ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δημητράκης ν. Χ'' Σάββα (1993) 1 ΑΑΔ 102
Kαλφοπούλου Aσπασία (1998) 1 ΑΑΔ 55
Khlaief Essa Murad (Aρ. 1) (2003) 1 ΑΑΔ 1402
Shuying Guo ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2012) 1 ΑΑΔ 2725
Todorovic Zoran (2014) 1 ΑΑΔ 304, ECLI:CY:AD:2014:D98
Ishmael Israel ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2014) 1 ΑΑΔ 2334, ECLI:CY:AD:2014:A792
Fasel Ali Pour Habibi ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2016) 1 ΑΑΔ 876, ECLI:CY:AD:2016:A184
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 14/1960 - Ο περί Δικαστηρίων Νόμος του 1960
Ν. 6(I)/2000 - Ο περί Προσφύγων Νόμος του 2000
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2021:D320
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 86/2021)
19 Ιουλίου, 2021
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018.
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ xxx xxx CHANDRA ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΓΚΛΑΝΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ HABEAS CORPUS.
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΕ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟ, ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΝ ΝΟΜΟ ΚΕΦ. 105, ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 115/2008/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
3. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ,
ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ.
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ xxx xxx CHANDRA ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ ΠΑΦΟΥ ΜΕΧΡΙ ΣΉΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5(1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΕ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9ΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 8 ΚΑΙ 9 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ/Ή ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 18ΠΣΤ ΤΟΥ ΚΕΦ. 105 ΚΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 15(5) ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008
_ _ _ _ _ _
Π. Πιερίδης, για τον Αιτητή.
Κ. Χατζηδημητρίου (κα) με Α. Σιαξιατέ (κα), εκ μέρους του
Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η
Αίτηση.
Αιτητής παρών.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση αξιώνεται η έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ad subjiciendum, με το οποίο να κηρύσσεται η διάρκεια της κράτησης του αιτητή παράνομη και να διατάσσεται η άμεση αποφυλάκισή του.
Ο αιτητής, ο οποίος κατάγεται από την Μπαγκλαντές, αφίχθηκε στην Κύπρο στις 30.7.2016 με άδεια εισόδου για να εργαστεί ως εργάτης στον τομέα της κτηνοτροφίας. Στις 5.12.2016 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης εξέδωσε στον αιτητή προσωρινή άδεια διαμονής με ισχύ μέχρι τις 19.8.2017. Στις 6.7.2017 ο εργοδότης του αιτητή προσήλθε στα γραφεία της ΥΑΜ Λεμεσού, αναφέροντας ότι ο αιτητής εγκατέλειψε τον τόπο διαμονής και εργασίας του στις 5.7.2017 και δεν γνώριζε πού βρισκόταν. Στις 7.7.2017 συμφωνήθηκε μεταξύ των δύο πλευρών πιστοποιητικό αποδέσμευσης.
Στις 11.8.2017 ο αιτητής υπέβαλε αίτημα για διεθνή προστασία. Στις 13.2.2018 η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το αίτημα για διεθνή προστασία και στις 29.3.2018 ο αιτητής υπέβαλε διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία απορρίφθηκε στις 15.7.2019. Στις 31.1.2020 το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης απέστειλε επιστολή στον αιτητή, με την οποία τον κάλεσε να αναχωρήσει από την Κύπρο.
Στις 22.7.2020 η ΥΑΜ Πάφου συνέλαβε τον αιτητή για το αδίκημα της παράνομης παραμονής και ο αιτητής τέθηκε υπό κράτηση. Στις 23.7.2020 εκδόθηκε διάταγμα κράτησης και απέλασης, δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεων Νόμου, Κεφ. 105. Την ίδια ημέρα ανεστάλη το διάταγμα απέλασης για να διευκρινιστεί το θέμα επανανοίγματος του φακέλου του αιτητή στην Υπηρεσία Ασύλου. Στις 27.7.2020 ο αιτητής υπέβαλε αίτημα στην Υπηρεσία Ασύλου για επανάνοιγμα του φακέλου του για παροχή διεθνούς προστασίας. Το αίτημά του απορρίφθηκε στις 28.7.2020.
Στις 4.8.2020 το διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 23.7.2020 ακυρώθηκε και εκδόθηκε νέο διάταγμα κράτησης, δυνάμει του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου.
Στις 17.2.2021 ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ακύρωσε το διάταγμα ημερομηνίας 4.8.2020 και εξέδωσε νέα διατάγματα, με βάση το άρθρο 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου. Στο διάταγμα κράτησης τέθηκε χειρόγραφη σημείωση του Διευθυντή που αναφέρει: «Επειδή αυτός παρέλειψε να συμμορφωθεί σε προηγούμενη απόφαση επιστροφής δεν υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων». Αντιστοίχως, στο διάταγμα απέλασης υπάρχει επίσης χειρόγραφη σημείωση του Διευθυντή που αναφέρει ότι ο αιτητής είχε παράνομη παραμονή από τις 30.9.2019, όταν έληξε η προθεσμία υποβολής προσφυγής κατά της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ημερομηνίας 15.7.2019.
Στις 18.2.2021 ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης προέβη σε επανεξέταση του διατάγματος κράτησης που εκκρεμούσε εναντίον του αιτητή και αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησής του, λόγω μη συμμόρφωσης με το διάταγμα απέλασης.
Στις 16.3.2021 ο αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου του στην Υπηρεσία Ασύλου. Την ίδια ημερομηνία ακυρώθηκε το διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 17.2.2021 και εκδόθηκε νέο, με βάση το άρθρο 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου 2000 (Ν.6(1)/2000). Στο διάταγμα υπάρχει χειρόγραφη αναφορά ότι δεν υπήρξε συμμόρφωση του αιτητή σε προηγούμενη απόφαση επιστροφής του, ότι υπάρχει κίνδυνος διαφυγής του, ενώ λήφθηκε υπόψη ότι δεν είχε διεύθυνση συνήθους διαμονής, αλλά και ότι ήταν η δεύτερη φορά που απορρίφθηκε το αίτημά του για επανάνοιγμα φακέλου του στην Υπηρεσία Ασύλου. Σύμφωνα με χειρόγραφο σημείωμα του Διευθυντή, για τους πιο πάνω λόγους, αποφασίστηκε ότι δεν υπάρχουν περιθώρια εναλλακτικών της κράτησης μέτρων. Ανεστάλη, επίσης, το διάταγμα απέλασης, ημερομηνίας 17.2.2021.
Την ίδια ημερομηνία η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε, ως απαράδεκτη, την αίτηση του αιτητή, τερματίζοντας παράλληλα την άδεια διαμονής του στη Δημοκρατία. Στις 2.4.2021 ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή υπ΄ αρ. 40/2021 στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, με σκοπό την προσβολή της απόφασης του Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης για έκδοση διατάγματος κράτησης ημερομηνίας 16.3.2021. Η προσφυγή αποσύρθηκε, ως άνευ αντικειμένου, στις 23.4.2021 και απορρίφθηκε από το Δικαστήριο. Στις 15.4.2021 ο αρμόδιος Λειτουργός Μετανάστευσης επανεξέτασε το διάταγμα κράτησης του αιτητή και εισηγήθηκε τη συνέχιση της κράτησής του.
Στις 16.4.2021 ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή υπ΄ αρ. 2007/2021 στο ΔΔΔΠ κατά της απορριπτικής απόφασης Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 19.4.2021 το διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 16.3.2021, δυνάμει του άρθρου 9ΣΤ, ακυρώθηκε και δόθηκε νέο, δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου. Στο διάταγμα υπάρχει χειρόγραφη σημείωση του Διευθυντή του Τμήματος που αναφέρει ότι ο αιτητής παρέλειψε να συμμορφωθεί σε προηγούμενες αποφάσεις επιστροφής και δεν υπάρχει περιθώριο εναλλακτικών της κράτησης μέτρων. Στις 18.5.2021 ο αιτητής καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση.
Ο αιτητής προβάλλει στην ένορκη του δήλωση προς υποστήριξη της αίτησής του τους ακόλουθους ισχυρισμούς:
«16. Όπως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μου σύμφωνα με το άρθρο 8(1)(α) και 9Δ(1) του Ν.6(Ι)/2000 ως τροποποιήθηκε, λαμβάνοντας υπόψη του γεγονότος ότι κατέχω σήμερα το νόμιμο καθεστώς του αιτητή πολιτικού ασύλου εκκρεμούσης της προσφυγής με αρ. 2007/21 η συνέχιση της κράτησης μου στα αστυνομικά Κρατητήρια του Κεντρικού Αστυνομικού Σταθμού Πάφου είναι παράνομη και/ή λανθασμένη και θα πρέπει να αφεθώ ελεύθερος.
17. Όπως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μου βάσει του άρθρου 9ΣΤ(7)(α)(1) του Περί Προσφύγων Νόμου έχω το δικαίωμα να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησης μου από την άποψη της διάρκειας της και αυτή σύμφωνα με το άρθρο 9ΣΤ(4)(α) πρέπει να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διαρκεί μόνο για όσο διάστημα ισχύει λόγος κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2). Επίσης βάσει του άρθρου 9ΣΤ(2) το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να μου επιβάλει εναλλακτικά της κράτησης μέτρα.
18. Όπως με συμβουλεύουν οι Δικηγόροι μου και πιστεύω το Ανώτατο Δικαστήριο έχει εξουσία να εξετάσει την διάρκεια της κράτησης μου βάσει του Άρθρου 11(2)(στ) του Συντάγματος αντίστοιχου με το Άρθρο 5(1)(στ) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
19. Ακόμη και στην περίπτωση που ήθελε αποφασιστεί ότι δεν κατέχω το καθεστώς του αιτητή πολιτικού ασύλου και πάλι ως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι μου η διάρκεια της κράτησης μου διάρκειας πέραν των 9 μηνών ενεργοποιεί τα άρθρα 18ΠΣΤ(7) και 15(5) της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ βάσει των οποίων η κράτηση με σκοπό την απέλαση δεν πρέπει να υπερβαίνει τους έξι μήνες. Η κράτηση μου συνεχίζει χωρίς να τυγχάνω πληροφόρησης σε ποιο στάδιο βρίσκεται η διαδικασία απέλασής μου, χωρίς να τύχει επανεξέτασης ανά δίμηνο το διάταγμα κράτησης και χωρίς να τύχει επανεξέτασης ανά δίμηνο το διάταγμα κράτησης και χωρίς να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου οποιαδήποτε απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ώστε να εξεταστεί κατά πόσο η παράταση της κράτησης, πέραν της χρονικής προθεσμίας των 6 μηνών που προβλέπεται από το Νόμο, είναι νόμιμη.»
Υποβλήθηκε ένσταση από τους καθ΄ων η αίτηση, η οποία εδράζεται σε 20 λόγους. Με αυτούς οι καθ΄ων υποστηρίζουν τη νομιμότητα της κράτησης του αιτητή σε ότι αφορά την διάρκειά της που αποτελεί, κατά την εισήγηση, το μόνο που μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της παρούσας αίτησης. Προβάλλεται, επίσης, πως η αίτηση είναι καταχρηστική και στόχο έχει την παράταση της παραμονής του αιτητή στη Δημοκρατία. Στηρίζεται δε σε ανυπόστατη νομική βάση.
Οι συνήγοροι των δύο πλευρών ανέπτυξαν τις αντίστοιχες θέσεις τους σε γραπτές αγορεύσεις και προφορικές διευκρινίσεις, τις οποίες εξέτασα και θα αναφερθώ σε αυτές στην πορεία της απόφασης, εκεί όπου είναι αναγκαίο.
Η αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή επικεντρώνεται στον ισχυρισμό ότι η κράτησή του πέραν των 6 μηνών παραβιάζει τόσο τον ημεδαπό Νόμο, όσο και την Οδηγία 2008/115/ΕΚ και το Άρθρο 5 της ΕΣΔΑ και δεν προωθεί τη θέση ότι ο αιτητής εξακολουθεί να είναι αιτητής διεθνούς προστασίας. Σύμφωνα με την εισήγηση, οι καθ΄ ων η αίτηση θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν διαφορετικά τον αιτητή, δηλαδή ως απαγορευμένο μετανάστη από την ημέρα της σύλληψής του στις 23.7.2020, που εκδόθηκε το διάταγμα κράτησης και απέλασης, δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105. Στη βάση αυτή επικαλείται παράλειψη του Υπουργού Εσωτερικών να επανεξετάζει ανά δίμηνο τη κράτηση. Εν προκειμένω, η θέση που προβάλλεται είναι πως παρήλθε συνολικά διάστημα πέραν των 6 μηνών που ο αιτητής κρατείται, χωρίς να τεκμηριωθεί από πλευράς των καθ΄ ων η αίτηση, οι οποίοι είχαν και το βάρος απόδειξης, ότι λήφθηκαν συγκεκριμένα μέτρα επαλήθευσης των λόγων κράτησης. Ουσιαστικά, κατά την εισήγηση, δεν έγιναν οποιεσδήποτε προσπάθειες με σκοπό την απέλαση του αιτητή, ούτε διαφαίνεται ότι υπάρχει πραγματική προοπτική περί τούτου.
Στην πολύ πρόσφατη απόφαση Al Lakoud v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Πολ. Έφ. 77/2020, ημερομηνίας 8.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:A231, αναφέρθηκαν τα εξής, ως προς τη σημασία του Habeas Corpus:
«Όπως είναι καλά γνωστό, το προνομιακό ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στη Δημητράκης Χ" Σάββας (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από Αρχή ή ιδιώτη». Απαραίτητη προϋπόθεση δι' έκδοση του εντάλματος συνιστά η απόδειξη, εκ μέρους του αιτούντος, του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55). Με τη διαδικασία του εντάλματος Habeas Corpus, ό,τι επιδιώκεται είναι η διασφάλιση του δικαιώματος της ελευθερίας διά της άμεσης απελευθέρωσης του αιτητή ο οποίος, κατ' ισχυρισμό, τελεί υπό παράνομη κράτηση. Οποτεδήποτε, στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας, διαπιστώνεται κάτι τέτοιο, το σχετικό διάταγμα εκδίδεται δικαιωματικά και όχι ως θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας, οπότε, ο αιτητής αφήνεται ευθύς ελεύθερος (Green v. Home Secretary [1941] 3 All E.R. 388, σελίδα 400).»
Η διάρκεια της κράτησης του άρθρου 18ΠΣΤ ελέγχεται με αίτηση Habeas Corpus, σύμφωνα με το άρθρο 18ΠΣΤ(5)(α), ενώ ο έλεγχος της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης υπόκειται σε προσφυγή, σύμφωνα με το άρθρο 18ΠΣΤ(3)(α). Στην υπόθεση Guo Shuying v. Δημοκρατίας (2012) 1 ΑΑΔ 2725 τονίστηκε πως «η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σταθερά αποδέχεται ότι μόνο με αίτηση Habeas Corpus μπορεί να ελεγχθεί η νομιμότητα της κράτησης αλλοδαπού από πλευράς της διάρκειας της συμφώνως των προνοιών του Άρθρου 18ΠΣΤ του νόμου.». Στην ίδια υπόθεση τονίστηκε και η εμβέλεια του Άρθρου 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, οι πρόνοιες της οποίας ενσωματώθηκαν στον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105, ως εξής:
«Το Άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, οι πρόνοιες της οποίας ενσωματώθηκαν στον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο Κεφ. 105, αποτελεί το νομικό πλαίσιο το οποίο διέπει το θέμα της κράτησης υπηκόου τρίτης χώρας υποκείμενου σε διαδικασίες επιστροφής κλπ. Σύμφωνα με την πιο πάνω διάταξη οποιαδήποτε κράτηση πρέπει να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και να διατηρείται μόνο καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια. Το ίδιο άρθρο περιέχει πρόνοιες η εφαρμογή των οποίων αποτελεί τις ασφαλιστικές δικλείδες για την προστασία των δικαιωμάτων του υποκειμένου σε κράτηση για τους σκοπούς του νόμου, υπηκόου τρίτης χώρας. Μεταξύ άλλων προβλέπεται ότι κάθε κράτος μέλος καθορίζει περιορισμένη περίοδο κράτησης η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να παρατείνουν το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα των έξι μηνών παρά μόνο για περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρόλες τις εύλογες προσπάθειές τους, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανό να διαρκέσει περισσότερο επειδή «(α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί ή (β) καθυστερεί η λήψη εγγράφων από τρίτες χώρες.»
Αποτελεί, επίσης, αρχή της νομολογίας ότι η διάρκεια της κράτησης δεν εξετάζεται in abstracto, αλλά στη βάση των συγκεκριμένων γεγονότων της υπόθεσης (βλ. Essa Morad Khlaief v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. (2003) 1 ΑΑΔ 1402 και Habibi Pour Ali Fasel v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά., Πολ. Έφ. 236/15, ημερομηνίας 31.3.2016).
Σε σχέση με το βάρος απόδειξης σε τέτοιου είδους αιτήσεις αναφέρονται τα ακόλουθα στην υπόθεση Καλφοπούλου (1998) 1(Α) ΑΑΔ 55, 69-70:
«Το βάρος απόδειξης ότι εκ πρώτης όψης μια κράτηση είναι παράνομη, το έχει ο αιτητής. Σαν θέμα τακτικής ο αιτητής πρέπει να αποδείξει μια εκ πρώτης όψης υπόθεση που δημιουργεί ερωτηματικά ως προς τη νομιμότητα της κράτησής του. Όταν η υπόθεση του βασίζεται πάνω σε γεγονότα έχει το αποδεικτικό βάρος (evidential burden) να παρουσιάσει ικανοποιητική μαρτυρία που μπορεί να οδηγήσει στην πιθανότητα ενός ευνοϊκού για τον ίδιο συμπεράσματος. Σε μια τέτοια περίπτωση το νομικό βάρος (legal burden) μεταφέρεται στους ώμους του καθ΄ου η αίτηση που καλείται να δικαιολογήσει την κράτηση.»
Η αιτητής κρατείται δυνάμει διατάγματος κράτησης και απέλασης, με βάση τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, Κεφ. 105, εφόσον δεν εκκρεμεί οποιαδήποτε αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας. Το μόνο ζήτημα που εκκρεμεί είναι η προσφυγή του ενώπιον του ΔΔΔΠ κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου για επανάνοιγμα του φακέλου του.
Ο έλεγχος της διάρκειας κράτησης, δυνάμει του Κεφ. 105, διενεργείται υπό το φως του άρθρου 18ΠΣΤ(1) του Νόμου, το οποίο προνοεί ότι «Τέτοια κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και διατηρείται μόνον καθόσον χρόνο η διαδικασία απομάκρυνσης εξελίσσεται και εκτελείται με την δέουσα επιμέλεια».
Όπως προκύπτει από τα γεγονότα, ο αιτητής, μετά την απόρριψη της αίτησής του από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, παρέμεινε στη Δημοκρατία για διάστημα 7 μηνών, χωρίς να κατέχει άδεια παραμονής και χωρίς να λάβει κανένα νομικό διάβημα. Μετά, όμως, από τη σύλληψή του στις 22.7.2020 και την έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, καταχώρησε την πρώτη αίτηση για επανάνοιγμα του φακέλου του στην Υπηρεσία Ασύλου αφού είχε ανασταλεί το διάταγμα απέλασής του. Τα όσα ακολούθησαν αναφέρονται πιο πάνω.
Στη βάση του ιστορικού της υπόθεσης προκύπτει ότι υπήρξε αλλαγή στη βάση της κράτησής του, λόγω των δύο αιτήσεων στις οποίες προέβη για επανάνοιγμα του φακέλου, καθώς και ότι του δόθηκε κάθε ευκαιρία αμφισβήτησης των αποφάσεων της διοίκησης. Σημειώνεται, επίσης, ότι δεν αμφισβητήθηκε η νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης με προσφυγή στο αρμόδιο Δικαστήριο. Συνακόλουθα, δεν μπορεί στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας να εξεταστεί τέτοιο θέμα. Αυτό που εξετάζεται είναι κατά πόσο η συνεχής κράτησή του μέχρι σήμερα είναι νόμιμη. Το γεγονός ότι δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να παραμείνει στη Δημοκρατία κατά το χρόνο που είτε εκκρεμούσαν τα αιτήματα του για επανάνοιγμα του φακέλου, είτε γιατί του δόθηκε η ευκαιρία να αμφισβητήσει τις αποφάσεις της Υπηρεσίας Ασύλου, επιδεικνύοντας ουσιαστικά ανοχή και παρέχοντάς του την ευκαιρία να εξαντλήσει όλα τα νομικά μέτρα που είχε στη διάθεσή του προτού ενεργήσει, δεν μπορούν να προβάλλονται από τον αιτητή ως βάση για παράπονο ότι οι Αρχές δεν ενήργησαν με τη δέουσα επιμέλεια. Σημειώνεται ότι, ούτε η νομιμότητα του τελευταίου διατάγματος κράτησης ημερομηνίας 19.4.2021 έχει αμφισβητηθεί μέχρι σήμερα, με τον αιτητή να επικαλείται ότι κατέχει το καθεστώς του αιτητή πολιτικού ασύλου, έστω και αν τελικά επέλεξε να μην προωθήσει αυτή τη θέση με την αγόρευση του συνηγόρου του.
Στην ένορκη δήλωση του Μ.Ι., Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, που συνοδεύει την ένσταση, αναφέρονται οι ενέργειες που γίνονται για να καταστεί δυνατή η απέλαση του αιτητή. Όπως αναφέρεται σε επιστολή του Υποδιοικητή της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης που επισυνάπτεται, το διαβατήριο του αιτητή έληξε στις 9.11.2020 και οι Αρχές έχουν αποταθεί στην Πρεσβεία του Μπαγκλαντές στο Λίβανο, μέσω του Προξενείου του Μπαγκλαντές στη Λάρνακα, για έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου, έτσι ώστε να καταστεί δυνατός ο επαναπατρισμός στη χώρα του. Ο αιτητής, όταν αρχικά συνελήφθη, αρνείτο να συνεργαστεί για να απελαθεί, αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει και, επίσης, υπήρχαν αντικειμενικές δυσκολίες λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, οπόταν τα αεροδρόμια ήταν κλειστά. Όταν άνοιξαν τα αεροδρόμια και θα μπορούσε να προωθηθεί η απέλασή του, ο αιτητής προχώρησε στην καταχώρηση δικαστικών διαδικασιών.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αιτητής υπέβαλε αίτημα για επανάνοιγμα του φακέλου του στις 27.7.2020 και, ακολούθως, στις 16.3.2021 και ότι στις 16.4.2021 καταχώρησε προσφυγή στο ΔΔΔΠ κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, σε συνδυασμό με τα πιο πάνω γεγονότα, που αφορούν τη διαδικασία απέλασης του αιτητή, θεωρώ ότι η διοίκηση προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να επιτευχθεί η απέλαση και δεν κρίνω ότι ο χρόνος κράτησής του συνεχίζεται αδικαιολόγητα και κατά παράβαση τόσο των προνοιών του Νόμου, όσο και της Οδηγίας.
Εγέρθηκε από πλευράς του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή ότι προϋπόθεση για την έκδοση έγκυρης απόφασης τόσο για σκοπούς κράτησης, όσο και για σκοπούς επανεξέτασης, είναι η αρμοδιότητα του προσώπου που την εκδίδει και στην παρούσα περίπτωση ήταν ο Υπουργός Εσωτερικών, ο οποίος, όμως, με βάση τα Τεκμήρια που έχουν επισυναφθεί στην ένσταση, δεν είναι το πρόσωπο που το εξέδωσε ή το είχε εγκρίνει. Όπως έχει ήδη αναφερθεί ο αιτητής δεν έχει αμφισβητήσει τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης και απέλασης κάτι που δεν εξετάζεται στα πλαίσια της παρούσας αίτησης. Αναφορικά με την υποχρέωση επανεξέτασης της κράτησης ανά δίμηνο σύμφωνα με το άρθρο 18ΠΣΤ(4)(α), η προθεσμία του διμήνου δεν είχε λήξη μέχρι την καταχώρηση της παρούσας αίτησης. Σημειώνεται επίσης ότι με βάση το άρθρο 3(2) του περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Ν.23/1962, ο Υπουργός δύναται να εξουσιοδοτεί άλλο πρόσωπο, το οποίο κατέχει αρμόδια θέση στην υπηρεσία του, να ενασκεί τις εξουσίες εκ μέρους του. Στην παρούσα υπόθεση έχει προσαχθεί μαρτυρία ότι ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης είχε τέτοια εξουσιοδότηση.
Η παρούσα διαφοροποιείται από τις υποθέσεις Ishmael v. Δημοκρατίας κ.ά. (2014) 1 ΑΑΔ 2334, ECLI:CY:AD:2014:A792, Todorovic (2014) 1 ΑΑΔ 304, ECLI:CY:AD:2014:D98 και Wang (2012) 1 AAΔ 406, στις οποίες παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή ως προς τα γεγονότα. Σ΄ εκείνες τις υποθέσεις κρίθηκε ότι θα έπρεπε να ελεγχθεί το σύνολο της περιόδου που παρέμεινε υπό κράτηση ο αιτητής ως προς τη νομιμότητά της σε συμμόρφωση με το Νόμο και την Οδηγία και όχι αποσπασματικές περιόδους που πλασματικά μπορεί να δημιουργήσει η διοίκηση, καταστρατηγώντας το Νόμο. Εν προκειμένω, ελέγχεται το σύνολο της περιόδου που παρέμεινε υπό κράτηση, η οποία ήταν αδιάλειπτη με εναλλαγές στο καθεστώς κάτω από το οποίο κρατείται, ως αποτέλεσμα των δικών του ενεργειών και διαδικασιών που ο ίδιος επέλεξε να ακολουθήσει.
Ενόψει των πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ