ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:DOD:2022:21
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Έφεση Αρ. 28/2021
23 Ιουνίου 2022
[ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/στές]
Μ. Φ. Χ.
Εφεσείοντας
ν.
Μ. Κ. Χ.
Εφεσίβλητης
____________________
Βρ. Χατζηχάννας, για τον Εφεσείοντα.
Ρ. Σχίζας, για την Εφεσίβλητη.
____________________
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Χ. Μαλαχτό, Δ.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Με δέκα λόγους έφεσης ο Εφεσείων επιχειρεί να προσβάλλει κάθε επιμέρους κρίση και την κατάληξη του Οικογενειακού Δικαστηρίου να τον διατάξει όπως πληρώνει €2.000 μηνιαία ως συνεισφορά για τη διατροφή των τριών ανήλικων παιδιών που απέκτησε με την Εφεσίβλητη πρώην σύζυγο του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι τα μηνιαία εισοδήματα του Εφεσείοντα δεν μπορούσε να ήταν λιγότερα των €8.000 και της Εφεσίβλητης των €2.787. Κατέληξε ακόμα ότι τα μηνιαία έξοδα των τριών παιδιών τους «για σκοπούς υπολογισμού» ήταν €3.070 και διάταξε τον Εφεσείοντα να πληρώνει το πιο πάνω ποσό μηνιαία στην Εφεσίβλητη ως τη συνεισφορά του για τη διατροφή τους. Κατέληξε έτσι «έχοντας υπόψη τις οικονομικές δυνάμεις εκάστου γονέα και την ενεργό συμμετοχή του [Εφεσείοντα] στην καθημερινότητα των παιδιών».
Με το λόγο έφεσης 1, ο Εφεσείων προβάλλει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα αγνόησε τις δύο προδικαστικές του ενστάσεις και δεν αποφάνθηκε επί αυτών. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρει στην απόφαση του ότι δεν είχαν προωθηθεί από τον Εφεσείοντα και θεωρήθηκε ότι είχαν εγκαταλειφθεί.
Αφορούσαν, και οι δύο, δικονομικά ζητήματα. Το πρώτο, ότι αφότου συμπληρώθηκε η δικογραφία και παρήλθαν 90 ημέρες, η Εφεσίβλητη δεν έκδωσε κλήση για οδηγίες, αλλά μετά από 132 ημέρες καταχώρησε τροποποιημένη αίτηση, κατά παράβαση της Δ.30 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Το δεύτερο, ότι στην τροποποιημένη αίτηση, κατά παράβαση των Θεσμών, δεν προσδιοριζόταν τι είχε τροποποιηθεί.
Η Αίτηση είχε καταχωριστεί την 16.3.2018 και η Υπεράσπιση την 9.5.2018. Δεν ακολούθησε Απάντηση. Καταχωρίστηκε την 19.9.2018 τροποποιημένη Αίτηση. Κατά τον Εφεσείοντα θα έπρεπε μέσα σε 90 ημέρες από 16.5.2018 που θεωρείται ότι συμπληρώθηκε η δικογραφία (Δ.21, Θ.14(1) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας) να καταχωριστεί από την Εφεσίβλητη κλήση για οδηγίες (Δ.30, Θ.1(α)) που εφόσον δεν έγινε η Αίτηση θα έπρεπε να είχε θεωρηθεί ως εγκαταλειφθείσα (Δ.30, Θ.1(γ) των Θεσμών[1]) και να απορριφθεί με έξοδα. Το ζήτημα ήγειρε ο Εφεσείων στην «Τροποποιημένη Υπεράσπιση» που καταχώρισε την 5.11.2018. Γεγονός είναι ότι, όχι μόνο ουδέποτε είχε η Αίτηση τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου για να απορριφθεί, αλλά τουναντίον σε διάφορες ημερομηνίες δόθηκαν οδηγίες, καταχωρίστηκε η τροποποιημένη Αίτηση, η δικογραφία συμπληρώθηκε και σε αυτή τη βάση η υπόθεση εκδικάστηκε. Κρίνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο επιλαμβανόμενο της Αίτησης και δίδοντας οδηγίες, θεωρούσε τη διαδικασία εκκρεμούσα και αναμφίβολα όχι εγκαταλειφθείσα. Επομένως, ανεξάρτητα του κατά πόσο ο Εφεσείων είχε εγκαταλείψει τη σχετική ένσταση του, η ουσία ήταν ότι η Αίτηση δεν είχε εγκαταλειφθεί και καθηκόντως το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε στην εκδίκαση της.
Η δεύτερη «προδικαστική ένσταση» του Εφεσείοντα επίσης ήταν επί της ουσίας της αβάσιμη. Όταν καταχωρείται τροποποιημένο κλητήριο ένταλμα, ή κατ' αναλογία εναρκτήρια αίτηση σε υπόθεση στο Οικογενειακό Δικαστήριο, δεν προνοείται ότι στο τροποποιημένο δικόγραφο πρέπει να προσδιορίζονται με οιαδήποτε ένδειξη οι τροποποιήσεις. Μόνο αναφορά, «ανάλογη ένδειξη», ότι πρόκειται για τροποποιημένο δικόγραφο (Δ.25, Θ1(1) των Θεσμών[2]). Επομένως, ο λόγος έφεσης 1 απορρίπτεται.
Εντελώς αβάσιμος είναι ο λόγος έφεσης 2. Θεωρεί ο Εφεσείων ότι η Εφεσίβλητη δεν θα μπορούσε να προωθήσει την Αίτηση διατροφής για τα παιδιά, επειδή δεν υπήρχε διάταγμα που να της αναθέτει τη γονική μέριμνα ή τη φύλαξη τους. Ήταν ωστόσο κοινό έδαφος ότι τα παιδιά διέμεναν με την Εφεσίβλητη και αυτό συνιστούσε επαρκές υπόβαθρο ώστε να νομιμοποιείται η τελευταία στην καταχώριση και προώθηση της σχετικής αίτησης (Μιχελάκης ν. Μιχελάκης, Έφ. Αρ.12/2020, Δευτ. Οικ. Δικ., ημερ.22.4.2021). Ο λόγος έφεσης 2 επίσης απορρίπτεται.
Αβάσιμος, στην ίδια πιο πάνω βάση, είναι και ο λόγος έφεσης 10, με τον οποίο προβάλλεται ότι το διάταγμα εκδόθηκε παράνομα και ότι τα ποσά που ο Εφεσείων έχει ήδη πληρώσει στη βάση του προσωρινού διατάγματος διατροφής που είχε προηγηθεί θα πρέπει να του επιστραφούν, γιατί δεν υπήρχε διάταγμα που να αναθέτει τη γονική μέριμνα, φύλαξη ή επιμέλεια των ανηλίκων στην Εφεσίβλητη.
Ο λόγος έφεσης 6, ότι η απόφαση βασίστηκε σε αντιφατικά ευρήματα και δεν έκρινε ορθά την αξιοπιστία του Εφεσείοντα, είναι γενικός και στην αιτιολογία του επαναλαμβάνεται το λεκτικό του λόγου, χωρίς να αναφέρεται οτιδήποτε το συγκεκριμένο. Τέτοιος λόγος έφεσης είναι γενικός, δεν μπορεί να εξεταστεί και απορρίπτεται.
Ο λόγος έφεσης 9 αναφέρεται και αυτός στο ζήτημα της αξιοπιστίας του Εφεσείοντα και σε λανθασμένα ευρήματα στα οποία, κατ' ισχυρισμό, κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Χωρίς καμιά τεκμηρίωση στη συνέχεια, στη βάση ότι τον χαρακτήρισε «ιδιαίτερα ευκατάστατο», καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο προκατάληψη και προβάλλεται η θέση ότι ο Εφεσείων δεν είχε δίκαια δίκη. Τίποτα δεν αναφέρεται που θα μπορούσε να κλονίσει την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τη μη αποδοχή των θέσεων του Εφεσείοντα, ο δε χαρακτηρισμός, που άλλωστε ήταν εύλογος στις περιστάσεις της υπόθεσης, δεν δικαιολογεί το παράπονο του Εφεσείοντα. Επομένως, απορρίπτεται και ο λόγος έφεσης 9.
Με το λόγο έφεσης 8 καταλογίζεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ανεπίτρεπτη ενασχόληση με τα περιουσιακά στοιχεία του Εφεσείοντα, στη βάση των όσων είχε αναφέρει η Εφεσίβλητη για την περιουσία του. Δεν επρόκειτο, αναφέρει, για αίτηση περιουσιακών διαφορών. Στην αιτιολογία του λόγου επεκτείνεται το παράπονο και αναφορικά με τις διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την εταιρεία στην οποία ο Εφεσείων εργάζεται και άλλες επαγγελματικές του δραστηριότητες. Δεν έχουμε διαπιστώσει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απασχόλησαν ζητήματα άσχετα με την ενώπιον του διαδικασία. Απορρίπτεται και ο λόγος έφεσης 8.
Η ουσία της έφεσης εμπεριέχεται στους υπόλοιπους λόγους έφεσης με τους οποίους προσβάλλεται η ορθότητα επιμέρους διαπιστώσεων που οδήγησαν στον καθορισμό του ποσού που ο Εφεσείων διατάχτηκε να πληρώνει.
Ο τρόπος σύνταξης των λόγων έφεσης μας αναγκάζει να υπενθυμίσουμε ότι η έκταση κάθε λόγου έφεσης διέρχεται και διαπιστώνεται μέσα από την αιτιολόγηση του. Γι' αυτό και πρέπει να υπάρχει πλήρης αιτιολόγηση και στην απουσία αιτιολόγησης ο λόγος έφεσης είναι άκυρος (Τύμβιος & Άλλοι ν. Λιβέρα (1991) 1 Α.Α.Δ. 615, 617-9, «Αλήθεια» ν. Κύρρη (1992) 1(Α) Α.Α.Δ. 130, 133-5, M/Yaucht Allan v. Μπίλλι (1994) 1 Α.Α.Δ. 162, 165-6, Χριστοδούλου ν. Μεταξάκη (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 1002, 1004 και Capershill Ltd v. Ηλία, Πολ. Έφ.152/2011, ημερ.27.4.2016, ECLI:CY:AD:2016:D223). Και ενώ η απουσία αιτιολόγησης για ζητήματα που εγείρονται με το λόγο έφεσης δεν επιτρέπει στο εφετείο την εξέταση τους, το ίδιο αποτέλεσμα προκύπτει όταν στην αιτιολογία αναπτύσσονται ζητήματα που δεν καλύπτονται από το λόγο (Παχατουριάν ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ (2002) 1(Α) Α.Α.Δ. 322, 325 και Προκοπίου ν. Ryan κ.ά. (2012) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1982, 1986-7). Και αυτό γιατί δεν είναι επιτρεπτή η διεύρυνση λόγου έφεσης μέσα από την αιτιολογία που προβάλλεται, που εν προκειμένω δεν συνιστά αιτιολογία του λόγου, αλλά κάτι άλλο. Επομένως, ό,τι μπορεί να εξεταστεί κατά την έφεση είναι ζήτημα που εγείρεται με λόγο έφεσης και αιτιολογείται.
Με το λόγο έφεσης 3 προσβάλλονται όλες οι επιμέρους καταλήξεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με τα κονδύλια που συνέθεσαν τα κοινά έξοδα των τριών παιδιών. Ακόμα και όπου θεωρήθηκε ότι δεν δικαιούνταν στο έξοδο. Ατεκμηρίωτα εγείρεται και ζήτημα αντικειμενικής αμεροληψίας του Δικαστηρίου, όπως κι αν αντιλαμβάνεται την έννοια ο Εφεσείων. Η μόνη βάση που προβάλλεται ως αιτιολογία αφορά στο γεγονός ότι τα ανήλικα διέμεναν με τον Εφεσείοντα 3-4 ημέρες την εβδομάδα και ο ίδιος επιβαρυνόταν «Τα ίδια σχεδόν έξοδα ή/και περισσότερα που έχει η Εφεσίβλητη». Με το ίδιο σκεπτικό και ο λόγος έφεσης 4 προσβάλλει την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου στη βάση ότι «ο χρόνος διαμονής διαμοιράζεται εξ ημισείας συμπεριλαμβανομένων των διανυκτερεύσεων και όλων των άλλων συνεπαγόμενων εξόδων». Ο λόγος έφεσης 7 αφορά τα έξοδα των ανηλίκων για τα πάρτι των γενεθλίων τους και τα απρόοπτα έξοδα τους. Προσβάλλεται ως εσφαλμένη και η κρίση ως προς τις οικονομικές δυνατότητες των γονέων, η αιτιολογία όμως περιορίζει το ζήτημα στο ενοίκιο που η Εφεσίβλητη εισπράττει από ενοικίαση ιδιόκτητου διαμερίσματος της. Ο λόγος έφεσης 5 αφορά στο συνυπολογισμό μέρους του ενοικίου που πληρώνει η Εφεσίβλητη για τη στέγαση της ιδίας και των ανήλικων ως έξοδο διαβίωσης των τελευταίων.
Σε σχέση με το κόστος ενοικίασης της κατοικίας όπου διαμένει η Εφεσίβλητη, η θέση που προβάλλεται ότι τα παιδιά θα μπορούσαν να διαμένουν στην κατοικία του Εφεσείοντα, όπου και διέμεναν προηγουμένως, παραγνωρίζει το δικαίωμα της Εφεσίβλητης μητέρας να έχει και αυτή τα παιδιά της να διαμένουν μαζί της. Το να διατηρεί χώρο κατάλληλο για τη διαμονή τριών παιδιών, των ηλικιών των συγκεκριμένων παιδιών, λαμβάνοντας υπόψη και το βιοτικό επίπεδο που η οικογένεια απολάμβανε προηγουμένως, είναι έξοδο που λαμβάνεται υπόψη, στην έκταση που υπερβαίνει το κόστος μικρότερου χώρου όπου η ίδια θα διέμενε μόνη αν δεν ήταν τα παιδιά. Αυτό είναι που αναδύεται από την Λ.Λ. ν. Ι.S., Έφ. Δευτ. Οικ. Δικ. Αρ.37/2015, ημερ.4.9.2018, που ο Εφεσείων μας παρέπεμψε, θεωρώντας ότι υποβοηθούσε την επιχειρηματολογία του. Η Λ.Λ. μνημονεύεται και στην πρωτόδικη απόφαση. Είχε αναφερθεί ότι:
«Σύμφωνα με το άρθρο 37(2)[2] του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν.216/90 όπως τροποποιήθηκε) η διατροφή περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και δεν μπορεί παρά στα «αναγκαία» να εμπίπτει και η στέγαση του. Το πρόβλημα που εγείρεται στην παρούσα εντοπίζεται στη θέση του ευπαιδεύτου πρωτόδικου Δικαστή ότι δεν θα «ακολουθήσει το λόγο της Παπαντωνίου»,[3] αντιλαμβανόμενος προφανώς ότι η εν λόγω αυθεντία εισήγαγε (γενική) νομική αρχή ότι «η καταβολή ενοικίου από τον γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο δεν αποτελεί μέρος της διατροφής». Προσεκτική όμως μελέτη της υπό αναφορά απόφασης αποκαλύπτει ότι δεν καθιερώνει τέτοια αρχή. Και αυτό εφόσον αναγνωρίζει ότι «το ενοίκιο ως καταναλωτικό έξοδο» είναι δυνατό να συνυπολογιστεί στη διατροφή στην περίπτωση που «θα βαρυνόταν ο έχων τη φύλαξη του ανηλίκου, πρόσθετα από αυτό της ανάγκης στέγασης του ιδίου.». Δηλαδή - όπως το αντιλαμβανόμαστε - το ενοίκιο που καταβάλλει ο έχων τη φύλαξη του ανηλίκου γονέας δεν αποτελεί μέρος της διατροφής, μόνο στην περίπτωση που αυτός δεν επιβαρύνεται επιπρόσθετα των εξόδων της δικής του στέγασης και με έξοδα στέγασης του ανηλίκου. Η παρούσα όμως περίπτωση δεν είναι τέτοια. Οι ανάγκες στέγασης της εφεσίβλητης θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν με ενοικίαση μικρότερου διαμερίσματος, με μικρότερο ενοίκιο, ενώ η ύπαρξη και του ανηλίκου απαιτούσαν ενοικίαση μεγαλύτερου διαμερίσματος με ανάλογη αύξηση όλων των εξόδων.
[2] 37. (2) Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση και ευημερία του δικαιούχου και επιπλέον, ανάλογα με την περίπτωση, τα έξοδα για την εν γένει εκπαίδευση του.»
Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι μέρος του ενοικίου της κατοικίας όπου διαμένει η Εφεσίβλητη συνιστούσε έξοδο των ιδίων των παιδιών, αφού στην περίπτωση που η Εφεσίβλητη διέμενε μόνη θα ήταν λογικό και αναμενόμενο να ενοικίαζε μικρότερο από την κατοικία διαμέρισμα ή να διέμενε στο δικό της ιδιόκτητο διαμέρισμα. Τίποτε δεν έχει τεθεί ενώπιον μας που να καθιστά αδικαιολόγητη την επιμέρους κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς το μέρος του ενοικίου που θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι αναλογεί στα παιδιά. Ο λόγος έφεσης 5 απορρίπτεται.
Αναφορικά με τα ζητήματα που εγείρονται με το λόγο έφεσης 7, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τη θέση της Εφεσίβλητης ότι το δικό της ιδιόκτητο διαμέρισμα, που είναι ενός υπνοδωματίου και έχει εμβαδό 41 τ.μ., ενοικιάζει και εισπράττει το ποσό των €200 μηνιαία. Κρίνουμε ότι δεν είχε άλλη επιλογή από του να απορρίψει τη θέση του Εφεσείοντα ότι: «Το ενοίκιο πρέπει να είναι γύρω στα €500 το μήνα από δικές μου πληροφορίες», έχοντας επισημάνει ότι δεν είχε καν αναφέρει κάτω από ποιες συνθήκες το γνώριζε και εύστοχα χαρακτήρισε την αναφορά του ως γενικόλογη. Ούτε η ενώπιον μας επιχειρηματολογία του δικηγόρου του, ότι είναι κοινή λογική ότι ένα διαμέρισμα στην περιοχή που βρίσκεται το επίδικο πρέπει να αποφέρει ψηλότερο ενοίκιο, βρίσκουμε να παρέχει έρεισμα για άλλη κατάληξη.
Θεωρούμε ακόμα τον συνυπολογισμό €10 το μήνα για κάθε παιδί ως απρόοπτα έξοδα, ως μια λογική και δικαιολογημένη προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η επιχειρηματολογία του Εφεσείοντα στη βάση ότι είναι λογικό και φυσικό να προκύπτουν απρόοπτα έξοδα και όταν τα παιδιά βρίσκονται μαζί του δεν έχει έρεισμα. Η μαρτυρία στην οποία είχε βασιστεί το πρωτόδικο Δικαστήριο αφορούσε έξοδα που προκύπτουν και δεν είναι εφικτό να προϋπολογιστούν. Δεν αφορούν μικροέξοδα της καθημερινότητας, όπως φαίνεται να το αντιλαμβάνεται ο Εφεσείων.
Σε σχέση με το ζήτημα των γενεθλίων των παιδιών, το πρωτόδικο Δικαστήριο συνυπολόγισε στα έξοδα τους το ποσό των €1140 το χρόνο, για τρία πάρτι γενεθλίων, όσα και τα παιδιά. Αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση ότι ο Εφεσείων, δεν είχε αμφισβητήσει τις επιμέρους θέσεις της Εφεσίβλητης, πέραν του να ισχυριστεί ότι τα έξοδα αυτά, όπως και άλλα, ήταν υπερβολικά και διογκωμένα. Στη δικογραφία του, ο ισχυρισμός του ήταν ότι ποσό €600 το χρόνο ήταν αρκετό για τα γενέθλια. Η θέση ότι πάρτι γενεθλίων διοργανώνει ο ίδιος ο Εφεσείων για τα παιδιά στην κατοικία του, όπως αναφέρεται στο περίγραμμα αγόρευσης της έφεσης, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη. Καταλήγουμε λοιπόν ότι δεν υπάρχει έδαφος για να επέμβουμε στην πρωτόδικη κρίση σε σχέση με τα έξοδα των πάρτι των γενεθλίων των παιδιών. Επομένως, ο λόγος έφεσης 7 απορρίπτεται.
Σε σχέση με το γεγονός ότι τα παιδιά διαμένουν μαζί του τις μισές μέρες της εβδομάδας, ο Εφεσείων επικαλέστηκε την Ρουσουνίδης ν. Ρουσουνίδου, Έφ. Δευτ. Οικ. Δικ. Αρ.25/2019, ημερ. 15.12.2021, όπου αναφέρθηκε ότι:
«Τα έξοδα των παιδιών πληρώνονται από τον γονέα με τον οποίο τα παιδιά διαμένουν και ο άλλος γονέας δεν απαλλάσσεται της υποχρέωσης συνεισφοράς του σε αυτά επειδή επιθυμεί, κατά την επικοινωνία του με το παιδί του ή σε οποιοδήποτε χρόνο, να του προσφέρει, είτε αγοράζοντας του κάποιο είδος, είτε προσφέροντας του αναψυχή. Αυτά προσφέρονται οικειοθελώς και το παιδί τα απολαμβάνει επιπλέον των αναγκών του, όπως καθορίζονται στη δικαστική απόφαση. Από την άλλη, τα έξοδα διατροφής του παιδιού κατά τις ημέρες που διαμένει με τον υπόχρεο για καταβολή διατροφής γονέα μπορούν να συνυπολογιστούν.* Κατά κύριο λόγο στις περιπτώσεις όπου υπάρχει ιδιαίτερο οικονομικό πρόβλημα.
* Η αγγλική νομοθεσία (Child Support Act 1991, παράρτημα 1,παράγρ.7) εμπεριέχει πρόνοια για μείωση του ποσού της διατροφής που θα καταβάλλεται, με αναφορά στις ημέρες το χρόνο που το παιδί διαμένει με τον υπόχρεο να πληρώσει διατροφή γονέα.»
Ό,τι αυτό σημαίνει είναι ότι τα έξοδα της διατροφής του παιδιού, στη στενή έννοια του όρου, για το χρόνο που διαμένει με το γονέα που καλείται να συνεισφέρει, μπορούν να θεωρηθούν ως ποσό που καταβάλλει άμεσα και να συνυπολογιστεί στη συνεισφορά του. Ιδιαίτερα στις περιπτώσεις όπου ο χρόνος αυτός είναι μεγάλος.
Ένας πρόσφορος τρόπος καθορισμού του ποσού που θα διαταχτεί να πληρώνεται είναι να υπολογίζονται όλα τα έξοδα του παιδιού, να αποφασίζεται το ποσοστό που αναλογεί σε αυτόν που θα συνεισφέρει και από αυτό να αφαιρείται κάθε ποσό που καταβάλλει άμεσα (εκτός εκείνων που προσφέρονται και το παιδί τα απολαμβάνει επιπλέον των αναγκών του).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι απαιτείτο ποσό €750 το μήνα για τη σίτιση των παιδιών. Επομένως θα έπρεπε να λάβει υπόψη ότι το μισό ποσό (€375) ξόδευε ο Εφεσείων, όταν τα παιδιά διέμεναν στο σπίτι του και να το αφαιρέσει από το ποσό που θα τον διέτασσε να πληρώνει στη βάση της αναλογίας που είχε αποφασίσει. Στη βάση των αριθμών στους οποίους είχε καταλήξει το πρωτόδικο Δικαστήριο, στα έξοδα των €3070 και με την αναλογία 8000:2787, ο Εφεσείων θα έπρεπε να πληρώνει €2277, και εφόσον ξόδευε απευθείας €375, θα έπρεπε να διαταχτεί να πληρώνει €1902 και όχι €2000. Σε αυτή την έκταση επιτυγχάνουν οι λόγοι έφεσης 3 και 4.
Η έφεση επιτυγχάνει ως προς τους λόγους έφεσης 3 και 4 και το εκδοθέν διάταγμα τροποποιείται έτσι ώστε το ποσό που ο Εφεσείων θα καταβάλλει μηνιαία για διατροφή των παιδιών του μειώνεται από €2000 σε €1902. Για τα επιπλέον ποσά που έχουν καταβληθεί από την έκδοση της πρωτόδικης απόφασης να αποκόπτονται €48 το μήνα από τις τρέχουσες πληρωμές μέχρι να εξοφληθούν.
Λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της υπόθεσης και το εύρος της επιτυχίας της έφεσης σε σχέση με τα ζητήματα που εγέρθηκαν και απορρίφθηκαν, κρίνουμε ότι είναι ορθό και δίκαιο να μην επιδικάσουμε έξοδα μεταξύ των διαδίκων και η κάθε πλευρά να επωμιστεί τα έξοδα της.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
Χ. Μαλαχτός, Δ.
Δ. Σωκράτους, Δ.
[1] «Σε περίπτωση που ο ενάγων αμελήσει ή παραλείψει να εκδώσει την προνοούμενη στην παράγραφο (α) πιο πάνω κλήση για οδηγίες, ο εναγόμενος δύναται, εντός περαιτέρω 15 ημερών, να αιτηθεί την απόρριψη της αγωγής και το Δικαστήριο δύναται, επιλαμβανόμενο τέτοιας αίτησης, είτε να απορρίψει την αγωγή με τέτοιους όρους όπως ήθελε κρίνει δίκαιο, είτε να θεωρήσει την αίτηση ως κλήση για οδηγίες δυνάμει της παρούσας διαταγής:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που παρέλθουν άπρακτες οι παραπάνω προθεσμίες, η αγωγή θα θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα και το Πρωτοκολλητείο θα θέτει το φάκελο της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου το συντομότερο δυνατό προς απόρριψή της, με έξοδα εναντίον του ενάγοντα.»
[2] «Μετά την επίδοση του κλητηρίου εντάλματος και πριν την έκδοση από τον ενάγοντα της Κλήσης για Οδηγίες σύμφωνα με τη Διαταγή 30, επιτρέπεται άπαξ η τροποποίηση του χωρίς άδεια του Δικαστηρίου. Σε τέτοια περίπτωση καταχωρούνται τα τροποποιημένα δικόγραφα με ανάλογη ένδειξη:».