ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:D346
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 108/2021)
20 Ιουλίου, 2021
[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/1964), ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ XXX XXX ALEKSEYEVICH ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 18 ΚΑΙ 22 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ (ΚΥΡΩΤΙΚΟΥ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1970 (Ν. 95/1970), ΤΑ ΑΡΘΡΑ 10, 11 ΚΑΙ 12 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1970 (97/1970), ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 3, 5 ΚΑΙ 13 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1, 2, 3 ΚΑΙ 22 ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΣΚΛΗΡΗΣ, ΑΠΑΝΘΡΩΠΗΣ Ή ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Ή ΤΙΜΩΡΙΑΣ Η ΟΠΟΙΑ ΕΧΕΙ ΚΥΡΩΘΕΙ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΣΚΛΗΡΗΣ, ΑΠΑΝΘΡΩΠΗΣ Ή ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Ή ΤΙΜΩΡΙΑΣ (ΚΥΡΩΤΙΚΟ) ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1990 (Ν. 235/1990) ΩΣ ΑΥΤΟΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ, ΤΟ ΚΟΙΝΟΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΤΟΥ ΝΑ ΕΚΔΙΔΕΙ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ -
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
________________________________________________
Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για τον Αιτητή.
Ζ. Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής ζητά την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum, με το οποίο να κηρύσσεται παράνομη η κράτηση του η οποία είχε διαταχθεί την 17/2/2021 από το Εφετείο, με σκοπό την έκδοση του στη Ρωσική Ομοσπονδία (Αναφορικά με τον xxx xxx Alekseyevich, Πολιτική Έφεση αρ. 83/2020, ημερ. 17/2/2021, ECLI:CY:AD:2021:A47). Με την Απόφαση του Εφετείου είχε παραμεριστεί η πρωτόδικη Απόφαση (Αναφορικά με τον xxx xxx Alekseyevich, Αίτηση αρ. 6/2018, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερ. 22/1/2020), με την οποία είχε απορριφθεί το σχετικό αίτημα της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Ως εκ τούτου, εκδόθηκε διάταγμα για την έκδοση του Αιτητή στη Ρωσική Ομοσπονδία και διατάχθηκε και η κράτηση του μέχρι τότε.
Με την υπό κρίση Αίτηση ο Αιτητής διατείνεται ότι η κράτηση του είναι παράνομη για τους λόγους που εκτίθενται στην Αίτηση του ως ακολούθως:
«i. Η κράτηση του δυνάμει του άρθρου 18, παράγραφος 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδόσεως Φυγοδίκων είναι παράνομη, αφού δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για συνέχιση της κράτησής του.
ii. Έχουν παρέλθει οι προβλεπόμενες στο άρθρο 18 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδόσεως Φυγοδίκων προθεσμίες απόδοσής του στις Ρωσικές αρχές, χωρίς να έχει ενημερωθεί αναφορικά με τον καθορισμό νέας ημερομηνίας απόδοσης του.
iii. Έχουν παρέλθει οι προβλεπόμενες στο άρθρο 12 του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου χωρίς να διενεργηθεί η απόδοση του στις Ρωσικές Αρχές.
iv. Οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν από τους Καθ'ων η αίτηση μετά την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Έφεση Υπ. Αρ. 83/20 για την κράτηση του Αιτητή μέχρι αυτός να εκδοθεί στη Ρωσική Ομοσπονδία παραβιάζουν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως Φυγοδίκων και, ειδικότερα, μεταξύ άλλων, το άρθρο 18 αυτής και τον περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμο του 1970 όπως αυτός έχει τροποποιηθεί, και ειδικότερα τα άρθρα 11 και 12 αυτού, ιδίως αφού συμφωνήθηκε η μέρα και ώρα παράδοσης του χωρίς αυτός να ενημερωθεί και πριν την έκδοση διατάγματος έκδοσης/απόδοσης από την Υπουργό.
v. Ο καθορισμός της μέρας και ώρας έκδοσης/απόδοσης του Αιτητή στη Ρωσική Ομοσπονδία μέσω της χρήσης των διαύλων επικοινωνίας της Interpol από τους Καθ' ων η αίτηση και τις Ρωσικές αρχές συνιστά κατάχρηση των διαδικασιών και παραβιάζει τους κανόνες της Interpol η οποία έχει διαγράψει τα στοιχεία του Αιτητή από τις βάσεις δεδομένων της λόγω παραβίασης των κανονισμών της ενώ οι Καθ'ων η αίτηση και οι Ρωσικές αρχές εξακολουθούν να τα αξιοποιούν.
vi. Η ενημέρωση των αρχών της αιτούσας χώρας από τις αρχές της Δημοκρατίας ή/και το αντίστροφο σε σχέση με την έκδοση/απόδοση του Αιτητή στις 31/3/2021 ή/και σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη ημερομηνία, μέσω των Αστυνομικών αρχών ή/και μέσω του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως είναι παράνομη και παραβιάζει τις διατάξεις του άρθρου 18 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Έκδοσης Φυγοδίκων το οποίο ρητά καθορίζει ότι τέτοια ενημέρωση γίνεται πάντοτε μέσω της διπλωματικής οδού.
vii. Η συνεχιζόμενη κράτηση του Αιτητή είναι παράνομη αφού είναι γνωστό στις αρχές ότι αυτός δεν μπορεί να αποδοθεί στις Ρωσικές αρχές αφού έχει εκδοθεί υπέρ του απόφαση για αναστολή των διαδικασιών έκδοσης από την Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Καταπολέμηση των Βασανιστηρίων και ως εκ τούτου η απόδοσή του δεν μπορεί επιτευχθεί, ενώ η κράτησή του για σκοπούς απόδοσης έχει υπερβεί τις προβλεπόμενες στο νόμο και της Σύμβασης προθεσμίες, ενώ καμία ενέργεια δεν λαμβάνεται για το σκοπό αυτό.
viii. Η κράτηση του αιτητή συνεχίζεται στη βάση νομοθεσίας η οποία δεν είναι ούτε αρκούντως σαφής ούτε προβλέψιμη σε σχέση με το χρονικό διάστημα κράτησης για σκοπούς έκδοσης κατά παράβαση του άρθρου 5 της ΕΣΔΑ.
ix. Η συνεχιζόμενη κράτησή του παραβιάζει το άρθρο 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αφού δεν επιδεικνύεται εύλογη επιμέλεια αναφορικά με την παράδοσή του στις Ρωσικές αρχές εκ μέρους τόσο της αιτούσας χώρας όσο και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
x. Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος σε περίπτωση έκδοσης του Αιτητή αυτός να υποστεί βασανιστήρια, απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση ή/και κινδυνεύει με παραβίαση του δικαιώματός του στη ζωή κατά παράβαση των άρθρων 2 και 3 της ΕΣΔΑ και του άρθρου 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την Καταπολέμηση των Βασανιστηρίων λόγω του ότι η έκδοσή του γίνεται κακή τη πίστη και συνιστά άδικο και καταπιεστικό μέτρο.»
Προτού εξεταστούν τα παράπονα του Αιτητή κρίνεται σκόπιμο να παρατεθεί το αδιαμφισβήτητο ιστορικό της παρούσας υπόθεσης, όπως αυτό προέκυψε τόσο από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την Αίτηση, όσο και την Ένορκη Δήλωση της Ένστασης. Σε γενικές γραμμές, τα γεγονότα μπορούν να διατυπωθούν ως ακολούθως:
Μετά την έκδοση της Απόφασης του Εφετείου στην Πολιτική Έφεση 83/2020, στις 17/2/2021, ECLI:CY:AD:2021:A47, ο Αιτητής καταχώρησε στις 19/3/2021 την υπ΄ αρ. 43/2021 Αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus, με την οποία ζητείτο η κήρυξη της κράτησης του με σκοπό την έκδοση του στη Ρωσική Ομοσπονδία ως παράνομη. Η Δημοκρατία καταχώρησε Ένσταση στις 24/3/2021 και το Δικαστήριο όρισε την Αίτηση για ακρόαση στις 30/3/2021. Μεσολάβησε, στις 29/3/2021, η καταχώρηση από τον Αιτητή δύο ενδιάμεσων Αιτήσεων. Η μία αφορούσε Αίτηση για προσαγωγή συμπληρωματικής μαρτυρίας και η δεύτερη τροποποίηση της νομικής βάσης της κυρίως Αίτησης. Κατά την ορισθείσα δικάσιμο, στις 30/3/2021, η δικηγόρος του Αιτητή Νικολέτα Χαραλαμπίδου ζήτησε όπως αυτή αποσυρθεί από δικηγόρος του Αιτητή και ο Αιτητής ζήτησε στη συνέχεια αναβολή της ακρόασης μέχρι να διορίσει άλλο δικηγόρο. Στο αίτημα αυτό υπήρξε ένσταση από τη Δημοκρατία, λόγω του ότι ήταν ήδη προγραμματισμένη η έκδοση του Αιτητή, είχε υπογραφεί από την Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, στις 24/3/2021, το Διάταγμα Απόδοσης και είχε καθοριστεί ημερομηνία παραλαβής του από τις Ρωσικές Αρχές στις 31/3/2021, στις 14:35, στον Αερολιμένα Λάρνακας. Το Δικαστήριο του έδωσε λίγες ώρες αναβολή για να διορίσει άλλο δικηγόρο. Ο Αιτητής δεν επέλεξε νέο δικηγόρο και χειρίστηκε την υπόθεση ο ίδιος. Την ίδια ημέρα, δηλ. 30/3/2021, η κυρίως Αίτηση Habeas Corpus απερρίφθη από το Δικαστήριο, αφού πρώτα απερρίφθη η Αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας, ενώ η άλλη Αίτηση είχε στο μεταξύ αποσυρθεί.
Στις 30/3/2021 και ώρα 13:15 παραλήφθηκε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, μέσω τηλεμοιοτύπου, επιστολή του δικηγόρου του Αιτητή με έδρα το Στρασβούργο, με την οποία γνωστοποιούσε επιστολή που παρέλαβε από την Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών κατά των Βασανιστηρίων και άλλων Μορφών Σκληρής Απάνθρωπης ή Εξευτελιστικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (εφεξής η Επιτροπή), με την οποία το ενημέρωνε ότι η Επιτροπή είχε αποφασίσει να ζητήσει από την Κύπρο όπως μη προχωρήσει στην παράδοση του Αιτητή, ενόσω η εξέταση του αιτήματος του βρίσκετο υπό εξέλιξη.
Το επίσημο αίτημα της Επιτροπής προς τη Δημοκρατία παραλήφθηκε μέσω της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Δημοκρατίας στη Γενεύη στις 31/3/2021 και αντικείμενο του ήταν η μη έκδοση του φυγόδικου από την Κύπρο στη Ρωσία, στη βάση του Άρθρου 2 της Σύμβασης.
Στις 31/3/2021 ο Αιτητής προέβη σε απόπειρα αυτοκτονίας, με αποτέλεσμα να παραπεμφθεί στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, όπου κρίθηκε ότι δεν ήτο σε θέση να ταξιδέψει. Συνεπεία τούτου μετατέθηκε η καθορισμένη ημερομηνία παράδοσης.
Στις 9/4/2021 η Υπουργός Δικαιοσύνης απέστειλε επιστολή με την οποία αιτήθηκε από την Επιτροπή να μην επιμείνει στη μη έκδοση του Αιτητή, θέτοντας περιθώριο απάντησης μέχρι τις 12/4/2021, ώστε η Δημοκρατία να συμμορφωθεί με τις διεθνείς υποχρεώσεις της που πηγάζουν από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως Φυγοδίκων Ν. 95/70.
Εν τω μεταξύ, στις 8/4/2021, παραλήφθηκε με μήνυμα της Μόνιμης Αντιπροσωπείας της Δημοκρατίας στη Γενεύη νεότερη Ρηματική Διακοίνωση της Επιτροπής, με την οποία διαβιβάστηκε επιστολή του δικηγόρου του Αιτητή, ενώ παράλληλα επαναλήφθηκε το αίτημα για μη παράδοση του Αιτητή μέχρι την ολοκλήρωση εξέτασης του παραπόνου του.
Στις 13/4/2021 με Ρηματική Διακοίνωση της Επιτροπής απερρίφθη το αίτημα της Δημοκρατίας, ημερ. 9/4/2021, όπως η Επιτροπή να μην επιμείνει στη μη έκδοση του Αιτητή.
Στις 15/4/2021 η Υπουργός Δικαιοσύνης με επιστολή της ενημέρωσε την Επιτροπή ότι η παράδοση του Αιτητή αναστάληκε, μέχρις ότου το παράπονο του εξεταστεί. Επ' αυτού ενημερώθηκε τόσο ο Αιτητής, όσο και οι δικηγόροι του στο Στρασβούργο.
Στις 4/5/2021 η Υπουργός Δικαιοσύνης ζήτησε από την Επιτροπή την αναθεώρηση της απόφασης της, με την οποία παρακαλεί τη Δημοκρατία να μην εκδώσει τον Αιτητή.
Το Δικαστήριο έχει διεξέλθει με την επιβαλλόμενη προσοχή όσα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι έχουν θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρημάτων που ανέπτυξαν τόσο γραπτώς όσο και διά ζώσης.
Υποστηρίχθηκε από τη Δημοκρατία ότι η κράτηση του Αιτητή βασίζεται στην Απόφαση του Εφετείου στην Πολιτική Αίτηση 83/2020, ημερ. 17/2/2021, ECLI:CY:AD:2021:A47 και ότι η Απόφαση του είναι τελεσίδικη και δεν χωρεί αμφισβήτησης.
Όπως αποφασίστηκε στην Konovalova, Πολιτική Αίτηση αρ. 140/2015, ημερ. 13/11/2015, ECLI:CY:AD:2015:D750, όταν το Εφετείο διατάσσει την έκδοση η Απόφαση του είναι τελεσίδικη, χωρίς δυνατότητα αναθεώρησης σε διαδικασία Habeas Corpus. Η δυνατότητα έκδοσης προνομιακού διατάγματος Habeas Corpus είναι εκείνη η οποία προβλέπεται στο Άρθρο 10 του Νόμου 97/70, σε σχέση με διάταγμα κράτησης που εκδίδεται από το Επαρχιακό Δικαστήριο. Ο Νόμος δεν προβλέπει οποιαδήποτε δυνατότητα καταχώρησης Habeas Corpus μετά από απόφαση κράτησης, με σκοπό την έκδοση φυγοδίκου, η οποία λαμβάνεται από το Εφετείο.
Όπως είναι καλά γνωστό το προνομιακό ένταλμα της φύσεως Habeas Corpus ad subjiciendum διασφαλίζει την ελευθερία του ατόμου. Όπως αναφέρθηκε στην xxx Χ″Σάββας (1993) 1 Α.Α.Δ. 102, «Το Habeas Corpus ad subjiciendum είναι προνομιακή διαδικασία για τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη. Παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση, είτε στη φυλακή, είτε σε ιδιωτικό χώρο, από Αρχή ή ιδιώτη». Απαραίτητη προϋπόθεση δι' έκδοση του εντάλματος η απόδειξη, εκ μέρους του αιτούντος, του παράνομου της κράτησης ή φυλάκισης (Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55). Με τη διαδικασία του εντάλματος Habeas Corpus, ό,τι επιδιώκεται είναι η διασφάλιση του δικαιώματος της ελευθερίας, διά της άμεσης απελευθέρωσης του αιτητή, ο οποίος, κατ' ισχυρισμό, τελεί υπό παράνομη κράτηση. Οποτεδήποτε, στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας, διαπιστώνεται κάτι τέτοιο, το σχετικό διάταγμα εκδίδεται δικαιωματικά και όχι ως θέμα άσκησης διακριτικής εξουσίας, οπότε, ο αιτητής αφήνεται ευθύς ελεύθερος (Green v. Home Secretary [1941] 3 All E.R. 388, σελίδα 400).
Όπως είναι αντιληπτό, με δεδομένη την ορθότητα της Απόφασης έκδοσης και χωρίς πλέον να είναι δυνατός ο έλεγχος μεταγενέστερα της πολιτικής Απόφασης της Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης για την απόδοση του Αιτητή, το αντικείμενο της υπό κρίση Αίτησης περιορίζεται στην εξέταση της συμμόρφωσης με τις διαδικασίες, αλλά και τις σχετικές προθεσμίες που προβλέπονται στη νομοθεσία και που ακολουθούν την Απόφαση του Εφετείου για κράτηση με σκοπό την έκδοση μέχρι και την παράδοση του Αιτητή στις Αρχές της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Ο Αιτητής παραπονείται ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για συνέχιση της κράτησης του, έχουν παρέλθει οι προβλεπόμενες στο Άρθρο 18 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδόσεως Φυγοδίκων προθεσμίες απόδοσης του στις Ρωσικές Αρχές, χωρίς να ενημερωθεί για τον καθορισμό νέας ημερομηνίας απόδοσης του και έχουν παρέλθει οι προβλεπόμενες στο Άρθρο 12 του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου (97/1970) προθεσμίες χωρίς να διενεργηθεί η απόδοση του.
Ο Αιτητής ισχυρίζεται, ακόμη, ότι η κράτηση του παραβιάζει το Άρθρο 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (εφεξής ΕΣΔΑ), το οποίο αφορά στο δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια. Ειδικότερα, στο Άρθρο 5, παρ. (5)(1)(στ) και 5, παρ. (4), προνοούνται τα ακόλουθα:
«1. Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν και την ασφάλειαν. Ουδείς επιτρέπεται να στερηθή της ελευθερίας του ειμή εις τας ακολούθους περιπτώσεις και συμφώνως προς την νόμιμον διαδικασίαν: .
στ. εάν πρόκειται περί νομίμου συλλήψεως ή κρατήσεως ατόμου επί σκοπώ όπως εμποδισθή από του να εισέλθη παρανόμως εν τη χώρα, ή εναντίον του οποίου εκκρεμεί διαδικασία απελάσεως ή εκδόσεως ..
4. Παν πρόσωπον στερούμενον της ελευθερίας του συνεπεία συλλήψεως ή κρατήσεως έχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, ίνα τούτο αποφασίση εντός βραχείας προθεσμίας επί του νομίμου της κρατήσεώς του και διατάξη την απόλυσίν του εν περιπτώσει παρανόμου κρατήσεως.»
Η θέση της Δημοκρατίας είναι ότι οι πιο πάνω θέσεις του Αιτητή εδράζονται σε εσφαλμένη ερμηνεία των Άρθρων 10, 11 και 12 του Ν. 97/70, καθώς και του Άρθρου 12 του Ν. 97/70. Καθόσον δε αφορά τον ισχυρισμό περί παραβίασης του Άρθρου 5 της ΕΣΔΑ προβλήθηκε ότι, κατά πρώτον, η κράτηση του Αιτητή είναι νόμιμη δυνάμει της απόφασης στην Πολιτική Έφεση αρ. 83/2021 και, κατά δεύτερον, επιδεικνύεται η κάθε δυνατή επιμέλεια αναφορικά με τις ενέργειες της Κυπριακής Δημοκρατίας οι οποίες, όπως υποστηρίχθηκε, είναι επακόλουθες των ενεργειών του ιδίου και οι οποίες γίνονται προς εφαρμογή των διεθνών υποχρεώσεων της Δημοκρατίας από τις Συμβάσεις που έχει υπογράψει και επικυρώσει.
Όταν Δικαστήριο εγκρίνει αίτημα για έκδοση και διατάσσει όπως ο εκζητούμενος παραμείνει υπό κράτηση προς το σκοπό της έκδοσης του, εναπόκειται στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης η έκδοση διατάγματος για απόδοση του στην αιτήτρια χώρα.
Το Άρθρο 11 του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970 (Ν. 97/1970) προνοεί ότι:
«11.-(1) Εν αις περιπτώσεσιν ήθελε διαταχθή η κράτησις οιουδήποτε προσώπου επί τω σκοπώ αποδόσεως αυτού εις το Κράτος ή χώραν, ήτις ητήσατο την έκδοσιν αυτού, το δε πρόσωπον τούτο δεν αφέθη ελεύθερον δυνάμει διατάγματος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ο Υπουργός δύναται να διατάξη την απόδοσιν αυτού εις το εν λόγω Κράτος ή χώραν, εκτός εάν η έκδοσις αυτού απαγορεύεται ή επί του παρόντος απαγορεύεται, υπό των διατάξεων του άρθρου 6 ή του παρόντος άρθρου ή εάν ο Υπουργός αποφασίση όπως μη προβή εν τη συγκεκριμένη περιπτώσει εις την έκδοσιν του διατάγματος της εκδόσεως.
...........................
(6) Η έκδοσις διατάγματος δυνάμει του παρόντος άρθρου θέλει αμελλητί κοινοποιηθή εις το πρόσωπον, όπερ δυνάμει τούτου μέλλει να εκδοθή.»
Ο Ν. 97/1970 ρυθμίζει γενικά τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία για την έκδοση φυγοδίκων, ενώ ο περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδόσεως Φυγοδίκων (Κυρωτικός) Νόμος του 1970 (Ν. 95/1970) καθορίζει τις προϋποθέσεις για έκδοση φυγοδίκων μεταξύ των χωρών που προσχώρησαν στην κυρωθείσα Σύμβαση, όπως στην προκείμενη περίπτωση η Ρωσική Ομοσπονδία (Επί τοις αφορώσι τον xxx xxx Bustani (1991) 1 Α.Α.Δ. 336).
Το Άρθρο 18 του Ν. 95/1970 με τίτλο «Παράδοσις Εκδοθέντος» προνοεί ότι:
«3. Εν περιπτώσει αποδοχής το αιτούν Μέρος δέον να ειδοποιηθεί περί του τόπου και της ημερομηνίας της εκδόσεως ως και επί της διαρκείας της ενεργηθείσης κρατήσεως επί τω σκοπώ εκδόσεως του καταζητούμενου.
4. Υπό την επιφύλαξιν της εν παραγράφω 5 του παρόντος άρθρου προβλεπομένης περιπτώσεως, εάν το καταζητούμενον άτομον δεν παρελήφθη κατά την καθωρισμένην ημερομηνίαν, θα δύναται να αφεθή ελεύθερον μετά την εκπνοήν 15θημέρου προθεσμίας υπολογιζόμενης από της ημερομηνίας ταύτης και πάντως θα απελευθερωθή από της εκπνεύσεως 30ημέρου προθεσμίας. Το Μέρος εις ο υπεβλήθη η αίτησις θα δύναται να αρνηθή την έκδοσιν διά την αυτήν παράβασιν.»
Όπως έχει επισημανθεί στην Πολιτική Αίτηση αρ. 43/2021, η οποία αναφέρθηκε ανωτέρω, «η αναφορά στο εδάφιο (4) του άρθρου 18 σε προθεσμίες, 15 ή 30 ημερών, αφορά στη ρύθμιση των εκατέρωθεν υποχρεώσεων των συμβαλλομένων Κρατών. Και οι προθεσμίες αυτές υπολογίζονται από την παράλειψη του κράτους που αιτήθηκε την έκδοση να παραλάβει τον εκζητούμενο κατά την ημερομηνία που καθορίστηκε. Πρέπει δηλαδή να έχει καθοριστεί ημερομηνία έκδοσης και να υπάρξει παράλειψη παραλαβής του εκζητούμενου για να αρχίσει να μετρά η μια ή η άλλη προθεσμία».
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως ορθά επισημαίνει η ευπαίδευτος συνήγορος της Δημοκρατίας, ουδεμία προθεσμία παρήλθε άπρακτη. Ενώ είχε καθοριστεί ημερομηνία έκδοσης/απόδοσης και η Υπουργός Δικαιοσύνης είχε στις 24/3/2021 υπογράψει το Διάταγμα απόδοσης, με το οποίο είχε καθοριστεί ημερομηνία παράδοσης του Αιτητή στις Ρωσικές Αρχές στις 31/3/2021, η μη παραλαβή του Αιτητή επήλθε συνεπεία της απόπειρας αυτοκτονίας στην οποία αυτός προέβη κατά την ημερομηνία παράδοσης και όχι ένεκα παράλειψης παραλαβής του από το Κράτος το οποίο είχε αιτηθεί την έκδοση. Συγκεκριμένα, ενόψει της εν λόγω εξέλιξης, η Υπουργός Δικαιοσύνης ανέστειλε προσωρινά το Διάταγμα έκδοσης/απόδοσης που εξέδωσε δυνάμει του Άρθρου 18(5) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου 95/70, στο οποίο γίνεται ρητή αναφορά ότι για λόγους ανωτέρας βίας η καθορισμένη ημερομηνία παράδοσης μπορεί να μεταφερθεί.
Πέραν της πιο πάνω ενέργειας του Αιτητή, ως αποτέλεσμα παραπόνου που ο ίδιος είχε υποβάλει στην Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών κατά των Βασανιστηρίων, εκδόθηκε ενδιάμεσο μέτρο με το οποίο η Επιτροπή ζήτησε από την Κυπριακή Δημοκρατία να αναστείλει την έκδοση του μέχρι τη λήψη απόφασης από την ίδια.
Τα δικαιώματα προσώπου που κρατείται προς το σκοπό της έκδοσης του και στην προκείμενη περίπτωση του Αιτητή, κατοχυρώνονται από το Άρθρο 12 του Ν. 97/1970 που τιτλοφορείται «Απόλυσις εν περιπτώσει καθυστερήσεως της εκδόσεως» και που προνοεί ότι:
«(1) Πας όστις κρατείται εν τη Δημοκρατία επί τω σκοπώ εκδόσεως του δυνάμει του παρόντος Νόμου, δύναται δι' αιτήσεως αυτού προς το Ανώτατον Δικαστήριον να ζητήση όπως αφεθή ελεύθερος, άμα τη παρόδω των εν τοις εφεξής προθεσμιών, ήτοι-
(α) εν πάση περιπτώσει, άμα τη παρόδω δύο μηνών, της προθεσμίας ταύτης αρχομένης από της πρώτης ημέρας, καθ' ην, λαμβανομένου υπ' όψιν του εδαφίου (2) του άρθρου 10, θα ηδύνατο να ενεργηθή η απόδοσις του εις το Κράτος ή την χώραν, ήτις ητήσατο την έκδοσιν αυτού·
(β) εν τη περιπτώσει διατάγματος περί αποδόσεως αυτού εκδοθέντος δυνάμει του άρθρου 11, άμα τη παρόδω ενός μηνός, της προθεσμίας ταύτης αρχομένης από της ημέρας, καθ' ην εχώρησεν η έκδοσις του τοιούτου διατάγματος.
(2) Επί τη υποβολή της τοιαύτης αιτήσεως, το Δικαστήριον, εφ' όσον προηγουμένως ήθελεν ικανοποιηθή ότι παρεσχέθη τω Υπουργώ εύλογος περί της σκοπουμένης αιτήσεως προειδοποίησις, δύναται να διατάξη την απόλυσιν του αιτητού και την ακύρωσιν παντός δυνάμει του άρθρου 11 τυχόν εκδοθέντος διατάγματος εκτός εάν παρασχεθώσιν αυτώ επαρκείς περί του εναντίου αιτιολογίαι.»
(Η έμφαση είναι του Δικαστηρίου)
Όπως, λοιπόν, προκύπτει από τα αναντίλεκτα γεγονότα, οι ενέργειες της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν επακόλουθες των ενεργειών του Αιτητή. Είναι δε προφανές ότι στη βάση των πιο πάνω δεδομένων, η εκτέλεση του Διατάγματος απόδοσης/έκδοσης του Αιτητή αναστάληκε προσωρινά. Η οποιαδήποτε καθυστέρηση έχει σημειωθεί σε σχέση με την έκδοση του Αιτητή είναι φανερό ότι δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα της Δημοκρατίας αλλά αποκλειστικά σε ενέργειες του ίδιου του Αιτητή.
Ο Αιτητής προβάλλει, επίσης, ότι οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν από τους Καθ΄ων η Αίτηση μετά την έκδοση της Απόφασης του Εφετείου στην Πολιτική Έφεση 83/20 για την κράτηση του μέχρι την έκδοση του στη Ρωσική Ομοσπονδία παραβιάζουν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Εκδόσεως Φυγοδίκων και ειδικότερα το Άρθρο 18 αυτής καθώς και το Ν.97/70 και ειδικότερα τα Άρθρα 11 και 12 αυτού, αφού συμφωνήθηκε η ημέρα και η ώρα παράδοσης του χωρίς αυτός να ενημερωθεί για να μπορεί να ασκήσει τα τυχόν δικαιώματα του και πριν την έκδοση Διατάγματος έκδοσης/απόδοσης από την Υπουργό.
Στην ένορκη δήλωση του που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση γίνεται εκτενής αναφορά στις διαδικασίες που ακολούθησαν, από τη Δημοκρατία μετά την έκδοση της Απόφασης στην Πολιτική Έφεση 83/20 αναφορικά με τον καθορισμό της ημέρας και ώρας παράδοσης και της έλλειψης ενημέρωσης του πριν την έκδοση του Διατάγματος έκδοσης/απόδοσης από την Υπουργό.
Όπως ορθά αναφέρεται στο Περίγραμμα Αγόρευσης της ευπαιδεύτου συνηγόρου για τους Καθ΄ων η Αίτηση, δεν υφίστατο οποιαδήποτε υποχρέωση ενημέρωσης του Αιτητή σε σχέση με τις λεγόμενες «προπαρασκευαστικές ενέργειες» για την απόδοση του. Επιπλέον, τα όσα τέθηκαν στην ένορκη δήλωση του Αιτητή αφορούν σε γεγονότα τα οποία είχαν τεθεί και αφορούσαν το πιο πάνω ζήτημα το οποίο εξετάσθηκε και αποφασίστηκε από το Δικαστήριο στο πλαίσιο της Αίτησης για Habeas Corpus υπ'. αρ. 43/21, όπου το Δικαστήριο επεσήμανε ότι «ως εκ της φύσης» των εν λόγω ενεργειών «δεν υφίστατο υποχρέωση ενημέρωσης» του Αιτητή σχετικά με το εν λόγω ζήτημα.
Επιπλέον, ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι σε περίπτωση έκδοσης του υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να υποστεί βασανιστήρια, απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση και/ή ότι κινδυνεύει με παραβίαση του δικαιώματος του στη ζωή, κατά παράβαση των Άρθρων 2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθώς και του Άρθρου 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την Καταπολέμηση των Βασανιστηρίων, στη βάση του ότι η έκδοση του γίνεται κακή τη πίστει και συνιστά άδικο και καταπιεστικό μέτρο.
Τα πιο πάνω παράπονα δεν μπορούν να προβάλλονται στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, το αντικείμενο της οποίας έχει εξαρχής οριοθετηθεί στη βάση των όσων αναφέρθηκαν στην υπόθεση Konovalova (ανωτέρω). Πρόκειται για παράπονα που τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου που εκδίκασε την Αίτηση έκδοσης και τα οποία εξετάστηκαν από αυτό, όπως εξάλλου επισημαίνεται και στην Απόφαση του Εφετείου.
Κατ' ακολουθίαν όλων των πιο πάνω τα παράπονα του Αιτητή δεν είναι βάσιμα.
Ως εκ τούτου, η Αίτηση απορρίπτεται.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
Δ.