ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:D351
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 61/2022)
6 Ιουλίου, 2022
[ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ Ν.Κ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η PROHIBITION
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 11/02/2022 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 18 ΚΑΙ 44 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ 11(3) ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
......
Ι. Ιωάννου (κα) μαζί με Κ. Σοφοκλέους (κα) για Κ. Σοφοκλέους & Ι. Ιωάννου Δ.Ε.Π.Ε., για Αιτητή.
Β. Μπίσσας, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α,΄ για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Καθ' ου η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Την 27.4.22 - στην Αναφορικά με την Αίτηση του Καρυπίδη, Πολ. Αιτ. 40/22, ημ. 27.4.22, ECLI:CY:AD:2022:D167 - χορήγησα προς τον Αιτητή άδεια για καταχώριση αίτησης διά κλήσεως προς έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari με σκοπό την ακύρωση εντάλματος σύλληψης που εκδόθηκε εναντίον του από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου («το Κατώτερο Δικαστήριο») την 11.2.22 και ώρα 18:30 («το Ένταλμα Σύλληψης»).
Εξού και η τωρινή αίτηση διά κλήσεως ημερομηνίας 9.5.22 («η Αίτηση»).
Πρώτα, δυο λόγια για το ιστορικό της υπόθεσης.
Ο Αιτητής φέρεται να είναι εξ Ελλάδος και να διαμένει στην Κυπριακή Δημοκρατία. Είναι 29 ετών. Πριν από τη σύλληψη του με το Ένταλμα Σύλληψης, τελούσε υπό κράτηση στα κρατητήρια του Κεντρικού Αστυνομικού Σταθμού Πάφου («ο Αστυνομικός Σταθμός») δυνάμει Διαταγμάτων Κράτησης και Απέλασης που εκδόθηκαν την 30.8.21 και επιδόθηκαν στον Αιτητή την 15.9.21 («τα Διατάγματα»). Ο Αιτητής αιτήθηκε ακύρωση των Διαταγμάτων στο Διοικητικό Δικαστήριο. Τα Διατάγματα ακυρώθηκαν την 10.2.22. Μολαταύτα, ο Αιτητής δεν αφέθηκε ελεύθερος, συνεχίζοντας να κρατείται στον Αστυνομικό Σταθμό. Το Ένταλμα Σύλληψης εκτελέστηκε την 11.2.22, στις 21:40. Την 12.2.22 εκδόθηκε διάταγμα οκταήμερης προσωποκράτησης του Αιτητή για την υπόθεση που αφορούσε στο Ένταλμα Σύλληψης («το διάταγμα προσωποκράτησης»). Του πάρθηκε ανακριτική κατάθεση αυθημερόν. Την 17.2.22, προτού εκπνεύσει το διάταγμα προσωποκράτησης, καταχωρίσθηκε εναντίον του Αιτητή η Ποινική Υπόθεση 797/22 (η οποία δεν αφορά στα αδικήματα/αντικείμενο του Εντάλματος Σύλληψης). Έκτοτε, τελεί υπό κράτηση ως υπόδικος. Μετά από την 12.2.22, ο Αιτητής δεν είχε καμία πληροφόρηση για την υπόθεση/αντικείμενο του Εντάλματος Σύλληψης, μέχρι και την 9.3.22 οπόταν και του επιδόθηκε το κατηγορητήριο της Ποινικής Υπόθεσης 1081/22 (που αφορά στα αδικήματα/αντικείμενο του Εντάλματος Σύλληψης).
Είναι θέση του Αιτητή πως το Κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε καθ' υπέρβασιν δικαιοδοσίας κατά την έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης αφού οι Αστυνομικές Αρχές μέσω του αστυνομικού όρκου ημερομηνίας 11.2.22 («ο αστυνομικός όρκος») που συνόδευσε το αίτημα ίδιας ημερομηνίας για την έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης («το αίτημα»), απέκρυψαν ουσιώδη και καθοριστικής σπουδαιότητας στοιχεία από το Κατώτερο Δικαστήριο, και δη το ότι ο Αιτητής βρισκόταν (κατά την επίμαχη έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης) υπό παράνομη κράτηση στον Αστυνομικό Σταθμό κάτι που τελικώς (και κατ' ακολουθίαν) κατατάσσει και το Ένταλμα Σύλληψης ως παράνομο και εντελώς αναιτιολόγητο, τη δε Αίτηση βάσιμη και ισχυρή.
Ο Καθ' ου η Αίτηση ενίσταται στην Αίτηση.
Λέγει, διά ένορκης δήλωσης ενός εκ των ανακριτών της υπόθεσης, πως καμία προϋπόθεση δεν συντρέχει για αποδοχή της Αίτησης καθότι, μεταξύ άλλων, το Ένταλμα Σύλληψης εκδόθηκε νομότυπα επειδή συνέτρεχαν άπαντα τα προαπαιτούμενα χωρίς να υπάρξει σκόπιμη απόκρυψη για την ούτω καλούμενη παράνομη κράτηση του Αιτητή, πέραν του ότι τα περί νομιμότητας της κράτησης του δεν ενέπιπταν έτσι κι αλλιώς στην αρμοδιότητα του Κατώτερου Δικαστηρίου.
Εξέτασα στην πλήρη τους μορφή τα όσα αποδεκτώς τέθηκαν ενώπιον μου.
Το ίδιο και τις επιμελείς αγορεύσεις των ευπαίδευτων δικηγόρων.
Το Ένταλμα Σύλληψης και το δικαστικό σκεπτικό που το περιστοίχισε, έχει σημασία να παρατεθεί, για να καταστεί έτσι ευχερέστερη η κατανόηση όσων έπονται (η περικοπή είναι αυτούσια όπως και όσες ακολουθούν):
«Δικαστήριο
Με βάση την ενώπιον μου μαρτυρία και συγκεκριμένα την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση για έκδοση του παρόντος εντάλματος σύλληψης, έχω ικανοποιηθεί, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσής του.
Συγκεκριμένα έχω ικανοποιηθεί ότι:
1. Υπάρχει εύλογη υπόνοια ότι το πρόσωπο εναντίον του οποίου ζητείται η έκδοση του παρόντος εντάλματος σύλληψης έχει διαπράξει αδίκημα/τα και/ή το/τα αδίκημα/τα που περιγράφονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση για έκδοση του εντάλματος σύλληψης, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Συντάγματος.
2. Τα ιδιαίτερα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, όπως αναφύονται από την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση για έκδοση του εντάλματος σύλληψης, καθιστούν την έκδοση του εντάλματος σύλληψης αναγκαία και δικαιολογημένη.
Έχω ικανοποιηθεί λογικά για την αναγκαιότητα έκδοσης του εντάλματος.
Για τους λόγους που εξήγησα ανωτέρω εκδίδω το αιτούμενο ένταλμα σύλληψης.
.....................................................................................................................».
Ο αστυνομικός όρκος, περιέχει και τούτα:
«......................................................................................................................
Υπάρχει εύλογη υποψία που βασίζεται σε μαρτυρία, ότι ο N.Κ., Ημ. Γεν.[ ], Δ.Ε.Α. [ ], ενέχεται σε υπόθεση που αφορά τα αδικήματα της 1) κλοπή, 2) συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, 3) Αυτουργός απόδρασης από νόμιμη κράτηση, που έλαβαν χώρα μεταξύ άγνωστης ημερομηνίας και 05/02/2022 στην Αστυνομική Διεύθυνση Πάφου.
Συγκεκριμένα στις 08/02/2022 και ώρα 10:20 μέλος του Ουλαμού Μεταγωγών της Μ.Μ.Α.Δ. που βρισκόταν στα κρατητήρια του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου επικοινώνησε με τον Ανώτερο Υπαστυνόμο Μιχάλη Νικολάου, Υπεύθυνο του ΤΑΕ Πάφου και του ανέφερε ότι ο υπόδικος Μ.Α. @ Τ., ο οποίος είχε μεταφερθεί από τις Κεντρικές φυλακές στο Δικαστήριο Πάφου για σκοπούς ακρόασης υπόθεσης που εκκρεμεί εναντίον του, επιθυμούσε να δώσει πληροφορία αναφορικά με τους δραπέτες Ε.Κ. και Α. Σ..
Περί ώρα 10:45 της ίδιας μέρας ο Ανώτερος Υπαστυνόμος Μιχάλης Νικολάου επισκέφθηκε τον Α. στα κρατητήρια του Επαρχ. Δικαστηρίου Πάφου και εκεί ο τελευταίος του ανέφερε ότι θα τον ενημέρωνε για κάποιες λεπτομέρειες που γνωρίζει αναφορικά με την απόδραση.
Ο Α. ανέφερε στον Ανώτερο Υπαστυνόμο ότι στις φυλακές συσχετίζεται με τον Α.Σ., Δ.Ε.Α.[] αδελφό του δραπέτη Α.Σ., μέσω του οποίου γνωρίζει τα πιο κάτω. Το κλειδί των πορτών πυρασφάλειας των κρατητηρίων της ΑΔΕ Πάφου, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την απόδραση, κλάπηκε από την κλειδοθήκη από κάποιο κρατούμενο αγνώστων στοιχείων, σε χρόνο που ο ύποπτος απασχολούσε τον επί καθήκοντι αστυνομικό στο control room των κρατητηρίων.
Το εν λόγω κλειδί παρέμεινε στην κατοχή του υπόπτου, ο οποίος σε κάποιο στάδιο το παραχώρησε στους δραπέτες Ε.Κ. και Α.Σ., οι οποίοι τελούσαν υπό κράτηση από την 21/01/2022 και 22/01/2022 αντίστοιχα. Να σημειωθεί ότι ο ύποπτος συνεχίζει να τελεί υπό κράτηση στα κρατητήρια τα Αστυνομικής Διεύθυνσης Πάφου.
Ενόψει των πιο πάνω και για διευκόλυνση των Αστυνομικών εξετάσεων, αιτούμαι από το Σεβαστό σας Δικαστήριο την έκδοση εντάλματος σύλληψης του πιο πάνω υπόπτου παρακαλώ.
.....................................................................................................................».
Οι αρχές που διέπουν την ενεστώσα διαδικασία είναι εδραιωμένες.
Στην Αναφορικά με την Αίτηση των Αντώνη Ανδρέου & Σία ΔΕΠΕ και Άλλου, Π.Ε. 348/15, ημ. 9.6.17, ECLI:CY:AD:2017:A216, η Ολομέλεια (Πλειοψηφία), είπε συναφώς:
«................................. Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης, Αίτηση 174/96, ημερ. 9 Οκτωβρίου 1996).
Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464).
Στην πρόσφατη υπόθεση, Δέσπω Στυλιανού, Πολ. Εφ. 67/2014, ημερ. 25 Ιουνίου 2015, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
″Είχαμε σχετικά πρόσφατα επισημάνει στην Πολιτική Έφεση Αρ. 20/2014, Στέλιος Στυλιανίδης, 17.3.2015, με παραπομπή στην Μαρκιτανής ν. Μουζούρη (2000) 1 Α.Α.Δ. 923, τις περιπτώσεις που δικαιολογείται επέμβαση του Εφετείου τις οποίες και κρίνεται αναγκαίο να επαναλάβουμε, ως εκ της αυξητικής τάσης που παρατηρείται στην καταχώριση αιτήσεων και εφέσεων αναλόγως, για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων:
«H άδεια για καταχώρηση αίτησης χορηγείται κατά διακριτική ευχέρεια (βλ. και The Supreme Court Practice 1999, σελ. 908). Εφόσο πρόκειται για απόφαση που απορρέει από άσκηση διακριτικής ευχέρειας επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται:
(α) ΄Οπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες.
(β) ΄Οπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο (Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988, 989, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 A.A.Δ. 710).
(γ) ΄Οπου υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Νεάρχου ν. Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 954, Donald Campbell & Co. Ltd ν. Pollak [1927] A.C. 732, Evans v. Bartlam [1937] A.C. 473, Young v. Thomas [1892] 2 Ch. 234 και Egerton v. Jones [1939] 3 All E.R. 892). ″[.]
...............................».
Τονίζω, ίσως εκ του περισσού, πως θα περιοριστώ, μόνο στην εξέταση των λόγων που συναποτέλεσαν τη βάση χορήγησης τής άδειας για καταχώριση της Αίτησης (Αναφορικά με την Αίτηση του Πηλαβάκη, Π.Ε. 44/19, ημ. 5.10.20).
Τούτου δοθέντος - και με υπόψιν τα πιο πάνω - προχωρώ στο διά ταύτα.
Όσα προτάχθηκαν εκ πλευράς Αιτητή για τα περί αυθαίρετης σύλληψης του και μη αποκάλυψης του γεγονότος πως κατά τον χρόνο έκδοσης του Εντάλματος Σύλληψης τούτος κρατείτο παρανόμως στον Αστυνομικό Σταθμό, δεν αφορούν αυστηρώς στο εν προκειμένω εφαρμοζόμενο (δικαιοδοτικό) Άρθρο 18 του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155 («το Κεφ.155»).[1]
Στην προκειμένη, δικαιοδοτικώς ζητούμενο ήταν (και είναι) υπό την οπτική των τρεχόντων, αν ικανοποιούνταν οι προειρημένες νομοθετικές προϋποθέσεις για έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης.
Όμως τα αφορώντα στη φερόμενη παράνομη κράτηση του Αιτητή, διόλου δεν συναρτώνται με όσα άπτονται του Εντάλματος Σύλληψης.
Τουλάχιστον, κατά τα συζητηθέντα από τον Αιτητή.
Αφού η περί ης ο λόγος κράτηση φαίνεται να σχετίζεται με άλλη διαδικασία.
Αποκλειστικώς.
Άνευ διασύνδεσης με τα του αιτήματος και του Εντάλματος Σύλληψης.
Επομένως για ό,τι κειμένως ενδιαφέρει - υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης πάντοτε - η περί κράτησης προβληματική παραμένει θέμα ουδέτερο και αδιάφορο (Liao v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Π.Ε. 45/19, ημ. 21.2.20, Αναφορικά με την Αίτηση του Davies, Πολ. Αίτ. 79/22, ημ. 27.5.22, ECLI:CY:AD:2022:D205, Αναφορικά με την Αίτηση του Garibyan, Πολ. Αίτ. 101/16, ημ. 22.9.16, ECLI:CY:AD:2016:D442).
Εν πάση περιπτώσει, ουδέν προτάχθηκε από τον Αιτητή που θα μπορούσε να ταξινομηθεί, υπό διάφορη θεώρηση, ως ενδεικτικό ύπαρξης, σε οποιοδήποτε επίπεδο και βαθμό, δόλου ή ψευδορκίας από την Αστυνομία εν σχέσει προς το αίτημα (Αναφορικά με την Αίτηση του ΜΣ, Πολ. Αίτ. 88/22, ημ. 14.6.22, ECLI:CY:AD:2022:D241).
Αντιθέτως, έγινε δήλωση από τις συνηγόρους του για το ενάντιο.
Μήτε και αναφύεται κατιτί που να δείχνει σε ουσιώδη απόκρυψη από την Αστυνομία, ή σε αλλότριους ή σε εν γένει επιλήψιμους αστυνομικούς χειρισμούς (Αναφορικά με την Αίτηση των Αντώνη Ανδρέου & Σία ΔΕΠΕ και Άλλου, Π.Ε. 348/15, ημ. 9.6.17, ECLI:CY:AD:2017:A216).
Το Κατώτερο Δικαστήριο συνεκτίμησε τη μαρτυρία, συμπεριλαμβανομένου και του ότι ο Αιτητής κατά τον κρίσιμο χρόνο κρατείτο, όντως, στον Αστυνομικό Σταθμό, καταλήγοντας, ευλόγως υπό τις περιστάσεις (και για ό,τι τώρα μέλει), πως ενδεικνυόταν η έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης.
Τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο από αυτό.
Το Κατώτερο Δικαστήριο, ποσώς λειτούργησε μηχανιστικά, ως διατείνεται ο Αιτητής.
Απεναντίας.
Το Κατώτερο Δικαστήριο, με βάθρο και τον αστυνομικό όρκο, αποφάνθηκε διά δικής του συλλογιστικής, τηλεγραφικής μεν, μεστής δε, ότι υπήρχαν εύλογες υπόνοιες που δικαιολογούσαν και νομιμοποιούσαν την έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης.
Η ικανοποίηση του Κατώτερου Δικαστηρίου για τα απαιτούμενα προς έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης, δεν συνέθετε (και δεν συνθέτει) ζήτημα τύπου - και πολύ σωστά - αλλά ουσίας υπό την έννοια της διαπίστωσης εύλογης ή υπόνοιας να πιστεύεται πως ο Αιτητής διέπραξε τα υπό διερεύνηση αδικήματα και ότι δικαιολογούνταν λογικώς η έκδοση του εν λόγω εντάλματος (Αναφορικά με την Αίτηση του Gillie, Πολ. Αίτ. 126/21, ημ.28.6.21, ECLI:CY:AD:2021:D280).
Σε αυτές τις παραμέτρους είναι που κινήθηκε το Κατώτερο Δικαστήριο.
Και ορθά.
Το ότι το Κατώτερο Δικαστήριο εκδίδοντας το Ένταλμα Σύλληψης μίλησε για εύλογη υπόνοια πως «. το πρόσωπο εναντίον του οποίου ζητείται η έκδοση του παρόντος εντάλματος σύλληψης έχει διαπράξει αδίκημα/τα και/ή το/τα αδίκημα/τα που περιγράφονται στην ένορκη δήλωση .», δίχως εντούτοις να καθορίζει (το Κατώτερο Δικαστήριο) ποιο από όλα (ή ποια από όλα) - αν όχι όλα - από τα υπό αναφορά ποινικά αδικήματα είναι που κατ' ισχυρισμόν τέλεσε ο Αιτητής, δεν απαρτίζει λόγο που να πλήττει τη νομιμότητα του Εντάλματος Σύλληψης (η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου).
Τούτο, διότι, η απόφαση του Κατώτερου Δικαστηρίου, ιδωμένη, ως πρέπει, στο σύνολο της δεν αναδύει, ως ευστόχως υπέδειξε ο κ. Μπίσσας, αμφιβολία πως το Κατώτερο Δικαστήριο κατέληξε πως από την μαρτυρία, ο Αιτητής ενεχόταν κατ' εύλογη υποψία στα διερευνώμενα εγκλήματα, τα οποία μάλιστα ταυτίστηκαν ένα προς ένα (και επεξηγηματικώς) με τον Αιτητή, στον αστυνομικό όρκο.
Το γεγονός λοιπόν, πως πράγματι, το Κατώτερο Δικαστήριο δεν απάλειψε ή καθόρισε σαφώς κατά την προκύψασα ανάγκη (στο αντίστοιχο τμήμα του Εντάλματος Σύλληψης) - αν και καλό θα ήταν να το έπραττε - για ποιο ή ποια ποινικά αδικήματα ήταν που εξέδιδε το Ένταλμα Σύλληψης, τούτος ο χειρισμός, ως έκφραση της πραγματικής πρόθεσης του Κατώτερου Δικαστηρίου, δεν θα μπορούσε, υπό τις συνθήκες, να επηρεάσει καταλυτικώς οποιαδήποτε πτυχή της νομιμότητας του Εντάλματος Σύλληψης.
Ιδίως όταν το Κατώτερο Δικαστήριο αναφέρθηκε σχετικώς στα περί ων ο λόγος ποινικά αδικήματα, στον αστυνομικό όρκο - του οποίου το περιεχόμενο ήταν εδώ αλληλένδετο με (και ενσωματωμένο στο) Ένταλμα Σύλληψης (βλ. κατ' αναλογίαν, Αναφορικά με την Αίτηση του Κυριάκου, Π.Ε. 45/20, ημ. 1.7.21) - διά κατ' ουσίαν εισαγωγής τής εκεί περιγραφής τους στο κυρίως μέρος του Εντάλματος Σύλληψης.
Η έκδοση του Εντάλματος Σύλληψης κρίθηκε με παραπομπή και στα «. ιδιαίτερα περιστατικά .» της περίπτωσης (ως ρητώς καταγράφεται στο σώμα του Εντάλματος Σύλληψης), με όσα ανέφερε επί τούτω το Κατώτερο Δικαστήριο, να κρίνονται ως αρκούντως αιτιολογημένα αφού παρέχουν και την ευχέρεια στο Δικαστήριο να αντιληφθεί τους λόγους έκδοσης τού περί ου ο λόγος εντάλματος (Αναφορικά με την Αίτηση της Παναγιώτου (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 1094, 1103).
Κανένα άλλο επιχείρημα δεν ευσταθεί αναφορικώς προς έτερες και υποτιθέμενες ενέργειες ή παραλείψεις του Καθ' ου η Αίτηση, δεικνύουσες κιόλας (κατά τον Αιτητή), έλλειψη ή και υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή παραβίαση νόμου, ή και ένδεια δέουσας αιτιολογίας από το Κατώτερο Δικαστήριο (Αναφορικά με την Αίτηση του Πετάη, Πολ. Αίτ. 171/21, ημ. 2.9.21).
Συμπαρασύρονται όλα από το μεδούλι όσων προσπάθησα να πραγματευθώ.
Υπό το φως - και τον φακό - των όσων έθιξε και ο Καθ' ου η Αίτηση.
Το Ένταλμα Σύλληψης απέρρευσε από ανεξάρτητη και αυτόνομη κρίση του Κατώτερου Δικαστηρίου ως τούτη διαρθρώθηκε στη βάση και της αντικειμενικής επάρκειας των στοιχείων που συγκρότησαν το αναγκαίο της έκδοσης του συμφώνως των προνοιών του Άρθρου 18, Κεφ.155.
Τίποτα δεν παρέχει δυνατότητα έγκρισης της Αίτησης.
Η Αίτηση απορρίπτεται.
Επιδικάζω έξοδα ύψους €1.500,00, υπέρ του Καθ' ου η Αίτηση και κατά του Αιτητή.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/κβπ
[1] «18.-(1) Όταν δικαστής ικανοποιείται με γραπτή ένορκη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη υπόνοια να πιστεύεται ότι ένα πρόσωπο διέπραξε αδίκημα ή όταν η σύλληψη ή η κράτηση θεωρηθεί ευλόγως αναγκαία για παρεμπόδιση διαπράξεως αδικήματος ή αποδράσεως μετά τη διάπραξη αυτού, ο δικαστής δύναται να εκδώσει ένταλμα (που θα αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως ένταλμα συλλήψεως) το οποίο να εξουσιοδοτεί τη σύλληψη του ατόμου εναντίον του οποίου στρέφεται το ένταλμα [.] ».