ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Σωκράτους, Δώρα Δημητριάδου-Ανδρέου, Λένα Α. Παπαμιχαήλ, για τους Αιτητές/Εφεσιβλήτους. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-01-29 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΙΤΙΟΥ ΚΑΙ ΕΞΑΡΧΟΥ ΠΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΤΩΝ Γ.Ο.Χ. (ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ) ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ, ΚΑΤΑ ΚΟΣΜΟ PETRU COMANESCU κ.α. v. ΣΤΑΥΡΟΥ κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 143/2020, 29/1/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:A27

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

29 Ιανουαρίου, 2021

 

 

[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ/στές]

 

 

 

(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 143/2020)

 

 

1.    ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΙΤΙΟΥ ΚΑΙ ΕΞΑΡΧΟΥ ΠΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΤΩΝ                 Γ.Ο.Χ. (ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ) ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ, ΚΑΤΑ ΚΟΣΜΟ PETRU COMANESCU

2.    ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΗΣ ΗΓΟΥΜΕΝΗΣ ΑΥΤΗΣ, ΒΕΡΟΝΙΚΗΣ ΜΟΝΑΧΗΣ

3.    ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΕΙΣΟΔΕΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΑΥΤΗΣ, ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΙΕΡΕΜΙΑ ΑΝΔΡΕΟΥ-ΜΕΛΕΤΙΟΥ

4.    ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΟΣΙΑΣ ΞΕΝΗΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΙΕΡΕΩΣ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ ΙΩΑΝΝΟΥ

5.    ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΙΕΡΕΩΣ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ ΙΩΑΝΝΟΥ

6.    ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΙΕΡΕΩΣ ΠΑΤΗΡ ΑΓΑΘΟΚΛΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

7.    ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΜΑΜΑ ΧΑΤΖΙΑΝΤΩΝΗ

8.    ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΣΑΒΒΑ Π. ΣΑΒΒΑ

9.    ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΙΕΡΕΩΣ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ ΙΩΑΝΝΟΥ

 

Εφεσείοντες/Καθ'ων η αίτηση,

ν.

 

1.    xxx ΣΤΑΥΡΟΥ, ΚΑΤΑ ΚΟΣΜΟ xxx ΣΤΑΥΡΟΥ

2.    xxx ΙΩΑΝΝΟΥ

3.    xxx xxx ΙΩΑΝΝΟΥ

4.    xxx xxx ΚΥΡΙΑΚΟΥ

5.    ΓΕΩΡΓΙΟΥ Χ. ΚΥΡΙΑΚΟΥ

6.    ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΠΑΤΡΟΣ xxx ΣΤΑΥΡΟΥ

7.    xxx ΛΟΙΖΟΥ

8.    xxx ΚΑΝΕΛΛΙΔΗ

9.    ΠΡΩΘΙΕΡΕΩΣ xxx ΤΑΚΗ

   10. xxx ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ

   11. xxx ΚΥΡΙΑΚΟΥ

   12. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗ ΠΑΤΡΟΣ xxx ΣΙΗΚΗ

   13. xxx ΣΤΑΥΡΟΥ

   14. xxx ΟΝΗΣΙΦΟΡΟΥ

   15. xxx ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

   16. xxx ΣΤΑΥΡΙΔΗ

 

Eφεσίβλητων/Αιτητών.

 

 

Αίτηση  ημερ. 24/9/2020 για Ασφάλεια Εξόδων

 

Α. Παπαμιχαήλ, για τους Αιτητές/Εφεσιβλήτους.

 

Κ. Καλυφόμματος, για τους Καθ'ων η Αίτηση/Εφεσείοντες 1-5, 7-9.

 

Χρ. Πουργουρίδης, για τους Καθ'ων η Αίτηση/Εφεσείοντες 1-3, 7-9.

 

 

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.:  Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Λ. Δημητριάδου - Ανδρέου.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Εκκρεμούσης της Έφεσης οι Εφεσίβλητοι καταχώρισαν την υπό κρίση Αίτηση την οποία στηρίζουν στη Δ.35, θ. 2 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας με την οποία αξιώνουν την έκδοση Διατάγματος του Δικαστηρίου με το οποίο οι Εφεσείοντες/Καθ'ων η Αίτηση να παραχωρήσουν εντός ενός μηνός ασφάλεια εξόδων για το ποσό των €16.393,88. Ταυτόχρονα, επιδιώκεται όπως διαταχθεί η αναστολή της περαιτέρω διαδικασίας μέχρι την παραχώρηση της ασφάλειας εντός χρόνου που θα καθορίσει το Δικαστήριο, αν δε δεν παραχωρηθεί, τότε η Έφεση να θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα και απορριφθείσα.

 

Η Αίτηση υποστηρίζεται από Υπεύθυνη Δήλωση του Εφεσίβλητου αρ. 16. Όπως προβάλλεται, οι διαφορές με τους Εφεσείοντες και Εφεσιβλήτους προέκυψαν το 2006 μετά το θάνατο του μακαριστού Μητροπολίτη Κιτίου και Έξαρχου Πάσης Κύπρου των Γνήσιων Ορθοδόξων Χριστιανών (Γ.Ο.Χ. Κύπρου) Επιφανίου, όταν μερικές μοναχές της Ιεράς Μονής της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος υποκινούμενες από τους πρώην Ιερείς xxx Ιωάννου και xxx Ζήνωνος, καθώς και άλλους εξωμοναστηριακούς και καθηρεμένους Ιερείς εναντιώθηκαν στις αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου και δημιούργησαν δική τους ομάδα, με στόχο την πλήρη κατάληψη της Μονής. Άρχισε έκτοτε ένας δικαστικός αγώνας για την κατοχή, νομή και διαχείριση της περιουσίας της Μονής, των Ιερών Ναών της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ. Κύπρου, τη διαμονή μοναχών της αδελφότητας στη Μονή και, συνεπακόλουθα, τη διαχείριση και εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας της.

 

Στο πλαίσιο αυτών των διαφορών μία μερίδα της θρησκευτικής ομάδας των Γ.Ο.Χ. Κύπρου υπό του xxx Ιωάννου, πρώην Ιερέα της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ. Κύπρου, ο οποίος καθηρέθη, ανέλαβε, όπως αναφέρεται, ετσιθελικά και παράνομα την κατοχή, νομή και διαχείριση των Ιερών Ναών οι οποίοι ήταν οι Ενάγοντες στην Αγωγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με αρ. 5456/2011 και Εφεσείοντες στην παρούσα Έφεση. Ο ίδιος δε αρνήθηκε να αποδεχθεί την απόφαση της Ιεράς Συνόδου που εξέλεξε τον Εφεσίβλητο αρ. 1 ως Μητροπολίτη Κιτίου. Με βάση δε την απόφαση του Δικαστηρίου στην εν λόγω Αγωγή, ο Εφεσίβλητος 1 είναι ο νόμιμα εκλελεγμένος Μητροπολίτης Κιτίου και Έξαρχος Πάσης Κύπρου της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ. Κύπρου και, κατά συνέπεια, ο μόνος που μπορεί να κατέχει, νέμεται και διαχειρίζεται την ακίνητη και κινητή περιουσία της Εκκλησίας.

 

Αναφέρεται ακόμη ότι από το 2006 μέχρι σήμερα η ομάδα αυτή υπό το xxx Ιωάννου ήγειραν σωρεία αστικών αγωγών εναντίον του Εφεσίβλητου 1, της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και ποινικών υποθέσεων εναντίον του Εφεσίβλητου 1 και άλλων μοναχών της Μονής, χωρίς ποτέ να δικαιωθούν από τα Δικαστήρια, ενώ έχουν καταδικαστεί στα έξοδα τα οποία δεν έχουν καταβάλει.

 

Υποστηρίζεται ότι υπάρχουν στην παρούσα υπόθεση εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την έκδοση του αιτούμενου Διατάγματος. Ο Υπευθύνως Δηλών διατείνεται ότι η περιουσία που σήμερα παράνομα νέμονται, κατέχουν και διαχειρίζονται οι Εφεσείοντες και που θα μπορούσε να εκποιηθεί προς ικανοποίηση των εξ' αποφάσεως οφειλόμενων εξόδων, ιδιοκτησιακά ανήκει στην Εκκλησία των Γ.Ο.Χ. Κύπρου, δηλαδή, των Εφεσιβλήτων και όχι στους Εφεσείοντες (δηλ. τους Προέδρους των Ενοριακών Επιτροπών των Ιερών Ναών). Ως εκ τούτου, εκτός του ότι δεν είναι εφικτή η έκδοση ενταλμάτων εκποίησης ακίνητης και κινητής περιουσίας των Ιερών Ναών, κάτι τέτοιο θα συνεπάγετο την πληρωμή των εξόδων των Εφεσιβλήτων από εκποίηση δικής τους περιουσίας. Στη βάση των πιο πάνω ο Υπευθύνως Δηλών προβάλλει ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, τα φυσικά πρόσωπα που είναι συνυπεύθυνα για την έγερση των αγωγών και εφέσεων να επιβαρυνθούν με δικά τους προσωπικά έξοδα ως ασφάλεια εξόδων, αν θέλουν να προωθήσουν την παρούσα Έφεση. Διατυπώνεται, τέλος, η θέση ότι η παρούσα συνιστά κλασσική περίπτωση όπου το Δικαστήριο θα πρέπει να επέμβει και να ανακόψει τους δικαστικούς αγώνες που οι Εφεσείοντες διαιωνίζουν χωρίς οποιαδήποτε πιθανότητα επιτυχίας.

 

Η υπό κρίση Αίτηση προσέκρουσε στην Ένσταση των Εφεσιβλήτων/Καθ'ων η Αίτηση μέσω της οποίας προβλήθηκαν ως Λόγοι Ένστασης ότι η Υπεύθυνη Δήλωση που συνοδεύει την Αίτηση είναι αντικανονική, ότι η Αίτηση αποσκοπεί να αποστερήσει από τους Εφεσείοντες του δικαιώματος τους για πρόσβαση στη δικαιοσύνη και ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας για την έκδοση του αιτούμενου Διατάγματος.

 

Η Ένσταση υποστηρίζεται από Υπεύθυνη Δήλωση του Προέδρου της Ενοριακής Επιτροπής των Εφεσειόντων 4, 5 και 9, ο οποίος δηλώνει εξουσιοδοτημένος από τους υπόλοιπους Εφεσείοντες.

 

Εν πρώτοις, ο Υπευθύνως Δηλών διαφωνεί ότι οι διαφορές μεταξύ των Εφεσειόντων και Εφεσιβλήτων ξεκίνησαν το 2006, ισχυριζόμενος ότι είναι από το 2011 που αυτές προέκυψαν όταν ο Εφεσίβλητος 1, σε συνεργασία με τους υπόλοιπους Εφεσιβλήτους, κατέθεσε στο Κτηματολόγιο αιτήσεις μεταβίβασης όλων των περιουσιών που ανήκουν στους Εφεσείοντες σε θρησκευτικό οργανισμό που ίδρυσε ο ίδιος, παρουσιαζόμενος ως ο μοναδικός Μητροπολίτης των Παλαιοημερολογιτών στην Κύπρο. Τότε, όπως αναφέρει, οι Εφεσείοντες αντέδρασαν και καταχώρισαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού την Αγωγή υπ'. αρ. 5456/2011.

 

Αναφορικά με τις δικαστικές διαδικασίες που αναφέρονται στην Υπεύθυνη Δήλωση της Αίτησης, ο Υπεύθυνος Δηλών αναφέρει ότι αυτές δεν έχουν καμία σχέση με τον ίδιο ή με τους υπόλοιπους Εφεσείοντες και ότι η αναφορά σε τέτοιες αποτελεί μια κακόβουλη προσπάθεια να παρουσιαστεί ότι οι Εφεσείοντες κατατρέχουν τους Εφεσιβλήτους στα Δικαστήρια χωρίς να καταβάλουν τα έξοδα.

 

Όσον αφορά το λόγο μη καταβολής των εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας στην Αγωγή 5456/2011 Ε.Δ. Λεμεσού, ο Υπευθύνως Δηλών προβάλλει ότι, ενώ το Δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι οι Ναοί νομιμοποιούνται να εγείρουν την αγωγή, ταυτόχρονα απεφάνθη ότι η διαχείριση των Εφεσειόντων και της περιουσίας τους δικαιούται να την ασκεί ο Εφεσίβλητος 1. Ως εκ τούτου, η απόφαση του Δικαστηρίου αποστέρησε από τους Εφεσείοντες τη δυνατότητα να διαχειρίζονται την περιουσία τους και να εκπροσωπούνται από τα πρόσωπα που μέχρι σήμερα τους εκπροσωπούσαν. Αφ' ης δε στιγμής απεφασίσθη ότι οι υφιστάμενες Ενοριακές Επιτροπές δεν νομιμοποιούνταν να διαχειρίζονται την περιουσία τους, δεν μπορούσαν να πληρώσουν οποιαδήποτε έξοδα. Διαφωνεί δε ο Υπευθύνως Δηλών με τη θέση του Σταυρίδη, ότι οι εκπρόσωποι των Εφεσειόντων θα πρέπει να επωμισθούν προσωπικά τα έξοδα και με αυτό τον τρόπο, όπως ισχυρίζεται, να τιμωρηθούν απλώς και μόνο επειδή προσφέρθηκαν να υπηρετήσουν ένα ιερό σκοπό και στο πλαίσιο της αποστολής τους προσέφυγαν στο Δικαστήριο για το δίκαιο των Ναών που εκπροσωπούν.

 

Εν πάση περιπτώσει, ο Υπευθύνως Δηλών αναφέρει ότι τόσο ο ίδιος, όσο και οι υπόλοιποι εκπρόσωποι των Εφεσειόντων, είναι ουσιαστικά ακτήμονες, κάποιοι οικογενειάρχες με εισοδήματα που ίσα που φθάνουν για τις καθημερινές τους ανάγκες, με αποτέλεσμα να μην έχουν τα οικονομικά μέσα να ανταποκριθούν σε τυχόν παροχή εγγύησης.

 

Διατείνεται δε ότι στην προκείμενη περίπτωση όχι μόνο δεν υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, αλλά οι περιστάσεις είναι τέτοιες που συνηγορούν υπέρ της απόρριψης της Αίτησης λόγω αντικειμενικής αδυναμίας των Εφεσειόντων να συμμορφωθούν με τη διαταγή για τα έξοδα, εξαιτίας της ίδιας της Απόφασης του Δικαστηρίου. Διατείνεται, ακόμη, ότι η 'Εφεση έχει καλές πιθανότητες επιτυχίας και ότι σ' αυτήν εγείρονται γνήσια και σημαντικά νομικά ζητήματα.

 

Κατά την ακρόαση οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των διαδίκων υποστήριξαν τις θέσεις τους με γραπτές αγορεύσεις αλλά και δια ζώσης κατά την επ' ακροατηρίω συζήτηση της Αίτησης.

 

Κρίνεται σκόπιμο να εξετασθεί κατά προτεραιότητα ο πρώτος Λόγος Ένστασης που αφορά σε δικονομικά ζητήματα.

 

Όπως προκύπτει, η υπό κρίση Αίτηση συνοδεύεται από Υπεύθυνη Δήλωση του Εφεσίβλητου 16. Το γεγονός ότι στην προκείμενη περίπτωση δεν έχει καταχωρηθεί  ένορκη δήλωση από τον Εφεσίβλητο 16 αλλά Υπεύθυνη Δήλωση δεν αποτελεί πρόβλημα, εφόσον με βάση τα διαλαμβανόμενα στον περί Ερμηνείας Νόμο Κεφ. 1 ο όρος «ένορκη δήλωση» περιλαμβάνει και εφαρμόζεται στη «βεβαίωση ή δήλωση προσώπου στο οποίο από νόμο επιτρέπεται να προβαίνει σε βεβαίωση ή δήλωση αντί όρκου». Συμφώνως του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν. 14/1960, άρθρο 50(2), παρέχεται η δυνατότητα παρουσίασης μαρτυρίας κατόπιν υποσχέσεως.

 

Προβλήθηκε από μέρους των Εφεσειόντων με παραπομπή στις πρόνοιες της Δ.39, θ.2 ότι η Υπεύθυνη Δήλωση του Εφεσίβλητου 16 είναι αντικανονική και παράτυπη γιατί, ενώ αναφέρεται σε γεγονότα τα οποία δεν είναι σε θέση να γνωρίζει, δεν αποκαλύπτει την πηγή της γνώσης του.

 

Μια ένορκη δήλωση και, κατ' επέκταση μια βεβαίωση ή δήλωση προσώπου στο οποίο από νόμο επιτρέπεται να προβαίνει σε βεβαίωση ή δήλωση αντί όρκου, θα πρέπει να συνάδει με τους κανόνες που διέπουν τον καταρτισμό της και προβλέπονται στη Δ.39. Ένας τέτοιος κανόνας είναι ότι το περιεχόμενο της δήλωσης πρέπει να έχει ως πηγή την προσωπική γνώση των γεγονότων από τον ομνύοντα και/ή υπευθύνως δηλούντα, ανάλογα με την περίπτωση. Παρέχεται, παράλληλα, η δυνατότητα σε ενδιάμεσες αιτήσεις η αναφορά σε γεγονότα για τα οποία ο ομνύων ή ο υπευθύνως δηλών δεν έχει προσωπική γνώση νοουμένου ότι αποκαλύπτει την πηγή από την οποία αντλεί την πληροφόρηση του.

 

Με δεδομένο ότι ο Υπευθύνως Δηλών είναι ένας από τους Εφεσιβλήτους στην παρούσα Έφεση, καθώς και ένας από τους Εναγόμενους στην Αγωγή του Ε.Δ. Λεμεσού 5456/2011, αντικείμενο της εν λόγω Έφεσης, δεν είναι αντιληπτό γιατί εκλαμβάνεται ως δεδομένο από πλευράς Εφεσειόντων και μάλιστα χωρίς να δίδεται προς τούτο οποιαδήποτε εξήγηση, ότι στην Υπεύθυνη Δήλωση του αναφέρεται σε γεγονότα για τα οποία ο ίδιος δεν έχει προσωπική γνώση έτσι ώστε να τίθεται ζήτημα μη συμμόρφωσης με τις πρόνοιες της Δ.39, θ.2. 

 

Όσον δε αφορά τη θέση του κ. Καλυφόμματου που ήγειρε κατά την                                επ' ακροατηρίω συζήτηση της Αίτησης ότι, δηλαδή, αυτή δεν πληροί τις προϋποθέσεις της Δ.39, θ.10 αναφορικά με την βεβαίωση (jurat) του Πρωτοκολλητή λόγω του ότι αναγράφεται πάνω από την υπογραφή του Πρωτοκολλητή η φράση «υπέγραψε ενώπιον μου», δεν θεωρούμε ότι δημιουργεί οποιοδήποτε πρόβλημα εφόσον ο Πρωτοκολλητής ακριβώς βεβαιώνει το γεγονός της υπογραφής της Υπεύθυνης Δήλωσης ενώπιον του. Η δε μη αναγραφή της λέξης «ορκίστηκε» έγινε ακριβώς γιατί δεν είχε ενώπιον του μια «ένορκη» δήλωση αλλά μια δήλωση. Η υπόθεση Ανδρέας Θεμιστοκλέους & Υιοί Λτδ κ.ά. ν. Arizona Trading Co Ltd (1997) 1 Α.Α.Δ. 1354, στην οποία έχει συναφώς παραπέμψει ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εφεσειουσών, σαφώς και διαφοροποιείται από την παρούσα υπόθεση.

 

Εξετάζοντας την Αίτηση επί της ουσίας της το πρώτο που πρέπει να λεχθεί είναι ότι δικονομικά βασίζεται στη Δ.35, θ.2 και Δ.48, θθ.1-4 και 9 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, καθώς και στη σύμφυτη εξουσία του Δικαστηρίου.

 

Η Δ.35, θ.2 προνοεί για παροχή ασφάλειας για τα έξοδα που δημιουργούνται λόγω οποιασδήποτε έφεσης ως ήθελε διαταχθεί κάτω από ειδικές περιστάσεις.

 

Η έκδοση οδηγιών, εφόσον συντρέχουν ειδικές περιστάσεις, για παροχή ασφάλειας εξόδων αποβλέπει, ακριβώς, στη διασφάλιση ότι ο επιτυχών διάδικος σε έφεση δε θα αποστερηθεί των εξόδων του, στην περίπτωση που αυτά επιδικαστούν προς όφελός του[1].

 

Οι λόγοι για τους οποίους διατάσσεται ασφάλεια εξόδων κατ' έφεση είναι οι ίδιοι με τους λόγους που ένα πρωτόδικο Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη με τη διαφοροποίηση ότι υπεισέρχονται στην εικόνα οι «ειδικές περιστάσεις» (special circumstances). Η εξουσία, επομένως, παροχής ασφάλειας εξόδων κατ' έφεση είναι δυνατή με κριτήρια που έχουν νομολογιακά καθιερωθεί κατά την ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου κάτω από τη Δ.60.

 

Το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Genemp Trading Ltd v. Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα (2011) 1 Α.Α.Δ. 1314 είναι απόλυτα σχετικό:

 

 «..Η καταληκτική πρόταση της Δ.35, θ.2, προνοεί για την κατάθεση ασφάλειας εξόδων που δημιουργούνται λόγω οποιασδήποτε έφεσης ως ήθελε διαταχθεί από το Εφετείο κάτω από ειδικές περιστάσεις. Στο Supreme Court Practice 1970, σελ. 790 και 796, όπου σχολιάζεται το O.59, r.10 των τότε Αγγλικών Θεσμών, αναγράφεται ότι αυτό προήλθε από το προηγούμενο O.59, r.9 (αντίστοιχο με τη Δ.35, θ.2), εξηγείται δε στην παρ. 59/10/14, ότι οι λόγοι για τους οποίους δυνατόν να διαταχθεί ασφάλεια εξόδων κατ' έφεση είναι οι ίδιοι με τους λόγους που ένα πρωτόδικο Δικαστήριο δυνατόν να λάβει υπόψη, περιλαμβανομένων και οποιωνδήποτε ειδικών περιστάσεων που κατά τη γνώμη του Εφετείου καθιστούν την περίπτωση δίκαιη για την παροχή ασφάλειας εξόδων. Η εξουσία επομένως παροχής ασφάλειας εξόδων κατ' έφεση είναι δυνατή, με κριτήρια που έχουν νομολογιακά καθιερωθεί κατά την ενάσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου κάτω από τη Δ.60

Όπως έχει επίσης επισημανθεί στην πιο πάνω υπόθεση, στα ευρύτερα κριτήρια για την παροχή ασφάλειας εξόδων συγκαταλέγεται και η δύναμη της υπόθεσης του ενάγοντα διότι αν έχει καλή υπόθεση, η δε υπεράσπιση φαίνεται να μην ευσταθεί, τότε θα ήταν αντίθετο με το πνεύμα της δικαιοσύνης να διαταχθεί η καταβολή ασφάλειας εξόδων επιβραβεύοντας έτσι ουσιαστικά τον εναγόμενο και καθυστερώντας την όλη διαδικασία. Τονίσθηκε, περαιτέρω, ότι ο χρόνος υποβολής της αίτησης είναι ένα πρόσθετο στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη και ότι δεν αποκλείεται η περίπτωση, η καθυστέρηση του διαδίκου να αποταθεί εγκαίρως για ασφάλεια εξόδων, σε συσχετισμό με άλλους ενισχυτικούς παράγοντες, να οδηγήσει το Δικαστήριο στην απόρριψη του αιτήματος.[2]

Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Ανθίτσα Ιωάννου κ.ά. v. Χριστάκη Αντωνίου Σοφιανού, Πολιτική Έφεση 155/2015, ημερ. 15/7/2016, ECLI:CY:AD:2016:A362, η Δ.35, θ.2 εισάγει το κριτήριο των «ειδικών περιστάσεων» ως αυτοτελή και ανεξάρτητο λόγο για την άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Εφετείου. Όταν δε το Δικαστήριο επιλαμβάνεται αίτησης για ασφάλεια εξόδων δυνάμει της Δ.35, θ.2, όπως στην προκείμενη περίπτωση, αποτελεί κριτήριο για την άσκηση της εξουσίας του Εφετείου η διαπίστωση ότι ο Εφεσείων έχει τη συνήθη διαμονή του σε χώρα εκτός της Κύπρου ή Κράτους - Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή ότι υπάρχουν ειδικές περιστάσεις ή ότι συντρέχουν κάποιοι άλλοι θεσμοθετημένοι λόγοι. Έτσι είναι δυνατή η ενάσκηση της κατ' έφεση δικαιοδοσίας κάτω από τη Δ.35, θ.2 ακόμη και εκεί όπου ο Εφεσείων είναι Κύπριος ή κάτοικος Κράτους -Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή υπάρχουν άλλες ειδικές περιστάσεις όπως το ιστορικό της διαφοράς των διαδίκων, η παραβίαση του δεδικασμένου, η κατάχρηση της διαδικασίας και το ενοχλητικό μιας έφεσης[3]. 

 

Το τι μπορεί δε να συνιστά «ειδικές περιστάσεις» δεν είναι δυνατόν να προκαθοριστεί· εξετάζεται στη βάση των δεδομένων της κάθε περίπτωσης.  Όπως υπογραμμίστηκε στην υπόθεση Ayda Karaoglanian κ.ά. ν. Hagop Boyadjian, Πολιτική Έφεση αρ. 213/2014, ημερ. 21/6/2016, ECLI:CY:AD:2016:A295, ο όρος «special circumstances» που απαντάται στη Δ.35, θ.2 και παρουσιάζεται και στον αντίστοιχο αγγλικό όρο στο O.58, r.9, δεν περιορίζεται μόνο στο κριτήριο της έλλειψης περιουσίας ή οικονομικής ανικανότητας και των άλλων κριτηρίων που τίθενται από τη νομολογία δυνάμει της Δ.60, αλλά εκτείνεται και στις περιπτώσεις που διαπιστωθεί εκ πρώτης όψεως κατά τη διαδικασία της έφεσης ότι η αγωγή είναι ενοχλητική ή ότι υπάρχει κατάχρηση της διαδικασίας, ώστε να είναι δίκαιο να διαταχθεί ασφάλεια. Όπως για παράδειγμα, όπου ο Ενάγων του οποίου η αγωγή απορρίφθηκε ως επιπόλαιη ή ενοχλητική, καταχωρεί δεύτερη αγωγή για ουσιαστικά το ίδιο επίδικο θέμα και στη συνέχεια εφεσιβάλλει και τη διαταγή για απόρριψη και της δεύτερης αγωγής ως επιπόλαιης ή ενοχλητικής. 

 

Όπως ορθά επισημαίνεται από την πλευρά των Εφεσειόντων/Καθ΄ων η Αίτηση, σημαίνουσας σημασίας για το Δικαστήριο είναι η προοπτική και η δυναμική της έφεσης. Έτσι στην περίπτωση όπου οι πιθανότητες επιτυχίας είναι μικρές ή αν οι λόγοι Έφεσης στηρίζονται κυρίως στην αξιολόγηση όπου κατά κανόνα το Εφετείο δεν επεμβαίνει, τότε η διακριτική ευχέρεια συνήθως ασκείται υπέρ της έγκρισης της αίτησης. Με βάση τη σχετική νομολογία μια, εκ πρώτης όψεως, προδήλως αβάσιμη έφεση μπορεί να ενταχθεί στην πρόνοια των «ειδικών περιστάσεων» για τους σκοπούς της Δ.35, θ.2.

 

Απλή, ωστόσο, εξέταση των λόγων Έφεσης στην παρούσα υπόθεση χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία, κατά την εκτίμηση μας, αποκαλύπτει ότι δεν ευρισκόμεθα ενώπιον τέτοιας περίπτωσης εφόσον η Έφεση δεν στρέφεται αποκλειστικά και μόνο στην αξιολόγηση της μαρτυρίας των διαφόρων μαρτύρων που κατέθεσαν στο Δικαστήριο, αλλά επεκτείνεται και σε διάφορα νομικά ζητήματα.

 

Ως λόγο για την έκδοση του αιτούμενου Διατάγματος για ασφάλεια εξόδων στην υπό εξέταση Αίτηση οι Αιτητές/Εφεσίβλητοι επικαλούνται ότι, με δεδομένη την Απόφαση του Ε.Δ. Λεμεσού ότι οι Εφεσείοντες, ήτοι οι Προέδροι των Ενοριακών Επιτροπών των Ιερών Ναών (που ήσαν οι Ενάγοντες στην εν λόγω Αγωγή) δεν νομιμοποιούνται να διαχειρίζονται την κινητή και ακίνητη περιουσία των Ιερών Ναών και Μονών αλλά ο Εφεσίβλητος 1, δεν είναι εφικτή, προς ικανοποίηση των εξ αποφάσεως οφειλόμενων εξόδων, η έκδοση ενταλμάτων εκποίησης της πιο πάνω ακίνητης και κινητής περιουσίας γιατί κάτι τέτοιο θα συνεπάγετο την πληρωμή των εξόδων από εκποίηση δικής τους περιουσίας. Ως εκ τούτου, οι Εφεσίβλητοι θεωρούν ότι τα έξοδα θα πρέπει να τα επωμισθούν οι εκπρόσωποι των Εφεσειόντων, ήτοι τα φυσικά πρόσωπα.

 

Η πλευρά των Εφεσειόντων ουδόλως αμφισβητεί τη θέση των Εφεσιβλήτων ότι δεν μπορούν να πληρώσουν οποιαδήποτε έξοδα, αφ΄ ης στιγμής έχει αποφασισθεί από το Δικαστήριο ότι οι υφιστάμενες Ενοριακές Επιτροπές δεν νομιμοποιούνται να διαχειρίζονται την περιουσία τους και ότι τη διαχείριση των Εφεσειόντων και της περιουσίας τους δικαιούται να την ασκεί ο Εφεσίβλητος 1. Μάλιστα το γεγονός αυτό συνιστά και το βασικό λόγο που εγείρουν μέσω της Ένστασης τους εφόσον, όπως προβάλλουν, τυχόν έκδοση του αιτούμενου Διατάγματος θα είχε ως συνέπεια να αποστερηθούν της ευκαιρίας να παρουσιάσουν την υπόθεση τους στο Εφετείο.

 

Σε ό,τι αφορά το πιο πάνω ζήτημα η γενική αρχή, όπως αυτή καθιερώθηκε διαχρονικά από τη νομολογία, είναι πως αν η έκδοση διατάγματος για ασφάλεια εξόδων απολήγει σε στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο του διάδικου εναντίον του οποίου η διαταγή στρέφεται, τότε το διάταγμα δεν εκδίδεται. Σε μια τέτοια περίπτωση το δικαίωμα πρόσβασης στο Δικαστήριο υπερισχύει της ανάγκης προστασίας του διάδικου που ζητά την παραχώρηση ασφάλειας εξόδων[4].

 

Όσον αφορά τη θέση των Εφεσιβλήτων ότι οι εκπρόσωποι των Εφεσειόντων θα πρέπει να επιβαρυνθούν προσωπικά τα έξοδα, δεν διαφεύγει της προσοχής του Δικαστηρίου ότι σε κάποιες περιπτώσεις το Δικαστήριο έχει εξουσία να εκδώσει διαταγή εναντίον εκπροσώπων των Εφεσειόντων προσωπικά. Τέτοια ήταν η περίπτωση στην υπόθεση xxx xxx Τσιλλάρα άλλως Βαρωσιώτη δια του διαχειριστή του Παρασκευά Βαρωσιώτη ν. xxx xxx Κυριάκου Πολιτική Έφεση αρ. 391/2016, ημερ. 13/2/2018, ECLI:CY:AD:2018:A77, η οποία αφορούσε διαχείριση και κρίθηκε ότι με δεδομένο ότι η διαχείριση της περιουσίας ενός αποβιώσαντος διεκδικούσε θεραπείες και δη  κατ'  έφεση θα έπρεπε είτε η διαχείριση, είτε τα άτομα που έχουν συμφέρον από αυτή, όπως κληρονόμοι και ο διαχειριστής, να εξεύρουν πόρους για την παροχή της εγγύησης εξόδων. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα:

 

«Κρίνουμε ότι [.] για να δύναται η διαχείριση της περιουσίας του αποβιώσαντος να διεκδικεί θεραπείες και δη κατ' έφεση θα πρέπει είτε η διαχείριση είτε τα άτομα που προφανώς έχουν συμφέρον απ' αυτή, δηλαδή οι κληρονόμοι και ο διαχειριστής, να εξεύρουν πόρους για παροχή της εγγύησης. Με όλο το σεβασμό, δεν θα ήταν ορθό να θωρακίζεται κάποιος στην ιδιότητα του με την επίκληση μη ύπαρξης περιουσίας της διαχείρισης και να μη παρέχεται σχετική ασφάλεια για τα έξοδα, με δεδομένο επίσης ότι ούτε τα πρωτόδικα έξοδα έχουν πληρωθεί

 

Η υπό εξέταση περίπτωση, ωστόσο, διαφέρει. Δεν αφορά σε διαχείριση, ούτε προκύπτει ότι οι εκπρόσωποι των Ναών, Προέδροι των Ενοριακών Επιτροπών, έχουν οποιοδήποτε προσωπικό συμφέρον όπως είχαν, για παράδειγμα, οι κληρονόμοι στην πιο πάνω υπόθεση. Τούτου δοθέντος, δεν θα δικαιολογείτο εν προκειμένω η έκδοση Διατάγματος εξόδων σε βάρος των εκπροσώπων των Εφεσειόντων.

 

Επιπλέον οι Εφεσίβλητοι στο πλαίσιο επίκλησης των εξαιρετικών περιστάσεων φαίνεται να διασυνδέουν διάφορες άλλες δικαστικές διαδικασίες στις οποίες κάνουν αναφορά, πέραν της υπό κρίση, για να υποστηρίξουν ότι οι Εφεσείοντες διαιωνίζουν τέτοιες διαδικασίες ενώπιον των Δικαστηρίων χωρίς να καταβάλουν οποιαδήποτε έξοδα μέχρι σήμερα. Ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται κατηγορηματικά από μέρους των Εφεσειόντων. Εν τούτοις, πέραν της αναφοράς  στην Υπεύθυνη Δήλωση που υποστηρίζει την υπό κρίση Αίτηση σε αριθμούς υποθέσεων, οι Εφεσίβλητοι δεν έχουν παρουσιάσει οποιαδήποτε στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι οι Εφεσείοντες ήσαν διάδικοι στις αναφερόμενες δικαστικές διαδικασίες. Η προσπάθεια δε του ευπαίδευτου συνηγόρου των Εφεσιβλήτων, μέσω της Αγόρευσης του, να εισάξει μαρτυρία δια της επισύναψης σε αυτή του Παραρτήματος Α στην οποία καταγράφονται οι διάδικοι των εν λόγω δικαστικών διαδικασιών, δεν διορθώνει την παράλειψη τους. Είναι γνωστή εν προκειμένω η νομολογιακή αρχή ότι η αγόρευση δικηγόρου δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως μέσο εισαγωγής μαρτυρίας[5].

 

Στην παρούσα περίπτωση, αφού λάβαμε υπόψη όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μας από τις δύο πλευρές, δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι οποιαδήποτε από τα ενώπιον μας στοιχεία αποκαλύπτει την ύπαρξη περιστάσεων τέτοιων που θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως ειδικές, ώστε να δικαιολογείται η άσκηση της διακριτικής μας ευχέρειας υπέρ της έγκρισης της Αίτησης.

 

Επιπλέον καταλυτικό στην προκείμενη περίπτωση είναι το γεγονός της αδιαμφισβήτητης αντικειμενικής αδυναμίας των Εφεσειόντων, η οποία δεν θα τους επέτρεπε να συμμορφωθούν σε Διάταγμα για την εξασφάλιση εξόδων των Αιτητών απολήγοντας, με αυτό τον τρόπο, σε στέρηση του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο.

 

Υπό το φως των πιο πάνω, κρίνουμε ότι η Αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί και απορρίπτεται. Κάτω από τις περιστάσεις αποφασίσαμε να μην εκδώσουμε οποιαδήποτε διαταγή ως προς τα έξοδα.

 

 

 

 

Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

 

 

               Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.

 

 

 

               Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.                                     



[1]Δέστε Λεμονιάτης v. Δήμου Λεμεσού, Πολιτική Έφεση αρ. 436/2017, ημερ. 13/9/2019.

[2] Δέστε Union Des Cooperatives Agricoles De Cereales De Semences v. Apak Agro Industries Ltd κ.ά. (Αρ. 2) (1992) 1 Α.Α.Δ. 1170.

[3] Δέστε K.K. NEW EXTRA LTD v. ΡΙΚ, Πολιτική Έφεση αρ. 218/2016, ημερ. 19/1/2018 και Ayda Karaoglanian κ.ά. ν. Hagop Boyadjian, Πολιτική Έφεση αρ. 213/2014, ημερ. 21/6/2016, ECLI:CY:AD:2016:A295.

[4] Δέστε Αικατερίνη Δημητρίου v. Ανδρέα Δημητρίου (2014) 1 Α.Α.Δ. 768, ECLI:CY:DOD:2014:6.

[5] Δέστε Federal Bank of Lebanon (SAL) v. Νίκου Κ. Σιακόλα (2002) 1 Α.Α.Δ. 223.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο