ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2023:A2
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ EΦΕΣΗ ΑΡ. E66/2020
12 Ιανουαρίου, 2023
(Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Ν.Γ.ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές)
TRICOR LTD ΥΠΟ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ
(ΔΙΑ ΤΟΥ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΑΘΑΝΑΣΗ ΝΕΟΦΥΤΟΥ)
ΕΦΕΣΕΙΟΥΣΑΣ/ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ
- ΚΑΙ -
EUROBANK CYPRUS LTD
(ΠΡΩΗΝ EUROBANK EFG CYPRUS LTD)
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ/ΚΑΘ' ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ
----------------------------
Ν. Νεοφύτου, για Νεοφύτου & Νεοφύτου ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα
Φ. Ζωμενής, για Χ. Κυριακίδη ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο
--------------------------
Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον
Δικαστή Γ.Ν. Γιασεμή.
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η απόφαση Προέδρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, να διατάξει την τροποποίηση του τίτλου του κλητηρίου εντάλματος στην αγωγή αρ. 3498/2012. Το σχετικό διάταγμα, επέφερε την τροποποίηση του ονόματος της εναγομένης 4, εταιρείας Tricor Limited, εφεσείουσας, η οποία είχε τεθεί υπό εκκαθάριση μετά την καταχώρηση της αγωγής, ώστε τούτο να αντανακλάται στον τίτλο της, επί του κλητηρίου. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο, στο πλαίσιο της σχετικής αίτησης, ενέκρινε το αιτητικό Α αυτής, το οποίο ήταν διατυπωμένο ως εξής:
«Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται η τροποποίηση του τίτλου της υπό τον ως άνω τίτλο και αριθμό αγωγής στο κλητήριο ένταλμα ως και σε οποιοδήποτε άλλο καταχωρημένο δικόγραφο ή αίτηση, διά της απαλείψεως του ονόματος της εναγομένης 4 εταιρείας και της αντικατάστασης της με το όνομα «TRICOR LIMITED Α.Ε. 9769 από τη Λευκωσία (υπό εκκαθάριση) δια μέσω του Εκκαθαριστή της».
Με την πιο πάνω τροποποίηση, η εφεσείουσα, έλαβε την ονομασία "Tricor Limited Α.Ε. 9769 από τη Λευκωσία (υπό εκκαθάριση) δια μέσω του Εκκαθαριστή της". Η συγκεκριμένη τροποποίηση, ήταν αναγκαία να γίνει, δεδομένης της πρόνοιας στη Δ.12 κ.4[1] των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, (Κ.Π.Δ.). Η εν λόγω πρόνοια, προβλέπει για την αναγκαιότητα τροποποίησης της ιδιότητας διάδικου, όταν έχει επέλθει αλλαγή σε αυτή, μετά την καταχώρηση της αγωγής. Είναι δε, ακριβώς, η περίπτωση εδώ, συνεπεία του γεγονότος ότι η εφεσείουσα τέθηκε υπό εκκαθάριση, στο μεταξύ, και προς τούτο διορίστηκε συγκεκριμένο πρόσωπο, ως εκκαθαριστής της περιουσίας της. Σημειώνεται πως, με την αίτηση, δεν ζητείτο κάτι άλλο πέραν και της τροποποίησης, ανάλογα, της έκθεσης απαίτησης. Το μέρος αυτό του διατάγματος, δεν απασχολεί στην έφεση.
Εν πάση περιπτώσει, το διάταγμα τροποποίησης, στη μορφή που εκδόθηκε, είχε ως συνέπεια, να μην αναφέρεται στον τίτλο της αγωγής, το όνομα του εκκαθαριστή της εφεσείουσας. Ως εκ τούτου, η εφεσείουσα καταχώρησε την παρούσα έφεση επιδιώκοντας τον παραμερισμό του. Από την ανάγνωση της ειδοποίησης, διαπιστώνεται να υπάρχει ταυτοσημία σε σχέση με το περιεχόμενο των λόγων έφεσης 1, 3, 4 και 5. Με αυτούς, βασικά, προσβάλλεται, ως λανθασμένη, η πιο πάνω, παράλειψη του Δικαστηρίου. Με τον λόγο έφεσης 2, προβάλλεται ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη κάποιες απαιτήσεις της εφεσίβλητης εναντίον της υπό εκκαθάριση εφεσείουσας, κατά το στάδιο της εξασφάλισης άδειας για συνέχιση της προαναφερθείσας αγωγής, εναντίον της τελευταίας. Δεν ήταν το θέμα αυτό, σχετικό με την τροποποίηση του τίτλου της αγωγής και έτσι δεν χρήζει εξέτασης· δεν έχει θέση, στην παρούσα έφεση.
Η πλευρά της εφεσίβλητης, κατά το στάδιο της προδικασίας για καταχώρηση περιγραμμάτων αγόρευσης, πρόβαλε τη θέση ότι η έφεση είναι απαράδεκτη και προδήλως αβάσιμη. Εισηγήθηκε ότι, ως εκ των σχετικών προνοιών του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 (το Κεφ. 113), δεν απαιτείται η περίληψη του ονόματος του εκκαθαριστή στον τίτλο της αγωγής. Επομένως, η έφεση, πρέπει να απορριφθεί, για τους λόγους ανωτέρω, όπως προβλέπεται στον Κ.10(i) του περί Εφέσεων (Προδικασία, Περιγράμματα Αγορεύσεων Περιορισμός του Χρόνου των Προφορικών Αγορεύσεων και Συνοπτική Διαδικασία για την Απόρριψη Προδήλως Αβάσιμων Εφέσεων) Διαδικαστικός Κανονισμός του 1996 (Κανονισμός 4/1996). Η πλευρά της εφεσείουσας έχει αντίθετη άποψη. Οι εκατέρωθεν απόψεις αντανακλώνται στη συζήτηση που ακολουθεί.
Έφεση, κρίνεται απαράδεκτη κατά το άρθρο 25(1)(γ), του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν.14/1960), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί αν στρέφεται κατά ενδιάμεσης απόφασης που δεν είναι «απόλυτα καθοριστική», ως προς το αποτέλεσμα της, βασικά, για τα δικαιώματα του διάδικου που την καταχωρεί. Τούτη είναι και η θέση, εκ μέρους της εφεσίβλητης και είναι ορθή, ως γενική διατύπωση. Προκύπτει, ευθέως, από την προαναφερθείσα νομοθετική πρόνοια και από τη σχετική νομολογία, (βλ. Overworld Ltd v. OJSC Bank of Moscow Πολική Έφεση Αρ. E50/2018, ημερομηνίας 13.12.2018). Ανεξάρτητα από την πιο πάνω πρόνοια, έφεση δυνατόν να απορριφθεί ως προδήλως αβάσιμη. Πρόκειται για συνταγματική επιταγή, (βλ. Χρυσοστόμου ν. Μαυρομουστάκη (1998) 3 Α.Α.Δ. 316). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Άρθρο 163.2 του Συντάγματος, το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να εκδίδει διαδικαστικό κανονισμό, μεταξύ άλλων, προς το σκοπό, «(β) την συνοπτικήν εκδίκασιν οιασδήποτε εφέσεως, ήτις θεωρείται υπό του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ενώπιον του οποίου αυτή είναι εκκρεμής, ως προδήλως αβάσιμος .». Το θέμα έτυχε δικονομικής ρύθμισης με τον Κανονισμό 4/1996 και δη από τον Κ.10(i) αυτού, όπως έχει προαναφερθεί. Έφεση, είναι προδήλως αβάσιμη, αν από το περιεχόμενο της και τους εφαρμοζόμενους, συναφώς, κανόνες δικαίου, διαπιστώνεται ότι δεν έχει πιθανότητα επιτυχίας. Επομένως, αναμφίβολα, κάθε έφεση κρίνεται στη βάση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της, όπως εμφαίνονται στους λόγους έφεσης που τη συναποτελούν.
Όσον αφορά την παρούσα υπόθεση, σημειώνεται πως, όταν μια εταιρεία περιορισμένης ευθύνης τίθεται υπό εκκαθάριση, το πρόσωπο το οποίο ορίζεται να ενεργεί ως εκκαθαριστής της, προβλέπεται στο άρθρο 228 του Κεφ. 113. Επί του προκειμένου, σημαντικές είναι οι παραγράφοι (δ) και (στ) αυτού. Είναι στη βάση των προνοιών τους που πρέπει, τελικώς, να κριθεί το θέμα που εγείρεται με την παρούσα έφεση, όπως αυτό έχει προσδιοριστεί, εκ μέρους της εφεσίβλητης. Συναφώς, να λεχθεί πως, με το διορισμό εκκαθαριστή, η περιουσία της εταιρείας περιέρχεται υπό τον έλεγχο και τη φύλαξη του, (άρθρο 231 του Κεφ. 113), προκειμένου αυτός να τη διαχειριστεί ως ο, εν λόγω, Νόμος προβλέπει, προς όφελος των πιστωτών και συνεισφορέων της, (άρθρο 221 Κεφ. 113). Όπως εξηγείται στην υπόθεση Αναφορικά με την Εταιρεία Γεωργοκτηνοτροφική Εταιρεία Α/φοί Γ.Χ.Γ. Λύτρα Λτδ Π.Ε. 12/2018, ημερομηνίας 29.3.2021, ECLI:CY:DOD:2021:7, ο εκκαθαριστής, στο πλαίσιο των πιο πάνω καθηκόντων του, ενεργεί ως αντιπρόσωπος της υπό εκκαθάριση εταιρείας.
Το άρθρο 228 του Κεφ. 113, λοιπόν, προβλέπει ποιος θα είναι ο εκκαθαριστής εταιρείας, για την οποία εκδίδεται διάταγμα εκκαθάρισης. Όπως έχει προαναφερθεί, σχετικές με το υπό εξέταση θέμα είναι οι πρόνοιες στις παραγράφους (δ) και (στ) αυτού. Ειδικά, στην παράγραφο (δ) αναφέρεται πως, «σε περίπτωση που δεν διορίζεται εκκαθαριστής από τους πιστωτές ο επίσημος παραλήπτης είναι ο εκκαθαριστής». Όπως γίνεται αντιληπτό, η πιο πάνω πρόνοια έτυχε εφαρμογής κατά το αρχικό στάδιο που εκδόθηκε το διάταγμα εκκαθάρισης της εφεσείουσας. Ακολούθως, ο επίσημος παραλήπτης αποχώρησε και στη θέση του διορίστηκε, ως εκκαθαριστής της εφεσείουσας, ο κ. Αθανάσης Νεοφύτου. Το πρόσωπο αυτό, ως εκκαθαριστής της εφεσείουσας, ενεργεί, πλέον, ως αντιπρόσωπος της στο πλαίσιο που το Κεφ. 113 ορίζει. Η υπό αναφορά τροποποίηση, έγινε προκειμένου να περιληφθεί στον τίτλο της αγωγής η νέα ονομασία της εφεσείουσας, αυτής τελούσας, πλέον, υπό την αντιπροσώπευση του εκκαθαριστή της. Τούτη η ονομασία της, είναι, όμως, ελλιπής. Όπως έχει προαναφερθεί, με την τροποποίηση δεν περιλήφθηκε σε αυτή το όνομα, του εκκαθαριστή της, κ. Αθανάση Νεοφύτου. Επομένως, δεν υπάρχει κάποιο πρόσωπο προς το οποίο το Δικαστήριο να μπορεί να απευθυνθεί όταν παρίσταται ανάγκη επικοινωνίας, από αυτό, με την εφεσείουσα.
Η πρόνοια, στην παράγραφο (στ) του άρθρου 228 δεν αφήνει αμφιβολία, ότι το όνομα του εκκαθαριστή μιας εταιρείας, πρέπει να αποτελεί μέρος του ονόματος της, στον τίτλο αγωγής, εφόσον αυτή τεθεί υπό εκκαθάριση. Όπως, ρητώς, προβλέπεται σε αυτήν, όταν εκκαθαριστής είναι ο επίσημος παραλήπτης, αυτός αναφέρεται «με τον τίτλο 'ο επίσημος παραλήπτης και εκκαθαριστής', της συγκεκριμένης εταιρείας σχετικά με την οποία διορίστηκε και όχι με το όνομα του». Όταν, όμως, τη θέση του εκκαθαριστή κατέχει άλλο πρόσωπο, αυτό περιγράφεται με τον τίτλο «ο εκκαθαριστής». Σε αντιδιαστολή με ό,τι προβλέπεται στην περίπτωση του επίσημου παραλήπτη, δεν αποκλείεται η αναφορά στο όνομα του προσώπου που κατέχει τη θέση του εκκαθαριστή. Είναι τούτο λογικό, ώστε ο κάθε ένας που εμπλέκεται στα της εταιρείας, περιλαμβανομένου του Δικαστηρίου, να γνωρίζει, συγκεκριμένα, ποιο είναι το πρόσωπο που την εκπροσωπεί από τη θέση του εκκαθαριστή.
Ο συνήγορος της εφεσίβλητης, προς υποστήριξη της αντίθετης άποψης, παρέπεμψε και στο άρθρο 233(1)(α) του Κεφ. 113. Προβλέπει ότι:
«233(1) Kατά την εκκαθάριση εταιρείας από το Δικαστήριο, ο εκκαθαριστής έχει εξουσία, μετά από έγκριση είτε του Δικαστηρίου ή της Επιτροπής Επιθεώρησης-
(α) να εγείρει ή υπερασπίσει οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία στο όνομα και εκ μέρους της εταιρείας.»
Ασφαλώς και είναι στο όνομα της εταιρείας που ο εκκαθαριστής πρέπει να εγείρει την οποιαδήποτε νομική διαδικασία, ή και γενικώς να ενεργεί εκ μέρους της. Το πρόσωπο αυτό, όμως, δεν είναι, από κάθε άποψη, ορθό να παραμένει άγνωστο. Εν πάση περιπτώσει, το Δικαστήριο πρέπει, οπωσδήποτε, να γνωρίζει το όνομα του εκκαθαριστή της διαδίκου εταιρείας.
Η θέση αυτή υποστηρίζεται από την πρόνοια στη Δ.2 Κ.3 των Κ.Π.Δ. Κατά την παρουσίαση κλητηρίου εντάλματος για σφράγιση τούτο πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, «. το όνομα του ενάγοντα και του εναγόμενου.». Αν δεν υπάρχει αναφορά στο κλητήριο ένταλμα, στο όνομα του διάδικου οποιασδήποτε πλευράς, αυτό δεν είναι δυνατό να γίνει δεκτό προς καταχώρηση. Στην περίπτωση που συγκεκριμένος διάδικος, που αναφέρεται στο κλητήριο, τελεί υπό αντιπροσώπευση, τότε στη συνέχεια του ονόματος του πρέπει να αναφέρεται και το όνομα του αντιπρόσωπου του, αφού, ο ίδιος, δεν λαμβάνει μέρος στη διαδικασία προσωπικώς. Επομένως, η ταυτότητα προσώπου, που εμφανίζεται ως αντιπρόσωπος διάδικου σε νομική διαδικασία, πρέπει οπωσδήποτε να αναφέρεται στον τίτλο της αγωγής, επί του κλητηρίου εντάλματος. Τούτο, προς το σκοπό διασφάλισης, γενικά, και ανά πάσα στιγμή, των συμφερόντων του αντιπροσωπευόμενου προσώπου, τόσο από δικονομικής άποψης όσο και από την άποψη του ουσιαστικού δικαίου. Το πρώτο πράγμα δε, που έρχεται κατά νου, στο πλαίσιο, ανωτέρω, είναι η αναγκαιότητα διασφάλισης της διαφάνειας, της δικαστικής διαδικασίας, αλλά και, γενικότερα, όπου δει. Οι πιο πάνω παρατηρήσεις, ισχύουν, βεβαίως, και στην περίπτωση εταιρείας η οποία, αφού τεθεί υπό εκκαθάριση, χάνει την αυτονομία της.
Ως εκ της εξέτασης που έχει προηγηθεί, κρίνεται ότι η παρούσα έφεση δεν είναι απαράδεκτη και, οπωσδήποτε, ούτε προδήλως αβάσιμη. Η κρίση τούτη είναι οριστική και δεν απομένει οτιδήποτε άλλο να λεχθεί, συναφώς, στο πλαίσιο της παρούσας έφεσης. Ο τρόπος αυτός αντιμετώπισης της παρούσας έφεσης, υποστηρίζεται από τα λεχθέντα στην υπόθεση Ζαχαρία ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 293, όταν το Εφετείο με αναφορά, κατ' αρχάς, στον Κ.10(iv) του Κανονισμού 4/1996 είπε και τα εξής:
«Το Εφετείο σε εκείνο το στάδιο δεν υπεισέρχεται στην ουσία των θεμάτων που εγείρουν οι λόγοι έφεσης, εκτός εάν η εξέταση διεξάγεται στα πλαίσια του Καν. 10(i) του Διαδικαστικού Κανονισμού του 1996, για σκοπούς απόρριψης της έφεσης για τους λόγους που αναφέρονται στο συγκεκριμένο Κανονισμό.»
Στη βάση, λοιπόν, των όσων έχουν πιο πάνω, αποφασιστεί, το αίτημα της εφεσίβλητης, δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται. Συνακόλουθα, η έφεση επιτυγχάνει σε σχέση προς τους λόγους 1, 3, 4 και 5, το δε διάταγμα τροποποίησης ημερομηνίας 6.5.2020 παραμερίζεται και αντικαθίσταται με ανάλογο διάταγμα, στο οποίο να αναφέρεται το όνομα του εκκαθαριστή της εφεσείουσας, Αθανάση Νεοφύτου. Ο λόγος έφεσης 2 απορρίπτεται.
Επιδικάζονται έξοδα υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον της εφεσίβλητης τα οποία να υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Γ.N. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/γκ
[1] Δ.12 κ.4 Where by reason of death, bankruptcy, or any other event occurring after the commencement of a cause or matter, and causing a change or transmission of interest or liability, or by reason of any person interested coming into existence after the commencement of the cause or matter, it becomes necessary or desirable that any person not already a party should be made a party, or that any person already a party should be made a party in another capacity, an order that the proceedings shall be carried on between the continuing parties, and such new party or parties, may be obtained ex parte on application to the Court or a Judge, upon an allegation of such change, or transmission of interest or liability, or of any such person interested having come into existence.