ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:D430
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Αίτηση αρ. 223/2020
10 Δεκεμβρίου, 2020
Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. METARUS HOLDINGS LTD, 2. QUANIX HΟLDINGS LTD, 3. TΟRKEL HΟLDΙNGS LTD, 4. ADEBOLA HOLDINGS LTD, 5. CARGO IMPEX LTD, 6. "METARUS KURGANINSK", JOINT-STOCK COMPANY, 7. "METARUS ΚΑLININGRAΝD» JOINT-STOCK COMPANY, 8. "METALLICHESKAYA UPAKOVKA" JOINT- STOCK COMPANY, 9.xxx GALIEV, 10. METARUS PACKAGING LTD, 11. xxx MUKUSHEV, 12.xxx MAKARENKO, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI KAI/Η PROHIΒΙΤΙΟΝ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 11/11/2020 ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ΄ΑΡ.2548/2020
΄Ηβη Καραβιώτου, (κα) για Α.Γ.Παφίτης & Σια ΔΕΠΕ, για τους αιτητές.
----------------- -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Εx-tempore)
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Οι αιτητές επιδιώκουν την εξασφάλιση αδείας ώστε να τους επιτραπεί να καταχωρήσουν αίτηση για έκδοση certiorari ή prohibition με τελικό σκοπό την ακύρωση προσωρινού διατάγματος που είχε εκδοθεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στις 11.11.2020 κατόπιν μονομερούς αίτησης ημερ. 6.11.2020. Σύμφωνα με τη δικογραφία της αίτησης, δηλαδή την έκθεση και τη στηρικτική ένορκη δήλωση, η θεραπεία αυτή είναι απαραίτητη, καθότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού υπερέβη τη δικαιοδοσία και την εξουσία του, ενεργώντας κατ΄αντίθεσιν του άρθρου 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6, εφόσον κατά τη θέση τους το διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο σε χρόνο μεγαλύτερο απ΄όσο απαιτείτο για την επίδοση του, και την παροχή ευκαιρίας στους επηρεαζόμενους να εμφανιστούν. Σημειώνεται πως ενώ το διάταγμα εξεδόθη 11.11.20 επεδόθη στους αιτητές στις 23.11.20, 12 ημέρες μετά από την έκδοση του, ενώ το εγγεγραμμένο γραφείο των αιτητών 1-4, ως εταιρεία παροχής υπηρεσιών αντιπροσώπων στο δικηγορικό γραφείο Α.Γ.Παφίτης & Σία ΔΕΠΕ καθιστούσε αυτόδηλη τη δυνατότητα επίδοσης αμέσως. Επίσης η ενάγουσα είχε εξασφαλίσει διάταγμα υποκατάστατης επίδοσης στους αιτητές 5-12 μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου καθιστώντας επίσης τη δυνατότητα άμεσης επίδοσης, αυτόδηλη. Περαιτέρω, είναι η θέση τους ότι ο χρόνος των 15 ημερών που το διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο, υπερβαίνει το χρόνο που εύλογα θα ήταν αναμενόμενος δυνάμει του άρθρου 9(3) του Κεφ.6. Ακόμη τίθεται η θέση πως δεν υπάρχει άλλη δυνατότητα οι αιτητές να επιτύχουν συντόμευση της ημερομηνίας ακρόασης, καθότι οι δικηγόροι των αιτητών καταχώρησαν ένσταση στις 4.12.2020 και ζήτησαν ακρόαση της αίτησης, το Δικαστήριο παραγνωρίζοντας ότι το διάταγμα που εξέδωσε είναι πολύ δραστικού χαρακτήρα, όρισε την αίτηση για οδηγίες στις 17.12.2020, ήτοι 13 ημέρες αργότερα. Το μεγάλο διάστημα που μεσολαβεί σε συνδυασμό με τη δραστικότητα του διατάγματος συνιστά εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Προσθέτως, οι αιτητές ισχυρίζονται επί της ουσίας ότι η ενάγουσα δεν είχε οποιοδήποτε locus standi να εγείρει την αγωγή ως παράγωγη αγωγή, ειδικά αυτό σε σχέση με όλους τους εναγομένους εκτός της εναγομένης 1.
Ακόμη, είναι η θέση των αιτητών ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία ή εξουσία να διορίσει παραλήπτη περιουσίας νομικών προσώπων που βρίσκονται εκτός δικαιοδοσίας του. Επίσης η εκτέλεση του προσωρινού διατάγματος δεν μπορεί να ελεγχθεί από το Δικαστήριο που το εξέδωσε. Τίθενται επιπρόσθετες επίσης θέσεις που αφορούν διάφορα επιμέρους θέματα επί της ουσίας, την επίδοση του διατάγματος και την ισχύ του.
Οι αιτητές παρουσιάζοντας τα αιτήματα τους ενώπιον μου επανέλαβαν τις θέσεις τους, υποδεικνύοντας ότι επρόκειτο για ιδιαίτερα δραστικό διάταγμα ειδικά ως προς το διορισμό παραλήπτη της περιουσίας του και ότι το ζήτημα της διατήρησης εν ισχύι ενός παρεμπίπτοντος διατάγματος, είναι ένα θέμα που στην παρούσα υπόθεση δεν λειτούργησε στα σωστά πλαίσια καθιστώντας την όλη διαδικασία κατά παράβαση του άρθρου 9(3) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.6. Οι όλοι χειρισμοί, εντέλει, στοιχειοθετούν παραβίαση των αρχών της δίκαιης δίκης και της φυσικής δικαιοσύνης. Σύμφωνα δε με τη θεώρηση τους, δεν υπάρχει άλλο, εξ ίσου αποτελεσματικό και ενδεικνυόμενο μέσο, εκτός από τις αιτούμενες θεραπείες.
Πολλάκις, έχουν τεθεί οι αρχές με βάση τις οποίες προσεγγίζονται από το Ανώτατο Δικαστήριο αιτήσεις όπως η παρούσα. Είναι στους ώμους των αιτητών το βάρος να καταδείξουν συζητήσιμη υπόθεση. Ενδιαφέρει η νομιμότητα των ελεγχόμενων ενεργειών, αφού δεν μπορεί αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας να είναι η ορθότητα, ούτε ο τρόπος άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. (Βλ. Γενικός Εισαγγελέας (1998)1Γ ΑΑΔ 1718).
Εν προκειμένω, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, το Δικαστήριο εξέδωσε ένα διάταγμα μετά από μονομερή αίτηση και βεβαίως, ως όφειλε, το όρισε επιστρεπτέο. Η έδρα εκτός Κύπρου κάποιων από τους εναγομένους, προφανώς καθιστούσε αναγκαία την ενδιάμεση καταχώρηση αίτησης με την οποία ζητείτο άδεια για επίδοση εκτός δικαιοδοσίας. Διεφάνη ότι δύο τουλάχιστον από τους εναγόμενους, επίσης στο εξωτερικό, δεν περιλαμβάνονται στους αιτητές.
Η παρέλευση των 12 ημερών για την επίδοση, έχοντας υπόψη την ενδεχόμενη ανάγκη νέας αίτησης μετά την εξασφάλιση του διατάγματος που θα αφορούσε την επίδοση για κάποιους από τους εναγόμενους, αλλά και η συνολική αντίκριση του Δικατηρίου ως προς την αίτηση, δεν συνιστά τέτοιες συνθήκες ώστε να στοιχειοθετείται συζητήσιμη υπόθεση για παροχή της αιτούμενης θεραπείας.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι δεν τους εδόθη η αναμενόμενη προτεραιότητα στον καθορισμό της ακρόασης, ενώ είχαν καταχωρίσει σχετική ένσταση, εγκαίρως. Το θέμα ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου με βάση το πρόγραμμα του, χωρίς να σημαίνει ότι δεν ελέγχεται μια μη λογική αντίκριση των δεδομένων. Στην παρούσα περίπτωση, ο συνολικός χρόνος δεν είναι τέτοιος που να καθιστά δυνατή την επέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου με διαδικασία προνομιακού εντάλματος. ΄Αλλωστε, ο καθορισμός ημερομηνίας ακρόασης είχε σημασία μετά την καταχώρηση ένστασης. Και αυτό έγινε στις 4.12.2020.
Η καταχώρηση ένστασης στις 4.12.20 και ο ορισμός της υπόθεσης ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, στις 17.12.20 δίδουν ακριβώς την απάντηση ότι συντρέχει δυνατότητα άλλης θεραπείας, αφού οι αιτητές θα έχουν την ευκαιρία να θέσουν πλήρως τα επιχειρήματα τους επί της ουσίας, αλλά και ειδικότερα ως προς το θέμα της μη επίδοσης του διατάγματος κατά τον ως άνω χρόνο. Δεν έχω πεισθεί ότι συντρέχουν εν προκειμένω εξαιρετικές περιστάσεις υπέρ της παροχής της παρούσας θεραπείας αν και συμφωνώ πως το διάταγμα είναι ιδιαίτερα δραστικό αφού αφορά διορισμό παραλήπτη της περιουσίας των εναγομένων. (Βλ. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004)1 ΑΑΔ 1535 και Erin Resources S.A. κ.ά. (2014)1Α ΑΑΔ 55).
Επίσης επί της ουσίας των επιδίκων θεμάτων δεν δύναται το παρόν Δικαστήριο να επέμβει, και ως εκ τούτου δεν απασχόλησε περαιτέρω, ούτε το περιεχόμενο διατάγματος σε σχέση με το αγώγιμο δικαίωμα ούτε ο τρόπος εφαρμογής του. Θα πρέπει όμως να λεχθεί πως η αναβολή της υπόθεσης στις 17.12.2020 για οδηγίες αντί για ακρόαση προκαλεί ανησυχία αφού εν πάση περιπτώσει η αίτηση θα έπρεπε σύντομα να εκδικασθεί. Ωστόσο, όπως ήδη ανέφερα, συνολικά κρίνοντας το διαρρεύσαντα χρόνο από τις 11.11.20 μέχρι 17.12.20 δεν μπορούμε να ομιλούμε για παραβίαση ευλόγου χρόνου εκδίκασης. Εν πάση περιπτώσει, αναφέρω υπό μορφή σύστασης, πως αναμένεται στις επόμενες ημέρες η αίτηση να οριστεί για ακρόαση ώστε το Δικαστήριο, καθηκόντως, να ακούσει και τις δύο πλευρές για να αποφασίσει αν το διάταγμα θα παραμείνει σε ισχύ ή όχι.
Για τους λόγους που έχω εξηγήσει η αίτηση απορρίπτεται.
Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.