ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2021:A78
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Εφεση Αρ. 177/2012)
5 Μαρτίου, 2021
[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
THEOSAVVA CO LTD,
Εφεσείοντες,
ν.
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητου.
_ _ _ _ _ _
Ν. Κληρίδης για Lefcos Clerides & Sons Ltd, για τον Εφεσείοντα.
Δ. Παπαμιλτιάδους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας A', για τον Εφεσίβλητο.
_ _ _ _ _ _
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Το Συμβούλιο Φαρμάκων (το Συμβούλιο), ασκώντας τις αρμοδιότητές του, δυνάμει του περί Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης (Ελεγχος Ποιότητας, Προμήθειας και Τιμών) Νόμου του 2001, Ν. 70(Ι)/2001, επέβαλε στους Εφεσείοντες - εταιρεία ασχολούμενη με την εισαγωγή και εμπορία προϊόντων - διοικητικό πρόστιμο, συνολικού ύψους €26.654,19. Το υπό αναφορά πρόστιμο, επεβλήθη κατά τη συνεδρία του Συμβουλίου ημερομηνίας 29.6.2005, με υπόβαθρο τη διαπίστωση ότι οι Εφεσείοντες πωλούσαν το προϊόν «Ederma Cream» (η κρέμα) σε τιμή υψηλότερη από τη διά νόμου επιτρεπόμενη. Το προϊόν αυτό, είχε κατατάξει το Συμβούλιο στην κατηγορία φαρμάκων, ενώ, σύμφωνα με τους Εφεσείοντες, θα έπρεπε να καταταχθεί στην κατηγορία των καλλυντικών και ως τέτοιο να αντιμετωπίζεται από το Συμβούλιο για σκοπούς κατάταξης και τιμολόγησης.
Ο Εφεσίβλητος αξίωσε, διά της αγωγής 6197/07, ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, την είσπραξη του προαναφερθέντος ποσού των €26.654,19. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, εξετάζοντας την ενώπιόν του υπόθεση στη βάση της υπεράσπισης που προβλήθηκε, η οποία περιορίστηκε στην αμφισβήτηση της νομιμότητας της απόφασης του Συμβουλίου, ημερομηνίας 29.6.2005, διαπίστωσε ότι η εν λόγω απόφαση (τεκμήριο 9) αποτελούσε εκτελεστή διοικητική πράξη, η οποία, αποδεδειγμένα και αδιαμφισβήτητα, κοινοποιήθηκε στους Εναγόμενους-Εφεσείοντες με επιστολή ημερ. 4.7.2005 (τεκμήριο10). Το γεγονός αυτό, κρίθηκε ως καταλυτικής σημασίας, ως προς το αποτέλεσμα της πρωτόδικης διαδικασίας. Το Δικαστήριο κατέληξε ότι δεν είχε αρμοδιότητα να εξετάσει τη νομιμότητα της απόφασης επιβολής προστίμου καθότι, ως εκτελεστή διοικητική πράξη θα μπορούσε να ελεγχθεί μόνο, κατά τον επίδικο χρόνο, από το Ανώτατο Δικαστήριο, στα πλαίσια του ένδικου μέσου της προσφυγής και υπό το φως των προνοιών του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος. Υπό το πρίσμα αυτό και δεδομένου ότι η πράξη του Συμβουλίου, ως εκτελεστή διοικητική απόφαση, παρήγαγε άμεσα, έννομα, αποτελέσματα και παρείχε το δικαίωμα λήψης δικαστικών μέτρων προς είσπραξη, η αγωγή οδηγήθηκε σε επιτυχία και εκδόθηκε απόφαση εις βάρος των Εφεσειόντων.
Με τους ενώπιόν μας, επάλληλους, λόγους έφεσης, οι Εφεσείοντες προβάλλουν ουσιαστικά ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο όφειλε να εφαρμόσει την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τις πρόνοιες της Οδηγίας 76/768/ΕΚ, που αφορά τα καλλυντικά και να αποφασίσει επί της ερμηνείας του όρου «καλλυντικό» και ότι λανθασμένα αγνόησε τα άρθρα 28 και 30 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων στα κράτη-μέλη της, σημειώνοντας ότι η επίδικη κρέμα, η οποία κατασκευάζεται στη Γερμανία, κυκλοφορεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ως καλλυντικό.
Οι υπό κρίση λόγοι έφεσης είναι, με όλο το σεβασμό, εντελώς ανυπόστατοι.
Η πρωτόδικη κατάληξη ήταν το αναπόδραστο αποτέλεσμα των αδιαμφισβήτητων γεγονότων, όπως αυτά τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Η νομιμότητα της διοικητικής απόφασης επιβολής προστίμου δεν τελούσε υπό αμφισβήτηση, αφού οι Εφεσείοντες παρέλειψαν να προωθήσουν, μέσω των ορθών ένδικων μέσων που είχαν στη διάθεσή τους και τα οποία τους διασφάλιζαν αποτελεσματική προστασία, το όλο φάσμα των θέσεων τους. Αντί αυτού, επιδίωξαν την αμφισβήτηση της νομιμότητας της απόφασης του Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένης της αμφισβήτησής τους ως προς την εναρμόνιση της απόφασης αυτής με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, στα πλαίσια της δίκης στο Επαρχιακό Δικαστήριο, μέσω της υπεράσπισής τους. Το πρωτόδικο όμως Δικαστήριο, όπως ορθά έκρινε, δεν είχε αρμοδιότητα να αποφανθεί, αφού το μόνο επίδικο θέμα που είχε ενώπιόν του, ήταν η παράλειψη των Εφεσειόντων να πληρώσουν το διοικητικό πρόστιμο που τους επιβλήθηκε και αυτό με προηγηθείσα την εκτελεστή διοικητική πράξη της κατηγοριοποίησης της κρέμας, ως φαρμακευτικού προϊόντος.
Παρεμβάλλουμε, προτού ολοκληρώσουμε, πως η ορθότητα της εφεσιβαλλόμενης απόφασης ως προς το ότι αντικείμενο της διαφοράς ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν η παράλειψη των Εφεσειόντων να πληρώσουν το διοικητικό πρόστιμο που τους επιβλήθηκε, κρίθηκε ως ορθή από το Ανώτατο Δικαστήριο στην Theosavva Co. Ltd v. Γενικού Εισαγγελέα (2014) 1 ΑΑΔ 200, ECLI:CY:AD:2014:A41 και σε ενδιάμεση απόφαση στην παρούσα έφεση, ημερ. 18.11.2020. Λέχθηκε, συναφώς, στη Theosavva (ανωτέρω), όπου απασχόλησε ζήτημα παραπομπής προδικαστικού ερωτήματος στο ΔΕΕ, δυνάμει του άρθρου 267 της Συνθήκης για την ΄Ιδρυση της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης:
«Όπως γίνεται αντιληπτό, με το άρθρο 267 της ΣΛΕΕ παρέχεται στο Εθνικό Δικαστήριο η δυνατότητα να παραπέμπει στο ΔΕΕ νομικό ερώτημα σε δύο περιπτώσεις. Η πρώτη, όταν στο αντικείμενο της διαφοράς που καλείται να αποφασίσει ανακύπτει ζήτημα ερμηνείας των Συνθηκών της Ένωσης και, η δεύτερη, όταν ανακύπτει ζήτημα που σχετίζεται με το κύρος και την ερμηνεία των πράξεων των θεσμικών ή λοιπών οργάνων ή οργανισμών της Ένωσης. Στην προκείμενη όμως περίπτωση ουδέν από τα ζητήματα αυτά είχε κάποια σχέση με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης που διεξήχθη ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου στη βάση των εκατέρωθεν εγγράφων προτάσεων. Το μόνο επίδικο θέμα - αντικείμενο της διαφοράς - που είχε ενώπιον του το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν η παράλειψη της εφεσείουσας να πληρώσει το διοικητικό πρόστιμο που της επεβλήθη και αυτό αφού προηγήθηκε η κατηγοριοποίηση της κρέμας ΕDERMA ως φαρμακευτικού προϊόντος με προηγηθείσα εκτελεστή διοικητική πράξη. Το αίτημα, επομένως, της Εταιρείας για παραπομπή του υπό αναφορά προδικαστικού ερωτήματος στο ΔΕΕ δεν είχε θέση στην πρωτόδικη διαδικασία, αφού το αντικείμενο της διαφοράς που είχε ενώπιον του το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε καμιά σχέση με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης.
Κατ΄ ακολουθία των πιο πάνω είναι φανερό ότι το αίτημα της Εταιρείας απέβλεπε να εισάξει στην πρωτόδικη διαδικασία ζήτημα που μόνο στο πλαίσιο άσκησης προσφυγής δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος μπορούσε να εισάξει, κατάληξη που καθιστά την έφεση εναντίον της απόφασης που το απέρριψε προδήλως αβάσιμη, χωρίς να απαιτείται η εξέταση του δεύτερου ερωτήματος που θέσαμε».
.........................................................
«Όπως γίνεται αντιληπτό με όσα αναφέρουμε πιο πάνω η εισήγηση της Εταιρείας για παραπομπή από το Εφετείο προδικαστικού ερωτήματος στο ΔΕΕ δεν έχει κανένα νόημα. Τέτοια παραπομπή - όπως υποδείξαμε και στο στάδιο της προδικασίας - θα είχε νόημα στο πλαίσιο της έφεσης 177/12 που αφορά την ουσία της επίδικης διαφοράς, και αυτό υπό την προϋπόθεση ότι η έφεση θα επετύγχανε σ΄ ότι αφορά την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου περί έλλειψης αρμοδιότητας. Όμως η Εταιρεία επέμενε να προωθήσει το αίτημα της για παραπομπή στο πλαίσιο της παρούσας έφεσης, η οποία για τους λόγους που εξηγήσαμε είναι καταδικασμένη σε αποτυχία».
Υπό το φως των πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται με έξοδα €2.500 εις βάρος των Εφεσειόντων.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
ΣΦ.