ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:DOD:2021:32
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 20/20)
15 Δεκεμβρίου, 2021
[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Χ.ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
Γ.Λ.
Εφεσείων
ΚΑΙ
Χ.Ι.
Εφεσίβλητη
---------
Φ.Ηρακλέους, (κα), για τον εφεσείοντα.
Λ.Βραχίμης, για την εφεσίβλητη.
---------
Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από την
Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Στις 11.9.2018 η εφεσίβλητη καταχώρησε εναρκτήρια αίτηση γονικής μέριμνας υπ' αρ.469/18, στην οποία υφίσταται και ανταπαίτηση του εφεσείοντα. Στις 19.4.2019 ανατέθηκε στην εφεσίβλητη (η μητέρα) μετά από ακρόαση, ενδιάμεσης αίτησης γονικής μέριμνας, η φύλαξη και η φροντίδα της θυγατέρας των διαδίκων ηλικίας 2 ετών (κατά τον ουσιώδη χρόνο), ως προσωρινό μέτρο. Ακολούθησε μονομερής αίτηση ημερ. 14.6.2019 του εφεσείοντα (ο πατέρας) με την οποία ζήτησε Προσωρινό Διάταγμα, ρυθμίζον το δικαίωμα επικοινωνίας του πατέρα με την θυγατέρα του. Διατάχθηκε επίδοση. Το Δικαστήριο αρχικά έδωσε την ευκαιρία στους διαδίκους, μετά από αιτήματα τους, για εφαρμογή τρόπου επικοινωνίας ή για επίτευξη συμβιβασμού.
Όταν οι προσπάθειες δεν τελεσφόρησαν, η αίτηση οδηγήθηκε σε ακρόαση. Στη βάση της δικογραφίας των ενόρκων δηλώσεων του πατέρα και της μητέρας, όπως και των γραπτών αγορεύσεων των μερών, το Οικογενειακό Δικαστήριο κατέληξε ως εξής:
«Η δοκιμαστική περίοδος με την οποία ο καθ' ου η Αίτηση είχε επικοινωνία με το τέκνο στην κατοικία του στην παρουσία της μητέρας του, με συμφωνία των διαδίκων, είχε ικανοποιητικά αποτελέσματα για τη σχέση πατέρα - τέκνου. Η περίοδος αυτή είχε διάρκεια περίπου τρεις μήνες. Κρίνω, ενόψει αυτών, ότι το συμφέρον της ανήλικης επιβάλλει να συνεχιστεί η κατάσταση πραγμάτων που διαμορφώθηκε μέχρι τον περασμένο Μάρτιο, με την ίδια ρύθμιση όπως γινόταν με τη διευθέτηση μεταξύ του καθ' ου η αίτηση και της αιτήτριας (άρθρο 14(3) του Νόμου), στην παρουσία της μητέρας του. Έλαβα υπόψη για τον όρο αυτό ότι ο καθ΄ ου η αίτηση δεν αρνήθηκε ότι η ρύθμιση της δοκιμαστικής επικοινωνίας γινόταν στην παρουσία της μητέρας του και δεν πρόβαλε άρνηση της μητέρας του να ασκείται το δικαίωμα επικοινωνίας στην παρουσία της, όπως γινόταν κατά τη δοκιμαστική επικοινωνία.
Λαμβάνοντας υπόψη όσα ανωτέρω ανέφερα, εκδίδεται ενδιάμεσο διάταγμα με το οποίο ο καθ' ου η αίτηση θα έχει δικαίωμα επικοινωνίας με το τέκνο ως ακολούθως:
Κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή από η ώρα 16.30 μέχρι η ώρα 18.30 στην κατοικία του καθ' ου η αίτηση στην παρουσία της μητέρας του.
Καθορίζεται ως τόπος παράδοσης και παραλαβής του τέκνου, για σκοπούς επικοινωνίας του καθ' ου η αίτηση με αυτό, η κατοικία του καθ' ου η αίτηση.
Η αιτήτρια διατάσσεται στην έναρξη του διατάγματος να μεταφέρει το τέκνο στην κατοικία του καθ' ου η αίτηση και να το παραδίδει στον καθ' ου η αίτηση. Διατάσσεται στη λήξη του διατάγματος να παραλαμβάνει το τέκνο από τον καθ' ου η αίτηση στην κατοικία του.
Ο καθ' ου η αίτηση διατάσσεται στην έναρξη του διατάγματος να παραλαμβάνει το τέκνο από την αιτήτρια στην κατοικία του. Διατάσσεται στη λήξη του διατάγματος να παραδίδει το τέκνο στην αιτήτρια στην κατοικία του.
Η ισχύς του διατάγματος αρχίζει στις 6.7.2020.
Το διάταγμα ισχύει μέχρι την εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης ή μέχρι την έκδοση νεοτέρου διατάγματος του Δικαστηρίου.
Όσο αφορά τα έξοδα, κρίνω όπως αυτά ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της εναρκτήριας αίτησης. Έλαβα υπόψη ότι η κατάληξη μου είναι να εκδοθεί ενδιάμεσο διάταγμα με τη ρύθμιση της δοκιμαστικής επικοινωνίας που διακόπηκε από την αιτήτρια και δεν έγινε αποδεκτό το αίτημα του καθ' ου η αίτηση ως η εξεταζόμενη αίτηση.»
Ο πατέρας δεν έμεινε ικανοποιημένος από την εκκαλούμενη απόφαση. Παρά το ότι, όπως πληροφορηθήκαμε, η Εναρκτήρια Αίτηση είναι ορισμένη για ακρόαση την 26.1.2022 ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου και παρά τις υποδείξεις που έγιναν από το Εφετείο για το όφελος μιας συμβιβαστικής λύσης - ειδικά για το παιδί - βασικά δεν παρατηρήθηκε μετατόπιση των θέσεων των διαδίκων με αποτέλεσμα το Εφετείο να προχωρήσει σε ακρόαση και να επιφυλάξει την απόφαση του.
Το παράπονο του πατέρα για την πρωτόδικη κρίση εκφράζεται με πέντε λόγους έφεσης με αχρείαστα μακροσκελή αιτιολογία.
Μέμφεται το Δικαστήριο ο εφεσείων επί του ότι δεν εξέτασε ή δεν εφάρμοσε ορθά την τρίτη προϋπόθεση του ’ρθρου 32(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/60 για το εύλογο της έκδοσης του διατάγματος (πρώτος λόγος έφεσης), η απόφαση είναι αναιτιολόγητη ή μη επαρκώς αιτιολογημένη ή κατά τρόπο ακατανόητο ή αντινομικό δοθείσα (δεύτερος λόγος), το Οικογενειακό Δικαστήριο «έθεσε εαυτόν ενώπιον ενός έκδηλα εσφαλμένου διλήμματος, κατά τρόπον που το οδήγησε σε έκδηλα εσφαλμένη ή εξαιρετικά περιορισμένη άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας» μη εξισορροπώντας σωστά τα πράγματα (τρίτος λόγος), έχει δείξει εύνοια και προκατάληψη υπέρ των θέσεων της εφεσίβλητης (τέταρτος λόγος), λάθος ήταν η πρωτόδικη κρίση και ως προς τα έξοδα (πέμπτος λόγος).
Οφείλουμε πρωταρχικά να δηλώσουμε την απαρέσκεια μας, που αυτού του τύπου προσωρινές θεραπείες εκτός του ότι δεν αποπερατώνονται σύντομα, περαιτέρω αναλώνουν αχρείαστα δικαστικό χρόνο και μετατρέπονται σε μη προσωρινά μέτρα και η εκδίκαση της πρωτογενούς - κυρίως αίτησης δεν επιτυγχάνεται σε σύντομο χρόνο. Αντί λοιπόν οι διάδικοι και οι συνήγοροι να απασχολούνται με την τελική θεραπεία, αναγάγουν την προσωρινή θεραπεία σε υψίστης σημασίας διαδικασία, ενώ το αντίθετο έπρεπε να συμβαίνει. Χρήσιμες είναι οι υποδείξεις που έγιναν από Οικογενειακό Εφετείο στη Κ. ν. Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, Εφ.10/20 ημερ.15.10.2020.
Το Οικογενειακό Δικαστήριο, στην πράξη, ικανοποίησε εν μέρει το αίτημα του πατέρα αναφορικά με την εξασφάλιση του δικαιώματος επικοινωνίας του με τη θυγατέρα του. Εξασφάλισε με τον τρόπο που νόμιζε ορθό ένα κατ' ελάχιστον εφαρμοστέον δικαίωμα, εκκρεμούσης της διαδικασίας που θα έλυνε επί της ουσίας την υπόθεση.
Ο πατέρας ζητούσε ουσιαστικά διεύρυνση της επικοινωνίας σε συνάρτηση με την ψυχοσωματική ευημερία του παιδιού και το ατομικό δικαίωμα του πατέρα να απολαμβάνει την οικογενειακή ζωή. Και εδώ έγκειται το παράπονο του, αντανακλούμενο ουσιαστικά και στους πέντε λόγους έφεσης.
Συνεπώς, όλοι οι λόγοι έφεσης είναι συναφείς και θα εξεταστούν από κοινού.
Αφού το Δικαστήριο δικαίωσε, έστω και όχι απόλυτα τον πατέρα, με την έκδοση του πιο πάνω Διατάγματος, δεν μπορούμε να ομιλούμε για λανθασμένη αντίληψη του Δικαστηρίου ως προς την τρίτη προϋπόθεση του ’ρθρου 32, ως η εισήγηση του εφεσείοντα. Εξάλλου, η όλη τοποθέτηση του Οικογενειακού Δικαστηρίου επί της πλήρωσης της τρίτης προϋπόθεσης ήταν ορθή.
Όταν το ασφαλιστικό μέτρο αφορά προσωρινή ρύθμιση επικοινωνίας του γονέα με το παιδί, η προϋπόθεση του ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο χωρίς την έκδοση του αιτουμένου διατάγματος προσλαμβάνει την έννοια εξασφάλισης ενός δικαιώματος επικοινωνίας σε ένα επιθυμητό βαθμό ώστε, πρωτίστως και κύρια, να αποφευχθεί η αποξένωση του παιδιού με το γονέα με τον οποίο δεν διαμένει αλλά και γενικότερα να διατηρηθεί τέτοια επικοινωνία μεταξύ τους που να είναι συμβατή με το Νόμο και τη Νομολογία ώσπου τα θέματα γονικής μέριμνας να επιλυθούν οριστικά από το Δικαστήριο (δηλαδή τον Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμο του 1990, Ν.216/90 ’ρθρα 6(1)(2)[1] και 17[2]) και τη Νομολογία, (Διευθύντρια Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ν. Ν. κ.ά. (2001) 1Γ ΑΑΔ 1911 και Σ. ν. Σ. (1993) 1 ΑΑΔ 130).
Επαναλαμβάνουμε όμως το αυτονόητο, δεν είναι ο κατάλληλος «χώρος» και η αρμόζουσα διαδικαστική πορεία να τίθεται στο προσωρινό μέτρο όλη σχεδόν η εμβέλεια των διαφορών των γονέων και μάλιστα υπό συνθήκες έντονης αντιπαράθεσης, με αποτέλεσμα στο τέλος να παραβλέπεται το ζητούμενο: το συμφέρον του παιδιού. Αυτό δύναται να επιτευχθεί, κατά το δυνατόν, με ομαδοποίηση όλων των θεμάτων ώστε να μην κατατεμαχίζεται η διαδικασία. (Βλ. Bromley's Family Law, 11th ed. p.485 "Child arrangements orders deal with the child's living arrangements and, what might still be broadly called, contact under a single umbrella order)".
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού θεώρησε, ορθά ότι πληρείται η τρίτη προϋπόθεση, κατά το στάδιο πλέον της εξέτασης της προσφορότητας για την έκδοση του Διατάγματος, κατά διακριτική ευχέρεια, άσκησε θετικά και πάλι προς την κατεύθυνση του αιτήματος του πατέρα την αύξηση του δικαιώματος επικοινωνίας στην βάση μιας συμβιβαστικής λύσης που είχε δοκιμαστεί και ανατράπηκε κατά την περίοδο λήψης μέτρων για αντιμετώπιση του κορωνοϊού.
Είναι γνωστό βεβαίως ότι το Εφετείο για να επέμβει στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου πρέπει να συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Στην υπόθεση Λυσιώτη ν. Δημοκρατίας (2000) 1Α ΑΑΔ 364 συνοψίζεται εύστοχα η αρχή αυτή ως ακολούθως:
«Πρόκειται για απόφαση που απορρέει από την άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται,
(α) Όπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες.
(β) Όπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο (Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988, 989, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 Α.Α.Δ. 710).
(γ) Όπου υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Νεάρχου ν. Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 954, Donald Campbell & Co. Ltd v. Pollak [1927] A.C. 732, Evans v. Bartlam [1937] A.C. 473, Young v. Thomas [1892] 2 Ch. 234 και Egerton v. Jones [1939] 3 All E.R. 892)".
Η διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου εν προκειμένω φαίνεται να ασκήθηκε στα ορθά πλαίσια. Το μόνο σημείο που δεν φαίνεται να απασχόλησε είναι η αναγκαιότητα πρόβλεψης κάποιων ωρών επικοινωνίας του παιδιού με το γονέα κατά το Σαββατοκυρίακο αφού όπως παρατηρούμε είναι ανύπαρκτη. Επ' αυτού θα επανέλθουμε αφού ασχοληθούμε με τον τέταρτο λόγο έφεσης με τον οποίο ο Εφεσείων μέμφεται το Οικογενειακό Δικαστήριο για προκατάληψη και μεροληψία εναντίον του. Αυτό συσχετίζεται κυρίως με την επικαλούμενη παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να σχολιάσει ή να χειριστεί επί μέρους δηλώσεις ή θέματα αλλά και ευρύτερα για την ορθότητα της κρίσης.
Θεωρούμε εντελώς άδικη αυτή την μομφή προς το Δικαστήριο. Όπως επανειλημμένα έχει λεχθεί δεν είναι έργο του Δικαστηρίου να σχολιάζει κάθε επιχείρημα ή δήλωση των διαδίκων ή των συνηγόρων τους. Καθήκον του είναι η διατύπωση καθαρής δικαστικής κρίσης η οποία να είναι αιτιολογημένη. (βλ. Οδυσσέα ν. Αστυνομίας (1999) 2 AAΔ 490). Περαιτέρω, κάποιες αναβολές που δόθηκαν και για τις οποίες διαμαρτύρεται ο πατέρας, παρότι αναγνωρίζουμε ότι δεν ήταν επιθυμητές, ωστόσο δεν έχουμε διαγνώσει οποιαδήποτε προκατάληψη.
Η εκκαλούμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη όπως ήδη καταγράψαμε και επικυρώνεται. Πλην όμως θεωρούμε ότι δέον να προστεθεί στο διάταγμα η εξής παράγραφος που αφορά στην προσωρινή εξασφάλιση του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα με τη θυγατέρα του κατά το Σαββατοκυρίακο ως εξής:
Ο πατέρας θα έχει δικαίωμα επικοινωνίας με τη θυγατέρα του από η ώρα 10.00 το πρωί μέχρι η ώρα 5.00 το απόγευμα, στην κατοικία του, με την παρουσία της μητέρας του, το Σάββατο και εναλλάξ την Κυριακή και ούτω καθ΄ εξής, αρχομένης της υποχρέωσης από το Σάββατο 1.1.2022 και εναλλάξ την Κυριακή 9.1.2022 και ούτω καθ΄εξής.
Σημειώνουμε ότι δεν θα ασχοληθούμε με το θέμα της διανυκτέρευσης του παιδιού στην οικία του πατέρα - κάτι που ευλόγως θα αναμένετο να υφίσταται - ενόψει του ότι η κύρια αίτηση η οποία θα επιλύσει οριστικά το θέμα είναι ορισμένη κατά τον Ιανουάριου του 2022. (Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Οικογενειακό Δίκαιο 2η έκδοση (2017), σελ.592 κ.ε.)
Προτρέπουμε όμως τους γονείς να παραμερίσουν τις όποιες διαφορές τους και να μεριμνήσουν στο μεσοδιάστημα όπως δοκιμαστικά εφαρμοσθεί και αυτή η έκφανση δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα και γενικότερα να εξεύρουν συμβιβαστικές λύσεις από τις οποίες κυρίως θα ωφεληθεί το παιδί τους.
Όσον αφορά το θέμα των εξόδων πρωτοδίκως, ήταν απολύτως μέσα στα πλαίσια της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου να αποφασίσει όπως πιο πάνω και ομοίως δεν θεωρούμε ότι πρέπει να επέμβουμε.
Ενόψει της μερικής επιτυχίας της έφεσης θεωρούμε ορθότερο να μην εκδοθεί διαταγή για έξοδα στην έφεση.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.
ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
[1]΄Ασκηση γονικής μέριμνας
6.-(1) Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου.
(2)(α) Στο συμφέρον του τέκνου πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του Δικαστηρίου όταν, κατά τις διατάξεις του νόμου, το Δικαστήριο αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο της άσκησης της.
(β) Η απόφαση του Δικαστηρίου πρέπει επίσης να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις με βάση το φύλο, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις πεποιθήσεις, την ιθαγένεια, την εθνική ή κοινωνική προέλευση ή την περιουσία.
[2] «17.(1) Ο γονέας ΅ε τον οποίο δε δια΅ένει το τέκνο διατηρεί το δικαίω΅α της προσωπικής επικοινωνίας ΅ε αυτό.
(2) Σε περίπτωση διαφωνίας όσο αφορά την άσκηση του δικαιώ΅ατος, προσωπικής επικοινωνίας, αποφασίζει το ∆ικαστήριο.
(3) Στην απόφαση του το ∆ικαστήριο λα΅βάνει υπόψη και εφαρ΅όζει κατ' αναλογία τις πρόνοιες του άρθρου 6».