ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Μαλαχτός, Χάρης Σωκράτους, Δώρα Ka A. Παναγή για Αργυρού και Κωνσταντίνου ΔΕΠΕ, για την εφεσείουσα Σ. Π. Σωτηρίου, για τον εφεσίβλητο CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2023-01-26 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο X.Γ. v. Κ.Κ., ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 1/2022, 26/1/2023 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2023:6

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

i-justice

(ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 1/2022)

 

 

26 Ιανουαρίου, 2023

 

 

[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/στές]

 

 

 

X.Γ.

Εφεσείουσα,

 

ν.

 

Κ.Κ.

Εφεσίβλητου,

---------

Ka A. Παναγή για Αργυρού και Κωνσταντίνου ΔΕΠΕ, για την εφεσείουσα

 

Σ. Π. Σωτηρίου, για τον εφεσίβλητο

 

-------------------

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από την Δ. Σωκράτους, Δ.

 

----------------

 

 

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.Οι διάδικοι όντες εν διαστάσει σύζυγοι, έχουν αποκτήσει από το γάμο τους δύο τέκνα.  Την Κ και τον Α, οι οποίοι γεννήθηκαν Απρίλιο του 2007 και Απρίλιο του 2008 αντίστοιχα.

 

Η εφεσείουσα, στα πλαίσια εναρκτήριας αίτησης για καθορισμό διατροφής και συνεισφοράς εκ μέρους του εφεσίβλητου ποσού €800 μηνιαίως, καταχώρησε μονομερώς αίτηση, επιζητώντας την ίδια θεραπεία, με την έκδοση ενδιάμεσου διατάγματος.

 

Η μονομερής αίτηση επιδόθηκε μετά από οδηγίες του πρωτόδικου Δικαστηρίου στον εφεσίβλητο και ακούστηκε, αφού καταχωρήθηκε ένσταση.  Με την απόφαση του πρωτόδικο Δικαστηρίου, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της κρινόμενης έφεσης, διατάχθηκε ο εφεσίβλητος να καταβάλλει στην εφεσείουσα, ως συνεισφορά του για τη διατροφή των ανηλίκων τέκνων τους, το ποσό των €350 μηνιαίως, ήτοι €175 για ένα έκαστον εξ αυτών, αρχής γενομένης από 1/4/2022.

 

Το αποτέλεσμα αυτό δεν ικανοποίησε την εφεσείουσα, η οποία με τέσσερις λόγους έφεσης, επιχειρεί ανατροπή της πρωτόδικης κρίσης.

 

Θα ασχοληθούμε με τους δύο πρώτους λόγους έφεσης οι οποίοι είναι συναφείς και επάλληλοι και πλήττουν την κρίση του Δικαστηρίου τη σχετική με τα εισοδήματα του εφεσίβλητου, και την παράλειψη του να τα καθορίσει.

 

Πρώτα όμως, μια σύντομη αναφορά στα γεγονότα όπως προβάλλονται μέσα από τις ένορκες δηλώσεις των διαδίκων.

 

Σύμφωνα με την εφεσείουσα η διάσταση του ζεύγους επήλθε τον Αύγουστο του 2020, ενώ η απομάκρυνση της από τη συζυγική οικία έγινε περί τον Οκτώβριο του επόμενου έτους.  Από το Μάρτιο του 2022 η εφεσείουσα ασκεί τη φύλαξη αμφοτέρων των τέκνων τους, ενώ μέχρι τότε το μικρότερο παιδί της διέμενε με τον εφεσίβλητο.  Διαμένει σε ενοικιαζόμενη κατοικία και έχει διαμορφώσει - όπως είχε κάνει και στη συζυγική οικία - ένα δωμάτιο σε Ινστιτούτο αισθητικής.  Τα εισοδήματα της από την άσκηση της εργασίας της δεν ξεπερνούν το ποσό των €900 μηνιαίως ενώ ο εφεσίβλητος, ο οποίος είναι ιδιοκτήτης εταιρείας μεταφορών, στην οποία εργάζεται ως οδηγός, αποκομίζει έσοδα ύψους τουλάχιστον €2,500 μηνιαίως.  Στην εταιρεία αυτή είναι μοναδικός , μέτοχος, διευθυντής και γραμματέας και ως ενισχυτικό του ισχυρισμού της για τον ανωτέρω μισθό του εφεσίβλητου, προβάλλεται το γεγονός ότι ο τελευταίος καταβάλλει ανελλειπώς το ποσό των €1,025 μηνιαίως σε τραπεζικό ίδρυμα για την αποπληρωμή δανείου στο οποίο αμφότεροι είναι συνοφειλέτες.

 

Υπολόγισε τα έξοδα των ανηλίκων στο ποσό των €1.675 μηνιαίως και προέβη σε αναφορές και για εξωσχολικές τους δραστηριότητες.  Για την αντιμετώπιση των εξόδων των ανηλίκων λαμβάνει οικονομική συνδρομή από τη  μητέρα της.  Ο εφεσίβλητος ο οποίος διαμένει στη συζυγική οικία δεν έχει επιπλέον έξοδα.

 

Ο εφεσίβλητος αρνήθηκε το ύψος του εισοδήματος το οποίο του αποδίδει η εφεσείουσα και ισχυρίζεται ότι τα έσοδα του δεν ξεπερνούν   τα €700 μηνιαίως, λόγω μείωσης κύκλου των εργασιών εξαιτίας της πανδημίας και της οικονομικής ύφεσης.  Το ποσό των €1,025 το οποίο ανελλιπώς καταβάλλει για εξόφληση του δανείου του παραχωρείται από τους γονείς του.

 

Ανέφερε ότι παρά το γεγονός ότι έχει έξοδα €500 το μήνα, είναι πρόθυμος να καταβάλει ως συνεισφορά για την διατροφή των τέκνων του το ποσό των €230.

 

Χαρακτηρίζει τα υπολογισθέντα από την εφεσείουσα έξοδα των ανηλίκων ως διογκωμένα και υπερβολικά και αμφισβητεί ότι ο μικρότερος γιος του χρήζει ιδιαιτέρων μαθημάτων στα ελληνικά και στα μαθηματικά.

 

Υπενθυμίζουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέταζε αίτηση για ενδιάμεση θεραπεία, ερειδόμενη στο Άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 1960, Ν. 14/60Αφού εξέτασε τις προϋποθέσεις χορήγησης θεραπείας τέτοιου είδους, προέβη σε αναφορά σε Νομολογία και στη σχετική πρόνοια 33 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν. αρ. 216/90), το Άρθρο 33(1) του οποίου εναποθέτει κοινή υποχρέωση στους γονείς να συμβάλλουν στη διατροφή των τέκνων τους ανάλογα με την οικονομική τους δυνατότητα και έκρινε πως πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις του Άρθρου 32 για χορήγηση ενδιάμεσης θεραπείας. 

 

Το παράπονο της εφεσείουσας εστιάζεται στο γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν συνυπολόγισε στα εισοδήματα του εφεσίβλητου το ποσό των €1,025 που καταβάλλεται ως δόση για εξόφληση δανείου και παρέλειψε να καθορίσει τα εισοδήματα του.

 

Κρίνουμε τους λόγους αβάσιμους.  Στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο, το Δικαστήριο θα πρέπει να αποφύγει να προβεί σε τελικά ευρήματα επί αντικρουόμενων θέσεων ή να αξιολογήσει τη δοθείσα μαρτυρία, αφού αυτό είναι έργο το οποίο τελείται στο τέλος της διαδικασίας.  Αυτό το είχαν υποδείξει στο Δικαστήριο οι συνήγοροι αμφοτέρων των διαδίκων και το Δικαστήριο αφού έκανε παραπομπή στην Σκουτέλα ν. Σκουτέλα, Έφ. Αρ. 43/12 ημερ. 24/3/17, τόνισε πως δεν μπορεί να αποφανθεί επί των αντικρουόμενων θέσεων.  Παρέπεμψε στους προβληθέντες ισχυρισμούς για το εισόδημα του εφεσίβλητου και την ερμηνεία που κλήθηκε να δώσει για το ποσό της καταβαλλόμενης δόσης.  Ορθά, όμως επεσήμανε, πως με δεδομένη τη θέση και ισχυρισμό του εφεσίβλητου περί καταβολής αυτού του ποσού από τους γονείς του, για αποφυγή εκποίησης της κατοικίας σε περίπτωση μη εξόφλησης του δανείου, απέφυγε να εκφέρει τελική θέση επί τούτου.  Κρίνουμε απόλυτα λογικό και ορθό το συλλογισμό που παραθέτει το πρωτόδικο Δικαστήριο:

«Εύλογα μπορεί να πει κάποιος ότι η συνήγορος της Αιτήτριας δικαιολογημένα διερωτάται πώς είναι δυνατόν ο Καθ' ου η αίτηση, ο οποίος καταβάλλει ανελλιπώς το ποσό των €1.025 για εξόφληση του δανείου, επιπρόσθετα έχει τη δική του εταιρεία στην οποία είναι ο μόνος μέτοχος και διευθυντής, να ισχυρίζεται ότι έχει μηνιαία εισοδήματα €700 το μήνα, αφήνοντας να νοηθεί ότι σίγουρα τα εισοδήματά του Καθ' ου η αίτηση είναι περισσότερα.  Ο Καθ' ου η αίτηση έδωσε μια εξήγηση. Θα ήταν και επ' αυτού παρακινδυνευμένο το Δικαστήριο, με ενδείξεις, να κατέληγε σε συμπεράσματα τα οποία θα ήταν αδόκιμο σε αυτό το ενδιάμεσο στάδιο να καταλήξει. Το ότι κάποιος έχει εταιρεία και είναι μοναδικός μέτοχος και διευθυντής δεν καταδεικνύει και την εισοδηματική του ικανότητα. Περαιτέρω, δεν διαφεύγει της προσοχής μου ότι ήδη μέσα στις ένορκες δηλώσεις υπάρχει η θέση ότι η εταιρεία έχει και αυτή δάνεια. Συνεπώς, δεν θεωρώ ότι είναι ασφαλές για το Δικαστήριο, σε αυτό το ενδιάμεσο στάδιο, να καταλήξει ακριβώς στην εισοδηματική ικανότητα του Καθ' ου η αίτηση.

 

Περαιτέρω, δεν διέλαθε της προσοχής του Δικαστηρίου ότι η πλευρά της Αιτήτριας, υπό μορφή παραπόνου, αναφέρει ότι ο Καθ' ου η αίτηση προσκόμισε ένα έγγραφο από το Τμήμα Φορολογίας, όμως αυτό δεν είναι σφραγισμένο ή πιστοποιημένο.  Να παρατηρήσω ότι η Αιτήτρια απλά παράθεσε έναν αριθμό για τα δικά της εισοδήματα, χωρίς η ίδια να προσκομίσει τέτοιο πιστοποιητικό.  Αυτό δεν σημαίνει κατ'  ανάγκη ότι οι θέσεις του Καθ' ου η αίτηση θα γίνουν κατ'  ανάγκη αποδεκτές κατά την εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης, όμως το Δικαστήριο δεν θα αποφανθεί επί αυτών των αμφισβητούμενων θεμάτων σε αυτό το ενδιάμεσο στάδιο.»

 

Ο συνήγορος της εφεσείουσας επικαλέστηκε την απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λ.Λ ν. Κ.Κ, ΄Εφ. Αρ. 1/2019 ημερ. 17/5/22 για να τονίσει πως έπρεπε να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ήταν ο μοναδικός μέτοχος της εταιρείας και επομένως είχε αυξημένα εισοδήματα, πέραν των €700.  Να σημειώσουμε πως η ανωτέρω απόφαση αφορούσε τελικό διάταγμα διατροφής και συνυπολογίσθηκαν στον καθορισμό των εισοδημάτων του εφεσίβλητου, διάφοροι άλλοι παράγοντες.

 

Ορθά κρίνουμε ότι το Δικαστήριο απέφυγε να προσδιορίσει ακριβώς τα έσοδα του εφεσίβλητου, δεδομένων των αντικρουόμενων θέσεων και επαναλαμβάνουμε εκείνο που λέχθηκε στην Α.Μ. ν. Μ.Ζ., ΄Εφ. Αρ. 23/2019 ημερ. 28/7/2020:

 

«Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι πρόκειται για ενδιάμεσο διάταγμα, το οποίο εκδίδεται γιατί υπάρχει υποχρέωση και των δύο γονέων να συνεισφέρουν στη διατροφή του ανηλίκου από τη διάσταση και πως αυτό περιορίζεται μέχρι την τελική εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης, όπου το Δικαστήριο θα αποφασίσει επί της ουσίας της αίτησης με βάση τα πραγματικά εισοδήματα των διαδίκων και των αναγκών του ανηλίκου και θα προβεί σε καταμερισμό στον κάθε γονέα.»

 

Συνεπώς οι σχετικοί λόγοι έφεσης απορρίπτονται.

 

Οι τρίτος και τέταρτος λόγος έφεσης πλήττουν την «παράλειψη» του πρωτόδικου Δικαστηρίου να καθορίσει τις ανάγκες των ανηλίκων και του καθορισμού χαμηλού ποσού σε σχέση με αυτές τις ανάγκες.

 

Αμφότεροι οι λόγοι κρίνονται απορριπτέοι για τους λόγους που οδήγησαν σε απόρριψη του δύο πρώτους.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφεύγοντα να αποφασίσει επί - και πάλιν - αντικρουόμενων θέσεων, καθόρισε ένα εύλογο ποσό, ενδιάμεσα μέχρι της ολοκλήρωσης της εναρκτήριας αίτησης.

 

Κρίνουμε σκόπιμο να επαναλάβουμε εκείνο που λέχθηκε στην Δημοσθένους ν. Δημοσθένους, Έφ. Αρ. 21/2019 ημερ. 29/6/2020, το οποίοι απηχεί τη δική μας πεποίθηση:

 

«Ούτε ο Νόμος αρ. 216/90, ούτε και οι σχετικοί Διαδικαστικοί Κανονισμοί, προνοούν, πόσο μάλλον επιβάλλουν, την οποιαδήποτε ενδιάμεση διαδικασία, ειδικά με σκοπό την παροχή ενδιάμεσης διατροφής.  Τέτοιες διαδικασίες αποτελούν απόκλιση από την ορθή πορεία των πραγμάτων. Μία αίτηση διατροφής θα έπρεπε να υποβάλλεται, αυτή να εκδικάζεται τάχιστα προς πλήρη και τελικό διακανονισμό της συνεισφοράς εκάστου, χωρίς υπερβολική ανάλυση επί των γεγονότων.  Το Δικαστήριο με την εισαγωγή της αίτησης, θα μπορούσε να καθορίζει εξ ιδίων του ενδιαμέσως ένα ποσό γύρω στο        50%-75% του ύψους της διατροφής (κατ΄ αναλογία της πρόνοιας που  υπάρχει στο άρθρο 8 του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου αρ. 232/91), για να καλύπτεται στο μεσοδιάστημα επαρκής διατροφή και η τελική απόφαση του να ανατρέχει, με τις αναγκαίες διαφοροποιήσεις, στο χρόνο καταχώρησης της αίτησης.

 

Είναι ανεπίτρεπτο να τεμαχίζονται τέτοιες διαδικασίες, να γίνονται εφέσεις επί των ενδιαμέσων αποφάσεων και να μην εκδικάζονται οι καθ΄ αυτό αιτήσεις, όπως ακριβώς συμβαίνει εδώ.  Τα Οικογενειακά Δικαστήρια ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν το δικαίωμα που τους παρέχει ο Κανονισμός 8 του περί Οικογενειακού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1990, για έκδοση των αναγκαίων οδηγιών προς το συμφέρον της δικαιοσύνης επιταχύνοντας την ενώπιον του διαδικασία.»

 

Συνακόλουθα η έφεση απορριπτεται.  Κρίνουμε σκόπιμο, δεδομένου ότι η αίτηση αφορά διατροφή ανηλίκων τέκνων και υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης να μην επιδικάσουμε έξοδα υπέρ του επιτυχόντα διαδίκου.

 

                                                                       Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.

 

                                                                       Χ. Μαλαχτός, Δ.

 

                                                                       Δ. Σωκράτους, Δ.

/Κας

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο