ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Σωκράτους, Δώρα για την αιτήτρια CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-04-27 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΖΑΒΡΙΔΟΥ , ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 60/2021, 27/4/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:D174

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 60/2021

 

27 Απριλίου, 2021

 

(Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO AΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ xxx ΖΑΒΡΙΔΟΥ ΜΕ Α.Δ.Τ. xxxx26 ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ MANDAMUS

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΙΝΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 11/3/21 Η ΟΠΟΙΑ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ ΝΑ ΕΝΕΡΓΗΣΟΥΝ ΩΣ ΟΙ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ, ΤΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ ΩΣ ΑΥΤΑ ΦΑΙΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΒΑΣΕΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΒΑΣΕΙ ΝΟΜΟΥ

......

Αλ. Κληρίδης για Φοίβος, Χρίστος Κληρίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ

για την αιτήτρια

......

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ: Η αιτήτρια xxx Ζαβρίδου είναι μητέρα δυο παιδιών ηλικίας 9 και 10 ½ ετών, των οποίων η φύλαξη και φροντίδα ανατέθηκε στην ίδια, μετά από διάταγμα Οικογενειακού Δικαστηρίου ημερ. 25/10/2019.  Με περαιτέρω διάταγμα ημερ. 5/6/20 διατασσόταν ο πατέρας των παιδιών να τα παραδώσει εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος 4 ημερών στην αιτήτρια, παρουσία αρμοδίας λειτουργού του Γραφείου Ευημερίας.

 

Δεν έγινε παράδοση των παιδιών στη μητέρα και η τελευταία καταχώρησε αίτηση για τιμωρία του πατέρα λόγω παρακοής του διατάγματος.  Το Οικογενειακό Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση στις 26/2/2021 με την οποία έκρινε πως ο πατέρας ηθελημένα παρήκουσε το Διάταγμα απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς του ότι τα παιδιά δεν ήθελαν και κρίνοντας ότι η άρνηση των παιδιών οφειλόταν σε δικές του παροτρύνσεις και ενέργειες.

 

Κατόπιν της ανωτέρω απόφασης, το Δικαστήριο επέβαλε στον πατέρα ποινή φυλάκισης 45 ημερών από 11 Μαρτίου 2021.  Τα παιδιά μετά τη φυλάκιση του πατέρα τους παρέμειναν στο σπίτι του, μαζί με τους παππούδες, χωρίς να επιτρέπουν στην αιτήτρια να τα παραλάβει και χωρίς καν να τα μεταφέρουν στο σχολείο προβάλλοντας ως λόγο ότι υπήρχε φόβος να τα πάρει η μητέρα.

 

Με την κρινόμενη αίτηση η αιτήτρια ζητά:

«Α. Την άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώρηση Αίτησης με Κλήση για την Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Mandamus, για να τεθεί ενώπιον του Σεβαστού Δικαστηρίου και για να επιβάλει στην Υπουργό Δικαιοσύνης, την Αστυνομία και τις Υπηρεσίες Κοινωνικές Ευημερίας να ενεργήσουν ως οι αποφάσεις του Δικαστηρίου, τα αιτήματα της Αιτήτριας ως αυτά φαίνονται στην αλληλογραφία και βάσει υποχρέωσης που έχουν βάσει νόμου, δηλαδή άτομα της Αστυνομίας να μεταβούν στην οικία όπου βρίσκονται τα ανήλικα παιδιά και η Αστυνομία να παραλάβει τα παιδιά και να τα μεταφέρει με αστυνομικό όχημα στην οικία της μητέρας η οποία είναι και η νόμιμη διεύθυνση που θα πρέπει να μένουν τα παιδιά βάσει διατάγματος Δικαστηρίου.»

 

Πρόσθετα με ό,σα ανωτέρω καταγράφηκαν η αιτήτρια δηλώνει ότι

 « Τα παιδιά παραμένουν παράνομα με άτομα που δεν έχουν νομικά δικαιώματα να τα φροντίζουν από την ημέρα της απόφασης προσπαθώ με διάφορους τρόπους να καταφέρω να πιάσω τα παιδιά μου και να τα φέρω στην φύλαξη μου όπως προνοεί το εν λόγω διάταγμα.  Για σκοπούς πληρότητας επισυνάπτω τα εν λόγω αντίγραφα διαταγμάτων ως τεκμ. 2.

 

7.  Επίσης σημαντικό να αναφέρω στο Σεβαστό Δικαστήριο ότι η παρούσα υπόθεση είναι μια υπόθεση, η οποία είναι γνωστή σε όλες τις δημόσιες αρχές εδώ και ένα χρόνο που αντιμετωπίζω το πρόβλημα της παρακοής των διαταγμάτων του Οικογενειακού Δικαστηρίου από τον πατέρα των παιδιών.

 

8.  Αποτέλεσμα της μακροχρόνιας παρακοής αυτών των διαταγμάτων τα παιδιά μου έχουν αποξενωθεί από εμένα αφού έχουν δηλητηριαστεί με τις απόψεις και τα βιώματα του πατέρα τους, ότι εγώ με κάποιο τρόπο και για κάποιο λόγο μπορεί να θέλω το κακό τους.  Η απραξία των κρατικών υπηρεσιών στο να επέμβουν να εφαρμόσουν τα υφιστάμενα διατάγματα καθ' όλη την διάρκεια χρόνου που είχε περάσει μέχρι και την απόφαση ποινής, έχει δημιουργήσει μια πολύ δύσκολη κατάσταση η οποία πλέον θα πρέπει να θεραπευτεί άμεσα Σχετική είναι η πρώτη έκθεση της Επιτρόπου Διοικήσεως στην οποία επισυνάπτω ως τεκμ. 3.»

 

Η ίδια έχει ζητήσει επανειλημμένα από την Αστυνομία και το Γραφείο Ευημερίας να επέμβουν να παραλάβουν τα παιδιά και να τα παραδώσουν σε εκείνη (δέσμη επιστολών τεκμ. 5) πλην όμως δεν έχει λάβει καμιά απάντηση αλλά ούτε και βοήθεια.

 

Θεωρεί απαράδεκτο  να έχει στην κατοχή της όλα τα διατάγματα που υποστηρίζουν απόλυτα τις θέσεις της, αλλά οι αρμόδιες δημόσιες αρχές να μην μπορούν να τα εφαρμόσουν με τη δικαιολογία ότι δυο ανήλικα παιδιά εξαιρετικά μικρής ηλικίας «δεν θέλουν» ειδικά από τη στιγμή που όλες οι αρμόδιες δημόσιες αρχές γνωρίζουν γιατί τα παιδιά εκφράζονται με αυτό τον τρόπο.

 

Ο τρόπος με τον οποίο εισηγείται ότι πρέπει να επέμβει η Αστυνομία για να τερματίσει το πρόβλημα που υπάρχει είναι να μεταβεί στο σπίτι που φυλάει η οικογένεια του πατέρα τα παιδιά και να επιβάλει την είσοδο της στην οικία αυτή, σε περίπτωση που η οικογένεια αρνηθεί να ανοίξει την πόρτα και να παραλάβει τα παιδιά παίρνοντας τα από το χέρι και οδηγώντας τα στο όχημα της αστυνομίας για τη μεταφορά τους στο σπίτι της μητέρας όπου θα τα κατεβάσουν εντός της οικίας της.

 

Τα προνομιακά εντάλματα εκδίδονται κατ' αποκλειστικότητα από το Ανώτατο Δικαστήριο κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 155.4 του Συντάγματος και έχουν τις καταβολές τους στο Αγγλικό Δίκαιο.  Ενώ κατά κανόνα απευθύνονται προς κατώτερο Δικαστήριο, η φύση του καθενός είναι διαφορετική και είναι δυνατόν να επεκταθεί και σε άλλους τομείς.  Το ένταλμα mandamus δύναται να εκδοθεί ως κατάλοιπο της εγγενούς εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου να ελέγχει τη νομιμότητα όχι μόνο των αποφάσεων των κατώτερων Δικαστηρίων, αλλά και κατά παντός οργάνου, προσώπου ή αρχής η οποία οφείλει να εκτελέσει καθήκον.  ΄Εχει μεγάλη εμβέλεια εφόσον, σε αντίθεση με τα εντάλματα certiorari και prohibition, δύναται να απευθυνθεί προς πάσα αρχή, όχι κατ' ανάγκη δικαστική.  Όπως αναφέρεται στον O Hood Philips: Constitutional and Administrative Law, 5th ed., p. 542:

 

"The order of mandamus may be issued to any person or body (not necessarily an interior court) commending him or them to carry out some public duty.  It is a residual remedy of use where no other remedy is available"

 

H πιο πάνω γραμμή ακολουθήθηκε και ακολουθείται και στην Κύπρο με σχετικές αναφορές να γίνονται στο σύγγραμμα του Π. Αρτέμη «Προνομιακά Εντάλματα», 2004, σελ. 248-252, όπου καταγράφονται σχετικές αποφάσεις όπως In re Moschatos (1985) 1 C.L.R. 381, BNK East Med Ltd (1997) 1 ΑΑΔ 1302.

 

«Αποτελεί προϋπόθεση για την παραχώρηση του εντάλματος mandamus η υποβολή διακριτής απαίτησης (distinct demand) προς την αρμόδια Αρχή για εκτέλεση του καθήκοντός της σε σχέση με το οποίο υποβάλλεται ακολούθως το αίτημα, εφόσον δεν υπάρχει συμμόρφωση στο μεταξύ (βλ. Halsbury's Laws of England, 3η ΈκδοσηΤόμος 11, σελ.106 και Basu «Commentary on the Constitution of India», Τόμος 3, σελ. 479[1]). Στην υπόθεση R. v. The Bristol and Exeter Railway Company 12 L.J.Q.B. λέχθηκε ότι «It is necessary, before a rule is applied for, that a distinct demand should be made upon those who are required to do an act, and that it should be distinctly pointed out to them what it is that they are required to do.». Δεν πρόκειται για τυπικό ζήτημα, αλλά για ζήτημα ουσίας (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση της Palm-Mount Holdings Ltd, ECLI:CY:AD:2018:A154, Πολιτική Έφεση αρ. 413/2016, ημερομηνίας 3.4.2018, ECLI:CY:AD:2018:A154).

 

Αποτελεί περαιτέρω προϋπόθεση για την απόδοση προνομιακού εντάλματος mandamus η ύπαρξη νομικού δικαιώματος ή υποχρέωσης. Όπως παρατηρείται στον Basuπιο πάνωσελ. 478, «The foundation of mandamus is the existence of the right. It is not intended to create a right but to restore a party who has been denied his right to the enjoyment of such right.». Η υποχρέωση πρέπει να είναι συγκεκριμένη και να προκύπτει από το Σύνταγμα, το νόμο, το Κοινοδίκαιο ή από κανονισμούς ή οδηγίες που έχουν νομοθετική υπόσταση.

 

Δεν υπάρχει δικαιοδοσία για έκδοση εντάλματος mandamus για διοικητικές πράξεις που εμπίπτουν με βάση το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου. Δεν μπορεί να εκδοθεί ένταλμα mandamus, εκτός εαν ο αιτητής έχει δικαίωμα να αξιώσει την άσκηση συγκεκριμένης νομικής υποχρέωσης του διοικητικού οργάνου, σε αντιπαραβολή με την άσκηση διακριτικής ευχέρειας. Όμως, προνομιακό ένταλμα μπορεί να εκδοθεί αν το καθήκον δημόσιας Αρχής αφορά σε θέμα ιδιωτικού και όχι δημόσιου δικαίου.»

 

  (Επί τοις αφορώσι την αίτηση Λοϊζου, Πολ. Έφ. 138/2018, ημερ. 20/7/18)

 

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας έχει αναπτύξει με ιδιαίτερη επιμέλεια την επιχειρηματολογία του υποβάλλοντας στο Δικαστήριο τη θέση ότι επιτέλους η αιτήτρια πρέπει να δικαιωθεί και υποδεικνύει ότι έχουν λάβει όλα τα διαδικαστικά μέτρα και έχουν ουσιαστικά δικαιωθεί αλλά στην πραγματικότητα, η κατάσταση παραμένει η ίδια.

 

Από ό,σα έχουν εκτεθεί και έχουν επισυναφθεί ως τεκμήρια στην υπόθεση διαπιστώνεται ότι η αιτήτρια έχει ίδιον ιδιωτικό όφελος και συμφέρον να προβαίνει σε αυτό το διαδικαστικό διάβημα.  Χωρίς να αποφαίνομαι επί της ουσίας της υπόθεσης, εκείνο το οποίο είναι βέβαιο είναι η ύπαρξη απόφασης για παρακοή διατάγματος Δικαστηρίου και η μη επικοινωνία της μητέρας με τα ανήλικα τέκνα της, για αρκετό καιρό.

 

Εκείνο το οποίο πρέπει να αποφασιστεί είναι η προϋπόθεση της ύπαρξης καθήκοντος το οποίο η Αστυνομία οφείλει να εκτελέσει και παρά ταύτα παρέλειψε να το πράξει.

 

Στην υπόθεση Αναφορικά με την αίτηση των Π. Θρασυβούλου και άλλης, Πολ. Εφ. 157/15 ημερ. 12/4/17 αναφέρθηκε:

 

«Το ένταλμα mandamus δεν παραχωρείται για να επιβληθεί η εκτέλεση καθήκοντος το οποίο δεν αναγνωρίζεται από το νόμο.  Η υπόδειξη των νομοθετικών προνοιών, αρχών ή κανονισμών που δημιουργούν το δημόσιο νομικό καθήκον, αφενός, η οποία βαρύνει τον αιτητή και το δικαίωμα να ζητήσει ο αιτητής την εκτέλεση του εν λόγω καθήκοντος, αφετέρου, είναι άρρηκτα συνυφασμένα με τους λόγους για τους οποίους επιζητείται η έκδοση προνομιακού εντάλματος mandamus.  Ειδικά, ο καθορισμός της νομικής βάσης, συνιστά το ουσιωδέστερο στοιχείο της αίτησης.  Όπως εξηγείται στη νομολογία, ο καθορισμός των λόγων, σε αίτηση για προνομιακό ένταλμα, είναι αλληλένδετος με τον προσδιορισμό του αντικειμένου της αίτησης που συνιστά το υπόβαθρο του αιτήματος, ενώ οι λόγοι για τους οποίους επιδιώκεται η έκδοση προνομιακού εντάλματος σε συνδυασμό με την αιτούμενη θεραπεία, συνιστούν το επίδικο θέμα της διαδικασίας (βλ. Γεωργιάδης (1992) 1 ΑΑΔ 298).»

 

Ο συνήγορος της αιτήτριας επικαλείται τα άρθρα 2, 3, 6 και 24 του περί Αστυνομίας Νόμου 2004 (73(Ι)/2004) για να υποστηρίξει ότι δυνάμει αυτών η Αστυνομία οφείλει να ενεργήσει.

 

Τα εν λόγω άρθρα προνοούν:

 

«4.  Ο Υπουργός φέρει την ευθύνη της εφαρμογής του Νόμου αυτού, έχει τη γενική εποπτεία της Αστυνομίας και εκδίδει προς την Αστυνομία τέτοιες οδηγίες αναφορικά με την εκτέλεση αρμοδιοτήτων που θα ήταν αναγκαίες χάριν του γενικού συμφέροντος της Δημοκρατίας.

 

6.  Η Αστυνομία ασκεί τις εξουσίες της σε όλο τον εδαφικό χώρο της Δημοκρατίας για τη διατήρηση του νόμου και της τάξης, τη διαφύλαξη της ειρήνης, την πρόληψη και εξιχνίαση του εγκλήματος και τη σύλληψη και δίωξη των παρανομούντων.  Για την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών τα μέλη της Αστυνομίας δικαιούνται να μεταφέρουν όπλα.

 

24. (1)  Κάθε μέλος της Αστυνομίας ασκεί τέτοιες εξουσίες και εκτελεί τέτοια καθήκοντα που δυνατό να ανατίθενται ή επιβάλλονται σε μέλος της Αστυνομίας βάσει οποιουδήποτε νόμου και υπακούει σε όλες τις νόμιμες διαταγές σε σχέση με την άσκηση του αξιώματός του, τις οποίες δύναται από καιρό σε καιρό να λαμβάνει από τους ανωτέρους του στην Αστυνομία.

 

(2)  Είναι καθήκον κάθε μέλους της Αστυνομίας πρόθυμα να υπακούει και να εκτελεί όλες τις διαταγές και εντάλματα που νόμιμα εκδίδονται σε αυτόν από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή, να συλλέγει και να μεταδίδει πληροφορίες που επηρεάζουν τη δημόσια γαλήνη και την ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, να εμποδίζει τη διάπραξη αδικημάτων και δημόσιας οχληρίας, να ανακαλύπτει και να προσάγει παραβάτες ενώπιον της δικαιοσύνης και να συλλαμβάνει όλα τα πρόσωπα τα οποία είναι νόμιμα εξουσιοδοτημένος να συλλαμβάνει, για τη σύλληψη των οποίων υπάρχει ικανοποιητικός λόγος.»

 

Από τα εν λόγω άρθρα δεν προκύπτει το καθήκον το οποίο ο συνήγορος εισηγείται.  Δεν υπάρχει οποιαδήποτε οδηγία ή εντολή προς την Αστυνομία την οποία αρνείται να εκτελέσει, ούτε οποιοσδήποτε ύποπτος ή παραβάτης τον οποίο οφείλει να συλλάβει.  Ούτε έχει αναφερθεί ότι υπήρξε οποιαδήποτε καταγγελία για διάπραξη αδικήματος το οποίο η Αστυνομία αρνείται ή παραλείπει να διερευνήσει.

 

Ο παραβάτης εδώ, ήταν ο πατέρας των ανηλίκων παιδιών, ο οποίος συνελήφθηκε, φυλακίστηκε και εξέτισε - όπως πληροφόρησε ο συνήγορος το Δικαστήριο - την ποινή του.

 

Δεν αποτελεί καθήκον της Αστυνομίας να μεταβεί στο σπίτι όπου διαμένουν τα παιδιά και να επιβάλει την είσοδο της σε αυτή, σε περίπτωση που η οικογένεια αρνηθεί την είσοδο και να παραλάβει, ουσιαστικά με τη βία τα παιδιά και να τα μεταφέρει με αστυνομικό όχημα στο σπίτι της μητέρας τους, όπως είναι το αίτημά της.

 

Η συνδρομή της, εκεί όπου απαιτείται, όπως όταν γίνει διευθέτηση για παράδοση των παιδιών είναι και αποδεκτή και επιβεβλημένη.  Όχι όμως η επιβολή της, όπως εδώ ζητείται.  Ήδη έγιναν, όπως προκύπτει από την απόφαση τεκμ. 1, δύο προσπάθειες παράδοσης των παιδιών στη μητέρα, στην παρουσία της Αστυνομίας πλην όμως δεν τελεσφόρησαν διότι αυτά παρουσιάζοντο να μην το επιθυμούν.  Αυτό το γεγονός επικαλέστηκε η Αστυνομία, όταν η αιτήτρια ζήτησε τη συνδρομή της, πριν καταχωρήσει την παρούσα αίτηση. 

 

Η υπόθεση Παπαχριστοδούλου κ.α. (2006) 1 ΑΑΔ 1180, την οποία ο κ. Κληρίδης επικαλείται, διαφοροποιείται από την παρούσα καθ' όσον εκεί η εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα δέχτηκε κατά την ακρόαση της αίτησης, την έκδοση εντάλματος mandamus με το οποίο να διατάσσεται ο Αρχηγός της Αστυνομίας όπως συνδράμει στην εκτέλεση και εφαρμογή, τόσο το εντάλματος mandamus όσο και διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας για εκτέλεση επαναφοράς της χρήσης υποστατικών σε καταστήματα, όταν αυτά μετατράπηκαν παράνομα σε κέντρο αναψυχής.

 

Στην ως άνω απόφαση, συνδέθηκε το καθήκον της Αστυνομίας με το άρθρο 87(6) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, Ν. 90/72 όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 29(Ι)/2005, το οποίο παρέχει τη δυνατότητα στην πολεοδομική αρχή να εκτελεί διατάγματα του δικαστηρίου για τερματισμό της μη σύμφωνης με την εγκεκριμένη, βάσει της σχετικής άδειας, χρήση της οικοδομής και για το σκοπό αυτό να ζητά, σύμφωνα με το εδάφιο (7) του ίδιου άρθρου, τη συνδρομή της Αστυνομίας, η οποία οφείλει να την παράσχει, όπως και όταν ήθελε ζητηθεί από την πολεοδομική αρχή.

 

Διαφοροποίησης επίσης τυγχάνει η απόφαση BNK East Med Limited (1997) 1 (Γ) ΑΑΔ 1302, την οποία επίσης επικαλέστηκε ο συνήγορος, αφού σε εκείνη την υπόθεση η υποχρέωση του Δήμου Πόλεως Χρυσοχούς να εκτελέσει διάταγμα κατεδάφισης υποστατικού και με το οποίο οι κάτοχοι του, δεν συμμορφώνοντο, ενυπήρχε δυνάμει συγκεκριμένου άρθρου του περί Δήμων Νόμου (άρθρο 90) το οποίο του παρείχε εξουσία κατεδάφισης.

 

Παρόμοια υποχρέωση όμως δεν υποδείχθηκε να υπάρχει στον περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου αρ. 216/90, πέραν του καθορισμένου πλαισίου, εντός των οποίων ασκούνται τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των γονέων.

 

Με την απόφαση επιβολής ποινής δόθηκαν οδηγίες στη Διευθύντρια του Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας «όπως παράσχει κάθε δυνατή βοήθεια ώστε τα ανήλικα να τεθούν υπό τη φύλαξη της μητέρας τους, καθώς επίσης και να παράσχει κάθε δυνατή βοήθεια αν τούτο κριθεί αναγκαίο κατά τη μετέπειτα συμβίωση τους έως ότου (η Διευθύντρια) κρίνει ότι δεν είναι πλέον απαραίτητη.»

 

Η οδηγία αυτή και η προτροπή, δεν αποτελεί καθήκον το οποίο η Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας παραβίασε, ώστε να εμπίπτει στο πλαίσιο έκδοση άδειας για αίτηση mandamus.

 

Κρίνεται ότι, η Αστυνομία, δεν έχει καθήκον, όπως στην παρούσα επιζητείται, το οποίο οφείλει να εκτελέσει.  Ενδεχομένως ο σύζυγος της αιτήτριας να διαπράττει συνεχή παρακοή στο διάταγμα του Δικαστηρίου, το οποίο μπορεί να αντιμετωπιστεί με άλλα ένδικα μέσα.

 

Συνεπώς, παρά την κατανόηση την οποία το Δικαστήριο νοιώθει στο πρόβλημα της αιτήτριας, όπως η ίδια το παρουσιάζει, δεν μπορεί να πετύχει στην έκδοση διατάγματος mandamus.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

                                                                         Δ. Σωκράτους, Δ.

 

/ΚΑς

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο