ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2021:A281
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 154/2014)
28 Ιουνίου, 2021
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ Δ/στές]
A. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσείουσα
και
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ ΛΤΔ,
Εφεσίβλητοι
_________________________
Π. Ευθυμίου και Ε. Ευθυμίου για Παύλος Γ. Ευθυμίου ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα.
Σ. Φλουρέντζος για Νικήτα, Νικήτα & Συνεργάτες, για τους Εφεσίβλητους.
_________________________
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Ι. Ιωαννίδη, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο Α. Κωνσταντινίδης διορίστηκε ως Διαιτητής για τη διαφορά που προέκυψε μεταξύ της Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας «ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΙΝΘΗΣ», που στη συνέχεια μετονομάστηκε σε «Συνεργατικό Ταμιευτήριο Πάφου Λτδ», και των Κωνσταντίνου Γ. και Κωνσταντίνου A. (πρωτοφειλετών). Ο εν λόγω Διαιτητής εξέδωσε στις 28/2/2013, προς όφελος της ΣΠΕ «ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΙΝΘΗΣ» και εναντίον της Κωνσταντίνου A., απόφαση για €85.795,75.- με τόκο προς 9% από 1.1.2013, με δικαίωμα κεφαλαιοποίησης των τόκων δύο φορές το χρόνο, 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους, πλέον έξοδα. Στη διαιτητική απόφαση καταγράφεται ρητά ότι η Κωνσταντίνου A. ειδοποιήθηκε δεόντως για τη διαιτησία, στην οποία παρουσιάστηκε, και μάλιστα παραδέχθηκε το χρέος της. Για τον άλλο πρωτοφειλέτη, τον Κωνσταντίνου Γ., καταγράφεται ότι αυτός δεν κατέστη δυνατό να ειδοποιηθεί. Τέλος, στην εκδοθείσα διαιτητική απόφαση καταγράφονται και τα ακόλουθα: «Το πιο πάνω ποσό και οι τόκοι του πληρωθούν αλληλέγγυα και/ή κεχωρισμένα από την πιο πάνω εναγομένη και το προϊόν εκποίησης της υποθήκης με αρ. Υ1xx2/07, ως η απαίτηση της ενάγουσας Εταιρείας με επιφύλαξη των δικαιωμάτων της Εταιρείας, εναντίον του Κωνσταντίνου Γ. που δεν κατέστη δυνατό να ειδοποιηθεί».
Η εκδοθείσα διαιτητική απόφαση επεδόθη προσωπικά στην Κωνσταντίνου A., η οποία καταχώρισε στις 26.6.2013, στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, την υπ΄ αρ. 258/13 Έφεση, η οποία ορίστηκε για τις 26.9.2013. Κατά την πιο πάνω ημερομηνία, αυτή δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο για να προωθήσει την Έφεση της, με αποτέλεσμα η Έφεση της να απορριφθεί. Ακολούθησε αίτηση δια κλήσεως εκ μέρους της ΣΠΕ «ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΙΝΘΗΣ», με την οποία ζητούσε όπως η εκδοθείσα εναντίον της Κωνσταντίνου A. διαιτητική απόφαση, καταχωριστεί και εγγραφεί για εκτέλεση στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου. Η Κωνσταντίνου A. καταχώρισε ένσταση στην αίτηση, με την οποία ζητούσε όπως η αίτηση απορριφθεί για δύο λόγους. Με τον πρώτο λόγο ένστασης είχε ισχυριστεί ότι η διαιτητική απόφαση «ήταν ασαφής και ασυνάρτητη και δεν έφερε τα χαρακτηριστικά στοιχεία μιας έγκυρης διαιτητικής απόφασης». Με τον δεύτερο λόγο ένστασης είχε ισχυριστεί ότι η ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση «δεν συνάδει με το περιεχόμενο της φερόμενης απόφασης».
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού έθεσε ενώπιον του τις αγορεύσεις των δύο πλευρών και τη Νομολογία που αφορά στην εγγραφή και εκτέλεση διαιτητικών αποφάσεων (Πιττάκα ν. Γ. & Β. Χατζηδημοσθένους Λτδ (2004) 1(Γ) ΑΑΔ, 1895, Σ.Π.Ε. Αγίας Νάπας ν. Κυριακίδη κ.α. (2008) 1 ΑΑΔ, 716 και Νικολάου ν. Νέας Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Αγλαντζιάς (2012) 1(Α) ΑΑΔ, 707), με απόφαση του ημερ. 19.3.2014 απέρριψε και τους δύο λόγους ένστασης και ενέκρινε την αίτηση, αφού δεν εντόπισε ασάφεια ή αοριστία στην εκδοθείσα διαιτητική απόφαση.
Σε συμφωνία με το Πρωτόδικο Δικαστήριο, βρίσκουμε και εμείς ότι στη διαιτητική απόφαση γίνεται ρητή αναφορά ότι η Κωνσταντίνου A. (Εφεσείουσα) οφείλει συγκεκριμένο ποσό με συγκεκριμένο τόκο στη βάση συγκεκριμένης συμφωνίας δανείου (Αρ.: xxxx102-2) που κατήρτισε με τη Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία «ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΙΝΘΗΣ». Ούτε η μη καταγραφή στη διαιτητική απόφαση του Επαρχιακού Κτηματολογίου στο οποίο ενεγράφη η υποθήκη Υ1xx2/07, καθιστά ασαφή την απόφαση που εξεδόθη εναντίον της Εφεσείουσας για χρηματικό ποσό, οφειλή την οποία, ως ελέχθη, παραδέχθηκε ενώπιον του Διαιτητή. Το ίδιο ισχύει και για το γεγονός ότι στη διαιτητική απόφαση γίνεται, ατυχώς, αναφορά σε πληρωμή του ποσού «αλληλέγυα και/ή κεχωρισμένα». Όσον αφορά στο γεγονός ότι στην εκδοθείσα διαιτητική απόφαση γίνεται αναφορά σε ενάγουσα εταιρεία και σε εναγομένους, το Πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά σημείωσε τα ακόλουθα:
«Η αναφορά στην διαιτητική απόφαση σε ενάγουσα εταιρεία και εναγομένων, δεν έχω διαπιστώσει πως, αυτή η λανθασμένη αναφορά, επηρεάζει την εγγραφή της και ούτε έχει υποδειχτεί κάτι συγκεκριμένο από την αιτήτρια η οποία να σημειωθεί ήταν παρούσα στην διαδικασία της διαιτησίας έλαβε μέρος παραδέχτηκε το χρέος και συνεπώς γνωρίζει τόσο την ιδιότητα των αιτητών, την δική της, την διαφορά τους και την φύση της διαδικασίας που προηγήθηκε.»
Κατ΄ επέκταση, το Πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά έκρινε ότι η επίδικη διαιτητική απόφαση έφερε τα απαραίτητα χαρακτηριστικά στοιχεία έγκυρης διαιτητικής απόφασης (xxx Κυριάκου ν. Συνεργατικού Ταμιευτηρίου Ιδιωτικών Εργατοϋπαλλήλων Κύπρου (ΣΥ.Τ.Ι.Ε.Κ.) Λτδ, Πολιτική Έφεση αρ. 129/14, απόφαση ημερ. 21.5.2021), και ότι το περιεχόμενο της αίτησης και του μαρτυρικού υλικού που την υποστήριζε, δικαιολογούσαν την έγκριση της.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της Εφεσείουσας μας παρέπεμψε και στην υπόθεση Ζαμπά κ.α. ν. Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας Λτδ, Πολιτική Έφεση αρ. 96/12, απόφαση ημερ. 6.6.2018, ECLI:CY:AD:2018:A277. Η εν λόγω όμως απόφαση ουδόλως εφαρμόζεται στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Εκεί το Πρωτόδικο Δικαστήριο με την απόφαση του έδωσε άδεια για εγγραφή και εκτέλεση και της υποθήκης. Για τους λόγους που το Εφετείο παραθέτει, το μέρος αυτό της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης ακυρώθηκε. Εδώ, η διαιτητική απόφαση που εξεδόθη εναντίον της Εφεσείουσας, και η οποία ενεγράφη με την απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ημερ. 19.3.2014, αφορά μόνο σε χρηματικό ποσό. Σε κάθε περίπτωση, η υποθήκη ουδόλως αφορά στην Εφεσείουσα, κάτι που είχε παραδεχθεί και η ίδια ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, λέγοντας ότι ιδιοκτήτης του ενυπόθηκου ακινήτου είναι ο Γ. Κωνσταντίνου (παράγραφος 2Α από την ένορκη της δήλωση που υποστήριζε την ένσταση της). Να σημειώσουμε ότι η αναφορά εκ μέρους της Εφεσείουσας στην ύπαρξη υποθήκης, έγινε ουσιαστικά για να υποστηρίξει τη θέση της ότι η εκδοθείσα διαιτητική απόφαση εναντίον της για χρηματικό ποσό, ήταν ασαφής και ασυνάρτητη, και ότι η προσκομισθείσα ενώπιον του Πρωτόδικου Δικαστηρίου μαρτυρία, δεν δικαιολογούσε την έγκριση της αίτησης, θέσεις οι οποίες έχουν απορριφθεί για τους λόγους που έχουμε παραθέσει πιο πάνω.
Οι δύο πρώτοι λόγοι έφεσης, με τους οποίους η Εφεσείουσα υποστηρίζει ότι κακώς το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου επέτρεψε την εγγραφή της διαιτητικής απόφασης, κρίνονται αβάσιμοι και απορρίπτονται.
Ο τρίτος λόγος έφεσης αφορά στα έξοδα της δικαστικής διαδικασίας εγγραφής της διαιτητικής απόφασης, στα οποία καταδικάστηκε η Εφεσείουσα. Η αιτιολογία του τρίτου λόγου έφεσης έχει ως εξής: «Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποφασίζοντας με τον τρόπο που αποφάσισε, εσφαλμένα καταδίκασε την καθ΄ ης η αίτηση στα έξοδα, αφού η αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί με έξοδα εις βάρος των αιτητών εφεσιβλήτων». Καθίσταται σαφές πως η Εφεσείουσα με τον συγκεκριμένο λόγο έφεσης δεν ισχυρίζεται ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε εσφαλμένα τη διακριτική του ευχέρεια καταδικάζοντας την στα έξοδα (xxx Torgut κ.α. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση αρ. 79/15, απόφαση ημερ. 10.6.2020, ECLI:CY:AD:2020:A186). Να επαναλάβουμε ότι η επιδίκαση εξόδων σε ένα επιτυχόντα διάδικο αποτελεί τον κανόνα (Pashkovskiy v. Pashkovskayia (2011) 1(Α) ΑΑΔ, 657). Και επιτυχών διάδικος στην πρωτόδικη διαδικασία, ήταν ο Εφεσίβλητος. Με δεδομένο ότι η πρωτόδικη απόφαση εγγραφής της διαιτητικής απόφασης είναι ορθή, και ο τρίτος λόγος έφεσης κρίνεται αβάσιμος και απορρίπτεται.
Η Έφεση απορρίπτεται, με €2.000.- έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, προς όφελος των Εφεσιβλήτων και εναντίον της Εφεσείουσας.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
/ΕΑΠ.