ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:A119
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. Ε91/2015
5 Απριλίου 2021
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Π., Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΥ, ΔΔ]
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσείοντα/Ενάγοντα
ΚΑΙ
ΦΙΛΙΠΠΟΥ Α. ΤΡΙΚΩΜΙΤΗ & ΥΙΟΙ ΛΙΜΙΤΕΔ
Εφεσιβλήτων/Εναγομένων
-------------
Άντρεα Μαστίχη (κα) για Αχιλλεύς & Αιμίλιος Κ. Αιμιλιανίδης, για τον Εφεσείοντα.
Ρίκκος Μαππουρίδης για Ρίκκος Μαππουρίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους Εφεσίβλητους.
--------------
ΠΑΝΑΓΗ, Π. Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Χ. Μαλαχτό, Δ.
-------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Το πιστοποιούν εμπορικό σήμα με αριθμό 36765 «Χαλλούμι Halloumi» αναφορικά με γαλακτοκομικό προϊόν και συγκεκριμένα τυρί διπλωμένο γνωστό σαν φρέσκο χαλλούμι, είναι εγγεγραμμένο επ΄ ονόματι του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού της Δημοκρατίας, το Υπουργείο, από 25.6.1992, τώρα με ισχύ μέχρι 24.6.2027. Οποιοσδήποτε ενδιαφέρεται να χρησιμοποιεί το σήμα αναφορικά με την παραγωγή και διάθεση των γαλακτοκομικών του προϊόντων, οφείλει να υποβάλει αίτηση στο Υπουργείο και να εξασφαλίσει το σχετικό πιστοποιητικό χρήσης του, σύμφωνα με τους Κανονισμούς που έχουν σχετικά θεσπιστεί και που διέπουν τη χρήση του.
Η Εφεσίβλητη εταιρεία παρήγαγε και διάθετε στην αγορά για χρόνια φρέσκο χαλλούμι διαφημίζοντας και παρουσιάζοντας το ως «Χαλλούμι Halloumi», χωρίς όμως να έχει εξασφαλίσει πιστοποιητικό χρήσης του σήματος.
Έτσι, αφού προηγήθηκαν προφορικές συστάσεις και προειδοποιητικές επιστολές προς την Εφεσίβλητη χωρίς αποτέλεσμα, τον Ιανουάριο του 2014 ο Εφεσείων καταχώρησε εναντίον της αγωγή και τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου αίτηση με κλήση, επιζητώντας διάταγμα που να της απαγορεύει να διαφημίζει, διαθέτει ή και πωλεί τυρί διπλωμένο, γνωστό ως φρέσκο χαλλούμι, θέτοντας επί του προϊόντος την ονομασία «Χαλλούμι» και «Halloumi» χωρίς πιστοποιητικό χρήσης του σήματος. Ήταν η θέση του ότι η Εφεσίβλητη προέβαινε σε παράνομη χρήση του σήματος η οποία αντιστρατευόταν το σκοπό του Υπουργείου, που ήταν η προαγωγή και η διατήρηση της φήμης του χαλλουμιού. Χωρίς την εγγραφή της Εφεσίβλητης στο σχετικό μητρώο δεν μπορούσε να ασκηθεί αποτελεσματικός έλεγχος συμμόρφωσης της με τους Κανονισμούς που διέπουν τη χρήση του σήματος, ενώ το καταναλωτικό κοινό θα ήταν της εντύπωσης ότι το προϊόν της Εφεσίβλητης ήταν ελεγμένο και σύμφωνα με τους Κανονισμούς.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ικανοποιούνταν οι δύο πρώτες προϋποθέσεις του άρθρου 32 των περί Δικαστηρίων Νόμων, ωστόσο, απέρριψε την αίτηση αφού κατέληξε ότι δεν πληρείτο η τρίτη προϋπόθεση, δηλαδή να ήταν δύσκολο ή αδύνατο να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο χωρίς την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος. Για σκοπούς πληρότητας, προχώρησε στην εξέταση και του ζητήματος του ισοζυγίου της ευχέρειας, στην περίπτωση που θα ήθελε φανεί ότι η κατάληξη του ως προς την τρίτη προϋπόθεση ήταν λανθασμένη, για να καταλήξει ότι οι αρνητικές επιπτώσεις που η Εφεσίβλητη ήταν ενδεχόμενο να υποστεί, θα έκλιναν την πλάστιγγα υπέρ της απόρριψης της αίτησης.
Καταλήγοντας το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν πληρείτο η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32, ανάφερε ότι δεν είχε προσδιοριστεί επαρκώς από τον Εφεσείοντα η ανεπανόρθωτη ζημιά που θα επερχόταν αν δεν εκδίδονταν τα αιτούμενα διατάγματα. Προέκυπταν, κατά την κρίση του, ερωτηματικά αν θα επηρεαζόταν η φήμη του κυπριακού χαλλουμιού, εφόσον ουδεμία μαρτυρία είχε προσαχθεί ενώπιον του η οποία να αφορά τις προϋποθέσεις των κανονισμών χρήσης του σήματος. Όφειλε ο Εφεσείων να είχε παρουσιάσει μαρτυρία με την οποία να αποδεικνύεται συγκεκριμένη παραβίαση των προτύπων ή των προδιαγραφών του χαλλουμιού ως πιστοποιημένου εμπορικού σήματος, ούτως ώστε να μπορεί να προσδιοριστεί και η κατ΄ επέκταση ζημιά από την παραβίαση, αλλά και κατά πόσο ήταν πιθανό να επηρεαστεί η φήμη του προϊόντος.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως εσφαλμένη η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν πληρείτο η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 και το εύρημα του ότι δεν υπήρχε ανεπανόρθωτη ζημιά, ενώ με το δεύτερο λόγο έφεσης η κατάληξη ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας έκλινε υπέρ της Εφεσίβλητης και πως δεν θα έπρεπε να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα. Καθίσταται πρόδηλο ότι η έφεση θα έχει ουσιαστική επιτυχία μόνο εφόσον επιτύχουν και οι δύο λόγοι έφεσης.
Η αιτιολογία αμφοτέρων των λόγων έφεσης έχει ως άξονα ότι οι ενέργειες που τα ζητούμενα διατάγματα θα απαγόρευαν συνιστούν παραβίαση εμπορικού σήματος, γεγονός που καθιστούσε εμφανή την πλήρωση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 και επίτασσε όπως η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκηθεί υπέρ της έκδοσης τους.
Η ουσία της πρωτόδικης απόφασης είναι πως παρά το ότι δεν είχε αμφισβητηθεί ότι το Υπουργείο ήταν ο δικαιούχος του σήματος και ότι η Εφεσίβλητη το χρησιμοποιούσε, χωρίς να έχει προς τούτο εξασφαλίσει άδεια χρήσης, εντούτοις δεν θα εμποδιζόταν από του να συνεχίσει να το πράττει, γιατί δεν είχε αποδειχτεί ότι το προϊόν της ήταν υποδεέστερο ή έστω διαφορετικό από το πρότυπο του σήματος, ώστε να ήταν δυνατό να προκληθεί ζημιά στη φήμη του.
Ο περί Εμπορικών Σημάτων Νόμος, Κεφ.268 καθιερώνει το εμπορικό σήμα ως έννομο αγαθό, με αντίστοιχο δικαίωμα προστασίας κάθε παραβίασης.
Όταν αποκαλύπτεται συζητήσιμη υπόθεση και ορατή πιθανότητα επιτυχίας αγωγής στη βάση παραβίασης εμπορικού σήματος, η προστασία των δικαιωμάτων του δικαιούχου του σήματος καθιστά συνήθως επιβεβλημένη την έκδοση προσωρινού διατάγματος που να απαγορεύει τη χρήση του σήματος από τον εναγόμενο. Όπως αναφέρθηκε στην M & Ch Mitsingas Tr. Ltd κ.ά. v. Timberland Co. (1997)1(Γ) Α.Α.Δ. 1791, 1799, που αφορούσε παραβίαση εμπορικού σήματος, σε σχέση με την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32: «Η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημίας αλλά, με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του αιτούμενου τη θεραπεία» (Παπαστράτης ν. Πιερίδης (1979) 1 Α.Α.Δ. 231, 240 και Highgate Primary School Ltd κ.ά. ν. Φυλακτίδη κ.ά. (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 317, 324) και ότι: «Ο αθέμιτος ανταγωνισμός έχει προεκτάσεις, μεταξύ των οποίων και ο επηρεασμός της εμπορικής εύνοιας, που είναι δύσκολο να αποτιμηθούν σε χρήμα ή να εξακριβωθούν με βεβαιότητα».
Τα δικαιώματα που ο νόμος διασφαλίζει στον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη εμπορικού σήματος (Μέρος ΙΙΙ του Κεφ.268[1]) παραβιάζονται ακόμα και εκεί όπου το σήμα χρησιμοποιείται σε εφάμιλλης ποιότητας προϊόν ή ακόμα και υπέρτερο. Αυτό είχε γίνει κατανοητό, εξ' ου και η ικανοποίηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τις πρώτες δύο προϋποθέσεις του άρθρου 32. Και όπως εμφατικά αναφέρθηκε στην Mitsingas, σχετικά με την επικαλούμενη παραβίαση εμπορικού σήματος: «Δοθείσας της αποκάλυψης συζητήσιμης υπόθεσης από τους εφεσίβλητους με ορατή την πιθανότητα επιτυχίας η προστασία των δικαιωμάτων τους καθίστατο επείγον ζήτημα λόγω της φύσης των παραβιάσεων και των ζημιογόνων επιδράσεων στα δικαιώματά τους».
Το πρωτόδικο Δικαστήριο λαμβάνοντας, ίσως, υπόψη ότι το Υπουργείο δεν ενέγραψε το σήμα για δικούς του επιχειρηματικούς σκοπούς, δεν του απέδωσε την προστασία στην οποία δικαιούται ο κάθε εγγεγραμμένος ιδιοκτήτης ή και δικαιούχος εμπορικού σήματος. Επειδή ο σκοπός της εγγραφής δεν ήταν η αποκλειστική χρησιμοποίηση του σήματος από το Υπουργείο, αλλά η διάθεση της χρήσης του υπό έλεγχο, δεν θεώρησε την άνευ δικαιώματος χρήση του, όπως προέκυπτε από τη διαπίστωση των δύο πρώτων προϋποθέσεων του άρθρου 32, αρκετή για να απαγορεύσει τη περαιτέρω χρήση του. Όμως, έστω και αν το ενδιαφέρον του Υπουργείου δεν ήταν επιχειρηματικό, το ενδιαφέρον του στην προστασία του σήματος, εφόσον είχε διαφανεί συνεχιζόμενη παραβίαση, έθετε το υπόβαθρο πλήρωσης και της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32.
Το ζήτημα που αποτελεί τον άξονα γύρο από τον οποίο περιστρέφεται η διαφορά, όπως η ίδια η Εφεσίβλητη το παρουσιάζει, αφορά στην ποσοστιαία περιεκτικότητα του αγελαδινού, αιγινού και πρόβειου γάλακτος στο χαλλούμι. Η Εφεσίβλητη δεν αποδέχεται τις ποσοστώσεις που απαιτεί το Υπουργείο. Στην ένορκη δήλωση του διευθυντή της Εφεσίβλητης, που υποστήριζε την ένσταση της, προβαλλόταν η θέση ότι: «οι αιτητές επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν την ύπαρξη του εμπορικού σήματος για να επιβάλουν στους Καθ' ων η αίτηση ποσοστό αναλογίας αιγινού και πρόβειου γάλακτος στην κατασκευή του χαλλουμιού, προς όφελος της ευνοούμενης από αυτούς τάξης των αιγοπροβατοτρόφων». Υποστηρίχτηκε από την Εφεσίβλητη ότι η βιομηχανική πρακτική ήταν να χρησιμοποιείται για την παρασκευή του φρέσκου χαλλουμιού μόνο αγελαδινό γάλα, όμως, τον Αύγουστο του 2013. το «Ίδρυμα για την προστασία του παραδοσιακού τυριού της Κύπρου ονομαζόμενου Χαλλούμι», που ελέγχεται από το Υπουργείο, προχώρησε στην αλλαγή της περιγραφής των πρώτων υλών γάλακτος για την παραγωγή χαλλουμιού. Η Εφεσίβλητη δεν αποδέχεται την επιβολή σε αυτή ποσοστιαίας αναλογίας αιγινού και πρόβειου γάλακτος στην κατασκευή του χαλλουμιού. Αφ' εαυτού, το γεγονός ότι η Εφεσίβλητη θέλει να χρησιμοποιεί το σήμα σε σχέση με προϊόν που να είναι διαφορετικό στη σύσταση του από όπως ορίζει ο δικαιούχος του σήματος, ήταν, ακόμα και με τη θεώρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αρκετό για να εκδοθούν τα ζητούμενα διατάγματα. Άλλωστε κατά τους ουσιώδης χρόνους[2] ήταν σε ισχύ το άρθρο 37Α(1) του Κεφ.268, που προνοούσε ότι: «Πιστοποιούν εμπορικό σήμα είναι το εμπορικό σήμα που υποδηλεί ότι τα εμπορεύματα ή οι υπηρεσίες σε σχέση με τα οποία χρησιμοποιείται είναι πιστοποιημένα από τον ιδιοκτήτη του εν λόγω σήματος ως προς την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλο χαρακτηριστικό τους, συμπεριλαμβανομένων της προέλευσης, των συστατικών ή, για τα εμπορεύματα, του τρόπου κατασκευής τους και, για τις υπηρεσίες, του τρόπου εκτέλεσής τους.»
Και σε σχέση με το ισοζύγιο της ευχέρειας, το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι η Εφεσίβλητη θα μπορούσε να υποβάλει αίτηση στο Υπουργείο και να εξασφαλίσει το σχετικό πιστοποιητικό χρήσης του σήματος. Έτσι, εξέλαβε ως δεδομένο ότι η έκδοση των απαγορευτικών διαταγμάτων θα είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να εμπορεύεται το προϊόν της, ενώ το διάταγμα που ζητείτο με την αίτηση και αφορούσε στη διάθεση του συγκεκριμένου προϊόντος της αναφερόταν σε απαγόρευση, όχι κατά τρόπο απόλυτο, αλλά χωρίς την έκδοση πιστοποιητικού χρήσης του σήματος.
Στην προσπάθειά του να απονέμει δικαιοσύνη στο προκαταρκτικό στάδιο μιας υπόθεσης, όταν καλείται να εξετάσει κατά πόσο θα εκδώσει προσωρινό διάταγμα, το Δικαστήριο δεν αποφασίζει επί της απαίτησης του ενάγοντα και επιμελώς θα πρέπει να αποφεύγει την κρίση της ουσίας της αγωγής. Περιορίζεται και προσεγγίζει το μαρτυρικό υλικό με μόνο σκοπό τη διακρίβωση της ύπαρξης ή όχι των προϋποθέσεων του άρθρου 32 και κατά πόσο είναι δίκαιο και εύλογο να εκδώσει το αιτούμενο διάταγμα (Jonitexo Ltd v. Adidas (1984) 1 C.L.R. 263, 267). Οποιεσδήποτε διαπιστώσεις γίνονται για σκοπούς της εξέτασης της έκδοσης ή μη του προσωρινού διατάγματος και όλα τα ζητήματα που εγείρονται στην αγωγή παραμένουν ζωντανά για να αποφασιστούν όταν θα εκδικαστεί η ουσία της (Δημοκρατία της Σλοβενίας ν. Beogradska Banka D.D. (1999) 1(A) A.A.Δ. 225, 236).
Ωστόσο, η δύναμη της υπόθεσης του ενάγοντα έχει τη σημασία της. Στην προκειμένη περίπτωση, το δικαίωμα του Εφεσείοντα σε τελεσίδικη θεραπεία παρουσιάζεται αρκετά ισχυρό δεδομένου ότι διεκδικεί θεραπεία στη βάση της παραβίασης εμπορικού σήματος εγγεγραμμένου επ' ονόματι του Υπουργείου, χωρίς η Εφεσίβλητη να προβάλει οιονδήποτε δικαίωμα χρήσης του, πάντοτε σ' αυτό το στάδιο και πριν την τελεσίδικη εκδίκαση της διαφοράς τους στην αγωγή (Κυρισάββα κ.α. ν. Κύζη (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1245, 1253-4 και 1256-7). Στις περιστάσεις της υπόθεσης, οιαδήποτε κατάληξη άλλη από τη έκδοση διατάγματος που να απαγορεύει τη χρήση του, θα ισοδυναμούσε με ενθάρρυνση για τη συνέχιση της ουσιαστικά αδιαμφισβήτητης, πάντα στο στάδιο αυτό, παραβίασης του σήματος.
Ζήτημα καθυστέρησης στην επιδίωξη θεραπείας, που εγείρεται στην αγόρευση των δικηγόρων της Εφεσίβλητης δεν μπορεί να συζητηθεί στην απουσία αντέφεσης.
Κατά συνέπεια, αμφότεροι οι λόγοι έφεσης επιτυγχάνουν και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται μαζί με τη σχετική διαταγή ως προς τα έξοδα.
Εκδίδεται διάταγμα που να απαγορεύει στην Εφεσίβλητη να διαφημίζει, διαθέτει ή και πωλεί τυρί διπλωμένο, γνωστό ως φρέσκο χαλλούμι, θέτοντας επί του προϊόντος την ονομασία «Χαλλούμι Halloumi», χωρίς πιστοποιητικό χρήσης του σήματος, μέχρι την αποπεράτωση της αγωγής. Περαιτέρω, εκδίδεται διάταγμα που να απαγορεύει στην Εφεσίβλητη να παραβιάζει το εμπορικό σήμα με αριθμό 36765 «Χαλλούμι Halloumi» μέχρι την αποπεράτωση της αγωγής. Δεν απαιτείται η παροχή εγγύησης από τον Εφεσείοντα (Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας (Αρ.6)(1993) 1 Α.Α.Δ.788, 790-2).
Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας, πλέον το Φ.Π.Α. αν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ του Εφεσείοντα και εναντίον της Εφεσίβλητης, όπως θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το αρμόδιο Δικαστήριο. Περαιτέρω, επιδικάζονται υπέρ του Εφεσείοντα και εναντίον της Εφεσίβλητης €2000 έξοδα της έφεσης, πλέον το Φ.Π.Α. αν υπάρχει.
Π. Παναγή, Π.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
Χ. Μαλαχτός, Δ.
[1] Αναφερόμαστε στο Μέρος ΙΙΙ όπως ίσχυε κατά τους ουσιώδης χρόνους προτού αντικατασταθεί από το αντίστοιχο Μέρος από τον περί Εμπορικών Σημάτων (Τροποποιητικού) Νόμου του 2020 (Ν.63(Ι)/2020).
[2] Διαγράφηκε δυνάμει του περί Εμπορικών Σημάτων (Τροποποιητικού) Νόμου του 2020 (Ν.63(Ι)/2020).