ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Αμφιτρίτη Παναγιώτου (κα), για Αρτέμη Αρτεμίου Πιερή amp;amp;amp; Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε. για Εφεσίβλητο CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2021-06-08 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΚΟΝΝΑΡΗ v. ΖΙΧΝΙ, ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 29/2020, 8/6/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2021:14

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 29/2020

8 Ιουνίου 2021

 

[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ Δ/ΣΤΕΣ]

 

xxx ΚΟΝΝΑΡΗ

Εφεσείουσα

ΚΑΙ

 

xxx ΖΙΧΝΙ

Εφεσίβλητος

---------

 

Κασσάνδρα Κουπαρή (κα), για Κασάνδρα Κουπαρή και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε. για Εφεσείουσα

Αμφιτρίτη Παναγιώτου (κα),  για Αρτέμη Αρτεμίου Πιερή & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε. για Εφεσίβλητο

                                                    --------------

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Δικαστή Α. Πούγιουρου.

                                     

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ:  Στις 21/6/2018 εκδόθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας εκ συμφώνου διάταγμα γονικής μέριμνας με το οποίο ρυθμίστηκε το δικαίωμα επικοινωνίας του Αιτητή, Τουρκοκύπριου, με τα ανήλικα τέκνα του.  Η φύλαξη και φροντίδα των ανηλίκων είχε ανατεθεί στη μητέρα, Ελληνοκύπρια,  και καθορίστηκε ως τόπος διαμονής τους ο εκάστοτε τόπος διαμονής της μητέρας εντός της επαρχίας Λευκωσίας, οι δε υπόλοιπες πτυχές γονικής μέριμνας αποφασίστηκε  να ασκούνται από κοινού. 

 

Και οι δύο γονείς επιδίωξαν, στα πλαίσια της αίτησης 349/19 του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, την τροποποίηση του διατάγματος επικοινωνίας ο μεν πατέρας με  την κυρίως Αίτηση  διεύρυνση του δικαιώματος της επικοινωνίας, η δε μητέρα με  Ανταπαίτηση την πλήρη ανατροπή της υφιστάμενης  κατάστασης με τη διαφοροποίηση του δικαιώματος επικοινωνίας του πατέρα ώστε να της επιτραπεί η μεταφορά των ανηλίκων στην Ιορδανία για σκοπούς εργασιών της.

 

Στα πλαίσια επίσης της Ανταπαίτησης  η Εφεσείουσα πέτυχε, με μονομερή αίτηση της, την έκδοση των εξής διαταγμάτων στις 24/9/2020:

 

Α) όπως απαγορευθεί η έξοδος των ανηλίκων από την Κυπριακή Δημοκρατία και/ή την εδαφική επικράτεια της χωρίς τη γραπτή συγκατάθεση και των δύο γονέων μέχρι ολοκλήρωσης της κυρίως αίτησης και 

Β)  όπως τα ονόματα των ανηλίκων τεθούν στον Κατάλογο των προσώπων των οποίων απαγορεύεται η έξοδος από την Κυπριακή Δημοκρατία και/ή το έδαφος που ελέγχεται από την Κυπριακή Δημοκρατία.

 

 Ο Καθ' ου η Αίτηση στην Ανταπαίτηση, Εφεσίβλητος,  αντέδρασε με την καταχώρηση ένστασης προβάλλοντας διάφορους λόγους γιατί θα έπρεπε να ακυρωθούν τα προσωρινά διατάγματα και η αίτηση οδηγήθηκε σε ακρόαση.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας την αίτηση ημερομηνίας 24/9/2020, ασχολήθηκε κατ' αρχάς με τον λόγο ένστασης 1Α που αφορούσε στη μη ικανοποίηση των προϋποθέσεων έκδοσης των προσωρινών διαταγμάτων. Κύριος άξονας των εισηγήσεων του υπήρξε η παρατυπία της αίτησης, ως εκ της μη συμπερίληψης στη νομική της βάση του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν.14/60) που αναφέρεται στην έκδοση παρεμπιπτόντων διαταγμάτων.  Έκρινε ότι αν και η αναφορά στην αίτηση  του άρθρου 32 δεν φαίνεται να συσχετίζετο με το Νόμο 14/60 εν τούτοις, από το περιεχόμενο της Ένορκης Δήλωσης που συνόδευε την αίτηση, καθίστατο σαφές ότι επρόκειτο για το άρθρο 32 του Νόμου 14/60.  Μετά δε τη διαπίστωση του ότι κανένα δυσμενή επηρεασμό δεν θα υποστεί ο Καθ' ου η αίτηση εφόσον είχε κατανοήσει τη φύση της αίτησης και την αιτούμενη θεραπεία, προχώρησε, με αναφορά σε νομολογία (βλ. Wunderlich κ.α. ν. Παναγιώτου (1999) 1 (Α) Α.Α.Δ. 366 και Ανδρέας Γεωργιάδης και Υιός Λτδ ν. Alpha Bank Cyprus Ltd, Πολ. Εφ. Αρ. 177/11, ημερομηνίας 15/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:A176) στη βάση της Δ.64 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών στην έκδοση διατάγματος άρσης της παρατυπίας. 

 

Στη συνέχεια το Δικαστήριο ασχολήθηκε με την εξέταση των προϋποθέσεων του άρθρου 32 του Νόμου 14/60, ξεκινώντας από την τρίτη προϋπόθεση, που αναφέρεται στο ότι θα είναι δύσκολη ή αδύνατη η απονομή πλήρους δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο αν δεν εκδοθεί το διάταγμα. Εξετάζοντας τις εκατέρωθεν εισηγήσεις σε συνάρτηση με τα δικόγραφα, διαπίστωσε ότι η επικοινωνία του Εφεσίβλητου με τα παιδιά του γινόταν στα κατεχόμενα ακόμη και μετά που έπαψε η Εφεσείουσα να δίνει τη συγκατάθεση της για τη διέλευση τους μέσω των οδοφραγμάτων, με τη χρήση κάποιων εγγράφων που είχε εξασφαλίσει ο Εφεσίβλητος από τη «διοίκηση» των κατεχομένων. 

 

Έκρινε συναφώς ότι θα έπρεπε να διασφαλιστεί ότι η επικοινωνία των παιδιών με τον Εφεσίβλητο θα συνεχίσει αλλά διά της νομίμου οδού.  Ενόψει των διαπιστώσεων του αυτών κατέληξε ότι  δεν ετίθετο θέμα ανεπανόρθωτης ζημιάς αν δεν εκδοθεί το διάταγμα, διαπίστωση, που θεώρησε ως καταλυτική για την επιτυχία της αίτησης στη βάση του άρθρου 32, ώστε να μην  παρίστατο ανάγκη η εξέταση κατά πόσο πληρούντο οι άλλες δύο προϋποθέσεις του άρθρου 32.  Προχώρησε ακολούθως  σε τροποποίηση των προσωρινών διαταγμάτων ημερομηνίας 24/9/2020, με την προσθήκη διαταγής εναντίον της Αιτήτριας/Εφεσείουσας να παράσχει συγκατάθεση στον Καθ' ου η Αίτηση, για μετάβαση των ανηλίκων τέκνων της στις κατεχόμενες από τους Τούρκους περιοχές, προς το σκοπό άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας του τελευταίου με αυτά. 

 

Την πρωτόδικη απόφαση σ' ό,τι αφορά την αυτεπάγγελτη τροποποίηση των προσωρινών διαταγμάτων ημερομηνίας 24/9/2020 από το πρωτόδικο Δικαστήριο και την μη οριστικοποίηση τους ενόψει της  διαπίστωσης του ότι δεν ικανοποιείτο η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32, αμφισβήτησε η Αιτήτρια/Εφεσείουσα με 12 λόγους έφεσης, τους οποίους υποστήριξε μέσω του περιγράμματος αγόρευσης της δικηγόρου της.

 

Από την άλλη ο δικηγόρος του Εφεσίβλητου υποστήριξε πλήρως την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης σε όλες της τις πτυχές. 

Εφόσον, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, η ανάγκη τροποποίησης των προσωρινών διαταγμάτων προέκυψε κατά την εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32, για σκοπούς καλύτερης παρακολούθησης, κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση για να διαφανεί το σκεπτικό του Δικαστηρίου που το οδήγησε στην απόδοση ουσιαστικά θεραπείας που δεν ζητείτο με την αίτηση:

 

«Δεν με έχει πείσει η Αιτήτρια ως όφειλε, η οποία έχει και το βάρος απόδειξης, ότι ελλοχεύει άμεσος υπαρκτός κίνδυνος, ο Καθ΄ου η αίτηση να χρησιμοποιήσει τα έγγραφα και να φύγει από την Κύπρο περιλαμβανομένων και των κατεχόμενων περιοχών μαζί με τα τέκνα. Ως εκ τούτου δεν τίθεται θέμα οριστικοποίησης του διατάγματος. Τουναντίον είμαι της γνώμης ότι πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε αυτό να μπορεί να ασκηθεί, ως τα μέρη εκ συμφώνου και στη βάση των συμπεριφορών τους αποδέχθηκαν να εκτελείται, πλην όμως με διασφάλιση από το Δικαστήριο ότι αυτό θα γίνεται με νόμιμο τρόπο.

 

Συνεπώς δε τίθεται θέμα ανεπανόρθωτης ζημιάς, κάτι που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να δοθεί η επιζητούμενη θεραπεία σε αυτό το ενδιάμεσο στάδιο.

 

Όμως ανέφερα ανωτέρω για να εκδοθεί ενδιάμεσο διάταγμα θα πρέπει να συντρέχουν και οι τρεις προϋποθέσεις του άρθρου 32 (βλ. Οδυσσέως πιο πάνω). Η απουσία της τρίτης προϋπόθεσης στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν επιτρέπει την οριστικοποίηση του αιτούμενου διατάγματος. Κατά συνέπεια παρέλκει η ανάγκη εξέτασης των άλλων δυο προϋποθέσεων, για να υπάρχει όμως καταγεγραμμένη η θέση του Δικαστηρίου θεωρώ ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση στην ακρόαση της εναρκτήριας αίτησης και ότι η Αιτήτρια έχει ορατή πιθανότητα επιτυχίας, ένεκα της εξουσίας του Δικαστηρίου να αποφασίζει, σε περίπτωση που τα δεδομένα βάσει των οποίων εκδόθηκε το διάταγμα έχουν διαφοροποιηθεί σε τέτοιο βαθμό που κρίνεται επάναγκες όπως ρυθμιστούν με νέο διάταγμα, με γνώμονα το συμφέρον του τέκνου. Εν προκειμένω η Αιτήτρια μεταξύ άλλων ισχυρίζεται ότι πρέπει να μετακομίσει σε άλλη χώρα λόγω της φύσης της εργασίας της.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, θεωρώ ότι το προσωρινό διάταγμα δεν μπορεί να συνεχίσει ως έχει.  Το Δικαστήριο στο σημείο αυτό και παρά το ότι έχει αποφανθεί επί της αιτήσεως, κρίνει ότι στα πλαίσια των τελικών καταλήξεων του, πάντα σε σχέση με την παρούσα ενδιάμεση διαδικασία, θα πρέπει να συνυπολογίσει το γεγονός ότι για να μπορεί να επιτυγχάνεται η μέχρι σήμερα επικοινωνία των παιδιών με τον πατέρα τους, αυτός χρησιμοποιεί έγγραφα τα οποία φαίνεται να εκδόθηκαν από τη «διοίκηση» των κατεχόμενων και δη από μη αναγνωρισμένο κράτος.  Αν και το παρόν δικαστήριο δεν είναι το κατάλληλο φόρουμ, για να αποφαίνεται επί της όποιας ευθύνης προσώπων κατέχουν τέτοια έγγραφα εν τούτοις δεν πρέπει να αφήνεται μέσω δικαστικών αποφάσεων να γίνεται χρήση τέτοιων εγγράφων εις τρόπο που να επικροτείται στην ουσία η χρήση τους. 

 

Λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, υπάρχει τρόπος με τον οποία μπορεί η επικοινωνία του Καθ' ου η αίτηση με τα τέκνα του να συνεχίσει να γίνεται στη βάση του εκ συμφώνου διατάγματος και τούτο να επιτυγχάνεται με νόμιμο τρόπο, δηλαδή να λαμβάνει ο Καθ' ου η αίτηση τη συγκατάθεση της Αιτήτριας, η οποία να μπορεί να υποδεικνύεται στα οδοφράγματα για σκοπούς μετάβασης από και προς τα κατεχόμενα.

 

Συνακόλουθα το διάταγμα ημερομηνίας 24/9/2020 τροποποιείται διά προσθήκης διαταγής προς την Αιτήτρια να παράσχει αμετάκλητη συγκατάθεση στον Καθ' ου η αίτηση για μετάβαση των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων στα κατεχόμενα, πάντα όμως για σκοπούς άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας, όπως αυτό διασαφηνίζεται χρονικά και περιοριστικά στο εκ συμφώνου διάταγμα ημερομηνίας 21/6/2018 στην υπ.' αριθμό αίτηση 221/17.  Το διάταγμα θα ισχύει μέχρι πλήρους αποπερατώσεως της κυρίως αίτησης ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου. 

 

Στην απόφαση του δικαστηρίου να προχωρήσει και να τροποποιήσει το διάταγμα ως ανωτέρω, λήφθηκε πολύ σοβαρά υπόψη ότι η πιο πάνω τροποποίηση δεν αποτελεί μέρος των όποιων αιτούμενων θεραπειών, είτε με την αίτηση, είτε με την ανταπαίτηση.»

 

Στην υπόθεση xxx Μαυρονικόλα ν. xxx Ξάνθου Έφεση αρ. 8/2018, ημερομηνίας 3/12/2020, αντικείμενο εξέτασης υπήρξε μεταξύ άλλων η απόδοση θεραπείας που δεν ζητείτο με την αίτηση, όπου αναφέρθηκαν τα εξής:

«Σύμφωνα με τη νομολογία εφόσον στοιχειοθετούνται τα ουσιώδη γεγονότα τα οποία περιβάλλουν την απαίτηση είναι παραδεκτή η παροχή αρμόζουσας θεραπείας άσχετα από το ακριβές νομικό πέπλο κάτω από το οποίο τίθεται η απαίτηση (βλ. Jenny Maison Ltd v. Krashias Footwear Industry Limited (2002) 1 Α.Α.Δ. 1156, Αριστοδήμου ν. Χαραλάμπους (199-0) Α.Α.Δ. 319, Kennedy Hotels Ltd v. Indjirdjian (1992) 1 Α.Α.Δ. 400).

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δυστυχώς δεν αντελήφθηκε ορθά την πιο πάνω αρχή. Στις Stylianou v. Papacleovoulou (1982) 1 C.L.R. 542 και Αριστοδήμου ν. Χαραλάμπους (άνω) οι οποίες αμφότερες αναλύονται στην Kennedy Hotels (άνω) ξεκάθαρα αναφέρεται ότι μπορεί να παρασχεθεί θεραπεία η οποία στοιχειοθετείται από τα γεγονότα που περιέχονται στην Έκθεση Απαιτήσεως εφόσον, βεβαίως, αποδεικνύονται κατά τη δίκη.»

 

 

 

Ενόψει της συνάφειας των λόγων έφεσης, όπου η τροποποίηση των προσωρινών διαταγμάτων  προέκυψε κατά την εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32, θα εξεταστούν μαζί.

 

Ειδικότερα η Εφεσείουσα προβάλλει ότι η προσθήκη του  νέου διατάγματος ήταν εκτός της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, στερείτο νομικής αλλά και πραγματικής βάσης και ήταν προϊόν λανθασμένης εφαρμογής της νομολογίας. Εισηγείται περαιτέρω  ότι το Δικαστήριο εξετάζοντας την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Νόμου 14/60 δεν έλαβε υπόψη του τον κίνδυνο διαφυγής των ανηλίκων μέσω των κατεχομένων εδαφών στην Τουρκία, χωρίς τη συγκατάθεση της Εφεσείουσας, αλλά με τη χρήση διαβατηρίων της «διοίκησης»  των κατεχομένων από τους Τούρκους εδαφών.

 

Σημειώνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε κατ΄ αρχάς ότι το εκ συμφώνου διάταγμα επικοινωνίας του Εφεσίβλητου με τα παιδιά του ημερομηνίας 21/6/2018 «ήταν σιωπηλό» ως προς το χώρο που θα ασκείτο η επικοινωνία. Το κενό αυτό έκρινε όμως ότι είχε πληρωθεί με την διευθέτηση μεταξύ των γονέων ότι θα γινόταν στον τόπο διαμονής του Εφεσίβλητου δηλαδή στις κατεχόμενες περιοχές, η οποία όμως  είχε  διαταραχθεί εκ των υστέρων από  τη συμπεριφορά της Εφεσείουσας να μη δίνει τη συγκατάθεση της για μεταφορά των ανηλίκων στα κατεχόμενα εξού και προέβη στην προσθήκη διατάγματος προς ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας του Εφεσίβλητου με τα παιδιά του.

 

Έχοντας εξετάσει με προσοχή τις εκατέρωθεν εισηγήσεις κρίνεται ότι όντως το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέφυγε σε μια λανθασμένη αντιμετώπιση του όλου ζητήματος, για τους λόγους που θα αναπτύξουμε κατωτέρω.

 

Το βασικό πρόβλημα που ανακύπτει από τον τρόπο χειρισμού από πλευράς Δικαστηρίου της υπό εξέταση αίτησης, είναι ότι ενώ αυτή  καταχωρήθηκε από την Εφεσείουσα στα πλαίσια της Ανταπαίτησης της και αφορούσε σε προσωρινά διατάγματα που στρέφοντο ουσιαστικά εναντίον του Εφεσίβλητου, πρώην συζύγου της, η αυτεπάγγελτη τροποποίηση των προσωρινών διαταγμάτων από το Δικαστήριο είχε ως αποτέλεσμα να εκδοθεί διάταγμα εναντίον της ίδιας της Εφεσείουσας. Η ουσία εδώ του όλου εγχειρήματος από πλευράς Δικαστηρίου όχι μόνο δεν προέκυπτε από την αίτηση της  Εφεσείουσας αλλά ήταν και αντίθετο με τις θεραπείες που ζητούσε με την Ανταπαίτηση της.  Ήταν προφανές ότι η ρύθμιση επικοινωνίας του Εφεσίβλητου με τα ανήλικα τέκνα του δεν ήταν επίδικο θέμα της αίτησης, έστω και αν αναφέρθηκαν σχετικά γεγονότα κατά την ακρόαση μέσω της ένστασης του Εφεσίβλητου, τα οποία απασχόλησαν το Δικαστήριο κατά την εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32.

 

Το ζητούμενο με την αίτηση για το οποίο διεξήχθη η ακρόαση, ήταν κατά πόσο θα απαγορεύετο η έξοδος των ανηλίκων από την επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας και των εδαφών που αυτή ελέγχει,  μέχρι ολοκλήρωσης της διαδικασίας της κυρίως αίτησης και το Δικαστήριο θα έπρεπε να περιοριστεί στην εξέταση του συγκεκριμένου ζητήματος και όχι με όχημα την εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 να ρυθμίσει ουσιαστικά   την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του Εφεσίβλητου με τα τέκνα του. Το θέμα αυτό ήταν το αντικείμενο της αίτησης Αρ. 349/2019  που καταχώρησε ο Εφεσίβλητος.

Σύμφωνα με τα πιο πάνω είναι πρόδηλο ότι η  περίπτωση δεν ήταν η αρμόζουσα για απόδοση της συγκεκριμένης θεραπείας από το πρωτόδικο Δικαστήριο εφόσον δεν στοιχειοθετείτο καν από τα γεγονότα της αίτησης.  Αντιλαμβανόμαστε  ότι η τροποποίηση  αποσκοπούσε στην επίλυση ενός προβλήματος που το Δικαστήριο θεώρησε ότι προέκυψε ως προς την άσκηση του δικαιώματος του Εφεσίβλητου επικοινωνίας με τα παιδιά του.  Δεν είναι όμως αυτό το κριτήριο, εφόσον στην προσπάθεια του αυτή επίλυσε θέματα που δεν ήταν επίδικα, εφαρμόζοντας λανθασμένα τις αρχές που έθεσε η πιο πάνω νομολογία (βλ. Παπακόκκινου ν. Θεοδοσίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 379, Λυσιώτης ν. Αχιλλέως (1998) 1 Α.Α.Δ. 1567 και Γρηγορίου ν. Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ, Πολ. Εφ. Αρ. 75/13, ημερομηνίας 28/3/2019).

 

Το Δικαστήριο αφ' ης στιγμής έκρινε ότι δεν ικανοποιείτο η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Νόμου 14/60, στην εξέταση της οποίας έδωσε προτεραιότητα και ότι η κρίση του αυτή  ήταν καταλυτική για την τύχη της αίτησης της Εφεσείουσας, εξού και δεν εξέτασε αναλυτικά τις υπόλοιπες προϋποθέσεις του άρθρου 32,  θα έπρεπε να απορρίψει την αίτηση στο στάδιο εκείνο χωρίς να υπεισέλθει στην εξέταση οποιουδήποτε άλλου θέματος.  Σημειώνουμε ότι παρόλο που δεν εξέτασε τις άλλες δύο προϋποθέσεις έκρινε, για σκοπούς καταγραφής της θέσης του Δικαστηρίου, ότι αυτές πληρούντο.   Δεν θα επεκταθούμε σ' ό,τι αφορά τη διαπίστωση του αυτή εφόσον δεν συνιστά αντικείμενο της έφεσης.

 

Ενόψει των πιο πάνω οι λόγοι  έφεσης που βάλλουν κατά της  αυτεπάγγελτης προσθήκης από το Δικαστήριο  διατάγματος εναντίον της Εφεσείουσας, επιτυγχάνουν  και το διάταγμα θα πρέπει να ακυρωθεί.   

 

Η Εφεσείουσα παραπονείται επίσης και για την  διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν ικανοποιείτο η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Νόμου 14/60, που οδήγησε στη μη οριστικοποίηση των προσωρινών διαταγμάτων.    Συγκεκριμένα προβάλλει ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε καθόλου υπόψη τους ισχυρισμούς στην Ένορκη Δήλωση της ότι έχει εύλογες υποψίες ότι ο Εφεσίβλητος μπορεί να διαφύγει μέσω των κατεχομένων περιοχών στην Τουρκία, με τη χρήση διαβατηρίων του ψευδοκράτους, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο την ασφάλεια των παιδιών. 

 

Έχουμε ήδη καταγράψει ανωτέρω το σκεπτικό του Δικαστηρίου που το οδήγησε στη διαπίστωση του αυτή.

 

Η Εφεσείουσα είχε το βάρος να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 για να πετύχει την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων.  Το Δικαστήριο ανέλυσε και αξιολόγησε την προσαχθείσα μαρτυρία για σκοπούς εξέτασης της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32  με πάσα λεπτομέρεια.   

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, το Εφετείο επεμβαίνει στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου μόνο όταν αυτά δεν δικαιολογούνταν από την προσαχθείσα μαρτυρία εξεταζόμενη στην ολότητα της.  Δεν επεμβαίνει όταν το πρωτόδικο Δικαστήριο μπορούσε εύλογα να καταλήξει στα υπό εξέταση ευρήματα (βλ. Μιχαηλίδης ν. Πουργουρίδη (2001) 1 (Β) Α.Α.Δ. 1263). 

Στην προκειμένη περίπτωση και στη βάση του συνόλου της ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρίας, κρίνουμε ότι η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν ελλοχεύει άμεσος υπαρκτός κίνδυνος να χρησιμοποιήσει  ο Εφεσίβλητος τα έγγραφα της «διοίκησης» των κατεχομένων  για να διαφύγει στην Τουρκία μαζί με τα παιδιά του, διαπίστωση  καταλυτική για την οριστικοποίηση των προσωρινών διαταγμάτων,   ήταν ευλόγως  επιτρεπτή.  Δεν τέθηκε εξάλλου οποιοδήποτε ικανό στοιχείο που να καθιστά την προσέγγιση αυτή του Δικαστηρίου τρωτή ώστε να χρειάζεται η παρέμβαση μας.   

 

Συνεπώς οι λόγοι έφεσης που βάλλουν κατά της διαπίστωσης του Δικαστηρίου ότι δεν ικανοποιείτο η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Νόμου 14/60 είναι έκθετοι σε απόρριψη.

 

Ενόψει των πιο πάνω η έφεση επιτυγχάνει μερικώς.  Το  διάταγμα  εναντίον της Εφεσείουσας που προέκυψε από την τροποποίηση παραμερίζεται.  Σ' ό,τι αφορά το μέρος της απόφασης που αναφέρεται στη μη ικανοποίηση της τρίτης  προϋπόθεσης του άρθρου 32 επικυρώνεται.  

 

Ως εκ του αποτελέσματος της έφεσης, η οποία επιτυγχάνει μερικώς, κρίνουμε δίκαιο να μην εκδώσουμε οποιαδήποτε διαταγή για τα έξοδα της έφεσης.

 

                                                               Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ Δ.

/Α.Λ.Ο.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο