ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:D126
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 45/2021)
2 Απριλίου, 2021
[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡ. 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ WARNER TRUST (HE 260975) ΚΑΙ ELEPHANT CONSTRUCTIONS LTD (HE 14714), ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΡΝΑΚΑ, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI KAI PROHIBITION
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 18/03/2021 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥΣ ΑΓΩΓΗΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 1848/2020, ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥΣ ΔΙΑΤΑΓΗΣ 48 Θ.4(2) ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Μ. Ραφαήλ (κα) με Ν. Πογιατζή (κα) για Ι. Φράγκος & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(EX-TEMPORE)
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας οι Αιτητές καταχώρισαν, στις 22/10/2020, την Αγωγή υπ' αρ. 1448/2020, στο πλαίσιο της οποίας αυθημερόν προέβησαν στην καταχώριση μονομερούς Αίτησης για έκδοση ενδιάμεσων Προσωρινών Διαταγμάτων. Κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου η μονομερής Αίτηση ορίστηκε για επίδοση στις 2/11/2020, ημερομηνία κατά την οποία οι Εναγόμενοι 1-5/Καθ'ων η Αίτηση ζήτησαν χρόνο για καταχώριση Ένστασης, την οποία καταχώρισαν στις 30/11/2020.
Στη συνέχεια και συγκεκριμένα στις 4/2/2021, η πλευρά των Αιτητών καταχώρισε Αίτηση για εξασφάλιση άδειας για καταχώριση Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης επί συγκεκριμένων ισχυρισμών που προβάλλονταν στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την Ένσταση των Εναγομένων/Καθ'ων η Αίτηση.
Στην Αίτηση αυτή οι Εναγόμενοι/Καθ'ων η Αίτηση καταχώρισαν Ένσταση στις 10/3/2021 και η ακρόαση της Αίτησης ορίστηκε στις 18/3/2021.
Την ημέρα της ακρόασης και, αφού ακούστηκαν και οι δύο πλευρές, το κατώτερο Δικαστήριο εξέδωσε την ενδιάμεση Απόφαση του, αντικείμενο της υπό κρίση Αίτησης, με την οποία παραχώρησε άδεια στους Αιτητές όπως καταχωρίσουν Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση εντός 15 ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της Απόφασης, στη βάση συγκεκριμένων παραγράφων του Τεκμηρίου Α που είχε επισυναφθεί στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την Αίτηση των Αιτητών, προς λήψη άδειας ως προσχέδιο Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης επί της Αιτήσεως.
Στο πλαίσιο της εν λόγω Απόφασης, πέραν της παραχώρησης άδειας προς τους Αιτητές για καταχώριση Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης, δόθηκε άδεια και στους Εναγόμενους/Καθ'ων η Αίτηση να καταχωρίσουν, αν επιθυμούν, Απαντητική Ένορκη Δήλωση επί των ιδίων θεμάτων επί των οποίων επιτράπηκε η Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση των Αιτητών.
Οι Αιτητές θεωρούν ότι η πιο πάνω Απόφαση εκδόθηκε καθ' υπέρβαση της εξουσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου και κατά παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης, καθώς και ότι είναι προϊόν σοβαρού νομικού σφάλματος, εμφανούς στη δικαστική Απόφαση και/ή σοβαρής νομικής πλάνης.
Με την παρούσα Αίτηση οι Αιτητές ζητούν να τους δοθεί άδεια για την καταχώριση Αίτησης προς έκδοση εντάλματος Certiorari και, σε περίπτωση έγκρισης του εν λόγω αιτήματος τους, την έκδοση προνομιακού εντάλματος Prohibition το οποίο να αναστείλει τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων εκτέλεσης και/ή εφαρμογής της Απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερ. 18/3/2021, καθόσον αφορά το μέρος εκείνο με το οποίο δόθηκε άδεια στους Καθ'ων η Αίτηση να καταχωρίσουν Απαντητική Ένορκη Δήλωση επί των ιδίων θεμάτων επί των οποίων επιτράπηκε η Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση/Διαβεβαίωση, μέχρι την εκδίκαση της δια κλήσεως Αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari.
Η Αίτηση συνοδεύεται από Έκθεση, το περιεχόμενο της οποίας υιοθετείται από ένορκη δήλωση του χχχ Δίγκλη, Διευθυντή και Γραμματέα των Αιτητών, όπου, βασικά, προβάλλονται τα ακόλουθα:
1. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ενεργώντας αυτεπάγγελτα και άνευ εξουσίας, έδωσε άδεια στους Καθ'ων η Αίτηση να καταχωρίσουν απαντητική (ήτοι συμπληρωματική ένορκη δήλωση), παραγνωρίζοντας και/ή μη λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξουσία για παραχώρηση τέτοιας άδειας προϋποθέτει την υποβολή αιτήματος και στοιχειοθέτηση καλού λόγου προς τούτο.
2. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε και/ή ερμήνευσε λανθασμένα τις πρόνοιες της Δ.48, θ.4(2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, κατά την έκδοση της ενδιάμεσης Απόφασης του και δη κατά την παραχώρηση άδειας στους Καθ'ων η Αίτηση για καταχώριση απαντητικής/συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, αφ' ης στιγμής η εν λόγω Διαταγή ρητώς επιτάσσει την υποβολή γραπτής αίτησης ή προφορικού αιτήματος και στοιχειοθέτηση σχετικού καλού λόγου.
3. Η παραχώρηση εκ μέρους του Δικαστηρίου άδειας στους Καθ'ων η Αίτηση να καταχωρίσουν απαντητική ένορκη δήλωση επί των ιδίων θεμάτων επί των οποίων επιτράπηκε στους Αιτητές να καταχωρίσουν συμπληρωματική ένορκη δήλωση, συνιστά ουσιώδη παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης και του δικαιώματος για ακρόαση.
4. Στην υπό κρίση περίπτωση συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις προς χορήγηση της αιτούμενης άδειας, καθότι πρόκειται για εξόφθαλμη υπέρβαση της δικαιοδοσίας του πρωτόδικου Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα η εκδίκαση της παρούσας Αίτησης να καθίσταται κατεπείγουσα λόγω και των στενών χρονοδιαγραμμάτων που με την Απόφαση του ημερ. 18/3/2021 το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει καθορίσει, αλλά και της φύσεως της διαδικασίας η οποία εκκρεμεί ενώπιόν του, ήτοι η εκδίκαση Αίτησης για έκδοση Προσωρινών Διαταγμάτων.
Οι ευπαίδευτες συνήγοροι των Αιτητών προώθησαν τους προαναφερθέντες λόγους με γραπτή Αγόρευση, αλλά και δια ζώσης σήμερα, κατά την επ' ακροατηρίω συζήτηση της Αίτησης, με παραπομπή και σε σχετική νομολογία.
Έχω διεξέλθει με την επιβαλλόμενη προσοχή την προσβαλλόμενη Απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου, καθώς επίσης και ό,τι οι Αιτητές μέσω των συνηγόρων τους έχουν θέσει ενώπιον μου, συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν τόσο γραπτώς, όσο και δια ζώσης.
Να υπενθυμίσω καταρχάς ότι, σύμφωνα με πάγια και διαχρονική νομολογία, το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας της εξεταζόμενης φύσεως, όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης[1].
Ειδικότερα σε σχέση με τη μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης, σε σωρεία αποφάσεων έχει τονιστεί ότι η μη παροχή στον επηρεαζόμενο της ευκαιρίας να ακουστεί, όταν από τη φύση της διαδικασίας του αναγνωρίζεται το δικαίωμα αυτό, αποτελεί κλασσική περίπτωση παράβασης των αρχών φυσικής δικαιοσύνης. (In re Panaretou (1972) 1 C.L.R. 165, In re Mouskos (1977) 1 C.L.R. 100 και In re Loucis P. Loucaides Ltd (1986) 1 C.L.R. 154, 158).
Στην Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 αναφέρθηκε από το Εφετείο ότι:
«Για την χορήγηση άδειας ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Ανώτατο Δικαστήριο ότι έχει "εκ πρώτης όψεως" υπόθεση και/ή ότι υπάρχει "συζητήσι΅ο ζήτη΅α", στην έννοια που δόθηκε στις φράσεις αυτές στις Αγγλικές υποθέσεις Sidnell v. Wilson [1966] 1 All E.R. 681 και Land Securities v. Metropolitan Police [1983] 2 All E.R. 254, 258, οι οποίες υιοθετήθηκαν στην υπόθεση In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250. Η πλάνη περί το νό΅ο πρέπει να είναι έκδηλη στο πρακτικό. Το πρακτικό είναι η ελεγχό΅ενη απόφαση και το πρακτικό του Δικαστηρίου χωρίς προσθήκες ή ενόρκους ο΅ολογίες - (Rex v. Nat Bell Liquors Ltd. [1922] 2 A.C. 128, στη σελ. 159, Baldwin & Francis v. Patent Appeal Tribunal [1959] 2 All E.R. 433, In re Argyrides (1987) 1 C.L.R. 23). Πλάνη νό΅ου, (error of law), όπως ειπώθηκε στην υπόθεση R. v. Preston Appeal Tribunal [1975] 2 All E.R. 807, στη σελ. 810 από τον Λόρδο Denning MR., περιλα΅βάνει εσφαλ΅ένη ερ΅ηνεία νό΅ου, ή εσφαλ΅ένη εφαρ΅ογή του νό΅ου στα γεγονότα της υπόθεσης.»
Όπως αναφέρεται στη νομολογία, τυχόν λανθασμένη ερμηνεία νόμου ή λανθασμένη αντίληψη του Δικαστηρίου δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα Certiorari, αλλά ελέγχεται ως προς την ορθότητα της με το ένδικο μέσο της έφεσης[2]. Και τούτο, διότι η έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης.
Συνιστά πάγια γραμμή της νομολογίας ότι, ακόμη και στις περιπτώσεις εντοπισμού εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης, τέτοια άδεια δεν χορηγείται όταν προβλέπεται άλλο υπαλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπεία και ειδικά έφεση, εκτός και εάν καταδειχθούν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον Κανόνα[3] εφόσον η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να εκδίδει προνομιακά εντάλματα αφορά σε κατάλοιπο εξουσίας και δεν αποσκοπεί στο να αντικαταστήσει τη διαδικασία της έφεσης[4] και ούτε στοχεύει στον έλεγχο της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης[5].
Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση του Μιτέλα, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 43/2019, ημερ. 2/4/2019, «η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο της έφεσης ή άλλων ένδικων μέσων, ούτε είναι λόγος ενεργοποίησης της εφεδρείας της δικαιοδοσίας αυτής του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο τυχόν σημαντικός χρόνος που απαιτείται για διεκπεραίωση εναλλακτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της έφεσης».
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προέκυψε, το κατώτερο Δικαστήριο στο πλαίσιο της Αίτησης των Αιτητών για καταχώριση Συμπληρωματικής Ένορκης Δήλωσης, πέραν του να εγκρίνει μερικώς το αίτημα τους, παραχώρησε ταυτόχρονα και άδεια στους Καθ' ων η Αίτηση να καταχωρίσουν και εκείνοι, αν ήθελαν, Απαντητική Ένορκη Δήλωση επί των ιδίων θεμάτων με εκείνα που αφορούσε η Συμπληρωματική Ένορκη Δήλωση των Αιτητών.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι το κατά πόσο ενεργώντας το κατώτερο Δικαστήριο με αυτό τον τρόπο υπερέβη την εξουσία του.
Σύμφωνα με τη Δ.48, θ.4(2) των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας:
«Το Δικαστήριο ή Δικαστής μετά από αίτηση ή προφορικό αίτημα, μπορεί, για καλό λόγο, να επιτρέψει την καταχώρηση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων. Η ακρόαση αίτησης διεξάγεται στη βάση των γεγονότων που αναφέρονται στην αίτηση ή στις ένορκες δηλώσεις τηρουμένης της δυνατότητας αντεξέτασης που προνοείται από τη Διαταγή 39.»
Τα συμπεράσματα τα οποία εύκολα εξάγονται από την ανάγνωση του κειμένου της πιο πάνω δικονομικής πρόνοιας, είναι, κατ' αρχάς, τα ακόλουθα:
(i) Πέραν της αρχικής ή των αρχικών ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν την αίτηση δια κλήσεως ή την ειδοποίηση πρόθεσης ένστασης, το Δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την καταχώριση συμπληρωματικών ενόρκων δηλώσεων.
(ii) Οι λέξεις «μπορεί να επιτρέψει» αφ' εαυτών υποδηλώνουν το ότι το Δικαστήριο διατηρεί τη διακριτική ευχέρεια κατά πόσο να επιτρέψει ή όχι την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης.
(iii) Για να επιτρέψει το Δικαστήριο την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, θα πρέπει αυτός που την ζητά να καταδείξει την ύπαρξη «καλού λόγου» για τον οποίο θα έπρεπε να του επιτραπεί.
Η εξουσία, επομένως, η οποία προβλέπεται από τη Δ.48, θ.4(2) είναι διακριτικής φύσεως και ασκείται στη βάση των γεγονότων που τίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου και τα οποία θα πρέπει να αποκαλύπτουν την αναγκαιότητα για την παροχή της αιτούμενης άδειας για καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Σημαντικός παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς διαμόρφωσης της κρίσης του Δικαστηρίου, είναι η φύση και οι ανάγκες της διαδικασίας την οποία η συμπληρωματική ένορκη δήλωση επιδιώκει να εξυπηρετήσει.
Στην πιο πάνω Διάταξη δεν προβλέπεται οποιοσδήποτε περιορισμός όσον αφορά την άσκηση αυτής της εξουσίας του Δικαστηρίου, παρά μόνο υποδεικνύεται πως σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να καταδεικνύεται η ύπαρξη «καλού λόγου», ο οποίος να καθιστά αναγκαία την καταχώριση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. (Δέστε Αναφορικά με την Αίτηση του χχχ Ματθαίου κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 510 και Παπακόκκινου κ.ά. ν. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (Αρ. 1) (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 643).
Η παραχώρηση στην προκείμενη περίπτωση άδειας για καταχώριση Απαντητικής Ένορκης Δήλωσης, χωρίς να προηγηθεί οποιοδήποτε αίτημα είτε μέσω αίτησης, είτε προφορικά και χωρίς να εξεταστεί το κατά πόσο υφίσταται ή όχι οτιδήποτε που να τεκμηριώνει «καλό λόγο» για εξασφάλιση τέτοιας άδειας, εγείρει, εκ πρώτης όψεως, θέμα υπέρβασης εξουσίας από μέρους του Δικαστηρίου. Ταυτόχρονα, εγείρει και εκ πρώτης όψεως νομικό σφάλμα που διακρίνεται στην όψη του σχετικού πρακτικού λόγω παραβίασης των ρητών προνοιών της Δ.48, θ.4(2).
Όπως έχει ήδη λεχθεί, η ύπαρξη εναλλακτικού ένδικου μέσου ή θεραπείας συνιστά τροχοπέδη στην παροχή άδειας προς καταχώριση Αίτησης δια κλήσεως, για εξασφάλιση προνομιακού εντάλματος Certiorari.
Στην παρούσα περίπτωση είναι φανερό ότι οι Αιτητές θα έχουν στη διάθεση τους, μετά την εκδίκαση της Αίτησης για προσωρινά Διατάγματα, το ένδικο μέσο της έφεσης εναντίον της Απόφασης η οποία θα εκδοθεί σε σχέση με αυτά. Στην περίπτωση δε που στην Απόφαση που θα εκδοθεί παρουσιάζεται να έχει συνδράμει μαρτυρία η οποία, ενδεχομένως, να προσφερθεί μέσω της Απαντητικής Ένορκης Δήλωσης που το κατώτερο Δικαστήριο επέτρεψε να καταχωρηθεί από μέρους των Καθ΄ων η Αίτηση, οι Αιτητές θα έχουν τη δυνατότητα με την καταχώριση έφεσης να προσβάλουν και αυτή την παράμετρο της Απόφασης.
Σε τέτοια περίπτωση, όπου, δηλαδή, υπάρχει στη διάθεση των Αιτητών εναλλακτικό ένδικο μέσο, απαιτείται να θεμελιωθεί ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις ικανές να καταστήσουν το θέμα συζητήσιμο ώστε να υπάρξει παρέκκλιση από τον κανόνα.
Στην προκείμενη περίπτωση, τα όσα έχουν αναφερθεί δεν συνιστούν εξαιρετικές περιστάσεις που να τεκμηριώνουν τις προϋποθέσεις για αναζήτηση προνομιακής θεραπείας. Ούτε εντοπίζεται η ύπαρξη τέτοιων περιστάσεων στο ενώπιον του Δικαστηρίου υλικό.
Η εισήγηση των ευπαίδευτων συνηγόρων για τους Αιτητές ότι η εξέταση υπέρβασης εξουσίας του Δικαστηρίου έκδηλης στο πρακτικό, καθώς και νομικού σφάλματος εμφανούς στη δικαστική απόφαση, «συνιστά εξαιρετική περίσταση η οποία καθιστά την έγκριση της αίτησης παρά το διαθέσιμο άλλων θεραπειών», δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο.
Στην Αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ και του Ταμείου Προνοίας Προσωπικού Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (2012) 1 Α.Α.Δ. 878, έγινε εισήγηση ότι, εφόσον διαπιστωθεί υπέρβαση εξουσίας, δεν υπεισέρχεται θέμα ύπαρξης εναλλακτικού ένδικου μέσου ούτε και εγείρεται θέμα ύπαρξης εξαιρετικών περιστάσεων. Αφού έγινε ανασκόπηση της μέχρι τότε νομολογίας, η πλειοψηφία της Ολομέλειας απέρριψε την εισήγηση υιοθετώντας το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Base Metal Trading v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535:
«Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος παρέχεται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει, στην ουσία, συζητήσιμο ζήτημα και, περαιτέρω, στην περίπτωση όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από τον κανόνα ότι, εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, ο αιτητής δεν θεωρείται ότι απέδειξε συζητήσιμο ζήτημα. (Βλ., μεταξύ άλλων, R. v. Secretary of State [1986] 1 All ER 717, Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469 και Μιχαήλ και Μιχαηλίδη (2001) 1 Α.Α.Δ. 247). Στη Hellenger Trading Ltd (2000) 1 A.A.Δ. 1965, διευκρινίστηκε, ορθά, ότι η αρχή αυτή "ισχύει γενικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα". Έστω, δηλαδή, και αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας. (Βλ., επίσης, Μαρκίδης κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 552)...»
Υπό το φως των ανωτέρων, δεν έχουν καταδειχθεί εξαιρετικές περιστάσεις που να τεκμηριώνουν τις προϋποθέσεις για αναζήτηση προνομιακής θεραπείας και, ως εκ τούτου, η υπό κρίση περίπτωση δεν προσφέρεται προς παροχή της αιτούμενης άδειας.
Στη βάση των πιο πάνω η Αίτηση απορρίπτεται.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
Δ.
[1]Δέστε Kωνσταντινίδη (2003) 1 A.A.Δ. 1298 και Περέλλα (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692.
[2]Δέστε Πέτρου Αρτέμη: Προνομιακά Εντάλματα, σελ. 127-128, Αίτηση της χχχ Μουστερή κ.ά., Πολιτική Αίτηση Αρ. 150/2017, ημερ. 24/10/2017, ECLI:CY:AD:2017:D367, Αίτηση της Content Union S.A., Πολιτική Αίτηση Αρ. 64/2018, ημερ. 11/6/2018, ECLI:CY:AD:2018:D286 και Αίτηση Γενικού Εισαγγελέα, Πολιτική Αίτηση Αρ. 24/2020, ημερ. 10/3/2020, ECLI:CY:AD:2020:D96.
[3]Δέστε Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 878.
[4] Δέστε Αναφορικά με την αίτηση των Junport International Limited κ.ά., Πολιτική Έφεση Αρ. 321/2017, ημερ. 2/4/2018.
[5]Δέστε, μεταξύ άλλων, Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42, Global Consolidation Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464 και Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116.