εν γένει σοφία και διάρθρωση τού αποδεικτικού δίκαιου, ζητήματα αιτιώδους συνάφειας, αποδεικτικής βαρύτητας και επιπέδου απόδειξης (ανάμεσα σε πολλά άλλα), εδράζονται (ή πρέπει να εδράζονται) κατά κανόνα, σε δέοντα ευρήματα ύστερα από προσήκουσα μαρτυριακή αξιολόγηση, στη βάση αναγνωρισμένων δικονομικοαποδεικτικών αρχών, και όχι επί θυμοσοφιών, ή έτερων συλλογιστικών πλανών λογικής (όπως η υπό συζήτηση).

        Όπως όμως και να έχουν τα πράγματα, η απόφανση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν στηρίχθηκε κατ' ουσίαν στην περί ης ο λόγος λαϊκή ρήση αλλά, σε τελευταία ανάλυση, επί μαρτυρίας που το Πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε ως αξιόπιστη κατόπιν αξιολόγησης και πρέπουσας αντιπαραβολής προς άλλη αποδεκτή μαρτυρία την οποία και ανέπτυξε εκτενώς το Πρωτόδικο Δικαστήριο στις σελίδες 8-11 της απόφασης του.

        Τίποτα από όσα προέταξε ο Εφεσείων - με σφοδρό τον αντίλογο από την κ. Γαβριηλίδου - δεν θα μπορούσε να συνηγορήσει λελογισμένως σε ανατροπή των πρωτόδικων ευρημάτων, επειδή, τούτα, στον πυρήνα τους, ευθυγραμμίζονται με την προφορική και έγγραφη μαρτυρία (που έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη), σε ακολουθία μάλιστα και με τη δικογραφία.

        Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 και στις δύο εφέσεις απορρίπτονται.

        Κατ' ακολουθίαν, η Π.Ε. 371/14, χρήζει απόρριψης άνευ ετέρου.

        Εισερχόμαστε στους λόγους έφεσης 3 και 4 στην Π.Ε.368/14.

        Με τον λόγο έφεσης 3, ο Εφεσείων υποστηρίζει ότι η απόδοση προς όφελος των Εφεσίβλητων στην Αγωγή 8718/07 τού επιδικασθέντος τελικώς ποσού, δεν είναι σωστή αφού αντίκειται στην προσαχθείσα μαρτυρία που το Πρωτόδικο Δικαστήριο ζύγισε με τρόπο λαθεμένο και ανεπαρκώς αιτιολογημένο.

        Μήτε και με αυτές τις θέσεις του Εφεσείοντα συγκλίνουμε.

        Μελετήσαμε με προσοχή τη συνοδό αιτιολογία του λόγου έφεσης 3, την οποία μάς υπέμνησε ο ευπαίδευτος δικηγόρος του Εφεσείοντα για να καταδείξει (κατά συναφή αναφορά στο περίγραμμα του) τις «. διαφορές στα ευρήματα του Δικαστηρίου σε σχέση με την προσαχθείσα μαρτυρία την οποία υιοθετώ και γι' αυτό δεν θα την επαναλάβω .».

        Αποφαινόμαστε, ότι η εκτίμηση της σχετικής μαρτυρίας από το Πρωτόδικο Δικαστήριο (στις σελίδες 12-18 της απόφασης του), με αναφορά στην προφορική και έγγραφη μαρτυρία, υπήρξε επαρκής και εντός των ορίων εξουσίας του, δίχως να ανακύπτει κάτι που θα μπορούσε να την εντάξει σε εκείνες που θα καλούσαν σε ανάστροφο αποτέλεσμα (Κόκκινου και Άλλης ν. Συνεργατικής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, Π.Ε. 386/14, ημ. 20.3.23, ECLI:CY:AD:2023:A124, Γεωργιάδης και Άλλων ν. Συνεργατικής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, Π.Ε. 376/14, ημ. 16.3.23, ECLI:CY:AD:2023:A90).

        Δεν παρέχεται πεδίο ανατροπής.

        Ο λόγος έφεσης 3 απορρίπτεται.

        Με τον λόγο έφεσης 4, πλήττεται η αντίληψη του Δικαστηρίου ότι οι Εφεσίβλητοι δικαιούνταν σε αποζημιώσεις παρόλη τη θέση του Εφεσείοντα πως «. η χρήση υποστατικών για γεωργοκτηνοτροφικούς σκοπούς όπως διαλαμβάνεται στη σύμβαση που υπέγραψε η ενάγουσα με το Υπουργείο Εσωτερικών δόθηκε σε άλλο πρόσωπο για αποθηκευτικούς σκοπούς .».

        Δεν συμμεριζόμαστε τις απόψεις τού Εφεσείοντα.

        Τούτο, γιατί, ως αποφάσισε το Πρωτόδικο Δικαστήριο, οι διάδικοι δεν είχαν μεταξύ τους οποιαδήποτε συμβατική σχέση αλλά και επειδή το μόνο που τους συνέδεε ήταν η μεταξύ τους σχέση γειτονίας και ό,τι αυτή επιφέρει κατά τις προβλέψεις του Άρθρου 51, Κεφ. 148 αλλά, και κατά συμπερασμό, κατά τη γενικότερη και ταυτώνυμη αρχή που εκφράσθηκε αυθεντικώς στη Donoghue v Stevenson [1932] All ER Rep 1.

Είπε το Πρωτόδικο Δικαστήριο:       

                               «.....................................................................................................................

Η παρανομία σύμφωνα με τον κ. Ιακώβου και τη μαρτυρία που παρουσίασε συνίοταται στο γεγονός ότι η χρήση υποστατικών για γεωργοκτηνοτροφικούς σκοπούς όπως διαλαμβάνεται στη σύμβαση που υπέγραψε η ενάγουσα με το Υπουργείο Εσωτερικών δόθηκε σε άλλο πρόσωπο για αποθηκευτικούς σκοπούς. Βασισμένος στις αυθεντίες Daryl Fitzgerald ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργού Εσωτερικών (2009) 3 ΑΑΔ 263 και Κυπριακή Δημοκρατία ν. Αμαρυλλίδας Α.Β. Χριστόφορου (2003) 3 ΑΑΔ 185 ισχυρίστηκε στο Δικαστήριο ότι οι ενάγοντες στις συνεκδικαζόμενες αγωγές δεν μπορούσαν να αποκομίσουν όφελος από παράνομη πράξη ή/και η "έκνομη χρήση ενός κτιρίου δεν μπορούσε να αποτελέσει βάθρο για την κτήση παρεπόμενων δικαιωμάτων". Με όλο το σεβασμό προς τον κ. Ιωάννου η προσέγγιση είναι λανθασμένη. Οι ενάγοντες και ο εναγόμενος δεν έχουν οποιαδήποτε συμβατική σχέση μεταξύ τους. Κατά συνέπεια κανένας εκ των δύο δεν μπορεί να επικαλείται παρανομία του άλλου για να αποκομίσει όφελος υπό μορφή αποζημιώσεων. Η μόνη σχέση που συνδέει τους δύο διαδίκους είναι η σχέση γειτονίας και ότι αυτή συνεπάγεται υπό μορφή υποχρεώσεων των γειτόνων εκατέρωθεν (βλ. άρθρο 51.1 του Κεφ. 148). [4] Και στις δύο αυθεντίες που επικαλέστηκε ο κ. Ιακώβου αυτός που πλήττει την παρανομία είναι το αντισυμβαλλόμενο μέρος δηλαδή το κράτος.

.....................................................................................................................».

 

        Ως παρένθεση - επί του θέματος τής κατά το αστικό δίκαιο γειτονίας -θυμίζουμε όσα προς τούτο ανέφερε το Εφετείο στην Μ.Σ. Ιακωβίδης & Σία και Άλλες ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2015) 1(Β) Α.Α.Δ. 1593, ECLI:CY:AD:2015:A509, 1628:

«......................................................................................................................  Η αμέλεια ως αστικό αδίκημα είναι βεβαίως πασίγνωστη ως έννοια και έχει αρχή στην υπόθεση Donoghue vStevenson (1932) A.C.562. Αφορά τη νομική αναγκαιότητα λήψης εύλογης επιμέλειας ώστε να αποφευχθούν πράξεις ή παραλείψεις που προβλεπτώς μπορούν να επιφέρουν ζημία στο γείτονα. Ως «γείτονας» θεωρούνται όλα εκείνα τα πρόσωπα που είναι σε επαρκή σχέση εγγύτητας ή γειτονίας με το πρόσωπο που επιφέρει τη ζημία ώστε το τελευταίο να έπρεπε λογικά να γνώριζε ή να προέβλεπε ότι οι πράξεις του θα επηρέαζαν το άλλο μέρος. 

 

Το άρθρο 51 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, αποτελεί την κωδικοποίηση των αρχών του Κοινοδικαίου, (Στρατμάρκο Λτδ ν. Μιχαήλ (1989) 1 Α.Α.Δ. 393). Έχει λεχθεί στην υπόθεση αυτή ότι το βασικό χαρακτηριστικό της αμέλειας είναι η έλλειψη της προσήκουσας προσοχής, η οποία θα έπρεπε στις δοσμένες περιστάσεις να καταβληθεί από τον δράστη ώστε να μην προκληθεί ζημία στον πλησίον. Το όριο της επιμέλειας διαγράφεται από την επίδειξη της ανάλογης προσοχής από τον υποθετικό μέσο συνετό άνθρωπο. 

.....................................................................................................................».  

        Δεν εντοπίζουμε σφάλμα στην ως άνω πρωτόδικη πραγμάτευση, η οποία επιχειρήθηκε και κρίθηκε κατά τα γεγονότα της υπόθεσης αλλά και κατά τη φύση και είδος των επιζητούμενων θεραπειών - όπως έγινε φερ' ειπείν και στις υποθέσεις Φάρμα Ρένος Χατζηιωάννου Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. DDB (Cyprus) Advertising Ltd, Π.Ε. 7/13, ημ. 19.2.20, ECLI:CY:AD:2020:A67, Kyriakos Andreou Arsiotis Developments Constructions Limited και Άλλων v. Highway Gardens City Ltd, Π.Ε. 106/12, ημ. 18.4.18, Kallice Holding Ltd v. M.T.R. Metals (Overseas) Ltd (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1012 (τηρουμένων ασφαλώς των αναγκαίων αναλογιών) - χωρίς το Πρωτόδικο Δικαστήριο να αποφαίνεται αφοριστικά και οριζοντίως επί της ευρύτερης προβληματικής που διέπει (και ταλανίζει) τα περί αποκόμισης οφέλους από παράνομες πράξεις κατά το λατινικό ex turpi causa non oritur actio[5] (βλ. ενδεικτικώς, Πολύβιος Γ. Πολυβίου, Το Δίκαιο των Συμβάσεων στο Κοινοδίκαιο και το Κυπριακό Δίκαιο, Τόμος Β΄, 2021, σελ. 595-638, Clerk and Lindsell, On Torts (22η Έκδοση, 2018) παρ. 3-31 μέχρι 3-56, The Law Commission Consultation Paper No 160 (2001) «The Illegality Defence in Tort», σελ. 94-95).

        Το περί αστικών αδικημάτων δίκαιο, στη γενικότερη του μορφή, δεν αποβλέπει σε τιμωρία των αδικοπραξιών αφηρημένα. Αντιθέτως, είναι βασικώς διορθωτικό και συναρτάται προς την αποζημίωση για τη βλάβη που προκαλείται από την αδικαιολόγητη δημιουργία ή και πραγμάτωση συναφούς κινδύνου από τον αδικοπραγήσαντα. Αν μια απλή και τυπική τρόπον τινά παρανομία θα μπορούσε να καταργήσει επί παραδείγματι, το καθήκον επιμέλειας του αδικοπραγήσαντα δίχως άλλο, τούτο, ως δυνητική κατάσταση, θα παρείχε πιθανώς και κάποιας μορφής ασυλία στους αδικοπραγήσαντες από τις συνέπειες της αδικοπραγίας τους, αποκλείοντας τουτέστιν την αποκατάσταση τού θύματος της αδικοπραξίας, ακόμη και όταν ο αδικοπραγήσας φέρει το μεγαλύτερο ή και το αποκλειστικό μερίδιο ευθύνης. Μολονότι μια παράνομη συμπεριφορά μπορεί να αποτελέσει - και αποτελεί - υπεράσπιση σε αδικοπραξία υπό τις περιορισμένες περιπτώσεις που ανά περίπτωση ορίζει η νομολογία και η νομοθεσία (όταν αυτό μπορεί παραδείγματος χάριν να κριθεί απαραίτητο για να διασφαλιστεί έτσι η ακεραιότητα του νομικού συστήματος και της απονομής της δικαιοσύνης) - όπως συνέβη στην Ανδρονίκου ν. Μαυρόπουλου Π.Ε. 14/14, ημ 30.9.21, ECLI:CY:AD:2021:A415 και στην Κωνσταντίνου ν. Άπλα (2015) 1 (Α) Α.Α.Δ. 802, ECLI:CY:AD:2015:A248 - αυτή η ανησυχία δεν επικρατεί απαρεγκλίτως υπέρ της αποδοχής τέτοιων περί παρανομίας υπερασπίσεων, ως άφησε να νοηθεί ο Εφεσείων στην παρούσα υπόθεση (βλ. κατ' αναλογίαν, Kim v. Choi [2020] B.C.C.A. 98, παρ. 33, 43-49,[6] Rankin (Rankin's Garage & Sales) v. J.J [2018] S.C.C. 19, παρ. 63, [7] Κωνσταντίνου ν. Χατζηκυριάκου (1993) 1 Α.Α.Δ. 864, 874-875).

        Δεν ήταν λοιπόν η αφορώσα, η κατάλληλη περίπτωση κατά την οποία το Πρωτόδικο Δικαστήριο θα μπορούσε εξαιτίας των αποδειχθέντων γεγονότων και επίμαχων θεμάτων, να αντικρύσει τα πράγματα υπό διάφορο φακό.

        Ορθώς έπραξε το Πρωτόδικο Δικαστήριο.

        Ο λόγος έφεσης 4 απορρίπτεται.

        Eν κατακλείδι.

        Ουδείς των λόγων έφεσης ευσταθεί.

        Οι εφέσεις απορρίπτονται.

        Επιδικάζουμε ενιαίως υπέρ αμφότερων των Εφεσίβλητων και εναντίον του Εφεσείοντα, συνολικά έξοδα ύψους €5.000,00, συν ΦΠΑ (αν υπάρχει), και για τις δύο εφέσεις.

       

                                                                   Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

                                                                    Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.

                                                                   Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

/κβπ

 



[1] «52. Σε αγωγή πoυ εγείρεται σε σχέση με ζημιά, κατά τηv oπoία απoδεικvύεται-

(α) ότι η ζημιά πρoκλήθηκε από oπoιoδήπoτε επικίvδυvo πράγμα ή φωτιά ή ζώo, ή λόγω της διαφυγής oπoιoυδήπoτε πράγματoς, διαφυγή τoυ oπoίoυ εvδέχεται vα πρoκαλέσει ζημιά, και

(β) ότι o εvαγόμεvoς ήταv o ιδιoκτήτης ή είχεv τηv ευθύvη τoυ πράγματoς ή ήταv o κάτoχoς της ιδιoκτησίας από τηv oπoία έγιvε η διαφυγή τoυ εv λόγω πράγματoς, o εvαγόμεvoς φέρει τo βάρoς της απόδειξης τoυ ότι δεv υφίσταται αμέλεια για τηv oπoία αυτός ευθύvεται σε σχέση με τo επικίvδυvo αυτό πράγμα ή τη διαφυγή τoυ πράγματoς αυτoύ».

 

[2] «53. Σε αγωγή πoυ εγείρεται σε σχέση με ζημιά, κατά τηv oπoία απoδεικvύεται-

 

(α) ότι η ζημιά πρoκλήθηκε από φωτιά ή λόγω φωτιάς, και

 

(β) ότι o εvαγόμεvoς άvαψε τη φωτιά ή ευθύvεται για τo άvαμμα της φωτιάς ή ήταv o κάτoχoς της ακίvητης ιδιoκτησίας ή o ιδιoκτήτης της κιvητής ιδιoκτησίας από τηv oπoία άρχισε η φωτιά, o εvαγόμεvoς φέρει τo βάρoς της απόδειξης τoυ ότι δεv υφίστατo αμέλεια για τηv oπoία αυτός ευθύvεται σε σχέση με τηv έvαρξη ή τηv επέκταση της φωτιάς».

 

[3] Από την ομώνυμη απόφαση Rylands and Another v. Fletcher [1861-1873] Αll E.R. Rep. 1,7 (per Blackburn J.): «We think that the true rule of law is that the person who, for his own purposes, brings on his land, and collects and keeps there anything likely to do mischief if it escapes, must keep it in at his peril, and, if he does not do so, he is prima facie answerable for all the damage which is the natural consequence of its escape». Σε ελεύθερη μετάφραση: «Νομίζουμε πως η πραγματική αρχή δικαίου ορίζει πως εκείνος που για δικούς του σκοπούς φέρνει και μαζεύει και διατηρεί στη γη του οτιδήποτε είναι πιθανόν να προξενήσει βλάβη αν διαφύγει, πρέπει να το διατηρεί ιδίω κινδύνω και, αν δεν το πράξει, είναι εκ πρώτης όψεως υπόλογος για όλη τη ζημιά που θεωρείται ως η φυσική συνέπεια της διαφυγής» (βλ. Αρτέμης & Ερωτοκρίτου, Κεφάλαιο 148: Αστικά Αδικήματα: Δίκαιο και Αποφάσεις, Τόμος 2, 2003, σελ. 46).

[4] «51. Αμέλεια συvίσταται-

(α) στηv τέλεση πράξης τηv oπoία υπό τις περιστάσεις δεv θα τελoύσε λoγικό συvετό πρόσωπo ή στηv παράλειψη τέλεσης πράξης τηv oπoία υπό τις περιστάσεις τέτoιo πρόσωπo θα τελoύσε͘ ή

(β) στηv παράλειψη καταβoλής τέτoιας δεξιότητας ή επιμέλειας για τηv άσκηση επαγγέλματoς, επιτηδεύματoς ή ασχoλίας όπως έvα λoγικό συvετό πρόσωπo, πoυ έχει τα πρoσόvτα για τηv άσκηση τoυ επαγγέλματoς αυτoύ, επιτηδεύματoς ή ασχoλίας θα κατέβαλλε υπό τις περιστάσεις, και στηv πρόκληση ζημιάς εξαιτίας αυτής:

Νoείται ότι για αυτή δύvαται vα τύχει απoζημίωσης μόvo τo πρόσωπo έvαvτι τoυ oπoίoυ o υπαίτιoς της αμέλειας υπείχε υπoχρέωση, υπό τις περιστάσεις, vα μηv επιδείξει αμέλεια».

 

[5] H αρχή πως κανένα Δικαστήριο δεν θα βοηθήσει κάποιον ο οποίος βασίζει την αγωγή του πάνω σε ανήθικη ή παράνομη ενέργεια (Πολυδώρου ν. Πολυδώρου και Άλλων, Π.Ε. 97/14, ημ. 28.9.21, ECLI:CY:AD:2021:A426).

[6] Εφετείο της Βρετανικής Κολομβίας στον Καναδά (Court of Appeal for British Columbia).

 

[7] Ανώτατο Δικαστήριο του Καναδά (Supreme Court of Canada).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο