ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Πολιτίδης Γεώργιος (1999) 1 ΑΑΔ 1256
Rana Wahed Ali (Αρ. 2) (2004) 1 ΑΑΔ 1791
Vickey Malek (2004) 1 ΑΑΔ 1817
Bondar Elena (Αρ. 2) (2004) 1 ΑΑΔ 2075
Kianiashvili David ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2007) 1 ΑΑΔ 312
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2023:D77
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
i-justice
Αρ. Αίτησης 12/2023
6 Μαρτίου 2023
[Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ RANJANA RANI ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΝΔΙΑ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ, ΛΑΡΝΑΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 18ΠΣΤ (1), (5) ΚΑΙ (6) ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 3 ΤΟΥ 153(I) ΤΟΥ 2011 ΚΑΙ ΑΡΘΡΟ 15(4) ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ, ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΜΕΝΟΥΝ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΥ 7(Ι)/2007 ΜΕ ΤΙΣ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ, ΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ ΑΡΘΡΑ 5, 6 ΚΑΙ 8 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 15, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
2. ΑΝΑΠΛ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜ. ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
3. ΤΜΗΜΑ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
-------------------------------------
Μ. Γαβριηλίδης, για την Αιτήτρια.
Λ. Μιχαηλίδου (κα) εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα για τους Καθ'ων η αίτηση.
Αιτήτρια παρούσα.
-------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δοθείσα Αυθημερόν)
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Η Αιτήτρια αιτείται την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus Ad Subjiciendum με το οποίο να κηρύσσεται η διάρκεια της κράτησης της και/ή η περαιτέρω κράτηση ή φυλάκιση της παράνομη, καταχρηστική και αντινομική και ότι «στερείται επαρκούς αιτιολογίας και/ή νόμιμου αποτελέσματος» και για να αποφυλακιστεί και αφεθεί ελεύθερη.
Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση του συζύγου της που υποστηρίζει την Αίτηση, η Αιτήτρια περί τα τέλη του Ιανουαρίου του 2023 ενώ βρισκόταν στο χώρο εργασίας της, προσεγγίστηκε από αστυνομικά όργανα που της ανέφεραν ότι θα έπρεπε να μεταβούν στην κατοικία της για να διεξαχθεί κάποιος έλεγχος, αλλά αντί τούτου την οδήγησαν στα κρατητήρια Μενόγειας, όπου έκτοτε κρατείται.
Σύμφωνα με την υποστηρικτική ένορκη δήλωση, η Αιτήτρια, η οποία κατάγεται από τις Ινδίες, έχει την 5.6.2020 τελέσει πολιτικό γάμο με τον ομνύοντα. Μετά το γάμο το ζεύγος συγκατοίκησε στη Λεμεσό. Της παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής στη Δημοκρατία, ως συζύγου κύπριου πολίτη, που εξέπνευσε την 31.8.2022. Αναφέρεται στην ένορκη δήλωση ότι αρχές του Νοεμβρίου του 2022 η Αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για ανανέωση της άδειας της. Η αίτηση, σημειώνεται, δεν υποβλήθηκε νωρίτερα γιατί ήταν αδύνατο να διευθετηθεί ραντεβού λόγω του βαρυφορτωμένου προγράμματος του Τμήματος Αλλοδαπών.
Στη συνέχεια και μετά τη σύλληψη της Αιτήτριας, παραδόθηκε στο σύζυγο της επιστολή ημερ.23.1.2022 του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, στην οποία αναφερόταν ότι η Αιτήτρια βρισκόταν παράνομα στη Δημοκρατία από 1.12.2022.
Με την ένορκη δήλωση Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, που υποστηρίζει την ένσταση της Δημοκρατίας, δίδεται μια διαφορετική εικόνα των ουσιωδών γεγονότων.
Η Αιτήτρια εισήλθε στη Δημοκρατία την 24.5.2016 για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός και της παραχωρήθηκε προσωρινή άδεια παραμονής ως οικιακή βοηθός μέχρι την 24.5.2020. Την 25.8.2018 συμφώνησε με τον εργοδότη της την αποδέσμευση της ώστε να εξεύρει νέο εργοδότη, αλλά δεν το έπραξε και συνέχισε να διαμένει στη Δημοκρατία παράνομα, σε άγνωστη διεύθυνση, μέχρι και την 28.7.2019 που εντοπίστηκε και συνελήφθηκε. Εκδόθηκαν εναντίον της διατάγματα απέλασης και κράτησης, δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ.105, που αναστάλθηκαν και εκδόθηκαν νέα την 31.7.2019 δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν.(Ι)/2000, εφόσον η Αιτήτρια είχε στο μεταξύ υποβάλει αίτηση για διεθνή προστασία. Την 8.8.2019 το διάταγμα κράτησης της ακυρώθηκε για σκοπούς αποσυμφόρησης του χώρου κράτησης (ΧΩΚΑΜ) και αφέθηκε ελεύθερη. Ακολούθησε ο γάμος της, στη συνέχεια δε απέσυρε την αίτηση της για διεθνή προστασία και της παραχωρήθηκε η προαναφερόμενη άδειας παραμονής της ως συζύγου κύπριου πολίτη με ισχύ μέχρι την 31.8.2022.
Η σύλληψη της Αιτήτριας πραγματοποιήθηκε την 23.1.2022 στη βάση ότι παρέμενε στη Δημοκρατία παράνομα. Είχε προηγηθεί η απόρριψη αίτησης της ημερ.13.10.2022 για ανανέωση της άδειας παραμονής της ως συζύγου κύπριου πολίτη, αφού ο γάμος της με αυτόν είχε κριθεί ότι ήταν εικονικός. Για την απόφαση σε σχέση με την εγκυρότητα του γάμου της και την απόρριψη της αίτησης της για ανανέωση της άδειας παραμονής της, είχαν σταλεί ενημερωτικές επιστολές, ημερ.9.11.2022 και 11.11.2022 αντίστοιχα, στην τελευταία δοθείσα διεύθυνση της.
Μετά τη σύλληψη της, αυθημερόν, εκδόθηκε εναντίον της διάταγμα απέλασης και προς τούτο κράτησης της δυνάμει του Άρθρου 14 του Κεφ.105.
Αναφέρεται στην ένορκη δήλωση του λειτουργού ότι η Αιτήτρια εξέφρασε επιθυμία να επιστρέψει στη χώρα της και ζήτησε χρηματικό ποσό ως κίνητρο επιστροφής. Την 8.2.2023 εγκρίθηκε το ποσό των €1016, όμως την 10.2.2023 αυτή μετέβαλε τη στάση της, οπόταν, την 16.2.2023, εγκρίθηκε συνοδεία τριών αστυνομικών για να επιτευχθεί ο επαναπατρισμός της. Ο λειτουργός ορκίστηκε την ένορκη του δήλωση την 20.2.2023.
Αυτό που προκύπτει από το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης του λειτουργού και συνιστά τη θέση της Δημοκρατίας, είναι ότι η Αιτήτρια κρατείται δυνάμει διατάγματος κράτησης της ημερ.23.1.2023 το οποίο δεν έχει προσβληθεί με προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Σε αυτή τη βάση και με δεδομένη τη μη προσβολή της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης της, ό,τι θα μπορούσε να προσβάλει η Αιτήτρια θα ήταν τη διάρκεια της κράτησης της.
Το διάταγμα κράτησης της Αιτήτριας εκδόθηκε, όπως προειπώθηκε, δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 14 του Κεφ.105. Σύμφωνα με το Άρθρο 18ΠΣΤ(1) του Κεφ.105, που εξουσιοδοτεί τον Υπουργό Εσωτερικών να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να θέτει υπό κράτηση υπήκοο τρίτης χώρας υποκείμενο σε διαδικασίες επιστροφής, αυτό μπορεί να γίνει «μόνο για την προετοιμασία της επιστροφής και/ή τη διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης». Προβλέπεται ότι «Τέτοια κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια». Και εφόσον πληρούνται οι σχετικοί όροι και η κράτηση είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η επιτυχής απομάκρυνση, αυτή μπορεί να διαρκέσει μέχρι και έξι μήνες,[1] με υποχρέωση του Υπουργού επανεξέτασης κάθε διατάγματος κράτησης ανά δίμηνο[2] και που μπορεί να παραταθεί από τον Υπουργό μόνο για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο,[3] παράμετροι που δεν εφαρμόζονται στα γεγονότα της περίπτωσης της Αιτήτριας.
Με την αγόρευση των δικηγόρων της, η Αιτήτρια δεν προωθεί την Αίτηση της για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus με αναφορά στη διάρκεια της κράτησης της.[4] Άλλωστε η Αίτηση καταχωρίστηκε μόλις 16 ημέρες μετά την έκδοση του διατάγματος κράτησης της. Η επιχειρηματολογία των δικηγόρων της εδράζεται στη θέση ότι το διάταγμα κράτησης της, όπως και αυτό για την απέλαση της, δεν της κοινοποιήθηκαν. Αυτά ως διοικητικές πράξεις, αναφέρουν, δεν τελειοποιήθηκαν με την εξωτερίκευση τους προς την Αιτήτρια, παρέμειναν internum της διοίκησης και δεν μπορεί να συνιστούν έρεισμα για τη νόμιμη κράτηση της Αιτήτριας. Παρέπεμψαν στην Hossanzadeh (2010) 1(Γ) A.A.Δ.1669, και Κashir Saleemi, Αίτ. Αρ.153/2004, ημερ.7.10.2004.
Το διάταγμα απέλασης και το, προς αυτό συναρτώμενο, διάταγμα κράτησης συνιστούν αυτοτελείς διοικητικές πράξεις των οποίων η νομιμότητα μπορεί να ελεγχθεί μόνο με βάση την αποκλειστική δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος και όχι σε διαδικασία αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος (Bondar (Αρ.2) (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2075, 2081, της Πλήρους Ολομέλεια και Πολιτίδης (1999) 1 Α.Α.Δ. 1256, 1258). Εφόσον δεν έχει έτσι προσβληθεί και ακυρωθεί το σχετικό διάταγμα κράτησης, ό,τι παραμένει προς εξέταση είναι κατά πόσο αυτό είχε κοινοποιηθεί στην Αιτήτρια ή παρέμεινε εσωτερικό μέτρο της διοίκησης internum οπότε και θεωρείται ως μη τελειοποιημένο και επομένως ότι δεν έχει παράξει έννομο αποτέλεσμα για να υπάρχει έρεισμα και να νομιμοποιείται η κράτηση της Αιτήτριας. Στο Άρθρο 4 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν.158(Ι)/99, προνοείται ότι η ουσιαστική ισχύς μιας διοικητικής πράξης αρχίζει από την ημέρα που η δήλωση της βούλησης του διοικητικού οργάνου κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο. Ο κρίσιμος χρόνος εξέτασης της νομιμότητας της κράτησης είναι ο χρόνος καταχώρισης της αίτησης (Vickey (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1817,1819) (βλ. ακόμα Kianiashvili (2007) 1 A.A.Δ. 312, και Rana (Αρ. 2)(2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1791).
Απολήγει η Αίτηση να είναι ζήτημα γεγονότων. Κατά πόσο δηλαδή το διάταγμα κράτησης γνωστοποιήθηκε στην Αιτήτρια πριν τον κρίσιμο χρόνο.
Η Αιτήτρια δεν έχει ορκιστεί ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της Αίτησης της. Ο ομνύοντας, σύζυγος της, δεν αναφέρει οτιδήποτε αναφορικά με το διάταγμα κράτησης της. Αυτό που προκύπτει από το περιεχόμενο της ένορκης του δήλωσης είναι πως η θέση του είναι ότι δεν γνωρίζει οτιδήποτε, γι' αυτό και αναφέρει «Ζητώ την προσαγωγή της συζύγου μου ενώπιον του Δικαστηρίου για σκοπούς διερεύνησης των λόγων κράτησης της».
Στην ένορκη δήλωση του λειτουργού που υποστηρίζει την ένσταση, αναφέρεται ότι τόσο το διάταγμα κράτησης, όσο και το διάταγμα απέλασης ημερ.23.1.2023 επιδόθηκαν στην Αιτήτρια αυθημερόν με την έκδοση τους. Ως πειστήριο, επισυνάπτεται σχετική επιστολή ημερ.23.1.2023 στα αγγλικά, στην οποία επισυνάπτονται αμφότερα τα διατάγματα. Όπως ρητά αναφερόταν: «A copy of these orders is hereby attached» (τεκμ.14). Σε αντίγραφο της επιστολής υπάρχει χειρόγραφο το όνομα της Αιτήτριας και μια υπογραφή του ονόματος της. Δίπλα, πάλι χειρόγραφα, αναφέρεται «Λοχ.3877». Σε προγενέστερο σημείο στην ένορκη του δήλωση ο λειτουργός είχε αναφέρει «Γνωρίζω προσωπικά τα γεγονότα που αφορούν στην παρούσα υπόθεση από προσωπική μου εμπλοκή στο χειρισμό της και για όσα γεγονότα δεν έχω προσωπική γνώση αναφέρω ρητώς την πηγή της πληροφόρησης μου». Επί του προκειμένου δεν αναφέρθηκε πηγή πληροφόρησης, οπόταν η θέση του λειτουργού ήταν ότι γνώριζε προσωπικά το γεγονός της επίδοσης στην Αιτήτρια από την προσωπική του εμπλοκή στην υπόθεση. Ο ομνύοντας λειτουργός δεν αντεξετάστηκε. Ούτε ζητήθηκε να καταχωριστεί οιαδήποτε ένορκη δήλωση από οιονδήποτε και δη την Αιτήτρια για να διαψεύσει ότι της επιδόθηκε το διάταγμα κράτησης. Η προς τούτο προβολή τέτοιας θέσης μέσα από την γραπτή αγόρευση των δικηγόρων της, όπως και για άλλες περιστάσεις της υπόθεσης, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη. Επομένως η μαρτυρία του λειτουργού παρέμεινε αναντίλεκτη και γίνεται αποδεχτή.
Είναι εύρημα του Δικαστηρίου ότι το διάταγμα κράτησης της Αιτήτριας ημερ.23.1.2023 γνωστοποιήθηκε σε αυτή την ίδια ημέρα που αυτό εκδόθηκε. Το διάταγμα δεν έχει ακυρωθεί. Δεν υπάρχει πληροφόρηση ότι έχει καταχωριστεί προσφυγή σε σχέση με αυτό. Μόνο η διάρκεια του θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο αίτησης για Habeas Corpus και, όπως εξηγήθηκε, δεν προωθήθηκε αυτή η πτυχή της Αίτησης, δικαιολογημένα. εφόσον στο χρονικό αυτό στάδιο θα ήταν χωρίς ουσιαστικό υπόβαθρο .
Η Αίτηση απορρίπτεται.
Χ. Μαλαχτός, Δ.