ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Μαλαχτός, Χάρης Σωκράτους, Δώρα Μ.Αρκαδίου (κα) για Αρτεμίου, Πιερή amp;amp;amp; Σ/τες, για Εφεσίβλητη CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2022-07-19 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο Ι. L. A. v. Γ. Π. Λ., ΄Εφεση Αρ. 29/2021, 19/7/2022 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2022:27

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

 

(΄Εφεση Αρ. 29/2021)

19 Ioυλίου, 2022

 

[Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,  Χ.ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

Ι. L. A.

 

Εφεσείων

και

Γ. Π. Λ.

 

Eφεσίβλητη

-----------

K.Π.Χριστοδουλίδης, με Π.Κύπρο, για Εφεσείοντα

Μ.Αρκαδίου (κα) για Αρτεμίου, Πιερή & Σ/τες, για Εφεσίβλητη

_ _ _ _ _ _

Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Δικαστή

Ψαρά-Μιλτιάδου.

-----------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:   Με βάση το ΄Αρθρο 37 του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν.216/90), η διατροφή τέκνου προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν.  Βεβαίως η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου καθώς και την εκπαίδευση του.

 

Το επόμενο ΄Αρθρο 38(1) ορίζει πως εάν, αφότου εκδόθηκε η απόφαση που προσδιορίζει τη διατροφή, μεταβληθούν οι όροι της, το Οικογενειακό Δικαστήριο μπορεί να τροποποιήσει την απόφαση του ή και να διατάξει τον τερματισμό της διατροφής.

 

Η Εφεσίβλητη/αιτήτρια στις 31.5.2017, ενεργοποιώντας το πιο πάνω ΄Αρθρο, ζήτησε τροποποίηση προηγούμενου εκ συμφώνου εκδοθέντος διατάγματος, ημερ. 22.8.2014, ώστε το ποσό που καταβάλλει ο Εφεσείων/καθ΄ου η αίτηση, ως συνεισφορά του για τη διατροφή και συντήρηση των διδύμων θυγατέρων των διαδίκων, αυξηθεί από €130 μηνιαίως, στο ποσό των €675.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως οι πραγματικές εισοδηματικές ικανότητες του Εφεσείοντα/καθ΄ου η αίτηση, (τώρα μάγειρα σε παραλιακό ξενοδοχείο και παλαιότερα άνεργο) στον ουσιώδη χρόνο, δηλαδή από την έκδοση του πρώτου διατάγματος και εντεύθεν μέχρι τη συμπλήρωση της δικογραφίας δεν ήταν λιγότερο από €1.200 μηνιαίως.  Το ίδιο ποσό έκρινε ως εισόδημα για την Εφεσίβλητη (δημόσιος υπάλληλος) πλέον όμως τα επιδόματα μονογονιού και τέκνου.

 

Τα έξοδα των παιδιών, δύο ετών κατά το αρχικό διάταγμα και πέντε ετών κατά τη δεύτερη αίτηση, ήσαν μηνιαίως τα ακόλουθα:

-          €200 έξοδα διατροφής και συντήρησης

-          €70 έξοδα ένδυσης, υπόδησης

-          €15 ιατρικά έξοδα

-          €85 έξοδα για το σπίτι (ρεύμα, νερό, θέρμανση και

       βενζίνη).

-          €485 έξοδα νηπιαγωγείου

-          €55 έξοδα για μαθήματα αγγλικών, ενόργανης

       γυμναστικής και κολύμβησης.

Σύνολο:  €910 έξοδα και για τα δύο παιδιά.

 

Με βάση τα πιο πάνω καθόρισε τη συνεισφορά του Εφεσείοντα σε €320 μηνιαίως.  Περαιτέρω αποφάσισε για το χρονικό καθορισμό της αναδρομικότητας του ποσού αυτού.  ΄Εθεσε το θέμα ως εξής:

 

«Η εναρκτήρια αίτηση καταχωρήθηκε την 31.5.17 και η ΄Εκθεση Υπεράσπισης την 6.11.17.  Όμως, η Απάντηση στην Υπεράσπιση και επομένως η συμπλήρωση της Δικογραφίας έγινε μόλις στις 28.3.2019.  Υπήρξε εκ των πραγμάτων αδικαιολόγητα μεγάλη καθυστέρηση στη συμπλήρωση της Δικογραφίας, η οποία είχε επίπτωση στον χρόνο εκδίκασης της υπόθεσης, εφόσον σύντομα μετά εμφανίστηκε η πανδημία του κορωνοϊού με όλες τις γνωστές συνέπειες στη λειτουργία των Δικαστηρίων.»

 

Συνεπώς, το διάταγμα τροποποιήθηκε με την αύξηση του ποσού της διατροφής από €130 σε €320 μηνιαίως, από την 1η.4.2019.

 

΄Εχουμε μελετήσει προσεκτικά το εφετήριο, τους τεθέντες πολυάριθμους λόγους καθώς και την αιτιολογία τους.  Παρά τη διαφορετική αρίθμηση και την ελαφρώς διαφοροποιημένη αιτιολογία, ως προς τον καθένα, φαίνεται ότι υπάρχουν δύο βασικοί πυλώνες αμφισβήτησης της επίδικης κρίσης.

 

Α΄  Ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο πλημμελώς και εσφαλμένα αξιολόγησε την προσφερθείσα μαρτυρία σε διάφορες πτυχές που αναλύονται, κυρίως στο θέμα αύξησης των εξόδων των παιδιών (1ος, 7ος και 10ος λόγος).

 

Β΄  Ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα εφάρμοσε τις αρχές της νομολογίας για τις προϋποθέσεις έκδοσης ή μη του αιτούμενου διατάγματος και τη σημασία του αρχικού διατάγματος (Λόγοι 2-6, 8, 9) καθώς και την προσβαλλόμενη ως εσφαλμένη άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου ως προς τα έξοδα, αφού, ενώ η αίτηση ικανοποιήθηκε μερικώς μόνο το πρωτόδικο Δικαστήριο επιδίκασε τα έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης (Λόγος 11).

 

Θα πρέπει να τονίσουμε, παρά την ως άνω ομαδοποίηση, πως η αιτιολογία ορισμένων λόγων έφεσης συμπλέκεται, εν πολλοίς, με την αιτιολογία άλλων λόγων και αυτό δυσκολεύει τον καθορισμό των ζητημάτων που θα πρέπει να εξεταστούν. Ως εκ τούτου, θα τηρήσουμε την πιο πάνω ομαδοποίηση, έστω και εάν η αιτιολόγηση κάποιων λόγων, μπορεί να εμπίπτει και στις δύο ομάδες.  

 

Βασικά ο πρώτος πυλώνας της έφεσης πρωταρχικά πλήττει τη δυνατότητα της μαρτυρίας της Εφεσίβλητης να στηρίξει τα ευρήματα του Δικαστηρίου.

 

Είναι η βασική θέση του Εφεσείοντα ότι η Εφεσίβλητη δεν έχει αποδείξει μεταβολή συνθηκών και όρων που αφορά τα έξοδα παιδιών.

 

Αυτό συσχετίζεται με το παράπονο του Εφεσείοντα ότι δεν υπήρχε ευθύς εξ αρχής απόδειξη των όρων του αρχικού διατάγματος.

 

Δεν θα συμφωνήσουμε.  Το πρώτο διάταγμα ήταν εκ συμφώνου και «απουσίαζε» από το υλικό του Δικαστηρίου η επιμέρους παράμετρος ως προς τα έξοδα των παιδιών.  Όμως, το Δικαστήριο ήταν θεμιτό - αφού πίστεψε την Εφεσίβλητη - να βασιστεί στις θέσεις της για το τι ισχύει και τι ίσχυε.    

 

Το παράπονο δε του Εφεσείοντα για τη λανθασμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας της Εφεσίβλητης δεν έχει κανένα αντικειμενικό και λογικό έρεισμα.  Η Εφεσίβλητη έδωσε πλήρεις και εξαντλητικές εξηγήσεις για τα έξοδα.  Το δε Δικαστήριο για κάποιες θέσεις που δεν τις αποδέχθηκε εξ ολοκλήρου, αιτιολόγησε πλήρως το γιατί.

 

 

Από την άλλη, ευλόγως σημείωσε την απουσία ουσιαστικής αμφισβήτησης της πλευράς του Εφεσείοντα για τα έξοδα των παιδιών.  Η αντίφαση, θα λέγαμε, βρίσκεται στις δικές του θέσεις αφού παραδεχόμενος  διαφοροποίηση των εξόδων, θωρακίζεται στο επανερχόμενο παντού θέμα της απουσίας δεδομένων στην εκ συμφώνου απόφαση.

 

Θεωρούμε ότι η πρωτόδικη απόφαση επί της αξιολόγησης της μαρτυρίας ήταν και ορθή και εύλογη.  Θα συμφωνήσουμε επίσης με το πρωτόδικο Δικαστήριο και την πλευρά της Εφεσίβλητης περί μη ύπαρξης σαφούς άρνησης και αντίθετης θέσης στον ισχυρισμό της μητέρας ότι οι ανάγκες των παιδιών τους έχουν αυξηθεί.  Όπως έχει επανειλημμένα τεθεί, το μέτρο της διατροφής, δεν μπορεί να εξευρεθεί με απόλυτους αριθμούς.  Η κοινή λογική και η πείρα της ζωής παίζουν ιδιάζοντα ρόλο στην καλύτερη αντίληψη των γεγονότων προς εντοπισμό των πραγματικών αναγκών συγκεκριμένων προσώπων. 

 

΄Ηταν απόλυτα συμβατό με την κοινή λογική και πείρα να κριθεί πως τα  παιδιά στην ηλικία των πέντε ετών έχουν περισσότερα έξοδα απ΄ότι είχαν στα δύο τους έτη.  Και αυτό βεβαίως, εν προκειμένω, ενισχύθηκε με ικανοποιητική μαρτυρία.  (Παναγιώτου ν. Σφικτού (2001)1A Α.Α.Δ. 625 και Πετρή ν. Γρηγοριάδου, ΄Εφεση αρ. 28/19, 4.6.2021).

 

Συνεπώς, οι λόγοι έφεσης του πρώτου πυλώνα απορρίπτονται.

 

Θεωρούμε ότι η αποτυχία του πρώτου πυλώνα των λόγων έφεσης λειτουργεί καταλυτικά και για τους λόγους του δεύτερου πυλώνα.  Προκύπτει σαφώς πως, ορθά, στην ουσία εκρίθη πως η Εφεσίβλητη, έχουσα το βάρος της απόδειξης επί της αίτησης, το απέσεισε, ικανοποιώντας το εύλογο της απαίτησης.  Εξηγήθηκε δε επαρκώς γιατί δεν έγινε αποδεκτό εξ ολοκλήρου το αξιούμενο ποσό.  (Βλ. Α.Α. ν. Ι.Τ. ΄Εφεση αρ. 16/13, 21.12.2016 και Κ.Ξ. ν. Ε.Κ. ΄Εφεση αρ. 24/17, 5.3.2020).

 

΄Εχοντας και πάλι μπροστά  μας το εν πολλοίς προβαλλόμενο, από τον Εφεσείοντα, θέμα της απουσίας απόδειξης των συνθηκών του πρώτου εκ συμφώνου διατάγματος και συνεπώς τις αδυναμίες του πρωτόδικου Δικαστηρίου να κρίνει τη μεταβολή, πέραν των όσων αναφέραμε πιο πάνω, θεωρούμε πως τα λεχθέντα στην ως άνω Κ.Ξ. ν. Ε.Κ. ΄Εφεση αρ.24/17 ισχύουν πλήρως και εν προκειμένω:

«΄Ενα τελευταίο θέμα αφορά στο ότι το Δικαστήριο, κατά το στάδιο αμέσως πριν την ενασχόλησή του με την αξιολόγηση της μαρτυρίας, σχολίασε ότι το διάταγμα είχε εκδοθεί εκ συμφώνου, στο πλαίσιο εξώδικου συμβιβασμού, και πως, κατά συνέπεια, δεν υπήρχε δικαστική κρίση σε σχέση με τις ανάγκες, τότε, των ανηλίκων και τη δυνατότητα εκάστου των διαδίκων για συνεισφορά στη διατροφή τους. Δεν εξήγησε ποια ήταν η σημασία της πιο πάνω παρατήρησης, η οποία, εκ των πραγμάτων, ουδόλως επηρέασε την αξιολόγηση που το ίδιο διενήργησε, ακολούθως, της μαρτυρίας. Ανεξάρτητα, όμως, τέτοια παρατήρηση δεν είχε θέση στην εν λόγω διαδικασία. Το δικαστήριο, κατά την εξέταση αίτησης για τροποποίηση διατάγματος διατροφής, δεν υπεισέρχεται στα γεγονότα που έχουν οδηγήσει στην έκδοσή του, δεδομένου ότι δεν είναι επιτρεπτή η αναθεώρησή του, (βλ. Χλ. Χριστοδούλου ν. Α. Χριστοδούλου (1993) 1 Α.Α.Δ. 195)· πόσο μάλλον στην περίπτωση που αυτό εκδίδεται εκ συμφώνου και δεν είναι καταγραμμένα οπουδήποτε τα γεγονότα που έχουν οδηγήσει σε τούτο».

 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο με ορθή καθοδήγηση από το Νόμο και τη νομολογία, λειτούργησε σε ορθό και δίκαιο πλαίσιο και δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης.  Επίσης δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης μας ούτε στο θέμα των εξόδων, όπως προβάλλεται στον 11ο λόγο.  Ο Εφεσείων δεν συγκατατέθηκε σε κανένα ποσό, αμφισβητώντας την αίτηση της Εφεσίβλητης.  ΄Εστω και εάν το ποσό που τελικά επιδικάστηκε ήταν μικρότερο του αξιούμενου, ήταν μέσα στα όρια της εξουσίας της πρωτόδικης Δικαστού να επιδικάσει τα έξοδα υπέρ του επιτυχόντος διαδίκου.

 

Η έφεση απορρίπτεται σ΄όλη την εμβέλεια της με έξοδα €1,000 (πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει) υπέρ της Εφεσίβλητης.

 

                                                      Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.      

                                                     

                                                     Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

 

                                                      Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.                                           


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο