ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Σάντης, Νικόλας Χρ. Μ. Τριανταφυλλίδης για τον Εφεσείοντα Γ. Κουρουπίδης για Α. Τριανταφυλλίδη amp;amp;amp; Υιοί Δ.Ε.Π.Ε, για την Εφεσίβλητη CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-11-03 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ v. Α. PANAYIDES CONTRACTING PUBLIC LTD (πρώην Α. PANAYIDES CONTRACTING LTD), Πολιτική Έφεση Αρ. 40/2013, 3/11/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:A498

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ. 40/2013)

 

3 Nοεμβρίου, 2021

 

[Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Ν. ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]

 

xxx ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ

Εφεσείοντας/Ενaγόμενος

v.

 

Α. PANAYIDES CONTRACTING PUBLIC LTD

(πρώην Α. PANAYIDES CONTRACTING LTD)

                                                             

Εφεσίβλητη/Ενάγουσα

----------------------

Χρ. Μ. Τριανταφυλλίδης για τον  Εφεσείοντα

Γ. Κουρουπίδης για Α. Τριανταφυλλίδη & Υιοί Δ.Ε.Π.Ε, για την Εφεσίβλητη                        

                                                --------------------

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Α. Πούγιουρου.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ:  Με την Αγωγή της στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας η Εφεσίβλητη/Ενάγουσα αξίωνε εναντίον του Εφεσείοντα/Εναγομένου το ποσό των ΛΚ14,973 ως υπόλοιπο οφειλόμενο δυνάμει προσφερθεισών και εκτελεσθεισών εργασιών στη βάση συμβολαίου ημερομηνίας 21/5/2001 και/ή ως εύλογη αμοιβή, αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας και νόμιμο τόκο.

 

 Σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης, δυνάμει γραπτής συμφωνίας ημερομηνίας 21/5/2001  μεταξύ των διαδίκων, η Εφεσίβλητη, εγγεγραμμένος εργολήπτης, ανέλαβε έναντι της συμφωνημένης αμοιβής των ΛΚ500,000 όπως εκτελέσει τις εργασίες ανέγερσης του κτιρίου «NIVIA» στη Λευκωσία που περιγράφοντο στο συμβόλαιο, στη βάση των τεχνικών όρων και των αρχιτεκτονικών σχεδίων που επισυνάπτοντο σ' αυτό.  Με την  ολοκλήρωση των εργασιών  περί τα τέλη του 2002 επιτεύχθηκε η προσωρινή παραλαβή του έργου από τον Εφεσείοντα.  Ακολούθησαν στις 3/2/2004 η έκδοση του πιστοποιητικού τελικής παραλαβής και στις 15/4/2004 του πιστοποιητικού πληρωμής με αριθμό 17, για το ποσό των ΛΚ14,973.  Ο Εφεσείοντας, παρά τις σχετικές οχλήσεις της Εφεσίβλητης, παρέλειψε να προβεί στην εξόφληση του εν λόγω πιστοποιητικού πληρωμής εξού και η καταχώρηση της Αγωγής από την τελευταία.

 

Ο Εφεσείοντας με την Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση του αν και παραδέχετο τον καταρτισμό της συμφωνίας με τον Εφεσείοντα και την έκδοση του επίδικου πιστοποιητικού πληρωμής, εν τούτοις έθεσε θέμα παράλειψης εκτέλεσης από πλευράς εφεσίβλητης των εργασιών στη βάση των συμφωνηθέντων σχεδίων καθώς και πλημμελούς εκτέλεσης των εργασιών.    Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του,  δι' επιστολής τους ημερομηνίας 19/3/2003 οι αρχιτέκτονες του έργου κάλεσαν την Εφεσίβλητη, μεταξύ άλλων, να προβεί στη χάραξη ενδιάμεσων ραβδώσεων στο επίστρωμα σκυροδέματος της ράμπας του υπογείου προς το σκοπό να καταστεί ασφαλής και/ή χρησιμοποιήσιμη, και/ή  να καταστεί σύμφωνη με τις προδιαγραφές και/ή τον σχεδιασμό της.   Υπό το φως όμως της καθυστέρησης συμμόρφωσης προς τις υποδείξεις του αρχιτέκτονα, εφόσον οι εργασίες ανακατασκευής της ράμπας ολοκληρώθηκαν στις 16/6/2004, ο Εφεσείοντας υπέστη ζημιές που προέρχοντο από την αποκοπή από τον ενοικιαστή του κτιρίου για περίοδο 15 μηνών του ποσού των ΛΚ1,150 μηνιαίως, από το συμφωνηθέν μηνιαίο ενοίκιο, λόγω της μη χρησιμοποίησης της πρόσβασης προς τον υπόγειο χώρο στάθμευσης, δηλαδή συνολικά ΛΚ17,250, ποσό που αξιώνει με την Ανταπαίτηση του. 

 

Η Αγωγή και Ανταπαίτηση οδηγήθηκαν σε ακρόαση στα πλαίσια   της  ίδιας διαδικασίας όπου οι δύο πλευρές προσκόμισαν  προφορική μαρτυρία και κατέθεσαν  αριθμό τεκμηρίων.

 

 Εγκρίθηκαν επίσης ως παραδεκτά γεγονότα «ότι το απαιτούμενο ποσό από τον Εναγόμενο αντικατοπτρίζει τα ποσά, τα οποία του απέκοψε ο ενοικιαστής του λόγω του ότι δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η ράμπα» όπως και «νοείται ότι αυτή η δήλωση συμφωνίας των δύο πλευρών δεν δεσμεύει την πλευρά των Εναγόντων όσον  αφορά το θέμα της ευθύνης σχετικά με τη δυνατότητα χρησιμοποίησης της ράμπας».

 

Κατόπιν ακρόασης, η τελική ετυμηγορία του Δικαστηρίου ήταν η έκδοση απόφασης στην Αγωγή υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα για το ποσό των €25.583,00 (ισάξιο των ΛΚ14,973) πλέον νόμιμο τόκο από 21/7/2006 και έξοδα.  Σε ό,τι αφορά δε την Ανταπαίτηση  απορρίφθηκε  με έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης.

 

Με την παρούσα έφεση ο Εφεσείoντας προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης  με οκτώ λόγους έφεσης, οι οποίοι είναι συναφείς και έχουν ως αντικείμενο την αμφισβήτηση αριθμού ευρημάτων του πρωτόδικου Δικαστηρίου, με κεντρικό άξονα τη διαπίστωση του ότι η Εφεσίβλητη  δεν ευθύνετο  για την καθυστέρηση στην ανακατασκευή της ράμπας, που ήταν καταλυτική για την τύχη της Ανταπαίτησης.

 

 Ο Εφεσείοντας βάλλει επίσης κατά  άλλων επί μέρους διαπιστώσεων  του πρωτόδικου Δικαστηρίου,  όπως ότι δεν είχε εξουσία να ασχοληθεί με τη θέση  που πρόβαλε για συμψηφισμό της αξίωσης της Αγωγής με την Ανταπαίτηση, ότι  η Εφεσίβλητη υποστήριξε ότι η ράμπα παρουσίαζε πρόβλημα λόγω ελαττωματικών αρχιτεκτονικών σχεδίων ενώ δεν υποστηρίζετο τέτοια διαπίστωση από τη μαρτυρία και  ότι ήταν η   δικογραφημένη  θέση του Εφεσείοντα  ότι ο αρχιτέκτονας του έργου κάλεσε την Εφεσίβλητη να προβεί σε χάραξη ενδιάμεσων ραβδώσεων στο επίστρωμα της ράμπας ενώ  δεν υπήρχε στο δικόγραφο  τέτοια θέση.  Προσβάλλει επίσης ως λανθασμένη την διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι δεν άντεχε στον έλεγχο της λογικής η θέση του Εφεσείοντα ότι αν και από τις 19/3/2003 που κλήθηκε να επιδιορθώσει τη ράμπα, η Εφεσίβλητη προέβη στην επιδιόρθωση  με σημαντική καθυστέρηση δηλαδή τον Ιούνιο του 2004. Εισηγείται περαιτέρω ότι η κατάληξη ότι ο Εφεσείοντας δεν  έπεισε το  Δικαστήριο ότι ο  ενοικιαστής του απέκοπτε ένα ποσό από το ενοίκιο, είναι επίσης λανθασμένη λόγω αντίθεσης της με τα παραδεκτά γεγονότα. Προβάλλει  τέλος ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρχαν Λεπτομέρειες Ειδικών Ζημιών στο δικόγραφο του Εφεσείοντα και ότι δεν είχε πειστεί ότι ο Εφεσείοντας υπέστη οποιαδήποτε ζημιά.  

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εκδίδοντας την απόφαση του ασχολήθηκε κατ' αρχάς με την αξιολόγηση της ενώπιον του μαρτυρίας και εξαγωγή των συμπερασμάτων του.  Έκρινε τον ΜΕ1, πολιτικό μηχανικό και υπάλληλο της Εφεσίβλητης, καθόλα αξιόπιστο θεωρώντας ουσιαστικά τη μαρτυρία του ως αναντίλεκτη.  Δεν τον έκρινε όμως ως εμπειρογνώμονα για αρχιτεκτονικά σχέδια ο οποίος στη μαρτυρία του απέδωσε το πρόβλημα με την ράμπα σε ελαττωματικότητα των σχεδίων.  Αποδέχθηκε επίσης τη μαρτυρία του ΜΥ1, αρχιτέκτονα του έργου και μάρτυρα της υπεράσπισης, τον οποίον έκρινε ως εμπειρογνώμονα για τα θέματα που κατέθεσε.  Αποδεχόμενο τη μαρτυρία του, με την πιο κάτω επιφύλαξη, έδωσε έμφαση στο μέρος που αναφέρετο στο  ότι η ράμπα, όπως κατασκευάστηκε αρχικά, παρουσίαζε, λόγω του πλημμελούς τρόπου κατασκευής της, κλίση και ανομοιογενές υψόμετρο και ότι τα διορθωτικά μέτρα που έπρεπε να λάβει η Εφεσίβλητη θα ήταν σύμφωνα με τις οδηγίες του με τα   καινούργια αρχιτεκτονικά σχέδια.

 

Απέρριψε όμως την εκδοχή του ότι για την καθυστέρηση της ανακατασκευής της ράμπας ευθύνετο η Εφεσίβλητη με την  παράλειψη της να υποβάλει νέα σχέδια, αν και ήταν δική της ευθύνη η εκπόνηση τους,  εφόσον έκρινε ότι ερχόταν σε αντίθεση με άλλες θέσεις του, που πρόβαλλε με τα Τεκμήρια   6 και 8 που είναι επιστολές του, ως  αρχιτέκτονα του έργου, προς την Εφεσίβλητη ημερομηνίας 11/12/2003 και 22/3/2004 αντίστοιχα και αφετέρου λόγω παράλειψης του να δώσει οποιαδήποτε εξήγηση  για την καθυστέρηση που παρατηρήθηκε στην αποστολή των νέων αρχιτεκτονικών σχεδίων στην Εφεσίβλητη. 

 

Δεν θα επεκταθούμε σ' ό,τι αφορά το θέμα της αξιολόγησης της προφορικής  μαρτυρίας εφόσον δεν συνιστά άμεσα αντικείμενο της έφεσης παρά μόνο προσβάλλονται με αυτή ευρήματα του Δικαστηρίου που προέκυπταν από τη μαρτυρία που έκαμε αποδεκτή.  

 

Χρήσιμη θεωρούμε την παράθεση των ευρημάτων του Δικαστηρίου ως αποτέλεσμα της  αξιολόγησης του ενώπιον του μαρτυρικού υλικού:

 

«Η προσωρινή παραλαβή του έργου έλαβε χώρα στις 22.11.2002.  Την 29.03.2004 και μετά την τελική παραλαβή του έργου από τον Εναγόμενο, εκδόθηκε από το ΜΥ1 το πιστοποιητικό τελικής παραλαβής αρ. 16 και ακολούθως την 15.06.2004 ο αρχιτέκτων, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας των διαδίκων ημερ. 21.05.2001, εξέδωσε το πιστοποιητικό πληρωμής αρ. 17 διά το ποσό των ΛΚ14,973, απελευθερώνοντας το ποσό κράτησης συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.  Ο Εναγόμενος παραλείπει να καταβάλει το ως άνω οφειλόμενο από αυτόν ποσό στον Ενάγοντα. 

 

Κατά τη συνάντηση στις 11.12.2003 διαπιστώθηκαν από τον αρχιτέκτονα του έργου, υπολειπόμενες ή διορθωτικές εργασίες ως αυτές καταγράφονται στο Τεκμήριο 6.  Διεφάνη ότι η ράμπα η οποία οδηγεί στον υπόγειο χώρο στάθμευσης του κτιρίου, ενώ όφειλε να κατασκευαστεί από τον Ενάγοντα σύμφωνα με τα αρχιτεκτονικά σχέδια και να χρησιμοποιείται από οχήματα διά να κατέρχονται στον υπόγειο χώρο στάθμευσης, λόγω του πλημμελούς τρόπου κατασκευής της από τον Ενάγοντα, η κλίση και το ανομοιογενές υψόμετρο της εμπόδιζαν την πρόσβαση των οχημάτων στον υπόγειο χώρο στάθμευσης του κτιρίου.

 

Με το Τεκμήριο 7, ημερ. 01.03.2004, ο Ενάγων πληροφόρησε τον αρχιτέκτονα ότι οι υπολειπόμενες ή διορθωτικές εργασίες είχαν ουσιαστικά συμπληρωθεί και ότι ανέμενε διά την ανακατασκευή της ράμπας σχέδια και οδηγίες του ΜΥ1.  Στον Ενάγοντα δόθηκαν από το ΜΥ1 στις 22.03.2004 τέτοιες οδηγίες με επισυνημμένο αρχιτεκτονικό σχέδιο (Τεκμήριο 8).  Ο Ενάγων ανακατασκεύασε τη ράμπα και αποπεράτωσε την εργασία αυτή την 16.06.2004, ημερομηνία συμπλήρωσης των επιδιορθώσεων των ελαττωμάτων του έργου (Τεκμήριο 13).

 

Το περιεχόμενο εκάστου τεκμηρίου 1-4, 6, 7, 8, 10, 11, 12, 13, 14, 15 καθίσταται εύρημα Δικαστηρίου.

 

Διά το θέμα των επιπλέον εργασιών σε σχέση με το ποσό των ΛΚ480 πλέον ΦΠΑ για τις επιπρόσθετες ραβδώσεις ως το Τεκμήριο 5 καθώς και το ποσό των ΛΚ1,300 (Τεκμήριο 9) τα οποία απαίτησε ο Ενάγων, βρίσκω ότι τα ως άνω ποσά δεν έγιναν αποδεκτά ούτε από τον αρχιτέκτονα του έργου ούτε από τον Εναγόμενο.  Συνεπώς δεν εγείρεται θέμα συμφωνίας των διαδίκων σ' αυτή τη βάση. 

 

Επειδή όμως κανένα από τα ως άνω ποσά δεν συμπεριλαμβάνονται στα πιστοποιητικά αρ. 16 και 17 παρέλκει η εξέταση του θέματος των επιπλέον εργασιών για τη ράμπα, αφού ουσιαστικά τα ως άνω ποσά δεν διεκδικούνται από τον Ενάγοντα με την υπό κρίση αγωγή.

 

Με βάση τα ως άνω ευρήματα βρίσκω ότι ο Ενάγων κατάφερε να αποδείξει στο βαθμό που όφειλε την απαίτηση τυ εναντίον του Εναγομένου και η αγωγή επιτυγχάνει.  Αφού και ένα προσωρινό πιστοποιητικό προσφέρει έγκυρο έρεισμα αξίωσης του ποσού παρά την ύπαρξη κακοτεχνιών (Chr. Petrides Tradelinks Ltd v. Παντελής Κυριάκου και Υιοί Λτδ (1996) 1 Α.Α.Δ. 441), ενώ στην προκειμένη περίπτωση το τελικό πιστοποιητικό είχε ήδη εκδοθεί και δεν αμφισβητήθηκε από τον Εναγόμενο».

 

Είναι γνωστή η νομολογία ότι το Ανώτατο Δικαστήριο κατ' έφεση δεν επεμβαίνει κατά κανόνα στην αξιολόγηση και τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το οποίο έχει την ευκαιρία να παρατηρήσει και να εξετάσει τη μαρτυρία ενώπιον του στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης, με όλα τα συνακόλουθα ευεργετήματα (βλ. Μάρκαρη ν. Παρασκευά (2012) 1 (Β) ΑΑΔ 1493). Αυτό γίνεται όταν το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για την αξιοπιστία των μαρτύρων, αντικειμενικά κρίνοντας, δεν είναι ευλόγως επιτρεπτά, αντιστρατεύονται την κοινή λογική, δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία, είναι εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν διαπιστώνονται αντιφάσεις ουσιαστικής μορφής (βλ. Σόλων Φανάρας ν. Περικλή Κυπριανίδη, Πολ. Έφεση 136/10, ημερ. 24/4/15, ECLI:CY:AD:2015:A287,  Σταύρος Αντωνίου ν. Α. Panayides Contracting Ltd, Πολ. Έφεση 259/11, ημερ. 4/10/17, ECLI:CY:AD:2017:A333, xxx Τράγκολα ν. xxx xxx Σιοπαχά κ.ά, Πολιτική Έφεση 434/2012, ημερομηνίας 6/6/2019, ECLI:CY:AD:2019:A221 και Χαραλαμπίδης ν. Μιχαήλ, Πολιτική Έφεση 304/2013, ημερομηνίας 16/7/2021), ECLI:CY:AD:2021:A316. 

Θα πρέπει να λεχθεί ότι στην προφορική του αγόρευση ο δικηγόρος του Εφεσείοντα διευκρίνισε ότι η υπό κρίση έφεση προσβάλλει μόνο το μέρος της απόφασης για την απόρριψη της Ανταπαίτησης, προσδιορίζοντας ως επίδικο θέμα το κατά πόσο η ελαττωματικότητα της ράμπας οφείλετο στα  αρχικά αρχιτεκτονικά σχέδια ή στον τρόπο κατασκευή της.

  

Στην αντίπερα όχθη ο δικηγόρος της Εφεσίβλητης αντέτεινε ότι για να πετύγχανε η Ανταπαίτηση θα έπρεπε  να αποδειχθεί κατά πρώτο  ότι η Εφεσίβλητη ευθύνετο για την κατ' ισχυρισμό  καθυστέρηση στην ανακατασκευή της ράμπας, βάρος που, με τη μαρτυρία που προσκόμισε ο Εφεσείοντας, κατά την εισήγηση του, δεν μπόρεσε να αποσείσει.

 

Εξετάσαμε με προσοχή τις εκατέρωθεν εισηγήσεις υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας αντιπαραβάλλοντας τις με τις δικογραφημένες θέσεις των διαδίκων, σε συνάρτηση με τα πρακτικά και τα τεκμήρια στα οποία έχουμε ανατρέξει.

 

Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουμε είναι ότι τίποτε το ουσιαστικό δεν προβάλλεται από πλευράς Εφεσείοντα με το οποίο να καθιστά τα προσβαλλόμενα ευρήματα καθ' οιονδήποτε τρόπο μεμπτά,  ώστε να χρειάζεται η παρέμβαση μας.  

 

Κατ' αρχάς σημειώνουμε ότι η θέση  του Εφεσείοντα που προώθησε με τον πρώτο λόγο έφεσης, ότι δηλαδή το Δικαστήριο λανθασμένα έκρινε ότι δεν είχε εξουσία να προβεί σε συμψηφισμό της αξίωσης της Εφεσίβλητης με την Ανταπαίτηση, όχι μόνο διαφέρει απ' εκείνη που ανέπτυξε με το περίγραμμα αγόρευσης του δικηγόρου του, ότι δηλαδή το Δικαστήριο λανθασμένα εξέλαβε ότι ο Εφεσείοντας προώθησε την έννοια του συμψηφισμού, αλλά είναι και αντιφατικές.  Ο ίδιος ο Εφεσείοντας με τη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του πρωτόδικα, με αναφορά σε νομολογία, έθεσε θέμα αντιπαραβολής (set off) των δύο αξιώσεων.  Καταλήγει δε στα εξής:

 

«Με βάση τα ανωτέρω αιτούμαι όπως εκδοθεί απόφαση υπέρ του Εναγομένου με βάση την Ανταπαίτηση του με έξοδα εις βάρος των Εναγόντων.  Το ποσό της Ανταπαίτησης θα μειωθεί κατά το ποσό της απαίτησης των Εναγόντων κατ' ακολουθία του setoff το οποίο νόμιμα δύναται να διενεργηθεί».

 

Το Δικαστήριο προχώρησε και   εξέτασε το ζήτημα και έκρινε ότι η επίκληση ουσιαστικά από πλευράς Εφεσείοντα, συμψηφισμού της Απαίτησης με την Ανταπαίτηση ήταν θεσμός άγνωστος στο δικαϊκό μας σύστημα, θέση που μας βρίσκει σύμφωνους.  Εν πάση περιπτώσει το θέμα του συμψηφισμού θα αποκτούσε σημασία στην περίπτωση που το Δικαστήριο έκρινε ότι για την καθυστέρηση στην ανακατασκευή της ράμπας ευθύνετο η Εφεσίβλητη και ότι συνεπεία της καθυστέρησης υπέστη ζημιές, για τις οποίες δικαιούται σε αποζημίωση.

 

Σημειώνεται όμως ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρά την προηγηθείσα  διαπίστωση του,  κατόπιν αξιολόγησης της μαρτυρίας, ότι δεν είχε προσφερθεί μαρτυρία ότι ευθύνετο για την καθυστέρηση η Εφεσίβλητη, ώστε να είναι υπόλογη στην πληρωμή αποζημιώσεων, εξέτασε εν εκτάσει το θέμα των αποζημιώσεων καταλήγοντας ότι ο Εφεσείοντας  δεν απέδειξε το ύψος της ζημιάς του.

 

Σημαντική κρίνουμε την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου,   για την οποία επίσης παραπονείται ο Εφεσείοντας,  ότι δεν είχε προσφερθεί μαρτυρία ότι ο χρόνος που παρήλθε για την ανακατασκευή της ράμπας ήταν υπερβολικός και ότι για την καθυστέρηση  ευθύνετο η Εφεσίβλητη.  Το Δικαστήριο έκρινε, στη βάση της ενώπιον του μαρτυρίας, ότι την ευθύνη για την εκπόνηση των αρχιτεκτονικών σχεδίων για την ανακατασκευή της ράμπας  είχε ο αρχιτέκτονας του έργου, δηλαδή ο ΜΥ1,   απορρίπτοντας την εκδοχή του ΜΥ1 ότι τέτοια ευθύνη είχε η Εφεσίβλητη.  Κατέληξε στη διαπίστωση αυτή βασιζόμενο ουσιαστικά  σε δύο Τεκμήρια που προέρχοντο από τον ίδιο τον ΜΥ1.  Το πρώτο,  Τεκμήριο 6, που είναι επιστολή  του ημερομηνίας 19/3/2003  προς την Εφεσίβλητη, όπου κάτω από τον τίτλο «ΥΠΟΛΕΙΠΟΜΕΝΕΣ ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 11-12-2003» αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:

 

«17. Η ράμπα προς το υπόγειο θα ανακατασκευαστεί προς το υπόγειο σύμφωνα με οδηγίες και σχέδια που θα εκδόσουν οι αρχιτέκτονες, μετά που θα αποτυπωθεί η υφιστάμενη επιτόπια κατάσταση».

 

 

Το δεύτερο, Τεκμήριο 8, που είναι πάλι επιστολή προς την Εφεσίβλητη ημερομηνίας 22/3/2004, στην οποία επισυνάπτοντο τα σχέδια.  Στην επιστολή αυτή κάτω από τον τίτλο «ΚΤΙΡΙΟ ΓΡΑΦΕΙΩΝ & ΕΚΘΕΣΙΑΚΩΝ ΧΩΡΩΝ NIVIAN ΣΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΕΠΑΝΑΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΡΑΜΠΑΣ ΥΠΟΓΕΙΟΥ» αναφέρονται τα εξής:

 

«Συνέχεια της επιστολής μας με αριθμό PK/1235/273/04, ημερομηνίας 1-3-2004, σχετικά με τις υπολειπόμενες εργασίες του πιο πάνω έργου, σας δίνεται η οδηγία για την

επανακατασκευή της ράμπας, σύμφωνα με το επισυναπτόμενο σχέδιο».

 

 

Στη βάση δε των δύο τεκμηρίων σε συνάρτηση με την υπόλοιπη μαρτυρία, το Δικαστήριο  απέρριψε και την άλλη θέση που προώθησαν ο Εναγόμενος και ο ΜΥ1 ότι η Εφεσίβλητη  με σημαντική καθυστέρηση εκτέλεσε τις εργασίες ανακατασκευής της ράμπας,  θεωρώντας  τη θέση αυτή ότι δεν άντεχε στον έλεγχο της λογικής, εφόσον τα σχέδια δόθηκαν στην Εφεσίβλητη στις 22/3/2004.

 

Μελετώντας τα Τεκμήρια 6 και 8 κρίνουμε ότι οι πιο πάνω διαπιστώσεις του Δικαστηρίου, που ήταν καταλυτικές για την τύχη της Ανταπαίτησης, ήταν ευλόγως επιτρεπτές στη βάση των ενώπιον του στοιχείων, λαμβάνοντας υπόψη το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι οι εργασίες ανακατασκευής της ράμπας συμπληρώθηκαν τον Ιούνιο του 2004.

 

Υπό το φως της κατάληξης μας αυτής η εξέταση των υπόλοιπων θεμάτων που εγείρονται με την έφεση και αναφέρονται κυρίως στο θέμα των αποζημιώσεων, που αφορούσε η Ανταπαίτηση, παρέλκει.

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα που καθορίζονται στο ποσό των €3.000.

 

                             Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

                                                                    

                                                                  Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

 

                                                                  Ν. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.

/Α.Λ.Ο.

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο