ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
IN RE HJICOSTAS (1984) 1 CLR 513
Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 ΑΑΔ 984
Αναφορικά με την αίτηση της εταιρείας Ξάνθος Λυσιώτης, Αίτηση Αρ. 174/96, 9 Οκτωβρίου, 1996
Αναστάσιου Μαρκιτανή ν. Απόστολου Μουτζούρη (2000) 1 ΑΑΔ 923
Παττίκη Γεώργιος Σάββας και Άλλος (2002) 1 ΑΑΔ 175
C.L.R. Stockbrokers Limited ν. N.K. Shakolas (Holdings) Ltd (2015) 1 ΑΑΔ 1303, ECLI:CY:AD:2015:A418
ΑΝΤΩΝΗ ΑΝΔΡΕΟΥ & ΣΙΑ ΔΕΠΕ κ.α., Πολιτική Έφεση 348/2015, 9/6/2017, ECLI:CY:AD:2017:A216
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΛΩΛΟΥ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 320/2017, 4/7/2018, ECLI:CY:AD:2018:A329
IN RE CHARALAMBOS N. CHARALAMBOUS AND ANOTHER (1974) 2 CLR 37
POLICE ν. EKDODIKI ETERIA (1982) 2 CLR 63
LOUCA & ANOTHER ν. REPUBLIC (1984) 2 CLR 386
PASTELLOPOULLOS ν. REPUBLIC (1985) 2 CLR 165
Δημοκρατία ν. Kirnouyan κ.ά. (1996) 2 ΑΑΔ 126
Κονέ Τασούλλα ν. Χαράλαμπου Φλουρή και Άλλης (2015) 2 ΑΑΔ 80, ECLI:CY:AD:2015:B156
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2021:D36
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 15/2021)
8 Φεβρουαρίου, 2021
[Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η PROHIBITION KAI/H MANDAMUS
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΤΗΣ ΕΚΔΙΚΑΣΗΣ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΊΑΣ ΜΕ ΑΡ. 2685/15 ΚΑΙ/Η ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 8/1/2021, ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΟΡΙΣΕ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΓΙΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟ ΣΤΙΣ 3/2/2021
-----------------
Χαρίλαος Χρυσάνθου, για τον Αιτητή.
A Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.: Ο αιτητής με την υπό κρίση αίτηση επιδιώκει άδεια για την καταχώριση αίτησης δια κλήσεως για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Mandamus και Prohibition τα οποία να διατάσσουν το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας να απορρίψει και/ή να μην προχωρήσει στην εκδίκαση της ποινικής υπόθεσης αρ. 2685/15 που ήταν ορισμένη για οδηγίες στις 3.2.2021 και αναβλήθηκε για τις 3/3/2021 και άλλου της φύσεως Certiorari για ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 8.1.2021 που εκδόθηκε στα πλαίσια της ίδιας ποινικής υπόθεσης.
Οι λόγοι επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση συνοψίζονται στους εξής:
Α. Έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας και/ή παραβίασης του Άρθρου 12(2) του Συντάγματος και του άρθρου 69 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, που αναφέρεται στις ειδικές απαντήσεις.
Β. Παραβίαση του δόγματος του δεδικασμένου.
Γ. Λανθασμένη ερμηνεία από πλευράς του πρωτόδικου δικαστηρίου της απόφασης Koνέ ν. Φλουρή κ.α., Ποιν. Έφ. Αρ. 209/13, ημερ. 5.3.2015, στην ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 18.9.2020.
Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση του Λεόντιου Φιλοθέου, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο Ηλίας Α. Στεφάνου ΔΕΠΕ, οι οποίοι είχαν αναλάβει την υπεράσπιση του αιτητή, κατηγορούμενου στην ποινική υπόθεση αρ. 2685/15 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Σύμφωνα με την Ένορκη Δήλωση, στις 3.12.2020 καταχωρήθηκε από πλευράς του αιτητή στα πλαίσια της εν λόγω ποινικής υπόθεσης, αίτηση για παραπομπή νομικού ερωτήματος προς το Ανώτατο Δικαστήριο, η οποία απορρίφθηκε από το Δικαστήριο στις 8.1.2021. Από τα πρακτικά της ποινικής διαδικασίας διαφάνηκε ότι κατά τη δικάσιμο της 12.2.2020 εκδόθηκε διάταγμα προσθήκης των κατηγοριών 3 και 4, με τη σύμφωνη γνώμη του Αιτητή, κατόπιν αιτήματος της Κατηγορούσας Αρχής. Στις 20.2.2020 ο αιτητής προέβη σε μη παραδοχή στις κατηγορίες 3 και 4 και αθωώθηκε και απαλλάχθηκε στις 1 και 2, κατόπιν δήλωσης της Κατηγορούσας Αρχής ότι δεν θα προσέφερε καμιά μαρτυρία που να τις υποστηρίζει. Στις 18.9.2020 που η υπόθεση ήταν ορισμένη για ακρόαση, ο δικηγόρος του αιτητή ήγειρε την ειδική υπεράσπιση ότι ο πελάτης του είχεν αθωωθεί και απαλλαγεί από τις κατηγορίες 3 και 4, με την απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 20.2.2020. Το Δικαστήριο απέρριψε την ειδική υπεράσπιση με απόφαση του που δόθηκε αυθημερόν. Ο αιτητής καταχώρισε περαιτέρω στις 3.12.2020 αίτηση για παραπομπή νομικού ερωτήματος στο Ανώτατο Δικαστήριο «κατά πόσο είναι επιτρεπτό να προχωρά η εκδίκαση της υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο ποινικής υπόθεσης αναφορικά με τις κατηγορίες 3 και 4 που αφορούν αδικήματα με βάση τον Ποινικό Κώδικα, άρθρο 305 Α, παράγραφος (1) για έκδοση επιταγής χωρίς αντίκρισμα ενώ ο κατηγορούμενος μέσα στα πλαίσια της ίδιας ποινικής υπόθεσης αθωώθηκε και απαλλάχτηκε από τις κατηγορίες 1 και 2 που αφορούσαν σε αδικήματα με βάση τον Ποινικό Κώδικα, άρθρο 305 Α, παράγραφος (2) και τα γεγονότα αφορούσαν τις ίδιες επιταγές, ήτοι την επιταγή υπ΄ αρ. 012xxx96 της Τράπεζας Κύπρου, κατηγορίες 1 και 3 και την επιταγή υπ' αριθμό 012xxx97 της Τράπεζας Κύπρου κατηγορίες 2 και 4». Η αίτηση απορρίφθηκε, κατόπιν ακρόασης, στις 8.1.2021. Είναι της άποψης ότι τα αδικήματα των κατηγοριών 3 και 4 ανήκουν στην ίδια διάταξη αδικημάτων και αφορούν τα ίδια γεγονότα, δηλαδή τις ίδιες επιταγές εξού και ισχύει η αρχή του autrefois acquit.
Καταλήγοντας εισηγείται ότι τα αδικήματα των κατηγοριών 3 και 4 δεν μπορούσαν να προστεθούν, εφόσον o Αιτητής είχεν ήδη αθωωθεί και απαλλαγεί στις πρώτες δύο κατηγορίες που αφορούσαν σε πρόκληση μη εξόφλησης επιταγής, με αποτέλεσμα την παραβίαση των προνοιών των Άρθρων 12(2) και 35 του Συντάγματος. Σημειώνεται ότι οι κατηγορίες 3 και 4 που προστέθηκαν αφορούν στο αδίκημα της έκδοσης επιταγής χωρίς αντίκρυσμα κατά παράβαση του άρθρου 305 Α(1)(3)(4) του Ποινικού Κώδικα.
Κατά την προφορική του αγόρευση ο δικηγόρος του αιτητή υποστήριξε τις θέσεις του διευκρινίζοντας ότι με την υπό κρίση αίτηση προσβάλλεται η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου ημερ. 8.1.2021, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραπομπή νομικού ερωτήματος στο Ανώτατο Δικαστήριο. Ενόψει της δήλωσης του αυτής θεωρώ ότι η εισήγηση του περί λανθασμένης ερμηνείας της νομολογίας από πλευράς Δικαστηρίου και ιδιαίτερα της απόφασης Κονέ (ανωτέρω) στην ενδιάμεση απόφαση του, ημερομηνίας 18/9/2020, θα πρέπει να απορριφθεί ως εγκαταλειφθείσα.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το νομικό πλαίσιο και πεδίο εφαρμογής του προνομιακού εντάλματος certiorari, όπως έχει συνοψιστεί στην πρόσφατη υπόθεση Αναφορικά με την Αίτηση των Αντώνη Ανδρέου & Σία ΔΕΠΕ κ.α., Πολιτική Έφεση αρ. 348/15, ημ. 9/6/2017, ECLI:CY:AD:2017:A216, η οποία υιοθετήθηκε στη μεταγενέστερη υπόθεση του xxx Λώλου, Πολ. Εφ. 320/2017, ημερ. 4/7/2018, ECLI:CY:AD:2018:A329.
Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την πρώτη απόφαση:
«Όπως επιτάσσει η νομολογία, για την παραχώρηση άδειας για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, η διαδικασία δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφετειακής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είν
αι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει ο αιτητής να τεκμηριώσει, εκ πρώτης όψεως, και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης, Αίτηση 174/96, ημερ. 9 Οκτωβρίου 1996).
Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται, κατ' εξαίρεση, όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, ή πλάνη περί το Νόμο, ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.
(Βλ. Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464).
Στην πρόσφατη υπόθεση, xxx Στυλιανού, Πολ. Εφ. 67/2014, ημερ. 25 Ιουνίου 2015, αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
″Είχαμε σχετικά πρόσφατα επισημάνει στην Πολιτική Έφεση Αρ. 20/2014, xxx Στυλιανίδης, 17.3.2015, με παραπομπή στην Μαρκιτανής ν. Μουζούρη (2000) 1 Α.Α.Δ. 923, τις περιπτώσεις που δικαιολογείται επέμβαση του Εφετείου τις οποίες και κρίνεται αναγκαίο να επαναλάβουμε, ως εκ της αυξητικής τάσης που παρατηρείται στην καταχώριση αιτήσεων και εφέσεων αναλόγως, για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων:
«H άδεια για καταχώρηση αίτησης χορηγείται κατά διακριτική ευχέρεια (βλ. και The Supreme Court Practice 1999, σελ. 908). Εφόσο πρόκειται για απόφαση που απορρέει από άσκηση διακριτικής ευχέρειας επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται:
(α) ΄Οπου διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκηση της εξωγενείς παράγοντες.
(β) ΄Οπου η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο (Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984, 988, 989, Σιακόλας ν. Federal Bank of Lebanon (1992) 1 A.A.Δ. 710).
(γ) ΄Οπου υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Νεάρχου ν. Χαραλάμπους (1991) 1 Α.Α.Δ. 954, Donald Campbell & Co. Ltd ν. Pollak [1927] A.C. 732, Evans v. Bartlam [1937] A.C. 473, Young v. Thomas [1892] 2 Ch. 234 και Egerton v. Jones [1939] 3 All E.R. 892).»
Εξέτασα με προσοχή τις εισηγήσεις του δικηγόρου του Αιτητή υπό το φως της νομολογίας και των γεγονότων της υπόθεσης, όπως τεκμηριώνονται από τα τεκμήρια που επισυνάφθηκαν στην Ένορκη Δήλωση.
Από τους λόγους για τους οποίους επιζητείται η έκδοση των προνομιακών ενταλμάτων και απ' όσα υποστήριξε κατά την προφορική του αγόρευση ο δικηγόρος του αιτητή, καθίσταται αντιληπτό ότι ο σκοπός των επιζητούμενων προνομιακών ενταλμάτων δεν είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της απόφασης ημερ. 8.1.2021 αλλά η ορθότητα της απόφασης ημερομηνίας 18/9/2020 με την οποίαν απορρίφθηκε η ειδική απάντηση. Ζητείτο δε με το νομικό ερώτημα, η επανακρόαση της εισήγησης που υποβλήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 69 του ΚΕΦ. 155, και εξέταση του ιδίου θέματος από το Δικαστήριο το οποίο, με την απόφαση του ημερομηνίας 18/9/2020, άσκησε την κρίση του στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του την οποία και απέρριψε.
Συνεπώς η εξέταση της αίτησης εκφεύγει της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με την απόφαση ημερ. 8.1.2021, που αφορούσε σε παραπομπή νομικού ερωτήματος στο Ανώτατο Δικαστήριο, το Επαρχιακό Δικαστήριο κατόπιν παραπομπής σε νομολογία, απέρριψε την σχετική αίτηση, για δύο λόγους: πρώτο ότι η εισήγηση του δεδικασμένου είχε εξεταστεί σε προηγούμενο στάδιο της διαδικασίας και απορρίφθηκε με την απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 18/9/2020 γι' αυτό και δεν απαιτείτο άμεση απάντηση από το Ανώτατο Δικαστήριο και δεύτερο ότι με την αίτηση επιχειρείτο συγκεκαλυμμένα, υπό τον μανδύα του νομικού ζητήματος, να ελεγχθεί η ορθότητα της απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου ημερ. 18.9.2020, με την οποία επί της ειδικής απάντησης στη βάση του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα που πρόβαλε ο Αιτητής, κρίθηκε ότι δεν υφίστατο δεδικασμένο αναφορικά με τις κατηγορίες 3 και 4, προσθέτοντας ότι τέτοιο αίτημα είναι ανεπίτρεπτο εφόσον η διαδικασία δυνάμει του άρθρου 148 του Κεφ. 155 δεν είναι διαδικασία εφέσεως.
Ό,τι επιχειρήθηκε με την αίτηση για παραπομπή νομικού ερωτήματος στο Ανώτατο Δικαστήριο, που σύμφωνα με την απόφαση ημερομηνίας 8/1/2021 είναι ο έλεγχος της ορθότητας της απόφασης του Δικαστηρίου ημερομηνίας 18/9/2020, με την οποία το Δικαστήριο απέρριψε την ειδική απάντηση του autrefois acquit, επιχειρείται και με την παρούσα διαδικασία.
Σημειώνεται ότι η απόφαση ημερομηνίας 8/1/2021 εκδόθηκε από αρμόδιο Δικαστήριο, το οποίο εξέτασε το αίτημα του Αιτητή στη βάση των προνοιών των άρθρων 148 και 149 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155 και ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, στα πλαίσια της Ποινικής Υπόθεσης υπ' αριθμό 2685/2015, το απέρριψε για τους δύο λόγους που αναφέρονται ανωτέρω.
Σύμφωνα με την υπόθεση In Re Charalambos N. Charalambous and Another (1974) 2 C.L.R. 37 το νομικό ερώτημα που εγείρεται κατά τη διάρκεια της δίκης επεξηγείται ότι περιορίζεται μόνο σε νομικό ερώτημα που εγείρεται κατά τη δίκη σε στάδιο κατά το οποίο πρέπει να αποφασιστεί προς το σκοπό υποβοήθησης της διαδικασίας στο να προχωρήσει περαιτέρω σύμφωνα με το νόμο και τους διαδικαστικούς Κανονισμούς σχετικούς με την ποινική διαδικασία.
Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Κυριάκου, Νομικό Ερώτημα Αρ. 374, ημερομηνίας 31/5/2018, ECLI:CY:AD:2018:C262 λέχθηκαν τα εξής ως προς την εμβέλεια του άρθρου 148(1) του ΚΕΦ. 155:
"Η Νομολογία μας είναι πλούσια αναφορικά με την ερμηνεία του άρθρου 148(1), τόσο όσον αφορά το τι συνιστά «νομικό ζήτημα», όσο και όσον αφορά τη φράση «που εγείρεται κατά τη διάρκεια της δίκης»
«Νομικό ζήτημα» ερμηνεύτηκε ότι σημαίνει αμιγώς νομικό θέμα. Δεν παρέχεται εξουσία επιφύλαξης μικτού θέματος δικαίου και γεγονότων. Στην υπόθεση In re Hadjicostas (1984) 1 C.L.R. 513, τονίστηκε ότι, αμιγές νομικό θέμα είναι εκείνο που αφορά στην εφαρμογή του Νόμου επί δεδομένων γεγονότων. Εάν, δηλαδή, τα γεγονότα επί των οποίων το Δικαστήριο θα πρέπει να εφαρμόσει το Νόμο, δεν είναι αμφισβητούμενα, το σημείο είναι νομικό. Πρόκειται, δηλαδή, για εφαρμογή του Νόμου επί αναντίλεκτων ή μη αμφισβητούμενων γεγονότων.
Πότε ένα νομικό ζήτημα, εγείρεται κατά τη διάρκεια της δίκης, εξετάστηκε σε διάφορες αποφάσεις (Δέστε: In re Charalambous (1974) 1 C.L.R. 37, Pastellopoullos v. The Republic (1985) 2 A.A.Δ. 165, Δημοκρατία ν. Kirnouyan (1996) 2 A.A.Δ. 126, Louca & Another v. Republic (1984) 2 C.L.R. 386, Police ν. Ekdotiki Eteria (1982) 2 C.L.R. 63 και Πατίκκη κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 175). Χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει επίσης στο Σύγγραμμα Γεώργιος Μ. Πικής, Ποινική Δικονομία στην Κύπρο, Δεύτερη Αναθεωρημένη Έκδοση, σελ. 339 - 342.
Από την προαναφερόμενη Νομολογία, είναι προφανές ότι, ένα νομικό σημείο, για να εγείρεται κατά τη διάρκεια της δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 148(1) του Κεφ. 155, θα πρέπει να είναι επιβαλλόμενο, ούτως ειπείν, επί του πρωτόδικου Δικαστηρίου, απαιτώντας άμεση απάντηση (Δέστε: In re Charalambous [ανωτέρω]). Οι εξουσίες παραπομπής νομικού σημείου για γνωμάτευση από το Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 148(1) του Κεφ. 155, θα πρέπει να ασκούνται με φειδώ και μόνο σε κατάλληλες υποθέσεις όπως στην Police v. Ekdotiki Eteria (ανωτέρω). Νομικό σημείο, εγειρόμενο κατά τη διάρκεια της δίκης, σημαίνει το νομικό σημείο που αναφύεται σε στάδιο της δίκης, κατά το οποίο θα πρέπει να αποφασιστεί (άμεσα) για να μπορέσει η δίκη να συνεχιστεί περαιτέρω, σύμφωνα με το Νόμο και τους σχετικούς κανόνες πρακτικής της ποινικής δικονομίας (Δέστε: Pastellopoullos [ανωτέρω]). Ο πρωταρχικός ρόλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κατά την άσκηση της δικαιοδοσίας του ως Εφετείο, είναι να αναθεωρεί τις ενδιάμεσες και τελικές αποφάσεις των πρωτοδίκων Δικαστηρίων, στα πλαίσια εφέσεω, ή άλλων διαδικαστικών διαδικασιών αναθεώρησης (Δέστε: Louca [ανωτέρω]).
Υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας είναι η διαπίστωση μου ότι δεν έχει καταδειχθεί συζητήσιμο θέμα ώστε να δοθεί άδεια για certiorari. Ακόμα και να αποφάσιζα το αντίθετο, εξετάζοντας το θέμα πάλι θα απέρριπτα την αίτηση, για τον απλούστατο λόγο ότι στη διάθεση του Αιτητή βρίσκεται το ένδικο μέσο της έφεσης στο τέλος της δικαστικής διαδικασίας με την έκδοση της τελικής απόφασης, εφόσον δεν διαπιστώνεται να συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις που να επιτρέπουν την παράκαμψη του κανόνα.
Η ορθή διαδικασία είναι η έφεση που είναι και η φυσιολογική πορεία ελέγχου κατώτερου Δικαστηρίου.
Ούτε επίσης έχει καταδειχθεί συζητήσιμο θέμα ως προς την εισήγηση περί υπέρβασης δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου ή έλλειψης δικαιοδοσίας του, στη βάση των όσων λέχθηκαν ανωτέρω, για να δοθεί άδεια για prohibition.
Τα ίδια ισχύουν και για την αιτούμενη άδεια για mandamus. Η παρούσα δεν είναι η περίπτωση όπου το Δικαστήριο αρνήθηκε να εξασκήσει τα καθήκοντα του σύμφωνα με το νόμο, μέσα στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, ώστε να τίθεται θέμα να διαταχθεί να τα ασκήσει. Στη βάση των ενώπιον μου στοιχείων υποβλήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο αίτημα για παραπομπή νομικού ερωτήματος στο Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο στα πλαίσια των εξουσιών και δικαιοδοσίας του εξέτασε και αποφάσισε. Δεν μπορεί να του υπαγορευθεί βεβαίως και ποια θα είναι η απόφαση του. Θα καταδεικνύετο συζητήσιμη υπόθεση για άδεια για mandamus αν το Δικαστήριο αρνείτο να εκδικάσει την αίτηση που η παρούσα δεν είναι τέτοια περίπτωση.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/Α.Λ.Ο.