ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2022:D140
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 150/2021)
15 Μαρτίου 2022
[X. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, Ν.33/1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI ΚΑΙ/ΊΗ MANDAMUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΗΜΕΡ. 04/06/2021 ΓΙΑ ΤΗ ΜΗ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ xxx ΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ
____________________
Θεοδώρα Παπακυριακού (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τον Αιτητή.
____________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας είχε ζητήσει άδεια για την καταχώριση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, το κατώτερο Δικαστήριο, ημερ.4.6.2021, «για τη μη έκδοση εντάλματος σύλληψης» εναντίον του xxx Αλεξανδρή και προνομιακού εντάλματος Mandamus με το οποίο να διατάσσεται το κατώτερο Δικαστήριο «όπως επιληφθεί της Αίτησης για έκδοση εντάλματος σύλληψης σύμφωνα με τον Νόμο». Αμφότερα τα αιτήματα είχαν απορριφθεί και καταχωρίστηκε έφεση (Πολ. Έφ. Αρ.213/2021) που περιορίστηκε σε σχέση με το ένταλμα Certiorari και στέφθηκε με επιτυχία. Η αίτηση για άδεια για καταχώρηση αίτησης Certiorari είχε απορριφθεί στη βάση ότι δεν χωρούσε έκδοση τέτοιου εντάλματος σε σχέση με απορριπτική απόφαση και δεν είχε απασχολήσει η ουσία της αίτησης, που θα πρέπει τώρα να εξεταστεί.
Τα ουσιώδη γεγονότα είναι τα ακόλουθα: Το ΤΑΕ Λάρνακας διερευνούσε υπόθεση εξαπάτησης, μέσω διαδικτύου, του παραπονούμενου, από τη Λάρνακα, ο οποίος κατέβαλε το ποσό των 12.400, δήθεν για την αγορά τρακτέρ από την Ελλάδα, μεταφέροντας το ποσό αυτό με έμβασμα σε συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό στην Ελλάδα όπως του είχε υποδειχτεί. Ο λογαριασμός ανήκε στον ύποπτο που διαμένει μόνιμα στην Ελλάδα και που μέσα σε τρείς ημέρες απέσυρε με διάφορους τρόπους το ποσό των 12.390 από το λογαριασμό του.
Η Αστυνομία επιδίωξε την έκδοση εντάλματος σύλληψης του, αλλά το κατώτερο Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα, καταγράφοντας σε σχετικό πρακτικό ότι:
«1. έχοντας υπόψη μου το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης όπως αυτά καταγράφονται στον όρκο,
2. λαμβάνοντας υπόψη μου τις διευκρινίσεις που ζήτησα και έλαβα από την Αστ. ΧΧΧ, η οποία δήλωσε ότι το αιτούμενο ένταλμα αφορά Έλληνα υπήκοο και κάτοικο Ελλάδας και έχοντας ως δεδομένο ότι η έκδοση του εντάλματος σύλληψης ζητείται προκειμένου να εκτελεστεί εκτός των ορίων της Κυπριακής Δημοκρατίας και σε μη κύ[π]ριο πολίτη,
3. έχοντας ακούσει τα όσα ανάφερε ο κύριος ΧΧΧ υποστηρίζοντας το αίτημα της Αστυνομίας για έκδοση του εντάλματος,
4. λαμβάνοντας υπόψη μου ότι το ένταλμα σύλληψης ως έχει τεθεί ενώπιον μου, αναφέρεται και συναρτάται με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 18 του Περί Ποινικής Δικονομίας Κεφ.155. Ως το άρθρο 21 του Κεφ.155, κάθε τέτοιο ένταλμα εκτελείται σε «οποιοδήποτε τόπο στη Δημοκρατία». Τέτοια προϋπόθεση δεν ικανοποιείται στην υπό εξέταση περίπτωση καθώς ο αναφερόμενος ως ύποπτος έχει χώρο διαμονής εκτός της Δημοκρατίας,
5. ενώ το αίτημα της Αστυνομίας ως έχει τεθεί ενώπιον μου και σύμφωνα με τον όρκο, συσχετίζεται με τον Περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων Μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμο του 2004 (Ν.133(Ι)/2004), η διαδικασία που ακολουθεί η Αστυνομία δεν είναι σύμφωνη με τις πρόνοιες του εν λόγω Νόμου και ειδικότερα, αλλά όχι αποκλειστικά, με τα άρθρα 7(2) και του Πρώτου Παραρτήματος.
6. λαμβάνοντας υπόψη μου ότι στα γεγονότα της υπό διερεύνησης υπόθεσης όπως αυτά καταγράφονται στον όρκο, ενδέχεται να τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 5 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 και να μην έχουν δικαιοδοσία τα Κυπριακά Δικαστήρια,
7. συνυπολογίζοντας πως ακόμα και εάν δεν ισχύει το αμέσως πιο πάνω σημείο, ενδέχεται να εφαρμόζεται το άρθρο 6 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.6 και το Ε.Δ. Λάρνακας να μην έχει αρμοδιότητα να εκδικάσει το κατ' ισχυρισμό αδίκημα και τέλος,
8. έχοντας κατά νου τις πρόνοιες του Περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/1960 και το ότι η εξουσία κάθε Δικαστή περιορίζεται εντός της Δημοκρατίας,
ΔΕΝ ικανοποιούμαι για την ύπαρξη ανάγκης της έκδοσης του εντάλματος.
................................................................................................».
Ο Αιτητής αντικρίζει με διαφορετικό φακό την υπόθεση. Διαπράχθηκαν, αναφέρει, αδικήματα στο έδαφος της Δημοκρατίας και με ψευδείς παραστάσεις αποσπάστηκε παράνομα από τον παραπονούμενο το συγκεκριμένο ποσό από τον τραπεζικό του λογαριασμό. Το ένταλμα σύλληψης που ζητήθηκε θα εξυπηρετούσε στη σύλληψη του υπόπτου, εάν αυτός προσπαθούσε να εισέλθει στη Δημοκρατία, αλλά και για να τροχοδρομηθεί η έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εναντίον του. Η έκδοση ημεδαπού εντάλματος σύλληψης είναι, υποστήριξε, απαραίτητη προϋπόθεση για την έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Επικαλέστηκε προς τούτο το ’ρθρο 8(1)(γ) της Απόφασης-πλαίσιο του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης και τις Διαδικασίες Παράδοσης μεταξύ των Κρατών Μελών, 2002/584/ΔΕΥ και τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Δ.Ε.Ε. Σε καμιά περίπτωση, συνεχίζει, δεν είχε ζητηθεί η έκδοση του εντάλματος σύλληψης προκειμένου αυτό να εκτελεστεί εκτός της Δημοκρατίας. Ούτε στην περίπτωση εφαρμοζόταν το ’ρθρο 7(2) του περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων Μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου του 2004 (Ν.133(Ι)/2004) στο οποίο αναφέρθηκε το κατώτερο Δικαστήριο.
Είναι πρόδηλο ότι οι διευκρινήσεις που δόθηκαν στο κατώτερο Δικαστήριο κατά την παρουσίαση της αίτησης της Αστυνομίας παρερμηνεύτηκαν και επίδρασαν στην κρίση του κατώτερου Δικαστηρίου. Αυτό αποκαλύπτεται από το σχετικό πρακτικό και τα όσα αναφέρονται στην ίδια την απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου. Ο δικηγόρος που εμφανίστηκε για την Αστυνομία είχε αναφέρει ότι: «Σκοπός μας είναι η έκδοση όμως εντάλματος σύλληψης, όχι ευρωπαϊκού και στη συνέχεια θα εξετάσουμε το θέμα για έκδοση εντάλματος ευρωπαϊκού». Στη συνέχεια ρωτήθηκε από το Δικαστήριο: «Κοιτάξετε όταν μου ζητάτε ένταλμα σύλληψης, ζητάτε πού θα εκτελεστεί. Η διεύθυνση που μου λέτε είναι εξ Ελλάδος. Θέλετε να αλλάξετε τον όρκο να μου πείτε ότι μπορεί να βρίσκεται στην Κύπρο». Και η ομνύουσα τον όρκο απάντησε: «Όχι». Ο όρκος που υποστήριζε το αίτημα της Αστυνομίας κατέληγε ότι: «Ενόψει των πιο πάνω αιτούμαι από το Σεβαστό Σας Δικαστήριο την έκδοση εντάλματος σύλληψης του υπόπτου για σκοπούς έκδοσης Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης, εναντίον του, αφού αυτός βρίσκεται στην Ελλάδα, παρακαλώ».
Καθίσταται πρόδηλο ότι το κατώτερο Δικαστήριο εξέλαβε ότι το ένταλμα σύλληψης ζητείτο με σκοπό να εκτελεστεί στη διεύθυνση διαμονής του υπόπτου προσώπου, δηλαδή στην Ελλάδα. Παρέπεμψε συναφώς στο ’ρθρο 21(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155 ότι: «Κάθε ένταλμα σύλληψης δύναται να εκτελεστεί σε οποιοδήποτε χρόνο και σε οποιοδήποτε τόπο στη Δημοκρατία .», εκλαμβάνοντας ότι το γεγονός ότι ένα ημεδαπό ένταλμα δεν μπορεί να εκτελεστεί εκτός της Δημοκρατίας, ότι η παρουσία του υπόπτου στην Κύπρο είναι προϋπόθεση για την έκδοση του.
Η αναφορά του κατώτερου Δικαστηρίου στο ’ρθρο 5 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154 και η συναφής παρατήρηση του ότι ενδέχεται τα Κυπριακά Δικαστήρια να μην έχουν δικαιοδοσία, αποκαλύπτει ότι θεώρησε ότι ενδεχομένως το υπό διερεύνηση αδίκημα διαπράχτηκε στην Ελλάδα και με δεδομένο ότι ο ύποπτος ήταν Έλληνας πολίτης, ότι ακόμα και αν εφαρμοζόταν το ’ρθρο 5 του Κεφ.154, δυνάμει του ’ρθρου 6 του ιδίου Νόμου, δικαιοδοσία είχε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας να εκδικάσει την υπόθεση. Όμως ακόμα και έτσι η εξουσία έκδοσης εντάλματος σύλληψης από Δικαστή δεν έχει κατά τόπο περιορισμούς. Το ’ρθρο 18(1) του Κεφ.155, που παρέχει την εξουσία έκδοσης εντάλματος σύλληψης, αναφέρεται σε Δικαστή, που στο ’ρθρο 2 ερμηνεύεται ως Δικαστής Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Στην Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, 46, αναφέρεται ότι: «Πλάνη νό΅ου, (error of law), όπως ειπώθηκε στην υπόθεση R. v. Preston Appeal Tribunal [1975] 2 All E.R. 807, στη σελ. 810 από τον Λόρδο Denning MR., περιλα΅βάνει εσφαλ΅ένη ερ΅ηνεία νό΅ου, ή εσφαλ΅ένη εφαρ΅ογή του νό΅ου στα γεγονότα της υπόθεσης».
Ο Αιτητής έχει ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση και συζητήσιμο ζήτημα για τη χορήγηση άδειας για να καταχωρήσει αίτηση για Certiorari, στη βάση ότι το κατώτερο Δικαστήριο έχει ερμηνεύσει εσφαλμένα τη νομοθεσία που παρέχει την εξουσία σε Δικαστή Επαρχιακού Δικαστηρίου να εκδώσει ένταλμα σύλληψης εναντίον υπόπτου, με αποτέλεσμα να εκλάβει ότι υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης δεν είχε την εξουσία να εκδώσει το ζητούμενο ένταλμα.
Παρέχεται συνεπώς άδεια στον Αιτητή να καταχωρήσει αίτηση με κλήση για την έκδοση προνο΅ιακού εντάλ΅ατος Certiorari για τον πιο πάνω λόγο. Η αίτηση να καταχωριστεί μέσα σε τρεις ημέρες και να επιδοθεί στον Καθ' ου η Αίτηση, τουλάχιστο επτά ημέρες πριν τη δικάσιμο. Ο Πρωτοκολλητής να την ορίσει την 8.4.2022 και ώρα 09:00.
Χ. Μαλαχτός, Δ.