ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Δημήτρης Αραούζος για Chrysses Demetriades amp;amp;amp; Co L.L.C, Για τον Αιτητή CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-10-12 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ RCB BANK (CYPRUS) LTD, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI , ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 153/2020, 12/10/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:D344

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 153/2020

 

12 Οκτωβρίου, 2020

 

[Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964, ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ RCB BANK (CYPRUS) LTD, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ  ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ  ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 01/09/2020, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΜΕ ΑΡ. 288/2020, ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΩΝ ΤΩΝ ΚΑΘ' ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ 1-30, ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥ ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΗΣ RCB BANK (CYPRUS) LTD (ΚΑΘ' ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ 10) ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΣΗΣ ΧΩΡΙΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 45 ΚΑΙ 46 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2007 ΕΩΣ 2019 (188(Ι)/2007)

    ----------------------------

                                     

Δημήτρης Αραούζος για Chrysses Demetriades & Co L.L.C,  Για τον Αιτητή

---------------------------

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.:  Με την υπό κρίση αίτηση που καταχωρήθηκε στις 5/10/2020 η αιτήτρια ζητά κυρίως:

 

«Α.  Την άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώρηση Αίτησης με Κλήση για την Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari με σκοπό την Ακύρωση του Διατάγματος Αποκάλυψης («Διάταγμα Αποκάλυψης») ημερομηνίας 1/9/2020 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε στα πλαίσια της Αίτησης Αρ. 288/2020.

 

Β.  Αναστολή της ισχύος του Διατάγματος μέχρι εκδίκασης της παρούσας Αίτησης και, σε περίπτωση παραχώρησης Άδειας από το Σεβαστό Δικαστήριο, της Αίτησης με Κλήση για την Έκδοση Προνομιακού Εντάλματος Certiorari για μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο για το σκοπό ακύρωσης του Διατάγματος Αποκάλυψης ημερομηνίας 1/9/2020 στην Αίτηση αρ. 288/2020 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και όπως δοθούν από το Ανώτατο Δικαστήριο όλες οι απαραίτητες συνεπακόλουθες οδηγίες.»

 

Σύμφωνα με την έκθεση και την ένορκη δήλωση της Δ. Παναγιώτου,  ημερομηνίας 5/10/2020, που συνοδεύουν την αίτηση, την 1/9/2020 εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας διάταγμα αποκάλυψης στα πλαίσια της αίτησης Αρ. 288/2020 της Αστυνομίας, εναντίον  διαφόρων Τραπεζών που διεξήγαγαν τραπεζικές εργασίες το 2013, περιλαμβανομένης και της αιτήτριας. Το διάταγμα αφορούσε σε  «έγγραφα»  της κλειστής περιόδου από 16/3/2013 μέχρι 27/3/2013 που  σύμφωνα με το διάταγμα,  «αναφέρονται σε αλληλογραφία, διατάγματα, πρακτικά, σημειώσεις, οδηγίες, διαδικασίες, ηλεκτρονικά δεδομένα,  συναλλαγές.» «Κλειστή περίοδος» σύμφωνα με το διάταγμα καθορίζετο   «η περίοδος από 16 μέχρι 27/3/2013 κατά την οποία τα εποπτευόμενα ιδρύματα «Κύπρο και Εξωτερικό» παρέμειναν κλειστά ή απαγορεύθηκε  διενέργεια συναλλαγών μετά από διατάγματα/εγκυκλίους/οδηγίες του Υπουργείου Οικονομικών, ή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου «(ΚΤΚ)» ή οποιασδήποτε άλλης αρχής.»

 

Καθορίζετο περαιτέρω στο διάταγμα ότι η «αναφορά σε κλειστή περίοδο θεωρείται δεδομένο ότι  περιλαμβάνει οποιαδήποτε έγγραφα και πληροφορίες τα οποία συνδέονται με συζητήσεις, αποφάσεις, διεργασίες, αναφορές κ.ά. που προηγήθηκαν ή ακολούθησαν της κλειστής περιόδου και σχετίζονται με την κλειστή περίοδο.»

 

Η αίτηση της αστυνομίας συνοδεύετο από  την ένορκη δήλωση του Υπαστυνόμου Ι. Αζά, μέλους του Γραφείου Διερεύνησης Θεμάτων Οικονομίας και ΣΠΕ του Τμήματος Καταπολέμησης Εγκλήματος του Αρχηγείου Αστυνομίας, που διερευνά τα αίτια της κατάρρευσης του Τραπεζικού Συστήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην οποίαν περιέχοντο τα γεγονότα που υποστήριζαν την αίτηση.   

 

Όπως αναφέρεται στην  ένορκη δήλωση, «Η αστυνομία διερευνά υπόθεση που αφορά στα αδικήματα:

 

 (1)   Ο περί τραπεζικών εργασιών νόμος 66(1)/1997, άρθρα (1), (2) και (3)

 

(2) Ο περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμος τους 2002, άρθρο (6) και (48)

 

(3)  Ο περί της επιβολής περιοριστικών μέτρων στις συναλλαγές νόμος του 2013, άρθρα (4), (5), και (7)

 

(4) Ο περί της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ποινικοποίηση της Διαφθοράς Νόμος 23(ΙΙΙ)/2000, άρθρα (2), (3), (4), (7), (8) και (14)

 

(5) Ο περί Πρόληψης Διαφθοράς Νόμος (ΚΕΦ. 161), άρθρο (2), (3), (4), (5)

 

(6) Δόλος και κατάχρηση εμπιστοσύνης από δημόσιο λειτουργό Κεφ. 154, άρθρο (133)

 

(7) Κατάχρηση εξουσίας, Κεφ. 154, άρθρο (105)

 

(8) Παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου και αποκάλυψη κρατικού απορρήτου, Κεφ. 154, άρθρο (135)(1),(3)

 

(9) Νόμος που προνοεί για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς) Ν.116(1)/2005, άρθρα 19, 20, 21, 22, 23(3)(4)

 

(10)              Ο περί αθέμιτης κτήσης περιουσιακού οφέλους από αξιωματούχους και λειτουργούς του δημοσίου, Ν.51(1) του 2004, άρθρα (2)(3) και (4)

 

(11)              Αδικήματα Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες κατά παράβαση των Άρθρων 4 και 5, του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες δραστηριότητες, Νόμος 188(1)/2007 όπως τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα

 

που διαπράχθηκαν κατά ή περί τα έτη 2012-2013 στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας και στο εξωτερικό.

 

 

Αναφέρετο περαιτέρω ότι στις 25/10/2017 ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ζήτησε από τον Αρχηγό Αστυνομίας τη διεξαγωγή εξετάσεων για να διαπιστωθεί κατά πόσο διαπράχθηκαν ποινικά αδικήματα από Τράπεζες που δραστηριοποιούντο στην Κύπρο το 2013 και  βρίσκοντο κάτω από την εποπτεία και έλεγχο της ΚΤΚ.  Οι εξετάσεις αφορούσαν σε εκροές κεφαλαίων που έγιναν από διάφορα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κατά την περίοδο που αυτά δεν λειτουργούσαν, κατόπιν διαταγμάτων του Υπουργείου Οικονομικών, κατά την κλειστή περίοδο.  Δίνεται έμφαση στην εγκύκλιο ημερομηνίας 16/3/2013 που εκδόθηκε  από μέρους του τότε Διοικητή της ΚΤΚ με την οποία α) απαγορεύοντο προσωρινά η εισαγωγή είτε από ιδρύματα υποκείμενα στην εποπτεία της ΚΤΚ ή κατ' άλλο τρόπο εντολών πληρωμής ή μεταφοράς κεφαλαίων  σε  οποιοδήποτε σύστημα πληρωμών, εκκαθάρισης κ.λ.π. καθώς και  άλλες πράξεις που αναφέρονται στην Ένορκη Δήλωση και β) αναστέλλετο προσωρινά ο διακανονισμός εντολών που είχαν ήδη εισαχθεί προς εκτέλεση σε οποιοδήποτε σύστημα πληρωμών, εκκαθάρισης κ.λ.π.  Η εγκύκλιος αποσκοπούσε στην πιστή εφαρμογή και συμμόρφωση των οδηγιών της εγκυκλίου με σκοπό την προστασία του δημόσιου συμφέροντος και για τη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος.    

 

Οι Τράπεζες επαναλειτούργησαν στις 28/3/2013 με περιοριστικά μέτρα δυνάμει διατάγματος του Υπουργού Οικονομικών σύμφωνα με το Νόμο για την Επιβολή Περιοριστικών Μέτρων στις Συναλλαγές σε περίπτωση Έκτακτης Ανάγκης  του 2013.

 

Ο κ. Αζάς παρέθετε επίσης στην Ένορκη Δήλωση του περιγραφή των γεγονότων που προηγήθηκαν του «κουρέματος των καταθέσεων».  Από έγγραφα που εξασφαλίστηκαν με δικαστικό διάταγμα αποκάλυψης με αρ. 65/2018 του Ε.Δ. Λευκωσίας, ημερομηνίας 7/3/2018, εναντίον της ΚΤΚ διαφάνηκε ότι υπήρξε μεγάλη μείωση των καταθέσεων την περίοδο 8-15/3/2013 που οφείλετο πιθανόν στην  προνομιακή πληροφόρηση για το κούρεμα των καταθέσεων που θα ακολουθούσε.

 

Εκ πρώτης όψεως διαπιστώθηκαν παραβάσεις της εγκυκλίου για παγιοποίηση των συναλλαγών από αριθμό Τραπεζών μεταξύ των οποίων και η Αιτήτρια.

 

Οι νομικοί λόγοι επί των οποίων στηρίζεται η υπό κρίση αίτηση συνοψίζονται στους  εξής:

 

-       Παραπλάνηση του Κατώτερου Δικαστηρίου και μη αποκάλυψη ουσιωδών γεγονότων κατά την έκδοση του Διατάγματος Αποκάλυψης μονομερώς και συγκεκριμένα ότι προηγήθηκε παρόμοια αίτηση, ότι παράβαση της εγκυκλίιου δεν δημιουργεί αδίκημα και ότι δεν προσφέρθηκε μαρτυρία που να εμπλέκει την Αιτήτρια στη διάπραξη των αδικημάτων.

-      Έλλειψη και Υπέρβαση δικαιοδοσίας αλλά και Νομικό Σφάλμα εμφανές από τα Πρακτικά καθότι το Διάταγμα Αποκάλυψης εκδόθηκε προς υποβοήθηση ποινικών ερευνών για ανύπαρκτο ποινικό αδίκημα.

-      Έλλειψη και Υπέρβαση δικαιοδοσίας αλλά και Νομικό Σφάλμα εμφανές από τα Πρακτικά καθότι το Κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε μηχανικά.

-      Έλλειψη και Υπέρβαση δικαιοδοσίας αλλά και Νομικό Σφάλμα εμφανές από τα Πρακτικά καθ' ότι με το Διάταγμα Αποκάλυψης παραβιάζεται το δικαίωμα στην αλληλογραφία κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος.

 

Είναι νομολογιακά καθιερωμένο ότι το προνομιακό ένταλμα είναι εξαιρετικό μέτρο και η άδεια για έκδοση του εγκρίνεται πάντοτε με φειδώ.  Η κατάδειξη από τον Αιτητή συζητήσιμης υπόθεσης, αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση του αλλά όταν προβλέπεται άλλο ειδικό μέσο ή θεραπεία, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου δεν ασκείται θετικά, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίον επιδιώκεται το διάταγμα, εκτός εάν ο Αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι συντρέχουν επαρκείς εξαιρετικές περιστάσεις (βλ. Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ 878 και Μιτέλα Πολιτική Αίτηση 6/2019, ημερομηνίας 25/1/2019).

 

Η εξέταση του κατά πόσο υπάρχει συζητήσιμη υπόθεση που να δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση της άδειας κρίνεται στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου χωρίς εμβάθυνση στην υπόθεση (βλ. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Κύπρου) Λτδ κ.ά., Πολιτική Αίτηση 135/2020 ημερομηνίας 30/3/2020), ECLI:CY:AD:2020:D329Άδεια δίδεται επίσης όπου διαπιστώνεται παράβαση της φυσικής δικαιοσύνης ή καταδεικνύονται στοιχεία παρανομίας στη διαδικασία που ακολουθήθηκε (βλ. Base Metal Trading Ltd (2005) 1 (A) A.A.Δ. 1).

 

Η νομική βάση της αίτησης της Αστυνομίας στο Επαρχιακό Δικαστήριο είναι ο περί Παρεμπόδισης, Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμος του 2007 (Ν.188(Ι)/2007) και ειδικότερα  τα άρθρα 45 και 46.   Σύμφωνα με το άρθρο 46(2) οι προϋποθέσεις  έκδοσης διατάγματος αποκάλυψης είναι:

         

«46. (1) ...................................................................................

(2) Οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι οι ακόλουθες

(α) (i) Η ύπαρξη εύλογης υποψίας ότι συγκεκριμένο πρόσωπο διέπραξε ή έχει ωφεληθεί από τη διάπραξη καθορισμένου αδικήματος, ή η ύπαρξη χρηματοοικονομικής συναλλαγής η οποία δημιουργεί εύλογη υποψία ότι πρόσωπο ενέχεται σε αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή ότι η συναλλαγή ενδέχεται να σχετίζεται με τέτοια αδικήματα˙

(ii) [Διαγράφηκε]˙

(β) η ύπαρξη εύλογης υποψίας ότι η εν λόγω πληροφορία είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία ενδέχεται να είναι ουσιαστικής σημασίας στις έρευνες για τις οποίες έχει υποβληθεί η αίτηση για αποκάλυψη˙

(γ) το ότι η πληροφορία δεν εμπίπτει στην κατηγορία των προνομιούχων πληροφοριών˙

(δ) η ύπαρξη εύλογης αιτίας ότι είναι προς το δημόσιο συμφέρον να παρασχεθεί ή να αποκαλυφθεί η πληροφορία, λαμβανομένου υπόψη-

(i) του οφέλους το οποίο ενδέχεται να προκύψει για την έρευνα από την αποκάλυψη ή παροχή της εν λόγω πληροφορίας˙ και

(ii) των συνθηκών κατοχής της εν λόγω πληροφορίας από τον κάτοχό της.

 

Εξέτασα τις εισηγήσεις του δικηγόρου της Αιτήτριας υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας και νομοθεσίας σε συνάρτηση με τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον της Επαρχιακού Δικαστή με την Ένορκη Δήλωση του κ. Αζά.

 

Στην αγόρευση του ο δικηγόρος της Αιτήτριας  έδωσε έμφαση στο   ότι ο κ. Αζάς δεν παρουσίασε ικανή μαρτυρία που να δημιουργεί εύλογη υπόνοια διάπραξης συγκεκριμένου ποινικού αδικήματος από την Αιτήτρια.  Εισηγείται δε ότι η παραβίαση της εγκυκλίου δεν συνιστά ποινικό αδίκημα εφόσον παραβίαση της τιμωρείται, σύμφωνα με το άρθρο 48(4) του περί της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου Νόμου με την πληρωμή διοικητικού προστίμου.

 

Συγκεκριμένα σ'  όσον αφορά την Αιτήτρια,  η μοναδική αναφορά στο όνομα της εντοπίζεται στην παράγραφο 23 της Ένορκης Δήλωσης του κ. Αζά   ότι δηλαδή  σε   σημείωμα της Γ. Χρυσάνθου, φ/δι ΚΤΚ προς τον Α. Κλείτου  11 Τράπεζες, περιλαμβανομένης της Αιτήτριας,  προέβησαν σε ύποπτες συναλλαγές που έγιναν μετά τις 15/3/2013 με backdated ημερομηνία κατά παράβαση των σχετικών οδηγιών της ΚΤΚ για παγιοποίηση των συναλλαγών, θέμα για το οποίο δεν έγινε οποιαδήποτε έρευνα.

 

 Για σκοπούς και μόνο εξέτασης της υπό κρίση αίτησης στη βάση των δεδομένων ενώπιον μου,  κρίνω ότι εκ  πρώτης όψεως η Αιτήτρια έχει στοιχειοθετήσει συζητήσιμη υπόθεση κατά πόσο πληρούντο οι προϋποθέσεις έκδοσης του διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 45 και 46 του Νόμου 188(Ι)/2007  τόσο από νομική θεώρηση όσο και γεγονότων. 

 

Για το λόγο που αναφέρεται στην απόκρυψη του γεγονότος καταχώρησης παρόμοιας αίτησης στο παρελθόν και εξασφάλισης διατάγματος, το οποίο δεν εκτελέστηκε αλλά ακυρώθηκε από το Δικαστήριο  κατόπιν σχετικής Αίτησης της Αστυνομίας μετά 6 μέρες από την έκδοση του, δεν κρίνω ότι ήταν ουσιώδες στοιχείο που η παράλειψη αναφοράς του έπληττε τις θέσεις του κ. Αζά στην Ένορκη του Δήλωση.  Εξάλλου δεν τέθηκαν, σύμφωνα με το  σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου, οποιοιδήποτε λόγοι για την ακύρωση του.  Συνεπώς η παράλειψη αναφοράς του γεγονότος αυτού στο Δικαστήριο δεν είναι λόγος που στοιχειοθετεί συζητήσιμη υπόθεση. 

 

Ούτε και η κατ' ισχυρισμό απόκρυψη ότι η παραβίαση της εγκυκλίου δεν συνιστά αδίκημα, στοιχειοθετεί συζητήσιμη υπόθεση.  Το θέμα παραβίασης της εγκυκλίου και κατά πόσο η παραβίαση συνιστά ποινικό αδίκημα ή όχι  εντάσσεται στα πλαίσια εξέτασης κατά πόσο στοιχειοθετούντο οι προϋποθέσεις των άρθρων 45 και 46 του Νόμου 188(Ι)/2007, για έκδοση του διατάγματος.

 

Σ'  όσον αφορά την τυχόν ύπαρξη άλλου ένδικου μέσου προσβολής του διατάγματος, ενόψει των προνοιών του άρθρου 72(2) του Νόμου 188(Ι)/2007 που αποκλείει το δικαίωμα άσκησης έφεσης σε διατάγματα δυνάμει των άρθρων 45 και 46 του Νόμου,  δεν φαίνεται να υπάρχει.   

 

Παραθέτω το άρθρο 72(2):

 

 «(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 25 του περί Δικαστηρίων Νόμου, διατάγματα που εκδίδονται ή/και αποφάσεις του Δικαστηρίου που λαμβάνονται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, με εξαίρεση το διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 45 και 46 αυτού, υπόκεινται σε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, με εφαρμογή κατ' αναλογίαν των σχετικών διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας.»

 

 

Σύμφωνα με τα πιο πάνω δίνεται άδεια για την καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως για certiorari με σκοπό την ακύρωση του διατάγματος αποκάλυψης, ημερομηνίας 1/9/2020, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας που εκδόθηκε στα πλαίσια της αίτησης υπ.' αρ. 288/2020, σ' όσον αφορά την αιτήτρια, για το λόγο που ανέφερα ανωτέρω. Διατάσσεται η αναστολή της ισχύος του επίδικου διατάγματος μέχρι εκδίκασης της διά κλήσεως αίτησης.  Η διά κλήσεως αίτηση να καταχωρηθεί εντός 10 ημερών και να οριστεί στις 27/10/2020 η ώρα 8.45 π.μ.

 

 

                                                                        Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

/Α.Λ.Ο.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο