ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2022:C33
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΝΑΥΤΟΔΙΚΕΙΟΥ
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 9/2021)
28 Ιανουαρίου, 2022
[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]
GRANDEST SHIPPING COMPANY LIMITED
Ενάγοντες,
και
ΤΟ ΠΛΟΙΟ "MARVIN INDEPENDENCE" ΠΡΩΗΝ "NASIR"
ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΤΩΡΑ ΦΕΡΕΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ "AGIOS NIKOLAOS"
(IMO. 9820283)
Εναγομένου.
Αίτηση για Αναθεώρηση ημερ. 9/11/2021
Ε. Μοντάνιος με Π. Ιακωβίδη για Μοντάνιος & Μοντάνιος ΔΕΠΕ και Μ. Κυπριανού με Χρ. Γαλανό και Α. Λύτρα για Michael Kyprianou & Co LLC, για το Εναγόμενο Πλοίο και τους Ιδιοκτήτες.
Κ. Μέσσιος με Μ. Χατζηπίττα (κα) και Γ. Βλαδιμήρου (κα), για τους Ενάγοντες.
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Με την παρούσα Αίτηση Αναθεώρησης το Εναγόμενο Πλοίο και οι ιδιοκτήτες του Rexel Corp. αιτούνται την Αναθεώρηση της Απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 9/11/2021, με την οποία απερρίφθη η αίτηση των Εναγομένων, ημερ. 25/10/2021 (αίτηση για απελευθέρωση - ακύρωση Διατάγματος Σύλληψης Πλοίου) που υποβλήθηκε στο πλαίσιο της Αγωγής Ναυτοδικείου υπ' αρ. 9/2021.
Με την αίτηση για απελευθέρωση επιδιώκετο η ακύρωση του Διατάγματος Σύλληψης του Πλοίου ημερ. 12/10/2021 και, σε περίπτωση διατηρήσεως του Διατάγματος σε ισχύ, η αύξηση του ποσού της τραπεζικής εγγύησης σε €10.000.000,00.
Με την πρωτόδικη Απόφαση κρίθηκε ότι η Αγωγή Ναυτοδικείου είναι επικουρική αγωγή που οι Ενάγοντες καταχώρησαν στην Ελλάδα εναντίον της Rexel στις 21/9/2021, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης 7275/2021 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης 3262/2021 (η Ελληνική Αγωγή) και ότι με βάση το Άρθρο 35 του Ευρωπαϊκού Κανονισμού για τη Διεθνή Δικαιοδοσία, την Αναγνώριση και την Εκτέλεση Αποφάσεων σε Αστικές και Εμπορικές Υποθέσεις (αναδιατύπωση)[1], ήταν δυνατή η έκδοση Εντάλματος Σύλληψης του Πλοίου προς υποβοήθηση της Ελληνικής Αγωγής.
Επισημαίνεται εν προκειμένω ότι το Άρθρο 35 του Κανονισμού 1215/2012 (προηγουμένως Άρθρο 31 του Κανονισμού 44/2001), παρέχει στα Δικαστήρια των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης την εξουσία να εκδίδουν «ασφαλιστικά και συντηρητικά μέτρα» ("provisional, including protective, measures") που προβλέπονται από το εθνικό τους δίκαιο, προς υποστήριξη διαδικασιών που εκκρεμούν ενώπιον Δικαστηρίου άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία να εκδικάσει την ουσία της υπόθεσης.
Με την Ελληνική Αγωγή οι Ενάγοντες διεκδικούν την κυριότητα του Πλοίου από την Rexel, η οποία αγόρασε το Πλοίο σε δημόσιο πλειστηριασμό στην Ελλάδα την 1/9/2021 και ενεγράφη ως ιδιοκτήτρια του Πλοίου στο νηολόγιο των Νήσων Μαρσιέλ.
Αποτέλεσε κοινό τόπο στην παρούσα διαδικασία ότι διεθνή δικαιοδοσία επί της ουσίας της υπόθεσης έχει το Ελληνικό Δικαστήριο.
Με δεδομένο ότι οι Ενάγοντες ζήτησαν τη σύλληψη του Πλοίου προς υποβοήθηση της πιο πάνω αναφερόμενης Ελληνικής Αγωγής, είναι αναγκαίο εξαρχής να αναφερθούμε στα πιο κάτω αναντίλεκτα γεγονότα:
Στις 17/9/2021 οι Ενάγοντες υπέβαλαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά της εταιρείας Rexel Corp., με στοιχεία ΓΑΚ 7183/2021 και ΕΑΚ 1618/2021. Η Αίτηση αυτή καταχωρήθηκε ενόψει αγωγής που θα ακολουθούσε. Βάσει της αίτησης αυτής εκδόθηκε προσωρινό σημείωμα του Προέδρου Υπηρεσίας του Πρωτοδικείου Πειραιά, με το οποίο απαγορεύθηκε τόσο ο απόπλους του Πλοίου από τον λιμένα της Ελευσίνας, όσο και η μεταβολή της πραγματικής και νομικής του κατάστασης. Το προσωρινό αυτό σημείωμα εκδόθηκε άνευ κλητεύσεως της Rexel Corp. και είχε περιορισμένη ισχύ μέχρι τις 21/9/2021.
Στις 21/9/2021 ακολούθησε η καταχώρηση από τους Ενάγοντες της Αγωγής εναντίον της εταιρείας Rexel Corp. στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά (η «Ελληνική Αγωγή») με την οποία αιτούντο:
i. Να αναγνωρισθεί η πλήρης κυριότητα των Εναγόντων επί του Πλοίου.
ii. Να διαταχθεί η απόδοση του στους Ενάγοντες, και
iii. Να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή.
Στις 24/9/2021 και, αφού το Δικαστήριο άκουσε και την πλευρά της Rexel Corp., εξέδωσε απόφαση με την οποία δεν αποδέχθηκε τη συνέχιση σε ισχύ του προσωρινού σημειώματος ημερ. 17/9/21, με το οποίο απαγορευόταν ο απόπλους του Πλοίου. Το Δικαστήριο με την απόφαση που εξέδωσε δέχθηκε μόνο τη συνέχιση της απαγόρευσης προσωρινά της μεταβολής της πραγματικής και νομικής κατάστασης του Πλοίου μέχρι 15/10/21.
Ακολούθησε στις 12/10/2021 η καταχώρηση στο Ναυτοδικείο του Κλητηρίου Εντάλματος της πραγματοπαγούς Αγωγής (in rem) με την οποία οι Ενάγοντες ζητούν από το παρόν Δικαστήριο την ακόλουθη θεραπεία:
1. Δήλωση του Δικαστηρίου που να αναγνωρίζει ότι οι νόμιμοι και/ή απόλυτοι και/ή μοναδικοί ιδιοκτήτες του πλοίου «MARVIN INDEPENDENCE» πρώην «NASIR» το οποίο τώρα φέρει το όνομα «AGIOS NIKOLAOS» (IMO.9820283) είναι η εταιρεία GRANDEST SHIPPING COMPANY LIMITED με έδρα στο Χονγκ Κονγκ (Unit 83, 3/F, Yau Lee Center, N.45, Kwun Tong St., Kowloon).
2. Νόμιμο Τόκο.
3. Έξοδα και ΦΠΑ.
Ταυτοχρόνως με την Αγωγή οι Ενάγοντες καταχώρησαν και μονομερή Αίτηση, με την οποία αξίωναν την έκδοση Διατάγματος με το οποίο να διατάσσεται η άμεση σύλληψη του Πλοίου «μέχρι νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου και/ή ακρόαση και τελική εκδίκαση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο Αγωγής και/ή της Ελληνικής Αγωγής ημερομηνίας 21/09/2021 εναντίον της εταιρείας REXEL CORP., με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης 7275/2021 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης 3262/2021.»
Επισημαίνουμε στο σημείο αυτό ότι η επιδίωξη ασφαλιστικών μέτρων για σύλληψη του Πλοίου προϋποθέτει την ύπαρξη πραγματοπαγούς αγωγής (in rem). Τούτο προκύπτει από τον Κανονισμό 50 των περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Διαδικαστικών Κανονισμών του 1893, ο οποίος διαλαμβάνει τα εξής:
"50. In an action in rem any party may at the time of, or at any time after the issue of the writ of summons, apply to the Court or a Judge for the issue of a warrant for the arrest of property.
The party so applying shall before making his application file in the Court an affidavit containing the particulars prescribed by the following rules.
Such application shall be in writing signed by the person making the application or his advocate and shall be filed by the Registrar.
The affidavit may be in the Form C in Schedule I hereto."
Από τα πιο πάνω αναντίλεκτα γεγονότα εύκολα διαπιστώνεται ότι μέσω της Αγωγής που οι Ενάγοντες καταχώρησαν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κυπριακής Δημοκρατίας στη δικαιοδοσία του ως Ναυτοδικείο, επιζητούν την παραχώρηση ουσιαστικής και τελικής θεραπείας, ήτοι την έκδοση Αναγνωριστικής Δήλωσης ότι είναι οι μοναδικοί νόμιμοι ιδιοκτήτες του επίδικου Πλοίου.
Συγχρόνως, στην ένορκη δήλωση της Μαγδαληνής Ιωαννίδου η οποία συνοδεύει την μονομερή Αίτηση των Εναγόντων για την έκδοση του Διατάγματος Σύλληψης του Πλοίου, προβάλλεται η θέση ότι η παρούσα Αγωγή καταχωρείται στη βάση του Άρθρου 35 του Κανονισμού Βρυξελλών 1α. Σχετική εν προκειμένω είναι η παράγραφος 87, η οποία έχει ως εξής:
«Ως με ενημερώνουν οι Δικηγόροι που χειρίζονται την υπόθεση, η παρούσα Αγωγή και Αίτηση καταχωρείται στη βάση του Άρθρου 35 του Κανονισμού (ΕΕ) 1215/12 ως επικουρικές της Ελληνικής αγωγής ημερομηνίας 21/09/2021 που εκκρεμεί ενώπιον του Πολυμελές Πρωτοδικείου Πειραιά και επισκοπούν στη διατήρηση του Πλοίου εντός της δικαιοδοσίας της Κύπρου, διαφυλάττοντας έτσι στο μέγιστο βαθμό το «status quo» μέχρι την εκδίκαση της Ελληνικής Αγωγής.»
(Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Παρομοίως και στην ένορκη δήλωση Χιωτέλη, η οποία υποστηρίζει την Ένσταση των Εναγόντων στην Αίτηση των Εναγόμενων για Απελευθέρωση, στην παράγραφο 28 αναφέρονται τα εξής:
«Έντιμα και ειλικρινά πιστεύω και έτσι με συμβουλεύουν οι Δικηγόροι που χειρίζονται την υπόθεση ότι η Κυπριακή Αγωγή καταχωρήθηκε προς υποβοήθηση των Ελληνικών διαδικασιών και ειδικότερα την Ελληνική Αγωγή. Άρνηση του δικαιώματος σύλληψης ή κατάσχεσης του θα αποτελούσε ουσιαστικό και μοιραίο εμπόδιο στην αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης σε όποιο μεταγενέστερο στάδιο.»
(Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Το πώς οι Ενάγοντες εκλαμβάνουν τη φύση της παρούσας Αγωγής, ήτοι ως επικουρική της Ελληνικής Αγωγής, δεν είναι, βεβαίως, το ζητούμενο, ούτε και αυτό που ενέχει σημασία για τους σκοπούς διακρίβωσης της πραγματικής της φύσεως. Η καταχώρηση της πραγματοπαγούς Αγωγής στο Ναυτοδικείο με την οποία ρητά επιζητείται ουσιαστική και τελική θεραπεία αναφορικά με την κυριότητα του επίδικου Πλοίου, ουδόλως παραπέμπει σε επικουρικής φύσεως Αγωγή η οποία καταχωρήθηκε προς υποβοήθηση των δικαστικών διαδικασιών στην Ελλάδα στο πλαίσιο της Ελληνικής Αγωγής, για να μπορεί να γίνεται λόγος στο Άρθρο 35 του Κανονισμού. Μάλιστα ακόμα και στο ίδιο το αιτητικό της μονομερούς Αίτησης γίνεται αναφορά και στην παρούσα Αγωγή, εφόσον ζητήθηκε η σύλληψη του Πλοίου «.μέχρι την εκδίκαση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αγωγής και/ή της Ελληνικής Αγωγής».
Δεν είναι δε άνευ σημασίας ότι οι Ενάγοντες μέσω της ένορκης δήλωσης Χιωτέλη ανέφεραν στην παράγραφο 30 τα εξής:
«Οι Καθ' ων η Αίτηση είναι πρόθυμοι και επιφυλάσσουν το δικαίωμα τους να λάβουν όλα τα δέοντα και επιτρεπόμενα μέτρα ούτως ώστε να είναι ξεκάθαρο ότι η Αγωγή με τον πιο πάνω τίτλο και αριθμό είναι επικουρική της Ελληνικής Αγωγής.»
(Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Ούτε και το ότι οι Ενάγοντες έχουν εν τω μεταξύ καταχωρήσει αίτηση τροποποίησης του Κλητηρίου Εντάλματος διαφοροποιεί την πιο πάνω διαπίστωση ως προς τη φύση της παρούσας Αγωγής, όπως ήταν κατά τον κρίσιμο χρόνο έκδοσης του Διατάγματος Σύλληψης του Πλοίου.
Είναι προφανές ότι, όπως είναι διατυπωμένη η πραγματοπαγής Αγωγή (in rem) που καταχωρήθηκε ενώπιον του Κυπριακού Ναυτοδικείου, δεν θα μπορούσε να αποτελέσει βάση στήριξης για την έκδοση Διατάγματος Σύλληψης του Πλοίου προς υποβοήθηση και επικουρικά αλλοδαπής δικαστικής διαδικασίας, ήτοι της Ελληνικής Αγωγής και τούτο για προφανείς λόγους.
Ως πλέον σημαντικό, ωστόσο, αποτελεί το γεγονός ότι η έκδοση του Διατάγματος Σύλληψης δεν μπορεί, υπό τα περιστατικά της υπόθεσης όπως έχουν εκτεθεί ανωτέρω, να συνιστά υποβοήθηση του Ελληνικού Δικαστηρίου για τους σκοπούς του Άρθρου 35 του Κανονισμού. Και τούτο ενόψει του ότι το Ελληνικό Δικαστήριο, το οποίο αδιαμφισβήτητα αποτελεί το Δικαστήριο το οποίο έχει δικαιοδοσία επί της ουσίας και είναι αυτό που θα εξετάσει επομένως την ουσία της υπόθεσης, δεν θεώρησε σκόπιμο να εκδώσει διάταγμα που να απαγορεύει τη διακίνηση και τον απόπλου του Πλοίου. Όπως προέκυψε από τα γεγονότα, παρά το ότι το Ελληνικό Δικαστήριο είχε, κατόπιν μονομερούς αίτησης, εκδώσει κατ' ουσίαν το ίδιο διάταγμα που οι Ενάγοντες ζητούν τώρα από το Κυπριακό Ναυτοδικείο, στη συνέχεια, και αφού άκουσε και τις δύο πλευρές, ακύρωσε το εκδοθέν διάταγμα. Υπό αυτά τα δεδομένα δεν είναι αντιληπτό πώς η έκδοση του Διατάγματος Σύλληψης υποβοηθά τις Ελληνικές διαδικασίες στο πλαίσιο της Ελληνικής Αγωγής και το Ελληνικό Δικαστήριο.
Μάλιστα, με βάση σχετική νομολογία του Κοινοδικαίου στην οποία μας παρέπεμψε ο κ. Κυπριανού, το Δικαστήριο πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικό όταν εκδίδει διατάγματα καθ' ην στιγμή η εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης ευρίσκεται ενώπιον αλλοδαπού Δικαστηρίου. Σχετική επί αυτού του ζητήματος είναι η υπόθεση Motorola Credit Corpn v. Uzan and others (No 2) [2003] EWCA Civ 752, στην οποία το Αγγλικό Εφετείο απαρίθμησε πέντε ζητήματα που το Δικαστήριο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη όταν εξετάζει το κατά πόσο θα εκδώσει διάταγμα, όταν η εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης εκκρεμεί ενώπιον αλλοδαπού Δικαστηρίου. Η εν λόγω υπόθεση βασιζόταν στις πρόνοιες του Άρθρου 25 του Civil Jurisdiction and Judgments Act 1982, το οποίο παρέχει τη δυνατότητα στα Αγγλικά Δικαστήρια να εκδίδουν διατάγματα προς υποβοήθηση αλλοδαπών δικαστικών διαδικασιών. Μεταξύ αυτών είναι και η περίπτωση όπου το διάταγμα που εκδίδεται δεν συνάδει με το διάταγμα του αλλοδαπού Δικαστηρίου ("the making of the order will interfere with the management of the case in the primary court e g where the order is inconsistent with an order in the primary court or overlaps with it")».
Παρομοίως στην Αγγλική υπόθεση Suisse Fides Trust SA v. Cuoghi [1998] Q.B. 818, όπου και εκεί εξετάστηκε το Άρθρο 25 του Civil Jurisdiction and Judgments Act 1982, τονίσθηκαν μεταξύ άλλων και τα εξής στη σελίδα 829:
"Where a similar order has been applied for and has been refused by that court, it would generally be wrong for us to interfere."
Σχετικό είναι επίσης και το ακόλουθο απόσπασμα από τις σελίδες 831-832 της πιο πάνω απόφασης:
"But it would obviously weigh heavily, probably conclusively, against the grant of interim relief if such grant would obstruct or hamper the management of the case of the court seized of the substantive proceedings ("the primary court"), or give rise to a risk of conflicting, inconsistent or overlapping orders in other courts. It may weigh against the grant or relief by this court that the primary court could have granted such relief and has not done so, particularly if the primary court has been asked to grant such relief and declined. ................................ On any application under section 25 this court must recognize that its role is subordinate to and must be supportive of that of the primary court."
(Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Όπως προέκυψε, στην προκείμενη περίπτωση το Ελληνικό Δικαστήριο, το οποίο είχε τη δυνατότητα να εκδώσει ανάλογο διάταγμα με αυτό που εκδόθηκε από το Κυπριακό Δικαστήριο, το εξέδωσε αρχικά ενώ στη συνέχεια έκρινε σκόπιμο να το ακυρώσει.
Η πλευρά των Εναγόντων επικαλέστηκε την αναφορά του Πρωτόδικου Δικαστηρίου το οποίο, στο πλαίσιο εξέτασης του γεγονότος ότι η διαδικασία προσωρινής θεραπείας είχε δοκιμαστεί και είχε αποτύχει στην Ελλάδα, επεσήμανε ότι θα ήταν δυνατή και στην Κύπρο δεύτερη αίτηση σύλληψης πλοίου, παραπέμποντας συγχρόνως και στην απόφαση στην υπόθεση C-581/20, Skarb v. Toto, ημερ. 6/10/2021. Επισημαίνεται εν προκειμένω ότι στην υπόθεση Toto ό,τι αποφασίστηκε είναι ότι το Δικαστήριο κράτους μέλους το οποίο επιλαμβάνεται αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων δυνάμει του Άρθρου 35 του Κανονισμού Βρυξελλών δεν υποχρεούται να κρίνει εαυτόν αναρμόδιο, όταν Δικαστήριο άλλου κράτους μέλους το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία για την ουσία της υπόθεσης έχει ήδη αποφανθεί επί αιτήσεως με το ίδιο αντικείμενο και την ίδια αιτία και μεταξύ των ιδίων διαδίκων[2]. Όμως, όπως σωστά επεσήμανε ο κ. Κυπριανού, είναι ένα πράγμα να είναι το Δικαστήριο αναρμόδιο και είναι άλλο θέμα κατά πόσο, υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης που έχει ενώπιον του Δικαστήριο, θα πρέπει να εκδώσει διάταγμα αυτής της φύσης. Εν ολίγοις, το ζήτημα που εγείρεται εν προκειμένω δεν είναι αν το Κυπριακό Δικαστήριο είναι αναρμόδιο να εκδώσει το σχετικό διάταγμα, αλλά αν η έκδοση του διατάγματος σύλληψης συνιστά υποβοήθηση του Ελληνικού Δικαστηρίου για τους σκοπούς του Άρθρου 35 του Κανονισμού.
Κατ' ακολουθίαν όλων των πιο πάνω, τα οποία σφραγίζουν την τύχη της Αίτησης, καθίσταται αχρείαστη η εξέταση των υπόλοιπων λόγων που ηγέρθηκαν εκ μέρους των Εναγομένων.
Συνεπώς, η Αίτηση Αναθεώρησης επιτυγχάνει και ακυρώνεται το εκδοθέν Ένταλμα Σύλληψης του Πλοίου.
Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των Εναγομένων και εναντίον των Εναγόντων για το ποσό των €3.500, πλέον Φ.Π.Α.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Ν. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
[1] Άρθρο 35:
«Τα ασφαλιστικά μέτρα που προβλέπονται από το δίκαιο κράτους μέλους μπορούν να ζητηθούν από τις δικαστικές αρχές του κράτους μέλους αυτού, έστω και εάν δικαστήριο άλλου κράτους μέλους έχει διεθνή δικαιοδοσία για την ουσία της υπόθεσης.»
[2] Δέστε σκέψεις 60 και 61 της Απόφασης:
60 Ειδικότερα, ουδόλως προκύπτει από το γράμμα του άρθρου 35 ότι ο κανονισμός απονέμει στα δικαστήρια κράτους μέλους που έχουν διεθνή δικαιοδοσία για την ουσία της υπόθεσης την κατ' αρχήν αρμοδιότητα να διατάσσουν ασφαλιστικά μέτρα και ότι, συνεπώς, τα δικαστήρια άλλων κρατών μελών δεν έχουν πλέον διεθνή δικαιοδοσία να διατάσσουν τέτοια μέτρα, εφόσον τα πρώτα δικαστήρια έχουν επιληφθεί αιτήσεως για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων ή έχουν αποφανθεί επί της αιτήσεως αυτής.
61 Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 35 του κανονισμού 1215/2012 έχει την έννοια ότι δικαστήριο κράτους μέλους το οποίο επιλαμβάνεται αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων δυνάμει της διατάξεως αυτής δεν υποχρεούται να κρίνει εαυτό αναρμόδιο όταν το δικαστήριο άλλου κράτους μέλους το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία για την ουσία της υπόθεσης έχει ήδη αποφανθεί επί αιτήσεως με το ίδιο αντικείμενο, την ίδια αιτία και μεταξύ των ίδιων διαδίκων.