ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Σταματίου, Κατερίνα Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-01-28 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx Φ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ v. ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 198/2020, 28/1/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:D21

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 198/2020)

 

28 Ιανουαρίου, 2021                                                                                                                                                                                                                                                      

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (N.33/1964)

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx Φ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ, ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΥ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1 Α, 11(2)(Α), 11(2)(Α), 11(7), 11(8), 12, 13, 18, 19, 26, 28, 29, 30, 33, 34, 35, 54, 144, 152, 155.4, 169(3), 172, 179, ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΚΑΙ ΕΣΔΑ ΑΡΘΡΑ 1, 3, 5(1), 5(1)(Α), 5(4), 5(5), 6.1, 8, 9, 10, 13, 41, 14, ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ 12, ΑΡΘΡΟ 2 ΤΕΤΑΡΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ, ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΦΥΛΑΚΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1996 (Ν.61(Ι)/1996), ΑΡΘΡΑ 9, 10, 11, 12, 14 Α(1), 14 Α(5), 14 Β(1), 14 Η(1)(α-γ), ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6, 9, 10, 12, 13 ΚΑΙ 15 ΤΟΥ CONVENTION ON THE TRANSFER OF SENTENCED PERSONS, EUROPEAN TREATY SERIES - NO. 112, STRASBOURG, 21/03/1983. (THE TRANSFER CONVENTION) ΤΙΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥΣ 36, 37, 43-47, 49-50, 59-60, 64 ΚΑΙ ΤΟΥ EXPLANATORY REPORT TO THE CONVENTION ON THE TRANSFER OF SENTENCED PERSONS, EUROPEAN TREATY SERIES - NO. 112 STRASBOURG, 21/03/1983. (THE E.R. OF THE TRANSFER OF SENTENCED PERSONS, EUROPEAN TREATY SERIES - NO. 112 STRASBOURG, ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 343/2003 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, ΚΑΙ ΝΟΜΟ 3 ΤΟΥ 153(1) ΤΟΥ 2011 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ

1.   ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ,

2.   ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΦΥΛΑΚΙΣΗΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΕΠ΄ ΑΔΕΙΑ (ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ)

 

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΟΝ xxx Φ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΣΕ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΖΩΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ, ΙΣΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008 ΚΕΦ. 105, ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 343/2003 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ, ΚΑΙ ΝΟΜΟ 3 ΤΟΥ 153(1) ΤΟΥ 2011 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5(1), 5(1)(Α) ΚΑΙ 6.1 ΤΗΣ ΕΣΔΑ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 9, 14 Α(1), 14 Β(1) ΚΑΙ 14 Η(1)(Α-Γ) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΦΥΛΑΚΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1996 (Ν.61(Ι)/1966).

 

_ _ _ _ _ _

Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως.

Θ. Παπακυριακού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, με

 Ειρ. Παραδεισιώτη (κα), ασκούμενη δικηγόρο, εκ μέρους του

 Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η

 Αίτηση.

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής αξιώνει την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum:

 

«1. Με το οποίο να κηρύσσεται η κράτηση και/ή διάρκεια της κράτησης και/ή φυλάκισης του Αιτητή παράνομη και/ή καταχρηστική και/ή χωρίς να υπάρχει απόφαση Δικαστηρίου για την κράτηση ή την φυλάκιση του Αιτητή ή Νόμιμο διάταγμα το οποίο να διατάσει και/ή να εξουσιοδοτεί τη Νόμιμη κράτηση και/ή φυλάκιση του, και/ή χωρίς να υπάρχει επαρκής εξουσιοδότηση για την Διευθύντρια των Κεντρικών Φυλακών για την κράτηση και/ή φυλάκιση του Αιτητή και/ή χωρίς να δικαιολογείται η κράτηση του Αιτητή βάση των πιο πάνω αναφερόμενων Άρθρων.

 

2.    Το οποίο να απευθύνεται προς την Κυπριακή Δημοκρατία, την Διευθύντρια των Κεντρικών Φυλακών και το Συμβούλιο Αποφυλάκισης Κρατούμενων επ΄ αδεία και να τους διατάσσει να παρουσίασουν αυθωρεί τον Αιτητή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να αφεθεί ελεύθερος και/ή να αποφυλακίσουν και/ή να απελευθερώσουν αυθωρεί τον Αιτητή και/ή να άρουν αυθωρεί την κράτηση και/ή φυλάκιση του Αιτητή.»

 

Στις 8.12.1995 ο αιτητής καταδικάστηκε από αρμόδιο Δικαστήριο της Πολιτείας της Καλιφόρνιας των ΗΠΑ σε δύο ποινές ισόβιας φυλάκισης (25 years to life and 7 years to life) για τα αδικήματα του φόνου εκ προμελέτης και της απόπειρας φόνου, αντίστοιχα, εγκλήματα που διέπραξε στις 6.9.1994. Περαιτέρω, επιβλήθηκε στον αιτητή ποινή φυλάκισης 4 ετών για το αδίκημα της χρήσης πυροβόλου όπλου. Οι ποινές ήταν διαδοχικές και η έκτισή τους άρχισε από τις 2.1.1996 σε φυλακές των ΗΠΑ.

 

Ακολούθως, στις 22.2.2012, μετά από έγκριση σχετικού αιτήματος του αιτητή από το αρμόδιο Υπουργείο Δικαιοσύνης της Κυπριακής Δημοκρατίας και τις αρμόδιες Αρχές των ΗΠΑ, σύμφωνα με τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων, η οποία κυρώθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία με τον περί της Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων (Κυρωτικό) Νόμο του 1986, Ν.14/1986, και στην οποία συμβαλλόμενο μέρος είναι και η ΗΠΑ (στο εξής «η Σύμβαση»), ο αιτητής μεταφέρθηκε στην Κύπρο προκειμένου να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής φυλάκισής του στις Κεντρικές Φυλακές.

 

Μετά τη μεταφορά του αιτητή στις Κεντρικές Φυλακές, με επιστολές του προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ζήτησε επανειλημμένα την αποφυλάκισή του, ισχυριζόμενος ότι έχει εκτίσει ολόκληρη την ποινή του. Ως εκ τούτου, ζητήθηκαν διευκρινίσεις, με επιστολή του Υπουργείου Δικαιοσύνης της Κυπριακής Δημοκρατίας από το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, αναφορικά με την επιβληθείσα σ΄ αυτόν ποινή. Οι διευκρινίσεις δόθηκαν με επιστολή ημερομηνίας 22.12.2014 (Τεκμ. 1 στην ένσταση). Στην εν λόγω επιστολή αναφέρονται συνοπτικά τα ακόλουθα:

 

(α) Στον αιτητή επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης 25 χρόνων μέχρι ισόβια και 7 χρόνων μέχρι ισόβια, με διαταγή όπως εκτιθούν διαδοχικά και οι οποίες είναι αορίστου χρόνου (indeterminate sentences). Οι ποινές αυτές δεν έχουν καθορισμένη ημερομηνία στην οποία ο ισοβίτης δικαιούται να αφεθεί ελεύθερος υπό όρους.

 

(β) Ο αιτητής έκτισε πρώτα την ποινή των 4 ετών καθορισμένου χρόνου (determinate sentence), η οποία ολοκληρώθηκε στις 12.3.1997 και κατά την οποία «κέρδισε» 274 μέρες λόγω καλής διαγωγής, οι οποίες του αφαιρέθηκαν από τα 4 χρόνια.

 

(γ) Ακολούθως, άρχισε την έκτιση των 25 χρόνων, για την οποία θα δικαιούτο να κερδίσει και να του αφαιρεθούν λόγω καλής διαγωγής, εάν έκτιε και ολοκλήρωνε την εν λόγω ποινή φυλάκισης στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ 3044 μέρες. Με την αφαίρεση των 3044 ημερών θα ολοκλήρωνε την ποινή φυλάκισης του την 10.11.2013.

 

(δ) Ακολούθως, θα άρχιζε την έκτιση της ποινής φυλάκισης των 7 ετών για την οποία δεν έχει δικαίωμα μείωσης και ή αφαίρεσης ημερών λόγω καλής διαγωγής και, συνεπώς, η συντομότερη ημερομηνία κατά την οποία θα δικαιούτο να προβεί σε αίτημα για αποφυλάκιση υπό όρους θα ήταν η 10.11.2020. Κατά την εν λόγω ημερομηνία ο αιτητής θα είχε εκτίσει συνολικά και πραγματικά 24 χρόνια, 10 μήνες και 8 μέρες.

 

Ο αιτητής καταχώρησε στις 8.5.2020 την αίτηση με αριθμό CA/2020/024 στο Συμβούλιο Αποφυλάκισης επ΄ Αδεία, η οποία εκκρεμεί. Σημειώνεται ότι ο αιτητής είχε και στο παρελθόν υποβάλει αιτήσεις στο Συμβούλιο, οι οποίες απορρίφθηκαν, καταχωρήθηκαν μάλιστα και προσφυγές αναφορικά με αυτές, όπως με λεπτομέρεια αναφέρει ο αιτητής στην αίτησή του.

 

Η υπό κρίση αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ακολούθησε δύο άλλες αιτήσεις ως ακολούθως:

 

Ο αιτητής καταχώρησε την αίτηση υπ΄ αριθμό 63/2016 για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus στη βάση του ίδιου ιστορικού, η οποία απορρίφθηκε στις 27.7.2016. Ακολούθως, καταχώρησε έφεση με αριθμό 259/2016 κατά της πιο πάνω απόφασης, την οποία απέσυρε στις 14.9.2017. Στη συνέχεια, καταχώρησε την Πολιτική Αίτηση αρ. 147/2017, η οποία απορρίφθηκε στις 22.11.2017, ECLI:CY:AD:2017:D410, καθότι κρίθηκε ότι υπήρχε παραβίαση της αρχής του δεδικασμένου σχετικά με την απόφαση στην Πολιτική Αίτηση αρ. 63/2016 και με την απόσυρση της έφεσης 259/2016. Κατά της πιο πάνω απόφασης, καταχώρησε την Πολιτική Έφεση αρ. 414/2017, η οποία απορρίφθηκε στις 2.10.2018, ECLI:CY:AD:2018:A426 και επικυρώθηκε η απόφαση στην Πολιτική Αίτηση 147/2017.

 

Στη βάση των πιο πάνω διαδικασιών ο καθ΄ου η αίτηση προβάλλει πως η καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης συνιστά κατάχρηση της δικαιοδοσίας και πως τυγχάνει εφαρμογής η αρχή του κωλύματος αναφορικά με επίδικα θέματα (issue estoppel). Προβάλλεται, συναφώς, πως ο αιτητής κρατείται νόμιμα στις Κεντρικές Φυλακές, δυνάμει νομίμως εκδοθείσας και αναγνωρισμένης δικαστικής απόφασης. Ο αιτητής μεταφέρθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία με σκοπό να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής φυλάκισης που του επιβλήθηκε από αρμόδιο Δικαστήριο της Καλιφόρνιας των ΗΠΑ, δυνάμει των προνοιών του περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων, το οποίο δεν έχει ολοκληρώσει ακόμα. Προβάλλεται, περαιτέρω, πως καταχρηστικά χρησιμοποιείται διαδικασία του προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ως μοχλός πίεσης προς το Συμβούλιο Αποφυλάκισης επ΄ Αδεία, καθότι η απόφαση σε σχέση με το αίτημα του αιτητή για αποφυλάκιση δεν έχει ακόμη εκδοθεί, καθιστώντας την παρούσα διαδικασία πρόωρη.

 

Η θέση του αιτητή είναι ότι οι ποινές που του έχουν επιβληθεί από το Δικαστήριο στην Καλιφόρνια δεν είναι δια βίου ποινές και, προς τούτο, επικαλείται τον Ποινικό Κώδικα της Καλιφόρνιας, το California State Prisoners Handbook, καθώς και την απόφαση του Δικαστηρίου της Καλιφόρνιας στην υπόθεση In Re Jeanise D.

 

Προβάλλει επίσης ότι, με βάση την Σύμβαση για τη  Μεταφορά Καταδίκων, η Κυπριακή Δημοκρατία δεσμεύεται να συνεχίσει την ποινή του, να του αναγνωρίσει τις πιστώσεις που του δόθηκαν στις ΗΠΑ, να μην αλλοιώσει ή χειροτερεύσει την ποινή του καθ΄ οιονδήποτε τρόπο και τον απολύσει, βάσει του νόμου, ανεξάρτητα από το ποια θα ήταν η λήξη της ποινής του που ίσχυε το 2007 στην Καλιφόρνια. Εν κατακλείδι, η θέση του αιτητή είναι ότι έχει εκτίσει και τις τρεις ποινές του. Παραπέμπει δε, μεταξύ άλλων, και στο Τεκμ. 18, το οποίο τιτλοφορείται «Calculation Worksheets».

 

Τόσο ο αιτητής, όσο και η ευπαίδευτος εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, υποστήριξαν τις αντίστοιχες θέσεις τους με γραπτές αγορεύσεις και προέβησαν σε προφορικές διευκρινίσεις, τις οποίες εξέτασα. Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει στη γραπτή αγόρευση του αιτητή, η οποία είναι εκτενέστατη και αναλύει λεπτομερώς και εμπεριστατωμένα τις θέσεις του. Τόσο στην αίτηση, όσο και στην αγόρευσή του, ο αιτητής αναφέρεται λεπτομερώς στις διαδικασίες που έγιναν ενώπιον του Συμβουλίου Αποφυλάκισης Κρατουμένων Επ΄ Αδεία, οι οποίες απορρίφθηκαν, καθώς και στις προσφυγές που ακολούθησαν ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου. Δεν θα αναφερθώ σε αυτές, καθότι δεν έχουν άμεση σχετικότητα με την υπό εξέταση υπόθεση, πέραν του ότι αποτελούν μέρος του ιστορικού της. Το ίδιο και για το παράπονο που έγινε από τον αιτητή στην Επίτροπο Διοικήσεως το έτος 2015 και την σχετική έκθεση της Επιτρόπου, ημερομηνίας 5.5.2015.  

 

Η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να εκδίδει προνομιακά εντάλματα της φύσης Habeas Corpus, που εδώ ενδιαφέρει, έχει αναλυθεί στην πρώτη αίτηση τέτοιας μορφής που υπέβαλε ο αιτητής, ήτοι Αναφορικά με την Αίτηση του xxx Γεωργιάδη Πολιτική Αίτηση Αρ. 63/2016, ημερομηνίας 27.7.2016, ECLI:CY:AD:2016:D380, και, αντί άλλης ανάλυσης, παραπέμπω στο σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του αδελφού δικαστή Λιάτσου:

 

 «Η εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων έχει ενσωματωθεί στο κυπριακό Σύνταγμα μέσω των διατάξεων του ΄Αρθρου 155.4. Το Habeas Corpus συνιστά προνομιακή διαδικασία, η οποία στόχο έχει τη διασφάλιση της ελευθερίας του πολίτη και παρέχει αποτελεσματικό μέσο άμεσης απελευθέρωσης από παράνομη ή αδικαιολόγητη κράτηση. Στην πράξη, με το ένταλμα διατάσσεται η προσαγωγή κρατουμένου στο δικαστήριο και η έρευνα αναφορικά με την αιτία της φυλάκισης ή κράτησής του. Είναι πάγια νομολογημένο ότι η δικαιοδοσία για την έκδοση εντάλματος αυτής της μορφής ασκείται μόνο στις περιπτώσεις όπου στοιχειοθετείται παράνομη κράτηση ή φυλάκιση. Η συνδρομή δηλαδή παρανομίας συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για σκοπούς επίκλησης της διαδικασίας ενταλμάτων αυτού του τύπου. Εάν δεν υπάρχει νόμιμη δικαιολογία για την κράτηση διατάσσεται η άμεση απόλυση του κρατουμένου (Δημητράκης Χατζησάββα (1993) 1 ΑΑΔ 102, Καλφοπούλου (1998) 1 ΑΑΔ 55). Το ένταλμα εκδίδεται δικαιωματικά και ως χρέος προς τη δικαιοσύνη οποτεδήποτε διαπιστώνεται ότι η στέρηση της ελευθερίας δεν εξουσιοδοτείται από το νόμο. Κατ΄ ακολουθία, δεν παρέχεται διακριτική ευχέρεια στο δικαστήριο να απορρίψει αίτημα αυτής της μορφής, εφόσον διαπιστωθεί ότι η κράτηση δεν θεμελιώνεται στο νόμο. Όπως ήδη λέχθηκε, το στοιχείο της παρανομίας στην κράτηση ή φυλάκιση σηματοδοτεί την προϋπόθεση για την επίκληση της διαδικασίας Habeas Corpus και, ως εκ τούτου, για να επιτύχει αιτητής την έκδοση τέτοιου εντάλματος θα πρέπει να αποδείξει, εκ πρώτης όψεως, υπόθεση που δημιουργεί ερωτηματικά ως προς τη νομιμότητα της κράτησης ή της φυλάκισης. Πάγια νομολογιακή προσέγγιση επιβεβαιώνει ότι ένταλμα Habeas Corpus δεν εκδίδεται αναφορικά με πρόσωπα τα οποία έχουν καταδικασθεί από νόμιμο δικαστήριο και εκτίουν την ποινή τους, ούτε και προσφέρεται για αναθεώρηση δικαστικών αποφάσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να ελεγχθούν μέσω του ενδίκου μέσου της έφεσης (Σιμιανός (2004) 1 ΑΑΔ 657, Φανιέρος ν. Διευθυντή Φυλακών (2004) 1 ΑΑΔ 937, Καυκαρής (Αρ. 3) (2004) 1 ΑΑΔ 1425).»

 

Στην υπόθεση εκείνη, όπως και στην παρούσα, ο αιτητής είχε προβάλει ότι ουσιαστικά είχε εκτίσει την ποινή του και πως η κράτησή του ήταν παράνομη. Το Δικαστήριο ανέφερε τα ακόλουθα:

 

«Με όλο το σεβασμό ο εξεταζόμενος λόγος στερείται βάθρου στήριξης. Στον Αιτητή επιβλήθηκαν διαδοχικές ποινές φυλάκισης τεσσάρων ετών με «πιστώσεις» (credits), 25 ετών μέχρι ισόβια με «πιστώσεις» (25 years to life with credits) και 7 ετών μέχρι ισόβια χωρίς οποιεσδήποτε «πιστώσεις». Ηταν ξεκάθαρο και επιβεβαιώθηκε από την αρμόδια αρχή των ΗΠΑ στις 22.12.2014, όπως έχει ήδη καταγραφεί, ότι οι δύο τελευταίες ποινές αποτελούν ποινές ισόβιας φυλάκισης και ότι ο Αιτητής θα δικαιούτο να υποβάλει αίτηση για αποφυλάκιση υπό όρους στις 10.11.2020. Στον Αιτητή λοιπόν επιβλήθηκαν δύο ποινές ισόβιας φυλάκισης, οι οποίες θα εκτίονταν διαδοχικά.

 

Εστω όμως και αν οι ποινές της ισόβιας φυλάκισης δεν προσδιοριζόντουσαν ως φυλάκιση για το υπόλοιπο της ζωής του Αιτητή και αν ακόμη υπολογιζόταν το χρονικό διάστημα των «πιστώσεων» στη βάση που έθεσε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή και πάλιν, δεδομένης της διαδοχικότητας των ποινών, ως ημερομηνία χρόνου αποφυλάκισης υπό όρους θα ήταν η 10.11.2020. Συνεπώς, δεν θα χωρούσε εξέταση εντάλματος Habeas Corpus στο παρόν στάδιο. Όπως έχει νομολογηθεί (Φανιέρος ανωτέρω, σελ. 941), ένταλμα Habeas Corpus μπορεί να εξεταστεί μόνο αν σε περίπτωση επιτυχίας του ο αιτητής θα απελευθερωθεί αμέσως. Δεδομένου λοιπόν ότι, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, ο Αιτητής δεν θα απολυόταν σήμερα, η αίτησή του θα κρινόταν ως πρόωρη και θα έπρεπε επίσης να απορριφθεί.

 

Τα πιο πάνω αδιαμφισβήτητα δεδομένα εκθεμελιώνουν την ουσιαστική προσέγγιση της πλευράς του Αιτητή περί παράνομης κράτησής του στις Κεντρικές Φυλακές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο Αιτητής καταδικάστηκε από νόμιμο δικαστήριο και κρατείται με νόμιμο έρεισμα στις Κεντρικές Φυλακές, αφού εξακολουθεί να εκτίει ποινές ισόβιας φυλάκισης.»

 

Εν προκειμένω, ο αιτητής αξιώνει την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, επικαλούμενος ότι έχει εκτίσει την ποινή που του επιβλήθηκε από το Δικαστήριο της Καλιφόρνιας. Πρόκειται για το ίδιο αίτημα που υποβλήθηκε και στις δύο προηγούμενες περιπτώσεις. Βεβαίως, η παρούσα εδράζεται στο γεγονός ότι έχει παρέλθει η 10.11.2020, ημερομηνία που, κατά τους ισχυρισμούς του, έχει συμπληρώσει την έκτιση των ποινών που του επιβλήθηκαν.

 

Οι αρχές του δεδικασμένου έχουν αναλυθεί στην απόφαση στην Πολ. Αίτηση 147/2017, η οποία επικυρώθηκε στην έφεση 414/2017, πιο πάνω. Παραθέτω αυτούσιο το σχετικό απόσπασμα:

 

«Επί του σημείου, σχετική και βοηθητική είναι η απόφαση στη Σάββα Πλαστήρα Ιωάννου, (2003)Ι(Α) Α.Α.Δ 390, όπου αποφασίστηκε ότι κάθε θέμα το οποίο ο αιτητής πρόβαλε ή θα μπορούσε να είχε προβάλει στη διαδικασία της έφεσης και  δεν το πρόβαλε, συνιστά δεδικασμένο για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας. Λέχθηκαν και τα ακόλουθα:

 

«Με βάση τις νομικές αρχές σχετικά με την ύπαρξη δεδικασμένου, δεδικασμένο δημιουργείται όχι μόνο σε σχέση με όσα προβάλλονται σε μια διαδικασία, αλλά και σε σχέση με εκείνο, που Θα μπορούσαν να είχαν προβληθεί ως ενταγμένα στο πλαίσιο του αντικειμένου της, αλλά δεν προβλήθηκαν. Στην απόφαση στην υπόθεση Henderson ν. Henderson [1843 - 1860] All E.R. Rep. 378 στη σελ. 381, λέχθηκαν τα ακόλουθα:

 

"I state the rule of the Court correctly, when I say that where a given matter becomes the subject of litigation in, and of adjudication by, a Court of competent jurisdiction, the Court requires the parties to that litigation to bring forward their whole case, and will not (except under special circumstances) permit the same parties to open the same subject of litigation in respect of matter which might have been brought forward as part of the subject in contest, but which was not brought forward only because they have, from negligence, inadvertence, or even accident, omitted part of their case. The plea of res judicata applies, except in special cases, not only to points upon which the Court was actually required by the parties to form an opinion and pronounce a judgment, but to every point which properly belonged to the subject of litigation and which the parties exercising reasonable diligence, might have brought forward at the time ".

 

Σε μετάφραση:

 

«Αποδίδω ορθά τον κανόνα του Δικαστηρίου όταν λέγω ότι όταν ένα ορισμένο Θέμα καθίσταται αντικείμενο αντιδικίας και εκδίκασης από αρμόδιο Δικαστήριο, το Δικαστήριο απαιτεί από τους διαδίκους στην αντιδικία αυτή να προβάλουν ολόκληρη την υπόθεση τους και δεν Θα επιτρέπει (εκτός κάτω από 5 εξαιρετικές περιστάσεις) στους ίδιους διαδίκους να ανοίξουν το ίδιο αντικείμενο της αντιδικίας σε σχέση με Θέμα το οποίο Θα μπορούσε να είχε προβληθεί ως μέρος του αντικειμένου υπό αμφισβήτηση αλλά δεν προβλήθηκε, μόνο επειδή από αμέλεια, παραδρομή ή ακόμα ατύχημα παρέλειψαν μέρος της υπόθεσης τους. Η ένσταση του δεδικασμένου καλύπτει, εκτός σε ειδικές περιπτώσεις, όχι μόνο σημεία σε σχέση με τα οποία το Δικαστήριο πράγματι κλήθηκε από τους διαδίκους να μορφώσει γνώμη και να απαγγείλει απόφαση αλλά και κάθε σημείο το οποίο πρεπόντως ανήκει στο αντικείμενο της αντιδικίας και το οποίο οι διάδικοι, επιδεικνύοντας εύλογη επιμέλεια. Θα απορούσαν να είχαν προβάλει τότε.»

 

΄Ακρως βοηθητική για το θέμα είναι και η υπόθεση David Lee Carter (Αρ.3) (1996) 1 Α.Α.Δ. 403, όπου ο Κωνσταντινίδης, Δ., δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας, ασχολήθηκε με το θέμα του δεδικασμένου ειδικά σε αιτήσεις για Habeas Corpus και αφού προέβη σε μια ιστορική αναδρομή του ζητήματος στην αγγλική νομολογία, ανέφερε ότι δημιουργείται δεδικασμένο σε μια επόμενη αίτηση Habeas Corpus όχι μόνο σε σχέση με όσα προβλήθηκαν στην πρώτη διαδικασία, αλλά και σε σχέση με εκείνα που θα μπορούσαν να είχαν προβληθεί ως ενταγμένα στο πλαίσιο του αντικειμένου της αλλά δεν προβλήθηκαν.  Ασχολούμενο δε το Δικαστήριο και με το θέμα της κατάχρησης ως δια της επιδίωξης της ίδιας θεραπείας με πλείονες της μιας δικαστικές διαδικασίες ανέφερε ότι το πρόβλημα είναι θεμελιωδέστερο, αφού εν προκειμένω ισχύουν οι αρχές που διέπουν το δεδικασμένο (βλ. και Level Tachexcavs Ltd (1995) 1 Α.Α.Δ. 1105.

 

 

 

Η νομιμότητα της κράτησης του αιτητή εξετάστηκε στην πρώτη αίτηση και η θέση του ότι εξέτισε και τις τρεις ποινές που του είχε επιβάλει το αρμόδιο Δικαστήριο στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ απορρίφθηκε. Η υπόθεση In Re Janice D, η οποία αποφασίστηκε το 1980 και προβάλλεται στην παρούσα προς υποστήριξη των θέσεων του αιτητή, προβλήθηκε και στην έφεση 414/2017. Ως προς το ζήτημα που επιλαμβάνεται η υπόθεση εκείνη,  κρίθηκε ότι στη βάση των λεχθέντων στην Carter, πιο πάνω, ότι «δημιουργείται δεδικασμένο όχι μόνο σε σχέση με όσα προβλήθηκαν στην πρώτη διαδικασία αλλά και σε σχέση με εκείνα που θα μπορούσαν να είχαν προβληθεί ως ενταγμένα στο πλαίσιο του αντικειμένου της αλλά δεν προβλήθη καν», κρίθηκε ότι δεν εξάλειψε το στοιχείο της ταύτισης των επιδίκων θεμάτων και πως η υπόθεση δε θα μπορούσε να είχε επίδραση στη νομιμότητα της κράτησης του αιτητή.

 

Ως εκ των ανωτέρω, θεωρώ ότι η νομιμότητα της κράτησης του αιτητή έχει ήδη κριθεί, υπάρχει ταύτιση διαδίκων και κατ΄ εφαρμογή της αρχής του δεδικασμένου δε θα μπορούσε να εξεταστεί εκ νέου.

 

Η αναφορά του αιτητή στην τροποποίηση που επήλθε στον περί Φυλακών Νόμο το 2018 αφορά τις αιτήσει στο Συμβούλιο Αποφυλάκισης και δεν επηρεάζει αιτήσεις της φύσης της παρούσας.

 

Ακόμα, η προβολή από τον αιτητή του «circulation worksheet», Τεκμ. 18 στην αίτηση, δεν τον βοηθά. Σ΄ αυτό το έγγραφο δίδονται, μεταξύ άλλων, οι λεπτομέρειες των πιστώσεων που δόθηκαν στον αιτητή και, στο τέλος, αναφέρει «Equals minimum eligible parole date» 11.10.2020.

 

Σημειώνεται ότι στην επιστολή που απέστειλε το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ στις 22.12.2014, για το οποίο γίνεται αναφορά πιο πάνω, διευκρινίζεται ότι η συντομότερη ημερομηνία για την οποία δικαιούται ο αιτητής να υποβάλει αίτημα αποφυλάκισης υπό όρους είναι η 10.11.2020. Αναφέρει, περαιτέρω, τα ακόλουθα:

 

«Inderminately sentenced inmates are not automatically granted parole. They must appear before a Parole Suitability Panel, who may or may not deem the inmate suitable for parole. We call this a Parole Suitability Hearing. The panel may deny the inmate parole and deem him/her not suitable for parole. The panel can deem the inmate unsuitable for a period of 3, 5, 7, 10 or 15 years.»

 

Εν προκειμένω, ο αιτητής έχει υποβάλει αίτηση στο Συμβούλιο Αποφυλακίσεων, η οποία εκκρεμεί. Είναι το εν λόγω Συμβούλιο που, με βάση τα όσα αναφέρονται πιο πάνω, έχει την εξουσία να διατάξει την αποφυλάκιση του αιτητή υπό όρους. Το ένταλμα Habeas Corpus δεν εκδίδεται στις περιπτώσεις όπου πρόσωπο έχει καταδικαστεί από νόμιμο δικαστήριο και εκτίει την ποινή του, όπως είναι η παρούσα περίπτωση. Η δυνατότητα που παρέχεται στον αιτητή να αποφυλακιστεί υπό όρους στις 10.11.2020 δεν καθιστά την κράτησή του παράνομη μετά από την εν λόγω ημερομηνία. Σύμφωνα με τα όσα αποφασίστηκαν στις προηγούμενες διαδικασίες για Habeas Corpus και τα όσα αναφέρονται στο έγγραφο που απεστάλη από τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ στις 22.12.2014, ο αιτητής θα μπορούσε την 10.11.2020 να υποβάλει αίτηση για αποφυλάκιση υπό όρους, κάτι που έπραξε ο αιτητής και η εξέταση της αίτησής του εκκρεμεί.

 

  Για τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση απορρίπτεται.

 

                                                    Κ. Σταματίου,

/ΧΤΘ                                                                                                       Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο