ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:D450
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση αρ. 191/2021)
30 Σεπτεμβρίου, 2021
[Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (33/1964)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018 (5/2018)
----------
Α. Ποιητής με Κ. Κότροφο, για τους αιτητές.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
[Μετά από Σύντομο Διάλειμμα]
ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Με την Αίτηση, οι Αιτητές εξαιτούνται:
«Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου παρέχον στους αιτητές άδεια για να καταχωρήσουν αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari για ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης ή και διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερομηνίας 17.09.2021, που εκδόθηκε μετά από μονομερή ενδιάμεση αίτηση ημερομηνίας 29.06.2021, η οποία καταχωρήθηκε από τους αιτητές στα πλαίσια της Ιδιωτικής Ποινικής Υπόθεσης 4889/2021, με την οποία το Δικαστήριο διέταξε την επίδοση της μονομερούς αίτησης, χωρίς να έχει δικαιοδοσία ή και εξουσία.
Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου παρέχον στους αιτητές άδεια για να καταχωρήσουν αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος prohibition, το οποίο να εμποδίζει το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακα σαν προχωρήσει στην περαιτέρω προώθηση ή και εκδίκαση της Ποινικής Υπόθεσης 4889/2021 ή και της ενδιάμεσης αίτησης ημερομηνίας 29.06.2021 μέχρι την τελική εκδίκαση της αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari».
Η Αίτηση εδράζεται στον Περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικό Κανονισμό 5/18, συνοδεύεται δε από Έκθεση Γεγονότων και Ένορκη Δήλωση λειτουργού στην υπηρεσία των Αιτητών.
Κατά αδρομερή συγκερασμό του περιεχομένου τής Έκθεσης Γεγονότων και της Ένορκης Δήλωσης - όπου (καλώς ή κακώς) παρατίθεται και συναφής επί της ουσίας επιχειρηματολογία, όμοια στην ουσία της με εκείνη που ανέπτυξαν οι Αιτητές στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας («το Κατώτερο Δικαστήριο») με εφαλτήριο και την Αναφορικά με την Αίτηση των Χριστιανίδη και Άλλων, Πολ. Αίτ. 112/16, ημ. 24.10.16, ECLI:CY:AD:2016:D493) - οι Αιτητές καταχώρισαν κατά της Κατηγορούμενης στις 29.6.21 την ιδιωτική ποινική υπόθεση 4889/21 για κατ' ισχυρισμόν παραβάσεις του Περί Κτηματομεσιτών Νόμου 71(Ι)/10. Ταυτοχρόνως, στο πλαίσιο της ίδιας υπόθεσης, καταχώρισαν και μονομερή αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος. Η αίτηση ορίστηκε για Ακρόαση στις 17.9.21, ενώ το κατηγορητήριο είναι ορισμένο για Απάντηση την 7.10.21. Ως ισχυρίζονται οι Αιτητές, κατά την ακρόαση της αίτησης την 17.9.21 το Κατώτερο Δικαστήριο αφού άκουσε τον συνήγορο τους, αντί να εγκρίνει ή απορρίψει την εκκρεμούσα αίτηση, διέταξε επίδοση της, κάτι που, ως προσθέτως λέγουν οι Αιτητές, δεν είχε εξουσία ή δικαιοδοσία να πράξει. Το Κατώτερο Δικαστήριο έδωσε οδηγίες για επίδοση της αίτησης, ορίζοντας την για αυτό τον σκοπό την ίδια ημερομηνία που είχε οριστεί το κατηγορητήριο για Απάντηση, δηλαδή στις 7.10.21. Προτάσσεται προσέτι από τους Αιτητές, πως κατά το Άρθρο 34 του Περί Κτηματομεσιτών Νόμο 71(Ι)/10, αφ' ης στιγμής πληρούνταν οι συναφώς τιθέμενες προϋποθέσεις, το Κατώτερο Δικαστήριο δεν είχε διακριτική ευχέρεια να απορρίψει την αίτηση μήτε και να διατάξει επίδοση της, καθιστώντας την έτσι ως αίτηση διά κλήσεως. Το κατηγορητήριο, επεκτείνουν, καταλογίζει στην Κατηγορούμενη πράξεις που συνιστούν συνεχή αδικήματα αυστηρής ποινικής ευθύνης. Σε περίπτωση που δεν χορηγηθεί η επιζητούμενη άδεια, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος η Κατηγορούμενη (η οποία φέρεται να μην είναι αδειούχος κτηματομεσίτρια), να πουλήσει ή να ενοικιάσει ακίνητα σε ανυποψίαστους πολίτες δίχως τον αναγκαίο έλεγχο από εγκεκριμένο αδειούχο κτηματομεσίτη, με παρεπόμενο να διακινδυνεύουν να αγοράσουν ακίνητα βεβαρυμμένα με εμπράγματα βάρη ή, σε περίπτωση ενοικίασης, ακίνητα που να είναι προβληματικά και ελαττωματικά, με όλα τα συνεπακόλουθα.
Για ευχερέστερη παρακολούθηση του σκεπτικού παραθέτω τις προβλέψεις τού Άρθρου 34 του Περί Κτηματομεσιτών Νόμου 71(Ι)/10:
«34.-(1) Κατόπιν μονομερούς (ex parte) αίτησης που υποβάλλεται από το Συμβούλιο σε οποιοδήποτε στάδιο μετά την καταχώριση κατηγορητηρίου σε Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εξαιρουμένου του άρθρου 38, το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα απαγόρευσης διενέργειας κτηματομεσιτείας από οποιοδήποτε κατηγορούμενο, ως επίσης και διάταγμα αναστολής της λειτουργίας οποιουδήποτε γραφείου ή υποστατικού που συνδέεται με το εκδικαζόμενο αδίκημα, αφού ικανοποιηθεί ότι-
(α) το κατηγορητήριο περιέχει αναφορά σε αδικήματα του παρόντος Νόμου. και
(β) υπάρχει εκ πρώτης όψεως μαρτυρία που να συνδέει συγκεκριμένο γραφείο ή υποστατικό με το εκδικαζόμενο αδίκημα:
Νοείται ότι ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμών ή άλλης πρακτικής, για την έκδοση των αναφερόμενων διαταγμάτων δεν απαιτείται η συνδρομή οποιασδήποτε άλλης προϋπόθεσης ή η συνδρομή επειγουσών περιστάσεων:
Νοείται περαιτέρω ότι σε ότι αφορά τον τύπο (form) της αίτησης, ακολουθούνται οι διατάξεις των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας που αφορούν ενδιάμεσες μονομερείς (ex parte) αιτήσεις».
Στην Αναφορικά με την Αίτηση των Χριστιανίδη και Άλλων, Πολ. Αίτ. 112/16, ημ. 24.10.16, ECLI:CY:AD:2016:D493 (με μνεία και στο Άρθρο 34 του Περί Κτηματομεσιτών Νόμου 71(Ι)/10), αναφέρθηκαν και τα ακόλουθα:
«...............................
Το Δικαστήριο, όπως προκύπτει από το τεκμήριο 4, πρακτικό ημερ. 27.9.2016 που επισυνάπτεται στην αίτηση, αυτεπαγγέλτως προχώρησε και εξέτασε κάθε τι, που το ίδιο έκρινε ως σχετικό, πριν ικανοποιηθεί εάν η περίπτωση δικαιολογούσε την έκδοση του διατάγματος μονομερώς, για να καταλήξει στα ακόλουθα:
«Έχω εξετάσει την προσκομισθείσα μαρτυρία και ικανοποιούμαι ότι τα γεγονότα δικαιολογούν τα κριτήρια που τίθενται από το Άρθρο 34(1) περί Κτηματομεσιτών Νόμος του 2010, Νόμος 71(Ι)/2010 για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων υπό τα στοιχεία 1 και 2 της Αίτησης (βλ. xxx Hunter v Συμβούλιο Εγγραφής Κτηματομεσιτών (2012) 2 Α.Α.Δ. 731).
Δεδομένου του πλαισίου υποβολής της υπό κρίση Αίτησης, ήτοι στα πλαίσια ποινικής υπόθεσης, και της μη εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση των προνοιών του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, Νόμος 14/1960, δεν υπάρχει το δικαιοδοτικό πλαίσιο υποβολής οποιωνδήποτε όρων από το Δικαστήριο για την εξασφάλιση του διατάγματος από πλευράς Αιτήτριας (βλ. Άρθρο 32(2) του Νόμου 14/1960) το οποίο από τα γεγονότα κρίνεται δικαιολογημένο (βλ. το Άρθρο 2 του Νόμου 14/1960 ως προς την ερμηνεία της φράσης «πολιτική δικαιοδοσία» και το σύγγραμμα των Γ. Ερωτοκρίτου και Π. Αρτέμη Διατάγματα, 1η έκδοση 2016, στις σελίδες 116 και 117). Το πλαίσιο της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου ορίζεται καθαρά από το προαναφερόμενο Άρθρο 34(1) του Νόμου 71(Ι)/2010, το οποίο δεν παρέχει μια τέτοια εξουσία.
[.]
Επί του ιδίου σκεπτικού, βάσει του προαναφερόμενου Άρθρου 34(1) του Νόμου 71(Ι)/2010, το αιτούμενο διάταγμα δεν κατατάσσεται στην κατηγορία των διαταγμάτων τα οποία κατά κανόνα εκδίδονται δια κλήσεως του αντιδίκου και τα οποία κατ΄ επίκληση του κατ΄ επείγοντος ή άλλων ειδικών περιστάσεων βάσει των προνοιών του Άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμος, Κεφ. 6 εκδίδεται επί προσωρινής βάσης, και υπό όρους εξασφάλισης τυχόν ζημιάς του αντιδίκου, ώστε να δοθεί στον αντίδικο ειδοποίηση περί αυτού για να παρουσιάσει τυχόν λόγους που κατά τη θέση του δεν δικαιολογούν την έκδοση του και επιβάλλουν την ακύρωση του (βλ. κατ΄ αναλογία, το σκεπτικό του Εφετείου στην υπόθεση Re xxx Γρηγοριάδη, Πολιτική Έφεση Αρ. 10/2011, 14.6.2013). Το Δικαστήριο, σύμφωνα με το προαναφερόμενο Άρθρο 34(1) του Νόμου 71(Ι)/2010 «εκδίδει διάταγμα» και όχι προσωρινό διάταγμα, αφού, ως ορίζει το εν λόγω Άρθρο του Νόμου, τούτο εκδίδεται όταν οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις συνυπάρχουν «ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμών ή άλλης πρακτικής» και «για την έκδοση των αναφερόμενων διαταγμάτων δεν απαιτείται η συνδρομή οποιασδήποτε άλλης προϋπόθεσης ή η συνδρομή επειγουσών περιστάσεων» (η έμφαση είναι δική μου).
Συνεπώς, το διάταγμα εκδίδεται άνευ όρων και ενδιάμεσα μέχρι την εκδίκαση και τελική αποπεράτωση της ποινικής υπόθεσης με τον πιο πάνω τίτλο και αριθμό, χωρίς να οριστεί επιστρεπτέο. Απόφαση στην οποία καταλήγω, χωρίς να διαφεύγουν της προσοχής μου τα όσα έχουν αναφερθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Rousounides & Soteriou Trading Ltd κ.α. ν Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (2002) 1 Α.Α.Δ. 1274.
......................................
Σημειώνω ότι πρόκειται για ποινική διαδικασία και μάλιστα για κατηγορητήριο που αποδίδει στους αιτητές πράξεις που συνιστούν συνεχή αδικήματα αυστηρής ποινικής ευθύνης. Εξ ου και θεωρώ πως ο νομοθέτης εναπόθεσε στο Δικαστήριο ευρεία εξουσία προς ταχεία και απρόσκοπτη έκδοση ενός τέτοιου διατάγματος, κάτω από τους περιοριστικούς όρους και προϋποθέσεις που τάσσει το άρθρο 34(1) του Νόμου και ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε Νόμου ή Κανονισμών ή άλλης πρακτικής.[.]Η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση παρείχε, θεωρώ, εκ πρώτης όψεως, ικανά στοιχεία τα οποία είχε κατά νου το Δικαστήριο πριν ασκήσει την τελική του κρίση και τα οποία δικαιολογούσαν την έκδοση του, χωρίς να απαιτείται «η συνδρομή άλλως προϋπόθεσης ή η συνδρομή ή επειγουσών περιστάσεων». Τούτο αφ΄ εαυτού θέτει εκ ποδών τους νομικούς λόγους που προωθούν οι αιτητές ως προς τις παραβιάσεις του άρθρου 32 του Νόμου 14/60 ή του άρθρου 9 του ΚΕΦ. 6.
................................................
Σε κάθε περίπτωση, οι αιτητές είχαν, θεωρώ χωρίς να εκφράζω τελική κρίση, δικαίωμα να θέσουν το ζήτημα ενώπιον του Δικαστηρίου, είτε καταχωρώντας αίτηση δυνάμει της Δ.48 θ.4, κατ΄ αναλογίαν και κατ΄ ακολουθίαν της δεύτερης επιφύλαξης του άρθρου 34(1) του Νόμου ανωτέρω, για ακύρωση του, ή και προφορικά κατά την πρώτη εμφάνιση των κατηγορουμένων-αιτητών στο Δικαστήριο στις 29.9.2016. Το διάταγμα που έχει εκδοθεί δεν παύει να είναι ένα ενδιάμεσο διάταγμα μέχρι την τελική έκδοση της απόφασης του Δικαστηρίου, καταδικαστικής ή αθωωτικής αναλόγως της μαρτυρίας της οποίας ήθελε τεθεί ενώπιον του και στα πλαίσια της ποινικής δίκης.
Οι αιτητές δεν έχουν, κατά την κρίση μου, θεμελιώσει παραβίαση των δικαιωμάτων τους, Άρθρο 12 του Συντάγματος, ή των καθιερωμένων αρχών της φυσικής δικαιοσύνης. Η απόφαση του Δικαστηρίου λήφθηκε συννόμως, εντός των ρητών προϋποθέσεων του Νόμου. Η ενδιάμεση διαδικασία και η έκδοση του διατάγματος δεν προοιωνίζει ή προκαταβάλλει το αποτέλεσμα της δίκης. Τα δικαιώματα των κατηγορουμένων-αιτητών παραμένουν αλώβητα. Μόνο μετά το πέρας της δίκης και σε περίπτωση καταδικαστικής απόφασης ενδέχεται το διάταγμα να καταστεί τελικό, άρθρο 34(2)(α) και (β) του Νόμου.
Παρά το γεγονός ότι δεν έχουν τεθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στοιχεία ή λόγοι που η υπόθεση προγραμματίστηκε για ακρόαση στις 22.11.2016, θεωρώ ότι λόγω της δραστικότητας του μέτρου και της φύσης του εκδοθέντος διατάγματος, επιβάλλετο η ακρόαση να οριστεί σε πλέον σύντομη ημερομηνία, χωρίς να παραγνωρίζω, ότι η εκδίκαση της υπόθεσης και ο προγραμματισμός του χρόνου, ως μέσου διερεύνησης του όποιου αιτήματος ή εκκρεμούσης διαδικασίας, εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου και στην εξάσκηση της διακριτικής του εξουσίας [.]. Η αίτηση απορρίπτεται».
Το Κατώτερο Δικαστήριο, αποφάνθηκε ως εξής:
«....................................
Κατ' αρχάς διαπιστώνω ότι η απόφαση στην οποία αναφέρεστε 112/16 xxx Χριστιανίδης και Ι.Τ.S. Infinity Tourist Services Ltd ημερ. 24/10/2016 για άδεια καταχώρισης προνομιακού εντάλματος Certiorari της Έντιμης δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Μιχαηλίδου δεν αποφασίζει το ζήτημα που εδώ αναφύεται, ως εισηγείται η πλευρά των Αιτητών. Δεν είναι κατάληξη δηλαδή της Δικαστού ότι το Δικαστήριο είναι υπόχρεο να εκδώσει το διάταγμα, όπως η θέση σας εδώ εκφράζεται. Ούτε νοείται νόμος που ψηφίστηκε από την Βουλή των Αντιπροσώπων να εξαναγκάζει το Δικαστήριο στην έκδοση δραστικού απαγορευτικού διατάγματος και μάλιστα μονομερώς.
Είναι καλά γνωστό ότι η έκδοση διαταγμάτων με μονομερή αίτηση συνιστά εξαιρετικό μέτρο, αφού η θεραπεία αυτή παρέχεται κατά παρέκκλιση του κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης που αποκλείει την παροχή θεραπείας χωρίς την παροχή ευκαιρίας στον αντίδικο να ακουστεί. (Louis Vuittion v. Δερμοσάκ Λτδ κ.α. (1992) 1 ΑΑΔ 1453, 1462).
Είναι η θέση μου ότι ο κανόνας της φυσικής δικαιοσύνης για την παροχή ευκαιρίας στον αντίδικο να ακουστεί σε καμιά περίπτωση δεν εξαλείφεται, ως γίνεται η εισήγηση εδώ, ούτε συμφωνώ ότι το Δικαστήριο οφείλει να το εκδώσει στα πλαίσια της «δέσμιας αρμοδιότητας του» ως εισηγείται ο κ. Δανιήλ. Ούτε γνωρίζω την έννοια της «δέσμιας αρμοδιότητας» με τον τρόπο που η πλευρά των Αιτητών περιγράφει. Χωρίς να παραγνωρίζω τα όσα αναφέρονται σε σχέση με την εξέταση του στοιχείου του κατεπείγοντος ή σε σχέση με την εξέταση οποιασδήποτε άλλης προϋπόθεσης στο Νόμο 71(Ι)/2010 και συγκεκριμένα στο άρθρο 34 θεωρώ ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου θα πρέπει να ασκηθεί και ασκείται υπέρ της γνωστοποίησης της Αίτησης στην άλλη πλευρά για να της δοθεί έτσι η δυνατότητα να προβάλει τις θέσεις της».
Αυτά ως προς το πραγματικό υπόβαθρο της Αίτησης.
Ως προς τις αρχές που διέπουν τα περί των ζητούμενων θεραπειών (και της επί τούτω δικαστικής μεθοδολογίας απόφανσης), υπενθυμίζω την Αναφορικά με την Αίτηση του Σιακόλα και Άλλου, Π.Ε. 7/20, ημ. 7.6.21, ECLI:CY:AD:2021:A239, όπου ειπώθηκαν και αυτά από την Ολομέλεια:
«...............................................................................................................
Υπάρχει, ως παρατηρούμε, κάποια αλληλοεπικάλυψη μεταξύ των πρώτων δύο λόγων έφεσης (ιδιαίτερα στην αιτιολογία που τους συνοδεύει). Μια από τις κοινές αυτές συνισταμένες (στη βασική της μορφή), άπτεται των αρχών που περιστοιχίζουν τη γενικότερη εξουσία του Δικαστηρίου να επιλαμβάνεται και αποφασίζει επί αιτημάτων για προνομιακά εντάλματα certiorari (προπαντός σε ό,τι αφορά στους προϋποθετικούς όρους έκδοσης τους).
Ως εκ τούτου, επιλέγουμε να υπενθυμίσουμε σε αυτό το στάδιο - και προτού αναλύσουμε εξειδικευμένως τους λόγους έφεσης 1 και 2 - το εφαρμοζόμενο πεδίο αρχών εντός του οποίου λειτούργησε το Πρωτόδικο Δικαστήριο (ως συνάγεται και από την απόφαση του), διότι με αυτό τον τρόπο θα καταστεί, ίσως, πιο καθαρή η υπό αναφοράν διασύνδεση πτυχών που συναπαρτίζουν τους λόγους έφεσης 1 και 2.
Το πράττουμε [.]δίχως να χρειάζεται να πούμε τίποτε περισσότερο (για ό,τι προς το παρόν ενδιαφέρει) από τα όσα συνόψισε το Ανώτατο Δικαστήριο (υπό Πενταμελή Σύνθεση) στην Αναφορικά με την Bank of Cyprus Public Company Ltd, ΠΕ 12/21, ημ. 6.4.21:
«..................................................................................................................................
Η χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για certiorari ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται μεν δικαστικά αλλά με πολλή φειδώ. Χορηγείται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» και/ή «συζητήσιμη υπόθεση» Αν όμως στον αιτητή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, τότε ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα, περιθώρια για επιτυχία της αίτησης δεν υπάρχουν, εκτός και αν ο αιτητής ικανοποιήσει για την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.
Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Μιτέλλα, Πολιτική Έφεση Αρ. 43/2019, ημερομηνίας 2/4/2019 και Αυγουστή, ECLI:CY:AD:2020:A56, Πολιτική Έφεση Αρ.133/2019, ημερομηνίας 12/2/2020, ECLI:CY:AD:2020:A56).
Περαιτέρω πρέπει να σημειωθεί ότι η δικαιοδοσία έκδοσης προνομιακού εντάλματος τύπου certiorari δεν αποτελεί εποπτικό μέσο και ούτε παρέχεται η δυνατότητα εξέτασης του κατά πόσο to πρωτόδικο Δικαστήριο αντιλήφθηκε ορθά ή όχι ένα νομικό ζήτημα. Η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για χορήγηση άδειας για certiorari ασκείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις για συγκεκριμένους λόγους [.]. Το νοηματικό εύρος των εννοιών «συζητήσιμη υπόθεση» και «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» οριοθετήθηκε στην υπόθεση In Re Kakos (ανωτέρω) με αναφορά στη Sidnell v. Wilson and Others (1966) 1 All Ε.R 681, στην οποίαν μας παρέπεμψε ο εκ των δικηγόρων της εφεσείουσας κ. Πολυβίου, εισηγούμενος ότι απλά σε διαδικασία παροχής άδειας για προνομιακό ένταλμα το επίπεδο απόδειξης ύπαρξης συζητήσιμης υπόθεσης είναι χαμηλό, αρκεί ο Δικαστής να ικανοποιηθεί ότι ο Αιτητής παρουσιάζει ένα θέμα που κεντρίζει την προσοχή του.
Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από τη σελίδα 686 της πιο πάνω Αγγλικής υπόθεσης:
"I agree with my brethren that the Court must be satisfied that there is material on which, if it were accepted as accurate, an arguable case can be put forward that the conditions set out in the subsection are fulfilled. I use the expression 'arguable case' rather than the expression 'prima facie case', because the difficulty of the latter expression seems to me to be that it invites an enquiry at the hearing of the application itself into evidence contradicting what in the first in- stance is a prima facie case and therefore would lead to a complete trial of the action or is capable of leading to a complete trial of the action on, the application for leave. It is sufficient that the landlord should show that there is a bona fide arguable case that the conditions or one or other of them set out in the paragraphs of the subsection are fulfilled, and that if he does that, it is no function of the county Court Judge on the application for leave to go into the merits of the matter and hear rebutting evidence, as if the trial were taking place then"».
................................................................................................................».
Στο σύγγραμμα του Πέτρου Αρτέμη, Προνομιακά Εντάλματα: Αρχές και Υποθέσεις, 2004, σελ. 205-208, αναφέρονται επιπροσθέτως και τούτα:
«...................................................................................................................
Για την υποβολή αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, είναι αναγκαία η άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ο λόγος είναι προφανής: Η δικαιοδοσία αυτή είναι το κατάλοιπο της εξουσίας του Δικαστηρίου και ασκείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, για καθορισμένους λόγους.
.....................................
Στο παρόν στάδιο, το δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της αίτησης. Είναι ικανοποιητικό για την παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari να φαίνεται στην αίτηση και στις ενόρκους δηλώσεις που την υποστηρίζουν και γενικά το υλικό των πρακτικών που τη συνοδεύει, πως υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση για συζήτηση ώστε να δοθεί άδεια. [.].
Και αν ακόμα ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, αυτό δεν είναι αρκετό από μόνο του για να δοθεί η αναγκαία άδεια. Όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο, και/ή διαδικασία έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις, παραχωρεί άδεια.
Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε πρόσφατα την ευκαιρία να ασχοληθεί με τα θέματα αυτά και συγκεκριμένα στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Γεώργιου Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, για άδεια να καταχωρήσει αίτηση για ένταλμα Certiorari.
Απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας είναι η αποκάλυψη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης με την έννοια της συζητήσιμης υπόθεσης, χωρίς αναφορά προς ο,τιδήποτε θα μπορούσε να αντιταχθεί: βλ. In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250. Η ύπαρξη ωστόσο αυτής της προϋπόθεσης δεν προεξοφλεί την έκβαση. Διότι όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο, άδεια δεν χορηγείται εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις ενόψει των οποίων το άλλο ένδικο μέσο να εμφανίζεται μη ευχερές και μη αποτελεσματικό.
..........................................................................................................................».
Στην Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd και Άλλων (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1535, 1541-1542, λέχθηκε από την Ολομέλεια, πως:
«...........................................................................................................................
Άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα. (Βλ., μεταξύ άλλων, R. v. Secretary of State [1986] 1 All ER 717, Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, xxx Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469 και xxx Μιχαήλ και xxx Μιχαηλίδη (2001)1Α.Α.Δ. 247). Στη Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ 1965, διευκρινίστηκε, ορθά, ότι η αρχή αυτή "ισχύει γενικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα". Έστω, δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας. (Βλ., επίσης, xxx Μαρκίδης κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 552). Αν δε, παρά τη μη ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, χορηγηθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης για certiorari, η μη ύπαρξη τέτοιων περιστάσεων συνιστά, a fortiori, λόγο απόρριψης της αίτησης.
.........................................................................................................................».
Βάσει όλων των προλεχθέντων - με υπόψιν πάντα και τα όσα επεξέτεινε ο κ. Ποιητής στην αγόρευση του - και με πλήρη συναίσθηση πως δεν είναι εδώ το αρμόζον στάδιο για αποτύπωση δικαστικών συμπερασμάτων, ευρημάτων ή κατευθύνσεων οιασδήποτε μορφής, θεωρώ και καταγράφω πως συντρέχουν οι προϋποθέσεις για χορήγηση των θεραπειών Α και Β καθότι έχει καταδειχθεί συζητήσιμο ζήτημα εν σχέσει προς το ότι - ως οι παράγραφοι Α και Γ της Έκθεσης Γεγονότων αντιστοίχως - «. Με την απόφαση του ημερομηνίας 17.09.2021, το Δικαστήριο διέταξε την επίδοση μονομερούς Αίτησης, χωρίς να του παρέχεται από τη σχετική νομοθεσία τέτοια εξουσία ή δικαιοδοσία, στοιχειοθετώντας υπέρβαση εξουσίας ή και δικαιοδοσίας. Πρόκειται για εξειδικευμένη νομοθεσία, η οποία ρητά εξαιρεί οποιαδήποτε άλλη δικαστική πρακτική και η οποία δεν παρέχει στο Δικαστήριο διακριτική ευχέρεια είτε να απορρίψει την αίτηση είτε να διατάξει την επίδοση της» και το ότι «. Με την απόφαση του ημερομηνίας 17.09.2021, το Δικαστήριο ουσιαστικά αρνήθηκε την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, χωρίς να του παρέχεται τέτοια εξουσία από τη σχετική νομοθεσία, στοιχειοθετώντας υπέρβαση εξουσίας ή και δικαιοδοσίας».
Δεν χρειάζεται να πω τίποτε περισσότερο.
Η Αίτηση επιτυγχάνει.
Εκδίδονται διατάγματα ως τα αιτητικά Α και Β της Αίτησης.
Η αίτηση να καταχωριστεί μέχρι 7.10.21 και να οριστεί για ακρόαση την 13.10.21 και ώρα 8:00 π.μ.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/φκ